Το Βιβλίο του Μορμόνου Παραβαλλόμενο με τη Βίβλο
ΣΤΑ μέλη της Εκκλησίας του Ιησού Χριστού των Αγίων της Εσχάτης Ημέρας, το Βιβλίο του Μορμόνου είναι ο λόγος του Θεού και θεωρείται ότι είναι σε πλήρη αρμονία με την Αγία Γραφή. Η άποψίς των εδηλώθη συνοπτικά από τον Μπρίγκαμ Γιώγκ στη Τζόρναλ οφ Ντισκόρσες της 13ης Ιουλίου 1862: «Το Βιβλίο του Μορμόνου σε καμμιά περίπτωσι δεν αντιφάσκει στη Γραφή. Έχει πολλές λέξεις όμοιες με της Γραφής, και ως σύνολον αποτελεί μια ισχυρή μαρτυρία για τη Γραφή.» Οι Μορμόνοι, με τη στερρή αυτή πεποίθησι στο Βιβλίο του Μορμόνου, δεν πρέπει να έχουν αντίρρησι, όταν οι άλλοι παραβάλλουν το βιβλίο των με την Αγία Γραφή. Η δημοσία εκπεφρασμένη πεποίθησίς των, ότι το βιβλίο των είναι αληθές, αποτελεί πρόσκλησι στους άλλους να κάμουν μια τέτοια σύγκρισι. Αλλ’ ας συγκρίνωμε πρώτα σύντομα το ιστορικό των δύο αυτών βιβλίων.
Η συγγραφή της Βίβλου έγινε σε χρονική περίοδο που υπερβαίνει τα 1600 χρόνια, μέγα δε μέρος της ιστορικής της αφηγήσεως επεβεβαιώθη από πολλά αρχαιολογικά ευρήματα καθώς και από κοσμικούς ιστορικούς διαφόρων εποχών. Χιλιάδες αντίγραφα της Βίβλου στις πρωτότυπες γλώσσες, που έχουν γίνει με το χέρι και χρονολογούνται από την εποχή σχεδόν των αποστόλων, υπάρχουν σήμερα. Αυτά είναι στη διάθεσι των λογίων όλων των γλωσσών για εξέτασι.
Το Βιβλίο του Μορμόνου ισχυρίζεται ότι καλύπτει περίοδο από το έτος 600 π.Χ. περίπου ως το 421 μ.Χ. περίπου. Ο Ιωσήφ Σμιθ ισχυρίσθη ότι το μετέφρασε από χρυσές πλάκες, τις οποίες βρήκε μέσα σε μια κρύπτη που του απεκάλυψε ένας άγγελος. Ο λόγος, για τον οποίον οι πλάκες ή αντίτυπα του κειμένου αυτών δεν διατίθενται για εξέτασι, εξηγείται με το ότι ο άγγελος απηγόρευσε στον Ιωσήφ Σμιθ να τις δείξη σε οποιονδήποτε εκτός απ’ εκείνους που ωρίσθησαν από τον άγγελο. Αφού έγινε το έργον της μεταφράσεως, ο άγγελος λέγεται ότι αφήρεσε τις πλάκες.
Το πλήθος των αρχαιολογικών στοιχείων και οι κοσμικές ιστορήσεις, που επιβεβαιώνουν την ακρίβεια της Βιβλικής ιστορίας, απουσιάζουν καταφανώς όσον αφορά το τμήμα που λέγεται ότι είναι ιστορικό αφήγημα στο Βιβλίο του Μορμόνου. Ούτε η βαθιά μυστικότης, που περιέβαλε τη συγγραφή του Βιβλίου του Μορμόνου, αποτελεί χαρακτηριστικόν της συντάξεως της Γραφής. Οι λίθινες πλάκες, πάνω στις οποίες ο Θεός έγραφε τον Νόμο, ούτε ελήφθησαν πίσω από κανέναν άγγελο, ούτε και στον Μωυσή απηγορεύθη να τις επιδείξη. Το ίδιο μπορεί να λεχθή και για τα άλλα συγγράμματα, που αποτελούν τη Γραφή. Αυτά επεδείχθησαν δημοσία, αντίγραφα δε αυτών διενεμήθησαν ευρύτατα.
ΤΟ ΥΠΕΡΤΑΤΟΝ ΟΝ
Αν το Βιβλίο του Μορμόνου περιέχη τον λόγον του Θεού, οι δοξασίες του πρέπει να εναρμονίζωνται με την Αγία Γραφή. Ας ιδούμε αν είναι έτσι ως προς το τι λέγει περί του Θεού. Σχετικά με Αυτόν ο Μωσίας 3:15 λέγει: «Διότι ιδού, έρχεται ώρα, και δεν είναι πολύ μακράν, ότε με δύναμι, ο Παντοδύναμος Κύριος, ο οποίος βασιλεύει και ο οποίος είναι από όλη την αιωνιότητα σε όλη την αιωνιότητα, θέλει καταβή από τον ουρανό αναμέσον των τέκνων των ανθρώπων, και θέλει κατοικήσει σε μια χοϊκή σκηνή και θέλει προχωρήσει μεταξύ των ανθρώπων, απεργαζόμενος θαύματα μεγάλα». Ενταύθα βρίσκομε ν’ αντανακλάται η λαϊκή δοξασία περί τριάδος, των εκκλησιών του «Χριστιανικού κόσμου», τις οποίες εκκλησίες ο Ιωσήφ Σμιθ θεωρούσε ως πεπλανημένες.
Εξετάστε λίγα ακόμη παραδείγματα και παρατηρήστε πώς το Βιβλίο του Μορμόνου τολμηρά βεβαιώνει ότι ο Θεός κι ο Χριστός είναι ένας Θεός. Το Άλμα 11:38, 39 λέγει: «Τώρα ο Ζεεσρώμ λέγει πάλι σ’ αυτόν: Είναι ο Υιός του Θεού ο ίδιος ο Αιώνιος Πατήρ; Και ο Αμολέκ είπε σ’ αυτόν: Ναι, είναι ο ίδιος ο Αιώνιος Πατήρ του ουρανού και της γης». Ο Μορμόνος 7:7 ομιλεί περί ωδής αίνων «προς τον Πατέρα, και προς τον Υιόν, και προς το Άγιο Πνεύμα, που είναι ένας Θεός, σε μια κατάστασι ευτυχίας που δεν έχει τέλος.» Το Βιβλίο του Μορμόνου λέγει ότι ο Ιησούς Χριστός είπε καθαρά, στο 3 Νέφι 11:14, «Εγώ είμαι ο Θεός του Ισραήλ, και ο Θεός όλης της γης, και έχω φονευθή για τις αμαρτίες του κόσμου».
Πουθενά η Γραφή δεν κάνει τέτοιες τριαδικές δηλώσεις. Ποτέ ο Ιησούς Χριστός δεν ισχυρίσθη ότι είναι ο «Θεός πάσης της γης» ή ο «Θεός του Ισραήλ». Σ’ αυτό το σημείο το Βιβλίο του Μορμόνου αντιφάσκει προς την Αγία Γραφή. Η Γραφή, αντί να λέγη ότι ο Πατήρ και ο Υιός είναι ένας Θεός, αποκαλύπτει ότι ο Υιός είναι ένα κτίσμα, που υπήρξε η αρχή της κτίσεως του Δημιουργού και που υπόκειται στον Πατέρα, ακόμη και μετά την ανάληψί του στον ουρανό. Αυτό καταφαίνεται στην επιστολή 1 Κορινθίους 15:28, «Όταν δε υποταχθώσιν εις αυτόν τα πάντα, τότε και αυτός ο Υιός θέλει υποταχθή εις τον υποτάξαντα εις αυτόν τα πάντα, δια να ήναι ο Θεός τα πάντα εν πάσι».
Ο Ιησούς Χριστός, αντί να ισχυρίζεται ότι είναι ο Θεός εν σαρκί, ετόνισε την εξάρτησί του από τον Πατέρα και την κατωτερότητα του σχετικά μ’ αυτόν, λέγοντας τα εξής: «Δεν δύναμαι εγώ να κάμνω απ’ εμαυτού ουδέν. Καθώς ακούω, κρίνω· και η κρίσις η εμή δικαία είναι· διότι δεν ζητώ το θέλημα το εμόν, αλλά το θέλημα του πέμψαντός με Πατρός».—Ιωάν. 5:30.
Συχνά το Εβραϊκό κείμενο της Βίβλου αναφέρεται στη μεγάλη πηγή της ζωής ως Ελοχίμ. Η περί τριάδος δοξασία δεν αποδεικνύεται από το γεγονός ότι αυτή η λέξις απαντά στον γραμματικό τύπο του πληθυντικού. Εφαρμόζεται όχι μόνο στον αληθινό Θεό αλλά και στον ειδωλολατρικό θεό Δαγών, όπως αναφέρεται στους Κριτάς 16:23, 24. Το οριστικό άρθρο χα, όταν αναφέρεται στον Πατέρα, ο οποίος καθορίζεται στη Γραφή με το κύριον όνομα Ιεχωβά, συχνά χρησιμοποιείται πριν από τη λέξι Ελοχίμ. Αντί να δείξη πλειότητα θεών ή προσώπων σ’ ένα Θεό, σημαίνει τον πληθυντικό αριθμό της μεγαλειότητος ή εξοχότητος, όπως συμβαίνει με τη βασιλική έκφρασι «ημείς».
Ο ΙΗΣΟΥΣ ΧΡΙΣΤΟΣ
Μερικά βιβλία μέσα στο Βιβλίο του Μορμόνου χρονολογούνται πριν από την έλευσι του Χριστού, αλλά μιλούν επανειλημμένως για τον Ιησού Χριστό, για την εξιλεωτική θυσία του, για την ανάστασί του, για το βάπτισμα του στο νερό, για το βάπτισμά του από το άγιο πνεύμα, για τη σωτηρία του ανθρώπου μέσω του Χριστού και για την ανάγκη της ασκήσεως πίστεως σ’ αυτόν για σωτηρία. Αυτά τα πράγματα μνημονεύονται με τη μεγάλη συχνότητα, που χαρακτηρίζει τα φιλολογικά έργα, τα οποία έγιναν μετά τον θάνατο και την ανάστασι του Ιησού. Τέτοιες δηλώσεις γι’ αυτόν γίνονται αναχρονισμοί με τη χρονική τοποθέτησι που τους δίδεται από το Βιβλίο του Μορμόνου. Αυτές, επειδή δεν είναι με χρονολογική τάξι, συγκρούονται με τη Γραφή, η οποία θέτει όμοιες δηλώσεις μετά Χριστόν, όχι πριν από την έλευσί του.
Όπως θ’ ανεμένετο, όταν γίνεται λόγος περί γεγονότων χωρίς χρονολογική τάξι, το Βιβλίο του Μορμόνου κατά περιστάσεις μεταπηδά και τ’ αναφέρει σε παρελθόντα χρόνο αντί σε μέλλοντα. Στο 2 Νέφι 31:6, 8 αυτό γίνεται. Αυτά τα εδάφια, μιλώντας για τον Ιησού Χριστό, λέγουν: «Τώρα, θα ήθελα να σας ρωτήσω, αγαπητοί μου αδελφοί, πού ο Αμνός του Θεού εξεπλήρωσε πάσαν δικαιοσύνην βαπτιζόμενος με νερό; Γι’ αυτό και μετά το βάπτισμα του με νερό το Άγιο Πνεύμα κατήλθε επάνω του με μορφή περιστεράς». Σ’ αυτά τα εδάφια ορίζεται χρονολογία μεταξύ του 559 π.Χ. και 545 π.Χ. Το ίδιο γίνεται και στο 2 Νέφι 33:6: «Αγάλλομαι στον Ιησούν μου, διότι ελύτρωσε την ψυχήν μου από τον άδη». Πώς μπορεί ένα άτομο που υποτίθεται ότι έζησε πολύ πριν από τη θυσία του Χριστού να πη ότι ο Χριστός τον ελύτρωσε;
Περίπου 124 χρόνια πριν γεννηθή ο Ιησούς στη Βηθλεέμ, το Βιβλίο του Μορμόνου παρουσιάζει λαόν που αναφωνεί: «Ω ελέησέ μας, και υπολόγισε σε μας το απολυτρωτικό αίμα του Χριστού για να λάβωμε άφεσι των αμαρτιών μας, και αγνισμό των καρδιών μας· διότι πιστεύομε στον Ιησού Χριστό, τον Υιό του Θεού, ο οποίος εδημιούργησε τον ουρανό και τη γη, και τα πάντα· ο οποίος θα καταβή μεταξύ των τέκνων των ανθρώπων». (Μωσίας 4:2) Πώς μπορεί ένας λαός να κράζη για συγχώρησι αμαρτιών με το εξιλεωτικό αίμα του Χριστού πολύ πριν χυθή αυτό το αίμα και σε καιρό που ο λαός του Θεού απητείτο να στηρίζεται στις θυσίες ζώων σύμφωνα με τον Νόμο για την εξάλειψι αμαρτιών;
Γιατί κανένας από τους συγγραφείς της Εβραϊκής Βίβλου δεν ομιλεί για τον Ιησού Χριστό, για την εξιλεωτική του θυσία και την ανάστασί του, όπως λέγει το Βιβλίο του Μορμόνου; Μήπως ο Θεός απεκάλυψε τα ζωτικώς σπουδαία αυτά πράγματα σε ανθρώπους που ζούσαν στη Βόρειο Αμερική εκείνο τον καιρό και όχι σ’ αυτούς τους αγαπητούς Εβραίους δούλους του; Ο Μωσίας 3:13 λέγει: «Κύριος ο Θεός απέστειλε τους αγίους προφήτας του αναμέσον όλων των τέκνων των ανθρώπων, για να αναγγείλωσι αυτά σε κάθε φυλή, έθνος, και γλώσσα, ώστε οποιοσδήποτε ήθελε πιστεύσει ότι ο Χριστός θα ήρχετο, να λάβη άφεσι των αμαρτιών του». Γιατί, τότε, οι προφήται που έζησαν πριν από το έτος 124 π.Χ., οπότε υπετίθετο ότι είχε γραφή το βιβλίο του Μωσία, δεν τα μνημονεύουν αυτά στα θεόπνευστα συγγράμματα των;
Θα ήταν εντελώς απίστευτο να ισχυρισθή κανείς ότι το κείμενο της Γραφής, όπως το έχομε σήμερα, είναι τόσο ελαττωματικό λόγω σφαλμάτων κατά την αντιγραφή, ώστε να μη παραμείνη ούτε μια μνεία περί του Ιησού Χριστού ονομαστικά και περί της θυσίας του στα άφθονα συγγράμματα των Εβραϊκών Γραφών. Αν υπήρξαν ποτέ τέτοιες μνείες, οι συγγραφείς των Χριστιανικών Ελληνικών Γραφών ασφαλώς θα τις εμνημόνευαν. Το Βιβλικό κείμενο, όπως το έχομε σήμερα, αντί να είναι χονδροειδώς ελαττωματικό, έχει διυλισθή με τη συμπαραβολή του με πολύ αρχαία χειρόγραφα ως το σημείο που να είναι πολύ ακριβές, λίγο διάφορο απ’ ό,τι είχαν οι απόστολοι. Εκείνο, που υπόκειται σε υπόνοια, δεν είναι η ακρίβεια της βίβλου, αλλ’ η ακρίβεια του Βιβλίου του Μορμόνου.
Παρά το γεγονός ότι η Ελληνική λέξις βιβλία, από την οποία λαμβάναμε τη λέξι Βίβλος, δεν εχρησιμοποιείτο ως τίτλος για τις Γραφές ως τον πέμπτον αιώνα μετά Χριστόν, το Βιβλίο του Μορμόνου έχει τη λέξι που εχρησιμοποιείτο 500 και πλέον χρόνια προ Χριστού. Λέγει στο 2 Νόφι 29:3, 10, «Πολλοί από τους Εθνικούς θα είπουν: Μια Βίβλος! Μια Βίβλος! Έχομε μια Βίβλο, και δεν μπορεί να υπάρξη οποιαδήποτε άλλη Βίβλος. Γι’ αυτό, επειδή έχετε μια Βίβλο δεν είναι ανάγκη να υποθέσετε ότι περιέχει όλους τους λόγους μου». Η λέξις «Βίβλος», ή βιβλία, ή «βιβλιάρια», εφαρμόζεται στο σύνολο των θεοπνεύστων συγγραμμάτων, που είναι δεμένα σε μορφή κώδικος, δηλαδή με φύλλα και καλύμματα. Δεν υπήρχε μια τέτοια συλλογή, όταν υπετίθετο ότι εγράφη το 2 Νέφι. Ιδού, λοιπόν, άλλη μια ασυνέπεια από μέρους του Βιβλίου του Μορμόνου.
ΒΙΒΛΙΚΕΣ ΠΕΡΙΚΟΠΕΣ ΚΑΙ ΕΚΦΡΑΣΕΙΣ
Ένα πράγμα, που προξενεί μεγάλη κατάπληξι όσον αφορά το Βιβλίο του Μορμόνου, είναι οι συχνές περικοπές ή σχεδόν περικοπές που παραθέτει από τη Γραφή, την Κατ’ Εξουσιοδότησιν Μετάφρασι ή Μετάφρασι Βασιλέως Ιακώβου. Αυτή ήταν η λαϊκή μετάφρασις των ημερών του Ιωσήφ Σμιθ. Τα βιβλία της Γραφής αρχικά εγράφησαν στην Εβραϊκή, Αραμαϊκή και Ελληνική χωρίς διαιρέσεις σε κεφάλαια και εδάφια. Αυτές έγιναν στον δέκατο έκτο αιώνα μετά Χριστόν. Αλλά στις πολυάριθμες άμεσες περικοπές της Γραφής, που παρατίθενται στο Βιβλίο του Μορμόνου, γενικά χρησιμοποιούνται οι ίδιες ακριβώς διαιρέσεις εδαφίων, που βρίσκονται και στην Κατ’ Εξουσιοδότησιν Μετάφρασι. Εκτός από την κατά περιστάσεις προσθήκη ολίγων λέξεων, οι περικοπές είναι ομοιότυπες με εκείνες της Κατ’ Εξουσιοδότησιν Μεταφράσεως. Παραδείγματος χάριν: Τα 1 Νέφι 20 και 21 είναι τα ίδια όπως και στον Ησαΐα 48 και 49· τα 2 Νέφι 7 και 8 είναι τα ίδια που είναι και στον Ησαΐα 50 έως 52:2· Το 2 Νέφι 12 έως 24 είναι τα ίδια με το Ησαΐας 2 έως 14· τα 2 Νέφι 27:25-35 είναι τα ίδια του Ησαΐα 29:13-24· Το Μωσίας 14 είναι το ίδιο με το Ησαΐας 53· το 3 Νέφι 24 είναι το ίδιο με το Μαλαχίας 3· το 3 Νέφι 25 είναι το ίδιο με το Μαλαχίας 4, το δε Μορόνι 10:9-17 είναι κατά βάσιν το ίδιο με το 1 Κορινθίους 12:8-11. Αυτές είναι λίγες μόνον από τις πολλές άμεσες σχεδόν περικοπές που έχουν ληφθή από την Κατ’ Εξουσιοδότησιν Μετάφρασι της Βίβλου.
Αρκετά ενδιαφέρον είναι ότι το Βιβλίο του Μορμόνου παρουσιάζει ανθρώπους οι οποίοι υποτίθεται ότι έζησαν μερικές εκατοντάδες χρόνια προ Χριστού, να χρησιμοποιούν εκφράσεις που βρίσκονται στις Ελληνικές Γραφές της Βίβλου, οι οποίες Γραφές εγράφησαν μετά την εποχή του Χριστού. Η έκφρασις του Παύλου στην επιστολή προς Εβραίους 13:8 χρησιμοποιείται τουλάχιστον πέντε φορές. Ο Παύλος είπε: «Ο Ιησούς Χριστός είναι ο αυτός χθες και σήμερον, και εις τους αιώνας». Η πρώτη του εμφάνισις στο Βιβλίο του Μορμόνου είναι στο 1 Νέφι 10:18, που υποτίθεται ότι εγράφη πάνω από 600 χρόνια πριν από την εποχή του αποστόλου Παύλου. Λέγει: «Διότι αυτός είναι ο ίδιος χθες, σήμερα, και στους αιώνες». Τα άλλα μέρη, όπου εμφαίνεται είναι το 2 Νέφι 27:23, Άλμα 31:17, Μορμόνος 9:9 και Μορόνι 10:19. Η φράσις που εχρησιμοποίησε ο Παύλος για την ανάστασι των κεχρισμένων ακολούθων του Χριστού στην επιστολή 1 Κορινθίους 15:53, χρησιμοποιείται, επίσης, σε διάφορα μέρη. Ο Παύλος είπε: «Διότι πρέπει το φθαρτόν τούτο να ενδυθή αφθαρσίαν, και το θνητόν τούτο να ενδυθή αθανασίαν». Παρατηρήστε την ομοιότητα του Μωσίας 16:10 με την περίφημη αυτή φράσι: «Και το θνητόν αυτό θα ενδυθή αθανασίαν, και η φθορά αυτή θα ενδυθή αφθαρσίαν». Ποικιλίες τούτου εμφαίνονται στο Άλμα 40:2 και 41:4. Και τα δύο αυτά βιβλία χρονολογούνται προ Χριστού.
Στην επιστολή προς Εβραίους 3:8, 11, που παραθέτει από τον Ψαλμό 95:8, 11, είναι γραμμένο: «Μη σκληρύνητε τας καρδίας σας, ως εν τω παραπικρασμώ, κατά την ημέραν του πειρασμού εν τη ερήμω. “Ούτως ώμοσα εν τη οργή μου, Δεν θέλουσιν εισέλθει εις την κατάπαυσίν μου”.» Ιδέτε την ομοιότητα της δηλώσεως αυτής στο Άλμα 12:35, που χρονολογείται 82 π.Χ.: «Όποιος σκληρύνει την καρδιά του και πράξη αδικία, ιδού, εγώ ομνύω εν τη οργή μου ότι δεν θέλει εισέλθει εις την ανάπαυσίν μου». Τα εδάφια 36 και 37 επαναλαμβάνουν αυτή τη φράσι. Λίγα εδάφια πίσω στο ίδιο κεφάλαιο υπάρχει άλλη φράσις που βρίσκεται στην προς Εβραίους επιστολή του Παύλου με μια ελαφρά παραλλαγή. Ο στίχος 27 λέγει: «Ήταν καθωρισμένον για τους ανθρώπους ότι πρέπει ν’ αποθάνωσι· και μετά τον θάνατον, πρέπει να έλθουν σε κρίσι». Η ίδια φράσις αναγράφεται στην επιστολή προς Εβραίους 9:27.
Ενίοτε ένας στίχος στο Βιβλίο του Μορμόνου περιέχει γνωστές φράσεις που αναγράφονται σε δύο ή και περισσότερες θέσεις στην Αγία Γραφή. Παραδείγματος χάριν, το Άλμα 34:36 λέγει: «Γνωρίζω τούτο, διότι ο Κύριος είπε ότι δεν κατοικεί εις ανοσίους ναούς, αλλ’ εις τας καρδίας των δικαίων κατοικεί· είπε δ’ επίσης ότι οι δίκαιοι θέλουσι καθήσει εν τη βασιλεία του, ίνα μη εξέλθουν πλέον· πλην τα ιμάτιά των πρέπει να λευκανθούν δια του αίματος του Αρνίου». Το μέρος που λέγει ότι ο Θεός δεν κατοικεί σε ναούς είναι μια παραλλαγή της δηλώσεως του Στεφάνου στις Πράξεις 7:48. Ο Ιησούς ήταν εκείνος, που είπε ότι οι δίκαιοι θα καθήσουν στη βασιλεία. Τα λόγια του αναγράφονται στο Λουκάν 13:29. Το μέρος που λέγει για τα λευκά μάτια ανταποκρίνεται προς το εδάφιο Αποκάλυψις 7:14. Ένα άλλο παράδειγμα είναι το Μορμόνος 9:9: «Διότι, δεν αναγινώσκομεν ότι ο Θεός είναι ο αυτός χθες, σήμερον, και πάντοτε, και σ’ αυτόν δεν υπάρχει αλλοίωσις ή σκιά μεταβολής;» Αυτές οι φράσεις προήλθαν από τα εδάφια Εβραίους 13:8 και Ιακώβου 1:17. Μολονότι ο Μορμόνος υποτίθεται ότι τα είπε αυτά στη Βόρειο Αμερική, 400 περίπου χρόνια μετά Χριστόν, προφανές είναι από πού προήλθε αυτή η δήλωσις.
Το Βιβλίο του Μορμόνου παρουσιάζει τον Ιησού Χριστό εμφανιζόμενον εν σαρκί στον λαό της Βορείου Αμερικής μετά την ανάστασι και την ανάληψί του. Μέγα μέρος απ’ αυτά, που τον παρουσιάζει να μιλή στον λαό, είναι φράσεις γραμμένες μέσα στη Βίβλο. Μακρές περικοπές από την Κατ’ Εξουσιοδότησιν Μετάφρασι εκείνων που είχε πει στην Παλαιστίνη τίθενται στο στόμα του ως λεχθέντα στη Βόρειο Αμερική. Παραδείγματος χάριν, το 3 Νέφι 12:3-18, 21-28 και 31-45 είναι σχεδόν ομοιότυπα, εδάφιο προς εδάφιο, με το κατά Ματθαίον 5:3-18, 21-28 και 31-45 στην Κατ’ Εξουσιοδότησιν Μετάφρασι. Αυτό θα διαπιστωθή, επίσης, όταν συμπαραβληθή το 3 Νέφι 13 με το κατά Ματθαίον 6 καθώς και το 3 Νέφι 14 με το κατά Ματθαίον 7. Ο τύπος των ομοιοτήτων, που αποκαλύπτει η συμπαραβολή των χωρίων αυτών, δεν θα υπήρχε, αν ο Ιησούς επανελάμβανε αληθινά αυτά τα πράγματα σε άλλο λαό κι εγράφοντο αυτά από διαφόρους συγγραφείς σε μια διαφορετική γλώσσα.
Πολλές από τις δηλώσεις του Ιησού, που αναγράφονται στη Γραφή, μπορούν να βρεθούν γενναιόδωρα εγκατεσπαρμένες σε όλο το Βιβλίο του Μορμόνου, από τα μέρη που χρονολογούνται σχεδόν 600 χρόνια πριν από τη γέννησί του ως εκείνα που χρονολογούνται πάνω από 400 χρόνια μετά τη γέννησί του. Ό,τι είπε ο Ιησούς για τα πρόβατα του στο κατά Ιωάννην 10:9, 14, 16 βρίσκεται, εν μέρει, στο 1 Νέφι 22:25, που χρονολογείται 588 χρόνια προ Χριστού. Το Άλμα 31:37 χρησιμοποιεί τα λόγια του Ιησού στο κατά Λουκάν 12:22, μολονότι αυτό το βιβλίο είναι χρονολογημένο 74 χρόνια πριν από τη γέννησί του. Η πασίγνωστη φράσις του Ιησού στο Ματθαίον 16:19, όπου είπε στον Πέτρο: «Ό,τι εάν δέσης επί της γης, θέλει είσθαι δεδεμένον εν τοις ουρανοίς και ό,τι εάν λύσης επί της γης, θέλει είσθαι λελυμένον εν τοις ουρανοίς», βρίσκεται στο Χελαμάν 10:7, το οποίον λέγει: «Ιδού, σου δίνω εξουσία, και ό,τι σφραγίσης πάνω στη γη θα είναι σφραγισμένο στον ουρανό· και ό,τι λύσης επάνω στη γη θα είναι λελυμένο στον ουρανό». Αυτό χρονολογείται είκοσι τρία χρόνια πριν από τη γέννησι του Ιησού. Θα ήταν ενδιαφέρον να μνημονεύσωμε ενταύθα ότι, ό,τι είπε ο Πέτρος για τον Ιησού στις Πράξεις 3:22-25, εμφαίνεται, μ’ εξαίρεσι ολίγων αλλοιώσεων, στο 3 Νέφι 20:23-25, ως λόγοι, τους οποίους ο Ιησούς υποτίθεται ότι είχε πει στο έτος 34 μ.Χ. σε λαόν της Βορείου Αμερικής, αλλ’ η μεγάλη ομοιότης του με την Κατ’ Εξουσιοδότησιν Μετάφρασι της Βίβλου καθορίζει την ταυτότητα της πηγής του.
Στη γενναιόδωρη χρήσι, που κάνει το Βιβλίο του Μορμόνου, εκείνων που είναι γραμμένα στην Κατ’ Εξουσιοδότησιν Μετάφρασι, συμπεριέλαβε και το νόθον χωρίον, που εμφαίνεται σ’ αυτή τη μετάφρασι, κατά Ματθαίον 6:13, του οποίου χωρίου το δεύτερο μέρος αναγνωρίζεται ότι είναι μια μη θεόπνευστη προσθήκη στα πρωτόγραφα Βιβλικά συγγράμματα. Το νόθον αυτό χωρίον κατά Ματθαίον 6:13, που λέγει: «Διότι σου είναι η βασιλεία και η δύναμις και η δόξα εις τους αιώνας· Αμήν», αναγράφεται σε ομοιότυπη μορφή στο 3 Νέφι 13:13. Επίσης, τα προφανώς νόθα εδάφια κατά Μάρκον 16:17, 18 εμφαίνονται σχεδόν λέξιν προς λέξιν στον Μορμόνον 9:24.
Μετά τη συμπαραβολή του Βιβλίου του Μορμόνου με την Αγία Γραφή, τα αναπόφευκτα συμπεράσματα, που πρέπει να συναχθούν, είναι αυτά: Το Βιβλίο του Μορμόνου δεν είναι σε αρμονία με την Αγία Γραφή, αλλά διδάσκει δοξασίες, που συγκρούονται με την Αγ. Γραφή. Ο λόγος, για τον οποίον το βιβλίο αυτό έχει, όπως είπε ο Μπρίγκαμ Γιώγκ, «πολλές λέξεις όπως εκείνες της Βίβλου», είναι ότι παίρνει από την Αγ. Γραφή, σε μεγάλο αριθμό, φράσεις που χρησιμοποιούνται από τους συγγραφείς της Βίβλου και τις συνυφαίνει στο δικό του κείμενο. Εκείνο, επίσης, που περιβάλλει το βιβλίο έτσι ώστε να φαίνεται σαν τη λαοφιλή Κατ’ Εξουσιοδότησιν Μετάφρασι της Βίβλου, είναι η συνεχής χρήσις της αρχαϊκής Αγγλικής γλώσσης της μεταφράσεως αυτής.
Το Βιβλίο του Μορμόνου, όταν μετράται προς τη λεπτομερή ιστορία της Πεντατεύχου, τη μεγαλειώδη ωραιότητα των Ψαλμών, τη συνοπτικά εκπεφρασμένη σοφία των Παροιμιών και τις εποικοδομητικές συμβουλές των επιστολών του Παύλου, στέκει σαν μια ευτελής, μη θεόπνευστη και σε οδυνηρό βαθμό φλύαρη απομίμησις του λόγου του Θεού.