ΑΡΚΕΥΘΟΣ
1. [Εβρ., μπερώς]. Σε αυτόν τον εβραϊκό όρο έχουν αποδοθεί διάφορες σημασίες, όπως «έλατο» και «κυπαρίσσι», αλλά ορισμένοι λεξικογράφοι υποστηρίζουν βάσιμα ότι πρόκειται για την άρκευθο. (Βλέπε Λεξικό των Βιβλίων της Παλαιάς Διαθήκης [Lexicon in Veteris Testamenti Libros], των Λ. Κέλερ και Β. Μπαουμγκάρτνερ, Λέιντεν, 1958, σ. 148· Το Βιβλικό Λεξικό του Ερμηνευτή [The Interpreter’s Dictionary of the Bible], επιμέλεια Τζ. Ά. Μπάτρικ, 1962, Τόμ. 2, σ. 293.) Εφόσον ο Βασιλιάς Σολομών εισήγε αυτό το δέντρο από τον Λίβανο (1Βα 5:8-10· 9:11· 2Χρ 2:8), πιθανώς αυτό ταυτίζεται με την άρκευθο την υψικάρηνο (Juniperus excelsa), ένα ψηλό, εύρωστο, αειθαλές δέντρο που φτάνει σε ύψος μέχρι και τα 20 μ., έχει απλωτά κλαδιά, μικρά λεπιοειδή φύλλα και σκουρόχρωμους, μικρούς, σφαιρικούς καρπούς. Είναι εξαιρετικά αρωματικό. Το ξύλο αυτής της αρκεύθου είναι περιζήτητο για την ανθεκτικότητά του.
Η άρκευθος η υψικάρηνος φύεται στον Λίβανο και συσχετίζεται πολλές φορές με αυτή τη χώρα, συμβάλλοντας μαζί με άλλα δέντρα στη «δόξα του Λιβάνου». (2Βα 19:23· Ησ 14:8· 37:24· 60:13) Ο ψαλμωδός είπε ότι οι άρκευθοι είναι το «σπίτι» των πελαργών, δηλαδή το μέρος όπου φτιάχνουν τη φωλιά τους. (Ψλ 104:17) Το ξύλο της αρκεύθου χρησιμοποιήθηκε ευρέως στο ναό που οικοδόμησε ο Σολομών. (2Χρ 3:5) Τα φύλλα των θυρών της εισόδου ήταν φτιαγμένα από ξύλο αρκεύθου (1Βα 6:34), και το πάτωμα ήταν επικαλυμμένο με αυτό το ξύλο. (1Βα 6:15) Αλλού λέγεται ότι τέτοιο ξύλο χρησιμοποιούνταν για να κατασκευάζονται δοκοί οροφής (Ασμ 1:17), σανίδες για πλοία (Ιεζ 27:5), κοντάρια δοράτων (Να 2:3) και μουσικά όργανα (2Σα 6:5). Ως θαλερό δέντρο, η άρκευθος χρησιμοποιείται στις προφητείες αποκατάστασης για να περιγράψει την ωραιότητα και την παραγωγική ευφορία που πρόκειται να αποκτήσει η γη του λαού του Θεού.—Ησ 41:19· 55:13· 60:13.
2. [Εβρ., ‛αρω‛έρ ή ‛αρ‛άρ]. Η αραβική λέξη ‛αρ‛άρ μας βοηθάει να ταυτίσουμε αυτό το δέντρο κατά πάσα πιθανότητα με την άρκευθο τη φοινικική (Juniperus phoenicia), ένα θαμνώδες δέντρο που συναντάται στην περιοχή του Σινά και στην περιοχή της ερήμου του Εδώμ. Η εβραϊκή ρίζα από την οποία παράγεται η ονομασία αυτού του δέντρου δίνει την εικόνα ενός πράγματος που είναι “απογυμνωμένο” (παράβαλε Ψλ 102:17), και αντίστοιχα λέγεται ότι αυτή η άρκευθος-νάνος έχει μάλλον καχεκτική εμφάνιση και ότι φύεται σε πετρώδη μέρη της ερήμου και σε βράχους. Χρησιμοποιείται εύστοχα στο βιβλίο του Ιερεμία όπου ο άνθρωπος του οποίου η καρδιά απομακρύνεται από τον Ιεχωβά παραβάλλεται με «μοναχικό δέντρο [‛αρ‛άρ] στην έρημη πεδιάδα» και οι Μωαβίτες προειδοποιούνται να τραπούν σε φυγή και να γίνουν «σαν άρκευθος [κα‛αρω‛έρ] στην έρημο».—Ιερ 17:5, 6· 48:1, 6 (βλέπε, ωστόσο, υποσ.).