Ενθυμείσθε τους Πτωχούς
ΤΟ ΚΕΝΤΡΙΚΟ σώμα των πρεσβυτέρων της Ιερουσαλήμ είχε δώσει στον απόστολο Παύλο και στον Βαρνάβα «δεξιάς κοινωνίας,» όταν ο Παύλος ευρίσκετο στη σύσκεψι των πρεσβυτέρων, και επίσης είχε εμπιστευθή σ’ αυτούς τους δύο άνδρες μια επίσημη επιστολή προς τις εκκλησίες της Ασίας. Αυτή η επιστολή είχε σκοπό να καταρρίψη τους Εθνικούς φραγμούς μεταξύ των Ιουδαίων και των Εθνικών. Εν τούτοις, όσο σπουδαία και αν ήταν αυτή η αποστολή, υπήρχε ένα άλλο ζήτημα τόσο ενδιαφέρον που οι πρεσβύτεροι εθεώρησαν αναγκαίο να το εντυπώσουν στις διάνοιες του Παύλου και του Βαρνάβα. Η ειδική αυτή παραγγελία που τους εδόθη ήταν να ‘ενθυμούνται τους πτωχούς.’—Γαλ. 2:9, 10· Πράξ. 15:22-29.
Ο Παύλος αναφέρει ότι με προθυμία ανέλαβε να το κάμη αυτό, παράλληλα με το επίπονο έργο του κηρύγματος. Προσπαθούσε συνεχώς να ενσταλάζη αυτό το γενναιόδωρο πνεύμα στις εκκλησίες. Όταν οι Χριστιανοί της Ιερουσαλήμ βρέθηκαν σε ανάγκη, ο Παύλος ενεθάρρυνε τις εκκλησίες που είχε ιδρύσει στην Ευρώπη να προσφέρουν υλική βοήθεια ανάλογα με την ικανότητά τους στους άπορους αδελφούς των της Ιερουσαλήμ.—Ρωμ. 15:26· 2 Κορ. 8:1-8· 9:1-5.
ΟΙ ΧΡΙΣΤΙΑΝΟΙ ΕΙΝΑΙ ΓΕΝΝΑΙΟΔΩΡΟΙ ΑΠΕΝΑΝΤΙ ΣΕ ΟΛΟΥΣ
Το ενδιαφέρον για τους πτωχούς τονίζεται ιδιαίτερα σε όλες τις Χριστιανικές Γραφές. Ο απόστολος Ιωάννης είπε: «Όστις όμως έχη τον βίον του κόσμου και θεωρή τον αδελφόν αυτού ότι έχει χρείαν και κλείση τα σπλάγχνα αυτού απ’ αυτού, πώς η αγάπη του Θεού μένει εν αυτώ;» (1 Ιωάν. 3:17) Ο Ιάκωβος, ο ετεροθαλής αδελφός του Ιησού, έγραψε παρομοίως: «Εάν δε αδελφός ή αδελφή γυμνοί υπάρχωσι και στερώνται της καθημερινής τροφής, και είπη τις εξ υμών προς αυτούς, Υπάγετε εν ειρήνη, θερμαίνεσθε και χορτάζεσθε και δεν δώσητε εις αυτούς τα αναγκαία του σώματος, τι το όφελος;» Ο Ιάκωβος επίσης ετόνισε ότι «θρησκεία καθαρά και αμίαντος ενώπιον του Θεού και Πατρός είναι αυτή, να επισκέπτηται τους ορφανούς και τας χήρας εν τη θλίψει αυτών, και να φυλάττη εαυτόν αμόλυντον από του κόσμου.»—Ιακ. 2:15, 16· 1:27.
Ο Παύλος συνεβούλευσε τον Τιμόθεο, τον οποίο είχε αφήσει στην Έφεσο, να υπενθυμίζη στα άτομα που ευημερούσαν υλικώς μέσα στην εκκλησία την ανάγκη να «αγαθοεργώσι, να πλουτώσιν εις έργα καλά, να ήναι ευμετάδοτοι, κοινωνικοί,» και στους Χριστιανούς της Ρώμης είπε: «Εις τας χρείας των αγίων μεταδίδοντες, την φιλοξενίαν ακολουθούντες.» Αυτές οι ιδιότητες της γενναιοδωρίας και της φιλοξενίας είναι ουσιώδη χαρακτηριστικά των ‘καλών έργων’ που κάνουν τον Χριστιανό ικανό να ‘απολαύση την όντως ζωήν.’—1 Τιμ. 6:18, 19· Ρωμ. 12:13.
Όσον αφορά την προσφορά υλικής βοηθείας, οι περισσότερες παροτρύνσεις της Αγίας Γραφής αναφέρονται στο να δίδεται βοήθεια στους άλλους Χριστιανούς. Αλλ’ η γενναιοδωρία του αληθινού Χριστιανού δεν σταματά εδώ. Μάλλον η γενναιοδωρία πρέπει να είναι μια διαρκής και χαρακτηριστική ιδιότης της Χριστιανικής προσωπικότητος, η οποία θα υποκινή την καρδιά του ατόμου να προσφέρη σ’ εκείνους που έχουν ανάγκη.
Φυσικά ένας Χριστιανός δεν έχει πάντοτε τα μέσα να προσφέρη βοήθεια σε κάθε άτομο που έχει ανάγκη. Πώς, λοιπόν, μπορεί να προσδιορίση κανείς σε ποιον πρέπει να δίνη; Ο απόστολος είπε σ’ αυτό το σημείο: «Ας εργαζώμεθα το καλόν προς πάντας, μάλιστα δε προς τους οικείους της πίστεως.» (Γαλ. 6:10) Κατ’ αρχήν οι Χριστιανοί πρέπει να είναι πρόθυμοι να συνεισφέρουν στις ανάγκες των αδελφών των. Συγχρόνως όμως, δεν πρέπει να παραλείπουν να βοηθούν άλλους οι οποίοι υποφέρουν.
Συχνά οι Χριστιανοί έχουν λίγα υλικά αγαθά από τα οποία μπορούν να δώσουν. Αλλά μπορούν να προσφέρουν στοργικές υπηρεσίες που μπορεί να είναι πιο αναγκαίες. Ένας γείτονας μπορεί να είναι ασθενής. Αυτός ο γείτονας, άνδρας ή γυναίκα, μπορεί να είναι ένα άτομο που ποτέ δεν έδειξε ενδιαφέρον για το άγγελμα όταν οι Χριστιανοί του μίλησαν γι’ αυτό. Εν τούτοις, ο Χριστιανός ενδιαφέρεται να ιδή τι μπορεί να κάμη—ποια βοήθεια μπορεί να δώση. Ίσως μια νοικοκυρά να είναι τόσο άρρωστη ώστε να μη μπορή να μαγειρέψη το φαγητό ή να ψωνίση. Ή ένα άρρωστο άτομο μπορεί να χρειάζεται να το μεταφέρουν σε κάποιο γιατρό. Σ’ εκείνον που είναι ασθενής, μόνο μια φιλική επίσκεψις, ίσως με ένα πιάτο ζεστό φαγητό μπορεί να εκτιμηθή πάρα πολύ. Οι πιο ηλικιωμένοι ή οι ανάπηροι μπορεί να βοηθηθούν με πολλούς τρόπους.
Αυτές οι πράξεις είναι ένα μέρος των ‘καλών έργων’ για τα οποία όλοι οι Χριστιανοί πρέπει να δείχνουν ζήλο. (Τίτον 2:14) Σημειώστε ότι η Αγία Γραφή επαινεί τη Δορκάδα, τη Χριστιανή μαθήτρια στην πόλι της Ιόππης, λόγω των «αγαθών έργων και ελεημοσυνών.» Προφανώς η Δορκάς είχε λίγα υλικά αγαθά, αλλά προσέφερε τις στοργικές υπηρεσίες με το να ράβη ενδύματα για τις φτωχές χήρες.—Πράξ. 9:36-40.
Έτσι, όσον αφορά την υλική βοήθεια, οι Χριστιανοί πρέπει να είναι γενναιόδωροι, αλλά πρέπει πάντοτε να χρησιμοποιούν διάκρισι και καλή κρίσι. Δεν πρέπει να δίνουν στους άλλους σε τέτοιο βαθμό που να ζημιώσουν σοβαρά την οικονομία και την ευημερία της οικογενείας των. Επίσης ένα άτομο θα ήταν ανόητο αν έδινε χρήματα σε κάποιον ο οποίος απλώς θα τα σπαταλούσε ή, το χειρότερο, θα τα δαπανούσε για να συνεχίση κάποια κακή του συνήθεια. Επίσης το να βοηθήση κανείς ένα οκνηρό άτομο μπορεί στην πραγματικότητα να προξενήση βλάβη στο άτομο, διότι θα συντελέση σε περισσότερη οκνηρία και θα οδηγήση ίσως σε άλλες παρεκτροπές εκ μέρους του. Στη Χριστιανική εκκλησία της Θεσσαλονίκης ο Παύλος χρειάσθηκε να γράψη τα εξής: «Εάν τις δεν θέλη να εργάζηται, μηδέ ας τρώγη. Επειδή ακούομεν τινάς ότι περιπατούσι μεταξύ σας ατάκτως, μη εργαζόμενοι μηδέν, αλλά περιεργαζόμενοι· προτρέπομεν δια του Κυρίου ημών Ιησού Χριστού, να τρώγωσι τον άρτον αυτών εργαζόμενοι μετά ησυχίας.»—2 Θεσσ. 3:10-12· παράβαλε Εφεσίους 4:28.
Επομένως, οι Χριστιανοί πρέπει να προσφέρουν υλική βοήθεια κατ’ αρχήν σε άτομα που αγαπούν τον Θεό και δείχνουν ειλικρινές ενδιαφέρον για τα αγαθά νέα και τα οποία έχουν πραγματική ανάγκη αυτής της βοηθείας. Αλλ’ όταν μπορούν, βοηθούν επίσης άλλους που έχουν πραγματική ανάγκη, δίδοντας, φυσικά, πάντοτε πνευματική βοήθεια σε όλους. Αυτοί έχουν το πνεύμα του Ιησού. Ο απόστολος Ματθαίος, ο οποίος συνώδευε τον Ιησού καθώς πήγαινε από χωριό σε χωριό αγαθοεργώντας, έγραψε: «Ιδών δε τους όχλους, εσπλαγχνίσθη δι’ αυτούς, διότι ήσαν εκλελυμένοι και εσκορπισμένοι ως πρόβατα μη έχοντα ποιμένα.»—Ματθ. 9:36.
Ο ΘΕΟΣ ΑΓΑΠΑ ΤΑ ΓΕΝΝΑΙΟΔΩΡΑ ΑΤΟΜΑ
Ο Θεός δείχνει ενδιαφέρον για κείνους που σκέπτονται και βοηθούν όσους βρίσκονται σε ανάγκη. Το υπολογίζει αυτό σαν να έχη συμβή στον ίδιο. Η Αγία Γραφή λέγει: «Ο ελεών πτωχόν δανείζει εις τον Κύριον· και θέλει γείνει εις αυτόν η ανταπόδοσις αυτού. (Παροιμ. 19:17) Το άτομο που είναι πραγματικά γενναιόδωρο δεν είναι ανάγκη να φοβάται ότι η πρόθυμη γενναιοδωρία του, μερικές φορές ακόμη και πέρα από τις πραγματικές του οικονομικές δυνατότητες, θα τον οδηγήση σε πτωχεία. Ο θεόπνευστος απόστολος γράφει: «Τον ιλαρόν δότην αγαπά ο Θεός. Δυνατός δε είναι ο Θεός να περισσεύση πάσαν χάριν εις εσάς, ώστε έχοντες πάντοτε εν παντί πάσαν αυτάρκειαν να περισσεύητε εις παν έργον αγαθόν, καθώς είναι γεγραμμένον· Εσκόρπισεν, έδωκεν εις τους πένητας· η δικαιοσύνη αυτού μένει εις τον αιώνα.» (2 Κορ. 9:7-9· Ψαλμ. 112:9) Η Χριστιανική προσφορά όταν γίνεται από αγάπη, φέρνει δόξα στον Θεό και στο ευαγγέλιο που κηρύττει, διότι «ο τιμών τον Ποιητήν αυτού ελεεί τον πτωχόν.»—Παροιμ. 14:31.
Περιγράφοντας μια καλή σύζυγο η Αγία Γραφή αναφέρει ότι μαζί με τις θαυμαστές της ιδιότητες της εργατικότητος και της αξιοπιστίας «ανοίγει την χείρα αυτής εις τους πτωχούς και εκτείνει τας χείρας αυτής προς τους ενδεείς . . . Ο ανήρ αυτής γνωρίζεται εν ταις πύλαις [δηλαδή οι ενέργειές της φέρνουν σεβασμό σ’ αυτόν μέσα στην κοινωνία], . . . Τα τέκνα αυτής σηκώνονται και μακαρίζουσιν αυτήν· ο ανήρ αυτής, και επαινεί αυτήν.»—Παροιμ. 31:20-28.
Η ΦΤΩΧΕΙΑ ΠΡΟΚΕΙΤΑΙ ΝΑ ΕΞΑΛΕΙΦΘΗ
Στην εποχή μας, ακόμη και μεταξύ των Χριστιανών, αληθεύουν τα λόγια του Ιησού: «Τους πτωχούς πάντοτε έχετε μεθ’ εαυτών.» (Ματθ. 26:11) Αυτό συμβαίνει λόγω της διαρκώς μεταβαλλόμενης καταστάσεως του κόσμου και επίσης λόγω των ασθενειών και του διωγμού. Αλλ’ η Αγία Γραφή υπόσχεται: «Διότι δεν θέλει λησμονηθή δια παντός ο πτωχός· η προσδοκία των πενήτων δεν θέλει απολεσθή δια παντός.» (Ψαλμ. 9:18) Κάτω από τη βασιλική διακυβέρνησι του Υιού του Θεού, εκείνοι που εκμεταλλεύονται τους ανθρώπους και καταπιέζουν τους πτωχούς και τους ταπεινούς θα παρέλθουν. «Θέλει κρίνει τους πτωχούς του λαού· θέλει σώσει τους υιούς των πενήτων και συντρίψει τον καταδυναστεύοντα.»—Ψαλμ. 72:4.
Όπως ακριβώς θα συνέβαινε στον αρχαίο Ισραήλ αν θα υπήκουαν τον τέλειο νόμο του Θεού, έτσι κάτω από τη διακυβέρνησι του Χριστού επάνω στην γη δεν θα υπάρχουν πτωχοί άνθρωποι. Ο Θεός είπε στον Ισραήλ λίγο προτού εισέλθη στη Γη της Επαγγελίας: «Δια να μη υπάρχη πτωχός μεταξύ σας· διότι ο Ιεχωβά θέλει σε ευλογήσει μεγάλως εν τη γη, την οποίαν Ιεχωβά ο Θεός σου δίδει εις σε κληρονομίαν, δια να εξουσιάσης αυτήν.» (Δευτ. 15:4) Αντί να έχουν ένα απλό γραπτό νόμο, οι άνθρωποι που θα ζουν κάτω από τη δίκαιη καθοδήγησι της Βασιλείας θα έχουν τον νόμο του Θεού γραμμένο στις καρδιές των, διότι «όταν οι κρίσεις σου ήναι εν τη γη, οι κάτοικοι του κόσμου θέλουσι μάθει δικαιοσύνην.» (Ησ. 26:9) Γι’ αυτό τον καιρό ο προφήτης έγραψε: «Έλεος και αλήθεια συναπηντήθησαν· δικαιοσύνη και ειρήνη εφιλήθησαν. Αλήθεια εκ της γης θέλει αναβλαστήσει· και δικαιοσύνη εξ ουρανού θέλει κύψει. Ο Κύριος βεβαίως θέλει δώσει το αγαθόν και η γη ημών θέλει δώσει τον καρπόν αυτής.»—Ψαλμ. 85:10-12.
Πόσο ωραία θα είναι όταν η φτώχεια θα έχη εξαλειφθή για πάντα! Εν τούτοις αυτό δεν θα εξαλείψη την γενναιοδωρία, διότι όλοι θα είναι σε θέσι να διαθέτουν τις ικανότητές των και τα χαρίσματά τους και τα προϊόντα της εργασίας των για το όφελος και την ευημερία ολόκληρης της κοινότητος. Ως εκείνο τον καιρό, είθε όλοι μας να παρηγορούμε ο ένας τον άλλον, δίνοντας υλικά και πνευματικά πράγματα, ‘φροντίζοντες περί αλλήλων, παρακινούντες εις αγάπην και καλά έργα’ μεταξύ των οποίων ‘έργων’ είναι το να ‘ενθυμούμεθα τους πτωχούς.’—Εβρ. 10:24· Γαλ. 2:10· Ρωμ. 1:12· Πράξ. 2:42.