Το Βάπτισμα Δείχνει Πίστι
«Ιδού, έρχομαι . . . . Χαίρω Θεέ μου, να εκτελώ το θέλημά σου· και ο νόμος σου είναι εν τω μέσω της καρδίας μου.»—Ψαλμός 40:7, 8.
1. Ποιο είναι το πιο έξοχο παράδειγμα πίστεως για τον άνθρωπο, και πώς άρχισε να δείχνη πίστι στην παιδική του ηλικία;
Ο ΙΗΣΟΥΣ ΧΡΙΣΤΟΣ είναι για τον άνθρωπο το πιο έξοχο παράδειγμα ενός πλάσματος που έδειξε πίστι στον Δημιουργό του. Το υπόμνημα του τι έκανε ως άνθρωπος στη γη μάς προμηθεύει την καθοδήγησι που χρειαζόμεθα τόσο πολύ στην προσπάθειά μας ν’ αποδώσωμε στον Θεό αυτό που ανήκει στον Θεό. Ο Ιησούς είχε γεννηθή σ’ ένα έθνος, το οποίο είχε τον γραπτό νόμο του Θεού και ήταν κάτω από υποχρέωσι διαθήκης να υπακούη σ’ αυτόν. Μολονότι πολλοί από το έθνος δεν το έπρατταν αυτό, ο Ιησούς από τα πρώτα του χρόνια έδειξε την ισχυρή πίστι του στον Ιεχωβά με αυτά που έκαμε. Εξέλεξε μια προοδευτική πορεία ζωής που θα ωδηγούσε στην εύνοια του Θεού. Για τα νεαρά του χρόνια είναι γραμμένο: «Επορεύοντο δε οι γονείς αυτού κατ’ έτος εις Ιερουσαλήμ εν τη εορτή του πάσχα. Και ότε έγεινεν ετών δώδεκα, αφού ανέβησαν εις Ιερουσαλήμ κατά το έθος της εορτής, και ετελείωσαν τας ημέρας, ενώ αυτοί υπέστρεφον, το παιδίον ο Ιησούς έμεινεν οπίσω εν Ιερουσαλήμ . . . υπέστρεψαν εις Ιερουσαλήμ ζητούντες αυτόν. Και μετά τρεις ημέρας εύρον αυτόν εν τω ιερώ, καθήμενον εν μέσω των διδασκάλων, και ακούοντα αυτούς, και ερωτώντα αυτούς. Εξίσταντο δε πάντες οι ακούοντες αυτόν, δια την σύνεσιν και τας αποκρίσεις αυτού. . . . Και ο Ιησούς προέκοπτεν εις σοφίαν, και ηλικίαν, και χάριν παρά Θεώ και ανθρώποις.» (Λουκ. 2:41-47, 52) Ακόμη και στα παιδικά του χρόνια ενδιεφέρετο σοβαρά για τη σχέσι του με τον Θεό.
2, 3. (α) Σ’ εκπλήρωσι του Ψαλμού 40:7, 8, τι έκαμε ο Ιησούς; (β) Ποια είναι η απόδειξις ότι ο Θεός ευηρεστήθη από αυτή την επίδειξι πίστεως;
2 Με την υποδειγματική του πορεία να προοδεύη σε γνώσι και σοφία, ο Ιησούς αύξησε σε πίστι. Εγνώριζε το θέλημα του Θεού, και η γνώσις αυτή, με επί πλέον την πίστι και την ισχυρή επιθυμία του ν’ ανταποκριθή στις υποχρεώσεις του προς τον Θεό, τον ωδήγησε να παρουσιάση τον εαυτό του στον Ιεχωβά και να κάμη το θέλημα του Θεού. Προφητικώς είχε γραφή γι’ αυτόν στον Ψαλμό 40:7, 8: «Ιδού, έρχομαι . . . . Χαίρω Θεέ μου, να εκτελώ το θέλημά σου· και ο νόμος σου είναι εν τω μέσω της καρδίας μου.» Ήταν περίπου ηλικίας τριάντα ετών, όταν ύστερ’ από δική του εκλογή εγκατέλειψε την προηγουμένη του πορεία ζωής και έγινε ένας ειδικός υπηρέτης του Ιεχωβά. «Και αυτός ο Ιησούς ήρχιζε να ήναι ως τριάκοντα ετών», όταν άρχισε την υπηρεσία του. (Λουκ. 3:23) Αυτό απαιτούσε πίστι. Αλλά πώς ο Ιησούς έκαμε γνωστό ότι ελάμβανε αυτή την πορεία πίστεως και υπακοής στο θέλημα του Θεού;
3 «Τότε έρχεται ο Ιησούς από της Γαλιλαίας εις τον Ιορδάνην προς τον Ιωάννην, δια να βαπτισθή υπ’ αυτού. Ο δε Ιωάννης εκώλυεν αυτόν, λέγων, Εγώ χρείαν έχω να βαπτισθώ υπό σου, και συ έρχεσαι προς εμέ; Αποκριθείς δε ο Ιησούς είπε προς αυτόν, Άφες τώρα· διότι ούτως είναι πρέπον εις ημάς να εκπληρώσωμεν πάσαν δικαιοσύνην. Τότε αφίνει αυτόν. Και βαπτισθείς ο Ιησούς ανέβη ευθύς από του ύδατος· και ιδού, ηνοίχθησαν εις αυτόν οι ουρανοί, και είδε το πνεύμα του Θεού καταβαίνον ως περιστεράν, και ερχόμενον επ’ αυτόν. Και ιδού φωνή εκ των ουρανών, λέγουσα, Ούτος είναι ο Υιός μου ο αγαπητός, εις τον οποίον ευηρεστήθην.»—Ματθ. 3:13-17.
4. Ποια είναι η σημασία του Χριστιανικού βαπτίσματος, και είναι αναγκαίο;
4 Ο Ιησούς δεν ήταν αμαρτωλός! Η βύθισίς του κάτω από το ύδωρ δεν ήταν για ν’ αφαιρεθούν αμαρτίες. «Αμαρτίαν δεν έκαμεν», λέγει το εδάφιο 1 Πέτρου 2:22. Το Χριστιανικό βάπτισμα δεν είναι, επομένως, για την αφαίρεσι αμαρτιών, αλλά είναι ο τρόπος που δίδεται δημοσία απόδειξις μιας θετικής παρουσιάσεως του εαυτού μας στον Θεό ανάμεσα σ’ ένα αποξενωμένο σύστημα πραγμάτων. Ήταν αναγκαίο για τον Ιησού και απαιτείται από αυτούς που επιθυμούν ν’ ανταποκριθούν στις υποχρεώσεις των προς τον Θεό ακόμη και τώρα. Σήμερα η αφιέρωσις στον Θεό και το βάπτισμα απαιτούν πίστι και πρέπει να συνοδεύονται από προσευχή στον Θεό.—Λουκ. 3:21.
5. Πώς ο Ιησούς απέδειξε την πίστι του αμέσως μετά το βάπτισμα;
5 Τον καιρό του βαπτίσματος, όχι μόνο δίδεται απόδειξις της αληθινής πίστεως, αλλά, όπως απέδειξε ο Ιησούς, από τότε πρέπει να επακολουθήση μια συνεχής πορεία ενεργείας που θ’ αποδεικνύη πίστι. Ο Ιησούς Χριστός απέδειξε την πίστι του υπηρετώντας τον Ιεχωβά. Εν πρώτοις, εκλήθη να υπερασπίση τον εαυτό του εναντίον των πιέσεων, οι οποίες είχαν σκοπό να τον αναγκάσουν ν’ απομακρυνθή από την πορεία του υπακοής στον Ιεχωβά. Σ’ αυτό η ακριβής γνώσις της Γραφής, που είχε συσσωρεύσει με την επιμελή μελέτη και στοχασμό, και επί πλέον η πίστις του, τον έκαμαν να κερδίση μια σπουδαία νίκη. Ο Σατανάς εναντιώνεται σ’ εκείνους που επιθυμούν να εκπληρώσουν τις υποχρεώσεις των στον Θεό. Στην περίπτωσι του Ιησού, ο Σατανάς προσπάθησε να επωφεληθή από την κατάστασι με το να θέση πειρασμούς ενώπιον του Ιησού, ο οποίος μόλις είχε χρισθή. Εν τούτοις, κάθε φορά που του προσεφέρετο μια δελεαστική πρότασις, ο Ιησούς απαντούσε με τον πιο ισχυρό τρόπο—με τις Γραφές. Η πρώτη απάντησις ήταν, «Με άρτον μόνον δεν θέλει ζήσει ο άνθρωπος, αλλά με πάντα λόγον εξερχόμενον δια στόματος Ιεχωβά», που παρετέθη από το Δευτερονόμιον 8:3 (ΜΝΚ). Η δευτέρα απάντησις ελήφθη από το Δευτερονόμιον 6:16 (ΜΝΚ), όταν είπε: «Δεν θέλεις πειράσει Ιεχωβά τον Θεόν σου.» Η τρίτη και τελική απάντησις εβασίζετο στα εδάφια Δευτερονόμιον 5:9 και 6:13 (ΜΝΚ), καθώς και Ιησούς του Ναυή 24:14 (ΜΝΚ), όταν διεκήρυξε: «Ιεχωβά τον Θεόν σου θέλεις προσκυνήσει, και αυτόν μόνον θέλεις λατρεύσει.»—Ματθ. 4:4-10, ΜΝΚ.
6. (α) Μετά τον πειρασμό, τι έκαμε ο Ιησούς; (β) Γιατί ο Ιησούς και οι απόστολοι δεν εχρειάσθησαν να σπουδάσουν σ’ ένα ιεροσπουδαστήριο;
6 Μετά το βάπτισμα και τον πειρασμό, ο Ιησούς άρχισε τη διακονία του. «Από τότε ήρχισεν ο Ιησούς να κηρύττη και να λέγη, Μετανοείτε· διότι επλησίασεν η βασιλεία των ουρανών.» (Ματθ. 4:17) Ήταν ένα άγγελμα της βασιλείας, που θα έπρεπε να είναι αγαθά νέα για τον λαό, αλλά εχρειάζετο ισχυρή πίστις για να ενασχοληθή ένας σ’ αυτό το έργο κηρύγματος, διότι λίγοι από τους ακροατάς ήσαν πρόθυμοι να πιστεύσουν. Οι λίγοι, που έδωσαν πίστι σε ό,τι αυτός εκήρυττε, ενώθηκαν μαζί του ως ακόλουθοι, και τελικά συμμετείχαν στο έργο κηρύγματος και διδασκαλίας. Εκήρυτταν στα όρη, στις παραλίες, στις συναγωγές, ή στις κατοικίες, οπουδήποτε μπορούσαν να βρεθούν άνθρωποι. Η αφήγησις λέγει πως το κύριο έργο ήταν να αινούν το όνομα του Ιεχωβά και να ομιλούν για τη βασιλεία του· αντί να ζητούν χρήματα ή να ενεργούν φιλανθρωπικούς εράνους χρημάτων ή ν’ ασχολούνται με την ίδρυσι ορφανοτροφείων, νοσοκομείων, πανεπιστημίων, μοναστηρίων ή κοινωνικών κέντρων, αυτό που έκαναν ήταν ένα έργο διδασκαλίας, που εγίνετο με αγαθότητα, συμπάθεια και κατανόησι. Ο Ιησούς εγνώριζε ότι η συσσώρευσις γνώσεως είναι η βάσις για σταθερότητα στην πίστι· η γνώσις έπρεπε να διδαχθή. Είναι αξιοσημείωτο ότι ο Ιησούς και οι απόστολοί του δεν εφοίτησαν σε θεολογικές σχολές ή ιεροδιδασκαλεία για να εξαρτισθούν ώστε να διάγουν μια ζωή υπηρεσίας στον Δημιουργό. Μάλλον, ο Χριστιανικός τρόπος μελέτης και διδασκαλίας του εμπνευσμένου Λόγου του Θεού το έκαμε αυτό.—Ιωάν. 7:14-18.
7. Ποια εδάφια αποδεικνύουν ότι ο Ιησούς είχε την πίστι που εχρειάζετο για να θέση τα πνευματικά πράγματα πρώτα στη ζωή;
7 Ο Ιησούς δεν έκαμε την επιδίωξι των υλικών πραγμάτων την πρώτιστη μέριμνα στη ζωή του, αλλά με πίστι έθεσε τα πνευματικά πράγματα πρώτα, και ο Ιεχωβά εφρόντισε ώστε να έχη κατάλληλες προμήθειες σε όλη τη διακονία του. Παρώτρυνε ένα πλούσιο νέο να έλθη να τον ακολουθήση, διότι ο Ιησούς εγνώριζε ότι η δική του πορεία ήταν εκείνη που ήταν ευάρεστη στον Θεό, και ανταπεκρίνετο στις υποχρεώσεις του ανθρώπου προς τον Θεό. Αλλά ο νέος δεν είχε την πίστι για να το κάμη.—Ματθ. 6:20, 33· 8:20· 10:9, 10· 19:21· Λουκ. 12:34.
8. (α) Εξηγήστε την υποδειγματική στάσι πίστεως, που έλαβε ο Ιησούς σχετικά με τις ψευδείς θρησκείες και την πολιτική των ημερών του.Μετά την ανάστασι, πώς ο Ιησούς εξακολούθησε να δείχνη ότι ο αγιασμός του στον Θεό ήταν ατελεύτητος;
8 Ο Χριστός Ιησούς έδειξε, επίσης, πώς ν’ αποφεύγωμε την ανάμιξι στις ψευδείς θρησκείες που μας περιβάλλουν. Εγνώριζε το νόμο του Θεού και δεν εφοβείτο να ομιλή γι’ αυτόν, μολονότι αυτό τον έκανε στόχο εναντιώσεως και προσωπικής βλάβης. Η οξεία αίσθησίς του για τη δικαιοσύνη είχε γίνει γνωστή ενώπιον του λαού καθώς κατήγγελλε τις παραδόσεις της ψευδούς θρησκείας, οι οποίες ακυρώνουν τον Λόγο του Θεού. Ωμίλησε δίχως περιστροφές εναντίον των ψευδών διδασκαλιών και των υποκριτών λάτρεων, δείχνοντας την αντίθεσί του στην άσκησι της Βαβυλωνιακής θρησκείας. (Ματθ. 15:1-9· 16:6, 12· 23:16-36) Ομοίως, εξήγησε στους ακολούθους του την ανάγκη να λάβουν μια ουδετέρα στάσι όσον αφορά τις υποθέσεις αυτού του συστήματος πραγμάτων, το οποίον περιελάμβανε την ανηθικότητα και την πολιτική των ημερών του, έστω και αν αυτό μπορούσε να οδηγήση στο να θανατωθούν μερικοί Χριστιανοί. (Ιωάν. 15:18-21· 16:1, 2, 33· 17:14-16) Η πίστις μαζί με την υπακοή εβοήθησαν τον Ιησού να παραμείνη αποχωρισμένος σε αγιασμό στον Ιεχωβά Θεό. Εγνώριζε ότι μπροστά του υπήρχε θάνατος, αλλά είχε πίστι στον Ιεχωβά και στη δύναμι αναστάσεως του Θεού. Ακόμη και μετά την ανάστασί του έδωσε απόδειξι του ατελευτήτου αγιασμού του στον Δημιουργό με το να συνεχίζη να διδάσκη τους σκοπούς του Θεού: «Και αρχίσας από Μωυσέως και από πάντων των προφητών, διηρμήνευεν εις αυτούς τα περί εαυτού γεγραμμένα εν πάσαις ταις γραφαίς . . . Τότε διήνοιξεν αυτών τον νουν, δια να καταλάβωσι τας γραφάς.» (Λουκ. 24:27, 45) Αυτά είναι λίγα μόνο από τα έξοχα έργα πίστεως που έκαμε ο Ιησούς Χριστός. Με την προσεκτική μελέτη των αφηγήσεων της Γραφής μπορούμε να μάθωμε για πολλά άλλα έργα πίστεως που εξετέλεσε ο Ιησούς ως παραδείγματα γι’ αυτούς, που θα ήσαν Χριστιανοί αποδίδοντας στον Θεό ό,τι του οφείλεται.—1 Πέτρ. 2:21-25.
Σ’ ΑΥΤΟΥΣ ΠΟΥ ΘΑ ΗΡΧΟΝΤΟ ΜΕΤΑ ΤΟΝ ΙΗΣΟΥ
9. Τι είδος έργου θα επακολουθούσε μετά τη διακονία του Ιησού;
9 Γι’ αυτούς, οι οποίοι θα υπηρετούσαν τον Ιεχωβά Θεό με αφιέρωσι μετά τη διακονία του Χριστού, εδόθη η εντολή από τον Ιησού αναγραφομένη στα εδάφια Ματθαίος 28:19, 20: «Πορευθέντες λοιπόν μαθητεύσατε πάντα τα έθνη, βαπτίζοντες αυτούς εις το όνομα του Πατρός και του Υιού και του αγίου πνεύματος, διδάσκοντες αυτούς να φυλάττωσι πάντα όσα παρήγγειλα εις εσάς· και ιδού, εγώ είμαι μεθ’ υμών πάσας τας ημέρας, έως της συντελείας του αιώνος [του συστήματος πραγμάτων, ΜΝΚ].» Γιατί αυτή η εντολή; Ο Θεός δεν επολιτεύετο πια μ’ ένα επίγειο έθνος ως τον εκλεκτό του λαό. Ένα νέο σύστημα πραγμάτων είχε έλθει. Τώρα εξηρτάτο από τα άτομα, ανθρώπους, όλων των εθνών, να κάμουν την εκλογή τους και να έλθουν σε αρμονία με τον Θεό ως αφιερωμένοι άνδρες και γυναίκες. Αυτά που είχε πει ο Ιησούς δείχνουν ότι μερικά πράγματα πρέπει να ληφθούν υπ’ όψιν προτού τελεσθή κατάλληλα το βάπτισμα.
10. Πριν από το βάπτισμα, ποια είναι μια από τις αναγκαίες απαιτήσεις;
10 Εν πρώτοις, χρειάζεται μαθήτευσις, ένα πρόγραμμα διδασκαλίας. Οι άνθρωποι πρέπει να μάθουν για τον Ιεχωβά Θεό, τον Πατέρα του Ιησού Χριστού, και ν’ αποκτήσουν βασική γνώσι των εντολών, νόμων και αρχών του. Η αρχή της λατρείας του Θεού πρέπει να γίνη με την εκτίμησι της θέσεώς του ως του Υπερτάτου. Γνώσις του Θεού και πίστις προηγούνται από τη Χριστιανική αφιέρωσι και το βάπτισμα. Συνεπώς, γίνεται κατανοητό ότι κανείς δεν γεννάται Χριστιανός, και, επομένως, το βρεφικό ράντισμα ή βάπτισμα δεν είναι Χριστιανικό βάπτισμα. Πρέπει ένας να λάβη πληροφορία πριν από το βάπτισμα και να κάμη εκλογή της πορείας του ζωής, πράγμα καταφανώς αδύνατο για ένα νεογέννητο βρέφος.
11. Τι πρέπει ένας να εκτιμήση σχετικά με την προμήθεια του Θεού μέσω του Υιού του;
11 Εκτίμησις του ‘ονόματος. . . του Υιού’ ή της θέσεώς του σχετικά με τους σκοπούς του Θεού είναι, επίσης, μια απαίτησις. Πρέπει ένας να φθάση στο σημείο ν’ αναγνωρίση την ανάγκη της προμηθείας του Ιεχωβά μέσω του Χριστού για την αφαίρεσι της αμαρτίας, τη θυσία του αντιλύτρου. Βλέπει τον εαυτό του στο πραγματικό φως ως ένα αμαρτωλό, που έχει ανάγκη μετανοίας. «Μετανοήσατε λοιπόν και επιστρέψατε, δια να εξαλειφθώσιν αι αμαρτίαι σας, δια να έλθωσι καιροί αναψυχής από της παρουσίας του Ιεχωβά . . . Προς εσάς πρώτον ο Θεός, αναστήσας τον Υιόν αυτού Ιησούν, απέστειλεν αυτόν δια να σας ευλογή, όταν επιστρέψητε έκαστος από των πονηριών υμών.» (Πράξ. 3:19, 26, ΜΝΚ) Αν ένας μετανοήση, δείχνει πίστι στην προμήθεια του Ιεχωβά και αναγνωρίζει τον Ιησού Χριστό ως τον κεχρισμένο Βασιλέα του Ιεχωβά, υποτασσόμενος οικειοθελώς και με χαρά στη διευθέτησι πραγμάτων του Ιεχωβά και επιθυμεί ν’ αντιγράψη το παράδειγμα του Υιού του Θεού με το να ζη σε αρμονία με τις διδασκαλίες του Ιησού.
12. Τι είναι το άγιο πνεύμα, και πώς ο άνθρωπος δείχνει κατάλληλα αναγνώρισι τούτου;
12 Ούτε πρέπει να παραλείψωμε από την εκτίμησι μας το άγιο πνεύμα του Ιεχωβά. Το άγιο πνεύμα δεν είναι ένα πρόσωπο. Ο Ιεχωβά αποστέλλει το πνεύμα ή ενεργό δύναμί του, που είναι αόρατο στ’ ανθρώπινα μάτια όπως ο ίδιος ο άνεμος, και το οποίο μπορεί να γεμίση ανθρώπους. (Πράξ. 2:1-4) Όταν ένας μελετά τον Λόγο του Θεού, φθάνει στο σημείο ν’ αναγνωρίση πώς ενεργεί το πνεύμα του Ιεχωβά επάνω στην οργάνωσι των πλασμάτων του και πώς ο Ιεχωβά χρησιμοποιεί την ενεργό δύναμί του. Το πνεύμα του Ιεχωβά ενέπνευσε τη συγγραφή της Βίβλου και μέσω του πνεύματός του γίνεται σαφής η κατανόησίς της. Έτσι δεν θα υπάρξη αντίστασις στη λειτουργία του πνεύματος του Ιεχωβά ή εναντίωσις στον θεόπνευστο Λόγο του.—Πράξ. 7:51· 2 Πέτρ. 1:21.
13. Σε ποιες υψηλές προσωπικές αρχές πρέπει ν’ ανταποκριθή ένας προτού μπορέση να κάμη μια έγκυρη αφιέρωσι στον Ιεχωβά;
13 Αλλά είναι αυτό όλο εκείνο, που θα μπορούσε ν’ απαιτηθή από ένα, ο οποίος επιθυμεί να έλθη σε κατάλληλη σχέσι με τον Θεό μέσω αφιερώσεως και βαπτίσματος; Όχι, μια μελέτη των θεοπνεύστων Γραφών δείχνει την ανάγκη περαιτέρω σκέψεων. Ο Λόγος του Θεού θέτει αρχές, σύμφωνα με τις οποίες πρέπει να ζουν οι Χριστιανοί και οι οποίες απαιτούν να καθαρισθούν οι άνθρωποι από μερικές πράξεις που συνήθως κάνει ο κόσμος. Κάτω από την έμπνευσι του πνεύματος ο Παύλος έγραψε στους Κορινθίους για την δική των καθοδήγησι και τη δική μας: «Ή δεν εξεύρετε ότι οι άδικοι δεν θέλουσι κληρονομήσει την βασιλείαν του Θεού; Μη πλανάσθε· ούτε πόρνοι, ούτε ειδωλολάτραι, ούτε μοιχοί, ούτε μαλακοί, ούτε αρσενοκοίται, ούτε κλέπται, ούτε πλεονέκται, ούτε μέθυσοι, ούτε λοίδοροι, ούτε άρπαγες, δεν θέλουσι κληρονομήσει την βασιλείαν του Θεού. Και τοιούτοι υπήρχετε τινές· αλλά απελούσθητε . . . δια του ονόματος του Κυρίου Ιησού.» (1 Κορ. 6:9-11) Είναι σπουδαίο να εννοήσωμε την σημασία των όρων που χρησιμοποιούνται εδώ. Και αν ακόμη κάποιος έκανε μερικά από αυτά τα πράγματα στο παρελθόν, οφείλει να καθαρισθή πλήρως απ’ αυτές τις συνήθειες για να γίνη κατάλληλος για αφιέρωσι και βάπτισμα, όπως ώφειλαν να κάμουν μερικοί Κορίνθιοι. Θα δείξη τ’ αποτελέσματα της ισχυρής πίστεώς του αν ενεργήση έτσι.
14. Ποια άλλη απαίτησι υποδεικνύει η Γραφή ότι είναι αναγκαία για να είναι ένας κατάλληλος ως υπηρέτης του Θεού;
14 Υπάρχουν περισσότερα για να εξετασθούν, επίσης. Μιλώντας προφητικά για τους δούλους του, ο Ιεχωβά κατηύθυνε τον προφήτη Ησαΐα να καταγράψη αυτά τα λόγια, που αναγράφονται στα εδάφια Ησαΐας 2:2-4 (ΜΝΚ): «Εν ταις εσχάταις ημέραις, το όρος του οίκου του Ιεχωβά θέλει στηριχθή επί της κορυφής των ορέων, και υψωθή υπεράνω των βουνών· και πάντα τα έθνη θέλουσι συρρέει εις αυτό, και πολλοί λαοί θέλουσιν υπάγει, και ειπεί, Έλθετε, και ας αναβώμεν εις το όρος του Ιεχωβά, εις τον οίκον του Θεού του Ιακώβ· και θέλει διδάξει ημάς τας οδούς αυτού, και θέλομεν περιπατήσει εν ταις τρίβοις αυτού. Διότι εκ Σιών θέλει εξέλθει νόμος, και λόγος Ιεχωβά εξ Ιερουσαλήμ. Και θέλει κρίνει αναμέσον των εθνών, και θέλει ελέγξει πολλούς λαούς· και θέλουσι σφυρηλατήσει τας μαχαίρας αυτών δια υνία, και τας λόγχας αυτών δια δρέπανα· δεν θέλει σηκώσει μάχαιραν έθνος εναντίον έθνους, ουδέ θέλουσι μάθει πλέον τον πόλεμον.» Αυτό υποδεικνύει ειρηνική δράσι για τους ανθρώπους που θα υπηρετούσαν τον Θεό. Η υποδειγματική πορεία του Ιησού μάς πληροφορεί και πάλι τι να κάνωμε.—Ματθ. 26:52.
15. Γιατί πρέπει ένα άτομο να διακόψη κάθε σχέσι με την ψευδή λατρεία;
15 Ασκεί κάποιος οποιαδήποτε μορφή ψευδούς λατρείας; Οφείλει να εξετάση τον εαυτό του και να διακόψη κάθε σχέσι με λατρεία ομοία μ’ εκείνη που ασκούσαν στην αρχαία Βαβυλώνα και ασκούν τώρα υπό την αιγίδα της παγκοσμίου αυτοκρατορίας της ψευδούς θρησκείας, που περιγράφεται στη γλώσσα της Γραφής ως Βαβυλών η Μεγάλη στην Αποκάλυψι 18:2. Ένας άνθρωπος, που θέλει να εκπληρώση τις υποχρεώσεις του προς τον ζώντα Θεό Ιεχωβά, οφείλει να προσέξη στην ουράνια συμβουλή: «Και ήκουσα άλλην φωνήν εκ του ουρανού, λέγουσαν, Εξέλθετε εξ αυτής, ο λαός μου, δια να μη συγκοινωνήσητε εις τας αμαρτίας αυτής, και να μη λάβητε εκ των πληγών αυτής· διότι αι αμαρτίαι αυτής έφθασαν έως του ουρανού, και ενεθυμήθη ο Θεός τα αδικήματα αυτής.» (Αποκάλ. 18:4, 5) Αν ένας ανήκη ή εργάζεται σε οργανώσεις ή ομάδες λάτρεων που έχουν σχέσι με τη Βαβυλώνα τη Μεγάλη, πρέπει να υποβάλη κατάλληλα την παραίτησί του, ενθυμούμενος πώς ο ίδιος ο Ιησούς δεν ήταν με κανένα τρόπο ένας ψευδής λάτρης τον καιρό που παρουσίασε τον εαυτό του στον Θεό και στο βάπτισμα. Μόνο ενεργώντας έτσι μπορεί ένα άτομο να δώση την αποκλειστική του αφοσίωσι στον Ιεχωβά.—Έξοδ. 20:5.
16. (α) Πώς το υπόμνημα σχετικά με τον Κορνήλιο μας βοηθεί να γνωρίσωμε πώς γίνεται μια κατάλληλη αφιέρωσις; (β) Ποιες είναι μερικές σπουδαίες ερωτήσεις που πρέπει να εξετάση ένας προτού αφιερωθή στον Θεό;
16 Το Βιβλικό υπόμνημα για τον Κορνήλιο, ένα αξιωματούχο του στρατού, αποκαλύπτει ένα άνθρωπο, ο οποίος άλλαξε την προηγουμένη πορεία ζωής κι έγινε Χριστιανός διάκονος. Τα εδάφια Πράξεις 10:30-32 μάς λέγουν πώς οι ειλικρινείς προσευχές του στον Ιεχωβά έφεραν αγγελική απάντησι και πώς ο Πέτρος κατηυθύνθη στον οίκο του. Το βάπτισμα τελείται ορθά από αφιερωμένους ανθρώπους· γι’ αυτό εστάλη ο Πέτρος. Έχει ειδικό ενδιαφέρον για ένα, που επιθυμεί ν’ αφιερωθή στον Θεό, η πράξις πίστεως, που είναι γνωστή ως προσευχή. Όταν ένας κάμη την αφιέρωσί του, προσεύχεται στον Ιεχωβά στο όνομα του Ιησού Χριστού, του Υιού, του Μεσίτου μεταξύ Θεού και ανθρώπου. Είσθε ένας, ο οποίος, με την επιθυμία ν’ αφιερωθή στην υπηρεσία του Θεού, προσηυχήθη στον Ιεχωβά για να του το πη; Έχετε εξετάσει τον εαυτό σας για να ιδήτε αν έχετε τα Γραφικά προσόντα ή αν είσθε καθαρός από απαράδεκτες κοσμικές συνήθειες ώστε να είσθε σε θέσι να κάμετε κατάλληλα αφιέρωσι στον Ιεχωβά να Τον υπηρετήτε; Η αφιέρωσις είναι μια ιεροπρεπής απόφασις που λαμβάνεται άνευ όρων και μια πράξις πίστεως. Είσθε σε θέσι ν’ απαντήσετε «Ναι» στις δύο ερωτήσεις που υποβάλλονται τακτικά, όταν άτομα παρουσιάζονται για Χριστιανικό βάπτισμα;
(1) Ανεγνωρίσατε τον εαυτό σας ενώπιον του Ιεχωβά Θεού ως αμαρτωλό, ο οποίος έχει ανάγκη σωτηρίας, και έχετε ομολογήσει σ’ αυτόν ότι αυτή η σωτηρία προέρχεται από αυτόν, τον Πατέρα, μέσω του Υιού του Ιησού Χριστού;
(2) Βάσει αυτής της πίστεως στον Θεό και στην προμήθειά του για σωτηρία, έχετε αφιερώσει τον εαυτό σας ανεπιφύλακτα στον Θεό να κάνετε στο εξής το θέλημά του καθώς σας το αποκαλύπτει μέσω του Ιησού Χριστού και μέσω της Γραφής κάτω από τη διαφωτιστική δύναμι του αγίου πνεύματος;
Αν ναι, τότε λέγομε: «Και τώρα τι βραδύνεις; σηκωθείς βαπτίσθητι και απολούσθητι από των αμαρτιών σου, επικαλεσθείς το όνομα του Κυρίου.»—Πράξ. 22:16.
ΕΝΘΥΜΕΙΣΘΕ ΤΙ ΕΠΑΚΟΛΟΥΘΕΙ ΜΕΤΑ ΤΗΝ ΑΦΙΕΡΩΣΙ
17, 18. (α) Γιατί η αφιέρωσις και το βάπτισμα μπορούν να ονομασθούν «μια καλή αρχή»; (β) Ποιος είναι ο αντικειμενικός σκοπός εκείνων, οι οποίοι αναλαμβάνουν την υπηρεσία του Θεού σ’ επικοινωνία με τον Χριστό;
17 Πίστις και έργα πρέπει να εξακολουθούν να συνοδεύουν την αφιέρωσι. Όχι μόνο το βάπτισμα γίνεται στο όνομα του Πατρός, του Υιού και του αγίου πνεύματος, αλλά και κατόπιν οφείλει ένας να δείχνη πιστά εκτίμησι για τη σχέσι του με τον Πατέρα, τον Υιό και το άγιο πνεύμα. Μπορεί να λεχθή ότι η αφιέρωσις και το βάπτισμα είναι μια καλή αρχή· πρέπει αυτά να συνοδεύονται από εγκαρτέρησι στη συνεχή εκτέλεσι του θελήματος του Ιεχωβά. Είναι ένα πνευματικώς αναψυκτικό έργο σ’ επικοινωνία με τον Χριστό Ιησού. (Ματθ. 11:28-30) Ο Ιησούς είναι το ειδικό παράδειγμά μας πίστεως και εγκαρτερήσεως μετά την παρουσίασι του εαυτού μας στον Θεό, και σ’ αυτόν πρέπει ν’ αποβλέπωμε προσεκτικά: «Λοιπόν και ημείς, περικυκλωμένοι όντες υπό τοσούτου νέφους μαρτύρων, ας απορρίψωμεν παν βάρος και την ευκόλως εμπερικλέκουσαν ημάς αμαρτίαν, και ας τρέχωμεν μεθ’ υπομονής τον προκείμενον εις ημάς αγώνα· αποβλέποντες εις τον Ιησούν, τον αρχηγόν και τελειωτήν της πίστεως, όστις υπέρ της χαράς της προκειμένης εις αυτόν, υπέφερε σταυρόν, καταφρονήσας την αισχύνην, και εκάθισεν εν δεξιά του θρόνου του Θεού. Διότι συλλογίσθητε τον υπομείναντα υπό των αμαρτωλών τοιαύτην αντιλογίαν εις εαυτόν, δια να μη αποκάμητε χαυνούμενοι κατά τας ψυχάς σας.»—Εβρ. 12:1-3.
18 Το βάπτισμα αποτελεί μέρος της αρχής του αγώνος ή της πορείας που οδηγεί στη ζωή. Είναι ένας αγών στον οποίον η εγκαρτέρησις είναι ο κυριώτερος συντελεστής. Προς το παρόν το θέλημα του Θεού είναι να κηρυχθή τούτο το ευαγγέλιον της Βασιλείας και αυτό δεν έχει ακόμη συμπληρωθή. (Ματθ. 24:14) Οι Χριστιανοί είναι υποχρεωμένοι στον Θεό λόγω της αφιερώσεώς των, και η ευτυχία των έρχεται καθώς διατηρούν την πίστι. Στο τέλος της διακονίας του ο βαπτισμένος απόστολος Παύλος μπορούσε να πη μ’ εμπιστοσύνη: «Τον αγώνα τον καλόν ηγωνίσθην, τον δρόμον ετελείωσα, την πίστιν διετήρησα.» (2 Τιμ. 4:7) Ένα από τ’ απαιτούμενα πράγματα είναι να συνεχισθή το κήρυγμα και η διδασκαλία ωσότου συμπληρωθή αυτό το μέρος του έργου του Θεού. Αργότερα άλλα ευλογητά προνόμια θα δοθούν στα πιστά πλάσματα που υπηρετούν τον Ιεχωβά.—Ησ. 32:1.
19. Με τη βοήθεια του Λόγου της αληθείας του Θεού, ποια πορεία πρέπει να διατηρηθή μετά την αφιέρωσι και το βάπτισμα;
19 Και άλλα ζητήματα απαιτούν, επίσης, την επαγρύπνησί μας. Οι αφιερωμένοι δούλοι οφείλουν να διατηρήσουν τη θέσι των καθαρή από τη Βαβυλώνα τη Μεγάλη και από το υπόλοιπο του συστήματος πραγμάτων του Σατανά. Πριν από τον Αρμαγεδδώνα, τη μεγάλη μάχη του Θεού, είναι σπουδαίο οι δούλοι του Θεού να βρίσκωνται διασκορπισμένοι σ’ όλη τη γη με το σκοπό να κηρύττουν το ευαγγέλιον της Βασιλείας. Έτσι δεν μπορούν ν’ αποφύγουν την επαφή με ανθρώπους του κόσμου, αλλά δεν επιτρέπουν στον εαυτό τους να περιπλακούν και πάλι. Το να δίνουν μεγάλη προσοχή στην αλήθεια, τον Λόγο του Θεού, τους διατηρεί ενισχυμένους και αγρύπνους κατά της ακαθαρσίας. Ανακαλούν στη μνήμη τους για ποιο πράγμα είχε προσευχηθή ο Ιησούς πριν από τον θάνατό του, όταν είπε στον ουράνιο Πατέρα του: «Δεν παρακαλώ να σηκώσης αυτούς εκ του κόσμου, αλλά να φυλάξης αυτούς εκ του πονηρού. Εκ του κόσμου δεν είναι, καθώς εγώ δεν είμαι εκ του κόσμου. Αγίασον αυτούς εν τη αληθεία σου· ο λόγος ο ιδικός σου είναι αλήθεια.»—Ιωάν. 17:15-17.
20. Πώς και γιατί οι αφιερωμένοι δούλοι του Ιεχωβά μελετούν την αλήθεια;
20 Ο καλύτερος τρόπος για να παραμείνη ένας στενά προσκολλημένος στην αλήθεια είναι η τακτική εξέτασις της αληθείας μαζί με άλλους της ιδίας πίστεως σε μια εκκλησία. Αυτό γίνεται ολοένα πιο ζωτικό καθώς πλησιάζομε το τέλος της διακυβερνήσεως του Σατανά. Οι συναθροίσεις μελέτης της Γραφής στην εκκλησία είναι μια προμήθεια του Ιεχωβά για την εποικοδόμησι των δούλων του καθώς ο καθένας κάνει δημοσία διακήρυξι των αληθειών της Γραφής. Ώστε αποτελεί καθήκον του ανθρώπου προς τον Θεό του να διατηρήση σταθερή επικοινωνία με τη Χριστιανική εκκλησία, «μη αφίνοντες το να συνερχώμεθα ομού, καθώς είναι συνήθεια εις τινας, αλλά προτρέποντες αλλήλους· και τοσούτω μάλλον, όσον βλέπετε πλησιάζουσαν την ημέραν.» (Εβρ. 10:23-25) Δεν μπορεί να υπάρξη τέλος στη γνώσι της αληθείας· αυτή πρέπει να είναι μια συνεχής ενέργεια, αν πρόκειται να κερδίσωμε αιώνια ζωή. Ο Ιησούς το έθεσε ως εξής στην προσευχή του προς τον Ιεχωβά Θεό: «Αύτη δε είναι η αιώνιος ζωή, το να γνωρίζωσι σε τον μόνον αληθινόν Θεόν, και τον οποίον απέστειλας Ιησούν Χριστόν.»—Ιωάν. 17:3.
21. (α) Πώς προχωρούμε σε ωριμότητα; (β) Ποιο είδος καρπών παράγουν οι ώριμοι;
21 Μέσω ακριβούς γνώσεως μπορεί να διατηρηθή ισχυρή πίστις. Λίγη γνώσις θα θέση αρχικά τον Χριστιανό στην οδό, αλλά δεν πρέπει να είμεθα ικανοποιημένοι με αυτά που εμάθαμε ως τον καιρό του βαπτίσματος. Το βάπτισμα δεν είναι παρά μία από τις αρχικές διδασκαλίες. Αυτό που ο απόστολος Παύλος περιγράφει ως στερεά πνευματική τροφή πρέπει να κρατηθή και να χρησιμοποιήται. Για να υπηρετούμε τον Θεό καλά, πρέπει να επιθυμούμε να ευρύνωμε τη γνώσι μας για τους σκοπούς του, να προοδεύωμε προς την ωριμότητα με τη βοήθεια του Θεού. Αυτό μπορούμε να το κάνωμε, αν εξακολουθούμε να χρησιμοποιούμε τον Λόγο του Θεού, και αυτό θα μας βοηθήση να είμεθα σε θέσι να διάγωμε μια ζωή ευάρεστη στον Θεό, εφόσον είμεθα ικανοί να εκλέγωμε τα ορθά πράγματα και ν’ απορρίπτωμε τα εσφαλμένα. «Των τελείων [ωρίμων, ΜΝΚ] όμως είναι η στερεά τροφή, οίτινες δια την έξιν έχουσι τα αισθητήρια γεγυμνασμένα εις το να διακρίνωσι το καλόν και το κακόν. Δια τούτο αφήσαντες την αρχικήν διδασκαλίαν του Χριστού, ας φερώμεθα προς την τελειότητα [την ωριμότητα, ΜΝΚ], χωρίς να βάλλωμεν εκ νέου θεμέλιον μετανοίας από νεκρών έργων, και πίστεως εις Θεόν, της διδαχής των βαπτισμών, και της επιθέσεως των χειρών, και της αναστάσεως των νεκρών, και της κρίσεως της αιωνίου. Και τούτο θέλομεν κάμει, εάν επιτρέπη ο Θεός.» (Εβρ. 5:14-6:3) Εκείνοι οι οποίοι βαδίζουν ταπεινά με τον Θεόν τους φέρονται σε ωριμότητα από έτος σε έτος, και αυτό θα τους εξαρτίση για να υπηρετούν καλά τώρα και στους επερχομένους αιώνες, αν είναι πιστοί. Αυτή η σοφή πορεία ζωής έχει μια ωρισμένη επίδρασι επάνω σε κάθε δούλο του Θεού. Όσο περισσότερο αναπτύσσεται ως ένας αφιερωμένος δούλος του Θεού τόσο περισσότερο θα διαπιστωθή ότι ζη σύμφωνα με το πνεύμα του Θεού. Θα πρέπει να είναι η επιθυμία της καρδιάς του καθενός από μας να επιδεικνύωμε την καρποφορία του πνεύματος, η οποία είναι «αγάπη, χαρά, ειρήνη, μακροθυμία, χρηστότης, αγαθωσύνη, πίστις, πραότης, εγκράτεια», και συγχρόνως να σταυρώσωμεν «την σάρκα ομού με τα πάθη και τας επιθυμίας.»—Γαλ. 5:22-24.
22. Πώς με την αφιέρωσι και το βάπτισμα δοκιμάζεται η πίστι ς μας;
22 Αυτή η σύντομη εξέτασις των απαιτήσεων του Θεού, που σχετίζονται με την αφιέρωσι και το βάπτισμα και με την πορεία που πρέπει ν’ ακολουθήται κατόπιν, μας βοηθεί να εκτιμήσωμε τι εννοούσε ο Ιησούς Χριστός, όταν διέταξε να γίνη το έργο μαθητεύσεως και διδασκαλίας ανάμεσα στους ανθρώπους όλων των εθνών ώστε οι άνθρωποι να μπορούν να τηρούν όλες τις εντολές. (Ματθ. 28:19, 20) Καλούμεθα να χρησιμοποιήσωμε τη νοημοσύνη και την ελευθέρα βούλησι που ο Θεός έθεσε στον άνθρωπο όταν κάνωμε την ευχή της αφιερώσεως. Όταν έχωμε ενεργήσει όπως ο Θεός θέλει να ενεργήσωμε και κάνωμε την αφιέρωσι, ο Ιεχωβά αναμένει να συνεχίσωμε να τον υπηρετούμε όσο ζούμε, και αυτό μπορεί να είναι για πάντα. (Εκκλησ. 5:4) Αυτό απαιτεί πίστι. Αλλά πρέπει να έχωμε πίστι ότι ο Ιεχωβά θα μας βοηθήση ν’ ανταποκριθούμε στις υποχρεώσεις μας· έτσι ενήργησαν οι πιστοί απόστολοι και ευλογήθηκαν με επιτυχία. Όταν στραφούμε στη σύγχρονη εποχή, βλέπομε ότι πέρυσι και μόνο 64.393 άτομα εσυμβόλισαν την αφιέρωσί τους στον Θεό με το εν ύδατι βάπτισμα, και ο Ιεχωβά τούς βοηθεί. Τα άτομα, που έχουν αφιερωθή στον Θεό, έχουν ολόκληρη την επικοινωνία των αδελφών που θα τους βοηθήση και θα τους ενθαρρύνη, επίσης. Για τους Χριστιανούς, το βάπτισμα είναι ένα χαρούμενο βήμα προς την αιωνία λατρεία του Ιεχωβά Θεού.
ΑΣ ΚΑΝΩΜΕ ΑΥΤΟ ΠΟΥ ΧΡΕΩΣΤΟΥΜΕ ΝΑ ΚΑΝΩΜΕ
23, 24. (α) Τι είναι εκείνο που κάθε άνθρωπος χρεωστεί να κάμη; (β) Είναι ο Ιεχωβά αδιάφορος για τον άνθρωπο και τη γη;
23 Έχετε ποτέ σταματήσει να σκεφθήτε ότι ο άνθρωπος πραγματικά οφείλει στον Θεό όλα αυτά τα πράγματα; Είναι λογικά ν’ αναμένη ο Θεός όλα αυτά από το ανθρώπινο γένος; Ας μη λησμονούμε από πού έλαβε ο άνθρωπος ζωή· δίχως αυτή δεν μπορεί ν’ απολαύση τίποτε. Αλλά αν υπηρετούμε τον Ιεχωβά οφείλομε να μη κομπάζωμε. Ο Ιησούς εχρησιμοποίησε την εξής παραβολή για να τονίση ένα σπουδαίο σημείο για μας: «Τις . . . από σας έχων δούλον αροτριώντα, ή ποιμαίνοντα, θέλει ειπεί προς αυτόν, ευθύς αφού έλθη εκ του αγρού. Ύπαγε κάθισον να φάγης; και δεν θέλει ειπεί προς αυτόν, Ετοίμασον τι να δειπνήσω, και περιζωσθείς υπηρέτει με, εωσού φάγω και πίω, και μετά ταύτα θέλεις φάγει και πιει συ; Μήπως γνωρίζει χάριν εις τον δούλον εκείνον, διότι έκαμε τα διαταχθέντα εις αυτόν; Δεν μοι φαίνεται. Ούτω και σεις, όταν κάμητε πάντα τα διαταχθέντα εις εσάς, λέγετε, Ότι δούλοι αχρείοι είμεθα· επειδή εκάμαμεν ό,τι εχρεωστούμεν να κάμωμεν.»—Λουκ. 17:7-10.
24 Το ζήτημα είναι ότι, όταν υπηρετούμε τον Θεό, δεν κάνομε παρά αυτό που χρεωστούμε να κάνωμε. Είναι το ορθό. Ο Ιεχωβά Θεός γνωρίζει τι είναι καλό για τον άνθρωπο. Ευρισκόμεθα στην ορθή κατάστασι, όταν υπηρετούμε Αυτόν. Πλήθη ανθρώπων στις ημέρες του Νώε έλαβαν την αντίθετη πορεία και πέθαναν με ολέθριο τρόπο. Ο αρχαίος Ισραήλ απεμακρύνθη από την ορθή οδό και αυτό τους επέφερε μόνο θλίψεις. Ο Ιεχωβά Θεός δεν είναι αδιάφορος για το ανθρώπινο γένος ή γι’ αυτά που συμβαίνουν επάνω στη γη. Έτσι ενόμισε ο Ισραήλ: «Διότι είπον, ο Ιεχωβά δεν μας βλέπει· ο Ιεχωβά εγκατέλιπε την γην.» (Ιεζ. 8:12, ΜΝΚ) «Ο Ιεχωβά δεν θέλει αγαθοποιήσει, ουδέ θέλει κακοποιήσει.» (Σοφον. 1:12, ΜΝΚ) Αλλά οι άνθρωποι, οι οποίοι σκέπτονται μ’ αυτό τον τρόπο, σφάλλουν. Ο Ιεχωβά γνωρίζει όλη τη βία, την πονηρία και το κακό, καθώς και την αδιαφορία και το όνειδος εναντίον του ονόματός Του, και θ’ αναλάβη δράσι εναντίον όλων εκείνων που πράττουν το κακό.—Αποκάλ. 11:17, 18.
25. Τι θέλει ο Θεός να κάνωμε για ν’ αποδείξωμε την πίστι μας;
25 Ο Ιεχωβά δεν εδημιούργησε τον άνθρωπο για να είναι ένας βίαιος καταστροφεύς των ανθρώπων ή της ιδίας της γης. Επάνω απ’ όλα, υποτίθεται ότι ο άνθρωπος οφείλει να τηρή τις δύο μεγάλες εντολές. «“Θέλεις αγαπά Ιεχωβά τον Θεόν σου εξ όλης της καρδίας σου, και εξ όλης της ψυχής σου, και εξ όλης της διανοίας σου”. Αύτη είναι πρώτη και μεγάλη εντολή. Δευτέρα δε ομοία αυτής, “Θέλεις αγαπά τον πλησίον σου ως σεαυτόν”. Εν ταύταις ταις δύο εντολαίς όλος ο νόμος και οι προφήται κρέμανται.» (Ματθ. 22:37-40, ΜΝΚ) Η οδός του Ιεχωβά είναι οδός αγάπης. «Εις μηδένα μη οφείλετε μηδέν, ειμή το να αγαπάτε αλλήλους· διότι ο αγαπών τον άλλον, εκπληροί τον νόμον. Επειδή το, “Μη μοιχεύσης, Μη φονεύσης, Μη κλέψης, Μη ψευδομαρτυρήσης, Μη επιθυμήσης”, και πάσα άλλη εντολή, εν τούτω τω λόγω συμπεριλαμβάνεται, εν τω “Θέλεις αγαπά τον πλησίον σου ως σεαυτόν”. Η αγάπη κακόν δεν κάμνει εις τον πλησίον· είναι λοιπόν εκπλήρωσις του νόμου η αγάπη.» (Ρωμ. 13:8-10) Η εκδήλωσις αγάπης προς τον Θεό και τον πλησίον είναι μια θετική πράξις. Αν ένας άνθρωπος γίνη αδιάφορος ή απρόσεκτος, και αποτυγχάνη να εγκαρτερήση ολοψύχως σ’ αυτήν, πρέπει ν’ αναμένη ότι θ’ απορριφθή ως ακατάλληλος για την υπηρεσία του Θεού. (Αποκάλ. 3:16) Ενώ θα τηρούμε τη δευτέρα από τις μεγάλες εντολές με το να δείχνωμε αγάπη για τους αδελφούς μας, τους πλησίον μας, οφείλομε να ενθυμούμεθα πάντοτε αυτό που έρχεται πρώτο, και αυτό είναι να εξακολουθούμε ν’ αγαπούμε τον Δημιουργό μας, Ιεχωβά Θεό. Αυτή είναι η απόδειξις της πίστεώς μας, η οποία είναι πραγματική και είναι ευπρόσδεκτη στον Θεό.
26. Ποιο είναι το παν του ανθρώπου;
26 Αν σκεπτώμεθα την αφιέρωσι και το βάπτισμα, έχομε τώρα μια καλή ευκαιρία να εξετάσωμε τη θέσι μας και να κάνωμε τα βήματα που θα μας οδηγήσουν σε αρμονία με τον Ιεχωβά Θεό. Ή, αν έχωμε ήδη κάμει την αφιέρωσι, είναι τώρα καιρός να εξακριβώσωμε αν ζούμε σύμφωνα με τις υποχρεώσεις μας και προχωρούμε προς τη Χριστιανική ωριμότητα. Ναι, ύστερ’ από την εξέτασι αυτού του θέματος, που πραγματεύεται τη σχέσι του ανθρώπου προς τον Δημιουργό του, ο καθένας οφείλει να γνωρίζη τι οφείλει στον Θεό. «Ας ακούσωμεν το τέλος της όλης υποθέσεως· Φοβού τον Θεόν, και φύλαττε τας εντολάς αυτού, επειδή τούτο είναι το παν του ανθρώπου.»—Εκκλησ. 12:13.
[Εικόνα στη σελίδα 691]
«Ετοίμασον τι να δειπνήσω.»