Γιατί οι Χριστιανοί Είναι Διαφορετικοί
Ποια είναι η σχέσις τους με τον κόσμο;
Γιατί δεν μπορούν να είναι σαν τους άλλους ανθρώπους;
ΟΙ ΧΡΙΣΤΙΑΝΟΙ ζουν στον κόσμο, αλλά δεν αποτελούν μέρος του. Στον πρώτο αιώνα, ο Ρωμαϊκός κόσμος δυσκολευόταν να κατανοήση αυτό το σημείο. Οι Χριστιανοί δεν ήθελαν να λατρεύουν όπως αυτός ελάτρευε, να τηρούν τις γιορτές του, να συμμετέχουν στην πολιτική του, να καίνε θυμίαμα στον Καίσαρα, να μάχωνται στις λεγεώνες του ή να συμμετέχουν στα έργα της χαλαρής διαγωγής του. Γι’ αυτόν τον ξεχωρισμό από τον κόσμο ο λαός τούς μισούσε και τους καταδίωκε. Δεν είχε καμμιά σημασία για τον κόσμο της εποχής εκείνης το γεγονός ότι οι Χριστιανοί ήσαν ειρηνικοί, νομοταγείς και ζούσαν σύμφωνα με τις πιο υψηλές ηθικές αρχές.
Ο Τερτυλλιανός, ένας συγγραφέας του δευτέρου αιώνα, αντιπαρέβαλε τους Χριστιανούς με τους ανθρώπους του κόσμου, λέγοντας: «Δεν βλάπτομε κανένα· δεν θλίβομε κανένα . . . Σας προκαλούμε να παρουσιάσετε τα αρχεία σας, σεις, που κάθε μέρα προεδρεύετε στις δίκες των φυλακισμένων που καταδικάζονται, και να διευκρινίσετε τα στοιχεία που κρατείτε, . . . Ποιος δολοφόνος στον κατάλογο, ποιος λωποδύτης, ποιος ιερόσυλος ή δωροδοκημένο όργανο, αναγράφεται, επίσης, ως Χριστιανός; Ή, όταν οι Χριστιανοί που κατηγορούνται ως Χριστιανοί, φέρωνται στο δικαστήριο, ποιος απ’ αυτούς είναι του ίδιου είδους με όλους αυτούς τους εγκληματίες; Οι φυλακές γεμίζουν πάντοτε με ανθρώπους του είδους σας· από τους στεναγμούς σας αντηχούν οι υπόγειες στοές· από σας τρέφονται και τα άγρια θηρία· με τους δικούς σας οι οργανωτές των δημοσίων θεαμάτων διατηρούν πάντοτε τις δικές τους μάζες των καταδικασμένων. Ούτε ένας Χριστιανός σ’ αυτόν τον κατάλογο, εκτός επειδή απλώς είναι Χριστιανός.»
ΑΙΤΙΕΣ ΓΙΑ ΤΗ ΔΙΑΦΟΡΑ
Πώς θα μπορούσαν οι Χριστιανοί να είναι ευπειθείς στον Θεό αν είχαν επιτρέψει στον εαυτό τους να γίνη μέρος του Ρωμαϊκού κόσμου, ν’ ασχολούνται στους ειδωλολατρικούς εορτασμούς του, στις αχαλίνωτες γιορτές του, στους αιματηρούς του αγώνες και στις ιδιοτελείς επιδιώξεις του; Οι άνθρωποι, που γίνοντο Χριστιανοί, έπρεπε ν’ αλλάξουν τον τρόπο σκέψεως και ζωής τους. Έπρεπε να ενδυθούν μια νέα προσωπικότητα. Ο Παύλος το ετόνισε αυτό, όταν είπε στους Χριστιανούς της Εφέσου: «Να απεκδυθήτε τον παλαιόν άνθρωπον τον κατά την προτέραν διαγωγήν.» (Εφεσ. 4:22) Αυτή η προηγούμενη διαγωγή ήταν δεκτή από τον κόσμο, αλλά δεν ήταν δεκτή από τον Θεό.
Γράφοντας ο Παύλος στους Χριστιανούς της Γαλατίας, ανέφερε μερικά από τα έργα της σαρκός, που αποτελούσαν την προηγούμενη διαγωγή τους, όταν ακόμη ήσαν μέρος του κόσμου. Είπε: «Φανερά δε είναι τα έργα της σαρκός, τα οποία είναι μοιχεία, πορνεία, ακαθαρσία, ασέλγεια, ειδωλολατρεία, φαρμακεία, έχθραι, έριδες, ζηλοτυπίαι, θυμοί, μάχαι, διχοστασίαι, αιρέσεις, φθόνοι, φόνοι, μέθαι, κώμοι, και τα όμοια τούτων.» Εφόσον τα πράγματα αυτά είναι αντίθετα με τις δίκαιες αρχές του Λόγου του Θεού, το άτομο που γίνεται Χριστιανός πρέπει να τα εγκαταλείψη, όταν ενδυθή τη νέα προσωπικότητα που είναι δεκτή από τον Θεό. Ο Παύλος συνεχίζει και λέγει: «Περί των οποίων σας προλέγω, καθώς και προείπον, ότι οι τα τοιαύτα πράττοντες βασιλείαν Θεού δεν θέλουσι κληρονομήσει.» (Γαλ. 5:19-21) Ο Πέτρος έδωσε μια κάπως παρόμοια συμβουλή.
Σ’ εκείνους που έστρεψαν τα νώτα στον κόσμο για ν’ ακολουθήσουν τον Χριστιανικό τρόπο ζωής, ο Πέτρος είπε: «Διότι αρκετός είναι εις ημάς ο παρελθών καιρός του βίου, ότε επράξαμεν το θέλημα των εθνών, περιπατήσαντες εν ασελγείαις, επιθυμίαις, οινοποσίαις, κώμοις, συμποσίοις και αθεμίτοις ειδωλολατρείαις.» Η αλλαγή αυτή τους έκανε τόσο διαφορετικούς, ώστε οι άνθρωποι του Ρωμαϊκού κόσμου, που τους εγνώριζαν προτού γίνουν Χριστιανοί, παραξενεύοντο. Ο Πέτρος προχωρεί και το αναφέρει αυτό. «Και δια τούτο παραξενεύονται ότι σεις δεν συντρέχετε με αυτούς εις την αυτήν εκχείλισιν της ασωτίας, και σας βλασφημούσιν.» (1 Πέτρ. 4:3, 4) Η διαγωγή τους τούς ξεχώριζε από τον κόσμο της εποχής εκείνης. Ακολουθούσαν το παράδειγμα που έθεσε γι’ αυτούς ο Ιησούς Χριστός.
Ο Αρχηγός της Χριστιανοσύνης δεν χαλάρωσε την αυτοκυριαρχία στις σαρκικές επιθυμίες, όπως έκαναν οι άνθρωποι του κόσμου. Δεν αναμίχθηκε σε μίση, προκαταλήψεις και πράξεις βίας του καιρού εκείνου. Δεν έλαβε μέρος στην πολιτική, κάνοντας του εαυτό του εμμέσως υπεύθυνο για τα πονηρά έργα της ρωμαϊκής κυβερνήσεως. Ήταν πολύ διαφορετικός από τον διεφθαρμένο κόσμο. Αυτό το ξεχώρισμα ανέμενε και από τους ακολούθους του. Σε μια περίπτωσι είπε: «Εκ του κόσμου δεν είναι, καθώς εγώ δεν είμαι εκ του κόσμου.»—Ιωάν. 17:16.
ΟΙ ΧΡΙΣΤΙΑΝΟΙ ΚΑΙ Ο ΣΗΜΕΡΙΝΟΣ ΚΟΣΜΟΣ
Το γεγονός ότι πέρασαν 1.900 και πλέον χρόνια δεν άλλαξε τον κόσμο όσον αφορά τον κακό του τρόπο σκέψεως, την ανέντιμη διαγωγή του και τις βίαιες πράξεις του. Ο απόστολος Παύλος το προείπε αυτό, όταν έγραψε: «Γίνωσκε δε τούτο, ότι εν ταις εσχάταις ημέραις θέλουσιν ελθεί καιροί κακοί· διότι θέλουσιν είσθαι οι άνθρωποι φίλαυτοι, φιλάργυροι, αλαζόνες, υπερήφανοι, βλάσφημοι, απειθείς εις τους γονείς, αχάριστοι, ανόσιοι, άσπλαγχνοι, αδιάλλακτοι, συκοφάνται, ακρατείς, ανήμεροι, αφιλάγαθοι, προδόται, προπετείς, τετυφωμένοι, φιλήδονοι μάλλον παρά φιλόθεοι.» (2 Τιμ. 3:1-4) Πώς μπορούν οι Χριστιανοί σήμερα να μοιάζουν με τέτοιους ανθρώπους και να περιμένουν ύστερα την επιδοκιμασία του Θεού; Ο Θεός δεν άλλαξε τους κανόνες του απ’ ό,τι ήσαν στον πρώτο αιώνα. Απαιτεί και σήμερα ακόμη από τους Χριστιανούς να είναι σαν τον Χριστό και όχι σαν τον κόσμο.
Αν και υπάρχουν πολλά έθνη σήμερα που ισχυρίζονται ότι είναι Χριστιανικά, εν τούτοις ο τρόπος που σκέπτονται οι άνθρωποι και η συμπεριφορά τους σ’ αυτά τα έθνη γενικά λίγο διαφέρουν από τη συμπεριφορά των ανθρώπων του Ρωμαϊκού κόσμου. Ένα παρόμοιο χαμηλό επίπεδο ηθικής παρουσιάζεται στις καθημερινές ειδήσεις των εφημερίδων. Οι εγκληματικές πράξεις έχουν επεκταθή. Και πολύ συχνά γίνονται βίαιες απαγωγές, ληστείες, βάναυσες επιθέσεις, διαρρήξεις, κλοπές αυτοκινήτων και μικροκλοπές. Σε όλο τον κόσμο το έγκλημα, η ανεντιμότης και η πολιτική διαφθορά αποτελούν συνηθισμένα πράγματα. Όπως είπε ο Τερτυλλιανός στους ανθρώπους του Ρωμαϊκού κόσμου, έτσι και οι αληθινοί Χριστιανοί μπορούν να πουν στους κοσμικούς ανθρώπους σήμερα: «Οι φυλακές γεμίζουν πάντοτε με ανθρώπους του είδους σας.»
Κάθε άτομο, που προσπαθεί σήμερα να είναι Χριστιανός, πρέπει να διαφέρη από τον κόσμο. Πώς μπορεί να ζη όπως ζη ο κόσμος κι ωστόσο ν’ αξιοί ότι ακολουθεί το παράδειγμα του Χριστού; Πώς μπορεί να συμμορφώνεται με τα άδικα έργα της σαρκός του κόσμου αυτού και παράλληλα να ζη σύμφωνα με τις καλές Χριστιανικές αρχές;
Εκείνο που είπε ο απόστολος Παύλος για τον κόσμο των ημερών του εφαρμόζεται ομοίως και σήμερα. Απευθυνόμενος στους Χριστιανούς είπε: «Τούτο λοιπόν λέγω και μαρτύρομαι δια του Κυρίου, να μη περιπατήτε πλέον καθώς και τα λοιπά έθνη περιπατούσιν εν τη ματαιότητι του νοός αυτών, . . . οίτινες αναισθητούντες, παρέδωκαν εαυτούς εις την ασέλγειαν, δια να εργάζωνται πάσαν ακαθαρσίαν ακορέστως. Σεις όμως δεν εμάθετε ούτω τον Χριστόν.» (Εφεσ. 4:17, 19, 20.) Αυτό σημαίνει ότι οι Χριστιανοί πρέπει να είναι διαφορετικοί όχι στην ενδυμασία, αλλά στον τρόπο της ζωής τους.
Η σαπρή καρποφορία του κόσμου αντανακλά την επιρροή εκείνου που είναι ο αόρατος άρχων του. Ο άρχων αυτός δεν είναι ο δίκαιος Άρχων Ειρήνης που έδωσε ένα παράδειγμα για τους Χριστιανούς στο να είναι ξεχωριστοί από τον κόσμο. Ούτε είναι ο ουράνιος Πατέρας, του οποίου οι δίκαιοι νόμοι διέπουν τη Χριστιανική διαγωγή. Ο Παύλος λέει ότι ο άρχων αυτός τυφλώνει τους ανθρώπους ως προς τις Χριστιανικές αλήθειες. «Των οποίων απίστων όντων ο θεός του κόσμου τούτου ετύφλωσε τον νουν, δια να μη επιλάμψη εις αυτούς ο φωτισμός του ευαγγελίου της δόξης του Χριστού, όστις είναι εικών του Θεού.» (2 Κορ. 4:4) Ο απόστολος Ιωάννης τον προσδιορίζει λέγοντας: «Ο κόσμος όλος εν τω πονηρώ κείται.» (1 Ιωάν. 5:19) Οι πονηροί καρποί του κόσμου αντικατοπτρίζουν τα χαρακτηριστικά του πονηρού αοράτου άρχοντός του, του κυριώτερου εχθρού του Ιεχωβά Θεού. Πώς μπορεί ένας Χριστιανός να ζητά να γίνη δεκτός από τον κόσμο και τον άρχοντά του και παράλληλα ν’ αναμένη να γίνη δεκτός από τον Θεό ;
ΑΚΟΛΟΥΘΩΝΤΑΣ ΞΕΧΩΡΙΣΤΟΥΣ ΔΡΟΜΟΥΣ
Ο δρόμος της Χριστιανοσύνης και ο δρόμος του κόσμου είναι ξεχωριστοί δρόμοι και οδηγούν σε διαφορετικές κατευθύνσεις. Ένας Χριστιανός δεν μπορεί να βαδίζη και στους δυο δρόμους ταυτόχρονα. Δεν μπορεί να έχη αγάπη για τον Θεό κι επίσης αγάπη για ένα σύστημα που παραβιάζει τους νόμους του Θεού, αγνοεί τις συμβουλές του, αντιτίθεται στις προθέσεις του και καταδιώκει τους δούλους του. Αν αγαπά τον κόσμο, είναι αδύνατον να έχη αγάπη για τον Θεό. Ο Ιωάννης το ετόνισε αυτό, όταν είπε: «Μη αγαπάτε τον κόσμον μηδέ τα εν τω κόσμω. Εάν τις αγαπά τον κόσμον, η αγάπη του Πατρός δεν είναι εν αυτώ.» (1 Ιωάν. 2:15) Όταν ο Χριστιανός έχη αγάπη για τον Πατέρα, τότε αυτομάτως γίνεται διαφορετικός από τον κόσμο, διότι ζητεί να υπακούη στους νόμους του Θεού. Με το να παραμένη στο δρόμο αυτό, θα μπορέση ν’ αποφύγη την τύχη του κόσμου.
Ο Ιωάννης δείχνει πού θα καταλήξη αυτός ο κόσμος, όταν λέη: «Ο κόσμος παρέρχεται και η επιθυμία αυτού· όστις όμως πράττει το θέλημα του Θεού μένει εις τον αιώνα.» (1 Ιωάν. 2:17) Αφού ο κόσμος και οι πονηρές του επιθυμίες πρόκειται να παρέλθουν, πρέπει να συμπεράνωμε ότι εκείνοι, που βαδίζουν σ’ αυτό το δρόμο, θα παρέλθουν μαζί του. Ο Ιησούς το έδειξε αυτό, όταν είπε: «Πλατεία είναι η πύλη, και ευρύχωρος η οδός η φέρουσα εις την απώλειαν, και πολλοί είναι οι εισερχόμενοι δι’ αυτής.» (Ματθ. 7:13) Σκοπός του Θεού είναι να καταστρέψη το κοσμικό αυτό σύστημα πραγμάτων και τον πονηρό αόρατο άρχοντά του.
Ο δρόμος προς τη ζωή είναι ο δρόμος της πιστής αφοσιώσεως και υπακοής στον Ιεχωβά Θεό. Είναι η οδός της αγάπης για τον Θεό και της αγάπης για τον πλησίον. Είναι η οδός των Γραφικών αρχών και της καλής Χριστιανικής διαγωγής. Το άτομο, που αγαπά δικαιοσύνη και κάθε τι που είναι ορθό, θα ακολουθήση το δρόμο αυτό, μολονότι τον κάνει να είναι διαφορετικός από τον κόσμο. Θα διαπιστώση ότι η επιδοκιμασία του δικαίου Άρχοντος του σύμπαντος είναι πολύ πιο ωφέλιμη σ’ αυτόν και πρέπει να την επιθυμή περισσότερο από την επιδοκιμασία αυτού του άδικου και γεμάτου από μίσος κόσμου. Η επιθυμία του θα είναι να συμμορφώνεται με την αληθινή Χριστιανοσύνη μάλλον παρά με τον κόσμον.