ΚΥΚΝΟΣ
[εβρ., τινσέμεθ].
Μεγάλο, υδρόβιο πουλί γεμάτο χάρη, με μακρύ, λεπτό, καμπυλωτό λαιμό. Μερικοί κύκνοι μπορεί να ζυγίζουν μέχρι και 18 κιλά και να έχουν άνοιγμα φτερών περίπου 2,5 μ.
Η εβραϊκή ονομασία (τινσέμεθ), που εμφανίζεται στον κατάλογο με τα ακάθαρτα πετούμενα πλάσματα (Λευ 11:13, 18· Δευ 14:12, 16), προέρχεται από μια ρίζα που σημαίνει «αγκομαχώ». (Ησ 42:14) Ίσως περιγράφει τον κύκνο, ο οποίος βγάζει έναν δυνατό σφυριχτό ήχο όταν ερεθιστεί ή θυμώσει, και αυτή είναι η απόδοση που χρησιμοποιούν αρκετές μεταφράσεις (KJ, Ro, Yg, ΜΝΚ, ΒΑΜ, ΛΧ). Αυτή η εκδοχή χρονολογείται τουλάχιστον από την εποχή της λατινικής Βουλγάτας, όπου ο Ιερώνυμος απέδωσε την εβραϊκή λέξη τινσέμεθ (στο εδ. Λευ 11:18) με τη λατινική λέξη cycnus. Η Μετάφραση των Εβδομήκοντα, που είναι προγενέστερη, χρησιμοποιεί σε αυτό το εδάφιο τη λέξη πορφυρίων, αναφερόμενη προφανώς στη σουλτανοπουλάδα (πορφυρίων ο γνήσιος [Porphyrio porphyrio]). Ωστόσο, και οι δύο αυτές αρχαίες μεταφράσεις αποδίδουν τη λέξη τινσέμεθ ως “ίβις” στο εδάφιο Δευτερονόμιο 14:16, πράγμα που φανερώνει την αβεβαιότητά τους.
Ο κύκνος, αν και υπάρχει στην Παλαιστίνη, στη σύγχρονη εποχή δεν συναντάται συχνά σε αυτή την περιοχή. Γι’ αυτόν το λόγο, καθώς και επειδή ο κύκνος είναι κυρίως φυτοφάγος, πολλοί σύγχρονοι μεταφραστές προτιμούν να αποδίδουν τη λέξη τινσέμεθ με τις λέξεις «νερόκοτα» (RS, Mo), «μπούφος» (AT), «ίβις» (JB) ή να χρησιμοποιούν ονομασίες άλλων πουλιών που είναι γνωστά ως σαρκοφάγα ή νεκροφάγα. Εντούτοις, το γεγονός ότι στη σύγχρονη εποχή οι κύκνοι είναι σπάνιοι στην Παλαιστίνη δεν αποδεικνύει με βεβαιότητα ότι δεν υπήρχαν σε μεγαλύτερη αφθονία εκεί στην αρχαιότητα. Παρόμοια, πρέπει να αναγνωρίσουμε πως η άποψη σύμφωνα με την οποία η κατάταξη ορισμένων πουλιών ως ακάθαρτων βασιζόταν στο ότι ήταν είτε αρπακτικά είτε νεκροφάγα αποτελεί απλώς ένα έμμεσο συμπέρασμα και δεν δηλώνεται ευθέως στην Αγία Γραφή.
Ο κύκνος είναι γνωστό ότι τρέφεται και με οστρακοειδή, εκτός από τους σπόρους, τις ρίζες υδρόφυτων και τα σκουλήκια που περιλαμβάνονται συνήθως στο διαιτολόγιό του.