Βρήκα Κάτι που Αξίζει τον Αγώνα
Αφήγησις υπό Λώριερ Σοουμιούρ
Ο χειμερινός αέρας ήταν παγερός, τσουχτερός και καθαρός. Τα έλκυθρα έτριζαν και τα άλογα ξεφυσούσαν καθώς έτρεχαν στα μονοπάτια του πυκνού δάσους και έκαναν ελιγμούς ανάμεσα στα έλατα και στους άγριους θάμνους. Καθώς κόβαμε την ξυλεία και οι ομάδες των ξυλοκόπων έσυραν τους κορμούς των δένδρων, απέδιδα ευχαριστίες στον Θεό που έκαμε αυτή τη θαυμάσια γη.
Αυτές τις σκέψεις έκανα όταν ήμουν έφηβος, κάποια χαρακτηριστική χειμωνιάτικη μέρα που βρισκόμουν στο αγρόκτημα του πατέρα μου στους ανώμαλους λόφους Γκατινώ του δυτικού Κουεμπέκ. Η ζωή ήταν σκληρή, αλλά υγιεινή. Εγώ ήμουν ένα από τα δεκατέσσερα παιδιά μιας Καθολικής Γαλλοκαναδικής οικογενείας.
Η Καθολική Εκκλησία κυριαρχούσε στη ζωή της μικρής μας Γαλλόφωνης κοινότητος, όπως και στα άλλα μέρη του Κουεμπέκ. Παρακολουθούσα συχνά τη Λειτουργία, τη Μετάληψι και άλλες Καθολικές τελετές. Αλλά ενώ επιθυμούσα να υπηρετώ τον Θεό, κάτι μου έλειπε.
Η κοσμική μόρφωσις ήταν τότε κάτω από τον έλεγχο της Καθολικής Εκκλησίας, όχι της κυβερνήσεως. Και η τακτική της Εκκλησίας ήταν να περιορίζη την εκπαίδευσι του λαού, κι έτσι να διευκολύνη τους ιερείς να έχουν τους ανθρώπους κάτω από τον έλεγχό τους. Ως αποτέλεσμα, πολλά άτομα ήσαν αγράμματοι, περιλαμβανομένου και του πατέρα μου και δύο αδελφών μου. Αυτή η αρνητική στάσις προς την εκπαίδευσι και η έλλειψις βιβλίων και βιβλιοθηκών με άφηναν δυσαρεστημένο και διψασμένο για μάθησι.
Στο 1939, σε ηλικία δεκαοχτώ ετών, πήγα στο Μόντρεαλ για περισσότερη εκπαίδευσι. Τελικά, βρήκα βιβλιοθήκες, και βιβλία για να διαβάζω! Συχνά διάβαζα σχεδόν όλη τη νύχτα. Έτσι, έμαθα για την τρομερή Καθολική Ιερά Εξέτασι. Άρχισα να βλέπω την εκκλησία με διαφορετικό μάτι.
Εν τούτοις, μέσω ενός εξαδέλφου μου, συνδέθηκα με την κίνησι της Καθολικής Δράσεως. Αυτή ήταν μια πολιτική ομάδα με Φασιστικές Τάσεις και ισχυρά αντι-Σημιτικά αισθήματα. Αυτή η οργάνωσις συνήρχετο στην Καθολική Εκκλησία κάτω από την καθοδηγία ιερέων. Το άγγελμα της Καθολικής Δράσεως ήταν απλό: ‘Ο Χίτλερ δεν είναι και τόσο κακός. Κακοί είναι οι Ιουδαίοι και οι Αγγλόφωνοι Προτεστάνται που καταδυναστεύουν εμάς τους Γάλλους Καθολικούς.’ Το άκουσμα βιαίων προτάσεων μου προξενούσε ένα αίσθημα δυσφορίας και σε λίγο αποσύρθηκα από την Καθολική Δράσι.
Η ΦΥΛΑΚΙΣΙΣ ΤΟΥ ΑΔΕΛΦΟΥ ΜΟΥ ΜΕ ΒΟΗΘΕΙ
Την άνοιξι του 1943 ένας φίλος στο Μόντρεαλ μού έδωσε ένα άρθρο εφημερίδος και μου είπε: «Λέγει για έναν άνθρωπο συνονόματό σου. Μήπως είναι συγγενής σου;»
Εδιάβασα το δημοσίευμα κι έκπληκτος είπα: «Βέβαια είναι συγγενής μου—είναι ο αδελφός μου, ο Έκτωρ!» Χρόνια είχα να μάθω γι’ αυτόν. Κατά την εφημερίδα, τότε μόλις είχε καταδικασθή σε τρίμηνη φυλάκισι στην πόλι Τίμμινς τον Οντάριο επειδή ήταν ένας από τους Μάρτυρας του Ιεχωβά.
«Ποιοι είναι οι Μάρτυρες του Ιεχωβά;» τον ρώτησα, «Ποτέ δεν έχω ακούσει γι’ αυτούς.»
Ο φίλος απήντησε: «Πρόκειται για μια θρησκευτική κίνησι που έχει απαγορευθή από την κυβέρνησι.»a
Η έκπληξίς μου αυξήθηκε. Θρησκευτική κίνησις; Ο Έκτωρ ήταν το πιο άθρησκο μέλος της οικογενείας! Του έγραψα για να εξακριβώσω τι συνέβαινε.
Απαντώντας, ο Έκτωρ μού έστειλε μια Αγία Γραφή και μερικά βιβλιάρια των Μαρτύρων του Ιεχωβά. Ήταν η πρώτη Αγία Γραφή που είδα ποτέ. Οι ιερείς πάντοτε έλεγαν: «Μη διαβάζετε την Αγία Γραφή—θα τρελλαθήτε!» Λόγω αυτής της προειδοποιήσεως εγώ αφελώς πήγα τη Γραφή μου σ’ έναν ιερέα για να εξακριβώσω αν επρόκειτο για ένα αυθεντικό αντίτυπό της. Εκείνος την πήρε προφασιζόμενος ότι θα την εξετάση και θα μου πη, αλλά κατόπιν αρνήθηκε να μου την επιστρέψη.
Τα βιβλιάρια, όμως, τόσο πολύ είλκυσαν το ενδιαφέρον μου ώστε προμηθεύθηκα άλλη μια Γαλλική Γραφή από ένα Καθολικό βιβλιοπωλείο. Άρχισα να τη διαβάζω αχόρταγα. Στη διάρκεια του επομένου έτους διάβασα δύο φορές ολόκληρη την Αγία Γραφή. Βρήκα τις αφηγήσεις για τη ζωή του Ιησού και το ιεραποστολικό έργο των αποστόλων ιδιαίτερα συναρπαστικές.
Αργότερα, εντός του έτους 1943, μετεκόμισα από το Μόντρεαλ στο Τίμμινς για να μάθω περισσότερα για τους Μάρτυρες του Ιεχωβά, και για να μάθω επίσης μερικά Αγγλικά. Εκεί μελέτησα μαζί με τους Μάρτυρες, αλλά εξακολουθούσα να πηγαίνω και στην Καθολική Εκκλησία. Συζητούσα δογματικά θέματα, όπως ο άδης, η Τριάδα και η αθανασία της ψυχής, με τον ιερέα της ενορίας και τον επίσκοπο. Μια μέρα ο επίσκοπος με ρώτησε από πού παίρνω τα σχόλια που έκανα. «Από τους Μάρτυρες του Ιεχωβά,» απήντησα εγώ. Αυτός απήντησε, «Δεν έχω καιρό να συνομιλώ μαζί σου.»
Την επόμενη Κυριακή, σαν ένας αφοσιωμένος Καθολικός ακόμη, πήγα στην εκκλησία για ν’ ακούσω τον ενοριακό ιερέα να εξαπολύη μια κακοήθη διατριβή εναντίον των Μαρτύρων. Η σκληρότης των σχολίων του και η ψευδωσύνη των κατηγοριών του μ’ έκαναν ν’ αηδιάσω. Αυτά μου ήσαν αρκετά· έφυγα από την Καθολική Εκκλησία εκείνη την ημέρα και δεν επέστρεψα ποτέ. Γρήγορα έλαβα την απόφασί μου. Είχα βρη την αλήθεια της Αγίας Γραφής και ήμουν αποφασισμένος να δαπανήσω τη ζωή μου αγωνιζόμενος για την υποστήριξί της, όπως ακριβώς είχαν κάμει και οι πρώτοι ακόλουθοι του Χριστού. Την 1η Ιουλίου 1944 βαπτίσθηκα για να συμβολίσω την αφιέρωσί μου να υπηρετώ τον Ιεχωβά Θεό.
ΤΟ ΚΟΥΕΜΠΕΚ ΓΙΝΕΤΑΙ ΠΕΔΙΟΝ ΜΑΧΗΣ
Η αναταραχή εκλιμακώνετο στο Κουεμπέκ, με συλλήψεις και βασανισμούς του λαού του Ιεχωβά από τον ισχυρό συνδυασμό της Καθολικής Εκκλησίας με τον πολιτικό της σύμμαχο, τον Πρωθυπουργό Μαυρίκιο Ντυπλεσσύ. Τον Ιούνιο του 1945, άρχισα ολοχρόνιο έργο κηρύγματος στο Μόντρεαλ που ήταν η κυριώτερη πόλις του Κουεμπέκ. Την πρώτη φορά που άρχισα να δίνω μαρτυρία από πόρτα σε πόρτα εκεί, με συνέλαβαν. Αυτό ήταν μια ένδειξις των πραγμάτων που θα επακολουθούσαν.
Η μάχη του Κουεμπέκ ήταν εν προόδω, και τι μάχη! Ο Πρωθυπουργός Ντυπλεσσύ υποσχέθηκε να εκτοπίση τους Μάρτυρες του Ιεχωβά από την επαρχία εκείνη· ανήγγειλε «ανελέητο πόλεμο κατά των Μαρτύρων.» Ολόκληρη η δύναμης του Κράτους παρατάχθηκε εναντίον μας. Η επαρχία βυθίσθηκε σ’ ένα παλιρροιακό κύμα αλόγιστης εχθρότητος. Εγώ προσωπικά συνελήφθην πάνω από εκατό φορές.
Μια εξέχουσα Καναδική εφημερίς περιέγραφε τον διωγμό ως «επάνοδο της Ιεράς Εξετάσεως,» και έλεγε τα εξής: «Ο διωγμός κατά του θρησκευτικού δόγματος που είναι γνωστό ως Μάρτυρες του Ιεχωβά που διεξάγεται στην Επαρχία του Κουεμπέκ με ενθουσιώδη επίσημη και δικαστική έγκρισι, έχει προσλάβει μια τροπή που υπενθυμίζει ότι η Ιερά Εξέτασις επανήλθε στον Γαλλικό Καναδά.»—Γκλόουμπ εντ Μέιλ του Τορόντο, 19 Δεκεμβρίου 1946.
Όταν έκανα επισκέψεις για να μιλήσω για την Αγία Γραφή, συχνά, αντί χαιρετισμού ο οικοδεσπότης άρχιζε να κραυγάζη χρησιμοποιώντας ύβρεις από τις τελευταίες κατηγορίες που είχε ακούσει από τον ενοριακό ιερέα ή που είχε διαβάσει στις Γαλλικές εφημερίδες. Δεν ήταν ασυνήθιστο να με συλλαμβάνουν δύο ή τρεις φορές σε μια μέρα, και εγίνοντο επανειλημμένες και ατέλειωτες εμφανίσεις στα δικαστήρια. Αυτό ήταν ιδιαίτερα ενοχλητικό για τους οικογενειάρχες που έχαναν πολλών ημερών εργασία και μερικές φορές και τις θέσεις των. Αλλ’ αν οι αρχές δεν είχαν μάθει για την εγκαρτέρησι των Μαρτύρων του Ιεχωβά, τώρα διεπίστωναν με τα ίδια τους τα μάτια.
Για ν’ αποφεύγωμε τη σύλληψι οικογενειαρχών εγώ χρησιμοποιούσα τακτική αντιπερισπασμού. Όταν έφθανε ένα αστυνομικό αυτοκίνητο, πήγαινα κατ’ ευθείαν στο αυτοκίνητο για ν’ απασχολήσω τους αστυνομικούς σε συνομιλία, δίνοντας έτσι στους οικογενειάρχες που εργάζονταν εκεί κοντά την ευκαιρία να φύγουν. Φυσικά, ο αριθμός των συλλήψεών μου αυξανόταν συνεχώς.
Τον Σεπτέμβριο του 1945 έγιναν δύο φοβερές οχλοκρατίες στο Σατώγκουεϋ, μια μικρή πόλι δυτικά του Μόντρεαλ. Καθολικοί οχλοκράται επετέθησαν εναντίον συναθροίσεων Μαρτύρων του Ιεχωβά που εγίνοντο σε ιδιωτικά σπίτια, ενώ η αστυνομία παρακολουθούσε απαθής. Με κλώτσισαν και με ξυλοκόπησαν άγρια. Ένας από τους οχλοκράτες τραυματίσθηκε επίσης—με κτύπησε τόσο δυνατά στο πίσω μέρος του κεφαλιού μου ώστε έπαθε κάταγμα στον καρπό του χεριού του. Όλο μου το σώμα είχε μελανιάσει και για λίγες μέρες περπατούσα με δυσκολία και πονούσα.
Αγωνιζόμαστε για να βρούμε χρηματική εγγύησι για ν’ αφεθούμε ελεύθεροι από τα κρατητήρια· κάναμε αγώνα υπομένοντας στις πόρτες τα υβρεολόγια και τις συκοφαντίες, ελπίζοντας να μπορέσωμε στο τέλος να κάνωμε λίγες φιλάγαθες παρατηρήσεις και να διαλύσωμε την προκατάληψι· κάναμε αγώνα ν’ αποφύγωμε οχλοκρατίες· κάναμε αγώνα για να προστατεύσωμε τους οικογενειάρχες από τη σύλληψι· αγώνα για να διατηρήσωμε την πνευματικότητα των Χριστιανών αδελφών μας· αγώνα για να νοικιάσωμε χώρους για τις συναθροίσεις μας—οι ιδιοκτήται αιθουσών εφοβούντο μήπως κατηγορηθούν για αντεθνική δράσι· αγωνισθήκαμε να παρεμποδίσωμε την αποβολή των παιδιών από τα σχολεία· επίσης, αγωνισθήκαμε να διευθετήσωμε οικιακή εκπαίδευσι για τα παιδιά που απεβλήθησαν από το σχολείο· αγωνισθήκαμε για να θάψωμε τους νεκρούς μας διότι οι ιερείς, σε μερικές περιπτώσεις, προσπάθησαν ν’ αποκλείσουν την ταφή Μαρτύρων του Ιεχωβά.
Το να είναι κανείς Μάρτυς του Ιεχωβά δεν ήταν εύκολο εκείνο τον καιρό, αλλά ήταν ενισχυτικό για την πίστι. Τι θαυμαστό πνεύμα πίστεως, αγάπης και αποφασιστικότητος έδειξαν όλοι οι Μάρτυρες! Η πείρα των ήταν όπως εκείνη του αποστόλου Παύλου, που είπε σχετικά με την ώρα της δοκιμασίας του: «Ο Κύριος με ενεδυνάμωσε, δια να πληρωθή δι’ εμού το κήρυγμα.»—2 Τιμ. 4:17.
Πραγματικά, βοηθηθήκαμε και ενθαρρυνθήκαμε πολλές φορές, και με απροσδόκητους τρόπους. Σε λίγο είχα τη χαρά να διεξάγω είκοσι δύο Γραφικές μελέτες. Η μια ήταν ασυνήθιστη.
Καθώς στεκόμουν στη γωνιά του δρόμου παρουσιάζοντας τη Σκοπιά και το Ξύπνα!, με πλησίασε μια κυρία. Επειδή ήταν αγράμματη, δεν την βοηθούσαν τα έντυπα, και γι’ αυτό έλαβα τη διεύθυνσί της και διευθέτησα για μια επανεπίσκεψι. Άρχισε αμέσως μια Γραφική μελέτη και διεξήγετο δύο ή τρεις φορές την εβδομάδα. Η κυρία αυτή, όχι μόνο πρόθυμα απερρόφησε τις αλήθειες της Αγίας Γραφής, αλλά έμαθε και να διαβάζη. Η Λάουρα Σάμποτ έγινε μια θαρραλέα Μάρτυς του Ιεχωβά παρά την έντασι του διωγμού εναντίον της, και έχει παραμείνει σταθερή στην αλήθεια πάνω από τριάντα χρόνια. Σε όλα αυτά τα χρόνια διεξήγε Γραφικές μελέτες σε σαράντα πέντε περίπου άτομα τα οποία είναι τώρα Μάρτυρες.
Η ΠΟΛΙΣ ΤΟΥ ΚΟΥΕΜΠΕΚ—ΕΝΑΣ ΝΕΟΣ ΑΓΡΟΣ
Δεν υπήρχε τότε ωργανωμένη δράσις Μαρτύρων του Ιεχωβά στην πόλι του Κουεμπέκ, που είναι πρωτεύουσα της ομώνυμης επαρχίας. Έτσι, προς το τέλος του 1945, πέντε από μας διορισθήκαμε να εργασθούμε εκεί. Η ατμόσφαιρα ήταν πολύ διαφορετική από το κοσμοπολίτικο Μόντρεαλ.
Στην Πόλι του Κουεμπέκ η Εκκλησία ήταν σε μια θέσι πλήρους κυριαρχίας· οι ιερείς με τα ράσα τους ήσαν παντού. Και ο αέρας ακόμη εφαίνετο σαν να ενέπνεε ένα συναίσθημα φόβου και καταδυναστεύσεως. Ο Καθολικός καρδινάλιος και ο δικτάτωρ Ντυπλεσσύ κατοικούσαν και οι δύο εκεί. Θα βρίσκαμε άραγε ευήκοα ώτα σ’ αυτό το φρούριο του Καθολικισμού;
Στην αρχή οι κάτοικοι της Πόλεως Κουεμπέκ ήσαν πολύ φιλικοί και ευγενείς στις επισκέψεις μας από σπίτι σε σπίτι. Ο σύντροφος μου, Τζων Χάου, κι εγώ διαθέσαμε πάνω από εκατό βοηθήματα Γραφικής μελέτης στη διάρκεια του πρώτου μηνός που ήμαστε εκεί. Όταν διευθετήθηκε μια συνάντησι στο σπίτι μιας ενδιαφερόμενης κυρίας, παρευρέθησαν δέκα μέλη της οικογενείας. Η μακρά συζήτησις που έγινε ήταν ζωηρή και πολύ ειλικρινής. Μολονότι αυτοί ήσαν κατ’ όνομα Καθολικοί, ήσαν στην πραγματικότητα ανταγωνισταί της Εκκλησίας. Προτού αναχωρήσω διένειμα μια ολόκληρη τσάντα με έντυπα, περιλαμβανομένων και επτά αντιτύπων του βιβλίου Εχθροί. Ένα απ’ αυτά έλαβε ο Αλφόνσος Μποντέτ, αδελφός του οικοδεσπότου.
Μετά από λίγες μέρες κάποιος με πλησίασε στο δρόμο. Ήταν ο ίδιος ο Αλφόνσος Μποντέτ. «Μήπως θα μπορούσαμε να πάμε μαζί να επισκεφθούμε κάποιον για μια Γραφική συζήτησι;»
«Βέβαια, γιατί όχι;» απήντησα εγώ. Στο δρόμο μού είπε την ιστορία του.
Μετά την επίσκεψί μου στην οικογένειά του το βράδυ της προηγουμένης Κυριακής, ο Αλφόνσος είχε πάει στο σπίτι του και πέρασε όλη τη νύχτα διαβάζοντας το βιβλίο Εχθροί. Επί τρεις μέρες το κατεβρόχθισε. Όταν τελείωσε το διάβασμα, μάζεψε όλες τις εικόνες, τα αγαλματάκια του εσταυρωμένου και άλλα αγαλματίδια που είχε και τα κατέστρεψε έξω από το σπίτι του, ενώπιον των Καθολικών γειτόνων του. Αλλ’ αυτό δεν ήταν όλο.
Κατόπιν πήγε στον επίσκοπο και ζήτησε να διαγραφή το όνομά του από τους καταλόγους της Καθολικής Εκκλησίας. Μετά έψαξε να με βρη. Σήμερα, ύστερα από τριάντα χρόνια, ο Αλφόνσος διδάσκει ακόμη την Αγία Γραφή στην Πόλι του Κουεμπέκ, και ο εξαίρετος ζήλος και η αφοσίωσίς του έχουν βοηθήσει πολλούς ανθρώπους να υπηρετούν πιστά τον Ιεχωβά Θεό.
Πολύ σύντομα σχηματίσθηκε μια μικρή εκκλησία στην Πόλι του Κουεμπέκ, και αρχίσαμε να έχωμε τακτικές εκκλησιαστικές συναθροίσεις. Αλλά οι ειρηνικές συνθήκες δεν διήρκεσαν πολύ. Σε λίγο οι ιερείς άρχισαν να χρησιμοποιούν τους άμβωνας και τον Καθολικό τύπο για να εγείρουν μια θύελλα μίσους. Επακολούθησε μια σειρά από συλλήψεις και καταδίκες.
Ο τοπικός Δικαστής Ζαν Μερσιέρ ανήγγειλε ότι η αστυνομία έλαβε οδηγίες «να συλλαμβάνη όποιον ήταν γνωστός ή ύποπτος Μάρτυρας.» Ξαφνικά, ο διωγμός στο παλαιό Κουεμπέκ γενικεύθηκε. Αυτό προξένησε μια έντονη αντίδρασι στις υπόλοιπες επαρχίες του Καναδά οι οποίες εφαίνοντο σκανδαλισμένες που ένας δήθεν αμερόληπτος δικαστής ήταν τόσο άδικος.
Στα έτη 1946 και 1947 έγιναν τόσες καταδίκες, εκδόσεις βουλευμάτων, εφέσεις και εκδικάσεις στην Πόλι του Κουεμπέκ ώστε ο τύπος το απεκάλεσε όλο αυτό «μάχη δικαστικών έγγραφων.» Συνολικά έμεινα τέσσερις μήνες στη φυλακή με τις συνήθεις κατηγορίες, ότι ‘διαταράσσω τη γαλήνη,’ ότι ‘είμαι γυρολόγος χωρίς άδεια,’ κλπ.
Έλαβα πρόσκλησι να φοιτήσω στην ενάτη σειρά σπουδαστών της Βιβλικής Σχολής Γαλαάδ, αλλά ήμουν ακόμη στη φυλακή όταν ήταν καιρός να εγγραφώ τον Φεβρουάριο του 1947. Ευτυχώς, απολύθηκα επί εγγυήσει εγκαίρως για ν’ αρχίσω τα μαθήματα. Εν τούτοις, πριν τελειώση η προθεσμία, το Ανώτατο Δικαστήριο του Καναδά απέρριψε την προσφυγή μου και η εγγύησις ακυρώθηκε.
Δυστυχώς έπρεπε να εγκαταλείψω τη θαυμάσια Χριστιανική συντροφιά της Σχολής Γαλαάδ και να επιστρέψω στη φυλακή του Κουεμπέκ. Ο αρχειοφύλαξ της Σχολής έστειλε τα χαρτιά των εξετάσεών μου στη φυλακή, όπου εγώ απήντησα στα ερωτήματα και τα επέστρεψα ταχυδρομικώς για τη βαθμολογία. Έτσι, έγινε δυνατό να συμπληρωθή η σειρά των μαθημάτων, μολονότι εγώ δεν ήμουν παρών την ημέρα της αποφοιτήσεως.
Και η φυλακή ακόμη είχε ωρισμένα καλά αποτελέσματα σαν αντιστάθμισμα. Στον χώρο των ασκήσεων είχα συχνά την ευκαιρία να δίνω μια Γραφική διάλεξι σε είκοσι περίπου φυλακισμένους. Ένας απ’ αυτούς αργότερα έγινε Μάρτυς του Ιεχωβά.
ΕΝΑΣ ΝΕΟΣ ΔΙΟΡΙΣΜΟΣ
Το φθινόπωρο του 1947 έλαβα ένα νέο διορισμό ως περιοδεύων εκπρόσωπος των Μαρτύρων του Ιεχωβά, που λέγεται τώρα επίσκοπος περιοχής. Υπηρέτησα στην Επαρχία του Κουεμπέκ όπου υπήρχε μόνο μια περιοχή με δώδεκα ίσως εκκλησίες, οι περισσότερες από τις οποίες ήσαν πολύ μικρές.
Συναθροίσεις εγίνοντο συχνά με ομάδες ιεραποστόλων και με ένα ή δύο προσφάτως νεοενδιαφερόμενα άτομα. Όταν με έστειλαν εκεί για να ενθαρρύνω τους σκαπανείς, τους ολοχρόνιους διαγγελείς της βασιλείας, όπως λέγονται, η καρτερικότης των απέναντι του διωγμού ήταν πολύ ενισχυτική για μένα. Το 1949 νυμφεύθηκα την Υβέτ Ουελλέττ, μια πιστή σκαπανέα στο Μόντρεαλ, η οποία από τότε με συνόδευε στο έργο περιοχής.
Η πρώτη ομάς που επισκέφθηκα ως επίσκοπος περιοχής ήταν η ομάς στον Σταθμό του Σαιν Ζερμαίν στους λόφους που ευρίσκοντο στη νότια πλευρά της Πόλεως του Κουεμπέκ. Αυτή η ομάς απετελείτο από μια οικογένεια, τον Εμ Μπουσέρ, τη σύζυγό του και τα τρία τέκνα των. Ήσαν φτωχοί, ταπεινοί, αξιαγάπητοι άνθρωποι που ζούσαν σ’ ένα μικρό, βραχώδες αγρόκτημα. Ο αδελφός Μπουσέρ με συνήντησε στον σταθμό μ’ ένα υψηλό δίτροχο κάρρο που έσυρε ένα ζεύγος βοδιών. Παρά τις δύσκολες περιστάσεις, ο Εμ Μπουσέρ ήταν ένας άνθρωπος θάρρους κι ένας πολύ αποτελεσματικός Μάρτυς της αληθείας.
ΝΙΚΕΣ ΣΤΟ ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ
Το έτος 1950 χαρακτηρίσθηκε από τις πρώτες πέντε μεγάλες δικαστικές αποφάσεις που κέρδισαν οι Μάρτυρες του Ιεχωβά στο Ανώτατο Δικαστήριο του Καναδά. Η πρώτη νίκη ήταν στην υπόθεσι του Εμ Μπουσέρ. Η ευνοϊκή απόφασις απετέλεσε μια μεγάλη διέξοδο από τον καταθλιπτικό συνασπισμό Εκκλησίας και Κράτους που κυβερνούσε ουσιαστικά το Κουεμπέκ.
Ο Ιεχωβά χαλάρωσε ακόμη περισσότερο την εχθρική επίθεσι φέρνοντας μια από τις δικές μου υποθέσεις ενώπιον του Καναδικού Ανωτάτου Δικαστηρίου. Η ευνοϊκή απόφασις σ’ αυτή τη δοκιμαστική απόφασι, τον Οκτώβριο του 1953, έφερε τη νίκη σε άλλες 1.100 υποθέσεις όπου η ίδια αρχή της θρησκευτικής ελευθερίας υπήρξε ο κύριος παράγων. Έτσι, άνοιξε μια νέα εποχή εποικοδομήσεως της αληθινής λατρείας του Ιεχωβά στο Κουεμπέκ.
Ενώ οι δικαστικές αποφάσεις εβελτίωναν τη νομική μας υπόστασι, χρειάσθηκε ακόμη σημαντική εργασία για να υπερνικήσωμε τον φόβο και την προκατάληψι που είχαν δημιουργηθή. Μερικοί ιδιοκτήται αιθουσών εφοβούντο ακόμη να δώσουν τα κτίριά τους προς ενοικίασι σε Μάρτυρες του Ιεχωβά. Έτσι, ένας ευγενικός αστυνομικός έδωσε μια επιστολή γραμμένη σε έντυπο χαρτί της αστυνομίας που έλεγε ότι οι Μάρτυρες του Ιεχωβά αποτελούσαν μια νόμιμη οργάνωσι και ότι οι ιδιοκτήται αιθουσών μπορούσαν χωρίς φόβο να διαθέτουν τους χώρους των προς ενοικίασι σ’ αυτούς. Κατόπιν τούτου, τα συμβούλια Προτεσταντικών και Καθολικών Σχολών άρχισαν να διαθέτουν τα κτίριά τους για τις συνελεύσεις μας περιοχής.
ΚΑΛΗ ΑΝΤΑΠΟΚΡΙΣΙΣ ΣΤΟ ΚΗΡΥΓΜΑ ΤΗΣ ΒΑΣΙΛΕΙΑΣ
Μετά από δώδεκα χρόνια στο Κουεμπέκ, το 1957 ωρίσθηκα να υπηρετήσω σ’ όλο τον ανατολικό Καναδά ως επίσκοπος περιφερείας, του οποίου το έργο είναι να επισκέπτεται και να υπηρετή περιοχές Μαρτύρων του Ιεχωβά και να δίνη ομιλίες στις συνελεύσεις των περιοχής. Κατόπιν, υπηρέτησα τρία χρόνια ως επίσκοπος περιφερείας στη Βρεταννική Κολομβία του δυτικού Καναδά.
Εν τούτοις, ποτέ δεν έχασα την αγάπη μου για το Κουεμπέκ. Πραγματικά, προέτρεπα τόσο συχνά τους αδελφούς να πάνε στο Κουεμπέκ όπου υπήρχε μεγαλύτερη ανάγκη διαγγελέων της Βασιλείας, ώστε με απεκάλεσαν «θερμό υποστηρικτή του Κουεμπέκ.» Πολλά άτομα της δυτικής πλευράς στα οποία είχα μιλήσει μετέβησαν στο Κουεμπέκ, έμαθαν τη Γαλλική και κάνουν καλό έργο εποικοδομώντας τις εκεί εκκλησίες του λαού του Ιεχωβά.
Το 1969 η Υβέτ κι εγώ επιστρέψαμε στο Κουεμπέκ, όπου ήμουν ένας επίσκοπος περιφερείας έως το 1972. Τότε οικογενειακές ευθύνες απαιτούσαν να εγκατασταθούμε στο Μόντρεαλ, όπου έχομε υπηρετήσει ως ειδικοί σκαπανείς επί τέσσερα χρόνια. Στη διάρκεια αυτού του χρόνου σαραντατέσσερα άτομα με τα οποία κάναμε Γραφικές μελέτες βαπτίσθηκαν ως Μάρτυρες του Ιεχωβά.
Το 1974 είχα το προνόμιο να πάω στο Σαν Πιέρ και στο Μικελόν, μικρά Γαλλικά νησιά στο Βόρειο Ατλαντικό, με σκοπό ν’ αρχίσω το έργο των Μαρτύρων του Ιεχωβά εκεί. Οι ιερείς ανεκάλυψαν την επίσκεψί μου και την ανήγγειλαν από το ραδιόφωνο για να προειδοποιήσουν τους ενορίτας τους. Η ειδοποίησις έφερε το αντίθετο αποτέλεσμα. Πολλοί οικοδεσπόται με χαιρετούσαν θερμά. «Ω, Κύριε Σοουμιούρ, έχομε ακούσει για σας. Παρακαλώ περάστε μέσα.»
Σε λίγες εβδομάδες άρχισα οκτώ Γραφικές μελέτες και έθεσα τα θεμέλια για περαιτέρω δράσι από τους Μάρτυρες του Ιεχωβά. Όταν ανεχώρησα, δύο ιεραπόστολοι από τη Γαλλία διορίσθηκαν εκεί για να συνεχίσουν τη διάδοσι των αγαθών νέων της βασιλείας του Θεού.
Μια μοναδική εμπειρία είχα το 1975, όταν συνήντησα μερικά σημαίνοντα μέλη μιας μικρής Γαλλικής εκκλησιαστικής ομάδος που απετελείτο από 1.500 άτομα περίπου κι ελέγετο «Αποστολή του Αγίου Πνεύματος.» Ύστερα από μια μακρά συνομιλία με έναν απ’ αυτούς, αυτός με ρώτησε αν θα μπορούσε να έλθη να με δη μαζί με μερικούς φίλους του. «Βεβαίως,» του είπα. Μετά από λίγες μέρες ήλθε με άλλα μέλη και τις συζύγους των—σαράντα άτομα συνολικά!
Εν καιρώ, αυτοί κλείδωσαν την εκκλησία τους έκλεισαν το σχολείο τους, και όλοι οι υπηρετούντες εκεί παραιτήθησαν. Κατόπιν, είπαν στα μέλη τους ν’ αρχίσουν να συμμελετούν με τους Μάρτυρες του Ιεχωβά. Ξαφνικά, χίλια άτομα ζήτησαν να έχουν Γραφικές μελέτες!
Σε διάστημα δύο μηνών διέθεσα σ’ αυτούς 1.300 βοηθήματα μελέτης. Πολλές από τις συμμελέτες έπαυσαν αργότερα, αλλά σαράντα σχεδόν μέλη αυτής της άλλοτε εκκλησιαστικής ομάδος βαπτίσθηκαν ως Μάρτυρες του Ιεχωβά, και άλλοι τετρακόσιοι κάνουν μελέτες ή παρακολουθούν συναθροίσεις στις Αίθουσες Βασιλείας. Αναμένεται να βαπτισθούν και άλλοι σε λίγο καιρό.
Πρέπει να πω ότι αυτά τα τριάντα και πλέον χρόνια του ολοχρονίου έργου κηρύγματος υπήρξαν πλούσια και αποδοτικά. Υπήρξαν και προβλήματα, αλλά ο Ιεχωβά, μας υποστήριξε και μας βοήθησε να υπερνικήσωμε κάθε εμπόδιο. Η Γραφή λέγει με ακρίβεια τα εξής σχετικά με τους δούλους του Θεού: «Ουδέν όπλον κατασκευασθέν εναντίον σου θέλει ευοδωθή.»—Ησ. 54:17.
Πόσο αληθινό αποδείχθηκε αυτό στο Κουεμπέκ! Εκεί όπου το έτος 1945 εκήρυτταν τη βασιλεία του Θεού 356 άτομα, τώρα υπάρχουν πάνω από 8.000 άτομα. Οι οκτώ εκκλησίες που υπήρχαν στο Κουεμπέκ το 1945 έχουν γίνει 149. Η μια μικρή περιοχή του 1947 έχει γίνει δέκα περιοχές. Αληθινά, ‘η έρημος έχει ανθήσει ως ρόδον.’ (Ησ. 35:1) Καθώς ανατρέχω σ’ εκείνα τα γοητευτικά χρόνια, σκέπτομαι ότι δεν θα μπορούσα να τ’ ανταλλάξω με τίποτε. Ήταν, και είναι ακόμη, ένα προνόμιο να αγωνίζωμαι για να υποστηρίζω την αληθινή λατρεία.
[Υποσημειώσεις]
a Βλέπε Ξύπνα! 8 Νοεμβρίου 1973.
[Εικόνα στη σελίδα 115]
Ο συγγραφεύς και η σύζυγός του σήμερα
[Εικόνα στη σελίδα 117]
Μολονότι ήταν κάποτε αγράμματη, η γυναίκα αυτή έχει διδάξει σε πολλά άτομα τις Βιβλικές αλήθειες