ΣΑΡΔΕΙΣ
(Σάρδεις).
Η αρχαία πρωτεύουσα της Λυδίας (στη δυτική Μικρά Ασία) και κέντρο λατρείας μιας ασιατικής θεάς που συνδέεται είτε με την Αρτέμιδα είτε με την Κυβέλη. Βρισκόταν Ν του ποταμού Γκεντίζ (πρώην Έρμος), περίπου 50 χλμ. Ν των Θυατείρων (το σημερινό Ακχισάρ) και περίπου 75 χλμ. Α της Σμύρνης. Η ακρόπολη των Σάρδεων ήταν πάνω σε έναν σχεδόν απρόσιτο, απόκρημνο βράχο. Παρότι μια οροσειρά περιόριζε την επικοινωνία με περιοχές που βρίσκονταν νοτιότερα, οι Σάρδεις είχαν τον έλεγχο της εμπορικής οδού που συνέδεε Α και Δ. Οι εμπορικές της δραστηριότητες και οι βιοτεχνίες της, τα κατ’ εξοχήν εύφορα εδάφη της γύρω περιοχής και η παραγωγή μάλλινων υφασμάτων και χαλιών συνέβαλαν πολύ στο να γίνουν οι Σάρδεις πλούσια και σπουδαία πόλη. Κάποτε, ο πληθυσμός των Σάρδεων πιθανόν να έφτανε περίπου τους 50.000 κατοίκους.
Τον έκτο αιώνα Π.Κ.Χ., ο Κύρος ο Μέγας νίκησε τον τελευταίο βασιλιά της Λυδίας, τον Κροίσο, και έκτοτε, για περισσότερα από 200 χρόνια, οι Σάρδεις ήταν η πρωτεύουσα του δυτικού τμήματος της Περσικής Αυτοκρατορίας. Το 334 Π.Κ.Χ., η πόλη παραδόθηκε χωρίς αντίσταση στον Μέγα Αλέξανδρο. Αργότερα περιήλθε υπό την εξουσία της Περγάμου και κατόπιν της Ρώμης. Ένας μεγάλος σεισμός σχεδόν ισοπέδωσε τις Σάρδεις το 17 Κ.Χ., αλλά η πόλη ανοικοδομήθηκε χάρη στη γενναιόδωρη βοήθεια της Ρώμης.
Ο Ιουδαίος ιστορικός Ιώσηπος υποδηλώνει ότι τον πρώτο αιώνα Π.Κ.Χ. υπήρχε μια μεγάλη Ιουδαϊκή κοινότητα στις Σάρδεις. (Ιουδαϊκή Αρχαιολογία, ΙΔ΄, 259 [x, 24]) Κατά τα τέλη του πρώτου αιώνα Κ.Χ., η Χριστιανική εκκλησία που είχε ιδρυθεί στις Σάρδεις χρειαζόταν να “ξυπνήσει” πνευματικά. Ωστόσο, υπήρχαν και άτομα συνταυτισμένα με αυτή την εκκλησία που δεν είχαν “μολύνει τα εξωτερικά τους ενδύματα”.—Απ 3:1-6.
Στην αρχαία τοποθεσία των Σάρδεων υπάρχουν αξιόλογα ερείπια αρχαίων μνημείων, περιλαμβανομένου ενός ναού της Εφέσιας Αρτέμιδος (ή Κυβέλης), ενός ρωμαϊκού θεάτρου και ενός σταδίου, καθώς και μιας αρχαίας συναγωγής.—ΕΙΚΟΝΑ, Τόμ. 2, σ. 946.