Τα Συνετά Τέκνα Κάνουν την Καρδιά των Γονέων τους να Χαίρεται
«ΥΙΟΣ σοφός ευφραίνει πατέρα.» (Παροιμ. 15:20) Πόσο αληθινά είναι τα θεόπνευστα αυτά λόγια! Όταν τα παιδιά ενεργούν με σύνεσι, κάνουν την καρδιά των γονέων τους να χαίρεται.
Εν τούτοις, απαιτείται εκπαίδευσις για να υπάρχη αυτό το ευτυχισμένο αποτέλεσμα. Όπως σε όλα τα μέρη της γης, έτσι και στη Βούρμα οι Χριστιανοί μάρτυρες του Ιεχωβά έχουν διαπιστώσει ότι αυτό αληθεύει.
Ας πάρωμε για παράδειγμα την Ιωάννα που είναι ηλικίας έξη ετών. Η μητέρα της την έχει εκπαιδεύσει καλά. Μια ημέρα, όταν η μητέρα της επισκέφθηκε κάποια φίλη της, πήρε και την Ιωάννα μαζί. Λίγο προτού αρχίσουν να τρώνε σ’ εκείνο το σπίτι, η Ιωάννα ερώτησε τα παιδιά που ήσαν εκεί αν έκαναν προσευχή προτού να φάνε. Όταν διεπίστωσε ότι αυτά δεν ήξεραν ακόμη και πώς να προσεύχωνται, ζήτησε από το κάθε παιδί να επαναλαμβάνη τα λόγια που εκείνη έλεγε δυνατά καθώς προσευχόταν. Ακόμη και η μητέρα των παιδιών ενώθηκε μαζί τους στην προσευχή. Μετά το φαγητό, η Ιωάννα μίλησε στα άλλα παιδιά σχετικά με το Θεό της, τον Ιεχωβά. Ερώτησε τα παιδιά αν πίστευαν σε Θεό. Όταν αυτά είπαν ότι πίστευαν, το επόμενο ερώτημά της ήταν: «Ποιο είναι το όνομα του Θεού σας;» Αυτά φυσικά δεν μπορούσαν ν’ απαντήσουν σ’ αυτό το ερώτημά της. Έτσι η Ιωάννα με υπερηφάνεια είπε, «Το όνομα του δικού μου Θεού είναι Ιεχωβά.»—Ψαλμ. 83:18.
Ο οκταετής Πέτρος έχει διδαχθή από τους γονείς του πώς να χρησιμοποιή τη Βίβλο για να εξηγή την πίστι του στους άλλους. Χρησιμοποιεί κομμάτια χαρτιού για να σημειώνη ωρισμένα εδάφια στη Βίβλο του. Όταν κάποιο από τα σημειώματά του πέφτη από τη Γραφή του, ο Πέτρος απλώς επαναλαμβάνει τα εδάφια από μνήμης.
Αλλά τι γίνεται όταν ένα άτομο δεν έχη τον χρόνο να σημειώση τη Βίβλο του ή να κρατήση μια σημείωσι σ’ ένα φύλλο χαρτιού; Θα μπορούσε να μάθη κάτι από τον επταετή Τζόσουα. Παρακολουθούσε προσεκτικά έναν διωρισμένο επίσκοπο της εκκλησίας του που έδειχνε πώς να χρησιμοποιούμε Γραφικές σκέψεις σε απίστους. Αλλά ο Τζόσουα δεν είχε χαρτί για να κρατήση σημειώσεις. Αν σηκωνόταν για να πάρη χαρτί θα έχανε μια καλή συμβουλή. Τι έκανε, λοιπόν, ο Τζόσουα; Γρήγορα έγραψε ένα εδάφιο στην παλάμη του. Αργότερα, ήταν σε θέσι να συζητή αυτό το Γραφικό εδάφιο με άλλους.
Όταν οι γονείς δίνουν καλή εκπαίδευσι, διαπιστώνουν ότι το παράδειγμα των παιδιών τους είναι ενισχυτικό για την πίστι. Αυτή ήταν η πείρα ενός πρεσβυτέρου. Πριν από λίγα χρόνια αυτός και ένας άλλος πρεσβύτερος είχαν φυλακισθή με ψευδείς κατηγορίες και λόγω της ουδετερότητός των στην πολιτική. Δεν υπήρχε άλλος πρεσβύτερος ή υπηρέτης σ’ εκείνη την εκκλησία. Έτσι, η δωδεκαετής Τζαμί, η κόρη του, ανέλαβε την πρωτοβουλία να διατηρήση κάποιου είδους δραστηριότητα μέχρι την απελευθέρωσι του πατέρα της. Κάθε Κυριακή πρωί, ο πατέρας στεκόταν μπροστά σε μια μικρή οπή στο κελλί του και παρακολουθούσε την κόρη του και τους άλλους αδελφούς να επισκέπτωνται ανθρώπους και να τους μιλούν για την Αγία Γραφή.
Φυσικά, η εκπαίδευσις δεν περιορίζεται στο να μιλούμε σε άλλους. Τα παιδιά πρέπει επίσης να διδάσκωνται ν’ ακούουν προσεκτικά στις εκκλησιαστικές συναθροίσεις και να εφαρμόζουν όσα μαθαίνουν. Αυτό ακριβώς έκαναν οι γονείς του τετραετούς Σαντζού. Του ζητούσαν ν’ ακούη προσεκτικά στις συναθροίσεις. Αργότερα, στο σπίτι, ο Σαντζού ανέβαινε σε μια καρέκλα και έλεγε την ίδια ομιλία στους γονείς του με το χαρακτηριστικό παιδικό του τρόπο. Επισκέπται πάντοτε υπήρχαν στο σπίτι για ν’ ακούουν τις ομιλίες του Σαντζού. Τώρα ο Σαντζού, που είναι ηλικίας επτά ετών, δίνει ομιλίες στη Θεοκρατική Σχολή της εκκλησίας.
Η κατάλληλη εκπαίδευσις μπορεί επίσης να βοηθήση και τα παιδιά ν’ αντιμετωπίσουν πίεσι να μη παραβιάσουν τον νόμο του Θεού. Αυτή ήταν η πείρα μιας μικρής έξη ετών, της Χριστίνας. Κάποτε επισκέφθηκε για λίγες ημέρες τον παππού και τη γιαγιά της που δεν ήσαν Μάρτυρες του Ιεχωβά. Ενώ εκάθησαν στο τραπέζι για φαγητό, αυτή παρετήρησε ότι η γιαγιά της είχε προετοιμάσει μικρά κοτόπουλα ψητά. Ερώτησε: «Πώς τα εσφάξατε;» Όταν έμαθε ότι δεν είχαν σφαγή κατάλληλα ώστε να χυθή το αίμα, η Χριστίνα είπε ότι δεν μπορούσε να τα φάγη. «Γιατί;» ερώτησαν έκπληκτοι ο παππούς και η γιαγιά. «Ο πατέρας μου,» είπε η Χριστίνα, «μου είπε ότι σαν Χριστιανή δεν πρέπει να τρώγω κάτι που δεν έχει σφαγή κατάλληλα.» (Γέν. 9:3, 4) Προσπαθώντας να την πείση, η γιαγιά τής υπέδειξε ότι ο πατέρας της ποτέ δεν θα το μάθαινε. Αλλά η Χριστίνα απήντησε: «Δεν λατρεύω τον πατέρα μου. Ακόμη κι αν αυτός δεν είναι εδώ για να με δη, ο Ιεχωβά Θεός τον οποίον λατρεύω είναι εδώ.» Αυτό διήνοιξε τον δρόμο γι’ αυτούς τους ηλικιωμένους ανθρώπους να ενδιαφερθούν για το άγγελμα της Αγίας Γραφής.
Πόσο αληθινά είναι τα θεόπνευστα λόγια: «Εκ στόματος νηπίων και θηλαζόντων ητοίμασας [Ιεχωβά] αίνεσιν.»—Ματθ. 21:16.