Υπάρχει Ζωή Μετά Θάνατον;
ΟΙ ΑΝΘΡΩΠΟΙ κανονικά επιθυμούν να πιστεύουν ότι υπάρχει ζωή πέραν του θανάτου. Διότι χωρίς ζωήν δεν υπάρχει συνειδητότης, επομένως καμμιά απόλαυσις οποιουδήποτε είδους.
Εν τούτοις, ένας αυξανόμενος αριθμός ανθρώπων, οι οποίοι ισχυρίζονται ότι είναι ρεαλισταί, υποστηρίζουν ότι ο θάνατος τερματίζει τα πάντα. Δεν υπάρχει καμμιά βάσις, λέγουν, για να πιστεύωμε ότι υπάρχει ζωή μετά θάνατον.
Αλλά η πλειονότης των ανθρώπων σήμερα δεν έχουν ισχυρές πεποιθήσεις σ’ αυτό το ζήτημα. Πιθανόν να νομίζουν ότι ο θάνατος δεν τερματίζει την ανθρωπίνη ύπαρξι, αλλά δεν είναι βέβαιοι γι’ αυτό. Ταυτοχρόνως, είναι, περίεργοι και απορούν γι’ αυτό το ζήτημα. Ίσως έτσι αισθάνεσθε και σεις.
ΓΙΑΤΙ ΟΙ ΑΝΘΡΩΠΟΙ ΕΠΙΘΥΜΟΥΝ ΝΑ ΜΑΘΟΥΝ
Αυτό το ενδιαφέρον είναι απλώς φυσικό, διότι ο θάνατος τελικά επηρεάζει τον καθένα στη γη. Καθώς ένας μεγαλώνει σε ηλικία και ο ανθρώπινος οργανισμός αρχίζει να φθείρεται αντιλαμβάνεται ένας την προσέγγισι του θανάτου. Ακόμη και στους νέους κάνει εντύπωσι το καταφανές αναπόφευκτόν του. Όπως λέγει η Αγία Γραφή. «Οι ζώντες γνωρίζουσιν ότι θέλουσιν αποθάνει.»—Εκκλησ. 9:5.
Έτσι είναι κανονικό να διερωτάσθε τι συμβαίνει όταν σεις ή τα προσφιλή σας πρόσωπα πεθαίνουν. Τερματίζει πράγματι τα πάντα ο θάνατος; Ή μήπως υπάρχει σταθερή βάσις να πιστεύουμε ότι υπάρχει ζωή μετά θάνατον; Μπορεί το άτομο που πεθαίνει να ζήση πραγματικά και πάλι;
Η ΕΚ ΠΑΡΑΔΟΣΕΩΣ ΑΝΤΙΛΗΨΙΣ
Υπήρξε κοινή πίστις για πολύν καιρό ότι οι άνθρωποι έχουν μια αθάνατη, αόρατη ψυχή που επιζή από τον θάνατο του φυσικού σώματος. Οι αρχαίοι Αιγύπτιοι το επίστευαν αυτό. Εν τούτοις, στους αρχαίους Έλληνας αποδίδεται η ανάπτυξις αυτής της εκ παραδόσεως αντιλήψεως. Ο Καθολικός ιερεύς Άντονυ Κόσνικ, γράφοντας στο φύλλο της 23ης Ιανουαρίου 1969 της εφημερίδος Δη Μίσιγκαν Κάθολικ, εξηγεί:
«Αυτοί [οι αρχαίοι Έλληνες] είχαν την αντίληψι ότι ο άνθρωπος αποτελείται από δύο διαφορετικά μέρη—ένα υλικό, θνητό σώμα και μια πνευματική, αθάνατη ψυχή. Όταν ήσαν ενωμένα, αυτά τα στοιχεία αποτελούσαν ένα ζων άτομο. Όταν απεχωρίζοντο, παρήγαν το αποτέλεσμα του θανάτου. Στο θάνατο, το σώμα ήταν γνωστό ότι υφίστατο αποσύνθεσι και η ψυχή επιστεύετο ότι εξακολουθούσε να υπάρχη ως χωριστή ύπαρξις σ’ έναν άλλον κόσμο.»
Στους αιώνες που ακολούθησαν τον θάνατο του Χριστού, καθώς οι ηγέται της εκκλησίας επηρεάζοντο από την Ελληνική σκέψι, αυτή η άποψις υιοθετήθηκε επίσης από τον «Χριστιανικό κόσμο.» Ο Κόσνικ παρατηρεί τα εξής: «Αυτή η φιλοσοφική εξήγησις άρεσε στον Αγ. Θωμά Ακουίνας [εξέχοντα εκκλησιαστικό πατέρα], ο οποίος εδανείζετο ελεύθερα απ’ αυτούς τους αρχαίους φιλοσόφους.» Έτσι, τελικά έγινε επικρατούσα πίστις στον «Χριστιανικό κόσμο» ότι ‘η ανθρωπίνη ψυχή δεν χάνεται μαζί με το σώμα, αλλά εξακολουθεί να ζη για να λάβη αμοιβή ή καταδίκη.’ Ίσως αυτό ν’ αποτελούσε και δική σας πίστι.
ΥΠΑΡΧΕΙ ΣΤΕΡΕΗ ΒΑΣΙΣ ΓΙΑ ΝΑ ΤΟ ΠΙΣΤΕΥΣΩΜΕ;
Υπάρχει στερεή βάσις για να πιστεύσωμε αυτή την αντίληψι για ζωή μετά θάνατον; Είναι αυτή μια ρεαλιστική πεποίθησις που βρίσκεται σε πλήρη αρμονία με τη Βίβλο; Είναι ενδιαφέρον ότι, μολονότι η Καθολική εκκλησία παραμένει προσκολλημένη στην ανωτέρω εκτιθέμενη εκ παραδόσεως αντίληψη, ο Καθολικός Ιερεύς Κόσνικ προχωρεί για να παραδεχτή τα εξής:
«Η Βιβλική κατανόησις για τον άνθρωπο είναι τελείως διάφορη [από την εκ παραδόσεως αντίληψι]. Στη Γραφή, ο άνθρωπος δεν παρουσιάζεται ποτέ ως ένας συνδυασμός ‘σώματος-ψυχής’. Τόσο στην Παλαιά όσο και στην Καινή Διαθήκη, ο άνθρωπος φαίνεται πάντοτε ως ένα ενιαίο σύνολο. . . . Και ακόμη περισσότερο—αυτά το σώμα-ψυχή σύνολον εθεωρείτο ως ουσιωδώς θνητό. Ο άνθρωπος δεν κατέχει αθανασία—ούτε στο σύνολο ούτε σε μέρος της υπάρξεώς του . . . Ο θάνατος, επομένως, ισοδυναμεί με εξαφάνισι. Δεν υπάρχει αθάνατη ψυχή που επιζή ή εξακολουθεί να υπάρχη.»
Ναι, σε κανένα μέρος η Γραφή δεν διδάσκει ότι η ψυχή είναι αθάνατη. Αντιθέτως, μια τέτοια αντίληψις έχει υιοθετηθή από μη Χριστιανούς φιλοσόφους. Μια ειδική επιτροπή από σαράντα τρεις Διαμαρτυρόμενους θεολόγους διωρισμένη από την Ηνωμένη Εκκλησία του Καναδά ανεγνώρισε ότι: «Η ιδέα ότι ο άνθρωπος αποτελείται από δυο ξεχωριστά μέρη, ψυχή και σώμα, δεν προέρχεται από την Αγία Γραφή· προέρχεται από τους Έλληνας φιλοσόφους.»—Ζωή και Θάνατος—Μελέτη της Χριστιανικής Ελπίδος υπό της Επιτροπής της Χριστιανικής Πίστεως της Ηνωμένης Εκκλησίας του Καναδά (στην Αγγλική).
Επίσης, μολονότι οι Πρεσβυτεριανοί γενικά πιστεύουν στην αθανασία της ανθρωπίνης ψυχής, ένας Πρεσβυτεριανός λειτουργός, ανέφερε, σύμφωνα με το περιοδικό Δη Έιτζ της Μελβούρνης, Αυστραλίας, της 8ης Δεκεμβρίου 1967:
«Στη θεολογική μας εκπαίδευσι είχε τονισθή πολύ σαφώς, και όσον αφορά τον εαυτό μου αναμφισβήτητα, ότι η διδασκαλία της αθανασίας της ψυχής δεν ήταν μια διδασκαλία που πηγάζει από την Καινή Διαθήκη· ότι ήταν μια αντίληψις που φαίνεται ότι είχε την αρχή της στην Ελληνική φιλοσοφία, ειδικά με τον Πλάτωνα.»
Η διδασκαλία ότι ο άνθρωπος έχει μια ψυχή η οποία εξακολουθεί να ζη μετά θάνατον δεν βασίζεται στην Αγία Γραφή. Ο Λόγος του Θεού λέγει: «Η ψυχή η αμαρτήσασα, αυτή θέλει αποθάνει.» «Οι νεκροί δεν γνωρίζουσιν ουδέν.» (Ιεζ. 18:4, 20· Εκκλησ. 9:5) Είναι αντιχριστιανικός μύθος το ότι η ‘ψυχή επιζή του θανάτου του σώματος’. Δεν είναι Βιβλική αλήθεια.
ΜΙΑ ΠΡΑΓΜΑΤΙΚΗ ΒΑΣΙΣ ΓΙΑ ΕΛΠΙΔΑ
Μήπως αυτό σημαίνει, λοιπόν, ότι η ζωή δεν μπορεί ν’ αποκατασταθή; Δεν υπάρχει καμμία ελπίδα γι’ αυτούς που έχουν πεθάνει; Έχουν αιωνίως εκλείψει;
Ευτυχώς δεν συμβαίνει αυτό, διότι ο Δημιουργός του ανθρώπου είναι ένας Θεός αγάπης. (1 Ιωάν. 4:8) Και απλώς δεν είναι λογικό αυτός ο στοργικός Θεός να δημιουργήση τον άνθρωπο με μια έντονη επιθυμία για ζωή, και κατόπιν να μη προμηθεύση μια προοπτική για την εκπλήρωσι αυτής της επιθυμίας.
Ο Ιησούς Χριστός για να δραματοποιήση το γεγονός ότι η ανθρωπίνη ζωή μπορεί ν’ αποκατασταθή, ήγειρε στην πραγματικότητα άτομα εκ νεκρών όταν ήταν στη γη. Ο Λάζαρος, παραδείγματος χάριν, ήταν νεκρός τέσσερες ημέρες, ώστε η αδελφή του είπε: «Κύριε, όζει ήδη.» Εν τούτοις, ο Λάζαρος έζησε και πάλι. Με τη δύναμι του Θεού ο Ιησούς τον επανέφερε στη ζωή.—Ιωάν. 11:17-44.
Αργότερα, ενώ ήταν καθηλωμένος στο ξύλο του μαρτυρίου, ο Ιησούς είπε στον κακούργο που είχε μετανοήσει: «Αληθώς σοι λέγω σήμερον, θέλεις είσθαι μετ’ εμού εν τω παραδείσω.» (Λουκ. 23:43) Ο Ιησούς δεν άφησε χώρο για αμφιβολία. Αυτός ο άνθρωπος θα ζούσε πάλι. Αυτή η υπόσχεσις του Ιησού είναι σε αρμονία μ’ αυτό που είχε πει προηγουμένως: «Έρχεται ώρα, καθ’ ην πάντες οι εν τοις μνημείοις θέλουσιν ακούσει την φωνήν αυτού· και θέλουσιν εξέλθει.»—Ιωάν. 5:28, 29.
Ώστε υπάρχει πράγματι ελπίδα για επιστροφή στη ζωή μετά θάνατον! Εν τούτοις, η ζωή δεν έρχεται μέσω της απελευθερώσεως μιας λεγομένης «αθάνατης ψυχής.» Αντιθέτως, έρχεται μέσω αναστάσεως εκ νεκρών. Αυτή είναι η αλήθεια του ζητήματος.
Σκεφθήτε τώρα: Είναι δυνατόν να ευαρεστήται ο Θεός με άτομα τα οποία προσκολλώνται σε αναληθείς αντιλήψεις οι οποίες βρίσκονται σε αντίθεσι με τον Λόγο του την Βίβλο; Ευαρεστείται μ’ αυτούς οι οποίοι αναγνωρίζουν δημοσία ότι οι εκκλησιαστικές διδασκαλίες βρίσκονται σε αντίθεσι με τις διδασκαλίες της Γραφής, αλλά κατόπιν προτιμούν να παραμένουν στην εκκλησία; Σεις ο ίδιος δεν θα θέλατε μάλλον ν’ απολαμβάνετε τη συναναστροφή ανθρώπων οι οποίοι σέβονται πράγματι τον λόγο του Θεού; Η ίδια η ζωή σας εξαρτάται από το να ενεργήσετε έτσι.