Ένωσις των Αίνων μας Παγκοσμίως
1. Ποια κοσμική πορεία δεν είναι αναγκαία για να μάθωμε να τον αινούμε;
ΥΠΟΘΕΣΤΕ τώρα—αφού έχετε εξετάσει τα παραπάνω γεγονότα που αφορούν τη σπουδαιότητα του να αινούμε τον Θεό στο τέλος του κόσμου στο οποίο βρισκόμαστε—ότι επιθυμείτε ένθερμα να εκζητήσετε τον Θεό και να αγωνισθήτε για τη σωτηρία και τις ευλογίες που αυτός υποσχέθηκε. Τι θα κάμετε; Θα εγγραφήτε σε μια θρησκευτική ιερατική σχολή και θ’ αναλάβετε ένα δύσκολο πρόγραμμα σπουδών, καταναλώνοντας χρόνια ολόκληρα για να προετοιμασθήτε να υπηρετήσετε τον Θεό μ’ έναν τρόπο που θα είναι άξιος της σωτηρίας του; Πρέπει άραγε πρώτα να αποκτήσετε ένα πιστοποιητικό που να φανερώνη μια υψηλή εκπαιδευτική επίτευξι σε σχολεία του κόσμου τούτου προτού μπορέσετε να ελπίζετε ότι θα κάμετε ομολογία αίνου στον Θεό; Αν είναι έτσι, τότε δεν θα μπορούσαν πολλοί άνθρωποι να ελπίζουν ότι θα έχουν τα προσόντα για τη σωτηρία που υπόσχεται ο Θεός. Και αν λίγοι μόνο είναι ικανοί και έχουν τα προσόντα να ψάλλουν τους αίνους του Θεού με τον ορθό τρόπο, πώς μπορούμε τότε να εννοήσωμε τα ακόλουθα λόγια του Ιησού; «Και θέλει κηρυχθή τούτο το ευαγγέλιον της βασιλείας εν όλη τη οικουμένη, προς μαρτυρίαν εις πάντα τα έθνη· και τότε θέλει ελθεί το τέλος.» (Ματθαίος 24:14) Πώς θα ήταν δυνατόν να δοθή μια τέτοια μαρτυρία σε όλα τα έθνη μέσα α’ αυτή ακριβώς τη γενεά, καθώς ο Ιησούς είπε ότι θα εδίδετο, εκτός αν υπήρχαν πολλά, πάρα πολλά άτομα που να ψάλλουν τους αίνους του Θεού; Όχι, μια τέτοια υψηλή, κοσμική εκπαιδευτική επίτευξις δεν σας είναι αναγκαία για να υπηρετήσετε τον Θεό. Ιδού γιατί είναι δυνατόν ο Ιεχωβά Θεός να συνάξη έναν «πολύν όχλον» από όλα τα έθνη σ’ αυτές τις έσχατες ημέρες.
2, 3. Πώς αυτό αποδείχθηκε στην περίπτωσι του Ιησού;
2 Αν συμβουλευθούμε την αφήγησι της Γραφής, βρίσκομε ότι ο Ιησούς ο ίδιος δεν είχε σπουδάσει παρά τους πόδας του Νομοδιδασκάλου Γαμαλιήλ στην Ιερουσαλήμ, ούτε αναγράφεται πουθενά ότι είχε λάβει πολυετή εκπαίδευσι σε κάποιο κολλέγιο ή σχολείο ως απαραίτητο προσόν για ν’ αρχίση το έργο του κηρύγματος που είχε ορισθή γι’ αυτόν από τον Θεό τον Πατέρα του. Ο Ιεχωβά Θεός ήξερε τι χρειαζόταν ο λαός: χρειαζόταν την αλήθεια σχετικά με αυτόν και την σωτήριο βασιλεία του. Χρειαζόταν αυτό το άγγελμα σε μια αγνή και ανόθευτη μορφή, χωρίς κοσμικούς εξωραϊσμούς, ασυσκότιστο από οποιαδήποτε σοφία ανθρώπου. Όταν, λοιπόν, ο Ιησούς εμφανίσθηκε στη συναγωγή της Ναζαρέτ, δεν ήταν γνωστός στο λαό ως ένας πολυμαθής διδάκτωρ της θεολογίας, ούτε ως ένας διδάκτωρ της φιλολογίας, αλλά ήταν γνωστός ως τέκτων (ξυλουργός), υιός του τέκτονος. Αυτό δεν ανεχαίτισε τον Ιησού από το να διακηρύξη την πρόθεσί του να αινή τον Θεό ως ένας κήρυξ του λόγου του Ιεχωβά· τον ανεχαίτισε; Βέβαια όχι, διότι, επήρε τις Άγιες Γραφές και ανέγνωσε την αποστολή του από το βιβλίο του προφήτου Ησαΐα: «Πνεύμα Κυρίου [Ιεχωβά] είναι επ’ εμέ· δια τούτο με έχρισε· με απέστειλε δια να ευαγγελίζωμαι προς τους πτωχούς, δια να ιατρεύσω τους συντετριμμένους την καρδίαν, να κηρύξω προς τους αιχμαλώτους ελευθερίαν, και προς τους τυφλούς ανάβλεψιν, να αποστείλω τους συντεθλασμένους εν ελευθερία, δια να κηρύξω ευπρόσδεκτον Κυρίου ενιαυτόν.»—Λουκάς 4:16-21.
3 Ναι, επροξένησε ταραχή ανάμεσα στο λαό το ότι έκαμε αυτό ο Ιησούς, ιδιαίτερα επειδή ήξεραν ότι δεν είχε τα προσόντα σύμφωνα με τους κανόνας των ανθρώπων εκείνο τον καιρό. «Και εθαύμαζον οι Ιουδαίοι, λέγοντες, Πώς ούτος εξεύρει γράμματα ενώ δεν έμαθεν;» (Ιωάννης 7:15) Ίσως ο Ιησούς να μην είχε μάθει όλη τη σοφία του καιρού του, αλλά είχε την αλήθεια, η οποία είναι ο λόγος του Θεού. (Ιωάννης 17:17) Ήξερε ότι η αλήθεια ήταν εκείνη που θα ελευθέρωνε τους ανθρώπους και θα τους έκανε ικανούς να ενωθούν στον αίνο του Θεού για σωτηρία, με την αλήθεια δε αυτή του λόγου του Θεού είχε γεμάτη την καρδιά του. (Ιωάννης 8:32) Ο Ιησούς, λοιπόν, δεν μπορούσε να απέχη από το να πράττη εκείνο που ήξερε ότι ήταν για το ύψιστο καλό του ανθρωπίνου γένους και—το πιο σπουδαίο—για την αιώνια δόξα του Θεού και την διεκδίκησι του ονόματος του Ιεχωβά. Η επιθυμία να αινή τον Θεό ήταν σαν φωτιά που έκαιε μέσα του και δεν μπορούσε να παραμείνη αδρανής. Ο Ιερεμίας ένοιωθε το ίδιο, διότι είπε: «Όμως ο λόγος αυτού ήτο εν τη καρδία μου ως καιόμενον πυρ περικεκλεισμένον εν τοις οστέοις μου, και απέκαμον χαλινόνων εμαυτόν, και δεν ηδυνάμην πλέον.» (Ιερεμίας 20:9) Ο Ιησούς δεν έκανε προσπάθεια να αναχαιτίζη τον αίνο του. Μάλλον, όπως είναι γραμμένο, «Και μετά ταύτα διήρχετο αυτός πάσαν πόλιν και κώμην, κηρύττων και ευαγγελιζόμενος την βασιλείαν του Θεού· και οι δώδεκα ήσαν μετ’ αυτού.»—Λουκάς 8:1.
4. Πώς δόθηκε παράδειγμα τούτου στην περίπτωσι των αποστόλων;
4 Και τι θα πούμε για τους δώδεκα που ήταν μαζί του; Και αυτοί, επίσης, έγιναν υμνηταί του Θεού κηρύττοντας το λόγο του και μιλώντας για τα καλά του έργα. Απέβλεπαν, στη σωτηρία του Θεού, όπως ακριβώς αποβλέπομε σ’ αυτή τώρα, σ’ αυτές τις έσχατες ημέρες που η σωτηρία είναι τόσο πλησίον. Πώς απέκτησαν τα προσόντα να αινούν τον Θεό; Δεν εδαπάνησαν χρόνια για να γίνουν έτοιμοι να μιλούν στους άλλους για το ένδοξο ευαγγέλιο της Βασιλείας. Αν εξαιρέσωμε τον Παύλο, δεν ήταν άνθρωποι κοσμικής μορφώσεως, και όμως αυτό δεν τους εσταμάτησε από το να δίδουν ομολογία με το στόμα τους. Παραδείγματος χάριν, ας πάρωμε τον Πέτρο και τον Ιωάννη. Αν και απαίδευτοι σύμφωνα με τους κανόνας της εποχής τους, αινούσαν τον Θεό με τόση δύναμι, διακηρύττοντας την οδό της σωτηρίας του, ώστε προκαλούσαν μεγάλο θαυμασμό μεταξύ των επισήμων της Ιερουσαλήμ. «Θεωρούντες δε την παρρησίαν του Πέτρου και Ιωάννου, και πληροφορηθέντες ότι είναι άνθρωποι αγράμματοι και ιδιώται, εθαύμαζον, και ανεγνώριζον αυτούς ότι ήσαν μετά του Ιησού.» Αν και εθεωρούντο ότι ήσαν «αγράμματοι και ιδιώται», είχαν καρδιά γεμάτη από την επιθυμία να αινούν τον Θεό εξαιτίας των όσων είχαν ακούσει από τον Ιησού. «Εκ του περισσεύματος της καρδίας λαλεί το στόμα»· λαλούσαν, λοιπόν, λόγια αίνου προς τον Ιεχωβά. Με τους πρώτους αυτούς Χριστιανούς ενώθηκαν πολλοί περισσότεροι που άκουσαν την αλήθεια από τα χείλη τους, και εσχημάτισαν μια μεγάλη ομάδα κηρύκων του ευαγγελίου. Είχαν ένα θησαυρό γνώσεως σχετικά με τον Θεό και τη βασιλεία του, και εφανέρωναν καλά πράγματα προς όφελος όλου του λαού. Διότι «ο καλός άνθρωπος εκ του καλού θησαυρού της καρδίας εκβάλλει τα καλά· και ο πονηρός άνθρωπος εκ του πονηρού θησαυρού εκβάλλει τα πονηρά. . . . Διότι εκ των λόγων σου θέλεις δικαιωθή, και εκ των λόγων σου θέλεις καταδικασθή». (Ματθαίος 12:34-37) Έστεκαν χωριστά από τους θρησκευτικούς γραμματείς και Φαρισαίους που ο Ιησούς τούς κατεδίκαζε διότι επέφεραν κακό στο λαό.—Ματθαίος 23.
5. Ποιες είναι οι απαιτήσεις για να είμεθα ικανοί να κηρύττωμε και να αινούμε;
5 Ούτε η μόρφωσις, λοιπόν, ούτε η έλλειψις μορφώσεως μπορεί να εμποδίση οποιονδήποτε από το να ψάλλη τους αίνους του Θεού· ούτε προσδιορίζεται η καταλληλότης ενός ατόμου να κηρύττη από την κοινωνική του θέσι ή την οικονομική του κατάστασι. Πρέπει να έχη το άτομο αυτό μια ειλικρινή καρδιά που επιθυμεί την αλήθεια και τη δικαιοσύνη. Αυτό δεν σημαίνει ότι δεν είναι ανάγκη ένας άνθρωπος σήμερα να μελετήση το λόγο του Θεού, διότι όπως οι μαθηταί έπρεπε να μάθουν από τον Ιησού, έτσι κι εμείς σήμερα πρέπει να μάθωμε από τη Γραφή. Θα ήταν αδύνατο να μιλήσετε σ’ έναν άνθρωπο για τα έργα του Θεού και την ελπίδα που έχετε στις θείες υποσχέσεις, αν δεν επιδοθήτε στη μελέτη τών όσα έγραψε ο Θεός για τον εαυτό του. Πρέπει να είσθε πάντοτε έτοιμοι να δώσετε εξήγησι για την ελπίδα που έχετε, ώστε να διεγείρετε πίστι στους άλλους. (1 Πέτρου 3:15) Ο Παύλος νουθετούσε τον Τιμόθεο σ’ αυτό το σημείο, λέγοντας: «Σπούδασον να παραστήσης σεαυτόν δόκιμον εις τον Θεόν, εργάτην ανεπαίσχυντον ορθοτομούντα τον λόγον της αληθείας.» (2 Τιμόθεον 2:15) Ο Τιμόθεος ήταν ανάγκη να είναι εξηρτισμένος, και εμείς είναι ανάγκη να είμεθα εξηρτισμένοι σήμερα.
6. Γιατί είναι αναγκαία η μελέτη:
6 Το στόμα δεν μπορεί να μιλήση καλά πράγματα αίνου στον Θεό εκτός αν η καρδιά είναι έτοιμη να εφοδιάση το άγγελμα με το περίσσευμά της. Έτσι, λοιπόν, «η καρδία του δικαίου προμελετά δια να αποκριθή.» (Παροιμίαι 15:28) Λοιπόν, μελέτη! Αυτό είναι εκείνο που πρέπει να κάμετε για να υπηρετήσετε τον Θεό με τον ορθό τρόπο· και καθώς μαθαίνετε, πρέπει να θέτετε σε ενέργεια τη γνώσι σας μιλώντας στους άλλους. Αυτό θα ενισχύση την πίστι σας, που είναι «ελπιζομένων πεποίθησις, βεβαίωσις πραγμάτων μη βλεπομένων,» και θα είσθε πιο ικανός να συστήσετε στους άλλους τα καλά έργα του Θεού. Με ατομική μελέτη θα αποκτήσετε επίγνωσι της παντοδυναμίας του Θεού· θ’ ακούσετε για τις θαυμαστές του πράξεις σε περασμένους καιρούς προς όφελος ανθρώπων καλής θελήσεως, και θα δήτε τι αυτός υπόσχεται για την ημέρα αυτή και για το νέο κόσμο που είναι τώρα πλησίον. Ο Παύλος λέγει ότι «η πίστις είναι εξ ακοής· η δε ακοή δια του λόγου του Θεού». (Ρωμαίους 10:17) Πρέπει, λοιπόν, να μελετάτε το λόγο του Θεού, πράγμα που απαιτεί απλώς την ικανότητα ν’ ακούτε και να διαβάζετε στη γλώσσα του τόπου που ζήτε.
7. Τι είναι, λοιπόν, ανάγκη να πράξετε έχοντας στη διάθεσί σας περιωρισμένο χρόνο;
7 Αλλά λέτε ότι πρέπει να εργάζεσθε στη δουλειά σας οκτώ ώρες την ημέρα, πέντε ή έξη ημέρες την εβδομάδα, και έχετε μόνο τα σαββατοκύριακα και μερικά βράδυα ελεύθερα για άλλη δράσι της εκλογής σας. Αυτό είναι αλήθεια, η μεγάλη δε πλειονότης των ανθρώπων σε κάθε έθνος έχει να κάνη το ίδιο. Και όμως σ’ αυτούς και σε σας κηρύττεται το ένδοξο ευαγγέλιο του Χριστού, και έχετε την ίδια ευκαιρία ν’ ακούσετε, να πιστέψετε και να αινείτε τον Θεό για σωτηρία. Ο Θεός δεν κάνει λάθος με το να κατευθύνη να κηρυχθή το ευαγγέλιο σε σας και σε ομοίους ανθρώπους σε όλο τον κόσμο, διότι υπάρχουν άνθρωποι σε όλον τον κόσμο που θα αινέσουν τον Θεό και θα σωθούν. Ο Θεός γνωρίζει ότι έχετε βιοτικά προβλήματα που είναι κοινά σε όλους τους ανθρώπους και ότι πρέπει, με τον ιδρώτα του προσώπου σας, να αποσπάτε απ’ τη γη τα προς το ζην. Γνωρίζει, όμως, επίσης ότι έχετε αρκετόν καιρό να ακούσετε το άγγελμά του και να ενεργήσετε σύμφωνα με αυτό αποδίδοντας τον οφειλόμενο αίνο σ’ αυτόν· αλλιώς δεν θα ελάβαινε πρόνοια να κηρυχθή το ευαγγέλιο. Γι’ αυτό, σ’ εκείνους που έχουν ειλικρινή καρδιά στον πονηρό αυτόν κόσμο, δίνει μια καλή συμβουλή, δηλαδή: «Προσέχετε λοιπόν πώς να περιπατήτε ακριβώς· μη ως άσοφοι, αλλ’ ως σοφοί, εξαγοραζόμενοι τον καιρόν, διότι αι ημέραι είναι πονηραί. Δια τούτο μη γίνεσθε άφρονες, αλλά νοείτε τι είναι το θέλημα του Κυρίου.» (Εφεσίους 5:15-17) Είναι δυνατόν για σας να αφιερώσετε λίγον καιρό κάθε εβδομάδα για την εξέτασι του λόγου του Θεού όπως εφαρμόζεται στους καιρούς αυτούς· και είναι δυνατόν για σας να θέσετε κατά μέρος λίγον καιρό για την απόδοσι αίνου στον Θεό. Αλλά πρέπει να υπάρχη η επιθυμία από μέρους σας και η απόφασις να ακολουθήσετε, με τη χάρι του Θεού, την πορεία που αυτός επιδοκιμάζει.
8. Πώς επιβεβαιώνεται η πρακτική δυνατότης τούτου;
8 Η πρακτικότης αυτού του συμπεράσματος επιβεβαιώνεται από τα δεδομένα που έχομε για τους κεχρισμένους μάρτυρας του Ιεχωβά και το μεγάλο εκείνο πλήθος των ατόμων που αινούν τώρα μαζί τους τον Ιεχωβά Θεό σε όλη τη γη. Οι περισσότεροι από τους ανθρώπους αυτούς είναι ακριβώς σαν εσάς. Είναι εργάται εργοστασίων, γεωργοί, επιστήμονες, υπάλληλοι, πεπειραμένοι έμποροι, νοικοκυρές—πράγματι, προέρχονται από όλες τις κοινωνικές τάξεις. Πολλοί απ’ αυτούς έχουν να φροντίσουν για οικογένειες και εργάζονται για τον καθημερινό τους άρτο. Πρέπει να κάνουν μικροδουλειές νοικοκυριού· αρρωσταίνουν από καιρό σε καιρό· επιστρέφουν από τη δουλειά στο σπίτι αργά μερικές φορές· και πολύ συχνά είναι κουρασμένοι από τις μακρές ώρες της εργασίας που πρέπει να αποδώσουν για να εξασφαλίσουν μια λογικά άνετη ύπαρξι. Αγωνίζονται και αυτοί επίσης με όλα τα βιοτικά προβλήματα που πρέπει καθημερινά να αντιμετωπίσετε· και όμως μελετούν το λόγο του Θεού για να αποκτήσουν καλύτερη κατανόησι και αφιερώνουν λίγον καιρό για να ψάλουν τους αίνους του Ιεχωβά. Αποβλέπουν στη σωτηρία που έχει υποσχεθή ο Θεός, με τις αιώνιες ευλογίες της. Γι’ αυτό κατανοούν ότι δεν πρέπει να αφιερώνωνται όλες οι προσπάθειες ενός ανθρώπου για την εξασφάλισι ανέσεων σ’ αυτόν τον παρόντα πονηρό κόσμο, ούτε πρέπει να αγωνίζεται κανείς για ν’ αποθησαυρίση αγαθά ως μια προστασία για τις δυσμενείς περιστάσεις του μέλλοντος. Ενώ εργάζονται για τις καθημερινές ανάγκες της ζωής, κρατούν στο νου τα λόγια του Ιησού: «Μη θησαυρίζετε εις εαυτούς θησαυρούς επί της γης, όπου σκώληξ και σκωρία αφανίζει, και όπου κλέπται διατρυπούσι και κλέπτουσιν· αλλά θησαυρίζετε εις εαυτούς θησαυρούς εν ουρανώ, όπου ούτε σκώληξ ούτε σκωρία αφανίζει, και όπου κλέπται δεν διατρυπούσιν ούτε κλέπτουσιν.» (Ματθαίος 6:19, 20) Αυτοί αγωνίζονται να αποταμιεύσουν αυτούς τους θησαυρούς «παρά τω Θεώ» στον ουρανό, με το να τον αινούν εδώ στη γη, με τη βεβαιότητα ότι ο ουράνιος αυτός θησαυρός θα είναι διαθέσιμος σ’ αυτούς στο πλήρες μέτρον.
ΠΩΣ ΤΟ ΠΡΑΤΤΟΥΝ ΑΥΤΟ;
9. Πώς το έκαμαν αυτό στο 1949 όπως δείχνει το Βιβλίο του Έτους;
9 Πώς αινούν τον Θεό οι μάρτυρες του Ιεχωβά και οι σύντροφοί τους; Κηρύττοντας το ευαγγέλιο της Βασιλείας. Ανατρέχοντας στο Βιβλίο του Έτους 1950 βρίσκομε μια έκθεσι μεγάλης δραστηριότητος σε όλο τον κόσμο για την προσφορά αυτού του αίνου στον Θεό. Περισσότερα από 317.000 διάφορα άτομα αφιέρωσαν 53.700.000 ώρες περίπου στην υπηρεσία του κηρύγματος το 1949. Διεξήγαγαν πάνω από 167.000 εβδομαδιαίες Γραφικές μελέτες δωρεάν στα σπίτια των ανθρώπων, ψάλλοντας αίνους στον Θεό σ’ εκείνους που ήθελαν ν’ ακούσουν. Καθώς επήγαιναν από σπίτι σε σπίτι ενθαρρύνοντας τους ανθρώπους να δώσουν προσοχή στο άγγελμα του ευαγγελίου, άφησαν πάνω από 15.000.000 Γραφές, βιβλία και βιβλιάρια στα σπίτια του λαού, σε εικοσάδες γλωσσών. Επιπρόσθετα, πάνω από 13.000.000 αντίτυπα περιοδικών που περιείχαν τα «καλά νέα» διετέθησαν απ’ αυτούς σε άτομα που ήθελαν να μάθουν περισσότερα γι’ αυτόν τον ‘καιρόν του τέλους’, τον οποίον πρόκειται να επακολουθήση ένας νέος κόσμος δικαιοσύνης. Βρήκαν αναγκαίο να κάμουν διευθετήσεις για περισσότερες από 174.000 δημόσιες Γραφικές διαλέξεις στη διάρκεια του 1949 και διεφήμισαν ευρύτατα τις συγκεντρώσεις αυτές. Το ενδιαφέρον που εκδηλώθηκε από τους ανθρώπους που άκουσαν, ώθησε τους κήρυκας αυτούς να επανεπισκεφθούν κατοικίες πάνω από 15.800.000 φορές στη διάρκεια του έτους. Όλο αυτό το έργον έγινε σε 104 διάφορα έθνη, αποικίες, νησιά των θαλασσών και επικράτειες εθνών. Πώς το έκαμαν αυτό το έργον οι μάρτυρες του Ιεχωβά; ‘Διερχόμενοι πάσαν πόλιν και κώμην, κηρύττοντες και ευαγγελιζόμενοι την βασιλείαν του Θεού’, όπως έκανε και ο Ιησούς. Και, προσέξτε το, το περισσότερο απ’ αυτό το έργον έγινε από ανθρώπους που είχαν οικογένειες, εργασίες, και όλες τις άλλες ευθύνες που είναι κοινές σε όλους τους ανθρώπους. Αλλά αυτοί έθεσαν κατά μέρος ολίγον χρόνο κάθε εβδομάδα για τον αίνο του Θεού, προσπαθώντας να είναι «πλήρεις καρπών δικαιοσύνης, των δια του Ιησού Χριστού, εις δόξαν και έπαινον Θεού».—Φιλιππησίους 1:11.
10. Με ποια μέθοδο βοηθούν τους ανθρώπους να μελετήσουν; Υπό ποιους όρους;
10 Οι μάρτυρες του Ιεχωβά, που εργάζονται υπό την διεύθυνσι της Εταιρίας Σκοπιά, είναι παρασκευασμένοι για να βοηθήσουν στη μελέτη της Γραφής οποιοδήποτε άτομο που το ζητεί αυτό. Έχουν μια συστηματική και εύτακτη μέθοδο σπουδής σε Γραφικά ζητήματα, τέτοια που να μπορούν να την παρακολουθήσουν και οι επαγγελματικά απασχολημένοι άνδρες ή γυναίκες που πρέπει να εργάζωνται για τον καθημερινό τους άρτο. Αυτή η μέθοδος σπουδής βασίζεται στη διάθεσι για τον σκοπόν αυτόν μιας ώρας κάθε εβδομάδα, η οποία ώρα θα είναι της εκλογής σας. Στην ίδια την κατοικία σας μπορείτε να αποκτήσετε, σε χρονικό διάστημα λίγων μηνών, περισσότερη γνώσι της Γραφής και της εφαρμογής της στη σημερινή ημέρα, από ό,τι ωνειρευθήκατε ότι θα μπορούσατε να κατέχετε ποτέ σε όλο το διάστημα της ζωής σας. Τι σας στοιχίζει αυτό; Απολύτως τίποτε, εκτός από το χρόνο σας και τη μικρή προσπάθεια που καταβάλλετε. Ναι, οι μάρτυρες του Ιεχωβά, πολλοί από τους οποίους έμαθαν και αυτοί τις αλήθειες της Γραφής με τον ίδιο ακριβώς τρόπο, είναι πρόθυμοι να έλθουν στην κατοικία σας μια ώρα την εβδομάδα και να σας βοηθήσουν να κατανοήσετε τι λέγει η Γραφή και τι σημαίνει αυτό σήμερα· και δεν θα σας επιβαρύνουν ούτε κατ’ ελάχιστον γι’ αυτή την υπηρεσία Γραφικής μελέτης. Αυτό είναι σύμφωνο με την πρόσκλησι που ο ίδιος ο Θεός εξαποστέλλει στον καθένα: «Όστις ακούει, ας είπη, Ελθέ· και, Όστις διψά, ας έλθη· και όστις θέλει, ας λαμβάνη δωρεάν το ύδωρ της ζωής.» (Αποκάλυψις 22:17) Επιπλέον, όταν ο Ιησούς απέστειλε τους δώδεκα να κηρύττουν «Επλησίασεν η βασιλεία των ουρανών», τους υπενθύμισε ότι δεν είχαν πληρώσει τίποτε για την καλή αλήθεια που είχαν λάβει απ’ αυτόν. Είπε, λοιπόν, σ’ αυτούς, «Δωρεάν ελάβετε, δωρεάν δότε.» Αυτό φέρει αίνο στον Θεό γιατί είναι μια ανιδιοτελής αφοσίωσις στο να βοηθηθούν άλλοι να μάθουν γι’ Αυτόν.—Ματθαίος 10:7, 8.
11. Ποια γνώσις αποκτάται έτσι; Με ποια διευθέτησι μελέτης;
11 Χρησιμοποιώντας ένα βιβλίο σπουδής που το προμηθεύει η Εταιρία Σκοπιά, αναλαμβάνετε μια Γραφική μελέτη σύμφωνα με μια διευθέτησι κατά θέματα. Μέσα σε διάστημα ενός χρόνου θα έχετε εξετάσει πολλά ζητήματα. Θα έχετε μάθει ποιος είναι πραγματικά ο Ιεχωβά Θεός· γιατί έστειλε τον Υιό Του Ιησού Χριστό στη γη και τι έπραξε ο Ιησούς Χριστός· πώς ένα απειθές Χερούβ έγινε Σατανάς ή Διάβολος, πολέμιος του Θεού, και γιατί επιζητεί να καταβροχθίση όλους τους ανθρώπους. Ο Άδης, η «τριάς», η επάνοδος του Κυρίου, η ανάστασις, το τέλος του κόσμου, η ημέρα της κρίσεως, εικόνες, το σάββατον, η προσευχή, η Βασιλεία, η «νέα γη», η αφιέρωσις—όλα αυτά τα θέματα και πολλά άλλα θα εξετασθούν από σας σε διάστημα ενός έτους και θα εννοήσετε τι έχει να πη για όλα αυτά η Αγία Γραφή. Πόσα απ’ αυτά εμάθατε μέσω της θρησκείας σε πολλά χρόνια; Θα έχετε μια καλή βασική γνώσι του τι διδάσκει η Γραφή, και θα έχετε διαβάσει εσείς οι ίδιοι όλα τα Γραφικά εδάφια από τη Γραφή σας. Κανείς δεν θα σας έχη εξαπατήσει με επιτηδείως επινοημένους μύθους, αλλά θα έχετε ορθοτομήσει τον λόγον της αληθείας. Η όλη σας άποψις για τις συνθήκες του κόσμου θα αλλάξη και θα έχετε νέα ελπίδα, διότι τώρα ο Θεός σάς απεκάλυψε μέσω του λόγου Του την αιτία των θλίψεων της σημερινής εποχής. Αλλά δεν θα είσθε ικανοποιημένοι να σταματήσετε εδώ, διότι θα θέλετε να εξακολουθήσετε να αυξάνετε σε γνώσι και κατανόησι. Θα ενωθήτε με τον ψαλμωδό στην προσευχή του προς τον Θεό, λέγοντας: «Κάμε με να εννοώ την οδόν των εντολών σου, και θέλω μελετά εις τα θαυμάσιά σου.»—Ψαλμός 119:27.
12. Πώς μας επηρεάζει η γνώσις αυτή που αποκτήσαμε και εκτιμήσαμε;
12 Θα βρήτε ότι δεν μπορείτε να αναχαιτισθήτε από το να πήτε στους άλλους τα καλά νέα που εμάθατε. Αυτά γεμίζουν την καρδιά σας και καίουν μέσα σας και απολαμβάνετε μεγάλη χαρά λέγοντας την αλήθεια στους φίλους και τους πλησίον σας. Αληθινά, «μακάριον είναι να δίδη τις μάλλον παρά να λαμβάνη, και γι’ αυτό θα θέλετε να ακολουθήσετε το παράδειγμα του Ιησού Χριστού, κηρύττοντας δημοσίως ότι «η βασιλεία είναι πλησίον». Ακόμη και μ’ εκείνο που νομίζετε ότι είναι γνώσις σας περιωρισμένη, θα αισθάνεσθε σαν τον προφήτη Ησαΐα, ο οποίος έλεγε: «Κύριος ο Θεός έδωκεν εις εμέ γλώσσαν προς διδασκαλίαν.» (Ησαΐας 50:4, Μία Αμερ. Μετ.) Θα θέλετε να διδάξετε άλλους για να μπορούν και αυτοί επίσης να αινούν τον Θεό. Ο προφήτης Ζαχαρίας προεγνώρισε τι εσείς και άλλοι σαν κι εσάς θα εκάνατε σ’ αυτές τις έσχατες ημέρες, και διεκήρυξε: «Ούτοι είναι οι λόγοι, τους οποίους θέλετε κάμει· Λαλείτε έκαστος την αλήθειαν προς τον πλησίον αυτού.» (Ζαχαρίας 8:16) Και θα το κάνετε αυτό, γνωρίζοντας ασφαλώς ότι αυτός είναι ο επιδοκιμασμένος τρόπος να αινείτε τον Θεό και ότι έχετε την εύνοιά του και την ευλογία του. Εκπληρώνετε τώρα δραστήρια τον πρωταρχικό σκοπό της Χριστιανοσύνης, ο οποίος είναι το να δίνετε μαρτυρία υπέρ του Ιεχωβά και της βασιλείας του δια Ιησού του Μεσσίου. Με τη νέα όρασι του Θεού και της βασιλείας του δια του Χριστού που αποκτήσατε, «θέλει χαρή η καρδία σας, και την χαράν σας ουδείς αφαιρεί από σας.»—Ιωάννης 16:22.
ΜΕ ΒΟΗΘΗΤΙΚΟ ΣΥΝΔΕΣΜΟ
13. Γιατί μας βαρύνει η ευθύνη να είμεθα ενωμένοι;
13 Υπάρχουν και άλλες ευθύνες που βαρύνουν εκείνους οι οποίοι αναλαμβάνουν τον αίνο του ονόματος του Θεού. Ατομικώς, ο καθένας έχει την υποχρέωσι απέναντι του Θεού να χρησιμοποιή τη γλώσσα του στο να ψάλλη τους αίνους του Θεού στους άλλους. Αλλά, επειδή τώρα αποτελεί μέρος της οικογενείας του «εκλεκτού λαού» του Θεού, στον οποίον ο Ιεχωβά χορηγεί το πνεύμα του και την ευλογία του καθώς αποδίδει πιστή υπηρεσία σ’ Αυτόν, ο νέος διαγγελεύς της Βασιλείας δεν πρέπει να κρατή τον εαυτό του χωριστά από τους άλλους που λατρεύουν όμοια τον Θεό. Στις ημέρες του Ιησού Χριστού και των αποστόλων η αλήθεια εξαπλώθηκε σε μια ευρεία έκτασι του τότε γνωστού κόσμου, και αυτό ήταν αποτέλεσμα του κηρύγματός των. Πολλοί άνθρωποι άκουσαν, απεδέχθησαν την αλήθεια, εξήσκησαν πίστι και άρχισαν να ενώνωνται στο να προσφέρουν αίνο στον Θεό, ακριβώς όπως κάνουν και σήμερα. Επειδή οι πιστοί εκείνοι βρίσκονταν σ’ ένα κόσμο γενικά εχθρικόν απέναντι της αληθείας που διακρατούσαν, λόγω της κοινής των πεποιθήσεως και πίστεως, ελκύσθηκαν, φυσικά, μαζί. Έτσι βρίσκομε ότι οι πρώτοι Χριστιανοί ήταν ενωμένοι σε συναθροίσεις ή ομάδες, που η Γραφή τις ονομάζει ‘εκκλησίες’.—Αποκάλυψις 1:4· 1 Κορινθίους 16:1.
14. Πώς φανερώθηκε αυτή η ανάγκη να ενωθούν στην πρώτη εκκλησία;
14 Η Γραφική μαρτυρία φανερώνει ότι οι πρώτοι υμνηταί του Θεού ήταν ενωμένοι μαζί σ’ αυτές τις ‘εκκλησίες’ ή ομίλους, οι δε ‘εκκλησίες’ ήταν σε επαφή με την έδρα της αποστολικής εξουσίας στην Ιερουσαλήμ, όπου υπήρχαν πολλοί από τους αποστόλους και τους πρεσβυτέρους αδελφούς. Με όμοιο τρόπο, όλοι οι μάρτυρες του Ιεχωβά σε όλο τον κόσμο σήμερα έχουν επαφή με την κεντρική έδρα της εξουσίας μέσω της ενώσεώς των με τις τοπικές συναθροίσεις. Αυτή η συνένωσις είναι πολύ ευεργετική στο άτομο και έχει την ευλογία του Θεού, διότι διαβάζομε σχετικά με τη διακονία του Παύλου και του Τιμοθέου: «Ως δε διήρχοντο τας πόλεις, παρέδιδον εις αυτούς διαταγάς να φυλάττωσι τα δόγματα τα εγκεκριμένα υπό των αποστόλων και των πρεσβυτέρων των εν Ιερουσαλήμ. Αι μεν λοιπόν εκκλησίαι εστερεούντο εις την πίστιν, και ηυξάνοντο τον αριθμόν καθ’ ημέραν.» (Πράξεις 16:4, 5) Επιπλέον, ο Θεός εθεώρησε φρόνιμο να απευθύνωνται ολόκληρες επιστολές των Ελληνικών Γραφών σε διάφορες εκκλησίες ή συναθροίσεις, που παρείχαν διδασκαλία, νουθεσία και διόρθωσι σ’ ολόκληρη την ομάδα των λάτρεων του Θεού. Έτσι οι συναθροίσεις ελάμβαναν την ενθάρρυνσι και βοήθεια που η έδρα του αποστολικού σώματος της εξουσίας μπορούσε να προμηθεύση, και αυτό τις ενίσχυε στην πίστι και τις βοηθούσε να επιτύχουν μια αύξησι μεταξύ των ηνωμένων υμνητών.
15. Γιατί δεν μπορούμε να παραμελήσωμε τη συνένωσί μας αυτή;
15 Εκείνο που ήταν αληθινό στις ημέρες των αποστόλων είναι πιο αληθινό σήμερα καθώς βλέπομε την ημέρα της θλίψεως του Αρμαγεδδώνος να πλησιάζη γοργά. Κανείς σήμερα που θέλει να υπηρετήση ευπρόσδεκτα τον Θεό δεν μπορεί να αγνοή την εντολή που δίδεται εις Εβραίους 10:25: «Μη αφίνοντες το να συνερχώμεθα ομού, καθώς είναι συνήθεια εις τινας, αλλά προτρέποντες αλλήλους· και τοσούτω μάλλον, όσον βλέπετε πλησιάζουσαν την ημέραν.» Ευαρεστεί τον Θεό το να συναθροιζώμεθα μαζί για ενωμένη σπουδή του λόγου Του και για συνδυασμένη δράσι στην υπηρεσία του αγρού, η ευλογία του δε γίνεται αντιληπτή από τη μεγάλη αύξησι του αριθμού των ατόμων που τον αινούν σε κάθε έθνος. Δεν μπορούμε να μένωμε μακριά από τις συναθροίσεις των μαρτύρων του Ιεχωβά, όπου οι αδελφοί μας λαμβάνουν διδασκαλία και σχεδιάζουν τον ωργανωμένο τους αίνο. Η εύνοια του Θεού είναι σαφής επάνω στην ομαδική δράσι και τις διευθετήσεις για την εβδομαδιαία μελέτη της Σκοπιάς, τη συνάθροισι της υπηρεσίας και τα μαθήματα Θεοκρατικής διακονίας, που διεξάγονται στις τοπικές Αίθουσες Βασιλείας των μαρτύρων του Ιεχωβά παντού σε όλη τη γη. Ο καθένας έχει την ευθύνη να παρέχη τη συμβολή του σ’ αυτές τις συγκεντρώσεις για το γενικό καλό της συναθροίσεως και για τη δική του πνευματική ευεξία. Το να παραμελούμε όλες αυτές τις τόσο επωφελείς για μας συναθροίσεις του λαού του Θεού, δείχνει έλλειψι εκτιμήσεως της διευθετήσεως του Θεού για να μας βοηθήση να διατηρήσωμε τον αίνο μας σ’ αυτόν και να μας εξασφαλίση έτσι τη σωτηρία. Μια τέτοια παραμέλησις μπορεί να οδηγήση σε χειρότερες παραβάσεις από μέρους μας και μπορούμε τελικά να πέσωμε από τις τάξεις των υμνητών.
16. Πώς πρέπει να φέρωμε την ευθύνη μας; Παραβάλλοντας τον εαυτό μας με ποιον;
16 Καθώς συνεργαζόμεθα με μια συνάθροισι, συμβάλλοντας στην εκτέλεσι του έργου της διακηρύξεως στον αγρό, «έκαστος το εαυτού φορτίον θέλει βαστάσει.» (Γαλάτας 6:5) Δηλαδή, κάθε διαγγελεύς του αγγέλματος της Βασιλείας είναι απευθείας υπεύθυνος στον Μεγάλο Κριτή για το έργο που κάνει ή δεν κάνει μέσα στη συνάθροισι και σε συνεργασία μ’ αυτή. Ο Θεός απαιτεί μια ‘λογική λατρεία’ αίνου από τον καθένα, την οποία το άτομο οφείλει να αποδώση σύμφωνα μ’ ένα κατάλληλο πρόγραμμα. Αν, με τη χάρι του Θεού, το άτομο αυτό μπορεί να κάνη πολλά στην υπηρεσία της Βασιλείας, δεν θα συγκρίνη το δελτίο του με το δελτίο ενός άλλου ατόμου που μπορεί ίσως να κάνη λιγώτερα, και δεν θα θεωρήση την περίπτωσι αυτή ως μια ευκαιρία για να καυχηθή μεταξύ των αδελφών. Θα κατανοήση το «έκαστος ας εξετάζη το εαυτού έργον, και τότε εις εαυτόν μόνον θέλει έχει το καύχημα και ουχί εις τον άλλον.» (Γαλάτας 6:4) Αν πρέπει να συγκρίνετε τον εαυτό σας με άλλους, λάβετε τον Ιησούν ως μέτρον σας και ιδέτε πόσο συμμορφώνεσθε με το παράδειγμά του. Αυτό θα εξαλείψη κάθε πνεύμα συναγωνισμού από τη συνάθροισι και τη συναφή αίσθησι αθυμίας, κατωτερότητος και αποθαρρύνσεως που τείνει να παραχθή σ’ εκείνους οι οποίοι, για τον ένα ή τον άλλο λόγο, μπορούν να προσφέρουν λιγώτερη υπηρεσία από άλλους. Για να ικανοποιηθήτε πραγματικά από την υπηρεσία σας, πρέπει να ακολουθήσετε την πνευματική νουθεσία που έδωσε ο Παύλος στους Κολοσσαείς, δηλαδή: «Παν ό,τι αν πράττητε, εκ ψυχής εργάζεσθε, ως εις τον Κύριον, και ουχί εις ανθρώπους· εξεύροντες ότι από του Κυρίου θέλετε λάβει την ανταπόδοσιν της κληρονομίας. . . . Όστις όμως αδικεί, θέλει λάβει την αμοιβήν της αδικίας αυτού.»—Κολοσσαείς 3:23-25· 1 Κορινθίους 10:31.
17. Πώς μπορούμε να βαστάζωμε τα βάρη αλλήλων και τα βάρη των αδυνάτων;
17 Ενώ ο καθένας πρέπει να βαστάση το δικό του φορτίο ενώπιον του Θεού, έχει συγχρόνως μια ευθύνη απέναντι των άλλων μελών της συναθροίσεως που έχουν την ίδια πίστι και που αγωνίζονται επίσης να αινούν τον Θεό. Ο Παύλος το φανερώνει αυτό όταν λέγει: «Αλλήλων τα βάρη βαστάζετε, και ούτως εκπληρώσατε τον νόμον του Χριστού.» Αυτό δείχνει ότι, καθώς εμείς οι ίδιοι αινούμε τον Θεό, δεν μπορούμε να λησμονούμε εκείνους που είναι ενωμένοι μαζί μας στο να αγωνίζωνται τον αγώνα δρόμου της πίστεως. Αν έχομε πρώτα στο νου τη διεκδίκησι του ονόματος του Ιεχωβά και της παγκοσμίου κυριαρχίας του, θα εκτιμήσουμε έπειτα ότι η πιστή, συνεχής υπηρεσία των συνεργατών μας θα συμβάλη τόσο στην τιμή του ονόματος του Ιεχωβά όσο και η δική μας ομολογία αίνου. Αντίθετα, η αποτυχία οποιουδήποτε θα επιφέρη όνειδος στην υπόθεσι του Θεού. Αν, λοιπόν, είμεθα ισχυροί εν Κυρίω και εν τω κράτει της ισχύος αυτού, και βαστάζομε καλά τα δικά μας βάρη, είμεθα δε ίσως και σε καλύτερη κατάστασι από υλική άποψι για να το πράξωμε αυτό, πρέπει να εκπληρώσωμε μια υποχρέωσι προς εκείνους οι οποίοι μπορεί υπό δυσκολώτερες περιστάσεις να συνεχίζουν μαζί μας την υπηρεσία του Θεού. Επειδή είμεθα ισχυροί, δεν μπορούμε να γίνωμε ανυπόμονοι μ’ εκείνους που είναι αδύνατοι μεταξύ μας, ούτε μπορούμε να τους παραμερίσωμε ως μικρής σπουδαιότητος στη διάταξι του Θεού. Αν το πράττομε αυτό, τότε ενεργούμε εσκεμμένως αντίθετα προς τη διδασκαλία του Κυρίου που εδόθηκε μέσω του αποστόλου Παύλου. Αυτός λέγει: «Οφείλομεν δε ημείς οι δυνατοί να βαστάζωμεν τα ασθενήματα των αδυνάτων, και να μη αρέσκωμεν εις εαυτούς· αλλ’ έκαστος ημών ας αρέσκη εις τον πλησίον δια το καλόν προς οικοδομήν. Επειδή και ο Χριστός δεν ήρεσεν εις εαυτόν, αλλά καθώς είναι γεγραμμένον, “Οι ονειδισμοί των ονειδιζόντων σε επέπεσον επ’ εμέ.” Διότι όσα προεγράφησαν, δια την διδασκαλίαν ημών προεγράφησαν.»—Ρωμαίους 15:1-4.
ΔΙΕΥΚΟΛΥΝΣΙΣ ΤΟΥ ΚΟΙΝΟΥ ΜΑΣ ΑΙΝΟΥ
18. Από ποιο πνεύμα πρέπει να οδηγούμεθα στην επικοινωνία μας; Πώς;
18 Αυτό σημαίνει, πραγματικά, ότι στη συνένωσί μας ως ενός ομίλου του λαού του Θεού δεν πρέπει να κυβερνώμεθα από τους κανόνας ή το πνεύμα που κυβερνούν εκείνους που είναι έξω από την πίστι, στον κόσμο. Ο κόσμος ενεργεί επάνω στην αρχή της ιδιοτελείας, και ένας άνθρωπος επευφημείται για τα κατορθώματά του αδιάφορο ποιον βλάπτει ή αδικεί στην πορεία του. «Επιβίωσις του ικανωτέρου» είναι το απόφθεγμα του πονηρού αυτού κόσμου, και έτσι οι άνθρωποι του κόσμου, μέσα στον αγώνα τους να φθάσουν στην κορυφή, δαγκώνουν και κατατρώγουν ο ένας τον άλλον, φιλονεικούν και μάχονται, παραδίδονται σε διαπληκτισμούς και πικρούς ανταγωνισμούς. Συχνά αξιούν ότι εφαρμόζουν το «ο σκοπός αγιάζει τα μέσα» και καταπατούν σαν οδοστρωτήρας κάθε τι που είναι στο δρόμο τους. Δεν συμβαίνει, όμως, αυτό μεταξύ του λαού του Θεού, διότι αυτοί που τον αποτελούν γνωρίζουν ότι όσοι κάνουν τέτοια πράγματα δεν θα κληρονομήσουν τη βασιλεία του Θεού. (Γαλάτας 5:21) Όσοι ζητούν να αινούν τον Ιεχωβά πρέπει οδηγούνται από το πνεύμα του Θεού. «Λέγω λοιπόν Περιπατείτε κατά το Πνεύμα, και δεν θέλετε εκπληροί την επιθυμίαν της σαρκός. Διότι η σαρξ επιθυμεί εναντία του Πνεύματος, το δε Πνεύμα εναντία της σαρκός· ταύτα δε αντίκεινται προς άλληλα ώστε εκείνα τα οποία θέλετε, να μη πράττητε.» (Γαλάτας 5:16, 17) Οι δούλοι του Θεού, που οδηγούνται από το πνεύμα Του, στην επικοινωνία που έχουν μεταξύ τους πρέπει να περιπατούν κατά το πνεύμα και να παράγουν τους καρπούς του πνεύματος. «Ο δε καρπός του Πνεύματος είναι αγάπη, χαρά, ειρήνη, μακροθυμία, χρηστότης, αγαθωσύνη, πίστις, πραότης, εγκράτεια· κατά των τοιούτων δεν υπάρχει νόμος.» (Γαλάτας 5:22, 23) Δεν υπάρχει νόμος που να εμποδίζη ένα Χριστιανό να παράγη με αφθονία τέτοιους καλούς καρπούς του πνεύματος, όταν δε το κάνει αυτό, γίνεται ευλογία σ’ εκείνους με τους οποίους επικοινωνεί. Αυτό σημαίνει ότι δεν θα ενεργούμε ανήθικα, δεν θα ‘μεθυσκώμεθα με οίνον’, δεν θα παραδιδώμεθα υπερβολικά σε τέρψεις καθώς κάνει γενικά ο κόσμος, αλλά με σοβαρότητα θα δίνωμε πρώτα προσοχή στα πνευματικά πράγματα.
19. Γιατί δεν πρέπει να είμεθα εύθικτοι, ευαίσθητοι, ταχείς στο να ανταποδίδωμε τα ίσα;
19 Ακολουθώντας την κατεύθυνσι του πνεύματος του Θεού, δεν θα συμπεριφερώμεθα στην ομάδα του λαού του Θεού με μια προκλητική διάθεσι. Δεν είναι καλό να είμεθα τόσο εύθικτοι και ευαίσθητοι ώστε να θεωρούμε κάθε παρατήρησι ή έκφρασι σαν μια επίθεσι εναντίον του ατόμου μας και να προσπαθούμε να ανταποδώσωμε τα όμοια. Δεν πρέπει να επιτρέπωμε να δημιουργείται προκατάληψις μέσα μας εναντίον άλλου αδελφού ή αδελφής στην οργάνωσι της ομάδος, έτσι ώστε να μην μπορούμε να μιλήσωμε στην αδελφή ή ν’ ακούσωμε τον αδελφό να μιλή χωρίς να αισθανθούμε αντιπάθεια ως το βαθμό να κλείσωμε το νου μας στα καλά πράγματα από το λόγο του Θεού που μπορεί αυτός να μεταδίδη στη συνάθροισι σχετικά με την κοινή μας υπηρεσία. Αυτό θα έχη μια τάσι να παροξύνη τη διανοητική μας διάθεσι και να διαστρέψη τις σκέψεις μας, η διανοητική δε διαταραχή που θα προκύψη δεν θα μας επιτρέψη να ωφεληθούμε από την παρακολούθησι των συναθροίσεων. Αντί να προσηλώνωμε το νου μας στα σπουδαία πράγματα της υπηρεσίας του Θεού, λησμονούμε την ενωμένη υπηρεσία χάριν προσωπικών ιδιοτελών τάσεων. Υπάρχει επίσης κίνδυνος η διάθεσις αυτή να εξαπλωθή σαν καρκίνωμα στα άλλα μέλη της συναθροίσεως και έτσι να επιφέρη πνευματική βλάβη σε περισσοτέρους και όχι μόνο σ’ εμάς τους ίδιους. Πρέπει να αγωνιζώμεθα να αντιδρούμε σε τέτοιες ελαττωματικές τάσεις με το να εξασκούμε αγάπη και μακροθυμία.
20. Γιατί δεν πρέπει να χαιρεκακούμε αλλά να προσπαθούμε να βοηθήσωμε εκείνους που έπεσαν σε αμάρτημα;
20 Όταν οδηγούμεθα από το πνεύμα του Θεού, ποτέ δεν θα γίνουμε υπερήφανοι, υψηλόφρονες και αλαζόνες, νομίζοντας πως έχομε προοδεύσει ως το σημείο που είναι αδύνατο για μας να διαπράξωμε παράπτωμα ή να υπερνικηθούμε από τον εχθρό. «Ο νομίζων ότι ίσταται, ας βλέπη μη πέση.» (1 Κορινθίους 10:12) Κατανοώντας ότι είμεθα όλοι υποκείμενοι σε πειρασμό, δεν θα αισθανώμεθα κάποια ενδόμυχη ικανοποίησι για ένα αμάρτημα ενός άλλου αδελφού της συναθροίσεώς μας. Έχοντας αγάπη, αγαθότητα και αυτοέλεγχο, θα είμεθα ανυπόμονοι να βοηθήσωμε τον αδελφόν αυτόν για να βγη από την ατυχή κατάστασί του. Δεν θα αυξήσωμε το φορτίο του πηγαίνοντας σε άλλους της συναθροίσεώς μας και ψιθυρίζοντας σ’ αυτούς ποιες ακριβώς είναι οι δυσκολίες του και πού έσφαλε· δεν θα το κάνωμε αυτό αν τον αγαπούμε και θέλομε να τον βοηθήσωμε ως ένα από τα «πρόβατα» του Θεού. Θα προσπαθήσωμε να φαντασθούμε τον εαυτό μας στην ίδια θέσι και έπειτα θα ενεργήσωμε προς αυτόν όπως θα θέλαμε να μας συμπεριφερθούν αν εκάναμε το ίδιο λάθος. Αυτή είναι η ουσία της συμβουλής του αποστόλου εις Γαλάτας 6:1: «Και εάν άνθρωπος απερισκέπτως πέση εις κανέν αμάρτημα, σεις οι πνευματικοί διορθόνετε τον τοιούτον με πνεύμα πραότητος· προσεχών σεαυτόν, μη και συ πειρασθής.»
21. Πώς αποφεύγομε να διαταράξωμε μια ομάδα για προσωπικά αδικήματα;
21 Υποθέστε ότι ένας αδελφός διαπράττει μια οποιαδήποτε αδικία εναντίον μας, ίσως χωρίς να το υποψιάζεται. Τι θα κάνωμε; Θα γίνωμε μνησίκακοι και θα είμεθα ανένδοτοι σ’ αυτή τη στάσι μας, περιμένοντας να έλθη ηττημένος και μετανοημένος στα πόδια μας; Θα επιμείνωμε για μια δημοσία απολογία προτού προσπαθήσωμε να κινηθούμε κάπως για συμφιλίωσι; Όχι· μπορούμε να πάμε σ’ αυτόν και να τακτοποιήσωμε ιδιαιτέρως το ζήτημα, αποφεύγοντας τη δημοσιότητα που θα μπορούσε να τον φέρη σε αμηχανία. Μ’ ένα πνεύμα πραότητος θα τον πλησιάσωμε με τον τρόπο που υπέδειξε ο Ιησούς, προσπαθώντας να τακτοποιήσωμε το ζήτημα με όσο το δυνατόν λιγώτερη διαταραχή. Αν δεν μας ακούει, τότε μπορούμε να φέρωμε την υπόθεσι ενώπιον των αντιπροσωπευτικών μελών της συναθροίσεως έτσι ώστε να μπορέσουν, ήσυχα και με πνεύμα πραότητος, να συμβουλεύσουν εκείνον που μας αδίκησε. (Ματθαίος 18:15-17) Δεν πρέπει ν’ αφήσωμε να ξεφύγη από το νου μας το γενικό καλό και η ευημερία της συναθροίσεως, όταν δε καταβάλλομε προσπάθειες για τη διευθέτησι οποιασδήποτε διενέξεως, πρέπει να έχωμε πρώτα στο νου την ειρήνη και την ενότητα της ομάδος, ώστε να μην παρεμποδίζεται η υπηρεσία του αίνου του Θεού. Μ’ αυτό τον τρόπο προσπαθούμε να προστατεύσωμε την οργάνωσι του Θεού, και συγχρόνως να προασπίσουμε εκείνους που είναι αδελφοί μας, και όχι απλώς να κηρύττωμε στους άλλους που είναι έξω από τη συνάθροισι για να φέρωμε νέους στην ποίμνη του Θεού. Όλα αυτά επιθέτουν ένα βάρος επάνω μας, αλλά πρέπει να το βαστάζωμε πρόθυμα για να βοηθήσωμε άλλους να φέρουν το φορτίο τους.
22. Γιατί πρέπει να είμεθα ελεήμονες και συγχρόνως να μην κάνωμε κατάχρησι του ελέους των άλλων:
22 Πρέπει να ενθυμούμεθα ότι ο Ιησούς δεν εφείσθηκε τον εαυτό του, αλλά ‘κατέθεσε την ζωή του υπέρ των φίλων του’. Ασφαλώς εβάδιζε σύμφωνα με το πνεύμα του Θεού όταν ανέλαβε ανιδιοτελώς επάνω του το μεγάλο βάρος της αμαρτίας μας, ενώ συγχρόνως υπέφερε τους ονειδισμούς που έπιπταν επάνω στον Θεό. Αντανακλούσε προς όφελός μας το μεγάλο έλεος που εξασκεί ο ίδιος ο Θεός, και έτσι αινούσε τον Ιεχωβά Θεό. Πρέπει να είμεθα πρόθυμοι να εκδηλώσωμε το ίδιο έλεος στους αδελφούς μας που διαπράττουν σφάλματα και κάνουν λάθη. Μη λησμονείτε τον θείο νόμο: «Μακάριοι οι ελεήμονες· διότι αυτοί θέλουσιν ελεηθή.» (Ματθαίος 5:7) Θα κάνωμε λάθη κι εμείς επίσης σήμερα ή αύριο, και θα χρειαζώμεθα συγχώρησι και αποκατάστασι «εν πνεύματι πραότητος». Αλλά πρέπει πάντοτε να προσπαθούμε να δείξωμε βελτίωσι, αλλιώς γίνεται σπατάλη επάνω μας αυτού του ελέους.
23. Γιατί πρέπει να αινούμε τον Θεό κατά το διάλειμμα αυτό πριν από τον Αρμαγεδδώνα;
23 Σήμερα όλοι εμείς που ακούσαμε την αλήθεια, με το έλεος και τη στοργική αγαθότητα του Θεού, πρέπει να έχωμε σταθερή εκτίμησι του γενονότος ότι ο Ιεχωβά επιτρέπει το σύντομο αυτό χρονικό διάλειμμα μεταξύ της ενθρονίσεως του Βασιλέως του και της βιαίας εκρήξεως του Αρμαγεδδώνος, για να κηρυχθή «τούτο το ευαγγέλιον της βασιλείας». Επέρασαν ήδη τριάντα τρία χρόνια και η ευκαιρία να αινούμε τον Θεό γίνεται πιο μικρή καθώς το ένα έτος διαδέχεται το άλλο. Επειγόντως μας έρχεται η προσταγή με αυξανόμενη δύναμι: «Αινείτε τον Ιεχωβά. Αινείτε τον Θεόν εν τω αγιαστηρίω αυτού· αινείτε αυτόν εν τω στερεώματι της δυνάμεως αυτού. Αινείτε αυτόν δια τας κραταιάς πράξεις αυτού· αινείτε αυτόν κατά το πλήθος της μεγαλωσύνης αυτού . . . . Παν ό,τι έχει πνοήν ας αινή τον Ιεχωβά. Αινείτε τον Ιεχωβά.» (Ψαλμός 150:1-6, Α.Σ.Μ.) Αυτό δεν είναι τοπική πρόσκλησις να αποδοθή αίνος στον Θεό· είναι μια παγκόσμια έκκλησις προς όλη τη κτίσι να ενωθή στο να ψάλλη τους αίνους του Ιεχωβά. Όλοι όσοι γνωρίζουν τον Ιεχωβά πρέπει να τον αινούν τώρα, έτσι ώστε να χορηγηθή στον μέγιστο βαθμό η ευκαιρία σε άλλους καλής θελήσεως ανθρώπους να μάθουν γι’ αυτόν και να ενωθούν στον αίνο. Κάθε διαθέσιμο όργανο πρέπει να εισαχθή στην υπηρεσία για να μεγαλύνη τις αρετές του Ιεχωβά. Κανείς δεν πρέπει να παραιτηθή από το προνόμιό του να ενωθή στον χορό του «Αλληλούια», διότι τα μόνα πλάσματα που θα επιζήσουν σε όλη την αιωνιότητα θα είναι εκείνα που αποδίδουν ακατάπαυτο αίνο στον Ιεχωβά σ’ αυτή την «ημέρα του Ιεχωβά» και για πάντα πέρα από το τρομερό αποκορύφωμά της.