ΜΕΤΑΞΙ
Η ισχυρότερη φυσική ίνα, η οποία χρησιμοποιείται από τους Βιβλικούς χρόνους για την κατασκευή όμορφων, ελαφριών υφασμάτων. Το μετάξι παράγεται από κάμπιες διαφόρων ειδών και ειδικότερα από τον κινέζικο μεταξοσκώληκα, που τρέφεται με φύλλα μουριάς και εκκρίνει ένα υγρό το οποίο σκληραίνει, σχηματίζοντας λεπτές κλωστές, και από το οποίο ο μεταξοσκώληκας φτιάχνει ένα κουκούλι. Μεταξωτά υφάσματα, τα οποία κατά τους αρχαιολόγους υφάνθηκαν πριν από 2.000 και πλέον χρόνια, έχουν βρεθεί σε τάφους φοινικικού νεκροταφείου κοντά στη Σαμπράτα της Λιβύης.
Η καλλιέργεια του μεταξοσκώληκα φαίνεται πως άρχισε στην Κίνα και από εκεί διαδόθηκε σε άλλες χώρες, όπως στην Ινδία. Οι αρχαίοι Έλληνες ονόμαζαν σηρικόν οτιδήποτε φτιαγμένο από μετάξι, συνδέοντας έτσι αυτό το υλικό με τους Σῆρες (οι οποίοι γενικά ταυτίζονται με τους Κινέζους). Στη Γραφή, το μετάξι συγκαταλέγεται στα ακριβά εμπορεύματα που αγοράζει η «Βαβυλώνα η Μεγάλη».—Απ 18:2, 11, 12.
Μερικές μεταφράσεις της Αγίας Γραφής αποδίδουν με τη λέξη «μετάξι» ή «μεταξωτός» την εβραϊκή λέξη μέσι στα εδάφια Ιεζεκιήλ 16:10, 13. (AS, KJ, JP, Mo, Ro, ΒΑΜ, ΛΧ, ΜΠΚ) Σύμφωνα με τη ραβινική παράδοση, η λέξη μέσι δηλώνει το μετάξι, χωρίς όμως αυτό να είναι βέβαιο. Γι’ αυτό, η Μετάφραση Νέου Κόσμου, υποστηριζόμενη από σύγχρονους λεξικογράφους, αποδίδει αυτή τη λέξη ως «ακριβό ύφασμα».