Υπηρετώντας ως Στρατιώτης του Χριστού
Αφήγησις υπό Γιόχαν Ένρικ Ένεροθ
ΟΤΑΝ τα έθνη είχαν εμπλακή στις θλίψεις του πρώτου παγκοσμίου πολέμου, ήμουν ένας νεαρός υπολοχαγός του Βασιλικού Σουηδικού Στρατού. Είχα διατελέσει στρατιωτικός επί πέντε χρόνια, αλλά τότε συνέβη κάτι που άρχισε να με κάνη ν’ αντιλαμβάνωμαι ότι υπήρχε ένας άλλος πόλεμος, τον οποίον αντιμετώπιζε το ανθρώπινο γένος, πολύ σπουδαιότερος από εκείνον εις τον οποίον τα κοσμικά έθνη είχαν εμπλακή.
Μια μέρα έφθασε ταχυδρομικώς ένα δέμα, που περιείχε τον 4ο Τόμο των Γραφικών Μελετών, που ωνομάζετο «Η Μάχη του Αρμαγεδδώνος». Η μητέρα μου είχε εισέλθει τυχαίως στον τόπο, που εδίδετο μια Γραφική διάλεξις, και μετά την ομιλία απέκτησε το βιβλίο αυτό. Τώρα θα ήταν χαρούμενη, αν εγώ αποκτούσα όσο το δυνατόν περισσότερη γνώσι απ’ αυτό, όπως έκαμε κι εκείνη. Απήντησα ότι, όπως είδα, το βιβλίο αυτό παρέπεμπε στη Γραφή, κι εφόσον δεν είχα Γραφή θα ήταν αδύνατο για μένα να το διαβάσω. (Το ν’ αγοράσω εγώ ο ίδιος Γραφή απεκλείετο. Φαντασθήτε έναν αξιωματικό του Σουηδικού στρατού να εισέρχεται σ’ ένα βιβλιοπωλείο και να ζητή μια Αγία Γραφή!)
Εν τούτοις, η μητέρα μου απήντησε σοφά ότι δεν εχρειαζόμουν Γραφή για να διαβάσω το βιβλίο, καθόσον τα εδάφια παρετίθεντο μέσα σ’ αυτό. Έπρεπε, λοιπόν, ν’ αρχίσω να το διαβάζω για να μην την προσβάλω. Ύστερ’ από λίγο, το έθεσα κατά μέρος. Είχα διαβάσει αρκετά, ώστε να διακρίνω ότι, αν το βιβλίο αυτό ήταν αληθινό, τότε θα ευρισκόμουν στη χαμένη πλευρά του πολεμικού μετώπου του Αρμαγεδδώνος. Αυτό δεν ήθελα να το παραδεχθώ.
Στη διάρκεια της εποχής των Χριστουγέννων μου εχορηγήθη άδεια δύο εβδομάδων κι επήγα στο σπίτι. Εκεί η μητέρα μου με διακριτικότητα είπε στην κατάλληλη στιγμή ένα λόγο σχετικόν με τη Γραφική αλήθεια, κι ετοποθέτησε βιβλία έτσι ώστε να μπορώ να τα φθάσω. Μια νύχτα, μεταξύ Χριστουγέννων και Πρωτοχρονιάς, επήρα ένα βιβλίο από το τραπέζι—ήταν ο 3ος Τόμος των Γραφικών Μελετών «Ελθέτω η Βασιλεία Σου»—και τόσο πολύ με συνήρπασε ό,τι εδιάβασα, ώστε συνέχισα διαβάζοντας επί αρκετές ώρες, Με έπεισε ότι η Γραφή ήταν πράγματι ο Λόγος του Θεού. Για πρώτη φορά, αφότου μπορούσα να ενθυμούμαι γονυπέτησα και προσευχήθηκα. Ελάχιστα εγνώριζα πράγματι ότι αυτό θα ωδηγούσε, με την πάροδο του χρόνου, σε μια ισόβιο σταδιοδρομία ως ενός στρατιώτου στο στρατό του Θεού!
Όταν η άδεια μου έληξε, επέστρεψα στη θέσι μου στη βόρειο Σουηδία, όπου εξακολούθησα να διαβάζω τις εκδόσεις της Σκοπιάς. Η μητέρα μου ενήργησε ώστε το τμήμα της Σκοπιάς στο Αίρεμπρου να μου στείλη τη διεύθυνσι άλλων σπουδαστών της Γραφής, και, με τον καιρό, επεστράτευσα όλο μου το θάρρος για να τους επισκεφθώ στο σπίτι τους. Ο άνθρωπος και η σύζυγός του εφάνησαν ότι εξεπλάγησαν μάλλον όταν είδαν έναν αξιωματικό του στρατού με στολή να ίσταται στην πόρτα τους, αλλά, όταν τους εξήγησα ότι ενδιαφερόμουν για τη μελέτη της Γραφής, με υπεδέχθησαν με ανοικτές αγκάλες. Έκτοτε, πέντε από μας συναντώμεθα τις Κυριακές για να μελετήσωμε τη Γραφή με τη βοήθεια του περιοδικού Η Σκοπιά.
ΑΛΛΑΓΗ ΥΠΗΡΕΣΙΑΣ
Καθώς περνούσε ο καιρός, άρχισα ν’ αντιλαμβάνωμαι ότι δεν θα έπρεπε να εξακολουθώ στην παρούσα μου κατάστασι· υπέβαλα, λοιπόν, αίτησι απαλλαγής. Όταν έγινε δεκτή η αίτησίς μου, πήγα να εργασθώ μ’ ένα συγγενή μου που είχε ένα αγρόκτημα κοντά στο Γκότεμπουργκ. Εκεί άρχισα να κηρύττω τ’ αγαθά νέα της βασιλείας του Θεού, καθώς είχα διδαχθή από τον διωρισμένο του Αρχηγό, τον Ιησού Χριστό (Ησ. 55:4· Ματθ. 10:7· 24:14), και να παρακολουθώ συναθροίσεις της εκκλησίας των μαρτύρων του Ιεχωβά στο Γκότεμπουργκ.
Ύστερ’ από καιρό έλαβα πρόσκλησι να συνταυτισθώ με την οικογένεια Μπέθελ στο Αίρεμπρου, και τον Αύγουστο 1920 ανέλαβα έργο εκεί. Η πρώτη μου εργασία ήταν η μετάφρασις του βιβλιαρίου Εκατομμύρια Ζώντων Ήδη Ουδέποτε Θα Αποθάνωσιν! στη Σουηδική. Αυτό επρόκειτο να διανεμηθή σε συνδυασμό με ωρισμένες δημόσιες συναθροίσεις, που είχαν διευθετηθή να γίνουν στην επικείμενη επίσκεψι του Α. Χ. Μακμίλλαν, ειδικού αντιπροσώπου από τα κεντρικά γραφεία στο Μπρούκλυν.
ΥΠΗΡΕΣΙΑ ΣΤΗ ΔΑΝΙΑ
Στη διάρκεια της επισκέψεως του Αδελφού Μακμίλλαν, το φθινόπωρο του 1920, ανεφάνη στο Σουηδικό τμήμα μια κατάστασις, που κατέληξε στη μετακίνησί μου προς τη Δανία. Στις Πράξεις 20:30 ο απόστολος Παύλος προείπε ότι ακόμη και μέσα στην εκκλησία του Θεού που θ’ απετελείτο από πνευματικούς πολεμιστάς, θα εσηκώνοντο άνθρωποι και θα προσπαθούσαν να «αποσπώσι τους μαθητάς οπίσω αυτών.» Τέτοια ήταν η περίπτωσις στο Μπέθελ του Αίρεμπρου, και το εθεώρησα καθήκον μου να πληροφορήσω τον Μακμίλλαν.
Ο επόπτης του έργου κηρύγματος στο τμήμα της Σουηδίας κατηύθυνε την προσοχή στον εαυτό του ως αρχηγόν, και δεν εφήρμοζε τις οδηγίες από τα κεντρικά γραφεία. Όταν έφερα στο φως αυτή την κατάστασι, εδέχθη σοβαρή επίπληξι από τον Αδελφό Μακμίλλαν. Ως αποτέλεσμα, μερικές εβδομάδες αργότερα ο υπηρέτης του τμήματος μου είπε να εγκαταλείψω το Σουηδικό Μπέθελ. Τότε ήταν που μερικοί αδελφοί στη Δανία, που εγνώριζαν την κατάστασι, μ’ εκάλεσαν να κατεβώ εκεί και να παραμείνω για λίγο.
Στη Δανία είχα πολλά προνόμια υπηρεσίας στις πρώτες γραμμές του έργου κηρύγματος. Υπηρέτησα ως ολοχρόνιος διάκονος στις πόλεις Ώλμποργκ και Ώρχους, εργαζόμενος στις πέριξ κωμοπόλεις, καθώς, επίσης, και σε αγροτικούς τομείς. Με τον καιρό, μου ανετέθη η υπηρεσία η οποία τότε ωνομάζετο έργο «πίλγκριμ», που περιελάμβανε ταξίδια προς διάφορες κατευθύνσεις μέσα στη χώρα προς ενίσχυσιν εκκλησιών και ομάδων μελέτης.
Τον Μάρτιο του 1925 έλαβα ένα τηλεγράφημα από το γραφείο του τμήματος που μου έδινε εντολή να επιστρέψω αμέσως στην Κοπεγχάγη. Εκεί, ο υπηρέτης του τμήματος μου ενεχείρισε το τεύχος του περιοδικού Η Σκοπιά της 1ης Μαρτίου που περιείχε το άρθρο «Γέννησις του Έθνους». Με παρεκάλεσε να το μελετήσω και να του είπω τη γνώμη μου σχετικά με αυτό. Το έκαμα αυτό, και κατόπιν παρεκλήθην να ετοιμάσω μια ομιλία για μια διήμερη τοπική συνέλευσι στο Σκάιβ το επόμενο Σαββατοκύριακο. Εκεί παρουσίασα στους αδελφούς τη συγκινητική Γραφική απόδειξι, ότι είχε επιτραπή στον Διάβολο να παραμείνη στον ουρανό ως το έτος 1914, οπότε υπέστη επίθεσι από τον μόλις τότε ενθρονισμένο βασιλέα, Ιησού Χριστό, κι ερρίφθη κάτω στη γη.
ΠΑΛΙ ΣΤΗ ΣΟΥΗΔΙΑ
Στη Σουηδία τα πράγματα είχαν προχωρήσει από το κακό στο χειρότερο και ο πρόεδρος της Εταιρίας Σκοπιά, Ι. Φ. Ρόδερφορδ, έκαμε διευθετήσεις για μια Σκανδιναυική συνέλευσι στο Αίρεμπρου εντός του Μαΐου του 1925. Εσχεδίαζα να νυμφευθώ στις 15 Μαΐου, όταν στις 12 έλαβα ειδοποίησι να συναντήσω την επομένη τον Αδελφό Μακμίλλαν στο Γκέντζερ, όπου θα έφθανε πριν από τον Αδελφό Ρόδερφορδ και τον Αδελφό Ρ. Ι. Μάρτιν από την Ελβετία. Όπως είχε προετοιμασθή, ενυμφεύθηκα στις 15 του μηνός στην Κοπεγχάγη, το δε επόμενο ακριβώς πρωί, η σύζυγός μου, σαν αληθινή νύμφη στρατιώτου, απεχαιρέτησε τον σύζυγό της καθώς αυτός αναχωρούσε για τη Σουηδία. Ο Αδελφός Ρόδερφορδ με ήθελε να βοηθήσω στο να γίνουν προετοιμασίες για την επικείμενη συνέλευσι.
Ο καιρός της συνελεύσεως έφθασε με 500 παρόντες. Την τελευταία ημέρα της συνελεύσεως, όταν, αντί του υπηρέτου του Σουηδικού τμήματος, προχώρησα εγώ να υπηρετήσω ως διερμηνεύς του Αδελφού Ρόδερφορδ, ακούσθηκε ένας ψίθυρος που μαρτυρούσε έκπληξι. Στο τέλος της ομιλίας του ο Αδελφός Ρόδερφορδ ανήγγειλε ότι ένας Σκώτος, ο Ουίλλιαμ Νταίη, ανελάμβανε την ευθύνη της επιβλέψεως του έργου κηρύγματος σε όλα τα Σκανδιναυικά και Βαλτικά Κράτη. Εγώ επρόκειτο να είμαι γραμματεύς του Αδελφού Νταίη και να τον συνοδεύω ως διερμηνεύς στα ταξίδιά του εντός της Σουηδίας. Ο υπηρέτης του Σουηδικού τμήματος υπεσχέθη να σεβασθή αυτή τη διευθέτησι.
Εν τούτοις, αργότερα, πριν περάση ένας μήνας, ο υπηρέτης τμήματος αρνήθηκε να συνεργασθή πλέον, κι εγώ ετέθηκα στη θέσι του. Αφού ανέλαβα τα καθήκοντά μου τον Ιούνιο του 1925, ήταν αναγκαίο να ενοποιήσω τους αδελφούς για το έργο κηρύγματος. Ο Αδελφός Νταίη κι εγώ επισκεφθήκαμε τις εκκλησίες σε όλη τη χώρα. Σε πολλά μέρη έπρεπε να διαχωρίσωμε τους αδελφούς κατά γράμμα σε δύο παρατάξεις, υπέρ και κατά της Εταιρίας. Με τον καιρό, οι αδελφοί που απέμειναν άρχισαν να εργάζωνται με ωργανωμένο τρόπο και να λαμβάνουν πείρα των ευλογιών του Ιεχωβά.
ΠΡΟΠΟΛΕΜΙΚΑ ΧΡΟΝΙΑ
Στα πριν από τον δεύτερο παγκόσμιο πόλεμο χρόνια είχα πολλά σπουδαία προνόμια υπηρεσίας. Όταν το βιβλιάριο Η Βασιλεία, η Ελπίς του Κόσμου παρουσιάσθη σε ανωτάτους κυβερνητικούς αξιωματούχους το 1932, έκαμα την παρουσίασι στον βασιλέα, στον διάδοχο, που τώρα είναι ο Βασιλεύς Γουσταύος Αδόλφος ΣΤ΄, και σε υπουργούς του κοινοβουλίου. Ειδικώς ο διάδοχος ήταν φιλικός, του ωμίλησα δε επί είκοσι λεπτά.
Ένας άλλος διορισμός μ’ έστειλε στο Παρίσι, όπου έκαμα ηχοληψία στη Σουηδική των πεντάλεπτων φωνογραφικών ομιλιών του Δικαστού Ρόδερφορδ. Από τη χρήσι αυτών στην από σπίτι σε σπίτι διακονία ενθυμούμαι μια πείρα μάλλον διασκεδαστική. Αφού έπαιξα έναν απ’ αυτούς τους δίσκους για ένα ανδρόγυνο στη Στοκχόλμη, η γυναίκα είπε: «Η φωνή σας μοιάζει πάρα πολύ μ’ εκείνη που ακούσαμε. Πρέπει να την έχετε ακούσει πολλές φορές.» Ασφαλώς, την είχα ακούσει!
Στις 7 Οκτωβρίου 1934, οι αδελφοί της Σουηδίας ενώθηκαν στην παγκόσμια διαμαρτυρία προς τον Χίτλερ, με την οποία του ζητούσαν να σταματήση τον διωγμό των μαρτύρων του Ιεχωβά στη Γερμανία. Γνωρίζομε ότι λίγα από τα τηλεγραφήματα μας έφθασαν στο Βερολίνο, αλλά μέσα σε λίγες ώρες τα τηλεγραφήματα εσταμάτησαν. Τέτοια προειδοποίησις δεν εθεωρήθη κατάλληλος να σταλή σε κάτι που τότε εθεωρείτο ως φιλική κυβέρνησις. Αργότερα το βιβλιάριο Φασισμός ή Ελευθερία απηγορεύθη, διότι αποκαλούσε τον Χίτλερ αντιπρόσωπον του Διαβόλου.
ΣΤΗ ΔΙΑΡΚΕΙΑ ΤΗΣ ΠΑΓΚΟΣΜΙΟΥ ΣΥΡΡΑΞΕΩΣ
Όταν η Δανία και η Νορβηγία κατελήφθησαν από τους Εθνικοσοσιαλιστάς τον Απρίλιο του 1940, η Σουηδία παρέμεινε σαν μια ουδέτερα νήσος μέσα σε μια πολεμοδαρμένη θάλασσα. Έγινε, λοιπόν, έργον μου το να συγκεντρώνω πληροφορίες και εκθέσεις, να τις μεταφέρω στον Αδελφό Νταίη στην Κοπεγχάγη, και έπειτα να επιστρέφω στη Σουηδία για να τις ταχυδρομώ όλες για το Μπρούκλυν.
Εν τούτοις, όταν έφθασα στην Κοπεγχάγη ένα πρωί κατά το τέλος του 1940, αντί να συναντηθώ με κάποιον από το γραφείον του τμήματος, με περίμεναν δύο Δανοί αξιωματικοί της αστυνομίας και άνδρες της Γερμανικής ασφαλείας. Πήραν όλα τα έγγραφά μου και μου είπαν ότι θα τα επέστρεφαν στο ξενοδοχείο μου. Στη διάρκεια της ημέρας έμαθα ότι ο Αδελφός Νταίη είχε συλληφθή και ήταν στη φυλακή. Το βράδυ εκείνο ένας από τους άνδρες της Γερμανικής ασφαλείας με επεσκέφθη στο ξενοδοχείο για να μου επιστρέψη τα έγγραφα. Μου είπε ότι είχε διαβάσει την αλληλογραφία του Νταίη και εθαύμασε το πνεύμα που εχαρακτήριζε την οργάνωσί μας. Είχα την ευκαιρία να του πω για τη νέα τάξι πραγμάτων του Ιεχωβά, όταν δε επρόκειτο να εξηγήσω ποια θα ήταν τότε η κυριαρχούσα δύναμις, συνεπλήρωσε ο ίδιος, «Η Αγάπη!» Ποτέ δεν κατωρθώσαμε να εξακριβώσωμε τι απέγινε αυτός ο άνθρωπος.
Τώρα παρέστη ανάγκη να χρησιμοποιήσωμε Θεοκρατική τακτική για να διατηρήσωμε επιθυμητή επαφή με κατεχόμενες χώρες. Σκοπεύοντας να πάρω θεώρησι διαβατηρίου για να επισκεφθώ τη Νορβηγία, διωρίσθηκα ως περιοδεύων παραγγελιοδόχος, αντιπροσωπεύοντας έναν αδελφό, που ήταν έμπορος χονδρικής πωλήσεως εντέρων! Ελύσαμε το πρόβλημα της εισαγωγής πνευματικής τροφής στη Νορβηγία με το να τους αποστέλλωμε τακτικώς πακέτα με τρόφιμα, ειδικώς αυγά, το καθένα από τα οποία ήταν τυλιγμένο με μερικά φύλλα του περιοδικού Η Σκοπιά. Όταν αυτό ανεκαλύφθη τελικά από τους Γερμανούς, βρήκαμε άλλον τρόπο.
Κατά τις επισκέψεις μου στη Νορβηγία, ήλθα σ’ επαφή μ’ ένα φιλικά διακείμενον εμπορικό πράκτορα, που εξηναγκάσθη να παρέχη κατάλυμα σε δύο Γερμανούς αξιωματικούς στο σπίτι του. Όταν αυτοί οι Γερμανοί του ζήτησαν να εισαγάγη μερικά επί πλέον τρόφιμα από τη Δανία, ο άνθρωπος αυτός είπε ότι θα το διευθετούσε, αν θα μπορούσε να περιλάβη ένα πακέτο για τον εαυτό του μέσα στις δικές των αποστολές τροφίμων. Συνεφώνησαν, κι έτσι αντίτυπα της Σκοπιάς περιελαμβάνοντο πάντοτε στα τρόφιμα που τα έπαιρναν στο στρατιωτικό αεροδρόμιο του Ώλμποργκ της Δανίας, και μετεφέροντο με αεροπλάνο του Χίτλερ στη Νορβηγία!
Μ’ ένα εξίσου ασυνήθη τρόπο εισήγοντο περιοδικά στη Δανία από τη Σουηδία. Μια νεαρά Δανίς αδελφή είχε προσληφθή ως παιδαγωγός στο σπίτι ενός διπλωμάτου του Άξονος στην Κοπεγχάγη, και αυτός ο άνθρωπος ήταν πολύ πρόθυμος να της φέρη πακέτα-δώρα που της τα ανταπέδιδαν από τη Σουηδία. Μ’ αυτούς τους τρόπους, όπως οι ανωτέρω, ακόμη κι αυτοί οι εχθροί του Θεού έφθασαν να είναι εξυπηρετικοί με το να βοηθούν τον λαό του ν’ αποκτά πνευματική τροφή!
Ένα άλλο παράδειγμα χώρας, όπου εγίνετο κατάλληλος χειρισμός των κοσμικών εξουσιών ενεφανίσθη στη Φιλλανδία. Εκεί, τα έντυπά μας είχαν απαγορευθή, εφόσον δε οι τυπογραφικές εγκαταστάσεις της Σκοπιάς στο Ελσίνκι δεν είχαν τίποτε να κάνουν, επρόκειτο να τεθούν υπό κυβερνητικόν έλεγχον. Αλλ’ εφόσον η Φιλλανδική κυβέρνησις ήταν πρόθυμη να εισαγάγη Σουηδικό συνάλλαγμα στη χώρα, συνεφώνησαν ώστε να εκτυπώνη το εργοστάσιο βιβλία και βιβλιάρια, τα οποία να εξάγωνται στη Σουηδία. Ως εκ τούτου, όχι μόνον έγινε προμήθεια εντύπων για τη Σουηδία, αλλά και περιοδικά εισήχθησαν πάλι στη Φιλλανδία!
ΑΥΞΗΣΙΣ ΚΑΙ ΕΥΗΜΕΡΙΑ
Μολονότι ο στρατός των κηρύκων της Βασιλείας στη Σουηδία συνήντησε πολλή εναντίωσι, εν τούτοις, με τη βοήθεια του Παντοδυνάμου Θεού, εξήλθε νικητής. Παραδείγματος χάριν, το 1951 απέκρουσαν τις προσπάθειές μας για ενοικίασι του ελεγχομένου από την κυβέρνησι σταδίου της Στοκχόλμης για τη συνέλευσί μας. «Δεν θα ταίριαζε με την αξιοπρέπεια του σταδίου», εξήγησαν οι κυβερνητικοί εκπρόσωποι. Τέσσερα, όμως, χρόνια αργότερα, η χρήσις του κοινοτικού Αθλητικού Σταδίου Γιοχάννεσχοβ εσημείωσε πλήρη στροφή. Τότε, ακόμη και οι οδηγοί των τροχιοδρομικών οχημάτων της Στοκχόλμης εκραύγαζαν: «Γιοχάννεσχοβ—Συνέλευσις μαρτύρων του Ιεχωβά!» Έκτοτε κατωρθώσαμε να ενοικιάσωμε οποιαδήποτε αίθουσα ή στάδιο ηθελήσαμε. Το 1963 εχρησιμοποιήσαμε το μεγαλύτερο στάδιο της χώρας, και περισσότερα από 25.000 άτομα συνεκεντρώθησαν σ’ αυτό.
Η αύξησις του κηρύγματος της Βασιλείας δια μέσου των ετών υπήρξε πράγματι θαυμαστή. Το 1926, όταν το γραφείο του τμήματος μετεκινήθη από το Αίρεμπρου στη Στοκχόλμη, συνεκεντρώσαμε 325 πνευματικούς μαχητάς. Κατά την έκρηξι του Δευτέρου Παγκοσμίου Πολέμου το 1939 αυτοί ηυξήθησαν σε 1.361, και το 1951 ένα νέο ανώτατο όριο 5.140 διακόνων εδημιούργησε την ανάγκη της αγοράς ενός νέου οικοπέδου στο Τσάκοβμπεργκ, δώδεκα περίπου μίλια έξω από τη Στοκχόλμη. Εδώ ανοικοδομήθησαν ένας θαυμάσιος οίκος Μπέθελ κι ένα τυπογραφείο. Όταν μετεκομίσαμε εκεί την 1η Απριλίου 1954, εφαίνετο απίθανο ότι θα αξιοποιούσαμε όλο τον χώρο πριν από τον Αρμαγεδδώνα. Αλλά το 1961 έπρεπε ν’ αρχίση η οικοδόμησις μιας νέας προσθήκης, που συνεπληρώθη προ ενός περίπου έτους. Τώρα υπάρχουν 10.300 πνευματικοί πολεμισταί που υπηρετούν στη Σουηδία.
Σήμερα οι διάφοροι στρατοί, λόγω της ταχείας αναπτύξεως των νέων μεθόδων της διεξαγωγής του πολέμου, το βρίσκουν αναγκαίο να διευθετούν ειδικές σειρές μαθημάτων, όπου μελετώνται η στρατηγική και η συνεργασία μεταξύ των διαφόρων τμημάτων των ένοπλων δυνάμεων. Το στράτευμα του Ιεχωβά έχει κάμει μια παρόμοια διευθέτησι, είμαι δε ευτυχής που μπόρεσα, στην ηλικία των εβδομήντα και ενός ετών, να παρακολουθήσω τη Βιβλική Σχολή της Σκοπιάς Γαλαάδ στο Μπρούκλυν το 1964 για να λάβω ανωτέρα θεοκρατική εκπαίδευσι. Η προσευχή μου είναι, όπως ο «Ιεχωβά, ο Θεός των δυνάμεων», και ο διωρισμένος του επί κεφαλής Αρχηγός, Χριστός Ιησούς, ενισχύουν όλους τους πνευματικούς των μαχητάς να προχωρήσουν πιστά ως την τελική νίκη.—Ιερεμ. 38:17, ΜΝΚ.