Ο Ιεχωβά μάς Διαφυλάττει
Όπως το αφηγήθηκε ο Έριχ Κάτνερ
ΜΠΑΜ! Και μου ’ρθε το βιβλίο στο κεφάλι. Αυτή ήταν η πρώτη επαφή που είχα με την Αγία Γραφή, από το χέρι ενός Καθολικού ιερέα. Γιατί; Εξαιτίας μιας ερώτησης που είχα κάνει.
Ο ιερέας δίδασκε λειτουργική και κατήχηση και προσπαθούσε να ενθαρρύνει εμάς τα αγόρια να γίνουμε ιερείς. Στην προσπάθειά του να το κάνει αυτό χρησιμοποίησε το εδάφιο 1 Θεσσαλονικείς 4:17, που μιλάει για εκείνους που θα ‘αρπαχθούν εν νεφέλαις εις απάντησιν του Κυρίου εις τον αέρα’.
Πάντα είχα πολλές ερωτήσεις, γι’ αυτό και ρώτησα: «Γιατί λέτε ότι οι ιερείς πηγαίνουν κατευθείαν στον ουρανό όταν, όπως λέει το Πιστεύω, ο Ιησούς έπρεπε να πάει στον άδη;» (Πράξεις 2:31) Τότε ήταν που η Αγία Γραφή μου ήρθε στο κεφάλι.
Επιθυμία να Μάθω
Αλλά ήθελα ειλικρινά να βρω απαντήσεις. Ήμουν πολύ θρήσκος, ακόμα και τότε που ήμουν μικρό παιδί. Συνήθιζα να μπαίνω και να προσεύχομαι σχεδόν σε κάθε εκκλησία που συναντούσα. Όμως δεν ήμουν ικανοποιημένος. Κατά κάποιο τρόπο όλο και κάτι έβλεπα που μ’ έκανε να θυμώσω, όπως, για παράδειγμα, η μεγάλη ανάμειξη μερικών ανθρώπων στην ειδωλολατρία και η συμπεριφορά μερικών ιερέων.
Όταν ήμουν μόνο οχτώ περίπου χρονών, διάβασα το πρώτο μου βιβλίο. Είχε τον τίτλο Ο Εκχριστιανισμός της Βραζιλίας. Συγκλονίστηκα. Μου φάνηκε μια ιστορία γεμάτη φόνους, φόνους Ινδιάνων στο όνομα της θρησκείας. Αυτά τα πράγματα που μάθαινα ήταν αρκετά για να αλλάξουν την άποψη που είχα για πολλά πράγματα.
Όλα αυτά συνέβηκαν στη δεκαετία του 1920. Γεννήθηκα στη Βιέννη της Αυστρίας στις 19 Αυγούστου 1919 και ήμουν μοναχοπαίδι. Όταν ήμουν έξι περίπου χρονών ο πατέρας μου, που ήταν ηλεκτρολόγος μηχανικός, ανέλαβε μια δουλειά στη βόρεια Τσεχοσλοβακία, στη γερμανόφωνη περιοχή της Σουδητίας. Έτσι η οικογένειά μου μετακόμισε εκεί και τελικά μείναμε σε μια μικρή πόλη που ονομαζόταν Βάρνστορφ.
Η Καθολική Εκκλησία με γέμισε απογοήτευση. Μια μέρα, καταστεναχωρημένος επειδή ο ιερέας με είχε βάλει πάλι τιμωρία, γύριζα από το σχολείο σπίτι κλαίγοντας. Καθώς περπατούσα μέσα από κάτι χωράφια, σκέφτηκα ότι δεν ήταν δυνατόν να υπάρχει Θεός, συμπεραίνοντάς το αυτό από τα πολλά στραβά που είχα δει και διδαχτεί.
Τότε, το κελάηδισμα των πουλιών γέμισε τον αέρα και παρατήρησα τα λουλούδια, τις πεταλούδες και όλη την ομορφιά της δημιουργίας. Και κατάλαβα ότι πρέπει να υπάρχει ο στοργικός Θεός, αλλά ότι εκείνοι που έλεγαν ότι ήταν άνθρωποι του Θεού ίσως και να μην ήταν καθόλου του Θεού. Και πιθανόν Αυτός να είχε εγκαταλείψει την ανθρωπότητα. Τότε ήταν που για πρώτη φορά προσευχήθηκα πραγματικά με όλο μου το είναι ζητώντας από τον Θεό να με βοηθήσει να τον γνωρίσω αν κάποτε ενδιαφερόταν ξανά για τον άνθρωπο. Αυτά συνέβηκαν το 1928.
Ένα περίπου μήνα αργότερα η μητέρα μου ταξίδεψε στη Βιέννη για μια οικογενειακή συγκέντρωση· ήταν τα γενέθλια της μητέρας της που έκλεινε τα εξήντα. Εκεί η μητέρα μου συνάντησε τον αδελφό της, τον Ρίτσαρντ Τάουτς, που ζούσε τότε στο Μάριμπορ της Γιουγκοσλαβίας. Πριν λίγο καιρό είχε γίνει Σπουδαστής των Γραφών, όπως ονομάζονταν τότε οι Μάρτυρες του Ιεχωβά. Η μητέρα γύρισε σπίτι τρομερά ενθουσιασμένη με τις νέες Γραφικές αλήθειες που είχε μάθει. Βρήκα αυτά που μου αφηγήθηκε πολύ λογικά. Φάνηκε ότι ενεργούσε το χέρι του Ιεχωβά.—Ψαλμός 121:5.
Θέτοντας σε Εφαρμογή Όσα Είχα Μάθει
Αργότερα, ήρθαν Σπουδαστές των Γραφών από τη Γερμανία και άρχισε το κήρυγμα στην περιοχή μας. Μετά από μερικούς μήνες, άρχισαν να γίνονται τακτικές συναθροίσεις σε μια γειτονική πόλη στη Γερμανία, από την άλλη μεριά των συνόρων, και για να τις παρακολουθήσουμε κάναμε με τα πόδια τα λίγα χιλιόμετρα που μας χώριζαν απ’ αυτήν. Τότε ήταν που συνάντησα τον Όττο Έστελμαν, με τον οποίο αργότερα συνεργάστηκα στενά.
Το 1932 η οικογένειά μας μετακόμισε στην Μπρατισλάβα, την πρωτεύουσα της Σλοβακίας, περίπου 72 χιλιόμετρα από τη Βιέννη. Τότε δεν υπήρχαν άλλοι Μάρτυρες εκεί. Αποφάσισα ότι έπρεπε να αναλάβω εγώ δράση στο έργο κηρύγματος. Έτσι, διάλεξα αυτό που πίστευα ότι ήταν ο σκληρότερος τομέας, ένα κτιριακό συγκρότημα διαμερισμάτων όπου κατοικούσαν κυρίως οικογένειες στελεχών της κυβέρνησης. Στην Μπρατισλάβα μιλούσαν τότε τέσσερις γλώσσες: σλοβακικά, τσέχικα, γερμανικά και ουγγρικά.
Έχοντας μαζί μου κάρτες που είχαν τυπωμένη σε τέσσερις γλώσσες μια σύντομη ομιλία, πήγαινα μόνος μου και χτυπούσα τα κουδούνια στις πόρτες των διαμερισμάτων. Μερικές φορές ο πατέρας μου, που δεν ήταν ακόμα Μάρτυρας, στεκόταν στην άλλη μεριά του δρόμου, με κοιτούσε και κουνούσε το κεφάλι του. Λίγο αργότερα και αυτός επίσης πήρε σταθερή στάση υπέρ του Ιεχωβά.
Στις 15 Φεβρουαρίου 1935 σε μια ειδική συνάθροιση που είχαμε στην πόλη μας με έναν περιοδεύοντα επίσκοπο, εγώ και μερικοί άλλοι βαφτιστήκαμε σε μια μπανιέρα. Εκείνο το χρόνο τελείωσα το τεχνικό σχολείο και μου πρόσφεραν μια ενδιαφέρουσα δουλειά, αλλά ταυτόχρονα προσκλήθηκα να εργαστώ στο γραφείο τμήματος της Εταιρίας Σκοπιά στην Πράγα της Τσεχοσλοβακίας. Οι γονείς μου και εγώ συζητήσαμε σοβαρά το ζήτημα και μετά το θέσαμε στον Ιεχωβά με προσευχή. Έτσι, λίγο πριν κλείσω τα 16, μπήκα στην ολοχρόνια υπηρεσία την 1η Ιουνίου 1935.
Υπηρετώντας σε Δύσκολους Καιρούς
Στο γραφείο της Εταιρίας στην Πράγα έμαθα να χειρίζομαι τις στοιχειοθετικές μηχανές και να σελιδοποιώ κείμενα. Τυπώναμε φυλλάδια για τους αδελφούς μας στη Γερμανία, που ήταν κάτω από την απαγόρευση του Χίτλερ, και τυπώναμε επίσης το περιοδικό Η Σκοπιά σε αρκετές γλώσσες. Όμως, αυτοί ήταν δύσκολοι καιροί για το έργο μας στην Ευρώπη και τελικά οι αρχές έκλεισαν το τμήμα μας το Δεκέμβριο του 1938.
Γύρισα σπίτι στην Μπρατισλάβα, όπου η κυβέρνηση είχε περάσει στα χέρια υποστηρικτών των Ναζί, και εργάστηκα ανενόχλητα δυο μήνες κηρύττοντας από σπίτι σε σπίτι. Τον ίδιο καιρό περίπου, το Κεντρικό Ευρωπαϊκό Γραφείο της Εταιρίας Σκοπιά στη Βέρνη της Ελβετίας μου έγραψε ότι αν ήμουν πρόθυμος να υπηρετήσω ως σκαπανέας οπουδήποτε στον κόσμο, θα έπρεπε να πάω στη Βέρνη.
Δέχτηκα την πρόσκληση και έφυγα από το σπίτι. Ήταν η τελευταία φορά που είδα τον πατέρα μου και θα περνούσαν 30 χρόνια ώσπου να ξαναδώ τη μητέρα μου. Αλλά ο Ιεχωβά διαφύλαξε και τους τρεις μας στις δυσκολίες που ακολούθησαν. Για παράδειγμα, έμαθα αργότερα ότι η περιβόητη Χλίνκα Γκάρντα (ένα είδος Ες-Ες της Σλοβακίας) έψαχνε να με βρει τη μέρα που έφυγα από την Μπρατισλάβα. Και στη διάρκεια του ταξιδιού, όταν οι πράκτορες των Ναζί έμαθαν ότι ήμουν Μάρτυρας του Ιεχωβά, προσπάθησαν να με συλλάβουν στα σύνορα Γιουγκοσλαβίας και Ιταλίας. Αλλά ο Ιεχωβά συνέχισε να με διαφυλάττει.—Ψαλμός 48:14· 61:3.
Στη Βέρνη έμαθα ότι θα με έστελναν στη Σαγκάη της Κίνας, αλλά αργότερα ο διορισμός μου άλλαξε για τη Βραζιλία. Εργάστηκα στο τμήμα στη Βέρνη μέχρι να μου δώσουν δικαίωμα εισόδου για τη Βραζιλία. Εκείνο τον καιρό οι δυσκολίες στην Ευρώπη αυξάνονταν. Τα σύνορα έκλειναν, και γι’ αυτό, τον Αύγουστο του 1939 η Εταιρία με παρότρυνε να πάω στη Γαλλία. Το Βραζιλιανό εμπορικό πλοίο Siqueira Campos έφευγε από τη Χάβρη της Γαλλίας στις 31 Αυγούστου και θα ταξίδευα μ’ αυτό. Τέσσερις ώρες πριν ξεσπάσει ο Β΄ Παγκόσμιος Πόλεμος, το πλοίο σαλπάρισε.
Οι δώδεκα περίπου επιβάτες που ταξίδευαν μαζί μου στη δεύτερη θέση, ήταν όπως έμαθα αργότερα, πράκτορες των Ναζί. Δεν τους άρεσε καθόλου το κήρυγμά μου. Μερικές φορές προσπάθησαν να με κάνουν να χάσω το πλοίο. Στο Βίγκο της Ισπανίας ο φιλικός καπετάνιος με προειδοποίησε να μη βγω στη στεριά όσο θα ήμασταν εκεί. Στη Λισσαβώνα της Πορτογαλίας οι πράκτορες των Ναζί παραποίησαν την ώρα αναχώρησης του πλοίου στον πίνακα ανακοινώσεων ώστε να ξεμείνω εκεί. Αλλά και πάλι ο Ιεχωβά με διαφύλαξε. (Ψαλμός 121:3) Έφτασα στο Σάντος της Βραζιλίας το απόγευμα της 24ης Σεπτεμβρίου 1939. Την άλλη μέρα πήγα στο Σάο Πάολο, όπου βρισκόταν το γραφείο της Εταιρίας.
Υπηρετώντας στη Βραζιλία
Το Σεπτέμβριο του 1939 υπήρχαν μόνο 127 Μάρτυρες στη Βραζιλία, που είχε τότε πληθυσμό 41 περίπου εκατομμύρια. Αφού είχα μείνει μια βδομάδα σχεδόν στο Σάο Πάολο, έφυγα για το διορισμό που είχα ως σκαπανέας στη νοτιότερη πολιτεία, το Ρίο Γκράντε ντου Σουλ. Θα έμενα με μερικούς γερμανόφωνους Μάρτυρες πολωνικής καταγωγής που ζούσαν σε μια απομονωμένη περιοχή της ζούγκλας.
Το ταξίδι με το τρένο κράτησε τέσσερις μέρες. Το τέρμα του ταξιδιού ήταν η Γκιρουά, που έμοιαζε με πόλη του Φαρ Ουέστ στις πρώτες μέρες της Βόρειας Αμερικής. Από τη Γκιρουά έπρεπε να διανύσω ακόμη 32 χιλιόμετρα μέσα στη ζούγκλα για να φτάσω εκεί όπου έμεναν οι Μάρτυρες. Ο οδηγός ενός φορτηγού με πήρε μαζί του και με άφησε σε ένα χωματόδρομο. Αφού περπάτησα ενάμισι περίπου χιλιόμετρο σε παρθένο δάσος και πέρασα μέσα από ένα ποτάμι τελικά έφτασα.
Επειδή η περιοχή ήταν απομονωμένη, η υπηρεσία μου ως σκαπανέα περιοριζόταν στις φορές που κάποιος αμαξάς μπορούσε να με πάρει μαζί του. Για να βρω ανθρώπους ταξίδευα ολόκληρες μέρες και κοιμόμουν σε χωματόδρομους για να αποφύγω τα φίδια ή κάτω από την άμαξα όταν έβρεχε. Κηρύξαμε επίσης σε διάφορες πόλεις όπως στην Κρος Άλτα.
Το 1940 η Εταιρία με διόρισε στο Πόρτο Αλέγκρε, την πρωτεύουσα της πολιτείας Ρίο Γκράντε ντου Σουλ. Εκεί συνεργάστηκα με τον παιδικό μου φίλο Όττο Έστελμαν, που είχε επίσης διοριστεί στη Βραζιλία. Οι αρχές φαίνονταν να υποστηρίζουν τους Ναζί. Μας συνέλαβαν και μας είπαν ότι ή θα υπογράφαμε ένα χαρτί όπου θα αποκηρύτταμε την πίστη μας ή θα μας έστελναν με το απογευματινό τρένο φυλακή στα σύνορα της Ουρουγουάης. Ήμασταν στο τρένο εκείνο το απόγευμα.
Κάτω από Περιορισμό
Εκεί στα σύνορα ήμασταν δυο περίπου χρόνια υπό κράτηση σε ένα σπίτι. Αλλά πάλι ο Ιεχωβά ήρθε να μας υποστηρίξει. Μερικοί επιχειρηματίες μας πρόσφεραν τη βοήθειά τους. Σαν αποτέλεσμα, αντί να μείνουμε στη φυλακή, μου επέτρεψαν να κάνω κοσμική εργασία, αλλά ήμασταν κάτω από αυστηρή επιτήρηση. Δεν μπορούσαμε να έρθουμε σε επαφή με το γραφείο τμήματος της Εταιρίας.
Μια μέρα όμως συναντήσαμε στο δρόμο ένα σκαπανέα αδελφό από την Ευρώπη που είχε διοριστεί στην Ουρουγουάη. Έτυχε να επισκέπτεται τα σύνορα. Τι συνάντηση ήταν αυτή! Μας έδωσε μια Αγία Γραφή στα γερμανικά και ένα περιοδικό Σκοπιά στα αγγλικά. Τότε ήταν που άρχισα στα σοβαρά να μελετάω αγγλικά.
Αργότερα, στις 22 Αυγούστου 1942, η Βραζιλία κήρυξε πόλεμο κατά της Γερμανίας και της Ιταλίας, πράγμα που σήμαινε ότι η κατάστασή μας θα άλλαζε. Μας έφεραν πίσω στο Πόρτο Αλέγκρε, και μετά από μερικές ανακρίσεις, με άφησαν ελεύθερο. Κατόπιν, συνάντησα μερικούς νεαρούς Μάρτυρες που τους είχα γνωρίσει παλιότερα στην περιοχή της ζούγκλας όπου είχα πρωτοδιοριστεί. Έτσι, μπόρεσα να έρθω σε επαφή με το γραφείο τμήματος, και άρχισα ξανά το σκαπανικό. Τέσσερις από τους νεαρούς αυτούς ενώθηκαν μαζί μου στο έργο σκαπανέα, και βρήκαμε ανθρώπους που δέχτηκαν το άγγελμα της Βασιλείας, από τους οποίους μερικοί κηρύττουν ακόμα.
Οι αρχές μάς αντιμετώπιζαν τώρα ευνοϊκά, έτσι το 1943 διευθετήσαμε την πρώτη μας μικρή συνέλευση στο Πόρτο Αλέγκρε. Ο συνολικός αριθμός παρόντων ήταν 50 άτομα, από τους οποίους σχεδόν οι μισοί ήταν αστυνομικοί με πολιτικά. Ένα χρόνο αργότερα, το 1944, διευθετήσαμε άλλη μια συνέλευση. Έπειτα, προσκλήθηκα να υπηρετήσω στο γραφείο τμήματος της Εταιρίας, που είχε μεταφερθεί από το Σάο Πάολο στο Ρίο ντε Τζανέιρο.
Στη Γαλαάδ και Μετά
Το 1950 προσκλήθηκα να παρακολουθήσω τη 16η σειρά της Βιβλικής Σχολής Γαλαάδ της Σκοπιάς στο Σάουθ Λάσινγκ της Νέας Υόρκης. Αφού αποφοίτησα το Φεβρουάριο του 1951, μου δόθηκε ένας προσωρινός ειδικός διορισμός σκαπανέα στην εκκλησία του Σάουθ Μπρονξ της Νέας Υόρκης, αλλά αργότερα γύρισα στη Βραζιλία.
Ενάμιση περίπου χρόνο υπηρέτησα ως περιοδεύων εκπρόσωπος της Εταιρίας, είτε ως επίσκοπος περιφερείας είτε ως επίσκοπος περιοχής. Έπειτα, το Φεβρουάριο του 1953, με κάλεσαν ξανά στο γραφείο τμήματος στο Ρίο ντε Τζανέιρο και διορίστηκα στο μεταφραστικό τμήμα. Αργότερα, από τον Σεπτέμβριο του 1961 ως το Σεπτέμβριο του 1963, είχα το προνόμιο να εργαστώ σε έναν ειδικό διορισμό ως μεταφραστής στα κεντρικά γραφεία της Εταιρίας στο Μπρούκλιν της Νέας Υόρκης. Ενόσω ήμουν εκεί, συνάντησα ένα ζευγάρι που ήξερα από τη Βραζιλία. Ο σύζυγος συμφώνησε να μελετήσει μαζί μου στο ξενοδοχείο όπου έμεναν και πείστηκε για την αλήθεια.
Λίγους μήνες αργότερα, όταν γυρίσαμε στη Βραζιλία, τον συνάντησα ξανά. Αλλά φαινόταν σαν να είχε κάπως χαλαρώσει. Έτσι, του είπα: «Κοίτα Πωλ, εσύ είσαι πολιτικός μηχανικός. Αλλά υπέθεσε ότι ήμουν εγώ ο πολιτικός μηχανικός και σου έλεγα ότι η στέγη πρόκειται από στιγμή σε στιγμή να σου πέσει στο κεφάλι. Τι θα έκανες; Λοιπόν, ως Γραφικός ‘μηχανικός’, σου λέω ότι αν δεν ενεργήσεις σύμφωνα με όσα έχεις μάθει, θα έχεις προβλήματα».
Σε λίγο χρονικό διάστημα βαφτίστηκε και υπηρετεί ως Χριστιανός πρεσβύτερος εδώ και μερικά χρόνια. Επίσης, συνέβαλε πολύ στην ανέγερση των νέων μεγάλων εγκαταστάσεων τμήματος στο Σεζάριο Λάνγκε του Σάο Πάολο, όπου τώρα εργαζόμαστε 480 άτομα υπηρετώντας τις πνευματικές ανάγκες του αυξανόμενου αριθμού Μαρτύρων της Βραζιλίας.
Συνεχείς Αυξήσεις
Το 1945, μας επισκέφτηκε για πρώτη φορά ο πρόεδρος της Εταιρίας Σκοπιά, Νάθαν Νορρ και επίσης ο τότε αντιπρόεδρος, Φρέντερικ Φρανς. Διευθετήθηκε μια συνέλευση στο γυμναστήριο του σταδίου Πακαέμπου στο Σάο Πάολο, όπου μετέφραζα τις ομιλίες των επισκεπτών αδελφών. Το ανώτατο όριο παρόντων ήταν 765 άτομα.
Θυμάμαι ότι ο αδελφός Νορρ κοίταζε το μεγάλο στάδιο Πακαέμπου και αναρωτιόταν αν θα μπορούσαμε ποτέ να το γεμίσουμε. Λοιπόν, αυτό το καταφέραμε το Δεκέμβριο του 1973, όταν 94.586 άτομα γέμισαν ασφυκτικά το στάδιο Πακαέμπου στη συνέλευση «Θεία Νίκη». Τον Αύγουστο του 1985 στη συνέλευση «Διακράτηση Ακεραιότητας» στο στάδιο Μορούντι του Σάο Πάολο παρευρέθηκαν 162.941 άτομα, αριθμός που ξεπέρασε κάθε προηγούμενο. Και άλλα 86.410 άτομα παρακολούθησαν ταυτόχρονα το πρόγραμμα σε ένα στάδιο στο Ρίο ντε Τζανέιρο. Αργότερα, 23 επιπρόσθετες συνελεύσεις ανέβασαν το συνολικό αριθμό παρόντων για τις συνελεύσεις «Διακράτηση Ακεραιότητας» της Βραζιλίας σε 389.387 άτομα!
Όλα αυτά τα χρόνια είχα το προνόμιο να μεταφράζω ομιλίες επισκεπτών από τα κεντρικά γραφεία του Μπρούκλιν της Νέας Υόρκης. Πρόσφατα ένας απ’ αυτούς, κάποια ώρα που περπατούσε μαζί μου, παρατήρησε πόσα πολλά άτομα με τα οποία είχα μελετήσει στο παρελθόν έρχονταν να με χαιρετήσουν, και είπε αστειευόμενος: «Δεν έχω ξαναδεί έναν ανύπαντρο με τόσα πολλά παιδιά».
Οι διεθνείς συνελεύσεις που μπόρεσα να παρακολουθήσω σε άλλες χώρες ήταν επίσης πραγματικοί σταθμοί στη ζωή μου. Στη συνέλευση της Νυρεμβέργης το 1969 είδα τη μητέρα μου για πρώτη φορά μετά από 30 χρόνια. Πέθανε πιστή το 1973. Δεν επέτρεψαν στον πατέρα μου να ταξιδέψει στο εξωτερικό για τη συνέλευση, κι έτσι δεν τον έχω ξαναδεί από τότε που έφυγα. Το 1978 είχα το προνόμιο να δώσω τη δημόσια ομιλία στη διεθνή συνέλευση που έγινε στη Βιέννη της Αυστρίας, την πρώτη μεγάλη συνέλευση που παρακολούθησα στην πόλη που γεννήθηκα.
Όλα αυτά τα χρόνια που είμαι στη Βραζιλία, έγινα μάρτυρας του ότι ο Ιεχωβά είναι «ο αυξάνων». (1 Κορινθίους 3:7) Το 1948 οι ευαγγελιζόμενοι ξεπέρασαν τους 1.000. Μετά απ’ αυτό, ο αριθμός των ευαγγελιζόμενων ανέβηκε σε 12.992 το 1958 και σε 60.139 το 1970. Στη θέση των 127 ευαγγελιζόμενων της Βασιλείας που είχαμε το Σεπτέμβριο του 1939, υπήρχαν 196.948 τον Αύγουστο του 1986. Οπωσδήποτε, ‘το ολιγοστόν έχει γίνει ισχυρό έθνος’ και σ’ αυτή τη χώρα επίσης.—Ησαΐας 60:22.
Αλλά και ο πληθυσμός της Βραζιλίας έχει αυξηθεί επίσης, από 41 εκατομμύρια το 1939 σε πάνω από 135 εκατομμύρια σήμερα. Άρα, έχουμε ακόμα ένα τεράστιο αγρό δράσης. Χαίρομαι που έχω συμμετάσχει προσωπικά στη θαυμάσια αύξηση που έχει δώσει ο Ιεχωβά, και πόσο συναρπαστικό αποδεικνύεται αυτό! Έτσι συμβουλεύω καθένα που θέλει να υπηρετήσει ολοχρόνια τον Ιεχωβά: Προχώρα μπροστά! Μη φοβάσαι για το τι θα μπορούσε να συμβεί, επειδή «ο Κύριος [Ιεχωβά (ΜΝΚ)] θέλει φυλάττει την έξοδόν σου και την είσοδόν σου».—Ψαλμός 121:7, 8.
[Πρόταση που τονίζεται στη σελίδα 26]
«Σου λέω ότι αν δεν ενεργήσεις σύμφωνα με όσα έχεις μάθει, θα έχεις προβλήματα»
[Εικόνα στη σελίδα 25]
Ο Ν. Νορρ μιλάει με μεταφραστή τον Έριχ Κάτνερ, στο Σάο Πάολο της Βραζιλίας το 1945