Ποιος Ήταν ο ‘Δαρείος ο Μήδος’;
ΤΟ ΥΠΟΜΝΗΜΑ της Γραφής μας λέγει κάποιος Δαρείος ήταν ο «υιός του Ασσουήρου, εκ του σπέρματος των Μήδων.» (Δαν. 9:1) Σε ηλικία εξήντα δύο περίπου ετών ανέλαβε το βασίλειο του Χαλδαίου Βασιλέως Βαλτάσαρ μετά την κατάκτησι της Βαβυλώνος από τις δυνάμεις του Κύρου.—Δαν. 5:30, 31.
Στη διάρκεια της βασιλείας του Δαρείου του Μήδου, ο προφήτης Δανιήλ είχε διορισθή σε υψηλή κυβερνητική θέσι. Αργότερα, όταν ο Δαρείος σχεδίαζε να κάνη τον Δανιήλ πρωθυπουργό, άλλοι ανώτεροι αξιωματούχοι επενόησαν ένα σχέδιο που ωδήγησε στο να ριφθή ο Δανιήλ στο λάκκο των λεόντων. Αλλ’ ο Δανιήλ διαφυλάχθηκε θαυματουργικά, ενώ εκείνοι που είχαν συνωμοτήσει καθώς και οι οικογένειές των ρίφθηκαν στον λάκκο των λεόντων. Ο Βασιλεύς Δαρείος διεκήρυξε τότε σ’ όλο το βασίλειο τα εξής: «Εν όλω τω κράτει της βασιλείας μου να τρέμωσιν οι άνθρωποι και να φοβώνται ενώπιον του Θεού του Δανιήλ.»—Δαν. 6:4-27.
Εκτός από την πληροφορία που περιέχουν οι άγιες Γραφές, τίποτε το οριστικό δεν είναι γνωστό για τον Δαρείο τον Μήδο. Ακόμη και το όνομά του δεν βρέθηκε στις αρχαίες επιγραφές. Θα μπορούσε επομένως να τεθή το ερώτημα: Αν ο Δαρείος υπήρξε πράγματι, γιατί δεν αναφέρεται σε πηγές έξω από τη Γραφή; Μήπως ήταν γνωστός με άλλο όνομα;
Μερικοί λόγιοι πιστεύουν ότι ο Δαρείος ο Μήδος αναφέρεται σε αρχαία ιστορικά συγγράμματα με άλλο όνομα. Αλλά οι προσδιορισμοί των συχνά δεν αντιστοιχούν με ακρίβεια στις λεπτομέρειες της Γραφής. Μερικοί προσπάθησαν να ταυτίσουν τον Δαρείο με τον γυιο του Κύρου τον Καμβύση Β’, αλλ’ αυτό δεν συμφωνεί με τον Δαρείο που ήταν «περίπου ετών εξήκοντα δύο» όταν έπεσε η Βαβυλών. Ομοίως η άποψις ότι ο Δαρείος είναι ίσως ένα άλλο όνομα για τον Κύρο δεν βρίσκεται σε αρμονία με το γεγονός ότι ο πατέρας του Δαρείου ήταν Μήδος. Στις Γραφές ο Κύρος ονομάζεται θετικά «Πέρσης.» (Δαν. 6:28) Μολονότι η μητέρα του πιθανόν να ήταν Μηδεία (όπως ισχυρίζονται μερικοί αρχαίοι ιστορικοί), ωστόσο ο πατέρας, σύμφωνα με τον Κύλινδρο του Κύρου ήταν ο Καμβύσης ο Α’, που ήταν Πέρσης.
Άλλοι λόγιοι προσδιορίζουν την ταυτότητα του Δαρείου μ’ ένα υποτιθέμενο «θείο» του Κύρου, που παρουσιάζει ο Έλλην ιστορικός Ξενοφών ως «Κυαξάρην, υιόν του Αστυάγους.» Αν όμως ο Αστυάγης είχε ένα γυιο που ωνομάζετο Κυαξάρης είναι αμφισβητήσιμο, διότι ο ιστορικός Ηρόδοτος ισχυρίζεται ότι ο Αστυάγης πέθανε άτεκνος.
Ακόμη πιο πρόσφατα μερικοί λόγιοι έκλιναν υπέρ του προσδιορισμού της ταυτότητος του Δαρείου ως του Γκουμπαρού (Γοβρία), ο οποίος είχε γίνει κυβερνήτης της Βαβυλώνος ύστερ’ από την κατάκτησι της πόλεως από τους Μηδοπέρσας. Βασικώς οι αποδείξεις που παρουσιάζουν είναι οι εξής:
Αφού αναφέρει για την είσοδο του Κύρου στη Βαβυλώνα, το Χρονικό του Ναβονίδου λέγει ότι «ο Γκουμπαρού, ο κυβερνήτης του, εγκατέστησε (υπό-) κυβερνήτας στη Βαβυλώνα.» Άλλα σφηνοειδή κείμενα δείχνουν ότι ο Γκουμπαρού κυβέρνησε σ’ όλη την περιοχή η οποία βασικώς περιελάμβανε την πρώην Βαβυλωνιακή αυτοκρατορία. Για τον Δαρείο τον Μήδο αναφέρεται ότι «εβασίλευσε επί το βασίλειον των Χαλδαίων,» (Δαν. 9:1) αλλά όχι ως «ο βασιλεύς της Περσίας,» όπως είναι ο κανονικός τρόπος με τον οποίο αναφέρεται ο βασιλεύς Κύρος. (Δαν. 10:1) Η περιοχή επομένως στην οποία εκυβέρνησε ο Γκουμπαρού, φαίνεται τουλάχιστον ότι ήταν η ίδια μ’ εκείνη την οποία εκυβέρνησε ο Δαρείος.
Εφόσον ο Γκουμπαρού πουθενά δεν αναφέρεται ως «Δαρείος,» υπεβλήθη η σκέψις ότι «Δαρείος» ήταν ο τίτλος του ή η ονομασία του στον θρόνο. Απαντώντας στην αντίρρησι ότι οι σφηνοειδείς πινακίδες πουθενά δεν αναφέρουν τον Γκουμπαρού ως «βασιλέα,» εκείνοι οι οποίοι συνηγορούν υπέρ της ιδέας της ταυτίσεως του Γκουμπαρού με τον Δαρείο τονίζουν το γεγονός ότι ο τίτλος βασιλεύς δεν εφαρμόζεται ούτε και στον Βαλτάσαρ στις σφηνοειδείς πινακίδες, μολονότι είχε ανατεθή η βασιλεία σ’ αυτόν από τον πατέρα του Ναβονίδη.
Με τον ίδιο τρόπο σκέψεως, ο καθηγητής Χουίτκομπ καλεί την προσοχή στο ότι ο Γκουμπαρού ‘είχε εγκαταστήσει (υπό-) κυβερνήτας στη Βαβυλώνα,’ όπως ακριβώς τα εδάφια Δανιήλ 6:1, 2 δείχνουν ότι ο Δαρείος ‘κατέστησε επί του βασιλείου εκατόν είκοσι σατράπας.’ Ο Χουίτκομπ συμπεραίνει λοιπόν ότι στον Γκουμπαρού, ως κυβερνήτη κυβερνητών, απευθύνονταν πιθανόν οι υποτελείς του ως βασιλέα.—Δαρείος ο Μήδος, σελ. 31-33.
Σε αρμονία με τ’ ανωτέρω, μερικοί λόγιοι θεωρούν επίσης πιθανόν ότι ο Δαρείος ο Μήδος ήταν ένας αντιβασιλεύς ο οποίος, ως υποτελής του υπερτάτου μονάρχου, του Κύρου, κυβερνούσε ως άρχων στο βασίλειο των Χαλδαίων. Εκείνοι οι οποίοι διακρατούν αυτή την άποψι τονίζουν το γεγονός ότι για τον Δαρείο αναφέρεται ότι «έλαβε την βασιλείαν» και ότι «εβασίλευσεν επί το βασίλειον των Χαλδαίων» ως απόδειξι του ότι ήταν πράγματι υποτελής σε κάποιον ανώτερο μονάρχη.—Δαν. 5:31· 9:1.
Μολονότι, ο προσδιορισμός της ταυτότητος είναι δυνατός εν τούτοις δεν μπορεί να θεωρηθή αναμφισβήτητος. Τα ιστορικά αρχεία δεν μας λέγουν για την εθνικότητα ή την συγγένεια του Γκουμπαρού, έτσι δεν παρέχουν καμμιά βάσι που να επιβεβαιώνη ότι πράγματι ο Γκουμπαρού ήταν «Μήδος» και ο ‘υιός του Ασουήρου.’ Δεν δείχνουν, όπως υποδεικνύουν τα εδάφια Δανιήλ 6:6-9, ότι είχε εξουσία ως το σημείο να εκδώση διάταγμα στο οποίο καθιστούσε παράνομο το να υποβάλη κανείς αίτημα σ’ έναν θεό ή άνθρωπο εκτός απ’ εκείνον τον ίδιο επί τριάντα ημέρες. Επί πλέον οι Γραφές φαίνεται να δείχνουν ότι η διακυβέρνησις του Δαρείου ήταν συγκριτικώς σύντομη και ότι ο Κύρος ανέλαβε αργότερα τη βασιλεία επάνω στη Βαβυλώνα. (Δαν. 6:28· 9:1· 2 Χρον. 36:20-23) Ο Γκουμπαρού, όμως, παρέμεινε στη θέσι του δεκατέσσερα χρόνια σύμφωνα με τις σφηνοειδείς επιγραφές.
Το ότι δεν μπορεί τώρα να προσδιορισθή με θετικότητα η ταυτότης του Δαρείου του Μήδου δεν είναι εκπληκτικό. Οι εκατοντάδες χιλιάδες σφηνοειδών πινακίδων που έχουν έλθει σε φως από τις ανασκαφές στην Εγγύς Ανατολή εξακολουθούν να παρουσιάζουν μια πολύ ατελή ιστορία με ποικίλα κενά και χάσματα. Και οι αφηγήσεις των ιστορικών Ηροδότου, Ξενοφώντος, Κτησία και Βερόσου (όπως παρατίθενται από τον Ιώσηπο) διαφέρουν όλες και σε διάφορα σημεία αντιφάσκουν η μία με την άλλη σχετικά με την βασιλεία του Κύρου και τα γεγονότα που την περιέβαλαν και που ακολούθησαν την πτώσι της Βαβυλώνος.
Ένας άλλος σοβαρός λόγος γι’ αυτή την έλλειψι πληροφορίας σχετικά με τον Δαρείο είναι αυτός που αναφέρει το βιβλίο του Δανιήλ. Η εύνοια που έδειξε ο Δαρείος στον Δανιήλ και η εντολή προς όλους οι οποίοι ήσαν στο βασίλειό του «να φοβώνται ενώπιον του Θεού του Δανιήλ» χωρίς αμφιβολία προξένησε βαθειά δυσαρέσκεια και μνησικακία ανάμεσα στους ισχυρούς Βαβυλώνιους ιερείς, κάτω από την κατεύθυνσι των οποίων οι γραμματείς καταχωρούσαν τα γεγονότα της ιστορίας. Επομένως δεν είναι περίεργο ότι, αν η βασιλεία του Δαρείου ήταν σχετικώς σύντομη, τα αρχεία εκ των υστέρων τροποποιήθηκαν και οι αποδείξεις σχετικά μ’ αυτόν εξαφανίσθηκαν. Παρόμοιες ενέργειες είναι γνωστό ότι έχουν λάβει χώρα στην ιστορία της εποχής εκείνης. Παρόμοια πράγματα συμβαίνουν ακόμη και σήμερα σε μερικές χώρες.
Η ιστορικότης του Δαρείου του Μήδου δεν εξαρτάται, φυσικά, από μια επιβεβαίωσι κοσμικών πηγών. Η ιστορική αξιοπιστία της Γραφής έχει αποδειχθή επανειλημμένως από πρόσφατες ανακαλύψεις και στέκει σε οξεία αντίθεσι με τις συχνά αλληλοσυγκρουόμενες αφηγήσεις της κοσμικής ιστορίας. Όπως παρατηρεί ο Ασσυριολόγος Δ. Ι. Ουάισμαν σχετικά με το υπόμνημα του Δανιήλ για τον Δαρείο: «. . . η αφήγησις έχει όλα τα σημεία ενός γνησίου ιστορικού συγγράμματος και εφόσον στερούμεθα πολλών ιστορικών υπομνημάτων της περιόδου εκείνης, δεν υπάρχει κανένας λόγος να μη δεχθούμε αυτή την ιστορία.»—Το Νέο Λεξικό της Γραφής, σελ. 293, (στην Αγγλική).