Η Καθολική Εκκλησία της Βραζιλίας σε Κρίσι
«Η ΕΚΚΛΗΣΙΑ ΑΝΤΙΜΕΤΩΠΙΖΕΙ ΣΟΒΑΡΗ ΚΡΙΣΙ «ΠΡΟΒΑΤΑ ΧΩΡΙΣ ΠΟΙΜΕΝΕΣ»
Επικεφαλίδες και εκφράσεις σαν αυτές στις Βραζιλιανές εφημερίδες ηχούν το κουδούνι συναγερμού για τη Ρωμαιοκαθολική Εκκλησία στη Βραζιλία. Αυτό αποτελεί κατά κάποιον τρόπο ειρωνεία, διότι σύμφωνα με την Ενσυκλοπέντια Μιραντόρ στην Πορτογαλική γλώσσα, η Βραζιλία υπολογίζεται ότι έχει «τον μεγαλύτερο αριθμό [Ρωμαιο] Καθολικών στον κόσμο.»
Γιατί αυτή η «σοβαρή» εκκλησιαστική κρίσις; Γιατί η έλλειψις πνευματικής ποιμάνσεως για τους Καθολικούς της Βραζιλίας;
ΜΙΑ ΜΑΤΙΑ ΣΤΗΝ ΚΡΙΣΙ
Μια απλή ματιά στη θρησκευτική κατάστασι που επικρατεί σ’ αυτή τη χώρα θ’ αποκαλύψη τα στοιχεία της κρίσεως. Τα τελευταία 10 χρόνια μόνο, 2.300 Βραζιλιανοί ιερείς εγκατέλειψαν την ιερωσύνη. Στις αρχές του περασμένου έτους μια εφημερίδα είχε μια διαφήμισι που ζητούσε έναν ιερέα για μια ωρισμένη περιοχή. Μολονότι η διαφήμισις υπέσχετο «θαυμάσιες συνθήκες εργασίας» και άλλα οφέλη, μόνο δύο άτομα ανταποκρίθηκαν.
Η έλλειψις πνευματικής φροντίδος εκ μέρους της Καθολικής Εκκλησίας έκανε πολλούς Βραζιλιανούς να εγκαταλείψουν την εκκλησία και ν’ αφοσιωθούν σε άλλες μορφές λατρείας. Οι Ανατολικές θρησκείες γίνονται ολοένα και πιο δημοφιλείς. Τα νεαρά άτομα συχνά βρίσκουν τον αυστηρό μοναστικό τρόπο ζωής, που συνιστούν τα συστήματα αυτών των Ανατολικών θρησκειών, ελκυστικό. Εξαπλώνεται επίσης ένα είδος λατρείας που πηγάζει από την Αφρική και απειλεί μ’ ανησυχητικό τρόπο να οδηγήση ολόκληρη τη χώρα σε πνευματιστική λατρεία. Τη σοβαρότητα αυτής της απειλής τονίζουν τα εξής σχόλια στο εβδομαδιαίο περιοδικό Μανσέτ:
«Πολλοί σήμερα θεωρούν την Ουμπάντα [μια Βραζιλιανή μορφή πνευματισμού-βουντού] ως την πραγματική θρησκεία του έθνους. Το Σώμα Εξετάσεως αυτής της μορφής λατρείας αριθμεί 300 χιλιάδες κέντρα λατρείας σ’ όλες τις Βραζιλιανές πολιτείες. Ο αριθμός των οπαδών Ουμπάντα [εκείνων που ασκούν αυτή την πνευματιστική μορφή λατρείας] στη χώρα υπολογίζεται ότι ξεπερνά τα τριάντα εκατομμύρια.»
Επί πλέον, υπάρχουν εκατομμύρια άλλοι άνθρωποι οι οποίοι ασκούν άλλες μορφές βουντού. Το σύνολο υπολογίζεται σε 70 τοις εκατό του πληθυσμού της Βραζιλίας, ο οποίος φθάνει τα 110 εκατομμύρια.
Επειδή οι Πορτογάλοι έφεραν την Καθολική θρησκεία στη Βραζιλία και τα δύο αυτά έθνη συνδέονται με στενούς δεσμούς, είναι επίσης κατάλληλο να ρίξωμε μια ματιά στην κατάστασι που επικρατεί στην Πορτογαλία. Σχετικά με τη μεγάλη έλλειψι Καθολικών κληρικών στην Πορτογαλία, εμφανίζονται τα ακόλουθα σχόλια στο περιοδικό Οπσάο, που εκδίδεται στην Πορτογαλία:
«Προς το παρόν, υπάρχουν περίπου 4.908 επίσκοποι και ιερείς σ’ ολόκληρη τη χώρα. Αλλά ο αριθμός τους ελαττούται σημαντικά. Το 1970, το πατριαρχείο διέθετε συνολικά 525 επισκόπους· πέντε χρόνια αργότερα, υπήρχαν μόνο 377. . . Ο κύριος παράγων σ’ όλα αυτά είναι η αξιοσημείωτη μείωσις σπουδαστών στις θεολογικές σχολές. Πράγματι, είναι σπάνιο να βρη κανείς ακόμη και μία απ’ αυτές τις σχολές να λειτουργή. Αυτό οφείλεται στο ότι άνοιξαν τεχνικές σχολές στις αγροτικές περιοχές, όπου στέλνουν τώρα οι γονείς τα παιδιά τους. Από το 1974, λοιπόν, δεν έχουν γίνει χειροτονίες στο πατριαρχείο και μέχρι το 1979 δεν προβλέπεται να γίνουν περισσότερες από έξη.
«Η κατάστασις είναι τέτοια ώστε μερικοί ιερείς πιστεύουν ότι είναι οι επιζήσαντες από ένα είδος που πλησιάζει την εξαφάνισι. Αρκετός αριθμός ιερέων απλώς διεξάγουν τη λειτουργία την Κυριακή και στη διάρκεια της εβδομάδος πηγαίνουν στο πανεπιστήμιο ή έχουν αναλάβει τακτικές εργασίες. Φοβούνται ότι από τη μια στιγμή στην άλλη θ’ αναγκασθούν να βρουν ένα νέο τρόπο ζωής. . . .
«Μήπως, όπως επιβεβαιώνουν οι επίσκοποι, η Εκκλησία διέρχεται μια περιοδική κρίσι; Ή μήπως πρόκειται για μια μεγάλη κρίσι στην διάρθρωσι της Εκκλησίας; Η Εκκλησία υποφέρει επί μεγάλο χρονικό διάστημα κι έτσι δεν μπορούμε να ονομάσωμε αυτή την κρίσι ‘περιοδική.’»
ΑΝΑΖΗΤΗΣΙΣ ΜΙΑΣ ΑΙΤΙΑΣ
Αυτή είναι η κατάστασις της Εκκλησίας στην Πορτογαλία. Αλλά τι είναι αυτό που έκανε την Καθολική Εκκλησία στη Βραζιλία να περιέλθη σε μια τόσο κρίσιμη κατάστασι; Μεταξύ των αιτιών, προέχει μια αιτία. Τα πρόσφατα χρόνια, ειλικρινείς Καθολικοί βρίσκονται σε κατάστασι συγχύσεως για τις ολοένα αυξανόμενες κραυγές για κοινωνική αναμόρφωσι εκ μέρους των ιερέων και επισκόπων. Στις γεωργικές και κτηνοτροφικές πολιτείες του Μάτο Γκρόσσο, Γκοϊάς και Παρά, όπου υπάρχουν πλήθη από άπορους αγροτικούς εργάτες και Ινδιάνους, μερικοί ιερείς έχουν φυλακισθή, με την κατηγορία ότι προωθούν εξεγέρσεις.
Σχολιάζοντας την πολιτική ανάμιξι του Καθολικού κλήρου, ένας στρατιωτικός ανώτερος αξιωματούχος δήλωσε: «Αντί να ενεργούν ως αντιπρόσωποι ή εκπρόσωποι των ανθρώπων, οι ιερείς και οι επίσκοποι προσπάθησαν να πάρουν τον νόμο στα χέρια τους, να παρακινήσουν τις ομάδες των αγροτικών εργατών σε παράνομες ενέργειες, όπως είναι η καταπάτησις της γης.» Σε διαμάχες αυτού του είδους δύο ιερείς έχασαν τη ζωή τους.
Μήπως προήλθαν πραγματικά οφέλη από την ανάμιξι της Καθολικής Εκκλησίας στην πολιτική; Όχι, σύμφωνα με την εφημερίδα Τζορνάλ ντα Τάρντε του Σάο Πάουλο. «Η Εκκλησία, εγκαταλείποντας την αποστολή της για ν’ αφοσιωθή σε μια πορεία ενεργείας που δεν είναι δική της δουλειά,» παρατηρεί αυτή η εφημερίς, «αδειάζει και δεν έχει να προσφέρη τίποτε σ’ εκείνους τους οποίους ελπίζει να κατακτήση και οι οποίοι είναι, στην πραγματικότητα, οι πολιτικοί. Συγχρόνως, οι [Καθολικοί] πιστοί βρίσκονται σε μια κατάστασι προβάτων χωρίς ποιμένες και, ακολουθώντας την κληρονομημένη θρησκευτική τους τάσι, γίνονται οπαδοί [Αφρικοκαθολικών] μορφών λατρείας.»
Πίσω από την πολιτική αναταραχή που προωθεί η Εκκλησία, βρίσκεται μια παράξενη αλλαγή στον τρόπο σκέψεως πολλών Καθολικών ιερέων της Βραζιλίας. Στο βιβλίο του Ο Ντιάμπο Σελέμπρα α Μίσα («Ο Διάβολος Κάνει τη Λειτουργία»), ο Καθολικός συγγραφεύς Σαλομάο Ζόρζυ αναφέρει την εξής δήλωσι του Αρχιεπισκόπου Ντομ Τζεράλντο Προένσα Σιγκάουντ: «Υπάρχει μια ολοένα πιο μεγάλη και επικίνδυνη διείσδυσι Μαρξιστικών και κομμουνιστικών ιδεών στις θεολογικές σχολές και στα μοναστήρια.» Αυτή η υλιστική φιλοσοφία διήγειρε μεγάλη ανησυχία μεταξύ των φτωχών ανθρώπων.
«ΧΙΛΙΑΔΕΣ ΧΙΛΙΟΜΕΤΡΑ ΜΑΚΡΥΑ»
Η Διεθνής Συνδιάσκεψις Επισκόπων της Βραζιλίας, που έλαβε χώρα από τις 8 έως τις 17 Φεβρουαρίου 1977, είχε τη δεκάτη πέμπτη γενική συνέλευσί της στην Ιταϊσί, κοντά στην Πόλι του Σάο Πάουλο. Μήπως επρόκειτο να συζητηθούν θέματα πνευματικής φύσεως που θα μπορούσαν να ενισχύσουν την πίστι των Καθολικών της Βραζιλίας; Το ότι δεν επρόκειτο να συζητηθούν τέτοια θέματα φάνηκε από τα εισαγωγικά σχόλια που έκανε ο Ντομ Αλοΐζιο Λορσάιντερ, πρόεδρος της συνδιασκέψεως, ο οποίος δήλωσε: «Πρέπει ν’ αφήνωμε τον εαυτό μας να καθοδηγήται και να διδάσκεται από το Άγιο Πνεύμα. Το μεγάλο ερώτημα είναι: Τι λέγει το Άγιο Πνεύμα στην Εκκλησία στη Βραζιλία αυτή ακριβώς τη στιγμή της ιστορίας;» Έχοντας υπ’ όψιν όλα αυτά, λογικά ερωτούμε: Πώς μπορούν άτομα, τα οποία δεν γνωρίζουν την απάντησι σ’ αυτό το ερώτημα, να φροντίσουν κατάλληλα για τις πνευματικές ανάγκες των εκκλησιαζομένων; Ένα κύριο άρθρο στην εφημερίδα Ο Εστάντο ντε Σ. Πάουλο περιείχε αυτήν ακριβώς την προειδοποίησι:
«Τίποτε δεν δικαιολογεί την ελπίδα ότι ο μεγάλος αριθμός των συνηθροισμένων επισκόπων θα κατέληγαν σε κατάλληλες αποφάσεις για ν’ αποτρέψουν τη σοβαρή κρίσι της Εκκλησίας σ’ αυτή τη χώρα ή την έλλειψι καθοδηγήσεως που βασανίζει τις συνειδήσεις αμέτρητων πιστών [Καθολικών]. . . . Τα διακεκριμένα μέλη της Εθνικής Συνδιασκέψεως Επισκόπων της Βραζιλίας δεν μπορούν ν’ αντισταθούν στον πειρασμό να κάνουν τα πολιτικά ζητήματα αντικειμενικό στόχο της προσοχής τους. Η επιθυμία να κατευθύνουν τις πολιτικές υποθέσεις και να λύσουν κοσμικά προβλήματα παίρνει την προτεραιότητα στις συναθροίσεις τους ενώ ο Οίκος που έχει ανατεθή στη φροντίδα τους και στο ποιμενικό τους ενδιαφέρον βυθίζεται ολοένα περισσότερο σε αταξία και χάος.»
Όπως ανεμένετο, αυτή η συνέλευσις των επισκόπων περιεστράφη γύρω από πολιτικά θέματα. Μετά από μεγάλες συζητήσεις, ετοίμασαν ένα έγγραφο σχετικά με τις «Χριστιανικές Απαιτήσεις για μια Πολιτική Τάξι,» το οποίο εμφανίσθηκε μια εβδομάδα μετά τη 10ήμερη συνέλευσι. Το άρθρο 25 αυτού του εγγράφου δηλώνει: «Πρωταρχικό καθήκον του κράτους είναι να διεγείρη συνειδητή και υπεύθυνη συμμετοχή στις πολιτικές, κοινωνικές, πολιτιστικές και οικονομικές λειτουργίες . . . Μέσω της θείας αποστολής της, η Εκκλησία έχει αναλάβει το δικαίωμα και το καθήκον να συνεργάζεται σ’ αυτό το έργο.» Έχοντας υπ’ όψιν αυτό, ο συγγραφεύς ενός κυρίου άρθρου της εφημερίδος Ο Εστάντο ντε Σάο Πάουλο σχολίασε: «Θα ήταν κατάλληλο να ρωτήσωμε αν . . . η Εθνική Συνδιάσκεψις Επισκόπων δεν βρίσκεται μερικές χιλιάδες χιλιόμετρα μακρυά από την πορεία που έπρεπε ν’ ακολουθή.»
ΑΠΟΚΤΗΣΙΣ ΤΗΣ ΓΡΑΦΙΚΗΣ ΑΠΟΨΕΩΣ
Ποια είναι η Γραφική άποψις σχετικά με την προαγωγή πολιτικών ζητημάτων εκ μέρους των Χριστιανών; Ο Ιησούς Χριστός, σε μια προσευχή του, είπε τα εξής σχετικά με τους ακολούθους του: «Εκ του κόσμου δεν είναι, καθώς εγώ δεν είμαι εκ του κόσμου.» (Ιωάν. 17:16) Όταν ο Ρωμαίος κυβερνήτης Πόντιος Πιλάτος τον ρώτησε αν κατείχε βασιλική εξουσία, ο Ιησούς απήντησε ως εξής: «Η βασιλεία η εμή δεν είναι εκ του κόσμου τούτου· εάν η βασιλεία η εμή ήτο εκ του κόσμου τούτου, οι υπηρέται μου ήθελον αγωνίζεσθαι, δια να μη παραδοθώ εις τους Ιουδαίους· τώρα δε η βασιλεία η εμή δεν είναι εντεύθεν.»—Ιωάν. 18:36.
Ενθυμείσθε πώς αντέδρασε ο Ιησούς όταν ωρισμένοι, αναγνωρίζοντας τις θαυματουργικές του δυνάμεις, προσπάθησαν να τον κάνουν βασιλέα τους; Διαβάζομε στην Αγία Γραφή τα εξής: «Ο Ιησούς λοιπόν γνωρίσας ότι μέλλουσι να έλθωσι και να αρπάσωσιν αυτόν, δια να κάμωσιν αυτόν βασιλέα, ανεχώρησε πάλιν εις το όρος αυτός μόνος.» (Ιωάν. 6:15) Παρά το γεγονός ότι ο Ιησούς είχε τη δύναμι να ωφελήση πολύ το ανθρώπινο γένος, αρνήθηκε να γίνη πολιτικός ηγέτης. Γιατί; Διότι εγνώριζε ότι η βασιλεία του Θεού ήταν, όχι επίγεια, αλλά ουράνια.
Είναι ενδιαφέρον να σημειωθή πώς η Γραφική αυτή άποψις επηρέασε τους Χριστιανούς στην αρχή της κοινής μας Χρονολογίας. Διαβάζομε στο βιβλίο Χριστιανοσύνη και Ρωμαϊκή Κυβέρνησις τα εξής:
«Οι Χριστιανοί ήσαν ξένοι και παρεπίδημοι στον κόσμο που τους περιέβαλλε· το πολίτευμά τους ήταν στον ουρανό· η βασιλεία στην οποία απέβλεπαν δεν ήταν απ’ αυτόν τον κόσμο. Η συνεπής έλλειψις ενδιαφέροντος για τις δημόσιες υποθέσεις απεδείχθη αξιοσημείωτο χαρακτηριστικό της Χριστιανοσύνης.»
Αντί να παροτρύνη τους ακολούθους του ν’ αναμιχθούν σε πολιτικά κινήματα και άλλες πολιτικές δραστηριότητες, ο Ιησούς τους δίδαξε να προσεύχωνται: «Πάτερ ημών ο εν τοις ουρανοίς· . . . ελθέτω η βασιλεία σου· γενηθήτω το θέλημά σου, ως εν ουρανώ, και επί της γης.» (Ματθ. 6:9, 10) Σύμφωνα με την Αγία Γραφή, αυτή η ουράνια βασιλεία σύντομα θα ‘κατασυντρίψη και συντελέση πάσας ταύτας [τας παρούσας επιγείους] βασιλείας, αυτή δε θέλει διαμένει εις τους αιώνας.’ (Δαν. 2:44) Έτσι, όχι κάποιος άνθρωπος, αλλ’ ο Θεός είναι εκείνος ο οποίος θ’ απαλλάξη τη γη από την κοινωνική αδικία και από άλλες ‘ουαί.’
Αγνοώντας αυτές τις Γραφικές διδασκαλίες, η Ρωμαιοκαθολική Εκκλησία και άλλες εκκλησίες του Χριστιανικού κόσμου, προχώρησαν και προσπάθησαν να διορθώσουν τα παγκόσμια προβλήματα με τον δικό τους τρόπο. Αυτό ακριβώς είναι εκείνο που κυρίως έφερε αυτές τις εκκλησίες σε κατάστασι κρίσεως.