Παραδείγματα Αναγνωρίσεως της Οργανώσεως
1. Ποιο Γραφικό παράδειγμα έχομε αναγνωρίσεως της οργανώσεως από ένα ιεραπόστολο, και ποια ήταν η έκβασις τούτου;
ΠΑΡΑΤΗΡΗΣΤΕ μερικά καλά παραδείγματα καταλλήλου αναγνωρίσεως της θεοκρατικής οργανώσεως και του κυβερνώντος σώματος της. Όχι πολύν καιρό μετά την οργάνωσι της Χριστιανικής εκκλησίας στην Ιερουσαλήμ λυσσώδης διωγμός από μέρους των Ιουδαίων θρησκευομένων διεσκόρπισε την εκκλησία από την πόλι, εκτός από τους αποστόλους, οι οποίοι παρέμειναν ως το κυβερνών σώμα. Ο Φίλιππος ο ευαγγελιστής ή ιεραπόστολος έφερε το κήρυγμα του ευαγγελίου προς βορράν στη Σαμάρεια και επέτυχε να ιδρύση μια εκκλησία στην πόλι, της οποίας τα μέλη εβάπτισε. Ένα σπουδαίο πράγμα έλειπε από την εκκλησία: το άγιο πνεύμα με τα θαυματουργικά του χαρίσματα. Ο Φίλιππος ήθελε να τα λάβη αυτά η εκκλησία των εντοπίων μαρτύρων. Αναγνωρίζοντας τη θεοκρατική οργάνωσι και γνωρίζοντας ότι τα θαυματουργικά χαρίσματα του πνεύματος μπορούσαν να μεταδοθούν μόνο από τους αποστόλους του Αρνίου ή με την άμεση παρουσία τους, ο Φίλιππος έστειλε μήνυμα στην Ιερουσαλήμ. Αυτή ήταν μια ανιδιοτελής, νομοταγής αναγνώρισις της θεοκρατικής οργανώσεως από έναν ευαγγελιστή ή ιεραπόστολο. Ποια ήταν η έκβασις; Το αποστολικό κυβερνών σώμα έστειλε τους αποστόλους Πέτρο και Ιωάννη. Τότε έγινε η μετάδοσις του πνεύματος και των χαρισμάτων του στους βαπτισμένους πιστούς στη Σαμάρεια. Καθώς είναι γραμμένο: «Οίτινες καταβάντες προσηυχήθησαν περί αυτών, δια να λάβωσι πνεύμα άγιον. Διότι δεν είχε έτι επιπέσει επ’ ουδένα εξ αυτών, αλλά μόνον ήσαν βαπτισμένοι εις το όνομα του Κυρίου Ιησού. Τότε επέθετον τας χείρας επ’ αυτούς, και ελάμβανον πνεύμα άγιον. . . . δια επιθέσεως των χειρών των αποστόλων εδίδετο το πνεύμα το άγιον.»—Πράξ. 20:1-19, ΜΝΚ.
2. Πώς έγινε μια αναγνώρισις της οργανώσεως στην περίπτωσι του Παύλου και του Βαρνάβα, και ποια αποτελέσματα ακολούθησαν;
2 Αργότερα ο Βαρνάβας και ο Παύλος, ως ιεραπόστολοι στα απερίτμητα έθνη, διεταράχθησαν πολύ από το ζήτημα της περιτομής και των Εθνικών. Και οι δύο είχαν την ορθή κατανόησι του ζητήματος, αλλά όταν προέκυψε διαφωνία στην εκκλησία της Αντιοχείας, «ενέκριναν να αναβή ο Παύλος και ο Βαρνάβας και τινες άλλοι εξ αυτών προς τους αποστόλους και πρεσβυτέρους εις Ιερουσαλήμ περί του ζητήματος τούτου.» (Πράξ. 15:1, 2) Πάλιν η αναγνώρισις αυτή της θεοκρατικής οργανώσεως έφερε αποτελέσματα. Μια ειδική συνάθροισις του κυβερνώντος σώματος συνεκλήθη στην Ιερουσαλήμ το ζήτημα εξετέθη πλήρως, ο Ιάκωβος εχρησιμοποιήθη ως στόμα του Θεού για να επιστήση την προσοχή στην εκπλήρωσι της Γραφής και να εκθέση το ορθό συμπέρασμα που έπρεπε να συναχθή όσον αφορά τους απεριτμήτους Εθνικούς πιστούς, το κυβερνών σώμα υποστηριζόμενο από το άγιο πνεύμα έγραψε μια επιστολή που εξέθετε τις βασικές απαιτήσεις για τους πιστούς αυτούς, και ο Παύλος και ο Βαρνάβας ανεχώρησαν από την Ιερουσαλήμ με την επιστολή. Η επιστολή αυτή ανεγνώσθη σε πολλές πόλεις όπου το θέμα είχε τεθή προς συζήτησιν. Καθώς ο Παύλος και ο σύντροφος του εταξίδευαν διερχόμενοι τις πόλεις που είχαν πιστούς, «παρέδιδον εις αυτούς διαταγάς να φυλάττωσι τα δόγματα τα εγκεκριμένα υπό των αποστόλων και των πρεσβυτέρων των εν Ιερουσαλήμ.» Το αποτέλεσμα τούτου ήταν ότι, αντί οι εκκλησίες να εξακολουθήσουν να είναι ταλαντευόμενες και διηρημένες στη γνώμη, «εστερεούντο εις την πίστιν, και ηυξάνοντο τον αριθμόν καθ’ ημέραν». (Πράξ. 15:3 έως 16:5) Η αναγνώρισις της θεοκρατικής οργανώσεως είναι ενοποιητική, ενισχυτική και προκαλεί αύξησι.
3. Από ποιους πρέπει να υπάρξη όμοια αναγνώρισις της οργανώσεως σήμερα, και γιατί, και πώς;
3 Σήμερα πρέπει να υπάρχη όμοια αναγνώρισις της θεοκρατικής οργανώσεως από τους υπηρέτας τμημάτων και όλους τους άλλους ειδικούς αντιπροσώπους της οργανώσεως καθώς και από εκείνους που είναι διωρισμένοι απ’ αυτήν σε θέσεις υπηρεσίας. Εντελώς όμοια με την περίπτωσι του αποστόλου Παύλου και του νεαρού συνοδού του Τιμοθέου, η ορατή θεοκρατική οργάνωσις υπό τον Χριστόν έχει θέσει τα χέρια της επάνω σ’ αυτούς τους διορισμένους και αντιπροσώπους, εγκαθιστώντας τους σε υπούργημα. Το ζήτημα γι’ αυτούς είναι τώρα να δεχθούν οδηγίες από την οργάνωσι και να τις εκτελέσουν ευσυνείδητα. Το ζήτημα είναι να το πράξουν αυτό έχοντας στο νου τον βασιλικόν Άρχοντα της θεοκρατικής οργανώσεως του Ιεχωβά και να το πράξουν με πρόθυμη αναγνώρισι του Βασιλέως και προς τιμήν του.
4, 5. Πώς εξεικόνισε ο Ιωάβ ότι δεν πρέπει να προσπαθούμε ν’ αποκτήσωμε δόξα για τον εαυτό μας και να θέτωμε τον Βασιλέα μας στη σκιά;
4 Δεν πρέπει να υπάρξη προσπάθεια να αποκτήση κανείς ιδιοτελώς δόξα για τον εαυτό του και να θέση τον Βασιλέα στη σκιά. Πάρτε ως παράδειγμα τον ανεψιόν του Βασιλέως Δαβίδ, τον Στρατηγόν Ιωάβ. Όταν είχε το κατάλληλο φρόνημα απέναντι του βασιλέως, επέδειξε την ορθή πορεία αναγνωρίσεως. Το βασίλειο του Αμμών είχε κάμει μεγάλη προσβολή στους αγγελιαφόρους του Βασιλέως Δαβίδ, και ο Ιωάβ, ο αρχιστράτηγος του, επολέμησε εναντίον της πρωτευούσης Ραββά και εκυρίευσε την πόλιν των υδάτων, δηλαδή, το μέρος εκείνο της πόλεως που περιείχε τα εφόδιά της σε νερό ή το φρούριο που τα επροστάτευε. Με το ζωτικό αυτό μέρος της πόλεως κυριευμένο, η πρωτεύουσα δεν θα μπορούσε να ανθέξη περισσότερο, αλλά η παράδοσίς της θα ήταν αναπόφευκτη τελικά. Αντί να προωθήση την πολιορκία της πόλεως σ’ ένα επιτυχές αποκορύφωμα μόνος του για την προσωπική του φήμη, ο Ιωάβ έδειξε τον κατάλληλο σεβασμό για τον επίγειον ηγεμόνα του και για τη θεοκρατική αρμοδιότητα των πραγμάτων που περιελάμβαναν τον κεχρισμένον βασιλέα του Ιεχωβά. Επροτίμησε να καλέση τον κεχρισμένον βασιλέα του Ιεχωβά για να συμπληρώση την άλωσι της βασιλικής πόλεως του εχθρού και ν’ αποκτήση τη φήμη για το κατόρθωμα αυτό, μολονότι αυτός, ο Ιωάβ, είχε εκτελέσει το ζωτικό προκαταρκτικό έργο.
5 «Και απέστειλε ν ο Ιωάβ μηνυτάς προς τον Δαβίδ, και είπεν, Επολέμησα εναντίον της Ραββά, μάλιστα εκυρίευσα την πόλιν των υδάτων· τώρα λοιπόν σύναξον το επίλοιπον του λαού, και στρατοπέδευσον εναντίον της πόλεως, και κυρίευσον αυτήν, δια να μη κυριεύσω εγώ την πόλιν, και ονομασθή το όνομά μου επ’ αυτήν. Και συνήθροισεν ο Δαβίδ πάντα τον λαόν, και υπήγεν εις Ραββά, και επολέμησεν εναντίον αυτής, και εκυρίευσεν αυτήν και έλαβε τον στέφανον του βασιλέως αυτών [ή, το στέμμα του Μολχόμ] από της κεφαλής αυτού, το βάρος του οποίου ήτο έν τάλαντον χρυσίου με λίθους πολυτίμους· και ετέθη επί της κεφαλής του Δαβίδ· και λάφυρα της πόλεως εξέφερε πολλά σφόδρα.»—2 Σαμ. 12:26-30· 10:1-7.
6, 7. (α) Πώς ένας διορισμένος δούλος φυλάττεται από το να χρησιμοποιήση την υπηρεσία που του ανετέθη ως μέσον για ν’ αποκτήση προσωπική φήμη; (β) Αντί προσωπικής φήμης, σε τι αποσκοπεί και χάριν τίνος εργάζεται;
6 Ομοίως, σήμερα, σ’ έναν αντιπρόσωπο διωρισμένον από τη θεοκρατική οργάνωσι μπορεί να ανατεθή ένα ειδικό έργο προς εκτέλεσιν. Αυτός αρχίζει να εργάζεται για να το εκτελέση. Ο Ιεχωβά Θεός τον ευλογεί με επιτυχία. Το έργο πλησιάζει στη συμπλήρωσί του ή, τελικά, χρειάζεται να δοθή στη δημοσιότητα. Αν ο διωρισμένος αντιπρόσωπος της οργανώσεως ζητούσε να έλθη ο ίδιος στη δημοσιότητα, θα προσπαθούσε να προχωρήση ώσπου το αποτελειωμένο έργο να φερθή υπό την δημοσία προσοχή και να έχη το όνομά του προσκολλημένο σ’ αυτό και συνδεδεμένο μ’ αυτό και έτσι ν’ αποκτήση κολακευτική φήμη για τον εαυτό του. Αλλ’ αυτός με σύνεσι εκτιμά ότι είναι απλώς ένας θεοκρατικός δούλος στον οποίον εδόθη να εκτελέση ένα προνομιακό έργο στην οργάνωσι και ότι δεν είναι άξιος δημοσίου επαίνου για το έργο με την εκτέλεσι του οποίου ετιμήθη και που στάθηκε ικανός να το εκτελέση μόνο με τη βοήθεια του Ιεχωβά και του Βασιλέως του Ιησού Χριστού. Δεν εχρησιμοποίησε το προνομιακό αυτό έργο που του ανετέθη ως μέσον για ν’ αποκτήση ιδιοτελή, προσωπική δόξα που θα επέσυρε στον εαυτό του τη δημοσία προσοχή και θα επεσκίαζε τη σπουδαιότητα της θεοκρατικής οργανώσεως, της οποίας είναι δούλος.
7 Κρατεί, λοιπόν, τον εαυτό του έξω από επίδειξι. Κρατεί το μέρος του στο έργον έξω από το δημόσιο βλέμμα. Παραμερίζει για ν’ αφήση τον ανώτερο του στην οργάνωσι να συνεχίση το έργο του με τα αναγκαία βήματα που χρειάζεται να γίνουν για να στεφθή η όλη πράξις με τελική επιτυχία που την φέρνει υπό την δημοσία προσοχή. Έτσι αφήνει να αποδοθή η δόξα για την επιτέλεσι του έργου στη βασιλική Κεφαλή της οργανώσεως, τον Ιησού Χριστό. Προτιμά, λοιπόν, ν’ αποδοθή η επιτέλεσις του έργου στην οργάνωσι και ν’ αναγνωρισθή δημοσία η επιτέλεσις αυτή ως ένα δείγμα του έργου ολοκλήρου της θεοκρατικής οργανώσεως. Ας έχη η οργάνωσις τον έπαινο, ας είναι το αποτέλεσμα μεταξύ του κοινού η εκτίμησις της οργανώσεως, ας έχη το κοινόν στο νου εξόχως την οργάνωσι, ας μιλή γι’ αυτήν και ας έχη εμπιστοσύνη σ’ αυτήν μάλλον παρά ν’ αποδίδη κολακεία σε κάποιο παρεμπίπτον μέλος της, κάποιον απλούν δούλον μέσα σ’ αυτήν. Αυτό συγκρατεί την είσοδο προσωπικής υπερηφανείας που οδηγεί σε πτώσι, και σημαίνει την ταπείνωσι του ατόμου υπό την κραταιάν χείρα του Θεού για να υψώση τον πιστόν εν καιρώ.—Ιάκ. 4:6, 7· 1 Πέτρ. 5:6.
8. Πώς ο Στρατηγός Ιωάβ εματαίωσε τη χρησιμοποίησι του Στρατηγού Αβενήρ από τον Βασιλέα Δαβίδ, και πώς παρήκουσε στον βασιλέα εν σχέσει με τον Αβεσσαλώμ;
8 Είθε ο Στρατηγός Ιωάβ να είχε μόνο θεοκρατικό φρόνημα σαν αυτό πάντοτε! Αλλά δεν είχε. Πολλές φορές εκινήθη με φθόνο έναντι άλλων και με δυσαρέσκεια για τους διορισμούς του βασιλέως. Αυτό τον ώθησε σε στασιαστικές ενέργειες έναντι του βασιλέως του, η δε τελική ενέργεια στην οποία προέβη του εστοίχισε τη ζωή του. Αφού απέθανε ο Βασιλεύς Σαούλ, η φυλή του Ιούδα έκαμε τον Δαβίδ βασιλέα στην πόλι Χεβρών. Οι άλλες ένδεκα φυλές εξέλεξαν τον Ις-βοσθέ, τον υιόν του Σαούλ, ως βασιλέα των. Ακολούθησε εμφύλιος πόλεμος. Έπειτα από λίγον καιρό ο Στρατηγός Αβενήρ απεστάτησε από τον Ις-βοσθέ και άρχισε διαπραγματεύσεις με τον Βασιλέα Δαβίδ για να φέρη το υπόλοιπο των φυλών στον Δαβίδ ως κεχρισμένον του Ιεχωβά. Αλλ’ ο Στρατηγός Ιωάβ, τρέφοντας εκδίκησι εναντίον του Στρατηγού Αβενήρ, το εματαίωσε αυτό απατώντας τον Αβενήρ και φονεύοντάς τον. (2 Σαμ. 2:1 έως 3:39) Έπειτα από χρόνια ο γυιός του Δαβίδ Αβεσσαλώμ εστασίασε εναντίον του, τον ανάγκασε να φύγη από την Ιερουσαλήμ και να διαβή τον Ιορδάνη Ποταμό, και κατόπιν εβγήκε μ’ έναν υπέρτερο στρατό να τον πολεμήση και να τον θανατώση και να αναλάβη τον θρόνον του Ισραήλ. Όταν ο Ιωάβ και οι άλλοι αξιωματικοί εβγήκαν στη μάχη, ο φυγάς Δαβίδ τους διέταξε: «Σώσατέ μοι τον νέον, τον Αβεσσαλώμ.» Αλλά όταν ανηγγέλθη ότι ο Αβεσσαλώμ είχε κρεμασθή από τα άφθονα μαλλιά της κεφαλής του στους κλάδους ενός δένδρου ενώ προσπαθούσε να διαφύγη από την ήττα, ο Ιωάβ επήγε εκεί και εσκεμμένως έρριξε τρία βέλη στον δίχως ελπίδα Αβεσσαλώμ προξενώντας τον θάνατό του και πολλή λύπη στον βασιλέα.—2 Σαμ. 15:1 έως 19:4.
9. Πώς ο Ιωάβ εματαίωσε την προαγωγή του Στρατηγού Αμασά από τον Δαβίδ, και πώς επήγε αντίθετα προς τον θειο σκοπό όσον αφορά τον Σολομώντα;
9 Παρεμπιπτόντως αναφέρομε ότι ο Αβεσσαλώμ είχε κάμει τον Αμασά της φυλής του Ιούδα στρατηγό του στην επανάστασι. (2 Σαμ. 17:24, 25) Μετά τον θάνατο του Αβεσσαλώμ οι φυλές του Ισραήλ εξεδήλωσαν την επιθυμία να φέρουν πάλι τον Βασιλέα Δαβίδ στην Ιερουσαλήμ μολονότι η φυλή του Ιούδα εβράδυνε να κινηθή για να το πράξη αυτό. Λόγω των στασιαστικών πράξεων του Στρατηγού Ιωάβ ο Βασιλεύς Δαβίδ έστειλε μήνυμα στον Αμασά, δίνοντας την υπόσχεσι ότι θα εγίνετο αρχηγός του στρατού του βασιλέως αντί του απειθούς Ιωάβ. Χαρακτηριστικά, ο Ιωάβ έδειξε βαθιά δυσαρέσκεια γι’ αυτό. Λίγον καιρό μετά την επιστροφή του Δαβίδ στην Ιερουσαλήμ και τον διορισμό του Αμασά, ο Ιωάβ συνήντησε τον Αμασά. Ο Ιωάβ, όπως ο Ιούδας έναντι του Ιησού, έκαμε μια απατηλή χειρονομία για να δώση στον Αμασά ένα φίλημα, και καθώς ο Αμασά ήταν έτσι ανυποψίαστος και απροφύλακτος, ο Ιωάβ έβγαλε το σπαθί του από τη θήκη και τον διετρύπησε, χύνοντας έξω τα εντόσθιά του. (2 Σαμ. 19:8-15· 20:3-13, 23-25) Ο Ιωάβ απεδείχθη ότι ήταν φονεύς, ο οποίος «έχυσε το αίμα του πολέμου εν ειρήνη, και έβαλε το αίμα του πολέμου εις την ζώνην αυτού την περί την οσφύν αυτού, και εις τα υποδήματα αυτού τα εις τους πόδας αυτού.» (1 Βασ. 2:5) Όταν ο γυιός του Δαβίδ Αδωνίας προσπάθησε να προτρέξη του διορισμού του Σολομώντος από τον Ιεχωβά ως διαδόχου του Βασιλέως Δαβίδ και εκάλεσε μια εκλεκτή ομάδα ανθρώπων για να τον εγκαταστήσουν ως βασιλέα, ο Ιωάβ εδέχθη την πρόσκλησι και ακολούθησε και υπεστήριξε τον Αδωνία. Ο Βασιλεύς Δαβίδ, για να ματαιώση τον αλαζονικό σφετερισμό του θρόνου από τον Αδωνία, διέταξε να στέψουν επίσημα τον αγαπητό του γυιο Σολομώντα.
10. Πώς βρήκε το τέλος του ο Ιωάβ, και γιατί έτσι:
10 Οι τελικές οδηγίες προς τον Βασιλέα Σολομώντα όσον αφορά τον Ιωάβ ήσαν: «Κάμε λοιπόν κατά την σοφίαν σου, και η πολιά αυτού ας μη καταβή εις τον άδην εν ειρήνη.» (1 Βασ. 2:6) Όταν ήλθε ο καιρός για να εκτελέση ο Σολομών τις οδηγίες αυτές, ο Ιωάβ κατέφυγε στο αγιαστήριο και επιάσθηκε από τα κέρατα του θυσιαστηρίου του Ιεχωβά. Σ’ αυτή την αγία θέσι κατέστη ανάγκη να παταχθή και θανατωθή, επειδή, για να παραθέσουμε τα λόγια του Σολομώντος, «έπεσεν επί δύο άνδρας δικαιοτέρους και καλητέρους παρ’ αυτόν, και εθανάτωσεν αυτούς δια ρομφαίας, μη ειδότος του πατρός μου Δαβίδ, τον Αβενήρ τον υιόν του Νηρ, τον αρχιστράτηγον του Ισραήλ, και τον Αμασά τον υιόν του Ιεθέρ, τον αρχιστράτηγον του Ιούδα.» (1 Βασ. 2:28-35) Η δυσαρέσκεια του Ιωάβ και η προσπάθειά του να εμποδίση άνδρας καλυτέρους απ’ αυτόν από το ν’ αναλάβουν το αξίωμα που αυτός είχε καταχρασθή, ωδήγησε στην καταστροφή του.
11. Ποια πορεία ενός υπηρέτου συμβάλλει στα καλύτερα αποτελέσματα και, αν αυτός υποβιβασθή, τι δεν πρέπει να κάμη;
11 Συμβάλλει στα καλύτερα αποτελέσματα για οποιονδήποτε διωρισμένον υπηρέτη στην οργάνωσι σήμερα, να παραμένη νομιμόφρων στον κεχρισμένον Βασιλέα του Ιεχωβά, τον Μεγαλύτερον Δαβίδ, και να δίδη στη θέσι της υπηρεσίας του το καλύτερο που μπορεί να προσφέρη, αναγνωρίζοντας έτσι κατάλληλα τη θεοκρατική οργάνωσι. Αν γίνουν αλλαγές σ’ ένα τμήμα ή άλλη διαίρεσι της υπηρεσιακής οργανώσεως και υποβιβασθήτε, φυλαχθήτε από το να ενεργήσετε με μνησικακία όπως ο Ιωάβ και να φθονήσετε τη θέσι του νέου διωρισμένου υπηρέτου. Μην προσπαθήσετε να επιβραδύνετε, να εμποδίσετε ή να επιβαρύνετε τον νέον υπηρέτην που είναι τώρα στην προτέρα σας θέσι και μην κατακρατείτε τις ειλικρινείς ευχές σας να έχη περισσότερη επιτυχία από ό,τι είχατε εσείς στη θέσι αυτή, επειδή είναι καιρός η οργάνωσις του Θεού και το έργο της να ευοδωθούν.
12. Για ν’ αποφύγη κανείς ένα τέλος σαν του Ιωάβ ή το να είναι όμοιος με τον Διοτρεφή, τι πρέπει να κάμη όταν η Εταιρία πραγματοποιή μια αλλαγή που τον επηρεάζει;
12 Για να αντιδράσετε σε οποιοδήποτε αίσθημα στενοχωρίας και δυσαρεσκείας για την αλλαγή που έκαμε η Εταιρία, δεχθήτε ταπεινά το μάθημα που πρέπει να μεταδοθή από την αλλαγή και διορθωθήτε και βελτιωθήτε από οποιεσδήποτε απόψεις πρέπει να γίνη αυτό. Μ’ ένα εξαγνισμένο πνεύμα, εξακολουθήστε να εργάζεσθε νομοταγώς με την οργάνωσι και παράπλευρα στον αδελφό που σας αντικαθιστά, για το καλό και την πρόοδο της οργανώσεως. Αποφύγετε ένα ελεεινό τέλος σαν του Ιωάβ. Ποτέ μην προκαλείτε τη θεοκρατική οργάνωσι και το κυβερνών σώμα της όπως έκαμε ο Διοτρεφής, για τον οποίον ο απόστολος Ιωάννης έγραψε: «Έγραψα [ως μέλος του κυβερνώντος σώματος] προς την εκκλησίαν· αλλ’ ο φιλοπρωτεύων αυτών Διοτρεφής δεν δέχεται ημάς· δια τούτο, εάν έλθω, θέλω υπενθυμίσει τα έργα αυτού τα οποία κάμνει, φλυαρών εναντίον ημών με λόγους πονηρούς· και μη αρκούμενος εις τούτους, ούτε αυτός δέχεται τους αδελφούς, αλλά και τους θέλοντας να δεχθώσιν εμποδίζει, και από της εκκλησίας εκβάλλει. Αγαπητέ, μη μιμού το κακόν, αλλά το αγαθόν.» (3 Ιωάν. 9-11) Ταπεινωθήτε, λοιπόν, και να είσθε νομοταγώς υποτακτικοί στους διορισμούς υπηρετών από την οργάνωσι.
Η ΑΝΥΠΟΜΟΝΗΣΙΑ ΟΔΗΓΕΙ ΣΕ ΑΛΑΖΟΝΕΙΑ
13. Πώς μπορεί ένας υπηρέτης να δείξη αποτυχία να περιμένη τον Ιεχωβά αφού επεπλήχθη από την οργάνωσι;
13 Αναγνωρίζοντας κανείς τη θεοκρατική οργάνωσι, πρέπει να μην παραλείψη να υπακούση στη συμβουλή: «Πρόσμενε τον Ιεχωβά, και φύλαττε την οδόν αυτού.» «Πρόσμενε τον Ιεχωβά· ανδρίζου, και ας κραταιωθή η καρδία σου· και πρόσμενε τον Ιεχωβά.» (Ψαλμ. 37:34· 27:14, ΑΣ) Με λίγα λόγια, αυτό σημαίνει να μην προτρέχη κανείς της οργανώσεως με ποικίλους τρόπους. Ένας μπορεί να το κάμη αυτό μ’ έναν αρνητικό τρόπο. Πώς; Μπορεί να λάβη από την οργάνωσι μια επίπληξι επειδή έκαμε ένα παραπάτημα ή για κακή διαγωγή στη θέσι της υπηρεσίας του. Αν αυτός που επεπλήχθη πη στον εαυτό του, «Δεν εκτιμούν την υπηρεσία μου,» υπερεκτιμά τον εαυτό του, παίρνοντάς τον πολύ σοβαρά, και αποτυγχάνει να ιδή την αιτία της επιπλήξεως. Αν αισθάνεται τον εαυτό του βαθιά πληγωμένον για την επίπληξι, δυνατόν να πείση τον εαυτό του ότι είναι άχρηστος στη θέσι της υπηρεσίας ή μπορεί να αισθάνεται ότι πρέπει να εκδικηθή. Έτσι, παίρνοντας τα πράγματα στα δικά του χέρια, εγκαταλείπει απότομα τη θέσι χωρίς να δώση ειδοποίησι και αποχωρεί χωρίς οποιαδήποτε εντολή από το κυβερνών σώμα της οργανώσεως να το πράξη αυτό, και έτσι αφήνει τη θέσι της υπηρεσίας χωρίς υπεύθυνο διαχειριστή. Αυτό είναι μια βιαστική, κακώς αποφασισμένη ενέργεια. Μια επίπληξις δεν είναι απόλυσις από μια θέσι· είναι μια διόρθωσις προς όφελος της θέσεως και εκείνου που την κατέχει. Το ορθόν είναι να λάβη κανείς την επίπληξι σαν κάτι που άξιζε και να τον κάμη να ενεργήση καλύτερα, να ενεργήση ορθώς εκτελώντας τις οδηγίες της οργανώσεως, και έπειτα να περιμένη το επόμενο βήμα της οργανώσεως, είτε να απολύση εκείνον που επεπλήχθη είτε να τον διατηρήση στην ίδια θέσι εν όψει αποδοχής μιας αλλαγμένης πορείας. Θυμηθήτε: «Οι έλεγχοι [ή, νουθεσίαι] της παιδείας οδός ζωής.» (Παροιμ. 6:23) Ωφεληθήτε από τους ελέγχους, προσμένετε τον Ιεχωβά όπως αντιπροσωπεύεται από τη θεοκρατική του οργάνωσι, και ζήσατε.
14. Πώς μερικοί, που φρονούν ότι είναι προώρως ανεπτυγμένοι ή υπερβολικά πιστοί, προσπαθούν να προτρέξουν, όπως στη διάρκεια των δοκιμασιών κρίσεως του 1917 και 1918;
14 Ενίοτε μερικοί φρονούν ότι είναι προώρως ανεπτυγμένοι, δηλαδή, φρονούν ότι είναι ειδικώς προωδευμένοι στην διανοητική και πνευματική τους ανάπτυξι, ή φρονούν ότι είναι υπερβολικά πιστοί εν συγκρίσει με πλείστους άλλους στην εκκλησία, οι οποίοι φαίνονται να είναι οπισθοδρομικοί, καθυστερημένοι, μη προοδευτικοί. Έχουν πολύ μεγάλη ιδέα για τον εαυτό τους και γίνονται ανυπόμονοι με τους άλλους και ακόμη με ολόκληρη τη θεοκρατική οργάνωσι. Φρονώντας ότι πρέπει να αναλάβουν την ηγεσία και να δείξουν στην οργάνωσι ποια είναι η πραγματική πρόοδος και ποιες είναι οι πραγματικά προηγμένες σκέψεις και κατανόησις, αποστατούν, παίρνοντας μαζί όσους μπορούν περισσοτέρους από τους λεγομένους «προοδευτικούς», και αποχωρίζονται από τη συντροφιά της θεοκρατικής οργανώσεως. Ιδρύουν τότε τη δική τους υποθετικά ανώτερη, πιο προοδευμένη εταιρία. Στη διάρκεια των ισχυρών δοκιμασιών κρίσεως του 1917 και 1918, μερικοί εξέχοντες στην Εταιρία Σκοπιά έκαμαν ακριβώς αυτό και ιδρύθησαν μερικές χωριστές δικές των οργανώσεις. Αλλά έπειτα από τα τριάντα έξη αυτά χρόνια, πού βρίσκονται αυτές σήμερα, και πού βρίσκεται, εξ άλλου, η θεοκρατική οργάνωσις του Ιεχωβά σήμερα;
15. Πώς το παράδειγμα του Μωυσέως ελέγχει εκείνους που εγκαταλείπουν την οργάνωσι του Ιεχωβά για μια άλλη δικής των κατασκευής:
15 Υπάρχουν καλά Γραφικά παραδείγματα αντίθετα προς μια τέτοια ασυγκράτητη, ανυπόμονη πορεία. Πάρτε τον Μωυσή, λόγου χάριν. Ο Μωυσής είχε μια ευκαιρία, που δεν την παρεσκεύασε μόνος του, ν’ αρχίση ο Ιεχωβά ο ίδιος μια νέα τυπική θεοκρατική οργάνωσι μαζί του ως πατριαρχικής κεφαλής για ν’ αντικαταστήση το άπιστο έθνος Ισραήλ που είχε παραβή τη διαθήκη του Νόμου με τον Θεό και είχε στραφή σε ακόλαστη μοσχολατρία. Ο Ιεχωβά, που προεκλήθη, είπε στον Μωυσή: «Τώρα λοιπόν, άφες με, και θέλει εξαφθή η οργή μου εναντίον αυτών, και θέλω εξολοθρεύσει αυτούς· και θέλω σε καταστήσει έθνος μέγα.» Αλλ’ ο Μωυσής δεν είχε στο νου να υψώση τον εαυτό του· είχε ευρύτερες βλέψεις. Αν ο Ιεχωβά κατέστρεφε εκεί στην έρημο τον λαό που είχε ενδόξως απελευθερώσει από την Αίγυπτο, αυτό θα επέφερε όνειδος στο όνομά Του. Θα έδιδε στους Αιγυπτίους και άλλους ειδωλολάτρας την ευκαιρία να χλευάσουν το όνομα του Ιεχωβά ή να αποδώσουν κακά, μοχθηρά ελατήρια σ’ αυτόν. Ο Μωυσής θυμήθηκε τη διαθήκη του Ιεχωβά με τον Αβραάμ τον Ισαάκ και τον Ιακώβ, καθώς αυτή επηρέαζε τους απογόνους των, το έθνος Ισραήλ. Αντί να επιληφθή λαίμαργα της ευκαιρίας να δοξασθή ο ίδιος με μια νέα οργάνωσι του Ιεχωβά, ικέτευσε τον Ιεχωβά να λυπηθή τον δύστροπο λαό του και να επιβλέψη στο πιστό υπόλοιπο χάριν του ονόματός του. (Έξοδ. 32:1-14) Πώς η ανιδιοτελής πορεία του Μωυσέως ελέγχει εκείνους που εγκαταλείπουν την οργάνωσι του Ιεχωβά για μια άλλη δικής των κατασκευής!
16, 17. Πώς ο Ιησούς του Ναυή και ο Χάλεβ έδοκιμάσθησαν όσον αφορά το να προσμένουν τον Ιεχωβά, αλλά τι έκαμαν;
16 Ο Ιησούς του Ναυή και ο Χάλεβ είναι επίσης λαμπρά παραδείγματα ανθρώπων που επρόσμεναν τον Ιεχωβά με συνεχή πιστή υπηρεσία και όχι με προσπάθεια να προτρέξουν του Κυρίου. Στο δεύτερο έτος της εξόδου των από την Αίγυπτο και αφού οι δώδεκα κατάσκοποι επέστρεψαν από την κατόπτευσι της υποσχεμένης γης που έρρεε γάλα και μέλι, δέκα από τους κατασκόπους διέστρεψαν τα πραγματικά γεγονότα όσον αφορά τη γη και απεθάρρυναν τον λαό από το ν’ ακολουθήση τον Ιεχωβά Θεό και να βαδίση αμέσως υπ’ αυτόν, θανατώνοντας τους καταδικασμένους ειδωλολάτρας κατοίκους και λαμβάνοντας υπό την κατοχή του τη γη εις διεκδίκησιν της διαθήκης του Ιεχωβά. Εν τούτοις, ο Ιησούς του Ναυή και ο Χάλεβ έδωσαν πιστή αναφορά και εμεγάλυναν τη δύναμι του Ιεχωβά επί του εχθρού, για να ενθαρρύνουν το έθνος Ισραήλ να προχωρήση μέσα στη γη προς τη νίκη. Επειδή ο Ισραήλ έδειξε έλλειψι πίστεως στον Παντοδύναμο Θεό και φανερά εστασίασε εναντίον του σ’ αυτή την περίπτωσι, ο Ιεχωβά κατεδίκασε τους απίστους γογγυστάς να πεθάνουν στην έρημο και ολόκληρο το έθνος να περιπλανάται στην έρημο επί σαράντα χρόνια προτού αυτός φέρη τους επιζώντας στη Γη της Επαγγελίας.
17 Σ’ αυτή τη θεία απόφασι τι έκαμαν ο Ιησούς του Ναυή και ο Χάλεβ; Μήπως είπαν, ‘Αυτό το έθνος είναι πολύ αργό, πολύ δειλό για μας, και θα προχωρήσωμε μόνοι μας’; Μήπως χωρίσθηκαν από τους λοιπούς Ισραηλίτες επειδή δεν ήσαν προοδευτικοί, δεν ήσαν αρκετά θαρραλέοι, αλλά εύκολα ετρόμαζαν, και γι’ αυτό είχαν τιμωρηθή με τριάντα εννέα ετών αναβολή εισόδου στη Γη της Επαγγελίας και εκρατούντο σε ακινησία εκείνο τον καιρό; Μήπως αισθάνθηκαν ότι ήσαν υπερβολικά πιστοί, υπερβολικά δίκαιοι, και απεφάσισαν να μην περιφέρωνται εδώ κι εκεί μ’ ένα τέτοιο έθνος σε όλα εκείνα τα χρόνια της αναβολής; Όχι· αλλ’ εμπιστεύθηκαν στην υπόσχεσι του Ιεχωβά ότι θα τους διεφύλαττε ξεχωρίζοντάς τους από την καταδικασμένη γενεά και θα τους ευνοούσε με είσοδο στη γη κατά την αναβληθείσα χρονολογία. Εταπεινώθηκαν κάτω από το κραταιό του χέρι και ενέμειναν στην εθνική οργάνωσι επειδή ενέμεινε ο Ιεχωβά ο ίδιος και ο Μωυσής επίσης ενέμεινε, ικετεύοντας πάλι τον Θεό να μη εξαλείψη το έθνος και να μην κάμη απ’ αυτόν ένα «έθνος μεγαλήτερον και δυνατώτερον αυτών».—Αριθμ. 13:25 έως 14:38.
18. Πώς δεν έχασαν κάτι επειδή επροτίμησαν αυτή την πορεία, και τίνος είναι παραδείγματα;
18 Ο Χάλεβ και ο Ιησούς του Ναυή δεν έχασαν κάτι επειδή επροτίμησαν να υποστούν τις συνέπειες της κακής διαγωγής του έθνους μαζί μ’ αυτό και δεν ετόλμησαν να ξεχωρίσουν τον εαυτό τους και να βαδίσουν προς τα εμπρός μόνοι τους στη Γη της Επαγγελίας. Όχι· αλλά στη διάρκεια των τριάντα εννέα εκείνων ετών της αναβολής είδαν και άλλα ακόμη κραταιά έργα του Ιεχωβά με τον λαό του και απέκτησαν μια πολύτιμη πείρα. Στον ωρισμένο καιρό του Θεού έγιναν κατ’ εξαίρεσιν δεκτοί απ’ Αυτόν στη Χαναάν μαζί με τους πιστούς Λευίτες, ο Ιησούς του Ναυή ως διάδοχος του Μωυσέως στην αρχηγία του έθνους και ο Χάλεβ ως ο πιστός του συμπολεμιστής για τη διεκδίκησι της κυριαρχίας του Ιεχωβά. Σκεφθήτε πόσο πολύτιμοι ήσαν ο Ιησούς του Ναυή και ο Χάλεβ στην ορατή θεοκρατική οργάνωσι τότε! Τι παραδείγματα ήσαν πιστότητος, θεοκρατικής υποταγής, καταλληλότητος για το έργον του Θεού και της ανταμοιβής του για νομιμοφροσύνη και αφοσίωσι στον Θεό! Είναι επίσης άξια παραδείγματα για μας στη διάρκεια των δοκιμασιών μας σήμερα.
ΔΟΞΑ Σ’ ΕΚΕΙΝΟΥΣ ΠΟΥ ΑΠΟΔΙΔΟΥΝ ΔΟΞΑ
19. (α) Για την επέκτασι τίνος πρέπει να εργαζώμεθα, και πώς πρέπει να βοηθούμε τους εντοπίους πιστούς να ιδούν το πλάτος της οργανώσεως: (β) Πώς μπορούμε να είμεθα ισχυρά παραδείγματα της ορθής πορείας απέναντί της;
19 Ο Λόγος του Θεού, η Γραφή, που είναι οργανωτικό βιβλίο, περιέχει κάθε παρακίνησι και ενθάρρυνσι να θέτωμε τη θεοκρατική οργάνωσι πριν από τον εαυτό μας και να την αναγνωρίζωμε και να εμμένωμε σ’ αυτήν νομοταγώς κάτω από όλες τις περιστάσεις. Η προσπάθειά μας πρέπει να είναι να επεκτείνωμε την οργάνωσι και να την ιδούμε να ευημερή κάτω από την ευλογία του Θεού αντί να μεγαλοποιούμε απλώς τον εαυτό μας στις υποθέσεις της και στην εκτίμησι και επιρροή εκείνων που είναι μέσα στην οργάνωσι. Γιατί να μην είμεθα όμοιοι με τη Ραάβ η οποία έκαμε διαθήκη με τους Ισραηλίτες κατασκόπους όχι για τη δική της μόνο προστασία και διαφύλαξι κατά την θαυματουργική πτώσι της Ιεριχώ, αλλά και για την προστασία και διαφύλαξι όλων των συγγενών της που θα επίστευαν και θα ζητούσαν ασφάλεια στον οίκον της; (Ιησ. Ναυή 2:1-21) Πρέπει να προσπαθήσωμε να βοηθήσωμε και άλλους να ιδούν τη θεοκρατική οργάνωσι με την οποία είμεθα συνταυτισμένοι και της οποίας είμεθα και δούλοι και σύμβολα, όπως ήσαν ακριβώς οι μάρτυρες του Ιεχωβά στην τεραστία συνέλευσι του Ιουλίου του 1953 στο Στάδιο Γιάγκη της πόλεως Νέας Υόρκης. Αν εργαζώμεθα ως υπηρέται τμημάτων ή ως ιεραπόστολοι σε χώρες του εξωτερικού εν σχέσει με τη δική μας χώρα, πρέπει να βοηθήσουμε τους εντοπίους πιστούς και μάρτυρας ν’ αναπτύξουν μια οξεία εκτίμησι της θεοκρατικής οργανώσεως, που περιλαμβάνει περισσότερα από τη δική τους απλώς τοπική οργάνωσι, βοηθώντας τους έτσι να υψωθούν επάνω από μια περιωρισμένη επαρχιακή άποψι του τι σημαίνει οργάνωσις. Η δική μας αδιάρρηκτη ενότης και αρμονία με την οργάνωσι, η δική μας συμμόρφωσις με τις διατάξεις της, η δική μας σταθερή συνεργασία μαζί της ως επιμελών διαγγελέων των αγαθών νέων της Βασιλείας θα είναι ένα ισχυρό παράδειγμα. Από αγάπη γι’ αυτήν θα θέλωμε να την ιδούμε να στέκη καθαρή, πάντοτε κατάλληλη για την αγνή χρήσι του μεγάλου της Δημιουργού και οικοδόμου, του Ιεχωβά Θεού. Η αγάπη μας γι’ αυτήν δεν θ’ αφήση τον πύρινο διωγμό να μας αποχωρίση απ’ αυτήν.
20. Για ποια πορεία θα λάβωμε την αναγκαία βοήθεια από την οργάνωσι, και επειδή επράξαμε τι, θα έλθη τελικά εξύψωσις;
20 Πάντοτε πρέπει να κρατούμε σαν θησαυρό μια σκέψι, ότι αν αναγνωρίζωμε με ταπεινοσύνη και νομιμοφροσύνη τη θεοκρατική οργάνωσι με ένθερμη, πιστή υποταγή και συνεργασία, και αυτή θα μας αναγνωρίση, θα μας υποστηρίξη, θα εργασθή για μας και θα μας διατηρήση στη θεία υπηρεσία της. Ο κανών που ο έμπειρος Δημιουργός και Θεός της ακολουθεί είναι ο εξής, με τα δικά του λόγια: «Τους δοξάζοντάς με θέλω δοξάσει, οι δε καταφρονούντές με θέλουσιν ατιμασθή.» (1 Σαμ. 2:30) Δοξάζοντας τον Θεό και δείχνοντας την υψίστη εκτίμησι γι’ αυτόν μέσω αφωσιωμένης αναγνώρισεως της επιδοκιμασμένης του οργανώσεως, θα συνεχίσωμε μια ευτυχή, ευγνώμονα σχέσι μαζί της και θ’ απολαύσωμε πολλά προνόμια υπηρεσίας μαζί της τώρα. Στο τέλος θα υπάρξη μια κατάλληλη ανταμοιβή από τον Ιεχωβά Θεό μέσω του Ιησού Χριστού μέσα στη θεοκρατική του οργάνωσι στο νέο κόσμο μετά τη μάχη του Αρμαγεδδώνος. Αυτό σημαίνει ότι η θεοκρατική οργάνωσις, χωρίς την οποία δεν θα μπορούσαμε ποτέ να προχωρήσωμε επιτυχώς, θα μας βοηθήση να κρατήσωμε την ακεραιότητά μας απέναντι του Θεού και να συμμετάσχωμε στη διεκδίκησι της κυριαρχίας του στο σύμπαν και στη βασιλεία του υπό τον Χριστόν. Με αιώνια ζωή θα εξυψωθούμε τότε επειδή εταπεινωθήκαμε τώρα υπό την κραταιάν χείρα του Θεού.