Ποιος Αξίζει να Αποκαλείται Ραββί;
Ο ΑΝΥΠΟΠΤΟΣ τουρίστας δεν είχε πολλές πιθανότητες να φτάσει στο αεροδρόμιο εγκαίρως. Εκατοντάδες αστυνομικοί προσπαθούσαν να ρυθμίσουν την κυκλοφορία ενώ επέβλεπαν τους 300.000 και πλέον πενθούντες που είχαν κατακλύσει τους δρόμους της Ιερουσαλήμ. Η εφημερίδα Δε Τζερούσαλεμ Ποστ (The Jerusalem Post) το αποκάλεσε αυτό «νεκρική πομπή της οποίας το μέγεθος φυσιολογικά θα ταίριαζε μόνο σε προέδρους, βασιλιάδες ή ολοκληρωτικούς δικτάτορες». Ποιος θα μπορούσε να είναι η αιτία τέτοιων εκδηλώσεων αφοσίωσης, που παρέλυσαν επί ώρες την πρωτεύουσα του Ισραήλ; Ένας σεβαστός ραβίνος. Γιατί επιβάλλει τόσο σεβασμό και αφοσίωση ανάμεσα στους Ιουδαίους η θέση του ραβίνου; Πότε χρησιμοποιήθηκε για πρώτη φορά ο όρος «ραββί»; Σε ποιον είναι σωστό να εφαρμόζεται;
Ήταν ο Μωυσής Ραββί;
Το πιο σεβαστό όνομα στον Ιουδαϊσμό είναι ο Μωυσής, ο μεσίτης της διαθήκης του Νόμου του Ισραήλ. Οι θρησκευόμενοι Ιουδαίοι τον αποκαλούν «Μωυσής ‘ο Ραββί μας’». Ωστόσο, πουθενά στην Αγία Γραφή δεν αναφέρεται ο Μωυσής με τον τίτλο «Ραββί». Στην πραγματικότητα, ο όρος «ραββί» δεν εμφανίζεται καμία φορά στις Εβραϊκές Γραφές. Πώς, λοιπόν, άρχισαν οι Ιουδαίοι να αναφέρονται στον Μωυσή με αυτόν τον τρόπο;
Σύμφωνα με τις Εβραϊκές Γραφές, η ευθύνη και η εξουσία σχετικά με τη διδασκαλία και την ερμηνεία του Νόμου δόθηκε στους απογόνους του Ααρών, στους ιερείς της φυλής του Λευί. (Λευιτικόν 10:8-11· Δευτερονόμιον 24:8· Μαλαχίας 2:7) Ωστόσο, το δεύτερο αιώνα Π.Κ.Χ., άρχισε μια αθόρυβη επανάσταση στους κόλπους του Ιουδαϊσμού, η οποία επηρέασε ανεξίτηλα την Ιουδαϊκή σκέψη από τότε και έπειτα.
Σχετικά με αυτή την πνευματική μεταμόρφωση, ο Ντάνιελ Τζέρεμι Σίλβερ γράφει τα εξής στην Ιστορία του Ιουδαϊσμού (A History of Judaism): «[Εκείνη] την εποχή, μια τάξη γραμματέων και λογίων που δεν ήταν ιερείς άρχισε να αμφισβητεί το κατά πόσο ήταν νόμιμο να μονοπωλούν οι ιερείς την ερμηνεία της Τορά [του Μωσαϊκού Νόμου]. Όλοι συμφωνούσαν ότι οι ιερείς ήταν απαραίτητοι ως λειτουργοί του Ναού, αλλά γιατί θα έπρεπε να έχουν τον τελευταίο λόγο στα ζητήματα της Τορά;» Ποιοι ήταν οι υποκινητές αυτής της αμφισβήτησης της εξουσίας που είχε η ιερατική τάξη; Μια νέα ομάδα μέσα στον Ιουδαϊσμό, οι οποίοι αποκαλούνταν Φαρισαίοι. Ο Σίλβερ συνεχίζει: «Οι Φαρισαίοι δέχονταν μαθητές στις σχολές τους με βάση τα προσόντα, όχι τη γέννηση [ιερατική καταγωγή], και εισήγαγαν μια νέα τάξη Ιουδαίων στη θρησκευτική ηγεσία».
Τον πρώτο αιώνα Κ.Χ., οι απόφοιτοι αυτών των Φαρισαϊκών σχολών είχαν ήδη γίνει γνωστοί ως δάσκαλοι του Ιουδαϊκού νόμου. Σε ένδειξη σεβασμού, οι υπόλοιποι Ιουδαίοι άρχισαν να τους αποκαλούν «ο δάσκαλός μου» ή «ο κύριός μου», στην εβραϊκή ραββί.
Τίποτα δεν θα μπορούσε να προσδώσει μεγαλύτερο κύρος σε αυτόν το νέο τίτλο από το να τον αποδώσουν σε εκείνον τον οποίο θεωρούσαν ως το μεγαλύτερο δάσκαλο στην Ιουδαϊκή ιστορία, τον Μωυσή. Το αποτέλεσμα θα ήταν να ελαττωθεί ακόμη περισσότερο η έμφαση που δινόταν στο ιερατείο, ενώ θα ενισχυόταν η θέση της Φαρισαϊκής ηγεσίας, η οποία αποκτούσε ολοένα και μεγαλύτερη επιρροή. Έτσι, 1.500 χρόνια και πλέον μετά το θάνατό του, ο Μωυσής ονομάστηκε αναδρομικά «Ραββί».
Μιμούνταν τον «Κύριο»
Μολονότι οι μάζες χρησιμοποιούσαν μερικές φορές τη λέξη «ραββί» («κύριέ μου») αναφερόμενες σε άλλους δασκάλους στους οποίους απέδιδαν τιμή, ο όρος συνήθως εφαρμοζόταν στους εξέχοντες δασκάλους ανάμεσα στους Φαρισαίους, στους «σοφούς». Με την καταστροφή του ναού το 70 Κ.Χ., η οποία ουσιαστικά έθεσε τέρμα στην εξουσία του ιερατείου, οι Φαρισαίοι ραββί έγιναν οι αδιαμφισβήτητοι ηγέτες του Ιουδαϊσμού. Η αδιαφιλονίκητη θέση τους ενθάρρυνε την ανάπτυξη υπερβολικού θαυμασμού ο οποίος επικεντρωνόταν γύρω από τους ραβίνους σοφούς.
Αναφερόμενος σε αυτή τη μεταβατική περίοδο του πρώτου αιώνα Κ.Χ., ο καθηγητής Ντοβ Ζλότνικ σχολιάζει: «‘Η προσκόλληση στους Σοφούς’ έγινε πιο σημαντική από ό,τι η μελέτη της Τορά». Ο Ιουδαίος λόγιος Γιάκομπ Νόισνερ εξηγεί περαιτέρω: «Ο ‘μαθητής των σοφών’ είναι ο σπουδαστής που έχει προσκολληθεί στον ραββί. Το κάνει αυτό επειδή θέλει να μάθει την ‘Τορά’. . . . Δεν μαθαίνει κάποιος την Τορά μέσω του νόμου, αλλά με το να βλέπει το νόμο ενσαρκωμένο στις κινήσεις και στις πράξεις των ζωντανών σοφών. Αυτοί διδάσκουν το νόμο με όσα πράττουν, όχι μόνο με όσα λένε».
Ο ταλμουδιστής λόγιος Αντίν Στάινσαλτς το επιβεβαιώνει αυτό, γράφοντας: «Οι ίδιοι οι σοφοί έλεγαν: ‘Θα πρέπει να μελετάτε τις τυχαίες συζητήσεις, τα αστεία και τις ανεπίσημες δηλώσεις των σοφών’». Μέχρι πού μπορεί να έφτανε αυτό; Ο Στάινσαλτς παρατηρεί: «Ένα ακραίο παράδειγμα σχετικά με αυτό ήταν ο μαθητής ο οποίος λέγεται ότι κρύφτηκε κάτω από το κρεβάτι του μεγάλου δασκάλου του για να δει πώς συμπεριφερόταν αυτός στις σχέσεις του με τη σύζυγό του. Όταν ρωτήθηκε για την αδιακρισία του, ο νεαρός μαθητής απάντησε: ‘Πρόκειται για την Τορά και αξίζει μελέτη’, άποψη η οποία γινόταν δεκτή ως βάσιμη τόσο από τους ραβίνους όσο και από τους σπουδαστές».
Προσδίδοντας έμφαση στους ραβίνους και όχι στην Τορά—στην εκμάθηση της Τορά μέσω των ραβίνων—ο Ιουδαϊσμός, από τον πρώτο αιώνα Κ.Χ. και έπειτα, έγινε μια θρησκεία που επικεντρωνόταν γύρω από τους ραβίνους. Πλησίαζε κάποιος τον Θεό, όχι μέσω του εμπνευσμένου γραπτού Λόγου, αλλά μέσω ενός προσωπικού υποδείγματος, ενός κυρίου, του ραβίνου. Έτσι, η έμφαση φυσιολογικά μετατέθηκε από τις θεόπνευστες Γραφές στον προφορικό νόμο και στις παραδόσεις που δίδασκαν εκείνοι οι ραβίνοι. Έκτοτε, η Ιουδαϊκή λογοτεχνία, όπως λόγου χάρη το Ταλμούδ, επικεντρώνεται περισσότερο στις συζητήσεις, στη συμπεριφορά των ραβίνων και σε περιστατικά που τους αφορούν παρά στις αναγγελίες του Θεού.
Οι Ραβίνοι στο Διάβα των Αιώνων
Μολονότι ασκούσαν τεράστια εξουσία και επιρροή, οι πρώτοι ραβίνοι δεν έβγαζαν τα προς το ζην από τις θρησκευτικές τους δραστηριότητες. Η Ενσαϊκλοπίντια Τζουντάικα (Encyclopaedia Judaica) δηλώνει: «Ο ραβίνος του Ταλμούδ ήταν . . . εντελώς διαφορετικός από το σημερινό κάτοχο του τίτλου. Ο ταλμουδιστής ραβίνος ήταν ερμηνευτής και σχολιαστής της Αγίας Γραφής και του Προφορικού Νόμου, και κατά κανόνα είχε ένα επάγγελμα μέσω του οποίου εξασφάλιζε τα προς το ζην. Χρειάστηκε να φτάσει ο Μεσαίωνας για να γίνει ο ραβίνος . . . δάσκαλος, κήρυκας και πνευματική κεφαλή της Ιουδαϊκής εκκλησίας ή της κοινότητας».
Όταν οι ραβίνοι άρχισαν να μεταβάλλουν τη θέση τους σε αμειβόμενη απασχόληση, μερικοί το επέκριναν αυτό. Ο Μαϊμονίδης, ο φημισμένος ραβίνος του 12ου αιώνα που κέρδιζε τα προς το ζην ως γιατρός, καταφέρθηκε εναντίον τέτοιου είδους ραβίνων. «[Αυτοί] καθόριζαν και απαιτούσαν χρηματικά ποσά από άτομα και κοινότητες, και έκαναν τους ανθρώπους να σκέφτονται, εντελώς ανόητα, ότι είναι υποχρεωτικό και κατάλληλο να βοηθούν [οικονομικά] τους σοφούς και τους λογίους και όσους μελετούν την Τορά, και έτσι η Τορά τους είναι το επάγγελμά τους. Αλλά όλα αυτά είναι εσφαλμένα. Δεν υπάρχει ούτε μία λέξη, είτε στην Τορά είτε στα λόγια των σοφών, που να υποστηρίζει κάτι τέτοιο». (Σχόλια στο Μισνά, Άβοτ 4:5) Αλλά οι κατηγορίες του Μαϊμονίδη πέρασαν απαρατήρητες από τις μελλοντικές γενιές των ραβίνων.
Καθώς ο Ιουδαϊσμός εισερχόταν στη σύγχρονη εποχή, διαιρέθηκε σε διάφορες παρατάξεις μεταρρυθμιστικών, συντηρητικών και ορθόδοξων πιστεύω. Για πολλούς Ιουδαίους, οι θρησκευτικές δοξασίες και συνήθειες απέκτησαν δευτερεύουσα σημασία σε σχέση με άλλα ζητήματα. Ως αποτέλεσμα, η θέση του ραβίνου αποδυναμώθηκε. Ο ραβίνος έγινε, κατά κύριο λόγο, χειροτονημένη κεφαλή της εκκλησίας και είχε το ρόλο του αμειβόμενου, επαγγελματία δασκάλου και συμβούλου για τα μέλη της ομάδας του. Ωστόσο, ανάμεσα στις άκρως ορθόδοξες Χασιδικές ομάδες, η άποψη ότι ο ραβίνος ήταν «κύριος» και υπόδειγμα εδραιώθηκε ακόμη περισσότερο.
Προσέξτε τα σχόλια του Έντουαρντ Χόφμαν στο βιβλίο του σχετικά με το Χασιδικό κίνημα Χαμπάντ-Λιούμπαβιτς: «Οι πρώτοι Χασιδείμ τόνιζαν επίσης ότι σε κάθε γενιά υπάρχει ένας και μόνο Ιουδαίος ηγέτης, ο τζαντίκ [δίκαιος], που είναι ο ‘Μωυσής’ της εποχής του, και του οποίου η γνώση και η αφοσίωση προς τους άλλους είναι απαράμιλλες. Λόγω της μεγάλης του ευλάβειας, πίστευε η κάθε ομάδα των Χασιδείμ, ο Ρεβέ τους [αντίστοιχο του «ραβίνου» στη γλώσσα γίντις] μπορούσε να επηρεάσει ακόμη και τα διατάγματα του Παντοδύναμου. Όχι μόνο τον σέβονταν ως υπόδειγμα λόγω των αποκαλυπτικών του ομιλιών, αλλά πίστευαν ότι η ίδια η ζωή του (‘το πώς δένει τα κορδόνια των παπουτσιών του’, όπως έλεγαν) εξύψωνε τον ανθρωπισμό και παρείχε αδιόρατες ενδείξεις του μονοπατιού που οδηγεί στο θείο».
«Μην Αποκληθείτε Ραββί»
Ο Ιησούς, ο Ιουδαίος του πρώτου αιώνα που ίδρυσε τη Χριστιανοσύνη, έζησε στον καιρό κατά τον οποίο η Φαρισαϊκή άποψη για τους ραβίνους είχε αρχίσει να καταλαμβάνει τον Ιουδαϊσμό. Ο ίδιος δεν ήταν Φαρισαίος ούτε είχε εκπαιδευτεί στις σχολές τους, αλλά αποκαλούνταν και εκείνος Ραββί.—Μάρκος 9:5· Ιωάννης 1:38· 3:2.
Επικρίνοντας το ραβινικό ρεύμα που υπήρχε στον Ιουδαϊσμό, ο Ιησούς είπε: «Οι γραμματείς και οι Φαρισαίοι έχουν καθήσει στη θέση του Μωυσή. Τους αρέσει η πιο εξέχουσα θέση στα δείπνα και τα μπροστινά καθίσματα στις συναγωγές, και οι χαιρετισμοί στις αγορές και να αποκαλούνται από τους ανθρώπους Ραββί. Εσείς, όμως, μην αποκληθείτε Ραββί, γιατί ένας είναι ο δάσκαλός σας, ενώ όλοι εσείς είστε αδελφοί».—Ματθαίος 23:2, 6-8.
Ο Ιησούς προειδοποίησε ενάντια στο διαχωρισμό κληρικών-λαϊκών ο οποίος είχε αρχίσει να αναπτύσσεται στον Ιουδαϊσμό. Επέκρινε την απόδοση τέτοιας ακατάλληλης εξοχότητας σε ανθρώπους. «Ένας είναι ο δάσκαλός σας», διακήρυξε με τόλμη. Ποιος ήταν αυτός ο Ένας;
Ο Μωυσής, ‘τον οποίο γνώριζε ο Ιεχωβά πρόσωπο προς πρόσωπο’ και τον οποίο οι ίδιοι οι σοφοί αποκαλούσαν «Ραββί μας», ήταν ατελής άνθρωπος. Ακόμη και εκείνος έκανε λάθη. (Δευτερονόμιον 32:48-51· 34:10· Εκκλησιαστής 7:20) Αντί να προβάλει τον Μωυσή ως το μέγιστο παράδειγμα, ο Ιεχωβά τού είπε: «Προφήτην εκ μέσου των αδελφών αυτών θέλω αναστήσει εις αυτούς, ως σε, και θέλω βάλει τους λόγους μου εις το στόμα αυτού, και θέλει λαλεί προς αυτούς πάντα όσα εγώ προστάζω εις αυτόν. Και ο άνθρωπος όστις δεν υπακούση εις τους λόγους μου, τους οποίους αυτός θέλει λαλήσει εν τω ονόματί μου, εγώ θέλω εκζητήσει τούτο παρ’ αυτού».—Δευτερονόμιον 18:18, 19.
Οι Γραφικές προφητείες αποδεικνύουν ότι αυτά τα λόγια εκπληρώνονται στον Ιησού, τον Μεσσία.a Ο Ιησούς δεν ήταν απλώς «ως» ο Μωυσής· ήταν μεγαλύτερος από τον Μωυσή. (Εβραίους 3:1-3) Η Γραφή αποκαλύπτει ότι ο Ιησούς γεννήθηκε ως τέλειος άνθρωπος και, ανόμοια με τον Μωυσή, υπηρέτησε τον Θεό «χωρίς αμαρτία».—Εβραίους 4:15.
Να Ακολουθείτε το Υπόδειγμα
Η επισταμένη μελέτη των πράξεων και των λόγων των ραβίνων δεν έχει φέρει τους Ιουδαίους πιο κοντά στον Θεό. Ενώ κάποιος ατελής άνθρωπος μπορεί να είναι παράδειγμα πιστότητας, αν μελετάμε και μιμούμαστε την κάθε ενέργειά του, θα μιμούμαστε τα λάθη και τις ατέλειές του καθώς επίσης και τα καλά του σημεία. Θα δίνουμε ακατάλληλη δόξα σε εκείνον που δημιουργήθηκε μάλλον παρά στον Δημιουργό.—Ρωμαίους 1:25.
Εντούτοις, ο Ιεχωβά πρόσφερε ένα Υπόδειγμα στους ανθρώπους. Σύμφωνα με τη Γραφή, ο Ιησούς είχε προανθρώπινη ύπαρξη. Στην πραγματικότητα, αυτός αποκαλείται «η εικόνα του αόρατου Θεού, ο πρωτότοκος όλης της δημιουργίας». (Κολοσσαείς 1:15) Έχοντας υπηρετήσει στον ουρανό επί αναρίθμητες χιλιετίες ως ‘δεξιοτέχνης εργάτης’ του Θεού, ο Ιησούς είναι στην καλύτερη θέση να μας βοηθήσει να γνωρίσουμε τον Ιεχωβά.—Παροιμίαι 8:22-30, ΜΝΚ· Ιωάννης 14:9, 10.
Επομένως, ο Πέτρος μπορούσε να γράψει: «Ο Χριστός υπέφερε για εσάς, αφήνοντάς σας υπόδειγμα για να ακολουθήσετε τα ίχνη του πιστά». (1 Πέτρου 2:21) Ο απόστολος Παύλος ενθάρρυνε τους Χριστιανούς να ‘αποβλέπουν έντονα στον Πρώτιστο Παράγοντα και Τελειοποιητή της πίστης μας, τον Ιησού’. Επίσης, εξήγησε ότι «σε αυτόν είναι προσεκτικά αποκρυμμένοι όλοι οι θησαυροί της σοφίας και της γνώσης». (Εβραίους 12:2· Κολοσσαείς 2:3) Κανένας άλλος άνθρωπος—ούτε ο Μωυσής ούτε κάποιος ραβίνος σοφός—δεν αξίζει τέτοια προσοχή. Αν υπάρχει κάποιος τον οποίο θα πρέπει να μιμούμαστε πιστά, αυτός είναι ο Ιησούς. Οι υπηρέτες του Θεού δεν χρειάζονται κάποιον τίτλο, όπως ραββί, ιδιαίτερα έχοντας υπόψη τη σύγχρονη σημασία του, αλλά αν κάποιος άξιζε να αποκαλείται Ραββί, αυτός ήταν ο Ιησούς.
[Υποσημείωση]
a Για περισσότερες πληροφορίες σχετικά με αποδείξεις ότι ο Ιησούς είναι ο υποσχεμένος Μεσσίας, βλέπε το ειδικό βιβλιάριο Θα Υπάρξει Ποτέ Ένας Κόσμος Χωρίς Πόλεμο;, σελίδες 24-30, που είναι έκδοση της Βιβλικής και Φυλλαδικής Εταιρίας Σκοπιά.
[Ευχαριστίες για την προσφορά της εικόνας στη σελίδα 28]
© Brian Hendler 1995. All Rights Reserved