Το Χέρι του Ιεχωβά ήταν Μαζί Μας
Αφήγηση του Σίμωνα Κρέκερ
«ΜΠΑΜΠΑ, ποια σταδιοδρομία να ακολουθήσω»;
«Κοίτα, Σίμωνα, πρέπει να σκεφθείς εσύ προσεκτικά το ζήτημα γιατί δεν μπορώ εγώ να αποφασίσω για σένα».
«Ναι, αλλά εσύ Μπαμπά με την πείρα που έχεις ξέρεις καλύτερα!»
«Ίσως, Σίμωνα. Υπάρχουν πολλοί τομείς που μπορείς να σκεφθείς, και όλοι φαίνονται ελκυστικοί, αλλά τι θα σε έκανε πιο ευτυχισμένο;»
«Να, έχω σκεφθεί τη μουσική, το μπαλέτο, τα ακροβατικά, την ιατρική, και την ιεροσύνη. Όλα με ενδιαφέρουν».
Τώρα, εσείς ποια εκλογή θα κάνατε; Ποιο δρόμο θα ακουλουθούσατε; Στις αρχές της δεκαετίας του 1920, συνέβη κάτι στην οικογένειά μου που με επηρέασε αποτελεσματικά στην εκλογή σταδιοδρομίας. Θα σας το αφηγηθώ.
Οι γονείς μου, η Μαίρη και ο Ιωσήφ, γεννήθηκαν και οι δυο στην Αυστρία, αλλά γνωρίστηκαν και παντρεύτηκαν στις ΗΠΑ. Προτού μεταναστεύσουν στις ΗΠΑ, ο πατέρας είχε πολυταξιδέψει στην Ευρώπη σαν επαγγελματίας κορνετίστας. Έτσι, φρόντισε ώστε και τα οχτώ παιδιά του να μην πάρουν μόνο καλή ακαδημαϊκή μόρφωση αλλά και μουσική επίσης. Παίζοντας βιολί είχα και εγώ τη συμμετοχή μου στην οικογενειακή ορχήστρα.
Σαν Ρωμαιοκαθολικοί, ο πατέρας και η μητέρα ήθελαν να λάβουμε καλή θρησκευτική εκπαίδευση. Θυμούμαι που είχαμε στο σπίτι μας τη Ρωμαιοκαθολική Βίβλο. Ήταν μεγάλη, είχε ένα χρυσό ανάγλυφο σταυρό στο χοντρό της κάλυμμα, και ήταν γραμμένη με παλιά Γερμανικά στοιχεία. Είχα εξοικειωθεί αρκετά μαζί της και εκτιμούσα πολύ τη Βίβλο σαν Λόγο του Θεού.
Στις αρχές της δεκαετίας του 1920, μια άλλη θρησκεία έδινε δωρεάν Βιβλικά φυλλάδια μπροστά από την εκκλησία μας της Αγίας Τριάδας στην πόλη Κλήβελαντ του Οχάιο. Όλοι μας τα παίρναμε σπίτι μας και τα συγκρίναμε με τη Βίβλο. Ήταν έκδοση των Σπουδαστών της Γραφής, όπως ήταν τότε γνωστοί οι Μάρτυρες του Ιεχωβά. Ένα φυλλάδιο που θυμούμαι ιδιαίτερα επειδή έκανε τη Μητέρα ευτυχισμένη ήταν γύρω από την κατάσταση των νεκρών. Αυτή είχε χάσει δυο από τους γιους της όταν ήταν μωρά. Από το φυλλάδιο έμαθε ότι δεν ζούσαν σε μια μεταβατική κατάσταση αναμονής ούτε υπέφεραν στο καθαρτήριο ούτε στην κόλαση αλλά ότι δεν είχαν συνειδητότητα στον τάφο, περιμένοντας την ανάσταση. (Εκκλησιαστής 9:5, 10· Ιωάννης 11:24, 25) Τι παρηγοριά έφερε αυτό όχι μόνο στη Μητέρα αλλά και σε όλους μας!
Κάνοντας την Εκλογή
Οι Γραφικές αλήθειες έγιναν πιο σαφείς όταν μας επισκέφθηκαν Γερμανόφωνοι Σπουδαστές της Γραφής (Bibelforscher). Καθώς απορροφούσαμε περισσότερη γνώση από τη Βίβλο, διαπιστώναμε ότι απομακρυνόμαστε περισσότερο από την Καθολική μας κληρονομιά. Αυτό με έφερε μπροστά σε ένα δίλημμα. Όταν γεννήθηκα με ονόμασαν Σίμωνα, όταν βαφτίστηκα Πέτρο, όταν χρίστηκα Ιωσήφ. Είχα γίνει παπαδάκι, είχα μάθει Λατινικές προσευχές και Λειτουργίες, και είχα εκτελέσει διάφορες θρησκευτικές υπηρεσίες. Οι γονείς μου έλπιζαν πως θα γινόμουν ιερέας, και η απόφασή μου ήταν να μετέχω πληρέστερα στη θρησκευτική ζωή.
Ωστόσο, διαπίστωσα πως οι πρώην ελπίδες μου για σταδιοδρομία με έλκυαν όλο και λιγότερο. Δεν σκεφτόμουν πια πώς θα διασκέδαζα τους ανθρώπους ή να γίνω διάσημος γυμναστής ή γιατρός. Αλλά μάλλον, τι θα μπορούσα να κάνω για να βοηθήσω άλλους πνευματικά; Δεν έβλεπα πια σαν απάντησή μου το Ρωμαιοκαθολικό ιερατείο.
Το ενδιαφέρον και η δράση των γονιών μου στράφηκε στα ‘καλά νέα της Βασιλείας του Θεού’ όπως κηρύττονται από τους Σπουδαστές της Γραφής, και το ίδιο συνέβη και σε μένα. (Ματθαίος 24:14) Το 1924 η Μητέρα και ο Πατέρας άρχισαν να κηρύττουν τα ‘καλά νέα’ από σπίτι σε σπίτι, και εγώ τους συνόδευα. Δυο χρόνια αργότερα, όταν ήμουν 12 χρόνων, ο Πατέρας κατάλαβε ότι μπορούσα να κηρύττω μόνος μου. Έτσι μου έδωσε μια Βίβλο σχήματος τσέπης για να τη χρησιμοποιώ στο ευαγγελιστικό μου έργο. Πριν τελειώσω το γυμνάσιο το 1929, πήρα την απόφαση να αφιερωθώ στον Θεό.
Θεοκρατικοί Σταθμοί
Καθώς αναπολώ τα 60 και πλέον χρόνια από τότε που η οικογένειά μου άρχισε να μετέχει στο κήρυγμα της Βασιλείας, συνειδητοποιώ ότι περάσαμε από πολλούς σταθμούς καθώς η ορατή οργάνωση του Θεού προχωρούσε μπροστά. Για παράδειγμα, το 1925 η Σκοπιά δημοσίευσε το άρθρο «Γέννηση του Έθνους». Χάρηκα όταν έμαθα ότι ο Ιεχωβά συνάγει ειλικρινή άτομα απ’ όλα τα έθνη για να γίνουν λαός του. Αυτό το Γραφικό σημείο πραγματικά με εντυπωσίασε! Γιατί; Επειδή στη γειτονιά μου ήταν έντονη η προκατάληψη ενάντια στους Εβραίους και στους μαύρους. Αλλά το έθνος του Θεού είναι απελευθερωμένο απ’ όλες τις διαιρετικές δυνάμεις—φυλετικές, πολιτικές, εμπορικές, στρατιωτικές, και αιρετικές. (Πράξεις 10:34, 35) Πόσο συγκινητικό ήταν όταν διάβασα την εξήγηση της προφητείας του Ησαΐα κεφάλαιο 66 και είδα την εκπλήρωσή του στη δική μου εποχή!
Το 1928, η συνέλευση στο Ντητρόιτ του Μίτσιγκαν, ήταν ένας άλλος θεοκρατικός σταθμός για την οικογένειά μας. Αυτό αλήθευε για δυο λόγους. Ήταν η πρώτη συνέλευση που παραβρέθηκαν οι γονείς μου. Και όταν επέστρεψαν σπίτι, εμείς τα παιδιά επηρεαστήκαμε βαθιά από τον χαρούμενο ενθουσιασμό τους να κάνουμε περισσότερα στην υπηρεσία του Ιεχωβά.—Ρωμαίους 12:11.
Έπειτα το 1931 η οργάνωση του Θεού είχε συναρπαστικά νέα για μας. Πήραμε ένα καινούργιο όνομα—Μάρτυρες του Ιεχωβά. Τι μοναδικό προνόμιο να φέρνεις το όνομα του Θεού μπροστά σε ανθρώπους και αγγέλους!—Ησαΐας 43:10-12.
Ποτέ δεν θα ξεχάσω το έτος 1935, όταν ξεκαθαρίστηκε η ταυτότητα των ‘άλλων προβάτων’ και του ‘μεγάλου πλήθους’. (Ιωάννης 10:16· Αποκάλυψις 7:9) Αυτό βοήθησε πολλά άτομα—στα οποία περιλαμβανόμουν και εγώ—να κάνουν το βήμα του βαφτίσματος. Το βάφτισμα δεν είχε τονιστεί όταν μπήκα στην αλήθεια. Αφού είχα ήδη αφιερώσει τη ζωή μου στον Ιεχωβά Θεό, τώρα διέκρινα πως ήταν σωστό να συμβολίσω την αφιέρωση εκείνη με το βάφτισμα στο νερό.
Το έτος 1938 ήταν ένα έτος θεοκρατικής αναδιοργάνωσης. Μέχρι τότε, υπήρξε μόνο ένας κεντρικός τόπος συνάθροισης των Μαρτύρων του Ιεχωβά στο Κλήβελαντ—η Αίθουσα των Μηχανικών που χρησιμοποιούνταν για τους Γερμανικούς, Πολωνικούς, Αγγλικούς, και άλλους γλωσσικούς ομίλους. Μετά από το 1938 η οργάνωση του Θεού διευθέτησε να υπάρχουν εκκλησίες σε διάφορα μέρη της πόλης. Ο πατέρας μου και μερικοί από τους αδελφούς μου διορίστηκαν σαν υπηρέτες στην εκκλησία. Ο δικός μου διορισμός ήταν στο τμήμα των περιοδικών.
Το έτος 1939 έφερε ένα άλλο ιστορικό γεγονός που βοήθησε την εδραίωση της πίστης μου στον Ιεχωβά και στην ορατή του οργάνωση. Καθώς κρέμονταν απειλητικά τα σύννεφα του πολέμου, Η Σκοπιά δημοσίευσε ένα άρθρο με τίτλο «Ουδετερότης». Από το άρθρο αυτό έμαθα να εκτιμώ το ότι ο λαός του Θεού έπρεπε να έχουν ειρήνη μεταξύ τους, ακόμη και μέσα σε πολεμικές απειλές. Ευτυχώς, αυτό με προετοίμασε για τους δύσκολους καιρούς που επρόκειτο να αντιμετωπίσω.
Το 1939 επίσης πήγα για πρώτη φορά στην Πόλη της Νέας Υόρκης. Εκεί άκουσα τον δεύτερο πρόεδρο της Εταιρίας Σκοπιά, τον Ι. Φ. Ρόδερφορδ, να μιλά στο Μάντισον Σκουέαρ Γκάρντεν. Θρησκευτικοί εχθροί, γύρω στους 500, προσπάθησαν να διαλύσουν εκείνη τη σύναξη με τα αποδοκιμαστικά τους σφυρίγματα καθώς ο Αδελφός Ρόδερφορδ μιλούσε. Αλλά όλα αυτά έγιναν μάταια. Αυτός δεν υποχώρησε, και το ακροατήριο ανταποκρίθηκε με χειροκροτήματα γεμάτα ενθουσιασμό.
Βαθιά μέσα στην καρδιά μου και νωπή ακόμη στη διάνοιά μου είναι η διεθνής συνέλευση του 1942 που έγινε στην πατρίδα μου, στο Κλήβελαντ. Η πολυδιαφημισμένη δημόσια ομιλία ήταν «Ειρήνη—Μπορεί να Διαρκέσει;» Παρουσιάστηκαν Γραφικές αποδείξεις για να δειχτεί ότι οποιαδήποτε μελλοντική ανθρωποποίητη ειρήνη δεν θα μπορούσε να διαρκέσει.
Δοκιμασία Πίστης
Τότε ήταν που δοκιμάστηκε η πίστη μου στο ζήτημα της ουδετερότητας. Ήμουν διευθυντής στο τμήμα ανταλλακτικών και αξεσουάρ της αυτοκινητιστικής εταιρίας Τζένεραλ Μότορς. Μου είχαν επιτρέψει να μην εργάζομαι πλήρες ωράριο, και έτσι είχα τη δυνατότητα να κρατάω στην πρώτη θέση τη δράση μου σαν θρησκευτικός διάκονος. Αλλά με τη μαινόμενη θύελλα του πολέμου στον οποίο τώρα είχαν αναμιχθεί και οι Ηνωμένες Πολιτείες θα λάβαινα μέρος στον πόλεμο ή θα προσπαθούσα να εξαιρεθώ λόγω της κοσμικής μου εργασίας; Δεν διάλεξα τίποτα απ’ αυτά. Ήμουν χειροτονημένος διάκονος και είχα το νόμιμο δικαίωμα να εξαιρεθώ από στρατιωτική υπηρεσία. Ωστόσο, η Εξεταστική Επιτροπή διαφώνησε.
Η Επιτροπή σύστησε: «Θα μπορούσες να πας στις ένοπλες δυνάμεις και να υπηρετήσεις εκεί σαν διάκονος». «Όχι», απάντησα. «Η συνείδησή μου λέει ότι είμαι διάκονος του ευαγγελίου, και έχω αφιερώσει τη ζωή μου σ’ αυτό το έργο».
«Μπορείς όμως να το κάνεις αυτό και στο στρατό».
«Όχι», είπα. «Τους συνανθρώπους μου μπορώ να τους υπηρετήσω μόνο με τα ‘καλά νέα’ της Βίβλου».
Η υπόθεσή μου πήγε στο ανώτερο δικαστήριο. Στο Ομοσπονδιακό Δικαστήριο τόνισα ότι ο πατέρας μου είχε φύγει από την Αυστρία και είχε έρθει στις Ηνωμένες Πολιτείες λόγω των θρησκευτικών του πεποιθήσεων ενάντια στην οπλοφορία και στο στρατιωτικό καθήκον.
«Δεν χρειάζεται να πολεμήσεις», είπε ο δικαστής. «Με τη μόρφωσή σου και την ανατροφή σου, θα μπορούσε να γίνεις ένας καλός στρατιωτικός ιερέας νεαρέ μου».
«Εντιμότατε, πώς θα μπορούσα να το κάνω αυτό; Αν η συνείδησή μου δεν μου επιτρέπει να οπλοφορώ, πώς θα μπορούσα να ενθαρρύνω κάποιον άλλο να το κάνει αυτό;»
Η Ζωή στη Φυλακή
Παρά τις τεκμηριωμένες αποδείξεις ότι ήμουν διάκονος του ευαγγελίου, το φθινόπωρο του 1943 καταδικάστηκα σε πενταετή φυλάκιση στις ομοσπονδιακές φυλακές στο Λούιζμπεργκ της Πενσυλβανίας. Ωστόσο, δεν ήμουν ο μόνος Μάρτυρας στο Λούιζμπεργκ, γιατί υπήρχαν 50 ακόμη αδελφοί εκεί. Όταν αποφυλακίστηκα, ο αριθμός είχε αυξηθεί στους 200 περίπου.
Η φυλακή είχε έκταση γύρω στα χίλια έηκερς (400 εκτάρια). Μέσα στα όριά της υπήρχαν κτίρια που στέγαζαν τους πιο επικίνδυνους εγκληματίες, ένα αγροτικό στρατόπεδο για τους έμπιστους τρόφιμους, και ένα χωριό στο οποίο ζούσαν ο διευθυντής, οι φύλακες, και το άλλο προσωπικό της φυλακής. Οι Μάρτυρες συνήθως διορίζονταν στο αγροτικό στρατόπεδο. Η δουλειά μου ήταν να οδηγώ τους φυλακισμένους του αγροτικού στρατοπέδου στον τομέα της εργασίας τους και να τους φέρνω πίσω.
Όταν πρωτοέφτασα, απαγορεύονταν οι θρησκευτικές μας συναθροίσεις και τα έντυπά μας. Όμως εμείς παίρναμε τακτικά το περιοδικό Σκοπιά. Πώς γινόταν; Μερικοί επισκέπτες που ταξίδευαν περνώντας μέσα από τις δασώδεις περιοχές του χώρου της φυλακής και κατευθύνονταν στο χωριό και στα κτίρια της φυλακής έριχναν πλάι στο δρόμο διακριτικά τα περιοδικά μέσα σε μια χαρτοσακούλα. Εγώ ή κάποιος άλλος αδελφός ερχόταν και έβρισκε τη σακούλα και έδινε τα περιεχόμενά της στους υπόλοιπους αδελφούς. Ένας άλλος τρόπος με τον οποίο παίρναμε τα έντυπα ήταν εξαιτίας της καλοσύνης ενός φύλακα που ζούσε στο χωριό. Άφηνε παλιές εφημερίδες στη βεράντα της πρόσοψης του σπιτιού του. Όταν ερχόταν η ώρα να περάσουμε και να πάρουμε τις εφημερίδες, πολύ συχνά βρίσκαμε μέσα στις παλιές εφημερίδες τα περιοδικά μας. Αργότερα, ο διευθυντής δέχτηκε την αίτησή μας να κάνουμε τακτικά συναθροίσεις και να παίρνουμε Βιβλικά έντυπα.
Μια μέρα όταν άφησα ένα συνεργείο εργατών στον κήπο του διευθυντή, κατατρόμαξα. Μέσα στα ρούχα μου, είχα κρύψει το βιβλίο της Εταιρίας Η Αλήθεια Θέλει Σας Ελευθερώσει. Καθώς οι τρόφιμοι έκαναν διάφορες εργασίες, κόβοντας και κλαδεύοντας, εγώ κάθησα στο φορτηγό και τράβηξα επιφυλακτικά το βιβλίο. Αλλά φανταστείτε πόσο συγκλονίστηκα όταν η μικρή κόρη του διευθυντή πετάχτηκε ξαφνικά από πίσω μου και είπε, «Μπαμ! Τι διαβάζεις;»
Επειδή με ξάφνιασε βρίσκοντάς με με το έντυπο το οποίο έπρεπε να είχα αφήσει στο κελί μου, της είπα ότι ήταν ένα βιβλίο που εξηγεί τη Βίβλο. Αυτή έγινε ακόμη πιο περίεργη όταν της έδειξα μια από τις εικόνες του βιβλίου. Έδειχνε έναν άντρα σκυμμένο να λύνει τα δεσμά από τα πόδια του. «Πολλοί άνθρωποι είναι σαν και αυτόν», είπα. «Είναι δέσμιοι στις ψεύτικες θρησκευτικές ιδέες, και ο Ιησούς θέλει να απελευθερωθούν γιατί είπε: ‘Η αλήθεια θα σας ελευθερώσει’».—Ιωάννης 8:32.
Την άλλη μέρα η μητέρα του παιδιού είπε: «Σίμωνα, η κόρη μου μού είπε όλη τη συζήτηση που είχες μαζί της για τη Βίβλο και για το βιβλίο που της έδειξες. Εντυπωσιάστηκε πολύ, και ενδιαφέρθηκα κι εγώ επίσης». Ευτυχώς, το εκπληκτικό περιστατικό δεν οδήγησε σε δυσμενείς συνέπειες.
Υπηρέτησα λιγότερο από το μισό της ποινής μου. Μετά την αποφυλάκισή μου το 1946, ενώθηκα γρήγορα και πάλι με τις τάξεις των ολοχρόνιων σκαπανέων.
Υπηρεσία Μπέθελ
Η Θεοκρατική Συνέλευση Χαρούμενα Έθνη, που έγινε στο Κλήβελαντ το 1946, ήταν ένας άλλος σπουδαίος σταθμός στη ζωή μου. Τότε ήταν που έκανα αίτηση να έρθω στο Μπέθελ—ολοχρόνια υπηρεσία στα παγκόσμια κεντρικά γραφεία της Εταιρίας Σκοπιά στο Μπρούκλιν της Νέας Υόρκης.
Δυο αντιπρόσωποι της Εταιρίας, οι Αδελφοί Μίλτον Χένσελ και Ρόμπερτ Μόργκαν, έδωσαν μια συνοπτική εξήγηση για την υπηρεσία Μπέθελ και μετά πήραν συνέντευξη από τους παρόντες. Τους πλησίασα διστακτικά. Ωστόσο, όταν άρχισε η συνέντευξη, διαπίστωσα πως ήταν πολύ καλοί και προσγειωμένοι.
«Γιατί θέλεις να υπηρετήσεις στο Μπέθελ;» ρώτησε ένας από τους αδελφούς.
«Κάνω ό,τι μπορώ σαν σκαπανέας στην υπηρεσία του Ιεχωβά», απάντησα. «Αλλά αν μπορέσω να πάω στο Μπέθελ, είμαι βέβαιος ότι μπορώ να κάνω περισσότερα».
«Και βέβαια αν έρθεις στο Μπέθελ θα κάνεις περισσότερα», είπε ο άλλος.
Είχε δίκιο! Από την πρώτη μου μέρα στο Μπέθελ, 18 Φεβρουαρίου 1947, βρήκα την υπηρεσία εδώ πολύ ενδιαφέρουσα και ανταμειφτική. Ευχαριστώ τον Ιεχωβά κάθε μέρα που το χέρι του με οδήγησε σ’ αυτό το ωφέλιμο προνόμιο υπηρεσίας.—2 Θεσσαλονικείς 3:5.
Αποδείξεις του Πνεύματος του Θεού που Έχουμε Δει
Μετά από 45 χρόνια αγαμίας για χάρη της Βασιλείας, βρήκα την ‘άξια σύζυγό’ μου, την Γκρέις Σούτερ, ακριβώς εδώ στο Μπέθελ του Μπρούκλιν. (Παροιμίαι 31:10) Είχε έρθει στο Μπέθελ από το Μιντγουέστ το 1939, μολονότι αυτή και η οικογένειά της έμαθαν την αλήθεια στην Καλιφόρνια.a Από τότε που παντρευτήκαμε το 1959, διαπιστώσαμε ότι το χέρι του Ιεχωβά είναι με εκείνους που τον αγαπούν και τον υπηρετούν πιστά.
Με πολλούς τρόπους η αγαπημένη μου Γκρέις και εγώ έχουμε παρόμοιο παρελθόν. Γεννηθήκαμε και οι δυο το 1914, και οι δυο οικογένειές μας έψαχναν να βρουν την αληθινή θρησκεία, και το έργο κηρύγματος από πόρτα σε πόρτα το αρχίσαμε δραστήρια μαζί με τους γονείς μας στην ίδια ηλικία—12 χρόνων. Επίσης, σαν παντρεμένοι στην υπηρεσία Μπέθελ τι χαρά είναι να δοκιμάζεις μαζί τα θαρραλέα βήματα που κάνει η οργάνωση του Θεού καθώς προωθεί το έργο μαρτυρίας ‘στο πιο μακρινό μέρος της γης’!—Πράξεις 1:8.
Μήπως μετανιώσαμε που ήρθαμε κάτω από το χέρι του Θεού; Η Γκρέις όχι! «Δεν πλουτήσαμε σε κοσμικά πράγματα υπηρετώντας εδώ στο Μπέθελ», λέει αυτή. «Η ζωή μας όμως πλούτησε με έναν πιο μόνιμο τρόπο. Μολονότι δεν έχουμε δικά μας παιδιά, ασφαλώς έχουμε πολλά πνευματικά».
Ούτε εγώ το έχω μετανιώσει! Η εκλογή μας να αινούμε τον Ιεχωβά στην ολοχρόνια υπηρεσία ήταν πολύ καλή. Ζήσαμε μια πλήρη ζωή με ευγενή σκοπό, επειδή ήρθαμε «υπό την κραταιάν χείρα του Θεού».—1 Πέτρου 5:6.
[Υποσημειώσεις]
a Η Σκοπιά 1 Ιανουαρίου 1984 περιέχει την ιστορία της ζωής του αδελφού της που πέθανε, του Γκραντ Σούτερ, και της οικογένειάς τους.
[Εικόνα στη σελίδα 23]
Οι γονείς μου, Ιωσήφ και Μαίρη
[Εικόνα στη σελίδα 25]
Ο Σίμωνας και η σύζυγός του, η Γκρέις