Γιατί Πρέπει ν’ Αποφεύγωμε τους Γογγυσμούς;
«ΜΕΡΙΚΟΙ άνθρωποι ποτέ δεν φαίνονται ικανοποιημένοι.» Πόσο συχνά έχετε ακούσει αυτή τη δήλωσι; Είναι αλήθεια ότι σ’ αυτούς τους κρίσιμους καιρούς πολλοί γογγύζουν. Έχουν αμφιβολίες και επιφυλάξεις σχεδόν για όλα. Αλλά είναι συνετό να επιτρέπη ο Χριστιανός ν’ αναπτυχθή μια τέτοια στάσις; Ο απόστολος Παύλος δεν συμφωνούσε προφανώς, διότι γράφοντας στην εκκλησία των Φιλιππησίων είπε: «Πράττετε τα πάντα χωρίς γογγυσμών και αμφισβητήσεων, δια να γίνησθε άμεμπτοι και ακέραιοι, τέκνα Θεού αμώμητα.»—Φιλιπ. 2:14, 15.
Αυτά τα λόγια του Παύλου δημιουργούν μερικές ερωτήσεις στη διάνοια. Πόσο σοβαρό μπορεί να γίνη το ζήτημα του γογγυσμού; Μπορεί να επηρεάση τη σχέσι μου με τους άλλους; Τη σχέσι μου με την εκκλησία; Τι σκέπτεται ο Ιεχωβά για μένα αν εγώ συνεχώς γογγύζω; Τι μπορώ να κάνω για ν’ αποφύγω αυτό το πνεύμα;
ΑΡΧΑΙΑ ΠΑΡΑΔΕΙΓΜΑΤΑ
Το γεγονός ότι το ζήτημα των γογγυσμών πρέπει να λαμβάνεται υπ’ όψιν σοβαρά, μπορεί να κατανοηθή από ό,τι είπε ο Παύλος σχετικά μ’ αυτό στην πρώτη του επιστολή προς τους ομοπίστους του της Κορίνθου. Ο απόστολος είπε: «Μηδέ γογγύζετε, καθώς και τινές αυτών [των Ισραηλιτών] εγόγγυσαν, και απωλέσθησαν υπό του εξολοθρευτού.» (1 Κορ. 10:10) Εξετάστε, παραδείγματος χάριν, τον καιρό που ο Μωυσής έστειλε 12 άνδρες, έναν από κάθε φυλή του Ισραήλ, να κατασκοπεύσουν τη γη που ο Ιεχωβά είχε υποσχεθή ότι θα τους έδιδε για κληρονομία. Αυτό συνέβη λίγο καιρό αφότου οι Ισραηλίτες έφυγαν από την Αίγυπτο, όταν ήσαν στην έρημο. Όταν επέστρεψαν αυτοί οι 12 κατάσκοποι στο στρατόπεδο των Ισραηλιτών, μόνο δύο απ’ αυτούς, ο Ιησούς του Ναυή και ο Χάλεβ, έδωσαν μια ευνοϊκή έκθεσι, παροτρύνοντας τον λαό να ενεργήση με θάρρος και να εισέλθη στη γη. Οι άλλοι 10 περιέγραψαν μια αποθαρρυντική εικόνα. Χαρακτήρισαν την περιοχή ως «γη κατατρώγουσα τους κατοίκους αυτής,» και είπαν: «Πας ο λαός, τον οποίον είδομεν εν αυτή, είναι άνδρες υπερμεγέθεις.»—Αριθ. 13:32.
Τότε, οι άπιστοι Ισραηλίτες «εγόγγυζον κατά του Μωυσέως και του Ααρών, και είπε προς αυτούς πάσα η συναγωγή, Είθε να απεθνήσκομεν εν γη Αιγύπτου· ή εν τη ερήμω ταύτη είθε να απεθνήσκομεν· και δια τι μας έφερεν ο Κύριος εις την γην ταύτην να πέσωμεν δια μαχαίρας;» Ναι, εγόγγυζαν κατά του Ιεχωβά! Λόγω αυτής της στάσεως, όλοι αυτοί οι άνδρες που ήσαν 20 ετών και πλέον, εκτός από τον Ιησού του Ναυή, τον Χάλεβ και τους Λευίτες, πέθαναν στην έρημο. Δεν τους επετράπη ποτέ να εισέλθουν στη Γη της Επαγγελίας. (Αριθ. 14:2, 3, 26-30) Πόσο βαρύ ήταν το τίμημα που πλήρωσαν για τον γογγυσμό τους!
Αυτό δείχνει τι μπορεί να συμβή σ’ ένα ολόκληρο έθνος που παραπονείται. Άλλα παραδείγματα δείχνουν ότι είναι πολύ σοβαρό και για άτομα να γογγύζουν εναντίον του Ιεχωβά. Εξετάστε την περίπτωσι της Μαριάμ, της αδελφής του Μωυσέως. Σε μια περίπτωσι, η Μαριάμ, μαζί με τον αδελφό της τον Ααρών, εγόγγυσαν, λέγοντας: «Μήπως προς τον Μωυσήν μόνον ελάλησεν ο Κύριος;» Είναι σπουδαίο το γεγονός ότι η αφήγησις προσθέτει: «Και ήκουσε τούτο ο Κύριος.» (Αριθ. 12:1, 2) Ποιο ήταν το αποτέλεσμα; Η Μαριάμ, η οποία προφανώς ηγήθη σ’ αυτό τον γογγυσμό, ταπεινώθηκε από τον Θεό. Πώς; Επλήγη με λέπρα και αναγκάσθηκε να παραμείνη έξω από το στρατόπεδο επτά ημέρες έως ότου καθαρίσθηκε.—Αριθ. 12:9-15.
ΠΟΥ ΟΔΗΓΕΙ Ο ΓΟΓΓΥΣΜΟΣ;
Μπορούμε να μάθομε πολλά απ’ αυτά τα παραδείγματα. Αλλά ίσως διερωτάσθε γιατί ο γογγυσμός είναι τόσο σοβαρό ζήτημα. Ο γογγυσμός δεν είναι ένα απλό παράπονο για κάτι που έγινε εσφαλμένα. Είναι μια έκφρασις δυσαρέσκειας ή ανικανοποιήσεως και συχνά το άτομο καταλήγει εκεί επειδή δίνει πολλή έμφασι στον εαυτό του. Το άτομο που παραπονείται μ’ αυτό τον τρόπο προσδίδει μεγάλη σπουδαιότητα στα δικά του αισθήματα ή θέσι, ελκύοντας την προσοχή στον εαυτό του και όχι στον Θεό. Αυτό προκαλεί διάστασι μεταξύ πνευματικών αδελφών και, αν δεν συγκρατηθή, οδηγεί σε διαιρέσεις στην εκκλησία.—1 Κορ. 1:10-13.
Αυτό συμβαίνει επειδή ο γογγυστής ποτέ δεν κρατά τα παράπονα του για τον εαυτό του. Πάντοτε περιλαμβάνει και άλλους. Γιατί; Χωρίς αμφιβολία επειδή ελπίζει ότι και αυτοί επίσης θα αισθανθούν αυτή την ανικανοποίησι και θα εκφράσουν επίσης συμπάθεια προς αυτόν.
Είναι πολύ εύκολο να συμβή αυτό. Υποθέστε, παραδείγματος χάριν, ότι ένας Χριστιανός αρχίζει να παραπονήται σ’ εσάς σχετικά με κάποιον διωρισμένο πρεσβύτερο στην εκκλησία. Επικρίνει τον τρόπο που αυτός ο πρεσβύτερος, ή επίσκοπος, χειρίζεται τα μέρη που του ανατίθενται στο βήμα, ή για τον τρόπο με τον οποίο διεξάγει μερικά εκκλησιαστικά καθήκοντα. Αν δώσετε προσοχή στον γογγυστή, θα αρχίσετε και σεις να σκέπτεσθε όπως σκέπτεται κι εκείνος. Κατόπιν, καθώς παρατηρείτε τον πρεσβύτερο, θα λέτε στον εαυτό σας: ‘Τώρα που το σκέπτομαι, αυτά που λέγει ο φίλος μου γι’ αυτό τον πρεσβύτερο είναι αληθινά. Ποτέ δεν το σκέφθηκα πριν.’ Αυτό ακριβώς θέλει και ο γογγυστής να σκεφθήτε. Πριν φυτευθή ο σπόρος της δυσαρέσκειας στη διάνοια σας, οι ενέργειες του πρεσβυτέρου δεν σας ενοχλούσαν. Αλλά τώρα σας ενοχλούν. Τελικά, τίποτα απ’ ό,τι κάνει δεν σας φαίνεται ορθό! Έτσι κι εσείς, επίσης, αρχίζετε ν’ αναπτύσσετε ένα πνεύμα γογγυσμού. Προφανώς, αυτό δεν ταιριάζει σε μια εκκλησία του λαού του Ιεχωβά.
Αλλά υπάρχει κάτι ακόμη που πρέπει να εξετάσωμε. Ο συνεχής γογγυσμός συχνά οδηγεί σε άλλα ανεπιθύμητα χαρακτηριστικά, όπως είναι η συκοφαντία και η λοιδορία, τα οποία επηρεάζουν σοβαρά τη σχέσι μας με τον Ιεχωβά. (1 Κορ. 6:10) Όταν οι Ισραηλίται εγόγγυσαν κατά του Μωυσέως, πώς το είδε αυτό ο Θεός; Ο Ιεχωβά με σαφήνεια ρώτησε: «Έως πότε θέλω υποφέρει την συναγωγήν ταύτην την πονηράν, όσα αυτοί γογγύζουσιν εναντίον μου;» (Αριθ. 14:27) Για τον Ιεχωβά, αυτό ήταν ένα στασιαστικό παράπονο εναντίον της θείας του κυριαρχίας! Ήταν πολύ σοβαρό!
Ο μαθητής Ιούδας έγραψε σχετικά με γογγυστές οι οποίοι είχαν εισέλθει στην πρώτη Χριστιανική εκκλησία. Ήσαν άτομα που ‘την εξουσίαν καταφρονούσαν και τα αξιώματα βλασφημούσαν,’ δηλαδή τους υπεύθυνους άνδρες στην εκκλησία. Ασφαλώς, αυτοί οι γογγυστές δεν είχαν τη θεία επιδοκιμασία και οι πιστοί Χριστιανοί σήμερα πρέπει με σοφία να αποφεύγουν την ασεβή τους πορεία.—Ιούδα 8, 16.
ΕΙΝΑΙ ΤΑ ΠΑΡΑΠΟΝΑ ΠΑΝΤΟΤΕ ΑΠΑΡΑΔΕΚΤΑ;
Ασφαλώς, λοιπόν, το πνεύμα γογγυσμού και η συνεχής έκφρασις αβάσιμων παραπόνων πρέπει ν’ αποφεύγεται από τα άτομα που επιθυμούν να ευαρεστούν τον Ιεχωβά. Αλλά μήπως αυτό σημαίνει ότι όλα τα παράπονα είναι αδικαιολόγητα, απαράδεκτα και δυσαρεστούν τον Θεό;
Όχι. Σύμφωνα με τις Γραφές, «Είπε . . . Κύριος, Η κραυγή [παραπόνων] των Σοδόμων και των Γομόρρων επλήθυνε.» Ο Θεός δεν αγνόησε αυτή την «κραυγή παραπόνων.» Αντιθέτως, εξέτασε το ζήτημα, λέγοντας: «Θέλω λοιπόν καταβή και θέλω ιδεί αν έπραξαν ολοκλήρως κατά την κραυγήν την ερχομένην προς εμέ. Και θέλω γνωρίσει, αν ουχί.» (Γέν. 18:20, 21) Ο Ιεχωβά διεπίστωσε ότι η δυνατή «κραυγή παραπόνων» ήταν δικαιολογημένη, και έτσι κατέστρεψε τις ασεβείς πόλεις των Σοδόμων και Γομόρρων.—Γέν. 19:24, 25.
Είναι αλήθεια ότι τα παράπονα κατά καιρούς μπορεί να είναι κατάλληλα. Έτσι, οι διωρισμένοι Χριστιανοί πρεσβύτεροι δεν πρέπει να θεωρούν όλα τα παράπονα ακατάλληλα και απαράδεκτα. Οι απόστολοι του Ιησού δεν έλαβαν αυτή τη στάσι. Στην Ιερουσαλήμ, λίγο μετά την Πεντηκοστή του 33 μ.Χ., «έγεινε γογγυσμός των Ελληνιστών κατά των Εβραίων, ότι αι χήραι αυτών παρεβλέποντο εν τη καθημερινή διακονία.» Συνεπώς, «οι δώδεκα» εξέτασαν το ζήτημα και διώρθωσαν την κατάστασι με το να διορίσουν «επτά άνδρας μαρτυρουμένους» «επί της χρείας ταύτης,» δηλαδή της διανομής τροφίμων.—Πράξ. 6:1-6.
Οι Χριστιανοί πρεσβύτεροι σήμερα πρέπει να αναγνωρίζουν ότι αδικίες ή άλλα σφάλματα μπορεί να εγείρουν μερικά δικαιολογημένα παράπονα. Δεν μπορούν κατάλληλα να πάρουν τη στάσι ότι κάθε τι που γίνεται είναι ορθό και ότι τίποτε δεν πρέπει να υφίσταται επίκρισι. Το εδάφιο Παροιμίες 21:13 λέγει κατάλληλα: «Όστις εμφράττει τα ώτα αυτού εις την κραυγήν του πτωχού, θέλει φωνάξει και αυτός και δεν θέλει εισακουσθή.»
Και οι διωρισμένοι πρεσβύτεροι επίσης πρέπει να αποφεύγουν ένα πνεύμα γογγυσμού προς τους ομοπίστους τους. Αντί να επικρίνουν και ποτέ να μην είναι ικανοποιημένοι από ό,τι κάνουν οι Χριστιανοί αδελφοί και αδελφές τους, οι επίσκοποι πρέπει να είναι ενθαρρυντικοί, εποικοδομητικοί. (1 Κορ. 8:1) Αυτό θα συμβάλη πολύ στην καταπολέμησι οποιουδήποτε πνεύματος παραπόνων μέσα στην εκκλησία.—Παράβαλε με 2 Τιμόθεον 4:22.
ΔΕΙΧΝΕΤΕ ΑΓΑΠΗ ΜΙΜΟΥΜΕΝΟΙ ΤΟΝ ΧΡΙΣΤΟ
Είναι σπουδαίο ν’ αποφεύγωμε το πνεύμα γογγυσμού, διότι μια τέτοια στάσις μόνο σε καταστροφή μπορεί να οδηγήση. Αντί να επιτρέπωμε στον εαυτό μας να γίνη γογγυστής, πόσο καλύτερο θα ήταν να επιδεικνύωμε την ιδιότητα της αγάπης! Οι γογγυστές και τα άτομα που παραπονούνται δεν μπορούν συγχρόνως να ακολουθούν την εντολή να αγαπούμε τον πλησίον μας. (Ματθ. 22:39) Ο γογγυσμός βλάπτει τον γογγυστή καθώς επίσης και το άτομο εναντίον του οποίου ομιλεί. Η αγάπη κάνει σε όλους καλό. (1 Κορ. 8:1· 13:4-8) Έτσι, γιατί να μην ακολουθούμε τον ‘βασιλικό νόμο της αγάπης’;—Ιακ. 2:8.
Αντί να ακούμε εκείνους που μεμψιμοιρούν και παραπονούνται, καλά θα κάνωμε να διατηρούμε την ταπεινή στάσι του Χριστού Ιησού. «Εν μορφή Θεού υπάρχων, δεν ενόμισεν [ο Ιησούς] αρπαγήν (ουχ ηρπαγμόν ηγήσατο, Κείμενον, δεν σκέφθηκε καν μια αρπαγή, ΜΝΚ) το να ήναι ίσα με τον Θεόν.» Αντιθέτως, «εταπείνωσεν εαυτόν γενόμενος υπήκοος μέχρι θανάτου, θανάτου δε σταυρού.» Τι θαυμάσιο παράδειγμα είναι αυτό για μας! Δεν επαναστάτησε καθόλου για τον τρόπο με τον οποίο εγίνοντο τα πράγματα!—Φιλιπ. 2:5-8.
Αντιθέτως, ο Ιησούς επέδειξε βαθειά πιστότητα στον ουράνιο Πατέρα του. Έδειξε επίσης μεγάλο ενδιαφέρον όταν οι άλλοι πρόσκοπταν. Σε μια περίπτωσι, ο Ιησούς είπε στους μαθητές του: «Αδύνατον είναι να μη έλθωσι τα σκάνδαλα· πλην ουαί εις εκείνον, δια του οποίου έρχονται. Συμφέρει εις αυτόν να κρεμασθή περί τον τράχηλον αυτού μύλου πέτρα και να ριφθή εις την θάλασσαν, παρά να σκανδαλίση ένα των μικρών τούτων.» (Λουκ. 17:1, 2) Μπορείτε να φαντασθήτε τον Ιησού να δείχνη ένα τέτοιο στοργικό ενδιαφέρον για τους άλλους και συγχρόνως να γογγύζη;
Ο Ιησούς ανταμείφθηκε πολύ για την πιστή του υπακοή στον Πατέρα του, καθώς επίσης και για το στοργικό ενδιαφέρον που έδειχνε για τους άλλους. Μέσω της αναστάσεώς του και της αναλήψεώς του στον ουρανό, ο Χριστός εξυψώθηκε πάνω από κάθε άλλο δημιούργημα. (Φιλιπ. 2:9-11) Όταν ήταν στη γη, ήταν σε θέσι να καταλαβαίνη τις αδυναμίες και τα προβλήματα του εκπεσόντος ανθρώπου. Τώρα, στην εξυψωμένη του θέσι, ο Ιησούς μπορεί να «συμπαθήση εις τας ασθενείας ημών» και να μας βοηθήση. (Εβρ. 2:18· 4:15) Και εμείς, επίσης, μπορούμε ν’ απολαύσωμε πολλές ευλογίες αν εξακολουθήσωμε να δείχνωμε στοργικό ενδιαφέρον για τους άλλους, χωρίς να παραπονούμεθα εναντίον τους.
Σε ποιο συμπέρασμα, λοιπόν, πρέπει να καταλήξωμε; Ότι το πνεύμα γογγυσμού και παραπόνων καταλήγει σε ανικανοποίησι και δυσαρέσκεια. Αυτό μπορεί να οδηγήση ακόμη και σε στασιασμό εναντίον του Θεού. Θέλετε να συμβή αυτό σε σας; Ή, αντιθέτως, επιθυμείτε να διάγετε μια ζωή πλούσια και ικανοποιητική, γνωρίζοντας ότι έχετε τις ευλογίες και την επιδοκιμασία του ουρανίου Δημιουργού; Ασφαλώς, επιθυμείτε την εύνοια του. Γι’ αυτό, «πράττετε τα πάντα χωρίς γογγυσμών και αμφισβητήσεων, δια να γίνησθε άμεμπτοι και ακέραιοι, τέκνα Θεού αμώμητα εν μέσω γενεάς σκολιάς και διεστραμμένης, μεταξύ των οποίων λάμπετε ως φωστήρες εν τω κόσμω.»—Φιλιπ. 2:14, 15.