Οι Εκκλησίες της Αφρικής Σταθμίζουν το Παρελθόν και το Μέλλον
«ΕΙΧΑΜΕ ανθρώπους που ωμολογούσαν ότι ήσαν Χριστιανοί—κρατώντας την Αγία Γραφή στο ένα χέρι και ένα όπλο στο άλλο. Πρόκειται για κείνους που υπήρξαν υπαίτιοι των ανθρωπίνων παθημάτων που υπέφερε αυτή η ήπειρος από την εποχή του δουλεμπορίου.»
Αυτή η δήλωσις έγινε από τον Ζαμπιανό πρόεδρο Δρ. Κ. Δ. Καούντα στα εγκαίνια της Παναφρικανικής Διασκέψεως Εκκλησιών, που έγινε στην πόλι Λουζάκα της Ζάμπια στο τέλος της ανοίξεως του παρελθόντος έτους.
ΤΙ ΑΠΟΚΑΛΥΠΤΕΙ ΤΟ ΠΑΡΕΛΘΟΝ
Η ιστορία αποκαλύπτει το παρελθόν εναντίον του οποίου έγινε αυτή η δήλωσις. Στο τελευταίο τέταρτο του δεκάτου ενάτου αιώνος, τα λεγόμενα Χριστιανικά έθνη της Ευρώπης άρχισαν μια διαμάχη για απόκτησι εδαφών στην Αφρική, με τελικό αποτέλεσμα να τεμαχίσουν σχεδόν ολόκληρη αυτή την ήπειρο σε αποικίες.
Στο έτος 1920 κάθε τετραγωνικό μίλι της Αφρικανικής ηπείρου—με εξαίρεσι τα ανεξάρτητα κράτη της Αιθιοπίας, της Λιβερίας και της Νοτίου Αφρικής—ήταν κάτω από αποικιακή διακυβέρνησι ή κυριαρχία ή το διεκδικούσαν η μια ή η άλλη αποικιακή Ευρωπαϊκή δύναμις.
Το πρότυπο για τη διάνοιξι της Αφρικανικής ηπείρου για αποίκισι ήταν όμοιο με το προγενέστερο πρότυπο του δυτικού ημισφαιρίου. Θρησκευτικοί ιεραπόστολοι συχνά εχρησίμευαν ως σκαπανείς για το πολιτικό κράτος που επακολουθούσε.
Αυτό τονίζεται σε μια ανασκόπησι της εφημερίδος Τάιμς της Νέας Υόρκης (15 Αυγούστου 1974) ενός προσφάτου βιβλίου με θέμα τη ζωή του ιεραποστόλου και εξερευνητού της Αφρικής Ντέιβηντ Λίβινγκστον. Δείχνει ότι ο Λίβινγκστον προωθούσε την ίδρυσι λευκών κοινοτήτων στην Αφρική για τη ‘διάδοσι της Χριστιανοσύνης και για τη διάνοιξι του εμπορίου στη χώρα. Έκανε διαλέξεις σε Άγγλους εμπόρους «για τις ευκαιρίες αποκτήσεως κέρδους στην Αφρική.» Μολονότι ο Λίβινγκστον ηναντιώνετο στη δουλεία, η ανασκόπησις του βιβλίου συνοψίζει το αποτέλεσμα των εξερευνήσεων αυτού του ιεραποστόλου του δεκάτου ενάτου αιώνος, λέγοντας: «Αντί να διανοίξη στην Αφρική το δρόμο για τη Χριστιανοσύνη, προελείανε το δρόμο πρώτα για τους δουλεμπόρους που τον ακολούθησαν σε τόπους που δεν είχαν ανακαλυφθή έως τότε. Επίσης, ‘η εισαγωγή του Λόγου του Θεού επρόκειτο να προοιωνίση την καταστροφή των θείων πλασμάτων.’ Μετά την Αγία Γραφή ήλθε το όπλο.»
Η αποίκισις επέφερε πολλά σοβαρά προβλήματα, μερικά από τα οποία είχαν μόνιμες επιδράσεις στους λαούς της Αφρικής. Όπως λέγει η Βρεταννική Εγκυκλοπαιδεία του 1974:
«Οι Χριστιανοί της Δύσεως συχνά εξεμεταλλεύοντο τα αναπτυσσόμενα έθνη, λεηλατούσαν τους πόρους των, υπεδούλωναν και εξευτέλιζαν τους πληθυσμούς των. . . .» «Τα οροθέσια μεταξύ αποικιών συχνά εχαράζοντο αυθαιρέτως, χωρίς να δίδεται σχεδόν καμμιά προσοχή στην εθνική ενότητα, στους οικονομικούς δεσμούς της περιοχής, στα φυλετικά νομαδικά πρότυπα ή ακόμη και στα φυσικά όρια.» «[Αυτό] είχε μακροχρόνιες επιδράσεις επιβλαβείς στην [Αφρικανική] ενότητα και μια ακόμη περισσότερο ανασταλτική επίδρασι στην Αφρικανική οικονομική ανάπτυξι.»
Μολονότι, ιδιαίτερα από το τέλος του Βʹ Παγκοσμίου Πολέμου, οι Ευρωπαϊκές αποικίες σε μεγάλο βαθμό έχουν εξαφανισθή και τώρα υπάρχουν πάνω από σαράντα ανεξάρτητα κράτη στην Αφρική, πολλοί Αφρικανοί διακρατούν ένα αίσθημα δυσπιστίας στις θρησκείες που βοήθησαν να ανοιχθή ο δρόμος γι’ αυτές τις προσπάθειες αποικίσεως και κυριαρχήσεως.
Η ΣΥΝΔΙΑΣΚΕΨΙΣ ΤΟΝΙΖΕΙ ΤΗΝ ΑΝΕΞΑΡΤΗΣΙΑ
Όλ’ αυτά μπορούν να εξηγήσουν γιατί υπάρχει ένας τόσο μεγάλος αριθμός ανεξαρτήτων θρησκευτικών αποχρώσεων μέσα στην Παναφρικανική Συνδιάσκεψι Εκκλησιών. Ο ολικός αριθμός εκκλησιών που αντιπροσωπεύθηκαν στη συνεδρίασι της Λουζάκα ήσαν 103, περιλαμβανομένων και των κυριωτέρων Προτεσταντικών σωμάτων, της Ελληνικής Ορθοδόξου και Κοπτικής εκκλησίας και πολυαρίθμων άλλων μικρότερων θρησκειών.
Η θρησκευτική ανεξαρτησία πραγματικά υποστηρίχθηκε σ’ αυτή τη συνέλευσι, την πρώτη που οργανώθηκε εξ ολοκλήρου από Αφρικανούς εκκλησιαστικούς ηγέτας χωρίς καμμιά εξωτερική κατεύθυνσι. Πολλοί ομιληταί ετόνισαν ότι υπήρχε ανάγκη μιας αυθεντικής Αφρικανικής θρησκείας, μιας θρησκείας που δεν μπορούσε να θεωρήται «ξένης προελεύσεως» ή μια «θρησκεία του λευκού ανθρώπου.» Ένα Νιγηριανό μέλος, ο Κος Κόφι Άππια-Κούμπι, είπε:
«Αν οι εκκλησίες της Αφρικής πρόκειται ν’ αυξηθούν και ν’ αναπτυχθούν ως Αφρικανικές εκκλησίες και όχι ως απλές προεκτάσεις ξένων εκκλησιών, όπως είναι πολλές σήμερα, τότε πρέπει να τις αφήνουν να ριζώσουν στο έδαφος της Αφρικής όπου είναι φυτευμένες.»
Με την ίδια διάθεσι, ένα πρόσφατο δελτίο της Συνδιασκέψεως λέγει ότι «ο λαός της Αφρικής, ιδιαίτερα ο λαός της εκκλησίας, πρέπει να διασπάσουν τις χειροπέδες της πολιτιστικής κυριαρχίας, να φθάσουν στα βάθη της μητέρας Αφρικής και ν’ αφυπνίσουν τη δημιουργική της ιδιοφυία. Όταν γίνη αυτό, η Αφρική θα είναι έτοιμη να επιβληθή στον κόσμο και να εισφέρη κάτι νέο και διαφορετικό για τη σωτηρία της ανθρωπότητας.»
Ένας εκκλησιαστικός της Ζάμπια, δείχνοντας την έκτασι στην οποία μερικοί φρονούν ότι θα φθάση αυτή η ενέργεια Αφρικανοποιήσεως, επρότεινε, αντί του άρτου και του οίνου που χρησιμοποιούνται κατ’ έθιμον στο «Δείπνον του Κυρίου,» να χρησιμοποιούνται ως υποκατάστατα τα νσίμα, ένας τοπικά παρασκευαζόμενος χυλός από αραβόσιτο και το μουνκόγιο, ένα τοπικώς παρασκευαζόμενο ποτό από ρίζα βοτάνου. Αξιοπρόσεκτη επίσης, ήταν η απόφασις της Συνδιασκέψεως να προτρέψη τις εκκλησίες μέλη της ν’ αρχίσουν μια σοβαρή μελέτη του Ισλαμισμού, των Αφρικανικών παραδοσιακών θρησκειών και άλλων ιδεολογιών, προκειμένου ν’ αναπτύξουν μια διακεκριμένη Αφρικανική λατρεία.
Τι θα λεχθή για την οικονομική εξάρτησι από ξένες πηγές; Η οικονομική επιτροπή είπε στη συνέλευσι ότι η Συνδιάσκεψις θα έπρεπε ν’ αποβλέπη σε εξωτερικές πηγές για τα 80 τοις εκατό του προϋπολογισμού της για το 1975. Υπήρχε όμως και μια έκκλησις για απελευθέρωσι από μια τέτοια εξάρτησι από ξένους ευεργέτας. Μια έκθεσις της συνελεύσεως εδήλωνε ότι «η εισφορά της Αφρικανικής εκκλησίας δεν μπορεί να γίνη επαρκώς στον κόσμο μας αν η εκκλησία δεν ελευθερωθή και δεν γίνη αληθινά εθνική. Για να επιτευχθή αυτή η ελευθέρωσις, η εκκλησία θα πρέπει να κάμη μια αναχαίτισι των οικονομικών και εργατικών πόρων—να δέχεται δηλαδή χρήματα και προσωπικό—από τις εξωτερικές σχέσεις της. Μόνον τότε μπορεί η εκκλησία σταθερά να αναλάβη την αποστολή της μέσα στην Αφρική.»
Η εφημερίς Ημερήσιος Ταχυδρόμος της Ζάμπια ανέγραψε ότι ο Κάνον Μπέρτζες Καρρ της Λιβερίας γενικός γραμματεύς της Συνδιασκέψεως, εξέθεσε τα ζητήματα ακόμη εντονώτερα με τα εξής λόγια: «Οι εκκλησίες της Αφρικής μπορούν να κάμουν χωρίς τις υπηρεσίες ιεραποστόλων και εκπατρισμένων εκκλησιαστικών εργατών.»
‘ΚΑΤΗΓΟΡΗΜΑΤΙΚΗ ΥΠΟΣΤΗΡΙΞΙΣ ΤΩΝ ΚΙΝΗΜΑΤΩΝ ΑΠΕΛΕΥΘΕΡΩΣΕΩΣ’
Ένα σημαντικό θέμα της συνελεύσεως ήταν το ζήτημα της ‘Αφρικανικής απελευθερώσεως,’ περιλαμβανομένης και της υποστηρίξεως των επαναστατικών στρατευμάτων. Αυτά δρουν σε μέρη της Αφρικής που βρίσκονται κάτω από την εξουσία κυβερνήσεων που αποτελούνται κυρίως από λευκούς (οι οποίοι συνήθως αποτελούν μια μειονότητα στη χώρα). Ο Γενικός Γραμματεύς Καρρ, κατά την εφημερίδα Ημερήσιος Ταχυδρόμος είπε ότι ‘η εκκλησία πρέπει να δώση την κατηγορηματική υποστήριξί της στα κινήματα απελευθερώσεως, διότι αυτά την εβοήθησαν να ανακαλύψη εκ νέου μια νέα και ριζική εκτίμησι του σταυρού.’ Στα περασμένα τέσσερα χρόνια η Συνδιάσκεψις εδώρισε $125.000 σε τέτοια κινήματα απελευθερώσεως. Η συνέλευσις έκαμε μια επίσημη δήλωσι, λέγοντας:
«Βεβαιώνομε την αλληλεγγύη μας προς το κίνημα απελευθερώσεως των καταδυναστευομένων χωρών και κάνομε έκκλησι στους Χριστιανούς εντός και εκτός της ηπείρου μας να τερματίσουν κάθε πολιτική, οικονομική, στρατιωτική και οποιαδήποτε άλλη υποστήριξι ή μορφή καταδυναστεύσεως σ’ αυτές τις χώρες.»
Η Ρωμαιοκαθολική Εκκλησία, που έχει εκατομμύρια μέλη στην Αφρική, δεν είναι μέλος της Παναφρικανικής Συνδιασκέψεως Εκκλησιών. Ήλθε στο προσκήνιο για επικρίσεις, διότι δεν είναι σε αρμονία με τα απελευθερωτικά κινήματα που ασπάζεται η Συνδιάσκεψις. Ενδιαφέρει να σημειωθή ότι το Εθνικό Συμβούλιο των Λαϊκών Αποστολάτων (Καθολικών οργανώσεων) απήντησε σ’ αυτήν την κατηγορία δημοσιεύοντας μια έκθεσι περί του ότι πολλά από τα απελευθερωτικά κινήματα χρηματοδοτήθηκαν από Καθολικούς και ότι η Συνδιάσκεψις πρέπει να κατανοήση ότι σε ζητήματα, όπως είναι η κοινωνική δικαιοσύνη και η εθνική ανεξαρτησία, υπήρξε πλήρης συμφωνία μεταξύ της Καθολικής Εκκλησίας και των εκκλησιών που είναι μέλη της Συνδιασκέψεως.—Εφημερίς Τάιμς της Ζάμπια, 16 Μαΐου 1974.
ΑΝΑΖΗΤΗΣΙΣ ΕΝΟΤΗΤΟΣ
Η εκκλησιαστική ενότης και η συνεργασία έτυχαν επίσης ιδιαιτέρας προσοχής στη συνέλευσι. Μολονότι συνεφώνησαν για την ανάγκη μιας καθαρά Αφρικανικής εκκλησίας και για την υποστήριξι των απελευθερωτικών κινημάτων, οι σύνεδροι δεν παρουσίασαν κάποια ένδειξι θετικού βήματος προς μια πραγματική θρησκευτική ενοποίησι μεταξύ των άνω των 100 μελών της Συνδιασκέψεως.
Ο Δρ. Φίλιπ Πόττερ, γενικός γραμματεύς του Παγκοσμίου Συμβουλίου Εκκλησιών, ωμίλησε στη συνέλευσι της Λουζάκα, η δε εφημερίς Τάιμς της Ζάμπια ανέγραψε ότι αυτός είπε, ότι ‘μέγα μέρος της Αφρικανικής ιστορίας έχει αμαυρωθή από τον φυλετισμό και τους φυλετικούς πολέμους—ακόμη και μέχρι σήμερα. Πολλοί συνέχισαν το άδικο αποικιακό σύστημα με την επιδίωξι ιδιοτελούς κέρδους και δυνάμεως εις βάρος της μεγίστης πλειονότητας του λαού. Πρόσθεσε ότι ‘μερικές εκκλησίες συνέχισαν τις διαιρέσεις που είχαν φέρει στην Αφρική, και ότι ήταν συνηθισμένο πράγμα ν’ ακούη κανείς ένα εκκλησιαστικό να λέγη σ’ έναν άλλον ενός διαφορετικού δόγματος: «Εσύ λατρεύεις τον Θεό με τον δικό σου τρόπο, αλλά εμείς τον λατρεύομε με αυτόν τον τρόπο.»’
ΕΥΡΕΣΙΣ ΤΗΣ ΟΔΟΥ ΤΗΣ ΑΛΗΘΙΝΗΣ ΕΛΕΥΘΕΡΙΑΣ ΚΑΙ ΕΝΟΤΗΤΟΣ
Η Συνδιάσκεψις έδειξε ανησυχία για τις συνθήκες που εξελίχθηκαν ιδιαίτερα από τον δέκατον ένατον αιώνα. Στην πραγματικότητα, η Χριστιανοσύνη έφθασε στην Αφρική πολύ πριν από τον δέκατον ένατο αιώνα. Στον πρώτον αιώνα, το βιβλίο των Πράξεων τονίζει ότι ένας Αιθίοπας επίσημος, προφανώς ένας μορφωμένος και έξυπνος άνθρωπος, δέχθηκε τη Χριστιανοσύνη ενώ επέστρεφε στην Αφρική από την Ιερουσαλήμ. (Πράξ. 8:26-38) Δεν υπάρχει τίποτα που να φανερώνη ότι αυτή η αρχαία διάδοσις της γνήσιας Χριστιανοσύνης στην Αφρική χρησιμοποιήθηκε από τους Χριστιανούς του καιρού εκείνου ως ένα ελατήριο για εμπορική ή πολιτική εκμετάλλευσι.
Μήπως η αρχαία ιστορία της Αφρικής πραγματικά απαιτεί τη μελλοντική ανάπτυξι ενός διακεκριμένου τόπον Χριστιανοσύνης, μιας ειδικής ηπειρωτικής ποικιλίας; Πρέπει η αληθινή Χριστιανοσύνη να θεωρηθή υπεύθυνη για τα σοβαρά σφάλματα που διαπράχθηκαν στην τελευταία εκατονταετία; Ή μήπως αυτά τα σφάλματα πραγματικά αποτελούν το υποπροϊόν μιας απομακρύνσεως από τη γνήσια Χριστιανοσύνη οργανώσεων που απλώς ισχυρίζονται ότι εκπροσωπούν τον Χριστό; Το θέμα της συνελεύσεως της Παναφρικανικής Συνδιασκέψεως Εκκλησιών στη Λουζάκα ήταν το εξής: «Να μη Ζούμε Πια για τον Εαυτό Μας. . . αλλά για τον Χριστό.» Ποιο λοιπόν ήταν το παράδειγμα του ιδίου του Χριστού και οι διδασκαλίες του σύμφωνα με τις οποίες πρέπει να ζουν οι αληθινοί μαθηταί του;
Ο Χριστός Ιησούς είπε ότι ‘η βασιλεία του δεν ήταν εκ του κόσμου τούτου,’ και πουθενά δεν εξουσιοδότησε τους μαθητάς του να υπηρετούν ως πρόδρομοι των πολιτικών συστημάτων του κόσμου ή του είδους του «πολιτισμού» των. (Ιωάν. 18:36· 15:19) Αυτοί, αντιθέτως, έπρεπε να τονίζουν τη βασιλεία του Θεού διά του Χριστού Ιησού ως το μέσον με το οποίον όλοι όσοι αγαπούν δικαιοσύνη, σε οποιαδήποτε οικογένεια και αν ανήκουν ή φυλή ή έθνος ή ήπειρο, ‘θα ελευθερωθούν από τη δουλεία της φθοράς και θ’ αποκτήσουν την ελευθερία των υιών του Θεού;’—Ρωμ. 8:21· Αποκάλ. 7:9, 10· 14:6.
Οι αληθινοί εκείνοι μαθηταί ετόνιζαν έτσι μια θαυμαστή απελευθέρωσι, η οποία όχι μόνον θα ελευθερώση τα άτομα από την ανθρώπινη καταδυνάστευσι και εκμετάλλευσι, αλλά θα τα ελευθερώση και από τη δουλεία στην ατέλεια, την ασθένεια και αυτόν τον θάνατο. (Αποκάλ. 21:4) Οι αληθινοί μαθηταί του Χριστού αναγγέλλοντας και υποστηρίζοντας τη θεία Μεσσιανική κυβέρνησι απελευθερώσεως, θα χρησιμοποιούσαν, όχι σαρκικά, αλλά πνευματικά όπλα, τα οποία ποτέ δεν βλάπτουν τους αθώους ούτε προξενούν ποτέ σκληρά δεινοπαθήματα και θλίψεις. (2 Κορ. 10:4, 5· Εφεσ. 6:10-17) Ως καλοί στρατιώται του Χριστού Ιησού δεν θα προσπαθούσαν ν’ αναμίξουν τη Χριστιανοσύνη με την εμπορία, όπως συνεβούλευσε ο θεόπνευστος απόστολος Παύλος στον συνεργάτη και συνιεραπόστολό του Τιμόθεο.—2 Τιμ. 2:3, 4.
Υπάρχουν σήμερα άνθρωποι στην Αφρική και σε όλο τον υπόλοιπο πλανήτη μας, οι οποίοι ζουν σύμφωνα, με αυτές τις αρχές της αληθινής Χριστιανοσύνης και ζουν με ενότητα, χωρίς φραγμούς φυλετισμού, εθνικισμού, φατριασμού;
Χιλιάδες Αφρικανών όλων των φυλών και απ’ όλα τα μέρη της ηπείρου σήμερα συνταυτίζονται με τους Χριστιανούς μάρτυρας του Ιεχωβά για τον λόγο ακριβώς ότι τους βλέπουν να θέτουν σε εφαρμογή αυτές τις αρχές στη ζωή τους. Κάνοντας τούτο δεν ασπάζονται την ‘ξένης προελεύσεως’ ‘θρησκεία του λευκού ανθρώπου’ αλλά ασπάζονται τη λατρεία του Δημιουργού του ουρανού και της γης, του Ιεχωβά Θεού, εκείνου που δεν κάνει διακρίσεις και δεν είναι «προσωπολήπτης αλλ’ εν παντί έθνει, όστις φοβείται αυτόν, και εργάζεται δικαιοσύνην, είναι δεκτός εις αυτόν.»—Πράξ. 10:34, 35.