Επιδιώκοντας τον Σκοπό μου στη Ζωή
Αφήγησις του Ντόναλντ Μπάξτερ
ΕΔΩ στη Βενεζουέλα, κάθε βράδυ στο ραδιόφωνο έχομε ένα Αγγλικό πρόγραμμα με μουσική και παγκόσμια νέα. Ένα βράδυ άκουσα έναν ύμνο που εκαλείτο «Μετρήστε τις Ευλογίες Σας Αντί των Προβάτων.» Αργότερα άρχισα να σκέπτωμαι γι’ αυτό. Ξέρετε ότι στο ιεραποστολικό έργον μπορούν να μετρηθούν και τα δύο—και οι ευλογίες σας και τα πρόβατα. Καθώς πηγαίνετε σε νέους αγρούς για να βρήτε τα «άλλα πρόβατα» του Κυρίου, έχετε πολλές ευλογίες και πείρες σ’ αυτή τη μεγάλη εκπαιδευτική προσπάθεια.
Καθόσον ατενίζω στο παρελθόν για το πώς επεδίωξα τον σκοπό μου στη ζωή, μπορώ να βλέπω ότι έχω λάβει πολλές ευλογίες και απολαύσει πολλά προνόμια υπηρεσίας. Ο πατέρας μου και η μητέρα μου άρχισαν να μελετούν την αλήθεια όταν εγώ ήμουν περίπου δέκα ετών. Όταν έγινα δεκαέξη ετών, σε μια συνέλευσι ζώνης, εβαπτίσθηκα για να συμβολίσω την αφιέρωσί μου στον Ιεχωβά. Τότε εγνώριζα τι έκανα, αλλά πρέπει να ομολογήσω ότι δεν κατανοούσα πλήρως όλα όσα απητούντο από έναν καλό διάκονο. Αυτό το διεπίστωσα αργότερα, όταν κατετάχθηκα στις τάξεις των σκαπανέων τον Μάιο του 1942. Όταν απεφοίτησα από το γυμνάσιο, η παγκόσμια κατάστασις δεν εφαίνετο τόσο καλή. Οι Ηνωμένες Πολιτείες προπαρεσκευάζοντο για τον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο. Εγώ τι έπρεπε να κάμω; Να επήγαινα στο κολλέγιο, ή ν’ αναζητούσα εργασία, ή τι άλλο; Ο αδελφός μου και η αδελφή μου, που ήσαν μεγαλύτεροι από μένα, έκαναν έργο σκαπανέως στο Σικάγο και συνεχώς μου έγραφαν επιστολές ενθαρρύνοντάς με να γίνω σκαπανεύς και να συνεργασθώ μαζί τους στο Σικάγο.
Την άνοιξι, λοιπόν, του 1942, όταν άρχισα το έργον σκαπανέως, ήμουν ένας μάλλον αδύνατος ευαγγελιζόμενος. Το Σικάγο και τα προάστιά του ήσαν πολύ διαφορετικά από τις αγρεπαύλεις της Νοτίου Ντακότας και τους αγρότας των, όπου είχαμε εργασθή. Ποτέ δεν θα λησμονήσω την πρώτη εβδομάδα που επέρασα στο Σικάγο. Κάθε πρωί στον δρόμο μου προς τον τομέα ένοιωθα ένα αίσθημα πόνου στην κοιλότητα του στομάχου. Αλλ’ ύστερ από λίγες εβδομάδες και λίγο περισσότερη πείρα εξέλιπε αυτό το αίσθημα.
Επιστρέφοντας από την υπηρεσία μια ψυχρή χειμερινή μέρα, βρήκα ένα μεγάλο φάκελλο από την Εταιρία. Έκπληκτος και πολύ ευτυχής ήμουν που βρήκα μέσα σ’ αυτόν μια αίτησι για τη σχολή Γαλαάδ. Καθώς εδιάβαζα την επιστολή και την αίτησι, χίλια ερωτήματα επέρασαν από το νου μου. Μπορώ να πάγω; Μήπως θα είναι πολύ δύσκολο; Άλλοι το έπραξαν· έτσι, διαλογίσθηκα ότι κι εγώ επίσης θα μπορούσα να το πράξω. Συνεπλήρωσα την αίτησι και την επέστρεψα στην Εταιρία.
Τον Φεβρουάριο του 1945 πήγα στη σχολή Γαλαάδ, στην πέμπτη σειρά σπουδαστών. Ο χρόνος περνούσε γρήγορα εκεί—ποτέ δεν υπήρχε αρκετός χρόνος για να μελετήση κανείς ή να προπαρασκευασθή κατάλληλα για όλα. Ήταν ένα απολαυστικό γεγονός και κάθε μέρα ήταν γεμάτη από κάτι νέο που έπρεπε να μάθωμε και να θυμώμαστε.
Μετά τη σχολή Γαλαάδ, διωρίσθηκα υπηρέτης περιοχής. Εκείνο τον καιρό ο υπηρέτης παρέμενε σε μερικές εκκλησίες δύο ή τρεις ημέρες και σε άλλες μια εβδομάδα, αναλόγως του αριθμού των ευαγγελιζομένων. Επίσης, έπρεπε να είναι προετοιμασμένος για να δώση και τις οκτώ δημόσιες ομιλίες. Ενόσω ήμουν στην περιοδεία αυτή πάντοτε σκεπτόμουν περί του πού θα διωριζόμουν. Ως τότε είχα ξεχάσει τα περισσότερα Ισπανικά που είχα κάμει την προσπάθεια να μάθω στη σχολή Γαλαάδ. Τον Φεβρουάριο του 1946 έλαβα μια επιστολή από την Εταιρία που έγραφε ότι θα διωριζόμουν στη Βενεζουέλα και ότι στο τέλος του Φεβρουαρίου έπρεπε να έλθω στο Μπέθελ και να μείνω ώσπου να λάβω θεώρησι μεταβάσεως στη Βενεζουέλα. Στις 2 Ιουνίου 1946 αποβιβαζόμουν στη Μαϊκετία, αεροδρόμιο του Καράκας, πρωτευούσης, χωρίς κανένας να υπάρχη εκεί για να μας υποδεχθή και να μας βοηθήση με την Ισπανική γλώσσα. Σε λίγο, όμως, βρήκαμε τέσσερες ευαγγελιζομένους που συνηθροίζοντο σ’ ένα σπίτι, μελετώντας τη Σκοπιά και κάνοντας, επίσης, μια μελέτη βιβλίου. Μια γειτονική οικογένεια καλής θελήσεως παρακολουθούσε, επίσης, αυτές τις συναθροίσεις, κι έτσι ήσαν δώδεκα άτομα στην πρώτη αυτή συνάθροισι που παρακολούθησα στο Καράκας.
Τον Απρίλιο του 1946 ο Αδελφός Νορρ κι ο Αδελφός Φραντς επεσκέφθησαν τη Βενεζουέλα και έκαμαν την έναρξι των συναθροίσεων και της υπηρεσίας αγρού που γίνονται τώρα. Και οι τέσσερες ευαγγελιζόμεναι ήσαν πρόθυμοι να λάβουν έντυπα και να βοηθηθούν στον αγρό. Απ’ αυτούς τους αδελφούς εμάθαμε ότι υπήρχαν κι άλλοι στο εσωτερικό της χώρας, οι οποίοι έκαναν κάποιο έργο υπηρεσίας. Το πρώτο πράγμα ήταν να τους οργανώσωμε και να τους κάμωμε να στέλλουν τις εκθέσεις του έργου των για να τις διαβιβάζωμε στο Μπρούκλυν. Αυτό ήταν δύσκολο, διότι εμείς δεν εγνωρίζαμε τα Ισπανικά. Αλλά δύο νεαρά παιδιά, που μόλις τότε άρχισαν έργον σκαπανέως, ήξεραν λίγα Αγγλικά, κι έτσι τους ελέγαμε τι θέλαμε να γίνη κι αυτοί κατόπιν το έλεγαν στην εκκλησία. Σιγά-σιγά η εκκλησία του Καράκας άρχισε ν’ αυξάνη. Ένα τμήμα ιδρύθη τον Σεπτέμβριο του 1946, η δε πρώτη έκθεσις που εστείλαμε ανέγραφε δεκαεννέα ευαγγελιζομένους.
Το Καράκας ήταν, βέβαια, ένας παράξενος τόπος για μας. Οι τιμές των ειδών ήσαν συγκλονιστικές, κατοικίες σχεδόν αδύνατο να βρεθούν. Περπατούσαμε μίλια ολόκληρα μη γνωρίζοντας τι λεωφορείο να χρησιμοποιήσωμε, και χωρίς να μπορούμε να καταλάβωμε τι μας έλεγαν οι άνθρωποι όταν τους ερωτούσαμε. Τελικά βρήκαμε ένα σπιτάκι στο άκρον της πόλεως, σε μια ακάθαρτη οδό, χωρίς τρεχούμενο νερό. Εκεί είχαμε τον πρώτο μας ιεραποστολικό οίκο στη Βενεζουέλα. Αργότερα η Εταιρία έστειλε κι άλλους ιεραποστόλους για να μας βοηθήσουν, και τα πράγματα άρχισαν να γίνωνται ευκολώτερα. Επί τρία έτη αναζητούσαμε έναν καλύτερο ιεραποστολικό οίκο, ανεπιτυχώς, λόγω των υψηλών ενοικίων. Μερικοί από την ομάδα μας επέστρεψαν στις Ηνωμένες Πολιτείες, άλλοι ασθένησαν, και άλλοι επροτίμησαν να νυμφευθούν· γι’ αυτό επί μερικούς μήνες ήμουν μόνος, ώσπου η Εταιρία έστειλε κι άλλους. Τον Ιούλιο του 1949 βρήκαμε ένα καλύτερο σπίτι στο Καράκας και η οικογένεια ηυξήθη σε δέκα μέλη, χαρά πράγματι για μένα που εξακολούθησα να επιδιώκω τον σκοπό μου στη ζωή. Επίσης, μια άλλη ομάς ιεραποστόλων διωρίσθη στο Μαρακαΐμπο κι έτσι εδημιουργήθη κι εκεί ένας οίκος τον Δεκέμβριο του 1948.
Μια πείρα που προεξέχει: Τρεις Βενεζουελιανοί σκαπανείς κι εγώ ειργαζόμεθα σ’ ένα προάστιο του Καράκας. Είχα μείνει εδώ μόνο για λίγους μήνες, κι έτσι τα Ισπανικά μου ήσαν πολύ πενιχρά. Το επόμενο κατάστημα του έργου ήταν ενός Αγγλοφώνου ράφτου. Τα παιδιά μού είπαν να το επισκεφθώ και μπορούσα να μιλήσω Αγγλικά. Ο ράφτης, όπως διεπίστωσα, ήταν ένας πολύ πράος άνθρωπος. Μου είπε ότι είχε μια Γραφή και ενδιεφέρετο πολύ γι’ αυτήν· ότι ήταν Καθολικός, αλλ’ ένας άλλος ράφτης που ήταν Αντβεντιστής, προσπαθούσε να τον προσηλυτίση. Έλαβε το βιβλίο «Η Βασιλεία Είναι Εγγύς» στην Αγγλική και του είπα ότι θα τον επισκεπτόμουν αργότερα. Κατόπιν άρχισα μια συμμελέτη μαζί του και εδέχθη την αλήθεια. Αργότερα εζήτησε να έχη τη συμμελέτη στην Ισπανική γλώσσα, διότι κατενόησε ότι έπρεπε να λάβη μέρος στο έργον του κηρύγματος και θα έπρεπε να βελτιώση τα Ισπανικά του και να μάθη να διαβάζη Ισπανικά. Σε λίγον καιρό ήταν μαζί μας στην υπηρεσία του αγρού και εβαπτίσθη. Τις Κυριακές αυτός κι εγώ ειργαζόμεθα μαζί, αυτός με πήρε σε μερικές επανεπισκέψεις του, κι αρχίσαμε τρεις συμμελέτες. Μια μέρα, καθώς πηγαίναμε σε μια απ’ αυτές τις συμμελέτες, μου είπε: «Προσεύχομαι στον Θεό να εύρω ένα πρόβατο εδώ σ’ αυτόν τον τομέα.»
Ένας Ιταλός, με τον οποίον μόλις είχαμε αρχίσει μια συμμελέτη, κατενόησε την αλήθεια πολύ γρήγορα και σε λίγο ήταν στην υπηρεσία μαζί μας. Αυτός ο Ιταλός κατόπιν άρχισε να κάνη έργον σκαπανέως παρά το γεγονός ότι έχει σύζυγο και τρία τέκνα να συντηρήση. Εξακολουθεί να πηγαίνη πολύ καλά.
Μετά από μια σειρά διαλέξεων εγκανιάσαμε ένα κέντρον υπηρεσίας σ’ ένα από τα σπίτια και αργότερα η μελέτη εκείνη ανετέθη σ’ έναν ώριμο αδελφό που κατοικούσε εκεί κοντά. Τώρα έχομε μια εκκλησία από εβδομήντα ευαγγελιζομένους σ’ αυτό το προάστιο. Τον περασμένο μήνα, όταν ο υπηρέτης περιοχής έδωσε μια δημόσια ομιλία σ’ εκείνη την εκκλησία, παρευρέθησαν ογδόντα ένα άτομα.
Τον περασμένο Ιούνιο έγιναν ένδεκα χρόνια που ήμουν στη Βενεζουέλα. Φαίνεται σαν να έχω ζήσει εδώ το μεγαλύτερο μέρος της ζωής μου, τουλάχιστον το πιο σπουδαίο μέρος αυτής. Στη διάρκεια των χρόνων αυτών τα πράγματα άλλαξαν πολύ σ’ αυτή τη χώρα. Η πρωτεύουσά της, Καράκας, που έχει τώρα πληθυσμό ένα εκατομμύριο, έχει μεταβληθή σε μια σύγχρονη πόλι με νέα κτίρια και νέους δρόμους.
Στη Βενεζουέλα ο αριθμός των διαγγελέων της Βασιλείας ηυξάνετο επίσης από έτος σε έτος. Με ένα μέσο όρο δεκατριών στο 1946, υπερβαίνει τώρα τους 1.233. Διότι πέρυσι ο ανώτατος αριθμός ευαγγελιζομένων ήταν 1.364. Έχομε οκτώ ιεραποστολικούς οίκους και είκοσι δύο εκκλησίες μέσα στη χώρα. Το άγγελμα και το έργον έχουν διαδοθή ως τα πέρατα της χώρας αυτής. Εδώ στο Καράκας αρχίσαμε με τέσσερες ευαγγελιζομένους και τώρα έχομε πέντε μονάδες με 550 και πλέον ευαγγελιζομένους. Σε όλη τη χώρα οι ευαγγελιζόμενοι εργάζονται σκληρά και πάντοτε έχομε ένα μέσο όρο δώδεκα ωρών, ή και περισσότερο για κάθε ευαγγελιζόμενο. Ακόμη χρειαζόμεθα περισσοτέρους σκαπανείς και ιεραποστόλους, εφόσον έχομε πολύ έδαφος να καλύψωμε.
Επιδιώκοντας, λοιπόν, τον σκοπό μου στη ζωή, έμαθα ότι αποτελεί μεγάλο πλεονέκτημα κι ευλογία το να είναι κανείς ιεραπόστολος σ’ έναν αγρό του εξωτερικού. Παρατηρώντας προς τα πίσω, είμαι πολύ ευγνώμων στον Ιεχωβά που άρχισα να κάνω έργον σκαπανέως από τότε που δέχθηκα την πρόσκλησι να φοιτήσω στη σχολή Γαλαάδ. Το έργον σκαπανέως, όταν ακολουθήται από εκπαίδευσι σχολής Γαλαάδ και ιεραποστολική υπηρεσία, δεν παραβάλλεται με τίποτα στον παλαιό αυτό κόσμο. Η χαρά και τα προνόμια του να υπηρετούμε αντισταθμίζουν τελείως τις κακουχίες και τις δυσχέρειες που συναντούμε στον δρόμο μας. Έχω δεκαπέντε χρόνια στην ολοχρόνια υπηρεσία, από τα οποία το μεγαλύτερο μέρος εδαπανήθη στον αγρό του εξωτερικού. Δεν θα ήθελα να ανταλλάξω την πείρα μου με την πείρα οιουδήποτε άλλου. Αν ήμουν και πάλι ένας νέος δεκαεπτά ετών, θα είχα την καρδιά και το νου μου προσηλωμένα στη σχολή Γαλαάδ και στην ιεραποστολική υπηρεσία.