ΑΣΑΒΝΑ (Ασαβνά)[συντετμημένη μορφή του Ασαβνεΐας]. Ένας από τους επικεφαλής του λαού, του οποίου κάποιος απόγονος, αν όχι ο ίδιος, επικύρωσε με σφραγίδα το σύμφωνο ομολογίας που συνάφθηκε όταν ήταν κυβερνήτης ο Νεεμίας.—Νε 9:38· 10:1, 14, 25.