ΔΙΑΔΙΚΤΥΑΚΗ ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗ της Σκοπιάς
ΔΙΑΔΙΚΤΥΑΚΗ ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗ
της Σκοπιάς
Ελληνική
  • ΑΓΙΑ ΓΡΑΦΗ
  • ΕΚΔΟΣΕΙΣ
  • ΣΥΝΑΘΡΟΙΣΕΙΣ
  • w77 1/9 σ. 536-540
  • Πένθη και Κηδείες—Για Ποιον;

Δεν υπάρχει διαθέσιμο βίντεο για αυτή την επιλογή.

Λυπούμαστε, υπήρξε κάποιο σφάλμα στη φόρτωση του βίντεο.

  • Πένθη και Κηδείες—Για Ποιον;
  • Η Σκοπιά Αναγγέλει τη Βασιλεία του Ιεχωβά—1977
  • Υπότιτλοι
  • Παρόμοια Ύλη
  • ΤΟ ΠΕΝΘΟΣ ΣΤΗΝ ΕΠΟΧΗ ΜΑΣ
  • ΓΙΑΤΙ ΓΙΝΕΤΑΙ ΚΗΔΕΙΑ Η ΕΠΙΚΗΔΕΙΟΣ ΙΕΡΟΥΡΓΙΑ;
  • ΚΗΔΕΙΕΣ ΑΤΟΜΩΝ ΠΟΥ ΕΧΟΥΝ ΑΠΟΚΟΠΗ;
  • Η Χριστιανική Άποψη για τα Επικήδεια Έθιμα
    Η Σκοπιά Αναγγέλει τη Βασιλεία του Ιεχωβά—1998
  • Τιμάτε τους Νεκρούς;
    Η Σκοπιά Αναγγέλει τη Βασιλεία του Ιεχωβά—1980
  • Σεβασμός για τους Νεκρούς—Πώς Δείχνεται;
    Ξύπνα!—1977
  • Χριστιανικές Κηδείες—Αξιοπρεπείς, Σεμνές και Ευάρεστες στον Θεό
    Η Σκοπιά Αναγγέλει τη Βασιλεία του Ιεχωβά—2009
Δείτε Περισσότερα
Η Σκοπιά Αναγγέλει τη Βασιλεία του Ιεχωβά—1977
w77 1/9 σ. 536-540

Πένθη και Κηδείες—Για Ποιον;

ΑΛΗΘΕΥΕΙ αυτό που έχει λεχθή: «Καμμιά γνωστή ανθρώπινη κοινωνία . . . δεν θάπτει τους νεκρούς της, χωρίς κάποιο τυπικό έθιμο ή τελετουργία. Σε έντονη αντίθεσι, κανένα ζώο δεν κάνει ενταφιασμό ενός άλλου ζώου του είδους του.» «Ο άνθρωπος είναι το μόνο ζωντανό πλάσμα που έχει ανεπτυγμένη αυτογνωσία και θανατογνωσία.»a—Βλέπε Γένεσιν 23:3, 4.

Αυτά τα λόγια του συγχρόνου, Ρωσικής καταγωγής, επιστήμονος Θεοδοσίου Ντομπζάνσκυ, διασαφηνίζουν το γιατί ο Βασιλεύς Σολομών έδωσε την εξής συμβουλή πριν από τρεις χιλιάδες χρόνια περίπου: «Κάλλιον να υπάγη τις εις οίκον πένθους, παρά να υπάγη εις οίκον συμποσίου· διότι τούτο είναι το τέλος παντός ανθρώπου, και ο ζων θέλει βάλει αυτό εις την καρδίαν αυτού.» Επειδή έχομε αίσθησι αυτογνωσίας και θανατογνωσίας, εμείς οι άνθρωποι συνήθως φροντίζομε να γίνη κάποιο είδος ιερουργίας για έναν εκλιπόντα φίλο, ομόπιστο ή συγγενή.—Εκκλησ. 7:2.

Μήπως το γεγονός ότι ο Σολομών λέγει ότι είναι καλύτερο να πάη κανείς σε οίκο πένθους, σημαίνει ότι είναι σωστό και κατάλληλο να πηγαίνουν οι Χριστιανοί σε οποιονδήποτε οίκον πένθους και να συμπάσχουν με τους επιζώντας; Είναι κατάλληλο να πενθούμε για τον θάνατο ανθρώπων κάθε είδους; Τι δείχνει η Αγία Γραφή, ο Λόγος του Θεού;

Η Αγία Γραφή μάς δίνει πολλά παραδείγματα πένθους για τους νεκρούς. Ο Ιακώβ και ο Ησαύ πένθησαν μ’ ένα κατάλληλο τρόπο όταν πέθανε ο πατέρας των ο Ισαάκ. Ο Ιακώβ επένθησε διότι ενόμιζε ότι ο προσφιλής του γιος Ιωσήφ κατασπαράχθηκε από ένα άγριο θηρίο. Όταν ο ίδιος ο πατριάρχης Ιακώβ πέθανε, έγινε μεγάλο πένθος, όχι μόνο στον δικό του οίκο, αλλά και από τους Αιγυπτίους επίσης. Οι Ισραηλίται πένθησαν βαθειά τον θάνατο του αρχηγού των Μωυσέως. Μολονότι ο βασιλεύς Ιωσίας σκοτώθηκε σε μια μάχη στην οποία αναμίχθηκε ασύνετα,ο Ιερεμίας και όλος ο Ιούδας έκαναν μεγάλο πένθος για τον θάνατο του καλού εκείνου άρχοντος. Στις μετέπειτα χρονικές περιόδους, έγινε πένθος και θρήνος κατά τον θάνατο του Λαζάρου, του Ιησού Χριστού, του Στεφάνου και άλλων.—Γεν. 27:41· 37:34, 35· 50:1-14· Δευτ. 34:8· 2 Χρον. 35:24, 25· Λουκ. 24:15-24· Ιωάν. 11:17-44· Πράξ. 8:2· 9:36-42.

Πρέπει όμως να σημειωθή ένα πράγμα, γι’ αυτές τις συγκεκριμένες περιπτώσεις πένθους που αναγράφονται στις Γραφές. Όλοι οι νεκροί υπήρξαν άνθρωποι που εφοβούντο τον Ιεχωβά Θεό και ήσαν συγγενείς των επιζώντων, ή έχαιραν μεγάλης εκτιμήσεως απ’ αυτούς. Αλλά υπήρχαν και εκείνοι των οποίων ο θάνατος δεν επροξένησε πένθος. Παραδείγματος χάριν, δεν υπάρχει η παραμικρή νύξις ότι ο Νώε και η οικογένεια του επένθησαν τον θάνατο της ανόμου και βίαιης γενεάς που απωλέσθη στον Κατακλυσμό. Ούτε αναγράφεται πουθενά ότι ο Λωτ επένθησε την καταστροφή του χονδροειδώς ανόμου λαού των Σοδόμων και των Γομόρρων. Όταν ο Φαραώ και το στράτευμα του επνίγησαν στην Ερυθρά Θάλασσα, ο Μωυσής και, ο λαός του, αντί να πενθήσουν, έψαλαν θριαμβευτικά ένα άσμα νίκης.—Έξοδ. 15:1-21· βλέπε επίσης Ιερεμίαν 22:18, 19.

Σε όλες αυτές τις περιπτώσεις, γιατί δεν επένθησαν ή δεν έπρεπε να πενθήσουν οι δούλοι του Θεού εκείνους που απωλέσθησαν; Επειδή εκείνοι είχαν εκτελεσθή από τον Ιεχωβά Θεό. Το να πενθήσουν θα ήταν σαν να εύρισκαν σφάλμα στην εκτέλεσι των δικαίων κρίσεων του Ιεχωβά. Ο Ιερεμίας, λοιπόν, έλαβε εντολή να μην πενθήση τη συμφορά που θα επήρχετο στον αποστάτη λαό Ισραήλ. Και στο βιβλίο της Αποκαλύψεως διαβάζομε ότι, αν και η Βαβυλών η Μεγάλη θρηνήθηκε από μερικούς πολιτικούς και εμπορικούς εραστάς της, οι δυνάμεις των ουρανών έχαιρον για την καταστροφή της.—Ιερεμ. 15:4-7· Αποκάλ. 18:9-20.

Πολύ κατάλληλα, λοιπόν, ο στρατηγός του Βασιλέως Δαβίδ, Ιωάβ, δικαίως τον επετίμησε όταν επένθησε πολύ τον θάνατο του φιλόδοξου, απίστου, ανηθίκου γιου του Αβεσσαλώμ. (2 Σαμ. 19:1-8) Εξ άλλου, όμως, όταν ο Δαβίδ επένθησε για τον άπιστο Βασιλέα Σαούλ, δεν του έγινε επιτίμησις. (2 Σαμ. 1:17-27) Γιατί έγινε αυτό; Ο Βασιλεύς Σαούλ ήταν κεχρισμένος του Ιεχωβά. Ο Δαβίδ, λοιπόν, επένθησε το άτομο σε ένδειξι αφοσιώσεως στην κεχρισμένη θέσι που κατείχε ο Σαούλ. (Βλέπε Σκοπιά 1ης Οκτωβρίου 1938 σελ. 297 στην Αγγλική) Εκτός απ’ αυτό, ο Δαβίδ δεν ήθελε να επιτρέψη οποιαδήποτε υποψία ότι έχαιρε για τον θάνατο του εχθρού του.—Παροιμ. 24:17.

Όλα αυτά τα πράγματα εγράφησαν για εκμάθησι, διδασκαλία και παρηγοριά μας σ’ αυτόν τον καιρό του τέλους του πονηρού συστήματος πραγμάτων. (Ρωμ. 15:4· 1 Κορ. 10:11) Στο προσεχές μέλλον, αυτή η γενεά θα ιδή την προειπωμένη ‘μεγάλη θλίψι,’ που θα επιφέρη το τέλος του παρόντος πονηρού συστήματος. (Ματθ. 24:21) Τότε, κανείς από τους πιστούς δούλους του Ιεχωβά, τους μόνους επιζώντες, δεν θα πενθήση την καταστροφή των ανόμων. Αντιθέτως, θα χαρούν, όπως ακριβώς και ο Μωυσής και ο λαός του εχάρησαν για την καταστροφή του Φαραώ και των στρατευμάτων του.

ΤΟ ΠΕΝΘΟΣ ΣΤΗΝ ΕΠΟΧΗ ΜΑΣ

Τι θα λεχθή για τον παρόντα καιρό; Πώς αντιδρούμε όταν μαθαίνωμε τα ατυχήματα, τη μεγάλη απώλεια ζωής που υπάρχει σε όλα τα σοβαρά δυστυχήματα, τους σεισμούς, τις καταιγίδες και τα παλιρροϊκά κύματα; Χωρίς αμφιβολία, αισθανόμεθα συμπάθεια για τα θύματα και ιδιαίτερα για τους πενθούντες που επιζούν, έστω και αν τα θύματα μπορεί να μην αγαπούσαν τη δικαιοσύνη. Εξ άλλου, αυτοί δεν εκτελέσθηκαν από τον Ιεχωβά Θεό επειδή ήσαν ασεβείς. Έτσι, λοιπόν, όταν πεθαίνουν συγγενείς, γνωστοί ή συνάδελφοι, οι Χριστιανοί φυσιολογικά δείχνουν καλοσύνη, εκφράζοντας ειλικρινή συλλυπητήρια στα επιζώντα μέλη των οικογενειών των.

Όταν πεθαίνη ένας πιστός κεχρισμένος Χριστιανός, μολονότι πιστεύομε με πεποίθησι ότι αυτός έλαβε την ουράνια αμοιβή του, πενθούμε γι’ αυτόν. Γιατί θα μας λείψη· αλλά δεν λυπούμεθα απαρηγόρητα όπως κάνουν εκείνοι που δεν έχουν ελπίδα. (1 Θεσσ. 4:13-15) Πενθούμε επίσης τον θάνατο εκείνων που έχουν επίγεια ελπίδα, μολονότι είναι λογικό ν’ αναμένωμε ότι σύντομα θα αναστηθούν. Όπως είπε σαφώς ο Ιησούς, «πάντες οι εν τοις μνημείοις» θα εξέλθουν στην ανάστασι.—Ιωάν. 5:28, 29· βλέπε επίσης Πράξεις 24:15· Αποκάλυψις 20:13.

ΓΙΑΤΙ ΓΙΝΕΤΑΙ ΚΗΔΕΙΑ Η ΕΠΙΚΗΔΕΙΟΣ ΙΕΡΟΥΡΓΙΑ;

Μερικοί πιστεύουν ότι η κηδεία γίνεται με σκοπό να εγκωμιασθή ο εκλιπών, με σκοπό να επαινεθή και να του γίνη αυτό που είναι γνωστό ως μια «καλή κηδεία.» Αλλά είναι σωστό αυτό; Θυμηθήτε ότι ο Θεός επέτρεψε στο έθνος Ισραήλ να θρηνήσουν τον Ναδάβ και τον Αβιούδ, τους δύο γιους του Ααρών που απωλέσθησαν επειδή προσέφεραν ξένο πυρ—μολονότι στην άμεση οικογένειά των δεν επετράπη να τους πενθήση.—Λευιτ. 10:1-7.

Ούτε μπορεί να λεχθή ότι μια κηδεία είναι κάτι σαν το μυστήριο της ευχαριστίας, που αποδίδει αρετή στον εκλιπόντα. Είναι αλήθεια ότι πολλά μέλη εκκλησιών του Χριστιανικού κόσμου θα αντιμετώπιζαν με τρόμο την προοπτική μιας ταφής χωρίς εκκλησιαστική ιερουργία. Η Ρωμαιοκαθολική Εκκλησία έχει διάφορα είδη ιερουργίας, γι’ αυτόν ακριβώς τον σκοπό. Αυτά περιέχουν ευλογίες για τους θανόντας και υποτίθεται ότι θα βοηθήσουν την ψυχή μέσα στο καθαρτήριο. Εν τούτοις, όλες αυτές οι συνήθειες δεν έχουν Γραφική υποστήριξι, διότι ο Λόγος του Θεού διασαφηνίζει ότι οι νεκροί δεν έχουν συνείδησι και παραμένουν σ’ αυτή την κατάστασι έως την ανάστασι.—Εκκλησ. 9:5, 10.

Τότε γιατί να γίνεται μια κηδεία ή επικήδειος ιερουργία για ένα νεκρό άτομο; Υπάρχουν μερικοί σοβαροί λόγοι. Εν πρώτοις, υπάρχει το ζήτημα της παρηγορήσεως των πενθούντων. Οι Χριστιανοί έχουν εντολή να παρηγορούν όλους τους πενθούντες, περιλαμβανομένων και αυτών που πενθούν ανάμεσά των. (Ησ. 61:1, 2· 2 Κορ. 1:3-5) Κατά κανόνα, ο θάνατος προξενεί πένθος. Είναι ιδιαίτερα παρηγορητικό ν’ ακούση κανείς μια εξέτασι των θαυμαστών ιδιοτήτων του Ιεχωβά, ιδιαίτερα της μεγάλης αγάπης του να προμηθεύση τον Υιόν του ως αντίλυτρον, ώστε το ανθρώπινο γένος να έχη την ελπίδα της αιωνίου ζωής. Εκτός από τα προσωπικά αισθήματα που ίσως νοιώθουν την ανάγκη να εκφράσουν, οι παρόντες παρηγορούν τους τεθλιμμένους με την ίδια την παρουσία των.

Υπάρχει επίσης και το ζήτημα της επιδόσεως μαρτυρίας των αληθειών της Αγίας Γραφής. Συνήθως μια κηδεία παρακολουθείται από γείτονες, γνωστούς, συναδέλφους και συγγενείς, οι οποίοι μπορεί να είναι άπιστοι. Όλοι αυτοί ήλθαν για να ωφεληθούν από την κηδεία ή επικήδειο ιερουργία, στην οποία δίδεται μια ομιλία που παρουσιάζει τη Γραφική άποψι ως προς την κατάστασι των νεκρών, τον λόγο για τον οποίο πεθαίνουν οι άνθρωποι και την ελπίδα της αναστάσεως. Εξ αιτίας αυτών των καλών σκοπών που εξυπηρετούνται, φαίνεται ότι ένας Χριστιανός διάκονος θα μπορούσε να διεξαγάγη την κηδεία ενός απίστου, συγγενούς κάποιου Μάρτυρος—ή ακόμη και ενός ο οποίος, ευρισκόμενος σε μια κατάστασι άκρας απελπισίας ή διανοητικής ταραχής, έθεσε τέρμα στη ζωή του. Οι συγχριστιανοί θα μπορούσαν να παράσχουν παρηγοριά στον τεθλιμμένο Μάρτυρα με την παρουσία των.

Ένας άλλος καλός σκοπός που μπορεί να εκπληρώση μια κηδεία είναι εκείνος στον οποίον εφιστά την προσοχή μας ο Σολομών. Μη λησμονείτε ότι αυτός είπε: «Κάλλιον να υπάγη τις εις οίκον πένθους, παρά να υπάγη εις οίκον συμποσίου· διότι τούτο είναι το τέλος παντός ανθρώπου, και ο ζων θέλει βάλει αυτό εις την καρδίαν αυτού.» (Εκκλησ. 7:2) Το γεγονός του θανάτου μάς δίνει μια αιτία να αναλογισθούμε την παροδικότητα της ζωής. Επίσης, μας βοηθεί να κατανοήσωμε τι ευλογία είναι η ζωή. Στον θάνατο δεν υπάρχει συνειδητότης, ούτε αίσθημα, ούτε επικοινωνία, ούτε χαρά, ούτε επίτευξις έργων.

Μεταξύ μερικών αρχαίων λαών, η κηδεία ήταν μια εξαιρετικά λυπηρή υπόθεσις, που συμβόλιζε την ήττα. Γι’ αυτό και εγίνετο στη διάρκεια της νύχτας. Μολονότι είναι αλήθεια ότι οι Χριστιανοί δεν λυπούνται όπως οι άλλοι που δεν έχουν ελπίδα, εν τούτοις είναι σαφές ότι σε μια κηδεία ή επικήδειο ιερουργία είτε ενώπιον του εκλιπόντος στο σπίτι, είτε σε μια αίθουσα κηδειών, δεν πρέπει να υπάρχη ιλαρότης ή ευθυμία, σαν να ήταν κανείς σε μια διασκέδασι ή σ’ ένα συμπόσιο. Υπάρχει καιρός για κάθε πράγμα, ο δε καιρός του θανάτου δεν είναι κατάλληλος για θορυβώδη γέλια.—Εκκλησ. 3:1, 4.

Επίσης, όταν γίνεται η κηδεία ενός εκλιπόντος πιστού δούλου του Ιεχωβά Θεού, μπορεί κάλλιστα να χρησιμοποιηθή η περίπτωσις για να τονισθή η πορεία ακεραιότητος εκείνου, παρ’ όλα τα κάθε είδους εμπόδια. (2 Σαμ. 1:26) Είναι αλήθεια αυτό που είπε ο Μάρκος Αντώνιος στον περίφημο επικήδειο λόγο του: «Εγώ ήλθα να θάψω τον Καίσαρα, και όχι να τον επαινέσω.» Σκοπός μας λοιπόν δεν είναι να εγκωμιάσωμε ή να εξυμνήσωμε πλάσματα, αλλά να λάβωμε υπ’ όψιν το παράδειγμά των σαν κατάλληλο για μίμησι. Όπως το διετύπωσε ο απόστολος Παύλος: «Να μη γείνητε νωθροί, αλλά μιμηταί των δια πίστεως και μακροθυμίας κληρονομούντων τας επαγγελίας.»—Εβρ. 6:12.

ΚΗΔΕΙΕΣ ΑΤΟΜΩΝ ΠΟΥ ΕΧΟΥΝ ΑΠΟΚΟΠΗ;

Ας υποθέσωμε, όμως, ότι ο εκλιπών είναι ένα αποκομμένο άτομο, ένας που έχει εκβληθή από τη Χριστιανική εκκλησία για τον ένα ή τον άλλο λόγο. Στη στήλη «Ερωτήσεις από Αναγνώστας» (Σκοπιά 1962, σελ. 95) τονίσθηκε ότι η κηδεία ενός αποκοπέντος ατόμου ήταν ακατάλληλη. Έγινε το εξής σχόλιο: «Ποτέ δεν θέλομε να δώσωμε την εντύπωσι στους έξω ότι ένα αποκεκομμένο από την επικοινωνία άτομο ήταν δεκτό στην εκκλησία ενώ στην αλήθεια και στην πραγματικότητα δεν ήταν δεκτό, αλλά είχε αποκοπή απ’ αυτήν.» Δεν υπάρχουν όμως εξαιρέσεις στη διευθέτησι μιας κηδείας για ένα αποκομμένο άτομο;

Προτού δοθή απάντησις σ’ αυτό το ερώτημα, καλό θα είναι να ανασκοπηθή με συντομία το ζήτημα της αποκοπής. Το ότι η αποκοπή έχει Γραφική βάσι μπορεί να παρατηρηθή από ό,τι λέγεται στην Πρώτη προς Κορινθίους επιστολή κεφάλαιο 5, όπου ο απόστολος Παύλος διατάσσει την αποκοπή ενός ανήθικου ανθρώπου. Εν τούτοις, ως το έτος 1952 ο σύγχρονος λαός του Ιεχωβά δεν είχε ενεργήσει σύμφωνα με την αυξανόμενη σπουδαιότητα του ζητήματος. Με έντονο ζήλο για δικαιοσύνη και μίσος για ό,τι είναι κακό, έθεσαν κατευθυντήριες γραμμές για εκείνους που αναλαμβάνουν την ηγεσία, ώστε να διατηρήσουν τις εκκλησίες πνευματικά, δογματικά και ηθικά, καθαρές.

Στο πέρασμα των ετών ο λαός του Ιεχωβά διέγνωσε ακόμη πιο καθαρά το ζήτημα της αποκοπής. Όχι μόνο διατυπώθηκαν λεπτομέρειες, αλλά ολοένα περισσότερο εφαίνετο ότι η σοφία και η αγάπη, καθώς και η δικαιοσύνη, έπαιζαν τον ρόλο τους. Διέκριναν την ανάγκη επιδείξεως ελέους σε αληθινά μετανοημένους πλανημένους, καθώς και την ανάγκη εξετάσεως ελαφρυντικών περιστατικών και οποιασδήποτε αποδείξεως ειλικρινούς λύπης. Στα πολύ πρόσφατα χρόνια τονίσθηκε, επίσης, ότι υπάρχει διαφορά μεταξύ του τρόπου με τον οποίο οι Χριστιανοί πρέπει να συμπεριφέρωνται απέναντι ενός δεδηλωμένου αμαρτωλού ή ενός επιθετικού αποστάτου και απέναντι ενός ο οποίος θεωρείται ως ‘εθνικός’—στον οποίο μπορεί να αποδίδεται η κοινή ευγένεια του χαιρετισμού.—Ματθ. 18:17· 2 Ιωάν. 9, 10.

Διαφαίνεται ότι αυτή η διάκρισις μπορεί να τηρηθή ακόμη και για την κηδεία ενός αποκομμένου ατόμου. Μια Χριστιανική εκκλησία δεν θα έπρεπε να δυσφημήση το καλό της όνομα με το να το συνδέση με οποιονδήποτε στον οποίο εφαρμόζονται τα εδάφια 2 Ιωάννου 9, 10, ακόμη και στον θάνατό του. Αλλά υποθέστε ότι ένα αποκομμένο άτομο παρουσίαζε κάποια ένδειξι γνήσιας μετανοίας και ήρχετο στις συναθροίσεις και εξεδήλωνε την επιθυμία να επανενταχθή στην εκκλησία. Τότε, αν οι πρεσβύτεροι φρονούν ότι δεν θα επήρχετο διατάραξις της ειρήνης και της αρμονίας της εκκλησίας, ούτε θα επέφερε μομφή στον λαό του Θεού, δεν θα υπήρχε αντίρρησις να κάνη ομιλία ένας πρεσβύτερος. Πώς μπορούν αυτοί να γνωρίζουν αν ο Ιεχωβά δεν τον έχη ήδη συγχωρήσει, εφόσον υπάρχει κάποια ένδειξις μετανοίας; Κατάλληλα οι πρεσβύτεροι μπορεί να ανέμεναν, θέλοντας να εξακριβώσουν αν η προφανής μετάνοιά του ήταν ειλικρινής. Προφανώς, εφόσον κάθε περίπτωσις διαφέρει, θα είναι ανάγκη να κριθή ανάλογα με τα στοιχεία της. Φυσικά, αν γίνη επικήδειος ομιλία, πρέπει να ληφθή φροντίδα να μη τονισθούν προσωπικά ζητήματα, ούτε να γίνουν συγκεκριμένες δηλώσεις για το αν αυτός θ’ αναστηθή. Αλλά μια καλή Γραφική παρουσίασις και μαρτυρία θα μπορούσαν ασφαλώς να δοθούν.

Επίσης, δεν πρέπει να παραβλέπωμε δύο από τους κυρίους λόγους της αποκοπής ενός παραβάτου. Ο ένας λόγος είναι για να τον κάνωμε να συνέλθη αν είναι δυνατόν. Ο άλλος λόγος είναι να προστατεύσωμε την εκκλησία από την κακή του επιρροή. Κανείς απ’ αυτούς τους λόγους δεν θα ίσχυε τώρα, εφόσον το αποκομμένο άτομο εξέλιπε. Ακόμη και αν το αποκομμένο άτομο εξακολουθούσε να είναι ένας απλός ‘εθνικός,’ μια Γραφική επικήδειος ομιλία θα μπορούσε να εξυπηρετήση περισσότερους από ένα καλούς σκοπούς όπως τονίσθηκε πριν: Μπορεί να παράσχη παρηγοριά στους πενθούντες και μαρτυρία στους έξω. Το γεγονός ακριβώς ότι δίδεται μια καλή μαρτυρία, μπορεί να αποτελέση παρηγοριά στους πενθούντες ασχέτως των περιστάσεων.

Μόνον εμείς από όλα τα επίγεια πλάσματα πλασθήκαμε κατ’ εικόνα του Θεού. Ένεκα τούτου, έχομε την ικανότητα να εκτιμούμε τη σημασία του θανάτου. Γι’ αυτό έχομε την ιδιότητα να πενθούμε την απώλεια της ζωής των άλλων και να επιθυμούμε να παρηγορήσωμε τους πενθούντες. Και μήπως ο ουράνιος Πατέρας μας δεν είναι πραγματικά ο «Πατήρ των οικτιρμών και Θεός πάσης παρηγορίας;» Ασφαλώς! Στο ζήτημα λοιπόν του πένθους και των κηδειών, αφήνομε τις αρχές της σοφίας, της δικαιοσύνης και της αγάπης του, να υπαγορεύουν τα αισθήματα και τις πράξεις μας, όπως συμβαίνει και σε όλες τις άλλες υποθέσεις της ζωής.—2 Κορ. 1:3, 4· 1 Κορ. 16:14.

[Υποσημειώσεις]

a Η Μοναδικότης του Ανθρώπου, (The Uniqueness of Man) υπό Τζ. Ντ. Ροσλάνσκυ.

    Ελληνικές Εκδόσεις (1950–2025)
    Αποσύνδεση
    Σύνδεση
    • Ελληνική
    • Κοινή Χρήση
    • Προτιμήσεις
    • Copyright © 2025 Watch Tower Bible and Tract Society of Pennsylvania
    • Όροι Χρήσης
    • Πολιτική Απορρήτου
    • Ρυθμίσεις Απορρήτου
    • JW.ORG
    • Σύνδεση
    Κοινή Χρήση