Επιτυχία στην Υπηρεσία του Ιεχωβά Παρά τα Εμπόδια
Αφήγησις υπό Φλωρεντίνο Μπάντα
ΟΤΑΝ ήμουν ένας νεαρός, δυο πράγματα με απασχολούσαν σχετικά με τη θρησκεία. Δεν μπορούσα να παραδεχθώ τη διδασκαλία ότι ο άνθρωπος έχει μια αθάνατη ψυχή. Και μου ήταν αποκρουστική η ενασχόλησις των εκκλησιών με το χρήμα· έβλεπα ότι πάντοτε εισέπρατταν χρήματα. Αποφάσισα λοιπόν, λίγο ή πολύ, ν’ αποφύγω τη θρησκεία.
Στο έτος 1923 έφυγα από το Μεξικό και μετανάστευσα στις Ηνωμένες Πολιτείες, όπου υπάρχουν πολυάριθμα θρησκευτικά δόγματα. Κατά καιρούς, διερχόμενος από εκκλησίες έμπαινα μέσα μόνο για να ιδώ τι κάνει εκεί ο κόσμος. Βέβαια, πότε πότε περνούσε και ο δίσκος των εισπράξεων! Εγώ έλεγα μέσα μου, «Εκμεταλλευταί!»
ΕΥΡΕΣΙΣ ΜΙΑΣ ΘΡΗΣΚΕΙΑΣ ΠΟΥ ΔΕΝ ΕΚΜΕΤΑΛΛΕΥΕΤΑΙ ΤΟΥΣ ΑΝΘΡΩΠΟΥΣ
Έμενα στο Χιούστον του Τέξας το 1928, και κάποτε πέρασα από το σπίτι μερικών γνωστών μου την ώρα που έφευγαν. «Πού πηγαίνετε;» τους ρώτησα. Εκείνοι μου είπαν: «Πηγαίνομε σε μια συνάθροισι. Μήπως θα ήθελες να έλθης μαζί μας;» Εγώ ρώτησα: «Περί τίνος πρόκειται; Διότι αν πρόκειται για πολιτικά ή θρησκεία, δεν μου αρέσουν.» Εκείνοι απήντησαν: «Πρόκειται για μελέτη της Αγίας Γραφής.»
«Α,» είπα εγώ, «για θρησκεία! Ίσως καμμιά άλλη φορά.» Και έφυγα.
Πέρασαν λίγες μέρες, και συνήντησα πάλι αυτούς τους γνωστούς μου· μου επανέλαβαν την πρόσκλησι να παρακολουθήσω τη συνάθροισι. Αυτή τη φορά, από ευγένεια, δέχθηκα.
Μας υποδέχθηκαν ευγενικά οι Σπουδασταί των Γραφών, όπως ήσαν τότε γνωστοί οι μάρτυρες του Ιεχωβά. Δυσκολεύθηκα όμως να καταλάβω τις Γραφικές συζητήσεις. Παρά τα εμπόδιο αυτό, βρήκα κάτι το σπάνιο. Ξέρετε τι; Σ’ αυτή τη συνάθροισι δεν εισεπράχθησαν χρήματα!
Όταν αναχωρούσαμε, κάποιος με ρώτησε, «Πώς σου φάνηκαν αυτά;» Επειδή πολύ λίγα είχα καταλάβει, η απάντησίς μου ήταν: «Είσθε πολύ κάλοι άνθρωποι.» Την επόμενη φορά δεν ήταν ανάγκη να με προσκαλέσουν. Πήγα μόνος μου, και μάλιστα δεκαπέντε λεπτά πριν από την έναρξι της συναθροίσεως! Αφού δεν καταλάβαινα πολλά πράγματα από την Αγία Γραφή, γιατί ήμουν τόσο πρόθυμος και ακριβής στην ώρα μου; Ήθελα να ιδώ αν θα γινόταν εισπράξις χρημάτων προτού αρχίση η συνάθροισις. Αλλά δεν έγινε καμμιά.
Στη διάρκεια των τεσσάρων συναθροίσεων που παρακολούθησα εκείνον τον μήνα, δεν ανεκάλυψα να εισπράττωνται χρήματα. Ρώτησα λοιπόν έναν από τους Σπουδαστάς των Γραφών; «Αυτή είναι η μόνη συνάθροισις που έχετε;» Μου εξήγησε ότι γίνονται και άλλες συναθροίσεις, όπως λόγου χάριν μια συνάθροισις την Κυριακή το πρωί. Την επόμενη Κυριακή ήμουν εκεί, διότι σκέφθηκα ότι τότε ήταν η ώρα της εισπράξεως χρημάτων! Αλλά και τότε ακόμη δεν εισέπραξαν χρήματα.
Πέρασε άλλος ένας μήνας. Εξακολούθησα να παρακολουθώ συναθροίσεις αλλ’ ακόμη δεν εισέπρατταν χρήματα. Όταν ρώτησα πάλι αν έκαναν και άλλες συναθροίσεις, μου είπαν ότι είχαν άλλη μια συνάθροισι την Πέμπτη το βράδυ, αλλά σε άλλο μέρος. Το εσημείωσα και αυτό λέγοντας μέσα μου, «Θα πάω σ’ αυτή τη συνάθροισι, διότι είναι πιθανόν να εισπράττωνται χρήματα σ’ αυτό το άλλο μέρος.»
Αλλά καμμιά είσπραξις χρημάτων δεν έγινε σε καμμιά από τις συναθροίσεις. Αφού πέρασε άλλος ένας μήνας ρώτησα έναν από τους Σπουδαστάς των Γραφών: «Δεν πληρώνετε ενοίκιο για την αίθουσα; Ποτέ δεν είδα να εισπράττωνται χρήματα· ποιος λοιπόν το πληρώνει αυτό;» Μου εξήγησε ότι υπήρχε ένα κουτί για προαιρετικές εισφορές.
Όταν είδα ότι δεν υπήρχε εκμετάλλευσις και ότι εξεδήλωναν αγάπη και μεταξύ των και σ’ εμένα, απεφάσισα να εξακολουθήσω να πηγαίνω στις συναθροίσεις, μολονότι μερικοί από τους φίλους μου έπαυσαν να μου μιλούν εξαιτίας της συναναστροφής μου μ’ αυτούς τους Σπουδαστάς των Γραφών.
Αλλά πώς μπορούσα να υπηρετώ με επιτυχία τον Θεό; Ήξερα πολύ λίγα πράγματα για την Αγία Γραφή. Πώς θα μπορούσα να επιτύχω με ένα τέτοιο μειονέκτημα; Το σκέφθηκα καλά και είπα μέσα μου: «Εγώ δεν ξέρω περί τίνος πρόκειται, αλλά θα εξακολουθήσω να παρακολουθώ τις συναθροίσεις και με τον καιρό θα μπορέσω να μάθω.»
ΕΚΜΑΘΗΣΙΣ ΤΗΣ ΒΙΒΛΙΚΗΣ ΑΛΗΘΕΙΑΣ ΚΑΙ ΜΕΤΑΔΟΣΙΣ ΤΗΣ ΣΕ ΑΛΛΟΥΣ
Μετά τρεις μήνες περίπου, σε μια από τις συναθροίσεις, έγινε εξήγησις της Βιβλικής αληθείας περί της ψυχής. Τότε μπόρεσα να καταλάβω ότι η Αγία Γραφή δεν διδάσκει το δόγμα της εμφύτου αθανασίας της ανθρώπινης ψυχής. Έμαθα τώρα με βεβαιότητα ότι οι εκκλησίες εδίδασκαν μια ψευδή δοξασία, όπως είχα υποπτευθή. Έμαθα από το εδάφιον Γένεσις 2:7 ότι «έπλασεν Ιεχωβά ο Θεός τον άνθρωπο από χώματος εκ της γης· και ενεφύσησεν εις τους μυκτήρας αυτού πνοήν ζωής και έγεινεν ο άνθρωπος εις ψυχήν ζώσαν.» Ώστε ο ίδιος ο άνθρωπος ήταν ψυχή· δεν είχε αθάνατη ψυχή, κάτι το σκιώδες που κατοικεί απλώς μέσα στο σώμα ή που μπορεί να υπάρχη ξεχωριστά από το άτομο!
Εγνώρισα τώρα αυτή τη Γραφική αλήθεια, και αισθάνθηκα ότι αν και είχα πολύ περιωρισμένη γνώσι της Αγίας Γραφής, υπήρχε ωστόσο κάτι που θα μπορούσα να το μεταδώσω στους ανθρώπους. Ήθελα να λέγω στους άλλους την αλήθεια περί ψυχής, ότι η ψυχή σας στην πραγματικότητα είναι ο εαυτός σας, σεις οι ίδιοι, και ότι η ψυχή μπορεί πραγματικά να πεθάνη. (Ιεζ. 18:4, 20) Και ήθελα να γνωρίζουν οι άνθρωποι ότι οι εκκλησίες διδάσκουν ένα ψεύδος! Εζήτησα λοιπόν αμέσως ένα τομέα στον οποίο να εργασθώ από σπίτι σε σπίτι. Χωρίς κανείς να μου πη τι θα λέγω, άρχισα να χτυπώ τις πόρτες. Σε κάθε σπίτι μιλούσα για την ψυχή και τους έλεγα ότι δεν υπάρχει τίποτα που να είναι μια αθάνατη ψυχή, όπως διδάσκουν οι εκκλησίες για τους ανθρώπους.
Σε λίγον καιρό οι άνθρωποι άρχισαν να λέγουν για μένα, «Έρχεται εκείνος που αφαιρεί την ψυχή.» Αλλά εγώ δεν αποθαρρύνθηκα· η γνώσις μου ηύξανε.
Καθώς εξακολουθούσα να παρακολουθώ τις συναθροίσεις, έμαθα ότι δεν θα πήγαιναν όλοι οι καλοί άνθρωποι στον ουρανό, αλλά οι περισσότεροι από τους ευπειθείς του ανθρωπίνου γένους θ’ αποκτήσουν αιώνια ζωή στη γη. Έμαθα επίσης ότι η διδασκαλία της εκκλησίας περί Τριάδος δεν ήταν μια αληθινή Βιβλική διδασκαλία. Να και άλλο ένα ψεύδος που ήθελα να εκθέσω. Σιγά σιγά, το μεγάλο εμπόδιο της αγνοίας της Αγίας Γραφής υπερνικήθηκε, και η γνώσις μου αυξήθηκε έτσι ώστε μπορούσα να βοηθήσω τους ανθρώπους συζητώντας για μια ποικιλία θεμάτων. Δεν εχρειάζετο να μιλώ πια μόνον για την ψυχή.
Μιλούσα τακτικά για την Αγία Γραφή σ’ έναν από τους συναδέλφους της εργασίας μου, και προώδευσε και αυτός επίσης σε γνώσι της Αγίας Γραφής. Τελικά το έτος 1930, μου είπε ότι ήθελε να βαπτισθή ως ένας αληθινός Χριστιανός προτού αναχωρήση στο Μεξικό. Αργότερα, όταν κι εγώ επέστρεψα στο Μεξικό, είχα τη χαρά να δω αυτόν και την οικογένεια του να κηρύττουν τις αλήθειες της Αγίας Γραφής από σπίτι σε σπίτι.
Απεφάσισα τώρα να υπηρετώ τον Ιεχωβά, και το έδειξα με το εν ύδατι βάπτισμα μου στις 2 Φεβρουαρίου 1931. Παρακολουθώντας τις συναθροίσεις, και με τη βοήθεια των Χριστιανών αδελφών μου, έμαθα πώς να χρησιμοποιώ την Αγία Γραφή. Τι ευλογία ήταν να υπερνικήσω ένα μεγάλο εμπόδιο! Η επιτυχία να υπηρετώ τον Ιεχωβά ήταν πράγματι δυνατή!
Προς το τέλος του 1931 πήγα στην πόλι Κόρπους Κρίστι του Τέξας. Το ίδιο εκείνο έτος εγίνετο μια συνέλευσις του λαού του Ιεχωβά σε Αγγλική γλώσσα, και επειδή ήμουν μ’ ένα φίλο μου ο οποίος ήξερε να μιλή Αγγλικά καθώς και Ισπανικά, μου είπε τι είχε λεχθή από την εξέδρα. Έμαθα μεταξύ άλλων ότι υπήρχε ευκαιρία να είμαι ένας σκαπανεύς ή ολοχρόνιος κήρυξ του Λόγου του Θεού κάτω από τη διεύθυνσι της Εταιρίας Σκοπιά, και εζήτησα να συμπληρώσω μια αίτησι. Έγινα δεκτός, και το 1932 εργάσθηκα ως ένας ολοχρόνιος κήρυξ στην πολιτεία του Τέξας.
ΥΠΗΡΕΣΙΑ ΕΚΕΙ ΟΠΟΥ ΥΠΑΡΧΕΙ ΜΕΓΑΛΥΤΕΡΗ ΑΝΑΓΚΗ
Τον Απρίλιο του 1932 πήγα στο Μεξικό, πιστεύοντας ότι εκεί υπήρχε μεγαλύτερη ανάγκη για κήρυκας της αληθείας του Θεού. Όταν εκήρυττα στην πόλι Γκόμεζ Παλάσιο του Ντουράνγκο, βρήκα έναν ενδιαφερόμενο και του έκανα επανεπισκέψεις. Σε λίγο αυτός βγήκε μαζί μου στο έργο του κηρύγματος, και προσκαλέσαμε άλλη μια οικογένεια να παρακολουθή μια συνάθροισι μελέτης της Γραφής. Έτσι αρχίσαμε να σχηματίζωμε μια εκκλησία. Μετά από λίγον καιρό, τον συνέστησα ως προεδρεύοντα επίσκοπο της εκκλησίας εκείνης. Αυτός εξακολουθεί να διδάσκη τη Γραφή σ’ εκείνη την περιοχή,
Το 1934 είχα το προνόμιο να οργανώσω μια εκκλησία στην πόλι Σαν Πέδρο της Κοαχουίλα. Κατόπιν το 1935 πήγα στην πόλι Παρράς της Κοαχουίλα, όπου εργάσθηκα, μαζί με τους συντρόφους μου, επί δύο μήνες. Εκεί ο ιερεύς έστειλε καλογρηές πριν από μας για να ειδοποιούν τους ανθρώπους λέγοντας τους ότι έχομε αθεϊστικά βιβλία και ότι δεν πρέπει να μας ακούουν. Παρά το εμπόδιο αυτό, εμείς προχωρήσαμε. Όταν χτυπούσαμε τις πόρτες, μερικοί δεν έβγαιναν να μας ανοίξουν, αλλά μας έλεγαν από μέσα: «Δεν θέλομε τίποτε· ξέρομε τι έχετε.» Εν τούτοις, άλλοι έλεγαν: «Τώρα μόλις μας είπαν ότι φέρνετε βιβλία και θέλομε να μάθωμε τι είδους βιβλία είναι αυτά.» Πολλοί απ’ αυτούς τους ανθρώπους των οποίων την περιέργεια είχαν εγείρει οι καλογρηές, δέχονταν τα Βιβλικά έντυπα. Έτσι παρά τις συκοφαντίες του ιερέως, εμείς αφήσαμε πολλά βιβλία της Γραφής στους ανθρώπους.
Ενώ εκήρυττα την αλήθεια του Θεού στην πόλι Σαν Μπουεναβεντούρα, Κοαχουίλα, αγόρασα δύο προσθίους τροχούς ενός αυτοκινήτου και έκαμα ένα καροτσάκι μ’ ένα κιβώτιο· κατόπιν αγόρασα ένα μικρό γαϊδουράκι. Έτσι τώρα δεν ήταν πια ανάγκη να μεταφέρω εγώ όλα μου τα πράγματα.
ΜΙΑ ΕΠΙΤΥΧΗΣ ΕΚΣΤΡΑΤΕΙΑ ΜΕ ΒΙΒΛΙΑΡΙΑ
Εξακολούθησα να κηρύττω στις διάφορες πόλεις και μου είπαν ότι υπήρχε μια πόλις ανθρακωρύχων σε κάποια απόστασι. Πήγα λοιπόν εκεί και άρχισα να μιλώ στους ανθρώπους. Τότε είχαν αναλάβει μια προσπάθεια να διαθέτωμε βιβλιάρια. Ο πρώτος άνθρωπος που συνήντησα πήρε ένα μεγάλο βιβλίο και του έδωσα κι ένα βιβλιάριο «Ποιος Είναι ο Θεός;» Είχα να διαθέσω περίπου 250 αντίτυπα αυτού του βιβλιαρίου. Σε πόσον καιρό θα μπορούσα να τα διαθέσω όλα; ρωτούσα με απορία,
Όταν έφυγα από το σπίτι του πρώτου ανθρώπου που συνήντησα, άρχισαν να χτυπούν οι καμπάνες της εκκλησίας. Δεν υπήρχε ιερεύς εκεί επί τρία χρόνια, και τώρα είχε έλθη για να κάνη βαπτίσματα. Αλλά προτού αρχίση τα βαπτίσματα, εισέπραξε αρκετά χρήματα από τους ανθρώπους ώστε γέμισε τρεις μικρούς σάκκους.
Την επόμενη μέρα, άρχισα να επισκέπτωμαι περισσοτέρους ανθρώπους σ’ αυτή την πόλι των ανθρακωρύχων διερωτώμενος τι υποδοχή θα μου έκαναν τώρα που είχε έλθει ο ιερεύς. Τι έκπληξις με κατέλαβε όταν οι άνθρωποι άρχισαν να με ρωτούν, «Έχεις το βιβλιάριο Ποιος Είναι ο Θεός;»! Όταν τελείωσα τις επισκέψεις μου στους κατοίκους αυτής της πόλεως, όλα τα βιβλιάρια μου είχαν τελειώσει! Αλλά πώς εγνώριζαν όλοι οι άνθρωποι γι’ αυτό το βιβλιάριο; Το ανεκάλυψα αργότερα όταν πήγα σε μια άλλη μικρή πόλι, και μου ζητούσαν και αυτοί αυτό το βιβλιάριο. Ρώτησα μια γυναίκα, «Πώς εμάθατε γι’ αυτό τα βιβλιάριο;»
Εκείνη απήντησε: «Ο ιερεύς μάς είπε ότι το βιβλιάριο είναι πολύ καλό και πρέπει να το διαβάσωμε.» Εκείνο που συνέβη ήταν ότι η σύζυγος του ανθρώπου που είχε πάρει το μεγάλο βιβλίο και στον οποίον πρώτη φορά έδωσα το βιβλιάριο, πήγε στον ιερέα και τον ρώτησε αν ήταν καλό το βιβλιάριο. Την ώρα εκείνη ο ιερεύς ήταν απασχολημένος με την είσπραξι χρημάτων και μη θέλοντας να σταματήση αυτή την επικερδή δράσι του, απλώς είπε στη γυναίκα, «Ναι, είναι πολύ καλό, μπορείτε να το διαβάσετε.» Έτσι αυτά τα λόγια διαδόθηκαν και σε λίγη ώρα μου τελείωσαν τα βιβλιάρια.
ΠΡΟΜΗΘΕΙΑ ΓΙΑ ΤΙΣ ΑΝΑΓΚΕΣ ΜΑΣ
Αργότερα πήγα στην πόλι Σαντιάγκο Παπασκιάρο του Ντουράνγκο. Ο σύντροφός μου και εγώ μείναμε εκεί ένα μήνα κηρύττοντας τα αγαθά νέα, και είχαμε καλή επιτυχία. Διαθέσαμε τρία μεγάλα βιβλία στον δήμαρχο μεταξύ άλλων, και του κάμαμε μερικές επανεπισκέψεις. Όταν τελειώσαμε αυτή την πόλι, αρχίσαμε ν’ ανεβαίνωμε στα βουνά. Εν τούτοις, μερικοί μας είπαν ότι θα ήταν δύσκολο, διότι δεν θα μπορούσαμε να βρούμε τίποτε να φάμε εκεί. Μήπως η οροσειρά ήταν πολύ μεγάλο εμπόδιο για μας; Δεν το θεωρήσαμε έτσι, και είπαμε, «Ο Ιεχωβά είναι Εκείνος που θα κάμη προμήθεια για μας.»
Και συνέβη ώστε σε κάθε πόλι που πήγαμε, βρισκόταν και ένας άνθρωπος που επιθυμούσε ν’ ακούση τ’ αγαθά νέα της βασιλείας του Θεού. Μερικές φορές, αφού μιλούσαμε λίγη ώρα σ’ έναν άνθρωπο, αυτός έλεγε: «Θέλομε να μείνετε εδώ απόψε να μας μιλήσετε γι’ αυτά τα πράγματα.» Σε μια περίπτωσι ένας μας κράτησε δύο μέρες για να του λέμε για τους σκοπούς του Ιεχωβά, και δεν μας άφησε να χρησιμοποιήσωμε τα τρόφιμα που είχαμε φέρει μαζί μας, αλλά ανέλαβε αυτός τη διατροφή μας.
ΠΡΟΣΘΕΤΑ ΠΡΟΝΟΜΙΑ ΥΠΗΡΕΣΙΑΣ
Το 1942 νυμφεύθηκα, και εξακολουθήσαμε να κηρύττωμε τα αγαθά νέα. Αλλά κατόπιν το έτος 1946 αρρώστησα τρεις μήνες. Έχασα το ολοχρόνιο έργο κηρύγματος. Θα μπορούσα άραγε να υπερνικήσω το εμπόδιο και ν’ αρχίσω πάλι; Με τη βοήθεια του Ιεχωβά άρχισα. Το 1949 μάλιστα μπορέσαμε ν’ αναλάβωμε προνόμια κηρύγματος ως ειδικοί σκαπανείς, αφιερώνοντας έτσι ακόμη περισσότερο χρόνο στη διακονία του αγρού. Κατόπιν, από τον Μάιο του 1951, με χαρά ανέλαβα το έργον υπηρέτου περιοχής, επισκεπτόμενος τον λαό του Θεού σε διάφορες εκκλησίες, για να τους ενθαρρύνω και να τους ενισχύω. Είχαμε διορισθή σε πολλά μέρη του Μεξικού επί χρόνια.
Μετά από ένδεκα χρόνια σ’ αυτή την υπηρεσία, προβλήματα υγείας, της συζύγου μου αυτή τη φορά, κατέστησαν σκόπιμο να ζητήσω πάλι υπηρεσία ειδικού σκαπανέως. Με τη βοήθεια του Ιεχωβά είχαμε τα προνόμιο να ιδούμε αύξησι σε κάθε εκκλησία την οποία είχαμε υπηρετήσει από τότε.
Σε ηλικία εβδομήντα δύο ετών, έχω ακόμη τις δυνάμεις να είμαι ένας ειδικός σκαπανεύς διάκονος, δαπανώντας τουλάχιστον 150 ώρες κάθε μήνα στην κήρυξι των αγαθών νέων. Ύστερ’ από πολλά χρόνια πείρας, μπόρεσα ν’ αποκτήσω πολλή πεποίθησι ότι παρά τα εμπόδια, η επιτυχία είναι δυνατή στην υπηρεσία του Ιεχωβά με τη βοήθεια του.