ΔΙΑΔΙΚΤΥΑΚΗ ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗ της Σκοπιάς
ΔΙΑΔΙΚΤΥΑΚΗ ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗ
της Σκοπιάς
Ελληνική
  • ΑΓΙΑ ΓΡΑΦΗ
  • ΕΚΔΟΣΕΙΣ
  • ΣΥΝΑΘΡΟΙΣΕΙΣ
  • w80 1/2 σ. 8-14
  • Δεν Αποκάμαμε!

Δεν υπάρχει διαθέσιμο βίντεο για αυτή την επιλογή.

Λυπούμαστε, υπήρξε κάποιο σφάλμα στη φόρτωση του βίντεο.

  • Δεν Αποκάμαμε!
  • Η Σκοπιά Αναγγέλει τη Βασιλεία του Ιεχωβά—1980
  • Υπότιτλοι
  • Παρόμοια Ύλη
  • ΤΑ ΠΡΩΤΑ ΜΑΣ ΧΡΟΝΙΑ ΣΤΗΝ ΥΠΗΡΕΣΙΑ ΤΟΥ ΘΕΟΥ
  • ΕΡΓΑΖΟΜΕΝΟΙ ΥΠΟ ΤΗΝ ΕΠΙΦΑΝΕΙΑ
  • ΑΝΤΑΜΩΝΟΜΕ ΚΑΙ ΠΑΛΙ
  • ΜΙΑ ΔΟΚΙΜΑΣΙΑ ΤΗΣ ΠΙΣΤΕΩΣ ΜΑΣ
  • Η ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ ΖΩΗ ΣΤΟ ΡΑΒΕΝΣΜΠΡΟΥΚ
  • ΕΠΙΒΙΩΝΟΝΤΑΣ ΑΠΟ ΤΟ ΧΕΙΡΟΤΕΡΟ ΕΤΟΣ
  • ΔΙΑΤΗΡΩΝΤΑΣ ΤΗ ΣΤΑΘΕΡΗ ΜΑΣ ΑΠΟΦΑΣΙ
  • ΙΕΡΑΠΟΣΤΟΛΙΚΗ ΥΠΗΡΕΣΙΑ
  • ΤΙ ΗΤΑΝ ΕΚΕΙΝΟ ΠΟΥ ΜΑΣ ΒΟΗΘΗΣΕ ΝΑ ΜΗΝ ΑΠΟΚΑΜΩΜΕ
  • “Το Όνομα του Ιεχωβά είναι Πύργος Οχυρός”
    Η Σκοπιά Αναγγέλει τη Βασιλεία του Ιεχωβά—1972
  • Υποκινήθηκα από την Οσιότητα της Οικογένειάς μου στον Θεό
    Ξύπνα!—1998
  • Απελευθέρωσις από Ολοκληρωτική Ιερή Εξέτασι δια Πίστεως Στον Θεό
    Η Σκοπιά Αναγγέλει τη Βασιλεία του Ιεχωβά—1961
  • «Μακάριον το Έθνος, του Οποίου Θεός Είναι ο Ιεχωβά»
    Η Σκοπιά Αναγγέλει τη Βασιλεία του Ιεχωβά—1967
Δείτε Περισσότερα
Η Σκοπιά Αναγγέλει τη Βασιλεία του Ιεχωβά—1980
w80 1/2 σ. 8-14

Δεν Αποκάμαμε!

100 και πλέον χρόνια στην υπηρεσία του Θεού παρά τις μεγάλες δοκιμασίες πίστεως.

Αφήγησις της Ίλζε Ουντερντόρφερ

ΤΟΝ Σεπτέμβριο του 1939 η φίλη μου Ελφρίντε Λορ κι εγώ βρεθήκαμε στο στρατόπεδο συγκεντρώσεως Ράβενσμπρουκ στη Γερμανία. Μόλις είχε αρχίσει ο Β΄ Παγκόσμιος Πόλεμος.

Ο Χάινριχ Χίμλερ, ο αρχηγός των Ναζιστικών Ες-Ες (Σούτς-Στάφφελ, ή Εκλεκτή Φρουρά), μας επισκέφθηκε στο στρατόπεδο συγκεντρώσεως Λίχτενμπουργκ, λίγο πριν μας μεταφέρουν στο νεοκτισμένο στρατόπεδο του Ράβενσμπρουκ. Σκοπός του ήταν να κάνη τους Μάρτυρες του Ιεχωβά να εγκαταλείψουν την πιστότητα τους στο Θεό και να υποστηρίξουν τις πολεμικές προσπάθειες των Ναζί. Αλλά, αρνηθήκαμε όλοι. Τότε, ο Χίμλερ εξαγριώθηκε πολύ και φώναξε: «Αν σας αρέση, ο Ιεχωβά σας μπορεί να βασιλεύη στον ουρανό, αλλά εδώ πάνω στη γη, κυβερνούμε εμείς! Θα σας δείξωμε ποιοι θα υπομείνουν περισσότερο, εσείς ή εμείς!»

Επί έξη σχεδόν συνεχή έτη, η Ελφρίντε κι εγώ, μαζί με πολλές άλλες Χριστιανές αδελφές μας, υπομείναμε μερικές από τις πιο φρικιαστικές συνθήκες που μπορεί να φανταστή κανείς. Ωστόσο, εμείς οι Μάρτυρες επιζήσαμε, μολονότι ο Χίμλερ, ο Χίτλερ και το πλήθος τους έσβησαν!

Πριν από χρόνια, ενώ ήμαστε ακόμη στην εφηβική ηλικία, η Ελφρίντε κι εγώ είχαμε πάρει την απόφασι να χρησιμοποιήσουμε τη ζωή μας στην υπηρεσία του Θεού και τίποτε ποτέ να μη μας κάνη να αποκάμωμε! Προτού μας στείλουν στο στρατόπεδο συγκεντρώσεως, δοκιμάσαμε την παρηγορητική φροντίδα του Θεού καθώς κηρύτταμε τα αγαθά νέα της Βασιλείας εν όψει της αυξανόμενης εναντιώσεως των Ναζιστών. Και σήμερα, παραμένομε ακόμη σ’ αυτήν, έχοντας μόλις συμπληρώσει 100 χρόνια αφιερωμένης υπηρεσίας και οι δύο μαζί, αλλά θα σας πούμε πώς βρεθήκαμε στο Ράβενσμπρουκ.

ΤΑ ΠΡΩΤΑ ΜΑΣ ΧΡΟΝΙΑ ΣΤΗΝ ΥΠΗΡΕΣΙΑ ΤΟΥ ΘΕΟΥ

Το 1926, όταν η Ελφρίντε ήταν μόνο 16 ετών, συμβόλισε την αφιέρωσί της στον Θεό με το εν ύδατι βάπτισμα. Η επιθυμία της καρδιάς της εκπληρώθηκε όταν μπόρεσε να εισέλθη στο ολοχρόνιο έργο κηρύγματος τον χειμώνα του 1930. Μολονότι, μια σοβαρή ασθένεια περιώρισε τις δυνάμεις της για λίγο, όταν συνάντησα για πρώτη φορά την Ελφρίντε τον Μάρτιο του 1937, ήταν δραστήρια στο υπό την επιφάνεια έργο. Βλέπετε, οι δραστηριότητες των Μαρτύρων του Ιεχωβά είχαν απαγορευθή στη Γερμανία κάτω από το Ναζιστικό καθεστώς, και, με κίνδυνο της ελευθερίας μας και ακόμη και της ζωής μας, πολλοί από μας μετείχαμε στη διανομή πνευματικής τροφής σ’ ολόκληρη τη χώρα.

Ο δικός μου στόχος σαν νεαρό κορίτσι, ήταν να βοηθήσω τους συνανθρώπους μου· ήθελα να γίνω καθηγήτρια γυμνασίου. Αλλά το 1931 συνώδευσα τη μητέρα μου σε μια συνέλευσι των Μαρτύρων του Ιεχωβά στο Παρίσι της Γαλλίας. Όσα έμαθα και έζησα εκεί, άλλαξαν τη ζωή μου. Το επόμενο έτος, σε ηλικία 19 ετών, βαπτίσθηκα.

Ο Χίτλερ και το Ναζιστικό του κόμμα ήλθαν στην εξουσία το 1933 και σχεδόν αμέσως άρχισαν να διώκουν τους Μάρτυρες του Ιεχωβά. Ήταν μεγάλη χαρά για μένα όταν μου δόθηκε το προνόμιο να υπηρετώ ως ένας αγγελιαφόρος στην υπό την επιφάνεια δράσι μας στη Σαξωνία. Τον Αύγουστο του 1936, η Γερμανική Γκεστάπο (μυστική αστυνομία), άρχισε συστηματική εκστρατεία εναντίον της υπό την επιφάνεια οργανώσεώς μας. Ο Φριτζ Βίνκλερ, που επέβλεπε το έργο μας, και οι περισσότεροι από τους διευθυντές περιοχής συνελήφθησαν και φυλακίσθηκαν.

Τον Σεπτέμβριο του 1936, μπόρεσα να πάω στη Λουκέρνη της Ελβετίας, για μια συνέλευσι, μαζί με 300 άλλους από τη Γερμανία. Εκεί ο Τζ. Φ. Ρόδερφορδ, ο τότε πρόεδρος της Εταιρίας Σκοπιά, ανέθεσε στον Έριχ Φροστ την ευθύνη να αναδιοργανώση την άσχημα εξαρθρωμένη υπόγεια δραστηριότητά μας, και μερικές μέρες αργότερα διωρίσθηκα να συνεργάζωμαι μαζί του.

Ένας διορισμός από τον Αδελφό Φροστ, μ’ έστειλε στο Μόναχο να εντοπίσω την Ελφρίντε Λορ. Το μόνο πράγμα που ήξερα γι’ αυτήν ήταν ότι ο πατέρας της ήταν οδοντίατρος. Βρήκα τη διεύθυνσί τους στον τηλεφωνικό κατάλογο και, σαν μια προφύλαξι, τηλεφώνησα πρώτα. Όταν συναντηθήκαμε, είπα στην Ελφρίντε ότι προσκαλείτο να συνεργασθή μαζί μας ολοχρόνια. Έτσι, άρχισε μια στενή φιλία 43 σχεδόν ετών. Ήμαστε μαζί στα στρατόπεδα συγκεντρώσεως και μαζί στο ολοχρόνιο έργο κηρύγματος για 40 και πλέον χρόνια.

ΕΡΓΑΖΟΜΕΝΟΙ ΥΠΟ ΤΗΝ ΕΠΙΦΑΝΕΙΑ

Η γκεστάπο μας αναζητούσε όλους. Έτσι, συνήθως ταξιδεύαμε με τραίνο τη νύχτα, και κοιμόμαστε όσο καλύτερα μπορούσαμε. Στη διάρκεια της ημέρας συναντούσαμε τους αδελφούς και τις αδελφές σε διάφορες υποδεδειγμένες τοποθεσίες για να τους δώσουμε πολυγραφημένα αντίτυπα της Σκοπιάς και άλλες ζωτικές πληροφορίες. Κατά καιρούς, δαπανούσαμε τη νύχτα με ενδιαφερόμενα άτομα ή στα θερινά σπίτια των αδελφών οι οποίοι δεν ήσαν ακόμη πολύ γνωστοί στη γκεστάπο.

Ποτέ δεν μεταφέραμε γραπτές διευθύνσεις ή άλλες σημειώσεις. Μαθαίναμε απ’ έξω το κάθε τι. Έτσι, αν μας συνελάμβαναν, η αστυνομία δεν θα είχε καμμιά απόδειξι για να ενοχοποιήση κάποιον. Επανειλημμένα, νοιώθαμε την προστασία του Ιεχωβά. Αυτό αλήθευσε ιδιαίτερα όταν διωργανωθήκαμε για τη διανομή της διακηρύξεως που υιοθετήθηκε στη συνέλευσι της Λουκέρνης. Αυτή η διακήρυξις περιείχε ισχυρές διαμαρτυρίες για τη βίαιη μεταχείρισι των Μαρτύρων του Ιεχωβά εκ μέρους της Ρωμαιο-Καθολικής Ιεραρχίας και των συμμάχων τους στη Γερμανία. Στις 12 Δεκεμβρίου 1936, μεταξύ των ωρών 5 και 7 μ.μ., περίπου 3.459 αδελφοί και αδελφές σε όλη τη Γερμανία μετείχαν στη διανομή εκατοντάδων χιλιάδων αντιτύπων αυτού του ισχυρού αγγέλματος.

Εν συνεχεία, στις 21 Μαρτίου 1937, περίπου δυο βδομάδες αφότου είχα συναντήσει για πρώτη φορά την Ελφρίντε, ο αδελφός Φροστ κι εγώ συλληφθήκαμε. Τον ίδιο καιρό περίπου, μερικοί που κατηύθυναν την υπηρεσία περιοχής έπεσαν επίσης στα χέρια της γκεστάπο. Ο αδελφός Χάινριχ Ντίτσι, διευθυντής της υπηρεσίας περιοχής, ο οποίος ήταν ακόμη ελεύθερος, ανέλαβε την εποπτεία του έργου κατά την απουσία του αδελφού Φροστ.

Όταν ούτε ο αδελφός Φροστ ούτε εγώ, δεν παρουσιασθήκαμε σε μια συνάθροισι που είχε διευθετηθή εκ των προτέρων στο τέλος του Μαρτίου, η Ελφρίντε κατάλαβε ότι κάτι δεν πήγαινε καλά. Δεν μπορούσε να επιστρέψη στο σπίτι, διότι η γκεστάπο την αναζητούσε. Διερωτάτο: «Ποιος είναι ο διάδοχος του αδελφού Φροστ, και πώς μπορώ να τον συναντήσω;» Αφού προσευχήθηκε στον Ιεχωβά, σκέφτηκε να προσπαθήση να επικοινωνήση με την πόλι Λότκιρχ, περίπου 150 χιλιόμετρα (90 μίλια) από το Μόναχο. Στο Λότκιρχ, εκείνη ακριβώς τη μέρα, συνάντησε τον αδελφό τον οποίο είχε στείλει ο αδελφός Ντίτσι για να την βρη. Ασφαλώς αυτό φάνηκε να έγινε με αγγελική κατεύθυνσι!

Επειδή οι Ναζιστές ισχυρίζοντο ότι το περιεχόμενο της διακηρύξεως που είχαμε διανείμει στις 12 Δεκεμβρίου ήταν ψευδές, εγίνοντο διευθετήσεις για να διανείμωμε σ’ όλη τη Γερμανία μια «Ανοικτή Επιστολή» που έδινε ειδικές αποδείξεις για το διωγμό των Μαρτύρων του Ιεχωβά. Ο αδελφός Φροστ κι εγώ είχαμε συλληφθή καθώς προετοιμάζαμε αυτή τη μεγάλη εκστρατεία. Τώρα η Ελφρίντε συνεργαζόταν στενά με τον αδελφό Ντίτσι για να ολοκληρώσουν τις προετοιμασίες, και η εκστρατεία πραγματοποιήθηκε επιτυχώς στις 20 Ιουνίου 1937. Η έκθεσις της Ελφρίντε στο Βιβλίο του Έτους 1974 των Μαρτύρων του Ιεχωβά εξηγεί:

«Ο αδελφός Ντίτσι διοργάνωσε την εκστρατεία. Ήμαστε όλοι θαρραλέοι, το κάθε τι είχε διευθετηθή θαυμάσια και κάθε περιοχή είχε αρκετές επιστολές. Πήρα μια μεγάλη βαλίτσα επιστολές στο σταθμό του τραίνου για την περιοχή γύρω από το Μπρεσλάου και τις πήγα στους αδελφούς στο Λίγκνιτζ. Είχα επίσης και τις δικές μου, τις οποίες στον ωρισμένο καιρό διεμοίρασα όπως όλοι οι άλλοι αδελφοί.»

Επί μήνες πριν απ’ αυτή την εκστρατεία, η γκεστάπο υπερηφανευόταν ότι είχε καταστρέψει την οργάνωσί μας. Τι ταπεινωτική έκπληξις ήταν λοιπόν γι’ αυτούς όταν, μ’ έναν τέτοιο οργανωμένο τρόπο, εκατοντάδες χιλιάδες αντίτυπα αυτής της επιστολής διανεμήθηκαν σ’ όλη τη Γερμανία! Τους έφερε πράγματι σε μια συγκλονιστική κατάστασι.

ΑΝΤΑΜΩΝΟΜΕ ΚΑΙ ΠΑΛΙ

Ενώ λοιπόν η Ελφρίντε ήταν ελεύθερη, εγώ βρισκόμουνα στα χέρια της γκεστάπο. Στην αρχή καταδικάσθηκα μόνο σ’ ένα χρόνο και εννέα μήνες. Αλλά αμέσως αφού εξέτισα την ποινή, με συνέλαβαν πάλι και με έστειλαν στο στρατόπεδο συγκεντρώσεως στο Λίχτενμπουργκ, στις αρχές του 1939. Προς μεγάλη μου έκπληξι, η Ελφρίντε βρισκόταν εκεί όταν έφθασα.

Το καλοκαίρι του 1939 όλες οι Χριστιανές αδελφές που βρισκόμαστε στο Λίχτενμπουργκ, μεταφερθήκαμε στο καινούργιο στρατόπεδο Ράβενσμπρουκ. Πολλές φορές μας απειλούσαν: «Περιμένουμε μέχρι να πάτε στο Ράβενσμπρουκ. Εκεί θα σας τσακίσουμε.» Το περιβάλλον του νέου στρατοπέδου έμοιαζε με αμμώδη έρημο. Οι ψηλοί τοίχοι, με τα αγκαθωτά σύρματα στην κορυφή, καθώς και οι στρατώνες για τους φυλακισμένους και τα σπίτια για τους Ες-Ες , είχαν ολοκληρωθή. Αλλά όλα τ’ άλλα ήσαν ξερότοποι και ανέμεναν εργάτες, δηλαδή, τροφίμους.

ΜΙΑ ΔΟΚΙΜΑΣΙΑ ΤΗΣ ΠΙΣΤΕΩΣ ΜΑΣ

Υπήρχαν περίπου 500 γυναίκες από μας, Μάρτυρες του Ιεχωβά, στο Ράβενσμπρουκ το φθινόπωρο του 1939. Στις 19 Δεκεμβρίου, αρκετές αδελφές αρνήθηκαν να ράψουν τσέπες για πολεμοφόδια στις φόρμες των στρατιωτών· δεν μπορούσαν ενσυνείδητα να υποστηρίξουν την πολεμική προσπάθεια μ’ αυτό τον τρόπο. Μετά απ’ αυτό, όλες μας κληθήκαμε να παρουσιασθούμε στην πλατεία του στρατοπέδου και μάς ρώτησαν αν θα κάναμε την εργασία. Όλες μας αρνηθήκαμε. Ως αποτέλεσμα, άρχισε εκστρατεία για να μάς πιέσουν να εγκαταλείψουμε τη θέσι της Χριστιανικής ουδετερότητας και να υποστηρίξωμε την πολεμική προσπάθεια.—Ησ. 2:4.

Κατ’ αρχήν, μάς άφησαν να στεκώμεθα έξω στο κρύο από το πρωί ως το βράδυ φορώντας μόνο ελαφρά καλοκαιρινά ρούχα. Και ήταν ένας από τους πιο ψυχρούς χειμώνες της Γερμανίας, με θερμοκρασία συχνά 15 ως 20 βαθμούς Κελσίου κάτω από το μηδέν! Τη νύχτα μάς κλείδωσαν στο κελλί όπου έπρεπε να κοιμηθούμε κάτω στο γυμνό πάτωμα χωρίς κουβέρτες, και με τα παράθυρα ανοιχτά για να δημιουργήται ψυχρό ρεύμα. Επί πλέον, δεν μάς έδωσαν τίποτε για να φάμε την πρώτη μέρα. Στη διάρκεια των επομένων τεσσάρων ημερών αυτής της κακομεταχειρίσεως, μάς έδιναν μόνο μισή μερίδα τροφής. Εν συνεχεία μάς κλείδωναν σ’ ένα σκοτεινό κελλί επί τρεις βδομάδες, και μάς επέτρεπαν να τρώμε κάτι ζεστό μόνο μια φορά κάθε τέσσερις μέρες. Τις άλλες μέρες, μάς έδιναν ένα κομμάτι ψωμί κι ένα φλυτζάνι σκέτο καφέ το πρωί. Στη διάρκεια της εορτής των Χριστουγέννων (25 ως 27 Δεκεμβρίου), δεν μάς έδωσαν τίποτε απολύτως.

Μετά απ’ αυτό, επιστρέψαμε στα παραπήγματα μας, τα οποία ήσαν ποινικά παραπήγματα για τρεις μήνες. Αυτό σήμαινε λιγώτερη και πιο κακή τροφή, και σκληρή εργασία με αξίνα και φτυάρια από το πρωί ως το βράδυ επτά μέρες τη βδομάδα. Μας στερούσαν επίσης την ιατρική βοήθεια. Πολλές φορές, οι διοικητές των Ες-Ες έλεγαν: «Αν δεν συμφωνήσετε να υποστηρίξετε την πολεμική προσπάθεια, δεν θα βγήτε από δω εκτός από την καπνοδόχο!»

Την άνοιξι του 1940 δεν ήμαστε τίποτε περισσότερο από σκελετοί. Θάπρεπε να είχαμε πεθάνει σαν μύγες. Αλλά ο Ιεχωβά Θεός, τον οποίον είχε προκαλέσει άμεσα ο Χίμλερ, έδειξε ότι μπορεί να διατηρήση το λαό Του κάτω από τις χειρότερες συνθήκες. Ούτε μια από τις 500 αδελφές που ήμαστε εκεί δεν αρρώστησε σοβαρά, ούτε μια δεν πέθανε. Ακόμη και μερικοί από τους Ες-Ες έλεγαν: «Αυτό συμβαίνει διότι ο Ιεχωβά σας βοήθησε.» Και, το πιο σπουδαίο, ούτε μια αδελφή δεν απόκαμε· όλες παρέμειναν πιστές. Ήταν ένας πραγματικός θρίαμβος ακεραιότητας προς τον Ιεχωβά!

Μπορώ να πω ότι και η Ελφρίντε κι εγώ, είχαμε τακτοποιήσει τους λογαριασμούς μας με τη ζωή. Είχαμε πάρει την απόφασι να παραμείνωμε πιστές στον Ιεχωβά άσχετα με το τι θα αντιμετωπίζαμε. Με τον απόστολο Παύλο, μπορούσαμε να πούμε: «Επειδή εαν τε ζώμεν, δια τον Κύριον ζώμεν εάν τε αποθνήσκωμεν, δια τον Κύριον αποθνήσκομεν. Εάν τε λοιπόν ζώμεν, εάν τε αποθνήσκωμεν, του Κυρίου είμεθα.»—Ρωμ. 14:8.

Η ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ ΖΩΗ ΣΤΟ ΡΑΒΕΝΣΜΠΡΟΥΚ

Ωστόσο, για μας οι συνθήκες σύντομα άλλαξαν προς το καλύτερο. Πολλοί γεωργοί εργάτες κατετάγησαν στο στρατό, δημιουργώντας έλλειψι στους αγροτικούς εργάτες. Οι τρόφιμοι του στρατοπέδου λοιπόν, εστάλησαν να εργασθούν στα αγροκτήματα της περιοχής του Ράβενσμπρουκ. Επειδή ο κίνδυνος να δραπετεύσουν αυτοί οι εργάτες ήταν μεγαλύτερος, και επειδή ήταν γνωστό ότι οι Μάρτυρες του Ιεχωβά δεν θα προσπαθούσαν να δραπετεύσουν, πολλοί από μας εστάλησαν στα αγροκτήματα να εργασθούν. Εκεί μας έδιναν τροφή, εκτός από το πενιχρό φαγητό του στρατοπέδου συγκεντρώσεως.

Αλλά η πνευματική τροφή ήταν υψίστης σπουδαιότητος για μας. Οικοδομούσαμε ο ένας τον άλλον πνευματικά, μοιραζόμενοι τη Βιβλική γνώσι που είχαμε αποκτήσει προτού φυλακισθούμε. Επίσης, οι νεοφερμένοι στο στρατόπεδο μοιράζοντο μαζί μας ότι είχαν μάθει πιο πρόσφατα στις Γραφικές τους μελέτες. Πόσο χαρήκαμε όταν πέρασαν λαθραία στο στρατόπεδο αρκετές Γραφές! Όταν ήταν δυνατόν, δίναμε μαρτυρία σε άλλους κρατουμένους, καθώς επίσης και στους επιστάτες μας. Τίποτε δεν μπορούσε να μας σταματήση από το να εκδηλώνωμε την πιστότητά μας στον Ιεχωβά. Η απόφασίς μας ήταν: «Καλύτερα να πεθάνουμε παρά να αποκάμωμε!»

Η Ελφρίντε ήταν διωρισμένη να περιποιήται κήπους αξιωματικών των Ες-Ες , και μένα, μαζί με άλλες αδελφές, με έστειλαν να εργάζωμαι σ’ ένα αγρόκτημα των Ες-Ες . Κατά τα τέλη του 1942, αρχίσαμε να κοιμώμαστε όλη τη νύχτα στο αγρόκτημα αντί να επιστρέφωμε στους στρατώνες του στρατοπέδου· έτσι, απολαμβάναμε μεγάλη ελευθερία. Την άνοιξι του 1943, κατώρθωσα να έλθω σ’ επαφή μέσω αλληλογραφίας με τον αδελφό Φρανς Φρίτσε. Αυτός ήταν ένας θαρραλέος αδελφός ο οποίος ήταν δραστήριος στο να εισάγη λαθραία πνευματική τροφή στα στρατόπεδα συγκεντρώσεως. Κάποτε μπόρεσα να τον συναντήσω σ’ ένα δάσος δίπλα στο αγρόκτημα. Έγιναν διευθετήσεις ν’ αρχίσωμε να λαμβάνωμε τη Σκοπιά και άλλες εκδόσεις τακτικά. Υπήρχαν πολλοί τρόποι που φέρναμε τα έντυπα στο στρατόπεδο.

Αλλά τότε οι συνθήκες άλλαξαν πάλι. Ο αδελφός Φρίτσε συνελήφθη. Η γκεστάπο τελικά ανακάλυψε ότι δια μέσου ωργανωμένων αγωγών εισήγοντο τακτικά τα Βιβλικά έντυπα λαθραία στο στρατόπεδο συγκεντρώσεως. Πόσο τους συγκλόνισε αυτή η ανακάλυψις! Και τι ισχυρή απόδειξις ότι μετά από 10 χρόνια λυσσώδους διωγμού, το πνεύμα του λαού του Θεού δεν είχε συντριβή, είτε μέσα στα στρατόπεδα είτε έξω! Αμέσως, ο Χίμλερ διέταξε να ερευνηθούν όλα τα ύποπτα στρατόπεδα για Γραφικά έντυπα.

ΕΠΙΒΙΩΝΟΝΤΑΣ ΑΠΟ ΤΟ ΧΕΙΡΟΤΕΡΟ ΕΤΟΣ

Η γκεστάπο εμφανίσθηκε αρκετά απροσδόκητα στο Ράβενσμπρουκ στις 4 Μαΐου 1944. Έκαναν μια ξαφνική εξονυχιστική έρευνα για Γραφές και Γραφικά έντυπα, ιδιαίτερα για τη Σκοπιά. Επίσης, πήγαν εκεί όπου η Ελφρίντε φρόντιζε τους κήπους των Ες-Ες και στο αγρόκτημα των Ες-Ες όπου ήμουν εγώ διωρισμένη. Τελικά, αποφάσισαν να θεωρήσουν 15 αδελφές ως τις υπεύθυνες που θα υπέφεραν για όλες. Η Ελφρίντε κι εγώ περιλαμβανόμαστε σ’ αυτό τον αριθμό.

Στην αρχή, μάς κλείδωσαν στη διαβόητη πτέρυγα των κελλιών. Εκεί, μάς στοίβαξαν σε μικρά σκοτεινά κελλιά, και επί επτά βδομάδες δεν μάς επέτρεπαν να βγούμε έξω. Ύστερα, μάς πήγαν στο «πειθαρχείο» όπου η Ελφρίντε κι εγώ ήλθαμε πάλι σε στενή επαφή. Όσα ζήσαμε εκεί στη διάρκεια του τελευταίου μας έτους στο Ράβενσμπρουκ, δύσκολα μπορούν να εκφρασθούν με λόγια. Αλλά πάντοτε αισθανόμαστε την προστασία και τη στοργική φροντίδα του Ιεχωβά. Μας έδωσε τη δύναμι να υπομείνωμε. Μια μεγάλη βοήθεια ήταν η πνευματική τροφή που μπορούσαν να μάς στέλνουν λαθραία οι αδελφές που είχαν παραμείνει στο αγρόκτημα. Η γκεστάπο δεν βρήκε τα έντυπα εκεί, επειδή είχαμε καλούς κρυψώνες.

Στη διάρκεια των τελευταίων μηνών, οι συνθήκες στο στρατόπεδο εγίνοντο όλο και πιο χειρότερες, ιδιαίτερα εκεί που ήμαστε εμείς—στο πειθαρχείο. Οι στρατώνες ήσαν παραγεμισμένοι. Αρχικά προωρίζοντο για 100 φυλακισμένους, αλλά τελικά το πειθαρχείο έπρεπε να φιλοξενήση 1.200 ως 1.500 άτομα. Έξη ή επτά κοιμούντο σε δύο κρεββάτια, κι έτσι κανένας δεν μπορούσε πραγματικά να κοιμηθή καλά. Λόγω της κακής συχνά ανεπαρκώς πλυμένης τροφής, οι εντερικές ασθένειες ήσαν στην ημερήσια διάταξι. Οι φυλακισμένοι πέθαιναν με άθλιο τρόπο κατά εκατοντάδες.

Η Ελφρίντε επίσης αρρώστησε σοβαρά. Δημιουργήθηκε μια φλεγμονή στους πνεύμονές της και πέρασε υψηλό πυρετό. Προτού μπορέσω να το εμποδίσω, την μετέφεραν σ’ έναν από τους στρατώνες για τους ασθενείς, που ήταν γεμάτος μ’ εκείνους που είχαν την αγωνία του θανάτου. Σε κανέναν δεν επέτρεπαν να φύγη μόνος από την πτέρυγα του πειθαρχείου. Ωστόσο, με τη βοήθεια της αρχηγού του θαλάμου, κάπου κάπου, μπορούσα να βγαίνω και να πηγαίνω στην Ελφρίντε κάτι να πιη.

Ήταν σαφές ότι η Ελφρίντε δεν θα ζούσε πολύ, εκεί που ήταν. Φορτηγά σταματούσαν τακτικά μπροστά από τους στρατώνες για τους ασθενείς, και έρριχναν πάνω σ’ αυτά τους νεκρούς και τους ετοιμοθάνατους και τους μετέφεραν στο αποτεφρωτήριο. Έτσι, με τη βοήθεια της αρχηγού του θαλάμου, δύο από μας πήγαμε στην Ελφρίντε. Το κρεββάτι της ήταν κοντά σ’ ένα παράθυρο, Συγκεντρώνοντας όλη μας τη δύναμι, μπορέσαμε να τη βγάλωμε έξω από το παράθυρο. Εν συνεχεία τη φέραμε πίσω στο πειθαρχείο. Εκεί μια φυλακισμένη Ρωσίδα, η οποία ήταν γιατρός, εφάρμοσε μια απλή αλλά οδυνηρή θεραπεία, και η φλεγμονή στους πνεύμονες της Ελφρίντε υποχώρησε. Είχε σωθή.

Στις αρχές της ανοίξεως του 1945, ο Β΄ Παγκόσμιος Πόλεμος πλησίαζε γοργά στο τέλος του. Τα Ναζιστικά στρατεύματα των Ες-Ες σκόπευαν ν’ ανατινάξουν το στρατόπεδο. Αλλά οι Ρώσοι ήλθαν με τέτοια ταχύτητα που οι Ναζί δεν μπόρεσαν να εκτελέσουν τα δαιμονικά σχέδιά τους. Στις 28 Απριλίου το Ράβενσμπρουκ έπεσε στα χέρια των Ρώσων χωρίς καμμιά αντίστασι. Έτσι, ελευθερωθήκαμε απ’ αυτή τη «φλεγόμενη κάμινο» μετά από έξη περίπου συνεχή έτη. Σ’ αυτά προστίθενται και τα δύο περίπου χρόνια φυλακίσεως προτού έλθωμε στο Ράβενσμπρουκ.

ΔΙΑΤΗΡΩΝΤΑΣ ΤΗ ΣΤΑΘΕΡΗ ΜΑΣ ΑΠΟΦΑΣΙ

Και οι δύο είχαμε υποσχεθή στον Ιεχωβά ότι, αν ποτέ ελευθερωνόμαστε πάλι, θα αφιερώναμε όλο μας το χρόνο και τη δύναμι στην υπηρεσία του. Στη δύσκολη επιστροφή μας προς το σπίτι, επισκεφθήκαμε τον αδελφό Φροστ, ο οποίος έδειξε την ίδια στάσι. Μας προσκάλεσε να έλθωμε, όσο το δυνατόν πιο σύντομα στο Μαγδεμβούργο, απ’ όπου επρόκειτο να αναδιοργανώση το έργο κηρύγματος στη Γερμανία.

Λίγο μετά την επιστροφή μου όμως στο Όλμπερνχαου, η τοπική κυβέρνησις μού προσέφερε την εργασία της διευθύνσεως στο τμήμα των εγκληματολογικών ερευνών. Ούτε για μια στιγμή δεν σκέφθηκα την προσφορά αυτής της εργασίας· από πολύ καιρό η απόφασίς μου ήταν να εισέλθω στην ολοχρόνια υπηρεσία. Μόνο τρεις βδομάδες αργότερα, η Ελφρίντε και εγώ ήμαστε ανάμεσα στους πρώτους πέντε εργάτες του Μπέθελ που επέστρεψαν στο Μαγδεμβούργον.

Το 1947 ο αδελφός Ν. Νορρ, ο τότε πρόεδρος της Εταιρίας, επισκέφθηκε τη Δυτική Γερμανία. Ενεθάρρυνε μερικούς αδελφούς και αδελφές να παρακολουθήσουν τη Βιβλική Σχολή Γαλαάδ της Σκοπιάς. Έτσι, η Ελφρίντε κι εγώ υποβάλαμε αίτησι γι’ αυτή την ιεραποστολική εκπαίδευσι. Με τον καιρό, λάβαμε τις προσκλήσεις μας, και το 1949 αναχωρήσαμε για τις Ηνωμένες Πολιτείες για να παρακολουθήσωμε τη σχολή.

Μετά τη στέρησι για πολλά χρόνια των τακτικών συναθροίσεων και δραστηριοτήτων υπηρεσίας της οργανώσεως του Ιεχωβά, τι ευλογία ήταν για μας ν’ απολαμβάνωμε τις πνευματικές ευλογίες στη Γαλαάδ! Τη θεωρούσαμε ως μια μεγάλη, αμοιβή και θαυμάσια αποζημίωσι για τις πολλές δυσκολίες που είχαμε περάσει. Τότε, ως αποκορύφωμα, το καλοκαίρι του 1950 παρακολουθήσαμε τη συνέλευσι των Μαρτύρων του Ιεχωβά, «Αύξησις της Θεοκρατίας στο Στάδιο Γιάνκη στην πόλι της Νέας Υόρκης». Οι εξετάσεις της αποφοιτήσεως της 15ης τάξεώς μας της Γαλαάδ, διεξήχθησαν την πρώτη μέρα της συνελεύσεως.

ΙΕΡΑΠΟΣΤΟΛΙΚΗ ΥΠΗΡΕΣΙΑ

Ο πρώτος ιεραποστολικός διορισμός μας ήταν στην Κολωνία της Γερμανίας, που βρίσκεται στις όχθες του ποταμού Ρήνου. Αρχίσαμε να συνεργαζώμαστε με την τοπική εκκλησία των 35 ευαγγελιζομένων και σύντομα διεξήγαμε πολλές γόνιμες Γραφικές μελέτες και βοηθούσαμε άλλους να μετέχουν στην υπηρεσία της Βασιλείας. Μετά από τριάμισυ χρόνια εκεί, λάβαμε ένα νέο διορισμό, στην Αυστρία. Αλλ’ εν τω μεταξύ, η εκκλησία της Κολωνίας είχε αυξηθή σε 214 ευαγγελιζομένους, και είδαμε την αφιέρωσι μιας νέας Αιθούσης Βασιλείας.

Στα τελευταία μας 24 χρόνια υπηρεσίας στην Αυστρία, είχαμε διορισμούς σε πολλά μέρη, μεταξύ των οποίων στην κοιλάδα του Γκαστάιν, στο Γκμούντεν στην όμορφη Λίμνη Τράουνζεε, στο Χόχενεμς στο Βόραρλμπεργκ και στο Τελφς στο Τυρόλο. Τώρα, εργαζόμαστε πάλι στο Βόραρλμπεργκ, στο Δάσος του Μπρέγκενζ. Στους διάφορους διορισμούς μας, βοηθήσαμε στην απόκτησι επτά Αιθουσών Βασιλείας. Επίσης, όταν αρχίσαμε σε τρεις από τους διορισμούς μας, δεν υπήρχε ούτε ένας ευαγγελιζόμενος ή υπήρχε μόνο ένας ή δύο. Αλλά, με τον καιρό, είδαμε τα θεμέλια νέων εκκλησιών σ’ αυτά τα μέρη. Μολονότι δεν έχομε δικά μας παιδιά, έχομε πολλά πνευματικά παιδιά και εγγόνια με τα οποία είμαστε ενωμένοι μ’ έναν ανυπέρβλητο δεσμό θερμής αγάπης.

ΤΙ ΗΤΑΝ ΕΚΕΙΝΟ ΠΟΥ ΜΑΣ ΒΟΗΘΗΣΕ ΝΑ ΜΗΝ ΑΠΟΚΑΜΩΜΕ

Ακόμη και μετά την επιβίωση από τις μεγάλες δοκιμασίες της πίστεώς μας στα στρατόπεδα συγκεντρώσεως, αντιμετωπίσαμε πειρασμούς να αποκάμωμε στην ολοχρόνια υπηρεσία μας προς τον Ιεχωβά. Υπήρξαν προβλήματα υγείας λόγω της προχωρημένης ηλικίας και οι συνέπειες των ετών μας στα στρατόπεδα συγκεντρώσεως. Και στα πρόσφατα χρόνια, η αδιαφορία των ανθρώπων σε περιοχές όπου ο υλισμός έχει μεγάλη επιρροή, συχνά αποθαρρύνει. Έτσι, μερικές φορές αναπτύχθηκε η επιθυμία για μια πιο ήρεμη ζωή με περισσότερες ευκολίες και ανέσεις απ’ αυτές που απολαμβάνει ένας ολοχρόνιος διαγγελεύς της Βασιλείας. Τι μας βοήθησε να υπομείνωμε;

Αφ’ ενός μεν, κρατούσαμε ζωντανά μπροστά μας τα παραδείγματα των πιστών δούλων του Ιεχωβά που άφησαν τα πάντα πίσω τους για να τον υπηρετήσουν—άτομα όπως ο Αβραάμ, η Σάρρα, ο Μωυσής, ο απόστολος Παύλος και το μεγαλύτερο παράδειγμά μας, ο Ιησούς Χριστός. Αυτό μάς βοήθησε να διατηρήσωμε την ορθή άποψι και να κρατήσωμε τις αληθινές αξίες. Διατηρούσαμε στο νου τη συμβουλή του Ιησού: «Αλλά ζητείτε πρώτον την βασιλείαν του Θεού και την δικαιοσύνην αυτού.» Επίσης, θυμόμαστε τι είπε ο Ιησούς νωρίτερα στην επί του Όρους Ομιλία του: «Επειδή όπου είναι ο θησαυρός σας, εκεί θέλει είσθαι και η καρδία σας.»—Ματθ. 6:33, 21

Αυτό είναι εκείνο που προσπαθούσαμε πάντοτε να κάνωμε, να κρατούμε τις καρδιές μας συγκεντρωμένες στη βασιλεία του Θεού και να τον υπηρετούμε με ότι έχομε. Η διακράτησις αυτού ως πολύτιμου θησαυρού, είναι εκείνο που μάς βοήθησε να υπομείνωμε τη βάναυση τυραννία του Ναζισμού. Η στερεή διακράτησις αυτής της ίδιας ελπίδας της Βασιλείας, μάς βοήθησε όλα τα μετέπειτα χρόνια να συνεχίσωμε ολοχρόνια στην υπηρεσία του Θεού χωρίς να αποκάμωμε.

Αλήθεια, η ζωή μας υπήρξε πλούσια ικανοποιητική! Πολλές φορές δοκιμάσαμε την αληθινότητα των λόγων που βρίσκονται στο Μαλαχία 3:10: «Δοκιμάσατε με τώρα εις τούτο, λέγει ο Ιεχωβά των δυνάμεων, εάν δεν σας ανοίξω τους καταρράκτας του ουρανού και εκχέω την ευλογίαν εις εσάς, ώστε να μη αρκεί τόπος δι’ αυτήν.» Η επιθυμία μας και η προσευχή μας είναι να μπορέσωμε, με τη βοήθεια του Ιεχωβά, να συνεχίσωμε την ολοχρόνια υπηρεσία στην αιωνιότητα, σε συνεργασία με τον Ιησού Χριστό και στην παρουσία του Ιεχωβά Θεού.

[Εικόνα στη σελίδα 9]

Η Ίλζε Ουντερντόρφερ και η Ελφρίντε Λορ όπως είναι, σήμερα

    Ελληνικές Εκδόσεις (1950–2025)
    Αποσύνδεση
    Σύνδεση
    • Ελληνική
    • Κοινή Χρήση
    • Προτιμήσεις
    • Copyright © 2025 Watch Tower Bible and Tract Society of Pennsylvania
    • Όροι Χρήσης
    • Πολιτική Απορρήτου
    • Ρυθμίσεις Απορρήτου
    • JW.ORG
    • Σύνδεση
    Κοινή Χρήση