ΣΙΦΕΙ (Σιφεί) [από μια ρίζα που σημαίνει «αφθονώ»]. Συμεωνίτης, ο γιος του οποίου ήταν ένας από τους αρχηγούς της φυλής που επέκτειναν τα βοσκοτόπια τους στη διάρκεια της βασιλείας του Εζεκία.—1Χρ 4:24, 37-41.