ΣΙΒΜΑ
(Σιβμά).
Πόλη στα Α του Ιορδάνη την οποία απέσπασε ο Ισραήλ από τον Αμορραίο Βασιλιά Σηών και η οποία παραχωρήθηκε στους Ρουβηνίτες που την ήθελαν λόγω των γύρω βοσκότοπων. Προφανώς λεγόταν και Σεβάμ. (Αρ 32:2-5, 37, 38· Ιη 13:15, 19, 21) Αρχικά ήταν πόλη των Μωαβιτών (παράβαλε Αρ 21:25, 26) και σε κάποια χρονική στιγμή που δεν προσδιορίζεται επανήλθε σε αυτούς. Ήταν γνωστή για τα αμπέλια της και τους καλοκαιρινούς της καρπούς. (Ησ 16:8, 9, 13, 14· Ιερ 48:32, 46, 47) Η ακριβής θέση της Σιβμά (Σεβάμ) δεν είναι γνωστή τώρα, παρότι μνημονεύεται μαζί με την Εσεβών και τη Νεβώ (Αρ 32:3), και το σχολιολόγιο του Ιερώνυμου στο εδάφιο Ησαΐας 16:8 λέει ότι απείχε μόλις 500 βήματα από την Εσεβών. Κατά την τρέχουσα άποψη ορισμένων, όμως, ταυτίζεται με το Κουρν ελ-Κιμπς, περίπου 5 χλμ. ΔΝΔ της Εσεβών (το σημερινό Χισμπάν).