Οι Θεολόγοι Προσκόπτουν στο Όνομα του Θεού
ΠΩΣ μπόρεσαν οι κληρικοί και οι θεολόγοι να προσκόψουν στο όνομα του Θεού;
Κατ’ αρχήν, ένα μεγάλο δογματικό λάθος φαίνεται ότι προήλθε από την εξάλειψι του ονόματος του Θεού από τη Βίβλο. Όπως τονίσθηκε στο τελευταίο άρθρο, προφανώς «γύρω στην αρχή του δευτέρου αιώνος» το θείο όνομα άρχισε ν’ αντικαθίσταται στην «Καινή Διαθήκη» με τη λέξι «Κύριος» ή «Θεός». Αυτό προκάλεσε ένα πρόβλημα αναγνωρίσεως του υποκειμένου: Ποιος Κύριος εννοείτο εδώ;
Υπάρχουν εδάφια στις Εβραϊκές Γραφές σχετικά με τον Ιεχωβά που παρατίθενται στην «Καινή Διαθήκη» μεταξύ συμφραζομένων που ομιλούν για τον Υιό. (Ησ. 40:3—Ματθ. 3:3—Ιωάν. 1:23· Ιωήλ 2:32—Ρωμ. 10:13· Ψαλμ. 45:6, 7—Εβρ. 1:8, 9) Αυτό είναι κατανοητό, διότι ο Ιησούς ήταν ο κυριώτερος αντιπρόσωπος του Πατρός. Στην πραγματικότητα, με παρόμοιο τρόπο ακόμη κι ένας άγγελος μπορεί να χαρακτηρισθή σαν να ήταν ο Ιεχωβά, διότι υπηρετούσε τον Ιεχωβά με μια αντιπροσωπευτική ιδιότητα. (Γέν. 18:1-33) Ποιο υπήρξε όμως το αποτέλεσμα της εξαλείψεως του ονόματος του Θεού;
Η Εφημερίς Βιβλικής Λογοτεχνίας λέγει:
«Σε πολλά κείμενα όπου διαχωρίζοντο με σαφήνεια οι προσωπικότητες του Θεού και του Χριστού, η αφαίρεσις του Τετραγραμμάτου πρέπει να δημιούργησε αρκετή ασάφεια. . . . Εφόσον δημιουργήθηκε σύγχυσις από την αλλαγή στο θείο όνομα στις παραπομπές, η ίδια σύγχυσις εξηπλώθη και σε άλλα μέρη της ΚΔ όπου δεν περιελαμβάνοντο καθόλου παραπομπές.»
Προφανώς επειδή, όπως φαίνεται, αυτό θα μπορούσε να είχε συμβάλει στην ανάπτυξι του δόγματος της Τριάδος, το άρθρο ερωτά:
«Μήπως μια τέτοια ανακατασκευή του κειμένου προκαλεί τις μετέπειτα χριστολογικές [σχετικά με τη φύσι του Χριστού] αντιλογίες μέσα στην εκκλησία, και μήπως τα κείμενα της ΚΔ που περιλαμβάνονται σ’ αυτές τις αντιλογίες ήσαν τα ίδια εκείνα κείμενα που, στην εποχή της ΚΔ, προφανώς δεν δημιουργούσαν καθόλου προβλήματα; . . . Βασίζονται οι [πρόσφατες χριστολογικές] μελέτες στο κείμενο της ΚΔ όπως εμφαίνεται στον πρώτο αιώνα, ή μήπως βασίζονται σ’ ένα αλλοιωμένο κείμενο το οποίο παριστά έναν καιρό στην εκκλησιαστική ιστορία, οπότε η διαφορά μεταξύ Θεού και Χριστού ευρίσκετο σε σύγχυσι στο κείμενο καθώς επίσης και στις διάνοιες των εκκλησιαζομένων;»
Έτσι, η απομάκρυνσις του ονόματος του Θεού από την «Καινή Διαθήκη» συνέβαλε αργότερα στην παραδοχή του δόγματος της Τριάδος, δόγμα το οποίο καθόλου δεν διδάσκετο στην αρχική Βίβλο.
Ένα άλλο σημείο στο οποίο προσκόπτουν οι θεολόγοι αφορά την προφορά του Ονόματος. Γράφεται στα Εβραϊκά με τέσσερα σύμφωνα, τα οποία συνήθως μεταγράφονται με Ελληνικά φωνητικά σύμβολα ως ΓΧΒΧ. Στον αρχαίο Ισραήλ ένα άτομο μάθαινε την προφορά όπως προήρχετο από προγενέστερους χρόνους. Αλλά προφανώς περίπου λίγο μετά το 70 μ.Χ., η ακριβής προφορά χάθηκε. Όταν οι μεταγενέστεροι Ιουδαίοι αντιγραφείς έβαλαν διάφορα φωνήεντα μαζί με τα σύμφωνα για να βοηθήσουν τον αναγνώστη, χρησιμοποίησαν φωνήεντα από τις λέξεις Αδωνάι (Κύριος) και Ελοχίμ (Θεός), πράγμα που είχε ως αποτέλεσμα τον σχηματισμό της λέξεως «Ιεχωβά.»
Πολλοί Εβραίοι λόγιοι υποστηρίζουν τώρα την προφορά «Γιαχβέ.» Ωστόσο, κανείς σήμερα δεν μπορεί πραγματικά να πη με βεβαιότητα πώς ο Μωυσής, παραδείγματος χάριν, προέφερε το θείο όνομα.
Στο Βέτους Τεσταμέντουμ (Παλαιά Διαθήκη, Οκτώβριος 1962) ο Δρ Ε. Σ. Μπ. Μακλόριν δήλωσε: «Πρέπει να επαναληφθή ότι δεν υπάρχει τελική πρώιμη απόδειξις ότι το όνομα προφέρετο κάποτε Γιαχβέ, αλλά υπάρχουν άφθονες πρώιμες αποδείξεις για την προφορά Χου’ Γιαχ, Γιο-Γιω, Για και ίσως -γιο.» Ο Δρ Μ. Ρέιξελ, στο βιβλίο Μυστηριώδες Όνομα του Γ.Χ.Β.Χ., είπε ότι η «προφορά του Τετραγραμμάτου πρέπει αρχικά να ήταν Γεχουάχ ή Γιαχουάχ..» Εν τούτοις, ο Κένον Ντ. Ντ. Ουίλλιαμς του Καίμπριτζ ισχυρίσθηκε ότι «όπως δείχνουν οι αποδείξεις, ή καλύτερα σχεδόν αποδεικνύουν, ο τύπος Γιαχβέ δεν ήταν η αληθινή προφορά του Τετραγραμμάτου, . . . Το όνομα ήταν ίσως ΓΙΑΧΟΧ.»—Περιοδικόν προς Επίγνωσιν της Παλαιάς Διαθήκης,—Zeitschrift für die alttestamentlische Wissenschaft, Vol. 54.
Οι περισσότερες γλώσσες έχουν ένα κοινό τρόπο ορθογραφίας και προφοράς του ονόματος του Θεού, και αυτός ο τρόπος ποικίλλει από γλώσσα σε γλώσσα. Στα Ιταλικά είναι Τζεόβα, στη γλώσσα Φίτζι είναι Τζιόβα και στη Δανική το όνομα είναι Τζεχόβα. Γιατί θα έπρεπε κάποιος να επιμένη ότι όλοι οι άνθρωποι σήμερα πρέπει να προσπαθούν να μιμούνται κάποια αρχαία Εβραϊκή προφορά, για την οποία ακόμη και οι ειδικοί δεν μπορούν να συμφωνήσουν; Όπως είπε και ο καθηγητής Γκούσταβ Όχλερ του Πανεπιστημίου Τουβίνγκεν σ’ ένα βιβλίο, αφού εξέτασε διάφορες προφορές:
«Απ’ αυτό το σημείο και στο εξής, χρησιμοποιώ το όνομα Ιεχωβά, διότι, πράγματι, αυτό το όνομα είναι τώρα πιο φυσικό στο λεξιλόγιό μου, και δεν μπορεί να υποσκελισθή, όπως ακριβώς θα ήταν αδύνατον η πιο ορθή προφορά Τζαρντέν ν’ αντικαταστήση τη συνήθη μορφή Τζώρνταν (για τον Ιορδάνη ποταμό).»
Αυτή η άποψις είναι λογική, διότι επιτρέπει στα άτομα να χρησιμοποιούν μια ευρέως γνωστή προφορά που σαφώς προσδιορίζει τον Δημιουργό και Θεό, ο οποίος μας προτρέπει να χρησιμοποιούμε το όνομά του. (Ησ. 42:8· Ρωμ. 10:13) Πολλοί θεολόγοι όμως προτίμησαν αντιθέτως να λεπτολογούν τεχνικές λεπτομέρειες και έπεσαν στην παγίδα της αποφυγής του ονόματος του Θεού.