Αιμομικτικοί Γάμοι—Πώς Πρέπει να τους Θεωρούν οι Χριστιανοί;
ΠΡΙΝ από λίγα χρόνια, ένα δικαστήριο σε μια Σκανδιναβική χώρα απεφάνθη ότι δεν έπρεπε να ληφθούν μέτρα εναντίον ενός ο οποίος ζούσε με την αδελφή του ως ανδρόγυνο. Ένα μέλος της βουλής της χώρας είπε ότι θα υπεστήριζε μια αλλαγή στους νόμους της χώρας που αφωρούσαν την αιμομιξία έτσι ώστε αυτή η σχέσις να μην είναι πια παράνομος. Θα μπορούσαν ν’ αναφερθούν όμοιες περιπτώσεις από πολλές χώρες.
Τι είναι εκείνο που κάνει ένα γάμο αιμομικτικό; Ποιες πληροφορίες παρέχει η Αγία Γραφή που μπορούν να βοηθήσουν τους Χριστιανούς να καθορίσουν πώς πρέπει να βλέπουν τον αιμομικτικό γάμο;
Η «αιμομιξία» αναφέρεται στη σεξουαλική σχέσι «μεταξύ στενών συγγενών. Η Αγγλική λέξις «INCEST» προέρχεται από τον Λατινικό όρο ινσέστους. Στα Λατινικά, ωστόσο, ινσέστους σημαίνει απλώς «ασέλγεια.» Έτσι, είναι ένας όρος ευρύτερος από την Αγγλική λέξι που προέρχεται απ’ αυτήν. Κάθε αιμομιξία είναι οπωσδήποτε ασέλγεια, αλλά κάθε ασέλγεια δεν είναι αιμομιξία. Η ειδική έννοια που δίδεται στην Αγγλική λέξι οφείλεται στην εμφάνισι της λέξεως ινσέστους στην Λατινική απόδοσι του εδαφίου Λευιτικόν 18:17 στη μετάφρασι Βουλγάτα, όπου περιγράφεται η σεξουαλική ένωσις μεταξύ ωρισμένων οικογενειακών σχέσεων.a Οι Καθολικές μεταφράσεις στην Αγγλική χρησιμοποίησαν τη λέξι στον Αγγλικοποιημένο τύπο και, με τον καιρό, η λέξις αυτή κατέληξε να έχη την έννοια των σεξουαλικών σχέσεων μεταξύ στενών συγγενών.
Το σπουδαίο σημείο για εκείνους που σέβονται τον Λόγο του Θεού, ωστόσο, δεν είναι ο Λατινικός ούτε ο Αγγλικός όρος που χρησιμοποιείται, αλλ’ αυτό που λέγουν οι Γραφές σχετικά με την ίδια τη σχέσι. Κατ’ αρχήν, η διαθήκη του Νόμου που εδόθη στο έθνος Ισραήλ απηγόρευε ωρισμένες γαμήλιες σχέσεις μεταξύ συγγενών. (Λευιτ. 18:7-18· 20:14, 19-21· Δευτ. 27:23) Για τους Χριστιανούς, ένας ζωτικός παράγων είναι η επιθυμία να διατηρηθή ο γάμος έντιμος και ν’ αποφύγουν να τον εξευτελίσουν, λαμβάνοντας υπ’ όψιν τη συνείδησι των άλλων, και αυτών που ανήκουν στη Χριστιανική εκκλησία και αυτών που δεν ανήκουν.—Εβρ. 13:4· 1 Κορ. 10:32, 33· 2 Κορ. 4:2.
Το γεγονός ότι η διαθήκη του Νόμου απηγόρευε ωρισμένες συζυγικές σχέσεις μεταξύ στενών συγγενών, οπωσδήποτε παρέχει μια καθοδηγητική αρχή. Αλλά παραμένει γεγονός ότι οι Χριστιανοί δεν βρίσκονται κάτω από τον Νόμο που εδόθη στον κατά σάρκα Ισραήλ. Έτσι, η Χριστιανική εκκλησία δεν είναι εξουσιοδοτημένη να προσπαθή να επιβάλη εκείνο τον Νόμο, επιμένοντας στην εφαρμογή των κανόνων του μέσω αποφυγής κάθε απαγορευμένης συζυγικής σχέσεως που καταγράφει.—Πράξ. 15:10, 11· Ρωμ. 6:14· Γαλ. 2:21.
Μπορεί να σημειωθή ότι ωρισμένα χαρακτηριστικά των απαγορεύσεων έχουν σκοπό να διατηρήσουν τη γραμμή κληρονομικών δικαιωμάτων μεταξύ των Ισραηλιτών. Η πραγματική στενή συγγένεια των αιμομικτικών σχέσεων ή της οικογενειακής στενότητος λόγω γάμου, αυτό και μόνο δεν φαίνεται να καθορίζη το αν μια σχέσις είναι ηθική ή ανήθικη. Έτσι, ένας ανηψιός δεν θα μπορούσε να νυμφευθή τη θεία του, αλλά δεν απηγορεύετο να νυμφευθή ένας θείος την ανηψιά του. (Λευιτ. 18:12-14) Προφανώς, η εγγύτης της αιμομικτικής σχέσεως (ή, αν θείες και θείοι εξ αγχιστείας περιλαμβάνοντο, η εγγύτης της οικογενειακής σχέσεως) δεν ήταν ούτε μεγαλύτερη ούτε μικρότερη σε κάθε μια απ’ αυτές τις περιπτώσεις. Ωστόσο, η μία επιτρέπετο ενώ η άλλη απηγορεύετο.
Ένας άνδρας δεν μπορούσε να νυμφευθή τη χήρα του αδελφού του, κάτι που και σήμερα ακόμη, σε πολλές χώρες, δεν θα μπορούσε να θεωρηθή αιμομικτικό. Και ωστόσο, θα μπορούσε να σημειωθή ότι, κάτω από τη διαθήκη του Νόμου, όταν ένας άνδρας πέθαινε χωρίς ν’ αφήση κληρονόμο, ο αδελφός του εξηναγκάζετο από τον Νόμο να λάβη τη χήρα του αδελφού του, ως σύζυγό του για να παράγη ένα κληρονόμο στο όνομα του αδελφού του. Αυτό δείχνει ότι αυτή η σχέσις δεν εθεωρείτο ουσιαστικά ή κληρονομικά κακή, ανήθικη.—Λευιτ. 18:16· Δευτ. 25:5, 6.
Ο γάμος πρώτων εξαδέλφων, όπου οι συγγενικοί δεσμοί είναι πολύ στενοί δεν απηγορεύετο. Ο γάμος προς μια ετεροθαλή αδελφή απηγορεύετο, αλλά δεν απηγορεύετο να νυμφευθή ένας γιος τη θετή κόρη του πατέρα του, δηλαδή, μια υιοθετημένη κόρη, που δεν ήταν απόγονος των γονέων του γιου.—Λευιτ. 18:11.b
ΣΠΟΥΔΑΙΟΙ ΠΑΡΑΓΟΝΤΕΣ ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΧΡΙΣΤΙΑΝΟΥΣ
Το γεγονός ότι οι Χριστιανοί δεν είναι κάτω από τη διαθήκη του Νόμου, οπωσδήποτε δεν σημαίνει ότι κάθε γάμος μεταξύ κατά σάρκα συγγενών, άσχετα με το πόσο στενοί συγγενείς μπορεί να είναι, είναι επιτρεπτός για τους Χριστιανούς. Αξίζει να σημειωθή ότι, στο θέμα της αιμομιξίας, η Βρεταννική Εγκυκλοπαιδεία (Μικροπαιδεία, Τόμ. V, σελ. 323) αναφέρεται σε γάμο μεταξύ γονέων και παιδιών και μεταξύ αδελφών και δηλώνει ότι «η αιμομιξία παγκοσμίως καταδικάζεται και συνήθως την βλέπουν με αποτροπιασμό.» Σ’ ένα άλλο άρθρο (Μακροπαιδεία, Τόμ. 10, σελ. 479) λέγει: «Η πλησιέστερη προσέγγισις σ’ ένα παγκόσμιο κανόνα που βρίσκεται σε όλους τους γνωστούς ανθρώπινους πολιτισμούς είναι το ταμπού της αιμομιξίας—η απαγόρευσις σεξουαλικής σχέσεως μεταξύ ενός ανδρός και της μητέρας του, της αδελφής του, της κόρης του, ή άλλου ωρισμένου συγγενούς.» Λέγει (σελ. 480) για τη «βασική τριάδα» της μητέρας, της αδελφής και της θυγατρός σ’ αυτές τις αιμομικτικές απαγορεύσεις.
Αν στραφούμε στις θεόπνευστες Χριστιανικές Ελληνικές Γραφές, είναι φανερό ότι όταν ο απόστολος Παύλος έγραψε στον Τιμόθεο ότι έπρεπε να συμπεριφέρεται εις «τας πρεσβυτέρας ως μητέρας, τας νεωτέρας ως αδελφάς μετά πάσης καθαρότητος,» η συμβουλή του αντλούσε τη δύναμί της από το γεγονός ότι οι σεξουαλικές σχέσεις ενός ανδρός με τη μητέρα του ή την κατά σάρκα αδελφή του εθεωρούντο καθ’ ολοκληρίαν απαράδεκτες, θεμελιωδώς ανήθικες. (1 Τιμ. 5:2) Και, επειδή αυτή η σεξουαλική σχέσις, όπως είδαμε, θεωρείται κάτι βδελυκτό σε όλες σχεδόν τις χώρες, είναι προφανές ότι μια τέτοια σχέσις δεν μπορούσε να εκπληρώνη τη Βιβλική νουθεσία «έστω ο γάμος τίμιος εις πάντας.»—Εβρ. 13:4.
Μολονότι η πιθανότης να συμβή ένα τέτοιο πράγμα είναι, χωρίς αμφιβολία, πολύ μικρή, δεν υπάρχει αμφιβολία ότι όποιος εισέρχεται σε μια ένωσι πατρός—παιδιού ή αδελφού—αδελφής, πρέπει ασφαλώς να μη γίνεται δεκτός στη Χριστιανική εκκλησία των Μαρτύρων του Ιεχωβά και, επομένως, είναι ακατάλληλος για βάπτισμα, εκτός αν η ένωσις αυτή διαλυθή. Όποιος ήταν βαπτισμένο μέλος της εκκλησίας και εισήλθε σε μια τέτοια ένωσι, πρέπει επίσης ν’ αποκοπή από την εκκλησία και η επανένταξις θα είναι δυνατή μόνο αν αυτός ο δεσμός διαλυθή.
ΣΧΕΣΕΙΣ ΕΞΩ ΑΠΟ ΤΟΝ ΟΙΚΟΓΕΝΕΙΑΚΟ ΚΥΚΛΟ
Τι θα λεχθή για τις περιπτώσεις έξω από τον στενό οικογενειακό κύκλο; Επειδή η διαθήκη του Νόμου δεν ισχύει για τους Χριστιανούς, δεν υπάρχει επαρκής βάσι για να ληφθή μια αυστηρή θέσις εδώ, μολονότι όσο πιο κοντά σε μια τέτοια εξ αίματος σχέσι έρχεται ο γάμος, τόσο περισσότερο η εκκλησία πρέπει να διασαφηνίση ότι θεωρεί την ένωσι αυτή ανεπιθύμητη. Εδώ υπεισέρχεται σθεναρά η Γραφική αρχή της αγάπης, επειδή είναι γνωστό ότι όσο πιο μεγάλη είναι η σχέσις εξ αίματος τόσο πιο πολλές πιθανότητες υπάρχουν να γεννηθούν παιδιά με γενετικά ελαττώματα. (Ρωμ. 13:8-10) Είναι γεγονός, επίσης, ότι σε μια κοινότητα γενικά «ο τρόμος της αιμομιξίας σβήνει όσο πιο μακρυνή είναι η συγγένεια αίματος μεταξύ δύο ατόμων.» (Βρεταννική Εγκυκλοπαιδεία, Μικροπαιδεία, Τόμ. V, σελ. 323) Έτσι, μολονότι μια ένωσις μεταξύ συγγενών έξω από τον άμεσο οικογενειακό κύκλο μπορεί να μην απαιτή αποκοπή, οι πρεσβύτεροι της εκκλησίας πρέπει οπωσδήποτε να εξετάσουν τον βαθμό της συγγενείας στη σχέσι εκείνων που περιλαμβάνονται σ’ αυτή την ένωσι, καθώς και το αποτέλεσμα που θα έχη αυτό στην εκκλησία και στην κοινότητα· μετά θ’ αφήσουν αυτό να τους καθοδηγή ως προς το αν θα χρησιμοποιήσουν αυτά τα άτομα με κάποιο παραδειγματικό τρόπο στην εκκλησία.
Η συγγένεια μπορεί να μην είναι μέσω εξ αίματος σχέσεως αλλά μέσω γάμου (εξ αγχιστείας). Ένας Χριστιανός κατάλληλα επιζητεί ν’ αποφύγη εκείνο το οποίο θα ήγειρε τη δημόσια κατακραυγή λόγω παραβιάσεως ισχυρά καθωρισμένων αρχών σ’ αυτό το ζήτημα. Έτσι, ενώ όταν συγγενείς που δεν σχετίζονται εξ αίματος νυμφεύωνται, ο κίνδυνος των γενετικών κινδύνων δεν υπεισέρχεται στην εικόνα, ωστόσο, η εγγύτης της συγγενείας των μπορεί να επηρεάση την εντιμότητα του γάμου των στα μάτια της κοινότητος. Όπως έχει καταδειχθή, αυτό είναι κάτι το οποίο πρέπει να προσέχουν σοβαρά οι Χριστιανοί. (Εβρ. 13:4) Όπως ο απόστολος, πρέπει κι εμείς να μη γινώμεθα πρόσκομμα σ’ εκείνους που μας περιβάλλουν.—1 Κορ. 10:32, 33.
Σχετικά μ’ αυτό, τι θα λεχθή για την περίπτωσι που αναφέρεται στο εδάφιο 1 Κορινθίους 5:1; Εδώ ο απόστολος περιγράφει την ανήθικη σχέσι μεταξύ ενός ανδρός και της συζύγου τού πατέρα του, προφανώς της μητρυιάς του. Το υπόμνημα δεν λέγει ότι επρόκειτο για ένα γάμο και, στην πραγματικότητα, ο απόστολος ονομάζει, την πράξι «πορνεία.» Το υπόμνημα δεν λέγει ότι ο πατέρας του ανδρός αυτού ήταν ακόμη ζωντανός, μολονότι τα λόγια στο εδάφιο 2 Κορινθίους 7:12, αν εφαρμοσθούν σ’ αυτή την ίδια περίπτωσι, θα έδειχναν ότι ήταν ζωντανός. Φαίνεται, λοιπόν, ότι δεν επρόκειτο για μια περίπτωσι γάμου, αλλά για έναν άνδρα που ζούσε ανήθικα με τη μητρυιά του. Αλλά, μολονότι δεν περιλαμβάνετο το ζήτημα του γάμου, το γεγονός ότι ο Παύλος ανεφέρθη στην πράξι αυτή ως πορνεία, η οποία «ουδέ μεταξύ των εθνών ονομάζεται,» σαφώς δείχνει ότι η οικογενειακή σχέσις που υπήρχε έκανε την πορνεία ιδιαίτερα σκανδαλώδη.—1 Κορ. 5:1.
ΔΙΑΚΡΑΤΗΣΙΣ ΚΑΤΑΛΛΗΛΗΣ ΙΣΟΡΡΟΠΙΑΣ ΣΤΗΝ ΑΠΟΨΙ ΜΑΣ
Δεν είναι, φυσικά, καθήκον της Χριστιανικής εκκλησίας να επιμένη σε ολοκληρωτική συμμόρφωσι με όλες τις ποικίλες κοσμικές αρχές σχετικά με την αιμομιξία, ούτε να ενεργή ως επιβολεύς των νόμων του Καίσαρος οι οποίοι απαγορεύουν ωρισμένους γάμους (για τους οποίους οι νόμοι προχωρούν περισσότερο απ’ αυτό που απηγόρευε η διαθήκη του Νόμου). Οι ανθρώπινοι νόμοι και οι ορισμοί των σχετικά με την «αιμομιξία» δεν είναι συνεπείς, αλλά δείχνουν ευρείες παραλλαγές. Σε μερικές κοινωνίες, ένας άνδρας ο οποίος νυμφεύεται κάποια από το ‘σόι’ του ή το χωριό του, ή σε μερικές περιπτώσεις, ακόμη και τη φυλή του, μπορεί να θεωρήται αιμομίκτης. Σε άλλες κοινωνίες, συμβαίνει σχεδόν το αντίθετο και ένα άτομο καταδικάζεται αν δεν νυμφευθή άτομο από τη φυλή του ή από τη συγγένειά του. (Εγκυκλοπαιδεία Θρησκείας και Εθίμων υπό Χάστινγκς, Τόμ. IV, σελ. 253) Σε μερικές κοινωνίες στην Ανατολή θεωρείται ακατάλληλο για άτομα που έχουν το ίδιο οικογενειακό όνομα να νυμφευθούν, άσχετα με το πόσο μακρυνή συγγένεια μπορεί να έχουν. (Βρεταννική Εγκυκλοπαιδεία, Μακροπαιδεία, Τόμ. 5, σελ. 32) Σε μερικές χώρες ή πολιτείες, ο γάμος μεταξύ πρώτων εξαδέλφων μπορεί ν’ αναγνωρισθή νομικώς, σε άλλες όχι.
Αυτοί οι παράγοντες, μολονότι δεν παρέχουν την αρχή για ηθικότητα, όπως αυτή που διέπει το αν ένα άτομο θα γίνη δεκτό στη Χριστιανική εκκλησία ή αν θ’ αποκοπή απ’ αυτή, μπορούν όμως να επηρεάσουν το αν το άτομο θα χρησιμοποιηθή με υποδειγματικό τρόπο στην εκκλησία. Πολλά εξαρτώνται από τη σοβαρότητα με την οποία η γύρω κοινωνία βλέπει μια ένωσι ωρισμένων συγγενών, είτε πρόκειται για περίπτωσι μεγάλου σκανδάλου ή απλώς για κάποια τυχαία διασκορπισμένα δυσμενή σχόλια.—1 Τιμ. 3:7, 10.
Σε περιπτώσεις που τα άτομα έχουν εισέλθει σε μια τέτοια ένωσι πριν από το βάπτισμα, και η ένωσις δεν περιλαμβάνει άμεση οικογενειακή σχέσι και έχουν ήδη προκύψει τέκνα, τότε φαίνεται ότι θα μπορούσε να επεκταθή και σ’ αυτές τις περιπτώσεις η αρχή που αναφέρεται στο εδάφιο 1 Κορινθίους 7:24. Σε μερικές περιπτώσεις, η ένωσις ίσως δεν μπορεί να λάβη νομική αναγνώρισι, στην περιοχή. Αν τα δύο μέλη, που περιλαμβάνονται στην υπόθεσι αυτή μπορούν να πάνε σε κάποιο άλλο μέρος όπου μπορούν ν’ αποκτήσουν αυτή την αναγνώρισι αυτό θα ήταν επωφελές κατά το ότι θα προσέδιδε σ’ αυτή την ένωσι ένα βαθμό εντιμότητος στα μάτια των άλλων. Αν αυτό δεν μπορεί να γίνη και τα δύο μέλη επιθυμούν να βαπτισθούν και έχουν όλα τα άλλα προσόντα, πρέπει να τους δοθή η ευκαιρία να υπογράψουν μια δήλωσι στην οποία θα υπόσχωνται πιστότητα στην παρούσα ένωσί τους. Αυτό θα θεωρήται ως έκφρασις του ότι θεωρούν δεσμευτική την ένωσί τους και όχι ότι η εκκλησία ευνοεί την ένωσι αυτή.
Οπωσδήποτε, εκείνοι που ενδιαφέρονται βαθιά να έχουν και να διατηρήσουν την εύνοια και την ευλογία του Θεού, θα προσέχουν να μη κάνουν κάτι που θ’ αντανακλούσε δυσμενώς στο Όνομά του και στον λόγο του. Μολονότι οι αληθινοί Χριστιανοί έχουν απαλλαγή από υποταγή στη διαθήκη του Νόμου που εδόθη στους Ισραηλίτας, πρόθυμα υπακούουν στα θεόπνευστα λόγια του αποστόλου: «Μη μεταχειρίζεσθε την ελευθερίαν εις αφορμήν της σαρκός, αλλά δια της αγάπης δουλεύετε αλλήλους.»—Γαλ. 5:13.
[Υποσημειώσεις]
a Η Εβραϊκή λέξις που μεταφράζεται εδώ είναι η λέξις ζιμμάχ. Ο Στρονγκ ορίζει τη σημασία της ως «ένα σχέδιο, ιδιαίτερα ένα κακό σχέδιο.» Ο Καρλ Ντέλιτζ λέγει: «κατά γράμμα εφεύρεσις, σχέδιο.» Η Μετάφρασις των Εβδομήκοντα χρησιμοποιεί τη λέξι «ασέβημα» και ο Λίντελ-Σκοτ λέγει ότι αυτή η λέξις σημαίνει «ασεβή ή βέβηλη πράξι, ιεροσυλία.» Στη Μετάφρασι Νέου Κόσμου αποδίδεται ως «χαλαρή διαγωγή.»
b Ο κατάλογος που αναφέρεται στο βιβλίο Βοήθημα προς Κατανόησιν της Βίβλου, σελ. 1041, κατά λάθος αναφέρει αυτόν τον γάμο ως απαγορευμένο. Το εδάφιο (Λευιτικόν 18:11) στην πραγματικότητα, αναφέρει τη θυγατέρα που είναι ‘γεννημένη από του πατρός σου,’ δηλαδή μη υιοθετημένη. Ο πίνακας που αναγράφεται στη Σκοπιά 1ης Μαΐου 1975, σελ. 265, ορθώς παραλείπει την απαγόρευσι γάμου με μια θετή κόρη.