Η Επί του Όρους Ομιλία—«Εισέλθετε δια της Στενής Πύλης»
Ο ΙΗΣΟΥΣ, αφού ενεθάρρυνε τους ακροατάς του να προσεύχωνται ζωηρά για βοήθεια στην εκτέλεσι του θελήματος του Θεού, είπε: «Εισέλθετε δια της στενής πύλης· διότι πλατεία είναι η πύλη και ευρύχωρος η οδός η φέρουσα εις την απώλειαν, και πολλοί είναι οι εισερχόμενοι δι’ αυτής. Επειδή στενή είναι η πύλη και τεθλιμμένη ο οδός η φέρουσα εις την ζωήν, και ολίγοι είναι οι ευρίσκοντες αυτήν.»—Ματθ. 7:13, 14.
Στους αρχαίους καιρούς, οι δρόμοι μέσω πυλών ήσαν το μέσον εισόδου στις πόλεις. Συχνά, οι Γραφές παρομοιάζουν την πορεία ζωής που ακολουθούν τα άτομα μ’ ένα δρόμο ή μονοπάτι. (Παρ. 4:18, 19) Σύμφωνα με τον Υιό του Θεού, η οδός που οδηγεί στην «απώλειαν» ή θάνατο έξω από την θεία εύνοια, είναι «πλατεία . . . και ευρύχωρος.» Επιτρέπει στους ανθρώπους να ζουν όπως θέλουν, χωρίς να κάνουν αλλαγές για να συμμορφωθούν με τις Βιβλικές αρχές διαγωγής. «Πολλοί» έχουν διαλέξει αυτή την ευρύχωρο οδό ‘εύκολης ζωής.’
Από την άλλη πλευρά, η Αγία Γραφή παρομοιάζει τη Μεσσιανική βασιλεία του Θεού με μια πόλι, στην οποία μπορεί να εισέλθη κανείς μέσω μιας ‘στενής’ πύλης και μιας ‘ τεθλιμμένης’ οδού. (Βλέπε Εβραίους 11:10· 13:14.) Τα άτομα που βρίσκονται σ’ αυτή την ‘οδό τη φέρουσα εις την [αιώνιο] ζωή’ πρέπει να εκπαιδεύσουν την καρδιά τους να αναπτύσση κατάλληλα ελατήρια. Πρέπει να ασκούν αυτοέλεγχο σε όλους τους τομείς ανθρωπίνης διαγωγής· και, κατά καιρούς, ‘η οδός’ της αληθινής λατρείας απαιτεί υπομονή εν όψει βιαίου διωγμού. (Πράξ. 9:2· 19:9, 23· 22:4) Επειδή οι περισσότεροι άνθρωποι προτιμούν να ζουν χωρίς αυτοθυσιαστικό αγώνα και αυτοσυγκράτησι, δεν επιζητούν την οδό της ζωής που ευαρεστεί τον Θεό. Συνεπώς, «ολίγοι είναι οι ευρίσκοντες» τη στενή πύλη και την τεθλιμμένη οδό που οδηγεί στη ζωή.—Παράβαλε με Ματθαίον 7:8· Λουκάν 13:24.
Κατόπιν, ο Ιησούς έδωσε μια προειδοποίησι σ’ εκείνους που θα ήθελαν να παραμείνουν στην οδό της ζωής: «Προσέχετε δε από των ψευδοπροφητών, οίτινες έρχονται προς εσάς με ενδύματα προβάτων, έσωθεν όμως είναι λύκοι άρπαγες.»—Ματθ. 7:15.
Με τον όρο ‘ψευδοπροφήτες,’ ο Ιησούς εννοούσε τους θρησκευτικούς ηγέτας, οι οποίοι ψευδώς ισχυρίζονται ότι αντιπροσωπεύουν τον Θεό. Αυτά τα άτομα, που εξαπατούν, θα παρουσιάζοντο με «ενδύματα προβάτων.» Ενδυόμενοι μια υποκριτική επίδειξι ευγενείας, πραότητος και άλλων προβατοειδών ιδιοτήτων, θα προσπαθούσαν να δώσουν την εντύπωσι ότι ανήκουν στο «ποίμνιον» των λάτρεων του Θεού. (Βλέπε Ψαλμούς 78:52· 80:1· 100:3.) Εσωτερικά, όμως, οι ψευδείς προφήτες θα ήσαν «λύκοι άρπαγες,» δηλαδή, υπερβολικά φθονεροί, πλεονέκτες και πρόθυμοι να καταδυναστεύουν άλλους για προσωπική ευχαρίστησι.
Ο Υιός του Θεού δήλωσε ότι οι ψευδείς προφήτες θα ‘ήρχοντο προς εσάς’ δηλαδή, θα ήρχοντο από κάπου έξω από το ποίμνιο το οποίο αυτός, ως ‘καλός ποιμήν,’ θα συνήγε. (Ιωάν. 10:11) Αυτοί οι απατεώνες, αντί ν’ αποτελούν μια απειλή για το μακρυνό μέλλον, υπήρχαν ακριβώς τότε. Προφανώς ο Ιησούς είχε υπ’ όψιν του ιδιαίτερα τους Φαρισαίους, οι οποίοι ψευδώς ισχυρίζοντο ότι είναι εκπρόσωποι του Θεού. Είχαν καθίσει «επί της καθέδρας του Μωυσέως,» ισχυριζόμενοι ότι είναι οι επίσημοι ερμηνευταί του θείου νόμου. (Ματθ. 23:2) Αλλά οι Φαρισαίοι ήσαν υποκριταί οι οποίοι, στην πραγματικότητα, εμπόδιζαν τους ανθρώπους να βρουν τη στενή πύλη και την τεθλιμμένη οδό που οδηγεί στη ζωή. (Ματθ. 23:13-15· Λουκ. 6:39) Ως προς το απατηλό ‘ένδυμα προβάτου,’ τα λόγια του Ιησού σε μια μεταγενέστερη περίπτωσι είναι διδακτικά:
«Ουαί εις εσάς, γραμματείς και Φαρισαίοι υποκριταί, διότι ομοιάζετε με τάφους ασβεστωμένους, οίτινες έξωθεν μεν φαίνονται ωραίοι, έσωθεν όμως γέμουσιν οστέων νεκρών και πάσης ακαθαρσίας. Ούτω και σεις έξωθεν μεν φαίνεσθε εις τους ανθρώπους δίκαιοι, έσωθεν όμως είσθε πλήρεις υποκρίσεως και ανομίας.»a—Ματθ. 23:27, 28.
Πώς θα μπορούσε ένα άτομο ν’ αναγνωρίση ‘τους λύκους με ένδυμα προβάτου’; Ο Ιησούς έδωσε μια βασική καθοδηγία μαζί μ’ ένα παράδειγμα: «Από των καρπών αυτών θέλετε γνωρίσει αυτούς. Μήποτε συνάγουσιν από ακανθών σταφύλια ή από τριβόλων σύκα; ούτω παν δένδρον καλόν κάμνει καλούς καρπούς, το δε σαπρόν δένδρον κάμνει κακούς καρπούς. Δεν δύναται δένδρον καλόν να κάμνει καρπούς κακούς ουδέ δένδρον σαπρόν να κάμνη καρπούς καλούς. Παν δένδρον μη κάμνον καρπόν καλόν εκκόπτεται και εις πυρ βάλλεται.»—Ματθ. 7:16-19.
Κάθε καρποφόρο δένδρο ή φυτό παράγει το δικό του ιδιαίτερο είδος καρπού. Δεν παράγουν όλα τα φυτά καρπούς τους οποίους μπορούν να φάγουν οι άνθρωποι. Θα ήταν σπατάλη χρόνου να ζητή κανείς από αγκάθια και τριβόλους φαγώσιμους καρπούς σαν τα σταφύλια και τα σύκα. Οι καρποί που είναι κατάλληλοι για κατανάλωσι από τον άνθρωπο, πρέπει να προέρχωνται από ένα δένδρο που είναι και υγιεινό και του ορθού είδους. Αν ένα δένδρο με συνέπεια παρήγε «κακούς καρπούς,» θα έδειχνε ασφαλώς ότι το ίδιο το δένδρο ήταν «σαπρόν.» Ένα τέτοιο σαπρό δένδρο έπρεπε να ‘εκκοπή’ και να χρησιμοποιηθή μαζί με τα βάτα, τα αγκάθια και τα αγριόχορτα ως καύσιμη ύλη στις φωτιές.—Παράβαλε με Ψαλμόν 58:9· Εκκλησιαστήν 7:6· Ησαΐαν 44:14-16· Ματθαίον 6:30· 13:30.
Μολονότι οι ακροατές του είχαν νωπό στη διάνοιά τους αυτό το παράδειγμα από τη γεωργική ζωή, ο Ιησούς επανέλαβε τη βασική αρχή: «Άρα από των καρπών αυτών θέλετε γνωρίσει αυτούς.» (Ματθ. 7:20) Με μια μεταφορική έννοια, αυτοί οι ‘καρποί’ θα περιελάμβαναν ό,τι θα έλεγαν οι ψευδείς προφήτες διδάσκοντας. Σχετικά μ’ αυτό, ο Ιησούς προσέθεσε: «Ο αγαθός άνθρωπος εκ του αγαθού θησαυρού της καρδίας αυτού εκφέρει το αγαθόν, και ο κακός άνθρωπος εκ του κακού θησαυρού της καρδίας αυτού εκφέρει το κακόν· διότι εκ του περισσεύματος της καρδίας λαλεί το στόμα αυτού.»—Λουκ. 6:45.
Οι καρποί που θα απεκάλυπταν την αληθινή φύσι των ψευδών προφητών θα περιελάμβαναν επίσης τη γενική τους πορεία διαγωγής. (Παράβαλε με Μάρκον 7:21-23.) Ένα άτομο δεν μπορεί να κρύψη την αληθινή κατάστασι της καρδιάς του επ’ αόριστον. Τελικά, τα λόγια του και οι πράξεις του θα αποκαλύψουν ποιος είναι.
[Υποσημειώσεις]
a Σχετικά με τους Φαρισαίους ως ψευδείς προφήτας, ο Ντέιβιντ Χιλλ γράφει στο περιοδικό Μπίμπλικα (1976, τόμος 57): «Ο Ιώσηπος γνωρίζει Φαρισαίους οι οποίοι, κατείχαν πρόγνωσι γεγονότων και χρησιμοποιούσαν το χάρισμά τους για πολιτικούς σκοπούς (Αρχαιότητες των Ιουδαίων XVII 41-45), και αλλού ομιλεί για ένα συγκεκριμένο Πολλίωνα και για τον μαθητή του Σεμαΐα, οι οποίοι προφήτευαν (Αρχαιότητες των Ιουδαίων XIV 172-176· XV 3, 370). Αλλά πιο σπουδαίο από τις συχνές και μάλλον περιπεπλεγμένες πληροφορίες του Ιωσήπου, είναι το γεγονός ότι οι Φαρισαίοι ως ομάδα θεωρούσαν τον εαυτό τους κληρονόμους της μεγάλης προφητικής παραδόσεως: έλαβαν την παράδοσι από τους άνδρες της Μεγάλης Συνελεύσεως, οι οποίοι την έλαβαν από τον τελευταίο στη σειρά των προφητών. Και ως ειδικοί ερμηνευταί των Γραφών, οι Φαρισαίοι ακολουθούσαν μια πορεία η οποία αποτελούσε στην εποχή τους την πλησιέστερη δυνατή προσέγγιση, στην αποκάλυψι που εδίδετο μέσω των προφητών μιας προγενέστερης εποχής. . . . Γι’ αυτούς, όσο και για τους διαδόχους των, μπορούσε να λεχθή ότι ‘Αν δεν είναι προφήτες, ωστόσο είναι υιοί των προφητών’ (κάτι που αποδίδεται στον Χιλλέλ [ένα ραββίνο που έζησε περίπου στον καιρό του Ιησού]). Εντελώς σύμφωνα μ’ αυτό, είναι τα λόγια του Ιησού σχετικά με το ότι οι Φαρισαίοι οικοδομούσαν τους τάφους των προφητών και στόλιζαν τα μνημεία των δικαίων (Ματθ. 23:29). Δεν είναι συνεπώς αδύνατον το ότι οι Φαρισαίοι στις ημέρες του Ιησού διεκδικούσαν τον ρόλο και την εξουσία (αν όχι το όνομα) προφήτου.»