ΔΙΑΔΙΚΤΥΑΚΗ ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗ της Σκοπιάς
ΔΙΑΔΙΚΤΥΑΚΗ ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗ
της Σκοπιάς
Ελληνική
  • ΑΓΙΑ ΓΡΑΦΗ
  • ΕΚΔΟΣΕΙΣ
  • ΣΥΝΑΘΡΟΙΣΕΙΣ
  • w62 1/6 σ. 345-351
  • Αγάπη για την Αλήθεια

Δεν υπάρχει διαθέσιμο βίντεο για αυτή την επιλογή.

Λυπούμαστε, υπήρξε κάποιο σφάλμα στη φόρτωση του βίντεο.

  • Αγάπη για την Αλήθεια
  • Η Σκοπιά Αναγγέλει τη Βασιλεία του Ιεχωβά—1962
  • Υπότιτλοι
  • Παρόμοια Ύλη
  • Η ΑΛΗΘΕΙΑ ΧΤΥΠΑ ΤΗΝ ΠΟΡΤΑ ΜΟΥ
  • Η ΑΓΑΠΗ ΤΗΣ ΑΛΗΘΕΙΑΣ ΥΠΕΡΝΙΚΑ ΕΜΠΟΔΙΑ
  • ΑΝΤΙΔΡΑΣΕΙΣ ΣΤΗΝ ΑΠΟΦΑΣΙ ΜΑΣ
  • ΑΝΤΙΚΡΟΥΣΙΣ ΤΩΝ ΘΥΕΛΛΩΝ ΣΤΗΝ ΕΡΓΑΣΙΑ
  • ΔΙΕΘΝΗΣ ΣΥΝΕΛΕΥΣΙΣ 1936
  • Η ΠΥΛΗ ΠΡΟΣ ΤΗΝ ΥΠΗΡΕΣΙΑ ΣΚΑΠΑΝΕΩΣ
  • ΕΡΓΟΝ ΣΚΑΠΑΝΕΩΣ ΣΤΗ ΓΑΛΛΙΑ
  • ΥΠΕΡΝΙΚΗΣΙΣ ΜΕΓΑΛΥΤΕΡΩΝ ΔΥΣΚΟΛΙΩΝ
  • ΠΕΡΑΙΤΕΡΩ ΥΠΗΡΕΣΙΑ ΣΤΗΝ ΕΛΒΕΤΙΑ
  • 1989 Βιβλίο Έτους των Μαρτύρων του Ιεχωβά
    Βιβλίο Έτους των Μαρτύρων του Ιεχωβά 1989
  • Βιβλίο Έτους 1986 των Μαρτύρων του Ιεχωβά
    Βιβλίο Έτους των Μαρτύρων του Ιεχωβά 1986
  • Επιδιώκοντας τον Σκοπό μου στη Ζωή
    Η Σκοπιά Αναγγέλει τη Βασιλεία του Ιεχωβά—1959
  • Προοδευτικά Βήματα στην Υπηρεσία του Ιεχωβά
    Η Σκοπιά Αναγγέλει τη Βασιλεία του Ιεχωβά—1966
Δείτε Περισσότερα
Η Σκοπιά Αναγγέλει τη Βασιλεία του Ιεχωβά—1962
w62 1/6 σ. 345-351

Αγάπη για την Αλήθεια

Αφήγησις υπό Δαβίδ Βίντενμαν

ΔΕΝ είναι μήπως γεγονός ότι οι άνθρωποι, που έχουν μια φυσική αγάπη για την αλήθεια, είναι πιο πρόθυμοι να δείξουν ενδιαφέρον για τη Γραφική αλήθεια; Όσο περισσότερη προσπάθεια καταβάλλουν σ’ αυτή την κατεύθυνσι, τόσο περισσότερη αγάπη αναπτύσσουν γι’ αυτή, και μια μέρα, με τη βοήθεια του Ιεχωβά, διαπιστώνουν ότι η αλήθεια τούς ελευθέρωσε, από τους δεσμούς αυτού του κατεθυνομένου προς την απώλεια πονηρού κόσμου. (Ιωάν. 8:32) Φυσικά, πρέπει ν’ αγρυπνούν και ν’ αγωνίζωνται πολύ σκληρά για να παραμείνουν στην ευτυχή αυτή κατάστασι και να βαθύνουν την εκτίμησί τους για την αλήθεια. Μ’ αυτόν τον σκοπό υπ’ όψι, είναι ζωτικής σημασίας το να τείνουν προς την αλήθεια και να περιθάλπουν αυτή την αγάπη για την αλήθεια. Αυτή ήταν η πείρα μου, και, όταν ανατρέχω στα περασμένα είκοσι πέντε χρόνια, μπορεί να την ιδώ σαν σε μια κινηματογραφική ταινία, που προβάλλεται εμπρός στα μάτια της διανοίας μου.

Κοντά σε μια μικρή αρχαία Ελβετική πόλι, με το περίφημο κάστρο της και τους τετρακοσίους κατοίκους της, ο πατέρας μου, που τώρα έχει αποσυρθή από την εργασία του, εγκατεστάθη για να περάση τα τελευταία χρόνια της ζωής του σε μια ευχάριστη εξοχική κατοικία. Ως ο νεώτερος και πρόσφατα νυμφευθείς γυιός, μετείχα στο σπίτι του πατρός μου και στα οικιακά έξοδα. Το άνετο σπίτι, μας ήταν περιστοιχισμένο από ανθοκήπια, ένα λαχανόκηπο, κάποιο λειβάδι με οπωροφόρα δένδρα κι ένα καθαρό μικρό ποταμάκι κατά μήκος του ανατολικού ορίου.

Η ΑΛΗΘΕΙΑ ΧΤΥΠΑ ΤΗΝ ΠΟΡΤΑ ΜΟΥ

Ένα Σάββατο απόγευμα ήμουν βαθιά απορροφημένος με τον ανθόκηπό μου—την προσφιλή μου ενασχόλησι. Απ’ το δρόμο ένας άνθρωπος επλησίασε τον φράχτη του κήπου μας και αντήλλαξε λίγα φιλικά λόγια μαζί μου: «Πολύ ωραία και ήσυχα εδώ, και πόσο θαυμάσια θα είναι όταν ολόκληρη, η γη θα μοιάζη με αυτόν τον κήπο, και όταν όλοι οι άνθρωποι θ’ απολαμβάνουν τα θαυμαστά της δημιουργίας του Ιεχωβά με ειρήνη, ενότητα και ατελεύτητη ευτυχία.» «Η φαντασιώδης περιγραφή σας δεν είναι άσχημη,» απήντησα, «αλλ’ όσο ωραία κι αν φαίνεται, εγώ προτιμώ μια άποψι που βασίζεται στην πραγματικότητα και μου αρέσει η αλήθεια όπως μας παρουσιάζεται.» Αυτή η κεντρική λέξις «αλήθεια» έκαμε αμέσως εντύπωσι στον άνθρωπο κι άνοιξε την τσάντα του κι έβγαλε ένα βιβλίο—ναι, την Αγία Γραφή—και ανέγνωσε το κατά Ιωάννην 17:17. Εγώ φυσικά παραδέχθηκα την εξήγησι αυτού του εδαφίου, που μου είπε, διότι ήμουν ένας ζηλωτής θιασώτης της Προτεσταντικής εκκλησίας.

Στη διάρκεια της συνομιλίας έθιξε ένα ευαίσθητο σημείο. «Ασφαλώς παραδέχεσθε ότι αυτή είναι η αλήθεια. Και οι Προτεσταντικοί, ακόμη, κύκλοι, ομολογούν ότι οι Προτεστάνται σχεδόν τελείως έπαυσαν να διαμαρτύρωνται κατά της αντι-Γραφικής διδασκαλίας του Καθολικισμού,» είπε. Τα αισθήματα μου ερεθίσθηκαν κάπως, προσεπάθησα να υπερασπίσω την «εκκλησία» μου και άθελα ύψωσα τη φωνή μου. Οι γείτονες άρχισαν να κυττάζουν από τα παράθυρα κι εψιθύριζαν μεταξύ τους, τελικά δε η σύζυγός μου άνοιξε την πόρτα κι εφώναξε: «Παρακαλώ, ελάτε μέσα, αν πρέπει να συνομιλήσετε. Πραγματικά δεν είναι ανάγκη να ξέρη όλη η γειτονιά τι συζητάτε.»

Προς έκπληξίν μου ο άνθρωπος αυτός, που απεδείχθη ότι ήταν ένας «Σπουδαστής των Γραφών» (απ’ αυτούς που τώρα είναι γνωστοί ως μάρτυρες του Ιεχωβά), ετοιμαζόταν να μπη στο προαύλιο. Επροχώρησε σε λεπτομέρειες, δείχνοντας μου πολλά Γραφικά εδάφια και σχολιάζοντάς τα. Τα περισσότερα μου ήσαν άγνωστα και μολονότι ήσαν αξιοπερίεργα, μάλλον εσκλήρυναν την αντίστασί μου, διότι εμείς οι Διαμαρτυρόμενοι κατείχαμε τη Γραφή και όσο μπορούσαμε προσπαθούσαμε να ζούμε σε αρμονία με αυτή. Τελειώνοντας, μου έδωσε το περιοδικό Ο Χρυσούς Αιών και μ’ ενεθάρρυνε να διαβάσω προσεκτικά ένα ειδικό άρθρο και να του πω τη γνώμη μου για το θέμα αυτό στην προσεχή του επίσκεψι. Συνεφώνησα διότι είχα ήδη αποφασίσει στο νου μου να μελετήσω πλήρως αυτό το ζήτημα για να μπορέσω να του πω την αλήθεια σχετικά μ’ αυτό.

Ύστερ’ από μια εβδομάδα εχτύπησε η πόρτα, και μ’ εφώναξε η σύζυγός μου: «Ήλθε πάλι ο Σπουδαστής των Γραφών». Ήμουν πολύ πεπεισμένος, καθόσον με πολύν κόπο κατώρθωσα να συγκεντρώσω διάφορα Γραφικά εδάφια ως αντεπιχειρήματα. Μια βέβαιη πεποίθησις, αν όχι φανερός θρίαμβος, διεκρίνετο στη φωνή μου, καθώς άρχισα να δίνω τις Γραφικές μου αποδείξεις. Με άκουε ήρεμα ο Σπουδαστής των Γραφών, και κατόπιν άρχισε να εξετάζη κάθε εδάφιο. Είναι, πράγματι, δυνατόν να μην είχα καταλάβει μερικά εδάφια στα συμφραζόμενά των; Άρχισα ν’ ανησυχώ περισσότερο και μάλιστα με κρυφό τρόπο να σπογγίζω τον ιδρώτα από το μέτωπό μου. Προφανώς αυτός κατάλαβε τη δυσχερή μου θέσι, διότι κατηύθυνε τη συνομιλία σε ασφαλέστερο μέρος, επαινώντας με για το ότι διέθεσα χρόνον για να συλλάβω το βάθος των Γραφικών αληθειών και δείχνοντας ότι είναι λίαν πολύτιμο το να τις κατανοούμε και να τις υποστηρίζωμε. Μου άφησε αντίτυπα των περιοδικών Η Σκοπιά και Ο Χρυσούς Αιών.

Οι επισκέψεις συνεχίσθησαν, αλλ’ όχι τόσο συχνά όσο πριν, διότι ήμουν απασχολημένος με την αγορά ενός καινούργιου και συγχρονισμένου σπιτιού, που θα ήταν πλησιέστερα στον τόπο της εργασίας μου. Αφ’ ετέρου, επήγαινα συχνότερα στην εκκλησία, αλλ’ όχι πια και με την ίδια νοοτροπία. Ήμουν έτοιμος να εξετάσω και να παρατηρήσω ακριβέστερα και να κάμω συμπαραβολές με τη Γραφή, διότι τώρα επιθυμούσα να γνωρίσω τι πραγματικά είναι η αλήθεια. Άρχισα να αντιλαμβάνωμαι ωρισμένες διαφορές. Αν είχαμε έναν «καλό ιερουργό,» όπως είχα δηλώσει αμέσως στις συζητήσεις μας, γιατί να μη μας δώση μια σαφή εξήγησι περί τριάδος, αθανασίας ψυχής, περί του γιατί ο Θεός επιτρέπει το κακό, και λοιπά—τοσούτω μάλλον καθόσον ο Σπουδαστής των Γραφών κατοικούσε στο διπλανό του σπίτι, και συχνά συνεζήτησε αυτά τα θέματα μαζί του;

Μολονότι η αλλαγή στο μεγαλύτερο σπίτι απορροφούσε πολύν από τον χρόνον μου, η αγάπη της αληθείας άρχισε να ριζώνη. Αυτή δεν άλλαξε με την άφιξι των πενθερών μου. Υποσχέθηκα μάλιστα στον φίλο μου Σπουδαστή των Γραφών να τον συνοδεύσω στον μικρό τόπο των συναθροίσεων των. Πολύ μετριοπαθώς μου εξήγησε ότι λίγοι μόνο συνεκεντρώνοντο σ’ ένα «ωραίο υπόγειο» στη μικρή πόλι. Επήγαμε, λοιπόν, μαζί. Ήταν ένα πραγματικά ωραία διευθετημένο δωμάτιο. Άθελα σκέφθηκα τις κατακόμβες της Ρώμης, που εχρησιμοποιούντο από τους πρώτους Χριστιανούς, μολονότι, φυσικά, δεν υπήρχε πραγματική σύγκρισις. Αμέσως αισθάνθηκα σαν στο σπίτι μου μεταξύ των οκτώ παρόντων και συναισθανόμουν το πνεύμα του Ιεχωβά που επικρατούσε, αλλιώς ήταν πιθανό να φύγω.

Η ΑΓΑΠΗ ΤΗΣ ΑΛΗΘΕΙΑΣ ΥΠΕΡΝΙΚΑ ΕΜΠΟΔΙΑ

Μετά από μερικούς μήνες—ήταν ένα ωραίο απόγευμα Κυριακής και καθόμουν αναπαυτικά σε μια άνετη πολυθρόνα κάτω από μια τέντα στον εξώστη. Εδιάβαζα το βιβλίο Καταλλαγή. «Είναι δυνατή;» σκεπτόμουν. «Έκαμε πράγματι ο Θεός τόσο πολλά μ’ ένα τόσο ανιδιοτελή τρόπο για τους αμαρτωλούς απογόνους του Αδάμ, παραδίδοντας τον πολυαγαπημένο του Υιό σε θάνατο στη γη, για να διανοίξη τον δρόμο για συμφιλίωσι μεταξύ Αυτού και των ανθρώπων που θα μετανοούσαν; Ναι, εκεί αυτό ήταν εξηγημένο Γραφικώς κι από πολλές απόψεις. Δεν απέμενε αμφιβολία. Ο Ιεχωβά πραγματικά απεκάλυψε κι επεβεβαίωσε την άμετρη αγάπη του σ’ εμάς πολύ πριν το διανοηθούμε καν ή κάμωμε κάτι γι’ αυτό. Κατενόησα ότι ήταν επείγων καιρός να εκδηλώσω αγάπην «διότι αυτός πρώτος ηγάπησεν ημάς.» (1 Ιωάν. 4:19) Έπρεπε ή ν’ αφιερωθώ με όλη μου την καρδιά στον Ιεχωβά Θεό ή να κάμω μια πλήρη παράβασι και να εξακολουθήσω να ζω κατά τους τρόπους του παλαιού κόσμου.

Ελήφθη ήδη βαθιά μέσα στην καρδιά μου η απόφασις. Οι πρότερες ανήσυχες ερωτήσεις, Τι θα γίνη η καλή μου θέσις; η νέα μου κατοικία; οι πολλές μου σχέσεις; οι λέσχες μου; έτυχαν απαντήσεως από την αυξημένη γνώσι της Γραφής, που συνεπέφερε μια βαθύτερη αγάπη της αληθείας. Με τη Γραφή και με το βιβλίο Καταλλαγή στα χέρια μου έσπευσα στη σύζυγό μου στο σαλόνι μας και με χαρά της εξήγησα μερικά κύρια σημεία και ετελείωσα λέγοντας: «Σήμερα θα γράψω ότι αποχωρώ από την Προτεσταντική εκκλησία.» Όπως ήταν ευνόητο, αυτό της επροξένησε ένα συγκλονισμό. Ως τη στιγμή εκείνη δεν είχε ενδιαφερθή για εκκλησιαστικά ζητήματα, και τώρα ξαφνικά όλα τα ζητήματα, για τα οποία είχα απορίες, ηγέρθησαν στη διάνοιά της.

Κατώρθωσα να την παρηγορήσω, τονίζοντάς της ότι θα εξακολουθούσα βέβαια να της είμαι ένας καλός σύζυγος, πράγμα που είναι καθήκον μου σύμφωνα με τη Γραφή. Προς μεγάλην μου χαρά άρχισε να κάνη Γραφικές ερωτήσεις στη διάρκεια των επομένων εβδομάδων, πράγμα που μου άφηνε να εννοήσω ότι αυτή εδιάβαζε τις εκδόσεις της Εταιρίας και κατόπιν μια μέρα ερώτησε: «Μπορώ να έλθω στη συνάθροισι μαζί σου;» «Τίποτα δεν θα μου ήταν καλύτερο!» ήταν η απάντησίς μου.

ΑΝΤΙΔΡΑΣΕΙΣ ΣΤΗΝ ΑΠΟΦΑΣΙ ΜΑΣ

Η αποχώρησίς μου από την Προτεσταντική εκκλησία ηκολουθήθη κι από την παραίτησί μου από τη μουσική λέσχη και την εκκλησιαστική χορωδία, τον ποδηλατικό σύλλογο και την εγκατάλειψι από τη σύζυγό μου του γυναικείου εκκλησιαστικού χορού. Η θύελλα ξέσπασε! Ο αντιπρόεδρος της χορωδίας μου έκαμε επίσκεψι. Πολύ φιλικά, αλλά και με τον συγκεκριμένο σκοπό υπ’ όψι, δηλαδή, «να με επαναφέρη στις αισθήσεις μου,» έκαμε μια συναδελφική ομιλία. Ήταν βέβαια καλά προετοιμασμένη. Του έδωσα μαρτυρία για το διάβημα που έκαμα και για το ότι επροχώρησα στο πλήρες και όχι στο ήμισυ. Εξεπλάγη· αυτό δεν το ανέμενε, και προσεπάθησε να σώση την κατάσταση λέγοντας: «Ω, μα με τέτοιες ιδέες θα μπορούσατε να έχετε μια πολύ εποικοδομητική επιρροή στα άλλα μας μέλη.» Πώς, όμως, θα μπορούσα να εξακολουθήσω ν’ αποδίδω «σωτηρία» σε ανθρωποποίητα ιδρύματα, όπως γίνεται τόσο συχνά σ’ εκείνους τους ύμνους που εψάλλαμε;

Ήλθε κατόπιν ο γηραιός πατέρας μου, παλαίμαχος ο ίδιος και στη λέσχη και στην εκκλησιαστική χορωδία και τα προβλήματα ετέθησαν κι εξητάσθησαν από κάθε πλευρά. «Ξέρεις τι μ’ ερώτησε ο διευθυντής της χορωδίας; ‘Από πότε ο γυιός σου ο Δαβίδ παρεφρόνησε;’» Του εξήγησα ότι αυτή καθώς και παρόμοιες εχθρότητες δεν θα μπορούσαν ν’ αποφευχθούν. Ο Ιησούς υπόμεινε ακόμη περισσότερα. Μολονότι ο πατέρας μου δεν καταλάβαινε το πλήρες νόημα της αληθείας, οι τελικές του λέξεις ήσαν: «Είμαι βέβαιος ότι αυτό που κανείς είναι σωστό.»

ΑΝΤΙΚΡΟΥΣΙΣ ΤΩΝ ΘΥΕΛΛΩΝ ΣΤΗΝ ΕΡΓΑΣΙΑ

Τώρα ήταν η σειρά του προϊσταμένου μου. Μ’ εκάλεσε στο γραφείο του. Ποτέ δεν του είχα μιλήσει ούτε τον είχα ιδεί σε τέτοια ταραγμένη διανοητική κατάστασι άλλοτε. «Όταν μάθη ο γενικός διευθυντής ότι προσεχώρησες στους Σπουδαστάς των Γραφών, θα απολυθής.» «Αυτό μπορεί να γίνη,» απήντησα. «Τα έχω λάβει όλα υπ’ όψιν, αλλ’ είμαι επίσης πεπεισμένος ότι ο Ιεχωβά θα εξακολουθήση να μου προμηθεύη τον καθημερινό μου άρτον.» «Ποιος σου δίνει τον άρτον σου; Η εργασία σου δίνει τον μισθό και τον άρτον σου,» απήντησε ο προϊστάμενος μου. Αλλ’ οι προσπάθειές του να με φοβίση απέτυχαν.

Ύστερ’ από λίγες εβδομάδες ήμουν σε καθημερινή επαφή με τον γενικό διευθυντή για υπόθεσι εργασίας. Τι είχε συμβή; Αυτός ο άνθρωπος, συνηθισμένος να εκφωνή τις απαιτήσεις του με καταθλιπτικό τρόπο, τώρα εξεδήλωσε μια καλωσύνη που μ’ εξέπληξε. Και πάλι ο προϊστάμενός μου εζήτησε να με ιδή στο γραφείο του και μ’ εχαιρέτησε με τις λέξεις: «Ο γενικός διευθυντής τα ξέρει όλα, και σέβεται τη στάσι σου.» Είχα κάθε λόγο να είμαι ευγνώμων.

ΔΙΕΘΝΗΣ ΣΥΝΕΛΕΥΣΙΣ 1936

Με την αυξανόμενη επίγνωσι της αληθείας έγινε πιο μεγάλη η χαρά μας στις συναθροίσεις και στην υπηρεσία. Οι περιοδικές επισκέψεις αδελφών από το γραφείο Βέρνης της Εταιρίας Σκοπιά για ομιλίες, επολλαπλασίασαν τις χαρές μας. Καθόσον επλησίαζε η διεθνής συνέλευσις του 1936 στη Λουκέρνη, είχαμε το προνόμιο να δείξωμε φιλοξενία σε σκαπανείς που προήρχοντο από χώρες της ανατολής. Ένα νεαρό, πάντοτε χαρωπό, ζεύγος σκαπανέων από τη Γιουγκοσλαβία, ο Αδελφός και η Αδελφή Πλάταζ, ήσαν μαζί μας. Οι αναζωογονητικές πείρες των στην υπηρεσία της Βασιλείας και η πιστή των, ανιδιοτελής αφιέρωσις στον Ιεχωβά, μας έκαμαν βαθιά εντύπωσι. (Αργότερα ο Αδελφός Πλάταζ εθανατώθη βιαίως λόγω της αληθείας, από Εθνικοσοσιαλιστάς τρομοκράτας.) Μετά από λίγες μέρες ταξιδέψαμε στην αξιομνημόνευτη συνέλευσι, όπου είχαμε το προνόμιο να συμβολίσωμε δημοσία με το εν ύδατι βάπτισμα την αφιέρωσι που είχαμε ήδη κάμει στις καρδιές μας. Οι πολυάριθμες συλλήψεις που έγιναν απ’ τη μισαλλοδοξία των Καθολικών ιερέων και οι δυσκολίες με τις τοπικές αρχές εκορυφώθησαν σε μια απαγόρευσι της ευρέως διαφημισθείσης δημοσίας διαλέξεως του Αδελφού Ρόδερφορδ, που θα μπορούσε να γίνη μόνον ως κλειστή συνάθροισις των μαρτύρων του Ιεχωβά.

Οι αστυνομικές δυνάμεις εφρόντισαν επιμελώς να μην επιτραπή η είσοδος του κοινού στην αίθουσα. Η πλατεία που ήταν εμπρός στο Μέγαρον της Συνελεύσεως ήταν γεμάτη από ένα μεγάλο πλήθος ανθρώπων καλής θελήσεως. Δεν επετράπησαν μεγάφωνα, κι ωστόσο πάρα πολλοί απ’ αυτούς τους ανθρώπους, που ήσαν αγανακτημένοι για τα μέτρα που έλαβε η αστυνομία, ανέμεναν ήσυχα κι εύτακτα επί μιάμιση ώρα, ώσπου εφύγαμε απ’ την αίθουσα και τους εδώσαμε λίγες πληροφορίες για τα σημεία που εξητάσθησαν στην ομιλία, καθώς και έντυπα. Όλ’ αυτά δεν εμείωσαν την αγάπη μας για την αλήθεια. Αντιθέτως, υποκινούμενος από την ενθάρρυνσι που ελάβαμε στη συνέλευσι κι από τους σκαπανείς, ερώτησα τη σύζυγό μου: «Αν υποτεθή ότι θα μπορούσε να ήμεθα τελικά απηλλαγμένοι από τις υποχρεώσεις μας προς τα πεθερικά μας, δεν φρονείς πως θα μπορούσαμε να εγκαταλείψωμε την εξασφαλισμένη αυτή θέσι και το σπίτι μας και ν’ αφοσιωθούμε τελείως στην υπηρεσία;» ««Ναι, γιατί όχι;» απήντησε η σύζυγός μου. «Το σπίτι και το περιβόλι απαιτούν τόσο πολύν χρόνο που θα μπορούσε ασφαλώς να διατεθή επωφελέστερα στο έργον του κηρύγματος.» Αυτή και μόνο η γνώσις εγέμισε την καρδιά μου από μεγάλη χαρά.

Η ΠΥΛΗ ΠΡΟΣ ΤΗΝ ΥΠΗΡΕΣΙΑ ΣΚΑΠΑΝΕΩΣ

Πέρασε ενάμισυ έτος. Η σύζυγός μου κι εγώ ήμεθα μόνοι στο μεγάλο μας σπίτι. Ο πεθερός μου, που δεν ήταν καλά στην υγεία του επί ένα χρονικό διάστημα, πέθανε, η δε πεθερά μου ήθελε να ζήση τα υπόλοιπα χρόνια της με τον αδελφό της που εχήρευσε. Δεν είχαμε παιδιά ακόμη, πράγμα που μας ήταν λυπηρό σε κάποιο βαθμό, διότι αγαπούμε τα παιδιά. Τι θα μας εμπόδιζε, λοιπόν, να θέσωμε σ’ εφαρμογή, με τη βοήθεια του Ιεχωβά, αυτό που μας εφαίνετο λίαν πολύτιμο—την υπηρεσία σκαπανέως; Αμέσως, αλλά προσεκτικά και με προσευχή, εσταθμίσαμε τα υπέρ και τα κατά του θεοκρατικού μας σχεδίου. Πώς αλλιώς θα μπορούσε να γίνη; Η εκλογή μας έγινε!

Στη διάρκεια ενός εμπορικού ταξιδιού επληροφόρησα τον προϊστάμενό μου για τα σχέδια μου. Τ’ άκουσε με ηρεμία και κατόπιν έρριψε μερικά επιχειρήματα στην πλάστιγγα, τα οποία, από ανθρώπινη άποψι, θα μπορούσαν να μεταβάλουν τη σκέψι μου. Αλλ’ η απόφασίς μας εβασίζετο στον λόγον του Θεού, και με τη βοήθεια του πνεύματός του και της αγάπης της αληθείας μπορέσαμε να σταθεροποιηθούμε. Βρήκα έναν αγοραστή για το σπίτι μου, και το πρωί της αναχωρήσεώς μας για το Παρίσι μέσω Βέρνης υπεγράφη το συμβόλαιο της πωλήσεως.

ΕΡΓΟΝ ΣΚΑΠΑΝΕΩΣ ΣΤΗ ΓΑΛΛΙΑ

Οι αδελφοί των Παρισίων μάς επεφύλαξαν θερμή υποδοχή. Το γραφείο μάς ανέθεσε τον Νομό των Άνω Πυρηναίων, και ύστερ’ από λίγες μέρες ανεχωρήσαμε από το Παρίσι με τον Αδελφό Χάουσνερ, έναν Τσέχο σκαπανέα, ο οποίος μας συνώδευσε, και συνταξιδέψαμε στον προορισμό μας. Επρόκειτο να συναντήσωμε άλλον ένα σκαπανέα, τον Αδελφό Ριέ, στην Ταρμπ, την κυρία πόλι του Νομού. Όταν εφθάσαμε, βρήκαμε ένα μικρό επιπλωμένο δωμάτιο. Τι διαφορά που είχε απ’ το δικό μας καθαρό και καλά τακτοποιημένο σπίτι! Αλλά κι αυτό το είχαμε λάβει υπ’ όψι, καθώς και την αλλαγή διατροφής. Χωρίς πια να χάσωμε άλλον καιρό, αρχίσαμε να κηρύττωμε τ’ αγαθά νέα, που μας έφεραν πολύ περισσότερες χαρές από την προηγούμενη πιο περιωρισμένη υπηρεσία μας.

«Τι συμβαίνει, αγαπητή μου; Γιατί είσαι τόσο ανήσυχη;» ερώτησα τη σύζυγό μου κάπως ανυπόμονα. «Ω, τίποτα ιδιαίτερο· μόνο λίγη φαγούρα έχω,» απήντησε. Άναψα το φως, και ω! μικρά ερυθρά ζωύφια, που ποτέ άλλοτε προηγουμένως δεν είχαμε συναντησεί, έφευγαν εσπευσμένως. Μη γνωρίζοντας τίποτε σχετικό, δεν τα είχαμε υπολογίσει αυτά. Εκαθαρίσαμε τα σινδόνια κι εβάλαμε στα τέσσερα πόδια του κρεβατιού μας δοχεία γεμάτα πετρέλαιο. Αυτός ήταν ο τρόπος να τα κρατήσωμε μακριά, σκεφθήκαμε. Πόσο εσφάλαμε όμως! Τη νύχτα εσκαρφάλωναν στους τοίχους και, πιθανώς καθοδηγούμενα από τη θερμή μας αναπνοή, αφέθησαν να πέσουν με ασφάλεια στο κρεββάτι μας. Αλλ’ ο Αδελφός Ρίε, που είχε περισσότερη πείρα όσον αφορά τους μικρούς αυτούς επισκέπτας, μας έδωσε κάποια καλή συμβουλή. Απλώς δεν τους αρέσει η φτέρη τοποθετούμενη κάτω από το στρώμα. Αυτό το βρήκαμε αληθές, και γρήγορα τα όχι ευπρόσδεκτα αυτά ζωύφια μάς έστρεψαν τη ράχι τους.

Μόλις επεράσαμε τη μικρή αυτή ενόχλησι, ελάβαμε μια κλήσι να παρουσιασθούμε στη νομαρχία. Ο αρμόδιος με υπεδέχθη μάλλον σκληρά και είπε: «Δεν είχατε ειπεί ότι ήσαστε τουρίστας και είχατε δώσει ένα παγκοσμίου φήμης ίδρυμα ως σύσταση; Και τώρα διαπιστώνομε ότι προσπαθείτε να διαθέσετε θρησκευτικά βιβλία στους κατοίκους του τόπου.» Εγώ απήντησα: «Δεν κάνω αυτό το έργον για εμπορικό κέρδος, αλλά χρησιμοποιώ τον ελεύθερο χρόνο μου επωφελώς για να βοηθήσω ειλικρινείς ανθρώπους ν’ αποκτήσουν γνώσι των παρηγορητικών Γραφικών αληθειών.» Μου εζήτησε να του δώσω δύο βιβλία, και αφέθηκα προσωρινώς ελεύθερος με την αυστηρή διαταγή να μη συνεχίσω το έργον μου. Θα με καλούσαν και πάλιν. Κι αυτό, επίσης, δεν το υπελόγισα—τουλάχιστον όχι τόσο γρήγορα. Θα ήταν δυνατόν να σταματηθή το έργον που μόλις αρχίσαμε και να διατρέξωμε τον κίνδυνο να μας απελάσουν από τη χώρα; Μεγάλη λύπη κατέλαβε την τετραμελή μας ομάδα, ενώ εκάναμε τη δυσάρεστη έκθεσί μας για το γραφείο των Παρισίων. Με θέρμη προσευχηθήκαμε στον Ιεχωβά να καθοδηγήση τις Αρχές με τέτοιον τρόπο ώστε ν’ αποφασίσουν υπέρ ημών. Τίποτα δεν συνέβη. Πέρασαν μέρες. Η έντασίς μας ηύξησε. Κατόπιν, τελικά, ήλθε ένας αστυνομικός με μια νέα κλήσι. Με ανάμικτα αισθήματα πήγα στη νομαρχία, αφού εζήτησα την καθοδηγία του Ιεχωβά. Με υπεδέχθη ο ίδιος αρμόδιος και η αλλαγμένη έκφρασις του προσώπου του μ’ εγέμισε από θάρρος. Μου επέστρεψε τα δύο βιβλία και μειδιώντας μου είπε: «Μπορείτε να εξακολουθήσετε να εργάζεσθε στον ‘ελεύθερον χρόνον’ σας υπό ένα όρον—να επιστρέφετε στην Ταρμπ κάθε βράδυ.» Με την καρδιά μου υπερχειλίζουσα από χαρά, τα πόδια μου μόλις εφαίνοντο να εγγίζουν τη γη, καθώς διέτρεχα την απόστασι προς το σπίτι. Πόσο ευτυχείς κι ευγνώμονες ήμεθα όλοι προς τον ουράνιο Πατέρα μας, του οποίου η καθοδηγία ήταν τόσο έκδηλη!

Ύστερ’ απ’ αυτό είχαμε πολλή χαρά και πολλές ευλογίες σπείροντας την αλήθεια και κάνοντας επανεπισκέψεις. Ναι, ο γαμήλιος σύντροφος μου κι εγώ ανεγνωρίσαμε ότι αυτός ήταν, πραγματικά, ο ευτυχέστερος καιρός της ζωής μας. Η αγάπη μας για τον ουράνιο Πατέρα μας και τον αγαπητόν του Υιόν πολύ ενισχύθη απ’ αυτές τις πείρες.

ΥΠΕΡΝΙΚΗΣΙΣ ΜΕΓΑΛΥΤΕΡΩΝ ΔΥΣΚΟΛΙΩΝ

Μια μέρα, αφού εργάσθηκα σ’ ένα γειτονικό χωριό, συναντηθήκαμε σ’ ένα λιβάδι για ν’ απολαύσωμε μαζί το μεσημβρινό μας γεύμα. Ήταν μια ήπια μέρα του φθινοπώρου. Εδώ κι εκεί μπορούσαμε να βλέπωμε γεωργούς που έσυραν τα ιπποκίνητα κάρρα τους δια μέσου των αγρών, πολλοί δε απ’ αυτούς είχαν και κυνηγετικά όπλα για να σκοτώνουν αγριόπαπιες και άλλα ζώα, αν παρουσιάζετο ευκαιρία. Παρακολουθήσαμε έναν απ’ αυτούς τους νεαρούς γεωργούς καθώς επλησίαζε προς εμάς. Έσυρε τα ηνία· το κάρρο του εσταμάτησε. Κατέβασε το όπλο από τον ώμο του κι επήδησε απ’ το κάρρο. Ένας πυροβολισμός κι ο άνθρωπος έπεσε κάτω. Μια γυναίκα εκραύγαζε υστερικά, κι εμείς τρομαγμένοι προστεθήκαμε στους άλλους γεωργούς που έτρεχαν στον τόπο του δυστυχήματος.

«Μήπως μπορώ να σας βοηθήσω;» ερώτησα, «Ω, ναι, έχετε ένα αυτοκίνητο. Να η διεύθυνσις του γιατρού που είναι στην πλησιέστερη πόλι· παρακαλώ να τον φέρετε όσο μπορείτε γρήγορα.» Αφήνοντας πίσω τους τρεις συντρόφους μου, έτρεξα προς την πόλι. Ο γιατρός βιαστικά πήρε την τσάντα του και μ’ ακολούθησε με το ίδιο του αυτοκίνητο. Δυστυχώς ήταν πολύ αργά.

Δυο μέρες αργότερα, στις πέντε το πρωί, ακούσθηκε ένα δυνατό χτύπημα στην πόρτα μας. «Ανοίξτε μας· αστυνομία. Πρέπει να έλθετε αμέσως.» Επήδησα, εφόρεσα τα ρούχα μου κι άνοιξα την πόρτα. Δύο αστυνομικοί ανέμεναν να με πάρουν στην Εθνοφυλακή. Εκεί, αφού επερίμενα μισή ώρα, ωδηγήθηκα στον αξιωματικό. «Πού ήσουν προχθές την τάδε και τάδε ώρα;» ήταν η πρώτη, ερώτησις. «Τι έκανες εκείνη την ώρα;» Έπρεπε ν’ απαντήσω σε αλλεπάλληλες ερωτήσεις, και όσο μακρότερη ήταν η ανάκρισις τόσο καλύτερος εγίνετο ο αξιωματικός. Μετά από είκοσι λεπτά με ωδήγησαν σε άλλο θάλαμο, όπου, προς έκπληξίν μου, βρήκα τον Αδελφό Ριέ. Πέρασαν μόλις πέντε λεπτά κι ενεφανίσθη ο Αδελφός Χάουσνερ μετά από μια βραχεία ανάκρισι. Μας απέλυσαν χωρίς να μας δώσουν εξήγησι για το αν αυτό εσχετίζετο με τον ατυχή φόνο του γεωργού. Πιθανώς είχαμε καταγγελθή από κάποιον, αλλ’ οι σχετικές δηλώσεις μας εματαίωσαν τη συνωμοσία. Δεν μπορούσαμε να προΐδωμε τι πλεονεκτήματα μπορούσε να μας φέρη η στενώτερη αυτή επαφή με την αστυνομία.

Από τότε αρχίσαμε να επισκεπτώμεθα πρώτα την αστυνομία στον μεγάλο μας τομέα και να τους προσφέρωμε τα Γραφικά μας έντυπα. Μ’ αυτό θέλαμε να πούμε, «Τώρα ξέρετε ότι είμεθα εδώ.» Ναι, έπρεπε να μας γνωρίζουν κι έτσι δεν εξετελούντο οι επιθυμίες των φανατικών Καθολικών και των ιερέων των οι οποίοι έκαναν τηλεφωνήματα για να παραπονεθούν.

Μια εξαίρεσις αξιομνημόνευτη ήταν η περίπτωσις των αστυνομικών, οι οποίοι, υπακούοντας στις διαταγές του λοχίου, εξηρεύνησαν πολύ προσεκτικά το αυτοκίνητό μου και βρήκαν ένα μικρό κιβώτιο και μια βαριά τσάντα. «Ανοίξτε το κιβώτιο,» διέταξε ο λοχίας. «Ω, είναι γραμμόφωνο!» Προς μεγάλη μου ευχαρίστησι έπρεπε να τους παίξω λίγους δίσκους. Εδόθη μια καλή μαρτυρία, και το ζήτημα ετακτοποιήθη αμέσως.

Αφότου οι Αδελφοί Ριέ και Χάουσνερ ανεχώρησαν για τον νέο τόπο διορισμού των στο Αλγέριο, η σύζυγός μου κι εγώ αφέθημεν να εργασθούμε μόνοι στην Τουλούζη. Η χαρά στο έργον του Ιεχωβά δεν εμειώθη, αλλ’ ηυξήθη καθόσον βρήκαμε πολλά άτομα καλής θελήσεως κι αρχίσαμε να συμμελετούμε τη Σκοπιά με μερικά απ’ αυτά. Ένα γηραιότερο ζεύγος έδινε μαρτυρία σε κάθε ευκαιρία μεταξύ των φίλων του, ενώ δύο νεαροί ξεκίνησαν στην υπηρεσία μαζί μας. Υπήρχε καλή προοπτική για την ίδρυσι μιας εκκλησίας.

Όταν επήγαμε στην Ελβετία στις αρχές του Αύγουστου 1939, για να παρακολουθήσωμε τη συνέλευσι της Ζυρίχης, αφήσαμε τα περισσότερα προσωπικά μας πράγματα στους φίλους μας της Τουλούζης και τους αποχαιρετήσαμε μ’ ένα ευτυχισμένο «Ωρεβουάρ» («εν τω επανιδείν»). Αλλ’ ίσαμε σήμερα δεν επανείδαμε αλλήλους. Μόλις είχαμε διασχίσει τα σύνορα, οπότε ήσαν αποκλεισμένα με συρματοπλέγματα και διεξήγετο ο Δεύτερος Παγκόσμιος Πόλεμος με όλες τις τρομερές του συνέπειες. Από τότε εμάθαμε ότι ιδρύθησαν δυνατές εκκλησίες στην Ταρμπ και ιδιαίτερα στην Τουλούζη.

ΠΕΡΑΙΤΕΡΩ ΥΠΗΡΕΣΙΑ ΣΤΗΝ ΕΛΒΕΤΙΑ

Αψηφώντας τα πάντα, συνεχίσαμε το ιεραποστολικό μας έργον στην ίδια μας χώρα, και ύστερ’ από ένα έτος εκλήθημεν να υπηρετήσωμε στο Μπέθελ της Βέρνης. Αυτό υπήρξε ένα μεγάλο προνόμιο, και στα περασμένα είκοσι ένα χρόνια εδώ στο Μπέθελ μπορέσαμε να δείξωμε και να ενισχύσωμε την αγάπη μας για τη Θεία αλήθεια και σε ευνοϊκούς χρόνους και σε ταραχώδεις εποχές.

Αυτό απεδείχθη χρήσιμο σ’ εμένα σε μια μεγαλύτερη συγκέντρωσι στην ίδια ακριβώς αίθουσα συνελεύσεως της Λουκέρνης, όπου είχε ομιλήσει ο Αδελφός Ρόδερφορδ, διότι εκτός από το έργον μου στο Μπέθελ είχα και την ευκαιρία να είμαι υπηρέτης περιφερείας. Η ομιλία μου είχε διαφημισθή ευρέως, αλλ’ η Καθολική Δράσις δεν παρέμεινε αδρανής. Η αίθουσα ήταν γεμάτη, ως το τελευταίο κάθισμα. Στη διάρκεια των πρώτων δεκαπέντε λεπτών τίποτα δεν συνέβη. Κατόπιν, καθώς έδινα Γραφική απόδειξι ότι τα θρησκευτικά συστήματα του Χριστιανικού κόσμου δεν έλαβαν θέσι εναντίον των δύο παγκοσμίων πολέμων ούτε και αντετέθησαν έντονα σ’ αυτούς, εβρόντησε μια φωνή από τις πιο μακρινές σειρές του εξώστου, «Αυτό δεν είναι αλήθεια!» Αμέσως πολλοί νεαροί στο μέσον και στα πλάγια της αιθούσης αντέδρασαν κι άρχισαν να σφυρίζουν. Ο Ιεχωβά μου έδωσε δύναμι να επιτιμήσω ήρεμα τους ταραξίας και να τους προτρέψω να ησυχάσουν. Και άκουσαν, εκτός από δύο ή τρία άτομα που εγκατέλειψαν την αίθουσα. Αλλ’ ύστερ’ από είκοσι λεπτά τα πράγματα έγιναν πιο σοβαρά κι άρχισε μια «συναυλία σφυριγμάτων», και μερικοί νεαροί σηκώθηκαν από τα καθίσματά των. Οι παρόντες ακροαταί τούς ανεχαίτισαν για λίγη ώρα, αλλά κατόπιν διέκοψα την ομιλία μου κι ερώτησα όλους τους παρόντας «Συμφωνείτε με τη διαγωγή των ανθρώπων αυτών;» Ένα ηχηρό «Όχι» ήταν η απάντησις. «Τότε θα ήθελα να υποδείξω σ’ εκείνους του δεν συμφωνούν με ό,τι λέγω ν’ ακούσουν την ομιλία μου ως το τέλος, να λάβουν σημειώσεις και κατόπιν φανερά να εκθέσουν τις αντιρρήσεις και τις απορίες των.» Αυτό είχε το ποθούμενον αποτέλεσμα και η διάλεξις συνεχίσθη ως το τέλος. Στο τέλος της ομιλίας ήταν ενθαρρυντικό να βλέπη κανείς μικρές ομάδες νεαρών να σχηματίζωνται γύρω από ωρίμους αδελφούς και να συζητούν μαζί τους για την αλήθεια, και να τους παρακολουθή να δέχονται έντυπα και να φεύγουν ήσυχα απ’ την αίθουσα, και μάλιστα κάπως ντροπιασμένοι. Μερικοί απ’ αυτούς παρακολούθησαν και όλες τις μετέπειτα διαλέξεις.

Το Μπέθελ εξακολουθεί να μας παρέχη μια ποικίλη ζωή, πολλά προνόμια υπηρεσίας, ανέκφραστες χαρές, αλλά και δοκιμασίες επίσης από διάφορες απόψεις. Είχα επανειλημμένες και δελεαστικές προσφορές εργασίας από προηγουμένους εργοδότας και συγγενείς. Ερωτήσαμε τους εαυτούς μας: «Δεν θα ήταν παράλογο και πολύ ασύνετο ν’ αφήσωμε την οδόν της αληθείας και μαζί μ’ αυτή την οδό της ζωής χάριν των μεταβατικών αυτών πραγμάτων;» Κάθε φορά απερρίπταμε αποφασιστικά τα δελεάσματα αυτά. Ποιος μας δίνει την αναγκαία δύναμι; Ο Ιεχωβά, ο αγαθός ουράνιος Πατήρ μας που μας ωδήγησε στην αγάπη του. Αγαπούμε την αλήθειά του και είναι ολόκαρδη η επιθυμία μας, με τη βοήθειά του, να μην την αφήσωμε ποτέ.

    Ελληνικές Εκδόσεις (1950–2025)
    Αποσύνδεση
    Σύνδεση
    • Ελληνική
    • Κοινή Χρήση
    • Προτιμήσεις
    • Copyright © 2025 Watch Tower Bible and Tract Society of Pennsylvania
    • Όροι Χρήσης
    • Πολιτική Απορρήτου
    • Ρυθμίσεις Απορρήτου
    • JW.ORG
    • Σύνδεση
    Κοινή Χρήση