ΔΙΑΔΙΚΤΥΑΚΗ ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗ της Σκοπιάς
ΔΙΑΔΙΚΤΥΑΚΗ ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗ
της Σκοπιάς
Ελληνική
  • ΑΓΙΑ ΓΡΑΦΗ
  • ΕΚΔΟΣΕΙΣ
  • ΣΥΝΑΘΡΟΙΣΕΙΣ
  • w83 15/3 σ. 10-15
  • Ένας Ιησουίτης Βρίσκει την Αλήθεια

Δεν υπάρχει διαθέσιμο βίντεο για αυτή την επιλογή.

Λυπούμαστε, υπήρξε κάποιο σφάλμα στη φόρτωση του βίντεο.

  • Ένας Ιησουίτης Βρίσκει την Αλήθεια
  • Η Σκοπιά Αναγγέλει τη Βασιλεία του Ιεχωβά—1983
  • Υπότιτλοι
  • Παρόμοια Ύλη
  • Τα Πρώτα Χρόνια της Ζωής μου στην Καθολική Ισπανία
  • Φυλάκιση για Λόγους Συνειδήσεως
  • Σκληρή Διαπαιδαγώγηση για να Γίνω Ιησουίτης
  • Οι Πρώτες Μου Αμφιβολίες
  • Μια Πρόκληση στην Καθολική μου Θεολογία
  • Βολιβιανοί Μάρτυρες με Επισκέπτονται
  • Το Καθολικό Δόγμα Εναντίον της Βιβλικής Διδασκαλίας
  • Μια Έκπληξη για τους Ανωτέρους Μου
  • Επιτέλους Ελεύθερος!
  • Η Ανθρώπινη Θεολογία «Ένας Σωρός Σκουπίδια»
  • Οι Ιησουίτες—‘Τα Πάντα εις Πάντας’;
    Ξύπνα!—1992
  • Πώς Μερικοί Ιησουίται Βλέπουν την Εκκλησία Τους
    Ξύπνα!—1972
  • Οι Φθίνοντες Ιησουίται
    Ξύπνα!—1974
  • Η Έρευνά των για την Αληθινή Θρησκεία Ανταμείβεται
    Η Σκοπιά Αναγγέλει τη Βασιλεία του Ιεχωβά—1973
Δείτε Περισσότερα
Η Σκοπιά Αναγγέλει τη Βασιλεία του Ιεχωβά—1983
w83 15/3 σ. 10-15

Ένας Ιησουίτης Βρίσκει την Αλήθεια

Όπως το αφηγείται ο Χούλιο Ινιέστα Γκαρθία

ΤΙ σας θυμίζει η λέξη «Ιησουίτης»; Σε πολλούς αυτό προκαλεί αμέσως μια αντίδραση, που κυμαίνεται από τον βαθύ σεβασμό ως την απόλυτη αποστροφή. Για τον μέσο Καθολικό η λέξη αυτή είναι συνώνυμη με μια πολύ πειθαρχημένη ομάδα ιερέων—εκπαιδευτών και ιεραποστόλων. Για πολλούς μη Καθολικούς η έννοια είναι αυτή που δίνουν μερικά λεξικά: «Ραδιούργος ή υποκριτής».

Ως τον Νοέμβριο 1977 ήμουν χειροτονημένος ιερέας της Εταιρίας του Ιησού, ή των Ιησουιτών, όπως είναι συνήθως γνωστοί. Κατόπιν τα εγκατέλειψα. Ίσως θα θέλατε να ξέρετε γιατί έγινα Ιησουίτης και τι με έκανε να εγκαταλείψω την ιεροσύνη ύστερα από είκοσι πέντε χρόνια.

Τα Πρώτα Χρόνια της Ζωής μου στην Καθολική Ισπανία

Γεννήθηκα την Άνοιξη του 1918, και ήμουν το τρίτο παιδί μιας οικογένειας που αργότερα έφτασε να έχει δέκα παιδιά. Ο πατέρας μου είχε ένα μπαρ—εστιατόριο, που λεγόταν Νιγηρία, στην Μούρτσια, στη νοτιοανατολική Ισπανία. Όπως σχεδόν κάθε Ισπανός του καιρού εκείνου πήρα μια συνηθισμένη Καθολική θρησκευτική εκπαίδευση, παρακολουθώντας τη λειτουργία την Κυριακή, την εξομολόγηση της Παρασκευής, και τα παρόμοια.

Σαν νεαρός ήμουν πνευματικά ανήσυχος και είχα δυνατή επιθυμία να υπηρετήσω τον Θεό και τον πλησίον μου. Έτσι αποφάσισα να ενταχθώ στην Εκκλησία των Μαριανών στη Μούρτσια. Αυτή αποτελείται από μια ομάδα νεαρών, κυρίως σπουδαστών πανεπιστημίου και γυμνασίου, κάτω από τη διεύθυνση των Ιησουιτών. Με τον καιρό διορίστηκα σαν εκπρόσωπος για τις αποστολές και άρχισα να αισθάνομαι μια έντονη επιθυμία να υπηρετήσω σαν Καθολικός ιεραπόστολος. Σύντομα κατόπιν οι πικρές πείρες του Ισπανικού Εμφύλιου Πόλεμου μ’ έπεισαν περισσότερο από κάθε άλλη φορά για την ανάγκη να υπηρετήσω τον Θεό και τον συνάνθρωπο μου.

Φυλάκιση για Λόγους Συνειδήσεως

Έφτασε το 1936 και μαζί του το ξέσπασμα του Ισπανικού Εμφύλιου Πόλεμου. Σε ηλικία δεκαοκτώ ετών κλήθηκα να υπερασπίσω ένα καθεστώς που για μένα ήταν αθεϊστικό. Επειδή το θεωρούσα απάνθρωπο να πάρω όπλο εναντίον των Καθολικών αδελφών μου, αρνήθηκα να παρουσιαστώ για στρατιωτική υπηρεσία. Το αποτέλεσμα ήταν να συλληφθώ και αργότερα να καταδικαστώ σε είκοσι χρόνια καταναγκαστικά έργα. Έτσι, σε ηλικία δεκαοκτώ ετών, αντιμετώπισα αυτό που φαινόταν ότι θα ήταν μια αιωνιότητα φυλακίσεως. Ύστερα από λίγους μήνες μεταφέρθηκα σ’ ένα στρατόπεδο καταναγκαστικών έργων στο Σαν Πάμπλο ντε λος Μόντες, στην επαρχία του Τολέδο, στην κεντρική Ισπανία.

Αφού έμεινα εκεί δεκαοκτώ μήνες, μισοπεθαμένος από την πείνα και κάτω από συνεχή απειλή θανάτου, τα στρατεύματα του Φράνκο νίκησαν, και μας απελευθέρωσαν. Με μεγάλη ανακούφιση ξαναγύρισα στο σπίτι μου στη Μούρτσια.

Είχα υποφέρει πολλά και είχα δει επίσης άλλους να υποφέρουν, αλλά δεν έχασα την πίστη μου στο Θεό. Με τόση κακία στον κόσμο αισθανόμουν ακόμη μεγαλύτερη επιθυμία να υπηρετήσω σαν ιεραπόστολος. Λόγω της επαφής μου με τους Ιησουίτες έβαλα σαν στόχο μου να αξιωθώ να γίνω δεκτός σε εκείνη την Εταιρία. Αυτό δεν ήταν εύκολο να το πετύχω. Η διαπαιδαγώγηση των Ιησουιτών απαιτεί τις ευχές της υπακοής, της φτώχειας και της αγνότητας. Δέχτηκα την άγαμη ζωή, μολονότι είχα τις φυσικές επιθυμίες κάθε νεαρού άνδρα. Πάνω απ’ όλα, ήθελα να υπηρετήσω τον Θεό και να είμαι ιεραπόστολος.

Σκληρή Διαπαιδαγώγηση για να Γίνω Ιησουίτης

Το 1947 οι Ιησουίτες στρατιωτικοί ιερείς με υπέβαλαν σε διάφορες δοκιμασίες υπακοής και ταπεινώσεως για να δουν αν θα είχα τα προσόντα να γίνω δόκιμος μοναχός. Χάρηκα πολύ όταν με δέχτηκαν και μυήθηκα στην πειθαρχημένη ζωή της Εταιρίας του Ιησού. Επιτέλους, καθώς πλησίαζα τα τριάντα, έμπαινα στο δρόμο για να γίνω ιεραπόστολος. Είχα μπροστά μου ακόμη δώδεκα χρόνια σκληρής μελέτης και δοκιμασιών του χαρακτήρα.

Για παράδειγμα, τα πρώτα δύο μου χρόνια σαν δοκίμου περιλάμβαναν τριάντα μέρες ταπεινωτικών εργασιών, όπως να τρίβω τα πατώματα και να καθαρίζω τις τουαλέτες. Θυμάμαι μια περίπτωση όταν είχα τελειώσει να σφουγγαρίζω το πάτωμα και ένας «αδελφός» ήρθε να επιθεωρήσει τη δουλειά μου. Για να δοκιμάσει την ταπεινότητά μου και την υπακοή μου εσκεμμένα κλώτσησε και αναποδογύρισε τον κουβά με το βρώμικο νερό για ν’ αναγκαστώ να ξανακάνω τη δουλειά από την αρχή.

Δαπάνησα άλλες τριάντα μέρες σε επισκέψεις χωριών μαζί μ’ έναν άλλο δόκιμο, και συντηρούμαστε από ελεημοσύνες που μας έδιναν. Άλλες τριάντα μέρες αφιερώθηκαν σε εργασία σ’ ένα νοσοκομείο, ανάμεσα σε άτομα άρρωστα από μεταδοτικές αρρώστιες.

Το 1949 άρχισα μελέτες στα σεμινάρια στο Σαν Κούγκατ ντελ Βαλλές στη Βαρκελώνη, και στο Μπουένος Άιρες της Αργεντινής. Τα μαθήματα περιλάμβαναν φιλοσοφία, ψυχολογία, θεολογία, ηθική και ιεροσύνη. Στη διάρκεια αυτής της περιόδου μού έδωσαν τον πρώτο μου ιεραποστολικό διορισμό, σαν δάσκαλος στο σχολείο του Σαν Καλίξτους, στη Λα Παζ της Βολιβίας.

Τελικά, σε ηλικία τριάντα εννέα χρόνων, έφτασε η μέρα που τόσο πολύ περίμενα να χειροτονηθώ σαν Ιησουίτης ιερέας, στις 29 Ιουλίου 1957. Τότε, στην παρουσία του επισκόπου, έπεσα μπρούμυτα στο πάτωμα της Εκκλησίας των Καθηγητών της Θεολογίας στο Σαν Κούγκατ ντελ Βαλλές, σαν δείγμα υποταγής και υπακοής.

Γύρισα στη Βολιβία όπου επιλέχτηκα να εργάζομαι ανάμεσα στους πιο φτωχούς ανθρώπους και διορίστηκα σαν ενοριακός ιερέας στην Ουντσία, μια κοινότητα ορυχείων ψηλά στα βουνά των Άνδεων. Αργότερα υπηρέτησα στην Κοτσαμπάμπα σαν ενοριακός ιερέας της Σάντα Βέρα-Κρουζ. Η εργασία μου περιλάμβανε να διδάσκω και συνεργάστηκα για να ιδρύσουμε επτά σχολεία μέσης εκπαιδεύσεως και ανωτέρας εκπαιδεύσεως για τους πιο φτωχούς ανθρώπους. Το 1972 μου δόθηκε ένας άλλος διορισμός, τη φορά αυτή στην πόλη Σούκρε και στην ενορία του Σαν Μιγκουέλ.

Οι Πρώτες Μου Αμφιβολίες

Οι πρώτες μου αμφιβολίες άρχισαν καθώς εργαζόμουν στις φτωχότερες συνοικίες της Βολιβίας. Στην αρχή αυτές δεν ήταν αμφιβολίες για την εκκλησία αλλά για τους εκπροσώπους της. Για παράδειγμα, κάθε μήνα έπρεπε να παραδίνω στον τοπικό επίσκοπο ένα ορισμένο ποσοστό από τις συνεισφορές και τις πληρωμές που έπαιρνα για τις ειδικές λειτουργίες, τους γάμους, τις κηδείες, και άλλα όμοια. Επειδή η ενορία μου ήταν φτωχή, το μερίδιο του επισκόπου δεν ήταν ποτέ πολύ εντυπωσιακό. Με πλήγωνε βαθιά όταν συνήθιζε ν’ ανοίγει το φάκελο και να λέει με περιφρόνηση: «Αυτή είναι η άθλια συνεισφορά που μου φέρνεις»; Προφανώς το ‘δίλεπτο της χήρας’ δεν είχε αξία γι’ αυτόν.—Λουκάς 21:1-4.

Δεν ήθελα να χρεώνω τους ενορίτες μου για τις θρησκευτικές υπηρεσίες που τους πρόσφερα, και αυτό έγινε αιτία συγκρούσεων. Καταλάβαινα πολύ καλά αυτά που είχα διαβάσει στα ευαγγέλια: «Δωρεάν ελάβατε, δωρεάν δότε». (Ματθαίος 10:8) Αλλά μου είπαν ότι αυτό το επαναστατικό βήμα δεν επιτρεπόταν, «για να μη θιγούν τα συμφέροντα των συναδέλφων ιερέων» σ’ άλλες ενορίες.

Ωστόσο ένα άλλο γεγονός που μ’ ενοχλούσε ήταν η προθυμία της ιεραρχίας να δέχεται και να επιτρέπει τοπικές ειδωλολατρικές ιδέες και συνήθειες σχετικά με τη λατρεία του Κρίστο ντε λα Βέρα-Κρουζ (του Χριστού του Αληθινού Σταυρού), που ήταν η εικόνα στην εκκλησία της ενορίας μου. Σε πολλές περιπτώσεις ήταν μια φανερή εκδήλωση δαιμονικού φανατισμού. Επιπλέον, σ’ αυτές τις θρησκευτικές γιορτές οι άνθρωποι μεθούσαν, αλλά καμιά επίσημη φωνή δεν ακούστηκε ενάντια σ’ αυτές τις παγανιστικές Διονυσιακές γιορτές.

Ύστερα από πέντε χρόνια στη Σούκρε ζήτησα άδεια να επισκεφτώ τον άρρωστο πατέρα μου στην Ισπανία. Φαντασθείτε την έκπληξή μου όταν έμαθα, μόλις έφτασα στη Βαρκελώνη, ότι οι αδελφές μου, Λόλα και Αντζελίτα μελετούσαν τη Βίβλο με μια ομάδα Χριστιανών που ονομάζονταν Μάρτυρες του Ιεχωβά. Ιδιαίτερα με εντυπωσίασε η αλλαγή της Λόλας γιατί αυτή ποτέ δεν είχε δώσει σημασία σε πνευματικά ζητήματα, και τώρα την έβλεπα να μελετάει τη Βίβλο! Επειδή στη Βολιβία δεν είχα καμιά επαφή με τους Μάρτυρες, αποφάσισα να εξετάσω τις διδασκαλίες τους. Οι αδελφές μου μού έδωσαν το μικρό βιβλίο «Πάντα Δοκιμάζετε· το Καλόν Κατέχετε», το οποίο διάβασα αμέσως. Ήταν μια ευχάριστη έκπληξη όταν είδα ότι οι Μάρτυρες βασίζουν τις πεποιθήσεις τους απόλυτα πάνω στη Βίβλο. Από τα πρώτα χρόνια μου πάντοτε σεβόμουν τη Βίβλο και τη χρησιμοποιούσα σαν βάση για τους καθημερινούς μου στοχασμούς αντί για τα συγγράμματα των εκκλησιαστικών πατέρων ή για τις ζωές των «αγίων».

Μια Πρόκληση στην Καθολική μου Θεολογία

Τώρα ήθελα να δω τους Μάρτυρες του Ιεχωβά στην πράξη, να δω αν εφάρμοζαν αυτά που κήρυτταν. Οι αδελφές μου με προσκάλεσαν στην Αίθουσα Βασιλείας όπου συναθροίζονταν οι τοπικοί Μάρτυρες. Παρακολούθησα εκείνη την πρώτη συνάθροιση γεμάτος περιέργεια και με αρκετό σκεπτικισμό. Αλλά η γνώμη που σχημάτισα ήταν πολύ καλή. Εντυπωσιάστηκα βλέποντας εκείνους τους ταπεινούς άνδρες, γυναίκες και παιδιά να προσπαθούν, πάνω απ’ όλα να κάνουν το θέλημα του Θεού. Αυτό που εγώ είχα αποτύχει ν’ αναπτύξω στη Βολιβία το βρήκα εδώ ακριβώς μπροστά στα μάτια μου—μια ομάδα γνήσιων Χριστιανών. Αυτό ασφαλώς θα ήταν αποτέλεσμα της ενεργείας του αγίου πνεύματος.

Μολονότι συμφωνούσα με πολλά από εκείνα που διάβαζα στο βιβλίο τους, υπήρχαν αρκετές διδασκαλίες που δεν μπορούσα να δεχτώ. Με σύστησαν σ’ έναν από τους πρεσβυτέρους στην εκκλησία, τον Ενρίκουε Λέιντα, έναν άνθρωπο λίγο πάνω από πενήντα χρόνων, ο οποίος τον καιρό εκείνο εργαζόταν σ’ ένα χημικό εργοστάσιο. Θυμάμαι ότι είχαμε μια μακρά συζήτηση μέσα στο αυτοκίνητό του, και εκεί εξέφρασα τις κύριες αντιρρήσεις μου στις διδασκαλίες των Μαρτύρων. Εγώ αντίθετα από τους Μάρτυρες του Ιεχωβά ήμουν βέβαιος ότι στη θεία κοινωνία το ψωμί ήταν κατά γράμμα το σώμα του Χριστού, και επίσης πίστευα ότι η ψυχή μου θα ήταν με το Χριστό, ο οποίος ήταν επίσης Θεός. Οι αμφιβολίες μου δεν ξεκαθάρισαν με μια μόνο συζήτηση. Αλλά εκείνο περίπου τον καιρό ο πατέρας μου πέθανε και ξαναγύρισα στη Βολιβία.

Βολιβιανοί Μάρτυρες με Επισκέπτονται

Ύστερα από δική μου αίτηση μού έδωσαν άλλο διορισμό και στάλθηκα πίσω στην ενορία Σάντα Βέρα-Κρουζ στην Κοτσαμπάμπα. Εκεί αποφάσισα και πάλι να ψάξω για την αλήθεια και να ‘εξακριβώσω όλα τα πράγματα’ για ν’ αποφύγω να πάρω λάθος δρόμο. (1 Θεσσαλονικείς 5:21) Δύο ταπεινοί Βολιβιανοί Μάρτυρες ήρθαν να με επισκεφτούν. Ήταν ο Γκινές Ναυάρρο, ένας Ισπανός από την Κανταλονία, και ο Αριέλ Αραόζ, ένας ντόπιος από τη Βολιβία. Εντυπωσιάστηκα από την ταπεινότητά τους και την πεποίθησή τους. Δεν προσπάθησαν να με μπλέξουν σε λογομαχίες, πράγμα που εκτίμησα πολύ· αντίθετα κάναμε μια απλή ανταλλαγή σκέψεων.

Παρά την πολλή εργασία που είχα στην ενορία, έγιναν διευθετήσεις για ν’ αρχίσω μια συστηματική μελέτη της Βίβλου, χρησιμοποιώντας το βιβλίο «Πάντα Δοκιμάζετε· το Καλόν Κατέχετε». Πολλά βράδια, μετά τη Λειτουργία, πήγαινα στην Αίθουσα Βασιλείας όπου χαιρόμουνα ν’ ακούω το Θείο Λόγο και να μελετώ τη Σκοπιά.

Το Καθολικό Δόγμα Εναντίον της Βιβλικής Διδασκαλίας

Ίσως μια από τις διδασκαλίες που μπόρεσα να εγκαταλείψω πιο εύκολα ήταν η διδασκαλία της αθανασίας της ψυχής, με όλα της τα επακόλουθα (βασανιστήρια στον πύρινο άδη, καθαρτήριο, λίμπο, κ.λ.π.). Ένα πολύ απλό Γραφικό εδάφιο μού τα ξεκαθάρισε όλα αυτά. Ήταν το Γένεσις 2:7, που λέει: «Και έπλασε Κύριος ο Θεός τον άνθρωπον από χώματος εκ της γης· και ενεφύσησεν εις τους μυκτήρας αυτού πνοήν ζωής, και έγεινεν ο άνθρωπος εις ψυχήν ζώσαν». Η αφήγηση δεν λέει ότι δόθηκε στον άνθρωπο μια ζωντανή ψυχή που θα επιζούσε από το θάνατο, αλλά ότι ο ίδιος έγινε ψυχή. Έτσι, σκέφτηκα, εγώ είμαι μια ψυχή. Αυτό συμφωνούσε ωραία με τη μετάφραση του 1 Κορινθίους 15:45 στα Ισπανικά που είχε κάνει ο Χοζέ Μαρία Μπόβερ, ένας από τους καθηγητές μου στο σεμινάριο του Σαν Κούγκατ. Το εδάφιο λέει: «Έτσι επίσης είναι γραμμένο: ‘Ο πρώτος άνθρωπος, ο Αδάμ, έγινε ζωντανή ψυχή’». Η θνητότητα της ψυχής επιβεβαιώθηκε πλήρως όταν διάβασα το εδάφιο Αριθμοί 23:10 που στην Ισπανική Βίβλο των Μπόβερ-Κάντερα, λέει: «Είθε η ψυχή μου να πεθάνει το θάνατο των δικαίων!»

Το μεγαλύτερο χτύπημα ήρθε όταν διαπίστωσα ότι ο Χριστός δεν είναι και δεν μπορούσε να είναι ο Θεός, όπως διδάσκεται στην Τριάδα. Το εδάφιο στον Ιωάννη 1:1 ήταν το στήριγμά μου, ωσότου εξέτασα προσεκτικά το Ελληνικό κείμενο και διαπίστωσα ότι ο Χριστός μπορούσε να είναι θείος, δηλαδή θείας προελεύσεως, χωρίς όμως να είναι και ο Παντοδύναμος Θεός. Αυτό, που συμφωνούσε και με άλλα εδάφια, με βοήθησε να καταλάβω καλύτερα το ρόλο του Ιησού, ο οποίος υποτάσσεται στον Πατέρα του και εργάζεται πάντοτε για τον αίνο του Πατέρα του.—1 Κορινθίους 15:28· Ιωάννης 14:28· Ματθαίος 24:36.

Μ’ αυτό το απλό φως από την Αγία Γραφή και με επιπρόσθετες έρευνες, βγήκα από το θεολογικό σκοτάδι που με είχε τυφλώσει για τόσο πολλά χρόνια. Κατάλαβα ότι όλες οι ανώτερες σπουδές μου στη θεολογία και φιλοσοφία δεν είχαν φέρει την πρακτική καρποφορία της αυθεντικής Χριστιανοσύνης. Δεν μπορούσα να βρω αυτούς τους καρπούς στην Καθολική Εκκλησία.—Ματθαίος 7:16, 17· Γαλάτας 5:22, 23.

Μια Έκπληξη για τους Ανωτέρους Μου

Βεβαιώθηκα ότι στο πέρασμα των αιώνων η Καθολική Εκκλησία είχε ξεφύγει από τη Βιβλική αλήθεια, αντικαθιστώντας την με ανθρώπινες παραδόσεις και φιλοσοφίες, και ότι δεν έφταιγαν μόνο οι άνθρωποι, σαν άτομα. Έτσι, διαπίστωσα ότι δεν ήμουν πια Καθολικός στην καρδιά.

Αποφάσισα να παρουσιάσω την παραίτησή μου προσωπικά στον επαρχιακό υπεύθυνο της Εταιρίας του Ιησού και να ζητήσω απαλλαγή από τις ευχές μου. Πόσο εκπλάγηκε όταν άκουσε την αίτησή μου! Με ρώτησε αν η αιτία ήταν η επιθυμία μου να παντρευτώ. Του είπα ότι δεν ήταν, γιατί καμιά τέτοια σκέψη δεν είχε περάσει από το μυαλό μου εκείνο τον καιρό. (Όταν όμως βαπτίστηκα σαν Μάρτυρας, η κατάσταση άλλαξε και τον Οκτώβριο του 1978 παντρεύτηκα μια αγαπητή αλλά Χριστιανή χήρα.) Ανάμεσα στ’ άλλα πράγματα, είπε: «Χούλιο, πάντοτε σε θεωρούσα ένα ισορροπημένο άτομο. Αλλά τώρα μου φαίνεται ότι πρέπει να επισκεφτείς κανένα ψυχίατρο».

Είχαμε μια μακρά συζήτηση στη διάρκεια της οποίας του έφερα τα επιχειρήματά μου σχετικά με τις αποτυχίες της Εκκλησίας. Η απάντησή του ήταν: «Παραδέχομαι πολλά απ’ αυτά που λες, αλλά δεν νομίζεις ότι γι’ αυτό ακριβώς το λόγο το καθήκον σου είναι να μείνεις μέσα στην εκκλησία ώστε, μαζί με άλλους, να προσπαθήσεις να διορθώσεις τα λάθη της εκκλησίας;»

Απάντησα: «Αν όλα αυτά τα λάθη βασίζονται σε μια διδασκαλία που θεωρείται αλάθητη, τότε είναι αδύνατον να διορθωθούν αυτά τα λάθη, αφού το πρώτο πράγμα που θα πρέπει να σβήσει είναι το αλάθητο». Κατόπιν συνέχισα: «Κοιτάξτε, σκέφτηκα πολύ πάνω σ’ αυτό το ζήτημα και προσπάθησα να θέσω σ’ εφαρμογή το ευαγγέλιο. Είδα ότι αυτό είναι αδύνατο γιατί οι υπεύθυνοι της Εκκλησίας μού ζητούν να κάνω πράγματα αντίθετα με το ευαγγέλιο. Έτσι, αφού δεν μπορώ ούτε να διορθώσω ούτε ν’ αλλάξω την Εκκλησία, δεν θα ήταν καλύτερο να φύγω και να πάω σ’ άλλη εκκλησία; Αν δεν μπορώ να τη διορθώσω, τότε είναι καλύτερο να την εγκαταλείψω και να ζητήσω να βρω την αληθινή εκκλησία».

Αργότερα μίλησα και πάλι με τον Επαρχιακό Υπεύθυνο για την πρόθεσή μου να παραιτηθώ. Μου ζήτησε να το ξανασκεφτώ άλλη μια φορά. Αλλά τώρα ήταν πια αδύνατο να καθυστερήσω περισσότερο, και του παρουσίασα ένα τελεσίγραφο: Αφήστε με να γυρίσω στην Ισπανία να μελετήσω στο βάθος αυτό το ερώτημα που επηρεάζει την αιώνια ζωή μου, ή αλλιώς θα εγκαταλείψω την ενορία μου και θα πάω να ζήσω με τους Μάρτυρες του Ιεχωβά στη Βολιβία για να μελετήσω το ζήτημα μαζί τους.

Αυτή η τελευταία πρόταση ήταν αδιανόητη γι’ αυτούς, γιατί θα προκαλούσε τεράστια αναταραχή στους θρησκευτικούς κύκλους της Βολιβίας. Τελικά, μου δόθηκε άδεια να γυρίσω στην Ισπανία για να ζήσω με την αδελφή μου Λόλα.

Επιτέλους Ελεύθερος!

Όταν έφτασα στην Ισπανία, τον Δεκέμβριο του 1976, εγκατέλειψα όλες τις Καθολικές θρησκευτικές συνήθειες και άρχισα μια νέα ζωή με τους Χριστιανούς Μάρτυρες του Ιεχωβά. Αυτή η ριζική αλλαγή στη ζωή μου έφερε και τα προβλήματά της. Ποιος θα ήθελε να πάρει για υπάλληλο έναν πενηνταοχτάχρονο πρώην Ιησουίτη ιερέα στην Ισπανία; Τελικά βρήκα δουλειά σαν ιδιωτικός δάσκαλος, και συγχρόνως έκανα και μια μικρή επιχείρηση. Έχω αρκετά για το καθημερινό, που είναι όλο εκείνο που πάντοτε ζητούσα.

Στη διάρκεια του 1977 ο Επαρχιακός Υπεύθυνος της Βολιβιανής αποστολής ήρθε στην Ισπανία καθώς πήγαινε για τη Ρώμη. Ήθελε να ξέρει την τελική μου απόφαση. Όταν του είπα ότι η απόφασή μου ήταν οριστική, ζήτησε να του εκφράσω τους λόγους μου γραπτά για να τους παρουσιάσει στη Γενική Συνέλευση και στον Ανώτερο Γενικό Υπεύθυνο της Εταιρίας του Ιησού στη Ρώμη.

Όταν γύρισε από την Ιταλία μού είπε: «Είναι η πρώτη φορά στην ιστορία, απ’ ό,τι μου είπαν στη Ρώμη, που ένας Ιησουίτης ζήτησε να εγκαταλείψει την Εταιρία γιατί έμαθε την αλήθεια. Λες και οι Ιησουίτες δεν ξέρουν την αλήθεια, ύστερα απ’ όλες τις μελέτες τους!»

Η Ανθρώπινη Θεολογία «Ένας Σωρός Σκουπίδια»

Φέρνοντας στο νου μου όλα τα χρόνια των ιερατικών σπουδών, καταλαβαίνω τώρα ότι όλη η θεολογία και φιλοσοφία που έμαθα, συγκρινόμενη με την αλήθεια του Θείου Λόγου, είναι στην πραγματικότητα ένας σωρός σκουπίδια. Αυτά μου έκρυψαν την αληθινή σοφία που προέρχεται από τον Ιεχωβά μέσω του Χριστού και δίνεται στις ταπεινές καρδιές. Μήπως δεν λέει ο απόστολος Παύλος: «Δεν εμώρανεν ο Θεός την σοφίαν του κόσμου τούτου;» (1 Κορινθίους 1:20) Μαζί με τον Παύλο μπορώ τώρα να λέω: «Νομίζω τα πάντα ότι είναι ζημία δια το έξοχον της γνώσεως του Ιησού Χριστού του Κυρίου μου, διά τον οποίον εζημιώθην τα πάντα, και λογίζομαι ότι είναι σκύβαλα δια να κερδήσω τον Χριστόν.»—Φιλιππησίους 3:8.

Τελικά οι επιστολές για την απόλυσή μου έφτασαν, με ημερομηνία 11 Νοεμβρίου 1977. Ευχαριστώντας τον Ιεχωβά, τις υπέγραψα.

Στις 27 Νοεμβρίου του ίδιου εκείνου χρόνου βαπτίστηκα με πλήρη κατάδυση στο νερό σε μια συνέλευση περιοχής των Μαρτύρων του Ιεχωβά. Μ’ αυτή την πράξη φανέρωσα δημόσια την αφιέρωσή μου στον Ιεχωβά σύμφωνα με το παράδειγμα του Ιησού και με την εντολή που έδωσε στους ακολούθους του. (Ματθαίος 28:19, 20) Από άποψη ικανοποιήσεως και χαράς, η μέρα εκείνη ξεπέρασε κατά πολύ τη μέρα της χειροτονίας μου σαν Ιησουίτη ιερέα κάπου είκοσι χρόνια προηγουμένως. Τώρα είχα γίνει ένας Χριστιανός Μάρτυρας του Κυρίαρχου Θεού Ιεχωβά.

Από τον καιρό του βαπτίσματός μου είχα πολλές πλούσιες ευλογίες. Συμμετέχω τακτικά στο κανονικό Χριστιανικό κήρυγμα και έχω το προνόμιο να διεξάγω αρκετές οικιακές Γραφικές μελέτες με ενδιαφερόμενα άτομα. Είμαι πιο ευτυχισμένος από κάθε άλλη φορά, ακολουθώντας τώρα το παράδειγμα του Χριστού όπως περιγράφεται στον Θείο Λόγο. Βρήκα τον αληθινό Θεό, τον Ιεχωβά, και το λαό που εφαρμόζει τη θεοειδή αγάπη. Η μακρά έρευνά μου για την αλήθεια τελείωσε. Η δική σας έχει τελειώσει;

[Πρόταση που τονίζεται στη σελίδα 11]

‘Ίσως θα θέλατε να ξέρετε τι με έκανε να εγκαταλείψω την ιεροσύνη ύστερα από εικοσιπέντε χρόνια ιεραποστολικής υπηρεσίας’

[Πρόταση που τονίζεται στη σελίδα 12]

«Ήταν μια ευχάριστη έκπληξη όταν είδα ότι οι Μάρτυρες βασίζουν τις πεποιθήσεις τους απόλυτα πάνω στη Βίβλο»

[Πρόταση που τονίζεται στη σελίδα 13]

«Εφόσον δεν μπορούσα να διορθώσω ή ν’ αλλάξω την Εκκλησία, δεν θα ήταν καλύτερο να φύγω και να πάω σ’ άλλη εκκλησία;»

[Εικόνα στη σελίδα 14]

Ο πρώην Ιησουίτης Ινιέστα βγαίνει από τη δεξαμενή μετά το Χριστιανικό του βάπτισμα

    Ελληνικές Εκδόσεις (1950–2025)
    Αποσύνδεση
    Σύνδεση
    • Ελληνική
    • Κοινή Χρήση
    • Προτιμήσεις
    • Copyright © 2025 Watch Tower Bible and Tract Society of Pennsylvania
    • Όροι Χρήσης
    • Πολιτική Απορρήτου
    • Ρυθμίσεις Απορρήτου
    • JW.ORG
    • Σύνδεση
    Κοινή Χρήση