«Ο Ιεχωβά Είναι ο Ποιμήν Μου· Δεν Θέλω Στερηθή Ουδενός»
Αφήγησις υπό Κόνραδ Φράνκε
ΜΙΑ βροχερή μέρα του θέρους του 1920 ο πατέρας μου μ’ εκάλεσε να τον συνοδεύσω να πάμε σε μια συνάθροιση που θα εγίνετο από τους «Ζηλωτάς Σπουδαστάς των Γραφών». Του έκαμε ιδιαίτερη εντύπωσι τ’ όνομα των οργανωτών της συναθροίσεως. Κατοικούσαμε σ’ ένα μικρό χωριό στο άκρον των Μεταλλειούχων Ορέων της Σαξωνίας (Γερμανίας) και απητούντο δύο περίπου ώρες πεζοπορίας για να φθάσωμε στη γειτονική πόλι, όπου επρόκειτο να γίνη η συνάθροισις.
Μολονότι ήμουν μόλις δεκαετής, είχα ήδη εισαχθή στη σοβαρή πλευρά της ζωής. Ο Πρώτος Παγκόσμιος Πόλεμος, που διεξήχθη εν ονόματι του Θεού, είχε αφήσει το στίγμα του στην οικογένειά μας. Θα μπορούσαν οι «Ζηλωταί Σπουδασταί των Γραφών» να δώσουν μια ικανοποιητική απάντησι στο συχνά τιθέμενο ερώτημα, Γιατί υπέφερε η ανθρωπότης τόσο πολλή θλίψι και δυστυχία;
Τα όσα ακούσαμε ήσαν πράγματι αγαθά νέα. Και οι δύο απεφασίσαμε να συμμετάσχωμε στη μετάδοσι αυτών των αγαθών νέων της βασιλείας του Θεού σε άλλους που ήσαν σε παρόμοια κατάστασι απελπισίας. Απ’ εκείνη τη μέρα, αισθάνθηκα μια επιθυμία ν’ αφιερώσω την ενεργητικότητά μου στην υπηρεσία του Θεού, που απεδείχθη τόσο καλός στον άνθρωπο. Μετά από λίγες εβδομάδες παρουσιάσθη μια ευκαιρία. Η έξοχη δημοσία συνάθροισις εκστρατείας με την παρουσίασι της ομιλίας «Ο Πόλεμος Ετελείωσε, Εκατομμύρια Ήδη Ζώντων Ουδέποτε Θέλουσιν Αποθάνει» έφθασε στη γειτονιά μας. Τι χαρά ήταν να προσκαλέσωμε ανθρώπους να παρακολουθήσουν αυτή τη διάλεξι!
Στις συναθροίσεις μού επετρέπετο να κάθομαι μαζί με τους μεγάλους, κι εξακολούθησα να προσλαμβάνω ολοένα περισσότερη γνώσι περί των βουλών του Ιεχωβά. Το 1922 απεφάσισα να συμβολίσω την αφιέρωσί μου με το εν ύδατι βάπτισμα, αλλ’ οι άλλοι που ήσαν μέσα στην εκκλησία μού είπαν να περιμένω να μεγαλώσω λιγάκι. Τελικά, στο 1924, βαπτίσθηκα.
ΑΠΑΝΤΗΣΙΣ ΣΤΗΝ ΚΛΗΣΙ
Σε λίγο πέρασαν τα χρόνια της παιδικής μου ηλικίας. Έμαθα ένα επάγγελμα, αλλ’ αυτό δεν με ικανοποίησε. Συνεχώς σκεπτόμουν όλο το έργον του κηρύγματος που επρόκειτο να γίνη ακόμη. Συχνά μιλούσα στους άλλους συνομιλήκους μου, που δεν είχαν κι αυτοί Γραφικές ευθύνες που να τους αποτραβήξουν, για τη συγκινητική κλήσι για ολοχρονίους σκαπανείς διακόνους, που περιείχετο στο Δελτίον (που είναι τώρα γνωστό ως Διακονία της Βασιλείας). Όχι, δεν υπήρχε βάσιμος λόγος για να μην προσέξω την κλήσι. Γι’ αυτό, έκαμα τώρα μια απόφαση που ήρχετο μόνο δεύτερη μετά την αφιέρωσί μου στον Ιεχωβά και τις επιδράσεις της στη ζωή μου. Εισήλθα στη διακονία του σκαπανέως με τον διακαή πόθο να μην είναι προσωρινή αλλά να είναι αληθινά για πάντα. Μήπως δεν θα ήταν δείγμα αγνωμοσύνης κι έλλειψις καλής θελήσεως στον Ιεχωβά ν’ αγνοήσω κι αφήσω κατά μέρος τη φιλική του πρόσκλησι να εισέλθω με όλη μου την καρδιά και τελείως στην υπηρεσία του;
Έμαθα ότι είναι ένας συνεχής αγώνας η διακράτησις αυτού του προνομίου της ολοχρονίου υπηρεσίας. Ο Σατανάς πάντοτε επινοεί νέες μεθόδους και τρόπους για να εξαναγκάση τους σκαπανείς να παρατήσουν τα προνόμια υπηρεσίας των. Στην αρχή τα προβλήματα μου ήσαν γενικής φύσεως: εγκαρτέρησις στη θρησκευτική μισαλλοδοξία, διάνυσις μακρών αποστάσεων στη λοφώδη ύπαιθρο με ποδήλατο, και, τελικά, διατήρησις πλήρους εμπιστοσύνης στον Ιεχωβά, ο οποίος είχε δώσει διαβεβαίωσι για τα χρειώδη όπως ο ρουχισμός, η στέγη και η τροφή. Ξαφνικά ηγέρθη ένα νέο πρόβλημα, θέλησα να νυμφευθώ. Μήπως αυτό θ’ αποτελούσε λόγον εγκαταλείψεως της ολοχρονίου διακονίας; Δεν θα παρουσιάζετο τέτοια ανάγκη, όχι αν η μελλοντική μου σύντροφος θα είχε την ίδια στάσι σ’ αυτό το προνόμιο υπηρεσίας και την ίδια μ’ εμένα εκτίμησι γι’ αυτό.
Και τις είχε!
ΑΝΟΙΓΜΑ ΤΩΝ ΘΥΡΩΝ ΤΟΥ ΛΑΚΚΟΥ ΤΩΝ ΛΕΟΝΤΩΝ
Λίγον καιρό μετά τον γάμο μας ο πολιτικός ορίζων της Γερμανίας άρχισε να θολώνη. Λίγα χρόνια προηγουμένως, Η Σκοπιά είχε επιστήσει την προσοχή μας στην πιθανότητα διωγμού, στα άρθρα περί «Εσθήρ και Μαροδοχαίου». Ευτυχώς, είχαμε, κάμει πλήρη χρήσι κάθε ευκαιρίας για να μελετήσωμε, τόσο κατ’ ιδίαν όσο και με τους Χριστιανούς αδελφούς μας στις συναθροίσεις, για να στερεώσωμε τη σπουδαία αυτή αλήθεια στις διάνοιές μας. Σε καιρούς ανωμαλιών θα βοηθούμεθα βέβαια να τηρούμε καλά στη διάνοια μας τη διαβεβαίωσι της προστασίας του Ιεχωβά.
Ήλθε το έτος 1933 και η ανάληψις της αρχής από τον Χίτλερ. Τι επιδράσεις θα είχε αυτό το γεγονός στην ολοχρόνια διακονία μας; Μήπως δεν ήταν επιθυμία μας να υπηρετήσωμε τον Ιεχωβά με όλη μας τη δύναμι, όχι μόνο σε καλούς καιρούς, αλλά και σε κακούς; Εθέσαμε πλήρη εμπιστοσύνη σ’ αυτόν.
Λόγω της πιθανότητος ν’ απαγορεύση η κυβέρνησις ξαφνικά το έργον μας, εκάμαμε εκτενείς διευθετήσεις να διαθέσωμε το Γραφικό βιβλιάριο Κρίσις από τις 8 ως τις 16 Απριλίου 1933. Ο καθένας διησθάνετο ότι ήταν ζήτημα ημερών μόνον η απαγόρευσις του έργου. Αυτό διήγειρε τους διαγγελείς της Βασιλείας σε μεγαλύτερη ακόμη δράσι. Η εκκλησία μας διέθεσε 6.000 βιβλιάρια τις τρείς πρώτες μέρες. Παρόμοια αποτελέσματα ανεφέρθησαν απ’ όλη τη χώρα. Αυτό απεδείχθη, πάρα πολύ για τους νέους κυβερνήτας. Την ίδια εκείνη εβδομάδα ελήφθησαν μέτρα απαγορεύσεως του έργου, με αποτέλεσμα τη σύλληψι μερικών από μας. Μετά από μια λεπτομερή, έρευνα, που έγινε στα σπίτια μας, αφεθήκαμε ελεύθεροι την ίδια μέρα, αλλά οι απαγορεύσεις συνεχίσθησαν από τη μια Γερμανική πολιτεία στην άλλη.
Το ίδιο εκείνο έτος είχα το προνόμιο να παρακολουθήσω την αξιομνημόνευτη συνέλευσι, που έγινε στο Βερολίνο, όπου εψηφίσθη να σταλή μια δήλωσις παμψηφεί γενομένη δεκτή εκεί, σε όλους τους Γερμανούς ιθύνοντας. Μετά την επιστροφή μου στο σπίτι, έστειλα πενήντα και πλέον αντίτυπα στους ανωτάτους κρατικούς λειτουργούς της περιοχής μας. Αυτοί απήντησαν με τη σύλληψί μου και την έγκλεισί μου σε στρατόπεδο συγκεντρώσεως επί τρεις εβδομάδες. Πολλοί Γερμανοί αγνοούσαν ακόμη την ύπαρξι τοιούτων στρατοπέδων.
Σε λίγον καιρό, εδανείσθησαν κατάλληλα μέσα από τους «Σκοτεινούς Αιώνας» για να κάμουν τους κρατουμένους να «συμμορφωθούν». Η αισχρή αυτή μέθοδος απέδωσε πολλά και πολλοί συνεμορφώθησαν πολύ γρήγορα, αφού δεν μπορούσαν τίποτα άλλο να κάμουν παρά να μουρμουρίζουν: «Ό,τι διατάσσει ο Φύρερ, αυτό θα κάμωμε». Εν τούτοις, οι μάρτυρες του Ιεχωβά δεν ενώθηκαν σ’ αυτή την έκφρασι.
Μετά την απόλυσί μου, εξακολούθησα ν’ αναζητώ τα «άλλα πρόβατα», πηγαίνοντας από σπίτι σε σπίτι και χρησιμοποιώντας μόνο τη Γραφή. Μού ανετέθη μια πρόσθετη ευθύνη να παρέχω πνευματική τροφή στους αδελφούς ενός τμήματος της χώρας. Τι ευλογία απεδείχθη, τώρα ότι είναι η ευσυνειδησία μας στο να προσέξωμε τις οδηγίες που είχαν ληφθή προηγουμένως! Λόγω διακοπής της επικοινωνίας με τα κεντρικά γραφεία, κάθε Μάρτυς ως άτομον απητείτο συχνά να λαμβάνη δύσκολες αποφάσεις, που απαιτούσαν ισχυρή πίστι, αποφάσεις που θα μπορούσαν να σημαίνουν απώλεια ελευθερίας, ή και της ζωής ακόμη.
ΑΦΟΒΟΙ
Η 7η Οκτωβρίου 1934 ήταν μια αλησμόνητη μέρα. Από πολύν καιρό είχα αντιληφθή ότι οι επιστολές μου κατεκρατούντο από την Γκεστάπο και το σπίτι μου παρηκολουθείτο. Εν τούτοις, επειδή δεν υπήρχε άλλο κατάλληλο μέρος, είχαν γίνει διευθετήσεις να γίνη συνάθροισις στο μικρό μου σπίτι εκείνο το πρωί και ώρα εννέα. Όμοιες συγκεντρώσεις είχαν γίνει σε όλη την πόλι και στην υπόλοιπη Γερμανία. Το βράδυ της προηγουμένης, κάτω από μάλλον παράξενες συνθήκες, έλαβα μια επιστολή, που περιείχε πληροφορίες για τη συνάθροισι της επομένης μέρας, Δεν υπήρχε ποσώς αμφιβολία ότι η Γκεστάπο εγνώριζε τι είχαμε προσχεδιάσει, θα ήρχετο άρα γε;
Λόγω της σοβαρότητος της καταστάσεως, αρχίσαμε τη συνάθροισι με μια έξέτασι του Δευτερονομίου 20:8: «Τις άνθρωπος είναι δειλός και άκαρδος; ας αναχωρήση, και ας επιστρέψη εις την οικίαν αυτού, δια να μη δειλιάση η καρδία των αδελφών αυτού, ως η καρδία αυτού.» Ήταν συγκινητικό να βλέπη κανείς όλους τους παρόντας, περιλαμβανομένων και γυναικών με εναντιωμένους συζύγους και με φροντίδες για τα τέκνα τους, να εκδηλώνουν τη θέλησί τους να παραμείνουν. Τότε έγινε ενθουσιωδώς δεκτό ένα ψήφισμα. Έλεγε, εν μέρει, ότι θα υποκούσωμε στις εντολές του Θεού ό,τι κι αν αυτό εστοίχιζε, ότι θα συνηρχόμεθα για τη μελέτη του λόγου του, και ότι θα ελατρεύαμε και θα υπηρετούσαμε αυτόν καθώς προσέταξε. Αν η κυβέρνησις του Χίτλερ ή οι αξιωματούχοι αυτής μετήρχοντο βίαν εναντίον μας λόγω της υπακοής μας στον Θεό, τότε το αίμα μας θα ήταν επάνω τους και θα έδιναν λόγο στον Παντοδύναμο Θεό. Ενώ υιοθετείτο αυτό το ψήφισμα, οι αδελφοί μας των άλλων χωρών απέστελλαν χιλιάδες τηλεγραφημάτων διαμαρτυρίας στον Χίτλερ, προειδοποιώντας τον ν’ απόσχη από το να διώκη τους μάρτυρας του Ιεχωβά, διότι αλλιώς ο Θεός θα κατέστρεφε κι αυτόν και το εθνικό του κόμμα.
Δύο ώρες μετά τη λήξι της συναθροίσεως, ήλθε η Γκεστάπο. Μετά δύο εβδομάδες μ’ έρριξαν σ’ ένα στρατόπεδο συγκεντρώσεως και πάλι, αυτή τη φορά για δύο μήνες. Όταν αφέθην ελεύθερος, άρχισα αμέσως πάλι το έργον σκαπανέως. Εν τω μεταξύ, το πεδίον της δράσεώς μου έγινε μεγαλύτερο. Τώρα υπηρετούσα ως περιφερειακός επίσκοπος, επιφορτισμένος με τη φροντίδα σε μια μεγάλη έκτασι. Μολονότι έπρεπε να δίνω το «παρών» στην αστυνομία κάθε δύο μέρες, μπορούσα να εκπληρώνω όλα τα διακονικά μου καθήκοντα, συχνά εκτελώντας τα τη νύχτα.
Το 1935 έκαμα άλλες τρείς εβδομάδες στη φυλακή. Εν τούτοις, το χειρότερο κύμα διωγμού, που είχαμε ως τότε, ήλθε στο έτος 1936. Λίγες μέρες πριν από τη συνέλευσι της Λουκέρνης (Ελβετίας), συνελήφθην για πέμπτη φορά, για να μην επιστρέψω επί εννέα ολόκληρα χρόνια.
Εκείνα τα εννέα χρόνια απεδείχθησαν μια πραγματική δοκιμασία της ακεραιότητός μου. Κατά καιρούς, όταν, από μια ανθρώπινη άποψι, η κατάστασις εφαίνετο αφόρητη, ετέθη ενώπιον μου η πολύ γνωστή «δήλωσις», που ετέθη και ενώπιον όλων των άλλων αδελφών. Αν υπεγράφαμε αυτή τη δήλωσι, αρνούμενοι την οργάνωσι του Ιεχωβά για πάντα, μας εδίδετο υπόσχεσις αμέσου απολύσεως. Επειδή δεν ήθελα να εξαγοράσω την ελευθερία μου και να χάσω την αιώνια ζωή αντί «πινακίου φακής», έθεσα πλήρως την εμπιστοσύνη μου στον Ιεχωβά, πεπεισμένος ότι, αν ήταν θέλημά του, αυτός θα με ελευθέρωνε στον ωρισμένο του καιρό, όπως ελευθέρωσε και τον Δανιήλ από τον λάκκον των λεόντων.
Όταν ήλθε αυτή η απελευθέρωσις, πόσο εντυπωσιακή απεδείχθη! Όπως μπορείτε να φαντασθήτε, η υγεία μου δεν ήταν τόσο καλή. Η σύζυγός μου ήταν φυλακισμένη πολλά χρόνια, και επί ένα έτος και πλέον δεν έμαθα απολύτως τίποτα απ’ αυτήν. Εν τούτοις, ήμουν αποφασισμένος να επιστρέψω στον παλιό μου τομέα όσον το δυνατόν ταχύτερα και να συνεχίσω την υπηρεσία σκαπανέως.
ΑΝΑΣΥΝΔΕΣΙΣ
Καθ’ οδόν προσεπάθησα να εύρω μερικούς από τους συγγενείς μου. Ζούσαν ακόμη; Μια μέρα, κατερχόμενος μια κύρια οδό της μεγάλης βομβαρδισμένης βιομηχανικής πόλεως, όπου κατοικούσαν οι γονείς της συζύγου μου, ξαφνικά ήλθα πρόσωπο προς πρόσωπο με τη σύζυγό μου! Μπορείτε να φαντασθήτε τι αισθήματα εδοκίμασα;
Λίγες μέρες αργότερα βρήκα τον πατέρα μου. Κι αυτός, επίσης, τότε μόλις επέστρεψε από φυλάκισι εννέα ετών μέσα σ’ ένα στρατόπεδο συγκεντρώσεως. Ποτέ δεν θα ξεχάσω τη χαρά μου διαπιστώνοντας ότι κι αυτοί, επίσης, είχαν τηρήσει την ακεραιότητα των στον Ιεχωβά.—Ψαλμ. 124.
Αφού περάσαμε εκεί ένα μήνα, η σύζυγος μου κι εγώ ανεχωρήσαμε για τον παλιό μας τομέα, πάνω από τριακόσια μίλια δυτικά. Όταν φθάσαμε στη μισή απόστασι περίπου, μετά από ένα δύσκολο ταξίδι δύο εβδομάδων, συναντήσαμε μια αδελφή, η οποία μας είπε ότι βόμβες κατέστρεψαν το σπίτι μας μόλις λίγες εβδομάδες πριν τελείωση ο πόλεμος. Σκέφθηκα πάλι τις πείρες του Ιώβ, όπως έκανα συχνά μεταξύ των ετών 1933 και 1945. Όπως πάντοτε, αυτό απεδείχθη μεγάλη πηγή ενισχύσεως. Την επόμενη μέρα ξεκινήσαμε πάλι για το δύσκολο ταξίδι μας.
Ήταν Σεπτέμβριος του 1945. Δεν είχαμε μέρος να κατοικήσωμε, η υγεία μου δεν ήταν βέβαια όπως έπρεπε να είναι και, λόγω ελλείψεως των πάντων, φορούσα ακόμη τα ριγωτά ρούχα της φυλακής. Αλλά δεν έβλεπα τον λόγο να καθυστερήσω στο ν’ αναλάβω και πάλι τη διακονία σκαπανέως. Ενώ οι επιφορτισμένοι το έργον αδελφοί ηγωνίζοντο να επανακτήσουν την περιουσία της Εταιρίας στο Μαγδεμβούργο, μου ανετέθη το έργον της αναδιοργανώσεως των εκκλησιών της Δυτικής Γερμανίας. Οι ελλείψεις και οι στερήσεις, που παρουσιάσθησαν τώρα, ήσαν σαν τίποτα συγκρινόμενες μ’ όσα είχαμε ήδη περάσει. Μπορούσαμε να εμπιστευθούμε πλήρως στον Ιεχωβά, παρηγορημένοι από την πραγματοποίησι της καθοδηγίας του.
ΑΝΟΙΚΟΔΟΜΗΣΙΣ
Αφού φθάσαμε πάλι στον τομέα μας, μετακομίσαμε σ’ ένα μικρό δωμάτιο, που ανήκε σ’ έναν απόντα μισθωτή. Στο ίδιο κτίριο ήταν μια μικρή αποθήκη, την οποία είχαμε μισθώσει πριν από λίγον καιρό. Το μικρό μας δωμάτιο έγινε ο πρώτος μας οίκος Μπέθελ και η μικρή αποθήκη έγινε το πρώτο μας γραφείο τμήματος εδώ στο Βισμπάντεν. Ύστερ’ από ένα έτος και πλέον, επειδή υπήρξα θύμα Ναζιστικού διωγμού, μου επετράπη να εγκατασταθώ σ’ ένα μικρό διαμέρισμα από δύο δωμάτια. Μπορέσαμε να μισθώσωμε ένα τρίτο μεγαλύτερο δωμάτιο μέσα στο ίδιο κτίριο, και το χρησιμοποιήσαμε ως γραφείο. Ήταν ο δεύτερός μας οίκος Μπέθελ. Εδώ μας επεσκέφθησαν οι αδελφοί Νορρ, Χένσελ και Κόβιγκτον στο 1947. Έγιναν τότε νομικές διευθετήσεις με τους ιθύνοντας του Βισμπάντεν για τη μίσθωσι ενός κατεστραμμένου κτιρίου, το οποίον ήμεθα διατεθειμένοι ν’ ανοικοδομήσωμε εμείς οι ίδιοι.
Από χρόνο σε χρόνο παρουσιάζετο ανάγκη ν’ αύξήσωμε το μέγεθος του οίκου μας. Τελικά, όλος ο διαθέσιμος χώρος του κτιρίου ανοικοδομήθη κι ενεσωματώθη στον οίκον Μπέθελ. Ένα εργοστάσιο ανηγέρθη, παρέστη δε ανάγκη να γίνη στο κτίριο του μια προσθήκη το 1952. Αλλά κι αυτό σε λίγο απεδείχθη ανεπαρκές, και γι’ αυτό στο 1958 προσετέθη ένα πολύ μεγαλύτερο κτίριο. Τώρα έχομε χώρο για 100 και πλέον αδελφούς εργαζομένους στο Μπέθελ και για 28 αδελφούς, που φοιτούν στη Σχολή Διακονίας της Βασιλείας ως επίσκοποι.
Πόσο ικανοποιητική είναι η πείρα όλων αυτών! Πόσο συχνά αισθάνθηκα τη βοήθεια και προστασία του Ιεχωβά! Κατ’ επανάληψιν αντιμετώπισα κατά πρόσωπον τον θάνατο, αλλά μπορώ να ενωθώ με τον Ψαλμωδό στο να λέγω: «Ο Ιεχωβά είναι ο ποιμήν μου· δεν θέλω στερηθή ουδενός.» Αυτός εφρόντισε για μένα και μ’ έθρεψε σε όλα τα τριάντα οκτώ και πλέον χρόνια που υπήρξα στην υπηρεσία του. Σύμφωνα με την υπόσχεσί του, πάντοτε μου παρείχετο ρουχισμός, τροφή και στέγη. Ακόμη και όταν ήμουν «εις την κοιλάδα του ζόφου», απεδυκνύετο ότι είναι η ράβδος μου και η βακτηρία μου, παρηγορώντας με. Μαζί με όλον τον λαό του, με ωδήγησε σε βοσκές χλοερές και σε ύδατα αναπαύσεως, και μου επεδαψίλευσε πολλά πλούσια προνόμια υπηρεσίας ως μια εκδήλωσι της παρ’ αξίαν αγαθότητός του.
Αληθινά, ο Ιεχωβά μάς ευλογεί πέρα απ’ ό,τι μπορούμε ποτέ να ζητήσωμε ή να νοήσωμε, όταν απαντούμε στην κλήσι του κι αναλαμβάνουμε με όλη μας την καρδιά τη διακονία ως μάρτυρες του.