Έκανα την Ολοχρόνια Υπηρεσία Σταδιοδρομία Μου
ΟΠΩΣ ΤΟ ΑΦΗΓΗΘΗΚΕ Ο ΜΑΞ ΛΑΡΣΟΝ
ΤΟ 1910 η μητέρα μου, οι γονείς της οποίας είχαν πεθάνει, έφυγε από τη Δανία παίρνοντας το πλοίο για τις Ηνωμένες Πολιτείες. Ήταν 18 μόλις χρονών, δεν μιλούσε αγγλικά και δεν γνώριζε κανέναν στη χώρα.
Όταν έφτασε στην πόλη της Νέας Υόρκης, πήρε το τρένο για τη Νότια Ντακότα, και ταξίδεψε 2.400 και πλέον χιλιόμετρα. Στη Νότια Ντακότα, όπου υπήρχε μια παροικία Δανών, συνάντησε τον άντρα που θα γινόταν πατέρας μου. Παντρεύτηκαν στις 20 Σεπτεμβρίου 1911.
Στις αρχές του 1913 ο πατέρας μου ξεκίνησε μόνος του να ταξιδέψει με μια σκεπαστή άμαξα για τη Μοντάνα, με σκοπό να εγκατασταθεί σε ελεύθερη γη. Εκεί έχτισε με κορμούς ένα σπίτι ενός δωματίου. Το καλοκαίρι, όταν το σπίτι τέλειωσε, η μητέρα μου ήρθε να τον βρει ταξιδεύοντας με το τρένο, μαζί με τον αδελφό μου, τον Νόρμαν, που ήταν μερικών μόλις μηνών.
Ύστερα από δυο χρόνια περίμεναν δεύτερο παιδί. Όπως λέω αστειευόμενος, «βοήθησα» τη μητέρα να καλύψει τη στέγη με ξύλα, αφού μια μέρα πριν γεννηθώ έκανε αυτή ακριβώς την εργασία σε μια προσθήκη στο σπίτι. Την επόμενη μέρα, στις 29 Απριλίου 1915, όταν ο πατέρας μου γύρισε από το χωράφι για το μεσημεριανό φαγητό, η μητέρα είπε: «Νομίζω ότι θα γεννήσω το μωρό». Γεννήθηκα εκείνο το απόγευμα. Όμως, μέχρι το βράδυ που ξαναγύρισε ο πατέρας μου στο σπίτι, η μητέρα μου είχε σηκωθεί και του είχε ετοιμάσει το βραδινό φαγητό!
Ύστερα από τρία χρόνια γεννήθηκε στην ίδια τοποθεσία η αδελφή μου, η Τζιν. Τον επόμενο χρόνο η οικογένειά μας μετακόμισε στην ανατολική Μοντάνα, όπου ο πατέρας μου νοίκιασε ένα αγρόκτημα. Το 1921 γεννήθηκε η δεύτερη αδελφή μου, η Λαβέρνα, κι εμείς, τα τέσσερα παιδιά, μεγαλώσαμε στις ανοιχτές πεδιάδες της Μοντάνα.
Η Ζωή μου Διαμορφώνεται
Οι γονείς μου ήταν Λουθηρανοί, και κάθε Κυριακή πηγαίναμε και οι έξι στην εκκλησία. Αλλά λίγο αργότερα, ένας γείτονας, που ήταν Διεθνής Σπουδαστής των Γραφών, όπως λέγονταν τότε οι Μάρτυρες του Ιεχωβά, άρχισε να επισκέπτεται τη μητέρα μου και να μελετάει μαζί της την Αγία Γραφή. Ύστερα από δυο χρόνια, η μητέρα μου δέχτηκε τις Γραφικές αλήθειες που μάθαινε και το 1925 βαφτίστηκε σε μια ποτίστρα για άλογα. Ούτε ο πατέρας μας ούτε εμείς τα παιδιά δεχτήκαμε την καινούρια της πίστη, αλλά ήμασταν όλοι χαρούμενοι που σταματήσαμε να πηγαίνουμε στη Λουθηρανική Εκκλησία. Η μητέρα μάς έλεγε πάντα: «Δεν θέλετε να υπηρετείτε τον Ιεχωβά, όμως μην παραβιάζετε ποτέ τους νόμους του». Αυτή η συμβουλή μάς βοήθησε να μην μπλεκόμαστε σε φασαρίες.
Η εξαμελής οικογένειά μας καλλιεργούσε 3.240 στρέμματα γης με 14 άλογα κι ένα τρακτέρ. Δεν είχαμε ηλεκτρισμό ούτε εσωτερικές υδραυλικές εγκαταστάσεις, και έπρεπε να αντλούμε όλο μας το νερό από ένα πηγάδι που βρισκόταν 4 χιλιόμετρα μακριά. Επειδή στις αρχές της δεκαετίας του 1930 έπεσε ξηρασία και δεν μπορέσαμε να παραγάγουμε τίποτα για τέσσερα χρόνια, αποφασίσαμε να μετακομίσουμε στην Πολιτεία Ουάσινγκτον. Για να προετοιμάσουμε τη μετακόμιση, χρειαζόταν να μεταφέρουμε ορισμένα πράγματα του αγροκτήματος και του νοικοκυριού από τη Μοντάνα στην Ουάσινγκτον. Έτσι, μου ανατέθηκε να ταξιδέψω στο βαγόνι του τρένου και να φροντίζω για το τάισμα και το πότισμα των αλόγων μας στη διαδρομή. Ύστερα από έξι μέρες, έφτασα τελικά στη δυτική ακτή της Ουάσινγκτον.
Εκεί βοήθησα τον πατέρα μου να οργανώσει και να διατηρήσει ένα αγρόκτημα παραγωγής γαλακτοκομικών προϊόντων. Μετά από ένα περίπου έτος, στην ηλικία των 20 χρονών, έφυγα από το σπίτι και δούλευα μόνος μου στα βουνά, ως οδηγός φορτηγών που μετέφεραν ξυλεία, καθώς επίσης ως μηχανικός πλοίου στην Αλάσκα, όπου πέρασα έξι μήνες. Το 1938 η αδελφή μου η Τζιν κι εγώ πιάσαμε δουλειά στο Σιάτλ και ζούσαμε σ’ ένα πλωτό σπίτι στη Λίμνη Γιούνιον. Εκείνο το καλοκαίρι, η μητέρα, που έμενε 80 χιλιόμετρα μακριά, παρακολούθησε την ετήσια συνέλευση των Μαρτύρων του Ιεχωβά στο Σιάτλ. Αφού η απόσταση από το πλωτό μας σπίτι ως το χώρο της συνέλευσης μπορούσε να καλυφθεί με τα πόδια, την προσκαλέσαμε να μείνει μαζί μας. Αυτό και έκανε, κι εμείς δεχτήκαμε να παρακολουθήσουμε τη συνέλευση.
Αποφασίζω τι Σταδιοδρομία θα Ακολουθήσω
Το απόγευμα του Σαββάτου, ο Ιωσήφ Φ. Ρόδερφορντ, τότε πρόεδρος της Βιβλικής και Φυλλαδικής Εταιρίας Σκοπιά, μίλησε σχετικά με το θέμα «Οι Αγαπώντες Δικαιοσύνην». Η ομιλία του είχε να κάνει με την ολοχρόνια διακονία, ή υπηρεσία σκαπανέα. Κατόπιν, ο Μπιλ Γκρίφιθ, που καθόταν δίπλα μου, είπε: «Εμπρός, Μαξ. Ας κάνουμε σκαπανικό!»
«Εντάξει», απάντησα εγώ. «Ας κάνουμε».
«Αστειεύεσαι, έτσι δεν είναι;» ρώτησε ο Μπιλ.
«Όχι», απάντησα. «Τώρα που άκουσα αυτή την ομιλία, έχω πειστεί ότι αυτό πρέπει να κάνω».
«Μα εσύ δεν είσαι καν ευαγγελιζόμενος. Δεν είσαι βαφτισμένος».
«Αυτό είναι αλήθεια, αλλά μόλις έκαναν μια ανακοίνωση ότι αύριο θα γίνει βάφτισμα. Αύριο λοιπόν θα βαφτιστώ».
Έτσι, συνεπαρμένοι καθώς ήμασταν, πήγαμε στο Τμήμα Υπηρεσίας Αγρού για να πάρουμε αιτήσεις για σκαπανικό. Εκεί συναντήσαμε τον αδελφό Βαν Άμπουργκ, το γραμματέα-ταμία της Εταιρίας. Όταν του είπαμε τι επρόκειτο να κάνουμε, μας πήρε ιδιαιτέρως και μας μίλησε σαν πατέρας. «Μην το πάρετε σαν πείραμα ή σαν περιπέτεια», είπε. «Αυτό που κάνετε είναι σωστό, αλλά να αναλάβετε αυτό το έργο ως την ισόβια σταδιοδρομία σας». Και αυτή η συμβουλή με βοηθούσε πάντα πολύ. Έτσι, υποβάλαμε τις αιτήσεις μας και την επόμενη μέρα, στις 5 Ιουνίου 1938, βαφτίστηκα.
Πρώτος Διορισμός για Σκαπανικό
Την επόμενη μέρα, τη Δευτέρα, πληροφόρησα τον εργοδότη μου ότι παραιτούμουν από τη δουλειά μου για να γίνω διάκονος. Πέρασα την πρώτη εκείνη βδομάδα μελετώντας προσεκτικά το τελευταίο βιβλίο της Εταιρίας, το οποίο είχε τον τίτλο Εχθροί, και παρακολούθησα όλες τις συναθροίσεις. Τη δεύτερη βδομάδα, μελέτησα το επόμενο καινούριο βιβλίο, που είχε τον τίτλο Πλούτη. Και την τρίτη βδομάδα, διορίστηκα σκαπανέας στο Ρέιμοντ της Ουάσινγκτον.
Εκεί, ο Μπιλ κι εγώ βρήκαμε έναν όμιλο από 27 άτομα που συναθροίζονταν στο σπίτι ενός Μάρτυρα. Οι οδηγίες που είχαμε ήταν να διεξάγουμε όλες τις συναθροίσεις, να βοηθήσουμε τους ευαγγελιζομένους και να τους εκπαιδεύσουμε να διεξάγουν Γραφικές μελέτες, ένα έργο που ήταν καινούριο εκείνο τον καιρό.
Στην πρώτη Συνάθροιση Υπηρεσίας, την Πέμπτη, ζήτησα από τον υπηρέτη του ομίλου, όπως λεγόταν τότε ο προεδρεύων επίσκοπος, να έρθει μαζί μου το άλλο βράδυ για να προσπαθήσουμε να αρχίσουμε μια Γραφική μελέτη. Εκείνος είπε ότι ήταν απασχολημένος. Έτσι, ο Μπιλ κι εγώ πήγαμε μόνοι μας. Όταν επιστρέφαμε, μας σταμάτησαν σε μια διασταύρωση για να περάσει ένα απόσπασμα της Αμερικανικής Λεγεώνας. Μείναμε έκπληκτοι όταν είδαμε ότι επικεφαλής της παρέλασης ήταν ο υπηρέτης του ομίλου.
Εκείνη την πρώτη Κυριακή άρχισα την πρώτη μου οικιακή Γραφική μελέτη με κάποιον άντρα. Κατόπιν, οδήγησα την πρώτη μου εκκλησιαστική Μελέτη Σκοπιάς. Αυτό που εισήγαγε τη θεοκρατική διοίκηση μέσα στις εκκλησίες ήταν το τεύχος της 1ης Ιουλίου 1938. Από τους 27 που ήταν συνταυτισμένοι, μόνο οι 3 δέχτηκαν τη νέα θεοκρατική διευθέτηση.
Μια Οικογένεια Σκαπανέων
Σύντομα αφότου άρχισα το σκαπανικό, οι αδελφές μου και ο αδελφός μου, ο Νόρμαν, ανέλαβαν κι αυτοί την ολοχρόνια διακονία. Ο Νόρμαν και η γυναίκα του πούλησαν το αγρόκτημά τους, αγόρασαν ένα τροχόσπιτο μήκους 3,7 μέτρων και άρχισαν να κηρύττουν μαζί με την τρίχρονη κόρη τους, την Τζόαν. Συμπτωματικά, όταν το 1941 εργάζονταν στο Ρέιμοντ, ο Νόρμαν μου έγραψε ότι οι 24 που είχαν αντιρρήσεις για τη θεοκρατική διευθέτηση είχαν φύγει και είχαν προσκολληθεί σ’ έναν όμιλο αποστατών. Ωστόσο, εκείνος ο πρώτος άντρας που έκανε Γραφική μελέτη μαζί μου είχε γίνει τότε ο υπηρέτης του ομίλου!
Η κόρη του Νόρμαν, η Τζόαν, και ο άντρας της, ο Μορίς Οκάλαχαν, έχουν τώρα 24 χρόνια που επισκέπτονται εκκλησίες στο έργο περιοχής. Η μικρότερη αδελφή μου, η Λαβέρνα, παρακολούθησε τη 12η τάξη της ιεραποστολικής σχολής Γαλαάδ το 1949 και διορίστηκε στην Ιταλία. Η γρήγορη επιτυχία που γνώρισε εκεί το ιεραποστολικό έργο είχε σαν αποτέλεσμα την απέλασή της στην Ελβετία, όπου εξακολουθεί να ζει με τον άντρα της.
Επιθυμία για Αυξημένη Υπηρεσία
Αφού υπηρέτησα ως τακτικός σκαπανέας δυο μήνες, διορίστηκα στο έργο ειδικού σκαπανέα. Εκείνο τον καιρό, μαζί με τον Μπιλ κι εμένα εργαζόταν ο Γουόρεν Χένσελ, ο μεγαλύτερος αδελφός του Μίλτον Χένσελ. Ο Μίλτον είναι τώρα μέλος του Κυβερνώντος Σώματος των Μαρτύρων του Ιεχωβά.
Κάποιο βράδυ, τον πρώτο μήνα που έκανα ειδικό σκαπανικό, σταμάτησα για να επισκεφτώ τον Άλμπερτ Χόφμαν. Αυτός ήταν ο επίσκοπος περιοχής, ή περιοδεύων επίσκοπος, και έμενε με τη γυναίκα του, τη Ζόλα, σ’ ένα τροχόσπιτο απέναντι από την Αίθουσα Βασιλείας. Συχνά, στη διάρκεια εκείνων των ετών της Οικονομικής Κρίσης, ανταλλάσσαμε έντυπα με φαγώσιμα. Εκείνη τη μέρα είχα εξοικονομήσει ένα μεγάλο κοφίνι αχλάδια, γι’ αυτό πέρασα από τον αδελφό Χόφμαν και τον ρώτησα αν ήθελε να πάρει μερικά. Εκείνος χάρηκε πολύ και με προσκάλεσε μέσα.
Ήταν περίπου εννέα η ώρα όταν άρχισε να μου μιλάει για το Βιβλικό Οίκο (που τώρα ονομάζεται Μπέθελ), τα παγκόσμια κεντρικά γραφεία των Μαρτύρων του Ιεχωβά στο Μπρούκλιν της Νέας Υόρκης. Τελικά, η γυναίκα του είπε: «Ξέρετε τι ώρα είναι; Είναι 4.30». Μιλούσαμε όλη τη νύχτα! Πριν πάω για ύπνο στη σοφίτα της Αίθουσας Βασιλείας, έγραψα ένα γράμμα, με το οποίο ζητούσα μια αίτηση για το Μπέθελ, και βγήκα αμέσως έξω για να ταχυδρομήσω το αίτημά μου.
Κάθε μέρα έφερνα το ζήτημα ενώπιον του Ιεχωβά με προσευχή και, ύστερα από τρεις μήνες, χάρηκα όταν έλαβα ένα γράμμα, με το οποίο με προσκαλούσαν στο Μπέθελ του Μπρούκλιν. Ως μέρος της προετοιμασίας μου για το ταξίδι, έδωσα το αυτοκίνητό μου στην αδελφή μου, τη Τζιν, που τότε είχε γίνει κι αυτή ειδική σκαπάνισσα. Έξι μέρες και έξι νύχτες ταξίδευα μ’ ένα λεωφορείο και, αφού έπεσα σε δυο χιονοθύελλες στη Μοντάνα και στις πολιτείες Ντακότα, έφτασα τελικά στην πόλη της Νέας Υόρκης στις 14 Ιανουαρίου 1939.
Υπηρεσία Μπέθελ
Ο επίσκοπος Μπέθελ, ο Γκραντ Σούτερ, με καταχώρησε στον κατάλογο και κατόπιν με έστειλε στο εργοστάσιο για να παρουσιαστώ στον Νάθαν Νορ, τον υπηρέτη εργοστασίου. Ο πρώτος μου διορισμός ήταν να δένω κούτες με βιβλία στο Τμήμα Αποστολής. Τη δεύτερη βδομάδα διορίστηκα στον όροφο όπου βρισκόταν το περιστροφικό πιεστήριο. Ο αδελφός Νορ είπε: «Αν μπορέσεις να μάθεις το χειρισμό αυτού του πιεστηρίου μέσα σε έξι μήνες, θα γίνεις ο χειριστής του, αφού ο τωρινός χειριστής πρόκειται να τοποθετηθεί σ’ ένα καινούριο πιεστήριο». Και πράγματι έμαθα να χειρίζομαι το πιεστήριο, πράγμα που απολάμβανα απόλυτα.
Μια μέρα, αφού είχα μείνει ενάμιση χρόνο στο πιεστήριο, ο αδελφός Νορ ήρθε κοντά στο πιεστήριο και είπε: «Μαξ, πώς θα σου φαινόταν αν δούλευες στο γραφείο;»
«Ω, αδελφέ Νορ, αυτή είναι η τελευταία δουλειά που θα διάλεγα. Αλλά αν είναι αυτός ο διορισμός μου, θα αποτελέσει το πρώτιστο ενδιαφέρον μου».
«Έλα να με βρεις στο γραφείο τη Δευτέρα το πρωί», απάντησε εκείνος.
Εκεί είμαι από τότε. Στην αρχή εργάστηκα ως βοηθός του αδελφού Νορ και κατόπιν, όταν ο αδελφός Ρόδερφορντ πέθανε στις 8 Ιανουαρίου 1942, ο αδελφός Νορ έγινε πρόεδρος κι εγώ διορίστηκα επίσκοπος εργοστασίου. Ήμουν 26 χρονών και είχα τρία μόλις χρόνια υπηρεσίας στο Μπέθελ. Έτσι, αισθανόμουν το βαρύ φορτίο της ευθύνης.
Ωστόσο, οι χρισμένοι επίσκοποι των διαφόρων τμημάτων στο εργοστάσιο μου πρόσφεραν στοργική βοήθεια. Η ταπεινή, υποβοηθητική στάση τους αύξησε σε μεγάλο βαθμό την αγάπη μου και την εκτίμησή μου γι’ αυτούς. Ο αδελφός Νορ στάθηκε για εμένα η κύρια πηγή βοήθειας και εκπαίδευσης. Για 35 και πλέον χρόνια, μέχρι το θάνατό του το 1977, είχα το προνόμιο να εργάζομαι μαζί του φροντίζοντας τα οικονομικά ζητήματα που είχαν σχέση με τις εκδοτικές και οικοδομικές δραστηριότητες της Εταιρίας. Είχε αξιοσημείωτη διοικητική ικανότητα και με βοήθησε σε μεγάλο βαθμό να εκπληρώσω το διορισμό μου.
Μπροστά σε Κυβερνητικούς Αξιωματούχους
Στη διάρκεια του Β΄ Παγκόσμιου Πολέμου υπήρχε μεγάλη έλλειψη σε πρώτες ύλες που χρειαζόμασταν για να συνεχίσουμε το εκδοτικό μας έργο. Γι’ αυτό, έκανα αρκετά ταξίδια κάθε χρόνο στην Ουάσινγκτον D.C., προκειμένου να έχω συναντήσεις με τα Πολεμικά Συμβούλια Παραγωγής και με επιτροπές Γερουσιαστών. Τους ζητούσα χαρτί και άλλες προμήθειες, και ο Ιεχωβά ευλογούσε αυτές τις προσπάθειες σε μεγάλο βαθμό.
Σε μια περίπτωση παρουσίασα το αίτημά μου δείχνοντας διάφορες σελίδες από μεγάλες εφημερίδες, οι οποίες διαφήμιζαν επουσιώδη πράγματα. Δείχνοντας μια ολοσέλιδη διαφήμιση για ένα γούνινο παλτό, η οποία υπήρχε στην κύρια εφημερίδα της Νέας Υόρκης, είπα: «Η ποσότητα του χαρτιού που χρησιμοποιήθηκε γι’ αυτή τη διαφήμιση σε μια και μόνο κυριακάτικη έκδοση είναι ίση με τους επιπλέον τόνους που σας ζητάμε για όλο το χρόνο».
«Παρουσίασες το επιχείρημά σου καλά», απάντησε κάποιος γερουσιαστής. Σαν αποτέλεσμα του ότι ο Ιεχωβά ευλογούσε εκείνα τα ταξίδια, δεν αναγκαστήκαμε ποτέ να σταματήσουμε τα πιεστήριά μας στη διάρκεια του πολέμου από έλλειψη χαρτιού ή άλλων προμηθειών. Αλλά, όπως είναι φανερό, δεν χρειαζόμασταν τις τεράστιες προμήθειες χαρτιού, που χρειαζόμαστε σήμερα.
Επεκτάσεις στις Εγκαταστάσεις του Εργοστασίου
Δώδεκα χρόνια πριν έρθω στο Μπέθελ, η Εταιρία έχτισε το πρώτο της οχταώροφο εργοστάσιο στην οδό Άνταμς 117, καλύπτοντας έτσι μισό οικοδομικό τετράγωνο. Αλλά το 1949 κρίθηκε απαραίτητο να χτιστεί ένα εννιαώροφο εργοστάσιο και κτίριο γραφείων στο υπόλοιπο μισό αυτού του οικοδομικού τετραγώνου. Έτσι το τετράγωνο καλύφθηκε μ’ ένα μεγάλο εργοστάσιο επιφάνειας περίπου 15.000 τετραγωνικών μέτρων.
Εκείνο τον καιρό μου ανατέθηκε η επίβλεψη του έργου οικοδόμησης της Εταιρίας εδώ, στα κεντρικά γραφεία. Τότε στο Μπρούκλιν είχαμε μόνο ένα κτίριο τόσο για τις εργασίες του γραφείου όσο και για τις εργασίες του εργοστασίου, καθώς και ένα κτίριο διαμονής. Αλλά τώρα, έπειτα από 40 χρόνια, έχουμε 10 και πλέον κτίρια για τις εργασίες του εργοστασίου και του γραφείου, καθώς και 20 περίπου κτίρια διαμονής στο Μπρούκλιν και μόνο!
Στις αρχές της δεκαετίας του 1950 επιχειρήσαμε να αποκτήσουμε την ιδιοκτησία που βρίσκεται στην απέναντι ακριβώς πλευρά του δρόμου, βόρεια από το κτίριο της οδού Άνταμς 117, αλλά ο ιδιοκτήτης δεν δεχόταν την προσφορά μας. Μάλιστα, δεν ήταν καν πρόθυμος να τη διαπραγματευθεί, επειδή πίστευε ότι η Εταιρία θα πλήρωνε την υψηλή τιμή που ζητούσε αυτός. Έτσι, στρέψαμε την προσοχή μας στο τετράγωνο που βρίσκεται ανατολικά του εργοστασίου μας στην οδό Άνταμς, απέναντι ακριβώς από την οδό Περλ. Αυτή η περιοχή αποτελούνταν από οχτώ ξεχωριστά κομμάτια γης. Έπρεπε να έρθουμε σε συνεννόηση με τον κάθε ιδιοκτήτη ξεχωριστά, αλλά ο Ιεχωβά μάς βοήθησε να αποκτήσουμε και τις οχτώ ιδιοκτησίες μέσα σ’ ένα χρόνο, πληρώνοντας κατά μέσο όρο μόνο 97 δολάρια το τετραγωνικό μέτρο!
Το 1955 και το 1956 η Εταιρία έχτισε σ’ αυτή την τοποθεσία το 13όροφο κτίριο του εργοστασίου της που βρίσκεται στην οδό Σαντς 77. Αυτό ήταν το δεύτερο εργοστάσιό μας, το οποίο υπερδιπλασίασε την επιφάνεια που κατείχαμε, ανεβάζοντάς την στα 33.000 τετραγωνικά μέτρα περίπου. Ωστόσο, επειδή η οργάνωση γνώριζε ραγδαία αύξηση, συνειδητοποιήσαμε ότι σύντομα θα χρειαζόμασταν περισσότερο χώρο. Έτσι, το 1958 αγοράσαμε το εργοστάσιο που βρίσκεται στη γωνία των οδών Πρόσπεκτ και Περλ και αρχίσαμε να το χρησιμοποιούμε σαν αποθήκη.
Τώρα, η μόνη περιοχή που απέμενε, και η οποία μπορούσε να συνδεθεί με τα άλλα κτίριά μας με εναέριες γέφυρες, ήταν εκείνη στα βόρεια, την οποία είχαμε επιχειρήσει να αγοράσουμε στο παρελθόν. Καταλάβαμε ότι ο ιδιοκτήτης πιθανόν να προσπαθούσε και πάλι να επιβάλει την υπερβολικά υψηλή τιμή του, αν η Εταιρία Σκοπιά προσπαθούσε να αγοράσει αυτή την ιδιοκτησία. Γι’ αυτό, ζητήσαμε από κάποιον τρίτο, που ασχολείται με τις αγορές ακινήτων, να προσπαθήσει να την αγοράσει. Εκείνος κανόνισε μια τιμή αγοράς που ήταν σημαντικά χαμηλότερη από αυτήν που είχαμε προσφέρει εμείς. Είναι περιττό να πω ότι ο ιδιοκτήτης έγινε έξαλλος όταν έμαθε ότι ο τίτλος ιδιοκτησίας μεταφέρθηκε αργότερα στην Εταιρία Σκοπιά.
Το 1966 και το 1967 χτίσαμε σ’ αυτή την ιδιοκτησία ένα δεκαώροφο εργοστάσιο επιφάνειας 21.000 τετραγωνικών μέτρων. Τώρα είχαμε καλύψει τέσσερα οικοδομικά τετράγωνα με κτίρια εργοστασίων—εργοστάσια που συνδέονταν όλα με εναέριες γέφυρες. Αργότερα, το 1983 και το 1986, αγοράσαμε δυο κτίρια εργοστασίων στις απέναντι πλευρές των δρόμων, προς τα νότια, ενώ καταφέραμε να χτίσουμε μια γέφυρα μήκους 49 μέτρων, η οποία συνδέει αυτά τα κτίρια με τα άλλα τέσσερα εργοστάσιά μας. Αυτά τα έξι εργοστάσια, που συνδέονται μεταξύ τους, καλύπτουν επιφάνεια 95.000 τετραγωνικών μέτρων, δηλαδή 95 στρέμματα περίπου. Το 1983 αγοράσαμε επίσης το τεράστιο κτίριο της οδού Φέρμαν, που έχει επιφάνεια 93.000 τετραγωνικά μέτρα και βρίσκεται λίγα τετράγωνα μακριά, μπροστά στην προκυμαία, κι εκεί βρίσκονται τώρα οι εγκαταστάσεις μας για τις αποστολές.
Αποκτούμε Συγκρότημα Γραφείων
Άλλη μια ενδιαφέρουσα εμπειρία που είχα με τις αγορές ακινήτων ήταν το συγκρότημα της Φαρμακευτικής Εταιρίας Σκουίμπ που αποτελούνταν από δέκα κτίρια συνδεδεμένα μεταξύ τους. Ύστερα από την αγορά, γκρεμίσαμε τα τέσσερα από αυτά και χτίσαμε ένα καινούριο κτίριο, το οποίο ενώθηκε με κάποιο που υπήρχε ήδη, με αποτέλεσμα να δημιουργηθεί αυτό της Κολούμπια Χάιτς 25, που αποτελεί τώρα τα παγκόσμια κεντρικά γραφεία της Εταιρίας Σκοπιά. Να πώς έγινε η αγορά αυτής της ιδιοκτησίας.
Το 1969 κάναμε ενέργειες για να επεκτείνουμε περαιτέρω τις εκδοτικές μας εγκαταστάσεις. Αλλά οι επιχειρήσεις πήγαιναν καλά και, καθώς επισκεφτόμουν κάθε ιδιοκτήτη στην περιοχή, διαπίστωνα ότι κανένας δεν ενδιαφερόταν να πουλήσει.
Εκείνο τον καιρό έκανα ένα ταξίδι στη Βόρεια Καρολίνα, όπου βρίσκεται το εργοστάσιο χαρτοποιίας, το οποίο μας προμηθεύει χαρτί για τις Γραφές που τυπώνουμε. Εκεί, έτυχε να αναφέρω σε κάποιον που εργαζόταν στο εργοστάσιο ότι είχαμε ανάγκη για περισσότερο χώρο στο Μπρούκλιν. Κατά τύχη ο αδελφός αυτού του ανθρώπου ήταν προσωπικός φίλος ενός από τους ιδιοκτήτες του κτιριακού συγκροτήματος Σκουίμπ. Αυτός ήρθε σ’ επαφή με τα άτομα που έπρεπε και στη συνέχεια με πληροφόρησε ότι, μόλις επέστρεφα στο Μπρούκλιν, έπρεπε να τηλεφωνήσω σ’ αυτόν τον άνθρωπο.
Όταν του τηλεφώνησα, ο άνθρωπος αυτός επιβεβαίωσε ότι η εταιρία Σκουίμπ σκεφτόταν να πουλήσει στον κατάλληλο καιρό τις ιδιοκτησίες της στο Μπρούκλιν και να μεταφερθεί έξω από την πόλη. Είπε ότι, όταν θα ήταν έτοιμοι, εκείνος θα μας τηλεφωνούσε και θα μπορούσαμε να κάνουμε τις διαπραγματεύσεις. Έπειτα από αρκετούς μήνες το τηλεφώνημα έγινε και μου είπαν ότι ήταν έτοιμοι να πουλήσουν και ότι έπρεπε να πάμε στο γραφείο τους την επόμενη μέρα.
Ο αδελφός Νορ κι εγώ συναντηθήκαμε και αποφασίσαμε τι τιμή θα πληρώναμε. Στη συνάντηση που έγινε την επόμενη μέρα, μας είπαν ότι δεν ήταν πρόθυμοι να διαπραγματευτούν την τιμή. «Θέλουμε τρία εκατομμύρια δολάρια σε μετρητά», είπαν. Προσπαθήσαμε να μη δείξουμε έκπληξη, επειδή αυτό το ποσό ήταν σημαντικά χαμηλότερο απ’ αυτό που είχαμε ετοιμαστεί να προσφέρουμε. Είναι περιττό να πω ότι η αγορά έγινε αμέσως. Εκείνη την εποχή είχαμε ολοκληρώσει πρόσφατα την κατασκευή του καινούριου μας εργοστασίου, που είχε στοιχίσει τέσσερα εκατομμύρια δολάρια, αλλά, όταν ο λαός του Κυρίου έμαθε ότι είχαμε περαιτέρω οικονομικές ανάγκες, τα χρηματικά ποσά βρέθηκαν γρήγορα.
Περισσότερα Κτίρια Διαμονής
Στη διάρκεια της δεκαετίας του 1950, αποκτήσαμε την ιδιοκτησία που βρίσκεται απέναντι από το κτίριο Κολούμπια Χάιτς 124, ενώ το 1959 και το 1960 ανεγείραμε ένα μεγάλο καινούριο κτίριο διαμονής. Αλλά από το 1965 έγινε πιο δύσκολο το να χτίζει κανείς καινούριες κατοικίες. Εκείνο το έτος η κυβέρνηση όρισε ότι η περιοχή στην οποία βρίσκεται το Μπέθελ είναι ιστορική, διατηρητέα περιοχή. Αυτό είχε σαν αποτέλεσμα πολύ αυστηρούς περιορισμούς στην κατασκευή και στην ανακαίνιση κτιρίων. Κι όμως, με τη βοήθεια του Ιεχωβά, καταφέρνουμε πάντα να καλύπτουμε τις ανάγκες μας.
Για παράδειγμα, το 1967 ζητήσαμε την άδεια να χτίσουμε ένα εξαώροφο κτίριο διαμονής στην Κολούμπια Χάιτς 119. Εξαιτίας των κανονισμών για τις διατηρητέες περιοχές, είχαμε ήδη μειώσει τους ορόφους από 12, όπως είχαμε προτείνει αρχικά, σε 6. Αλλά οι τοπικές αρχές προσπαθούσαν τώρα να μας κάνουν να περικόψουμε τουλάχιστον άλλον έναν όροφο.
Τον Ιούνιο ήρθα σε επαφή με το δήμαρχο του Μπρούκλιν, ο οποίος είπε ότι, αν καταφέρναμε να ρίξουμε τα θεμέλια πριν από τη συνεδρίαση του Πολεοδομικού Συμβουλίου, του ανώτατου συμβουλίου της τοπικής αυτοδιοίκησης, η οποία θα λάβαινε χώρα το Σεπτέμβριο, εκείνος θα προσπαθούσε να κρατήσει το κτίριό μας στους έξι ορόφους. Η διοργάνωση της κατασκευής επιταχύνθηκε και καταφέραμε να ρίξουμε τα θεμέλια μέχρι το Σεπτέμβριο.
Ο δήμαρχος του Μπρούκλιν μου τηλεφώνησε μια μέρα πριν από τη δημόσια ακρόαση της υπόθεσής μας. Μας ζήτησε να βρισκόμαστε στο Δημαρχείο δυο ώρες πριν από την έναρξη της δημόσιας συνεδρίασης του Πολεοδομικού Συμβουλίου και να συναντηθούμε μαζί του ανεπίσημα. Έτσι, ο αδελφός Νορ, ο αδελφός Σούτερ, που ήταν ο γραμματέας-ταμίας μας, κι εγώ φτάσαμε στο Δημαρχείο πολύ νωρίς το επόμενο πρωί. Ενώ συζητούσαμε σχετικά με το ποιος θα ήταν ο καλύτερος τρόπος για να παρουσιάσουμε την υπόθεσή μας ενώπιον του Πολεοδομικού Συμβουλίου, ανέκυψε ένα τεχνικό πρόβλημα που σχετιζόταν με την Επιτροπή Σχεδίου Πόλεως. Κάναμε ένα τηλεφώνημα για να διευκρινίσουμε το ζήτημα. Αμέσως, ο επίτροπος του σχεδίου πόλεως είπε ότι θα ερχόταν για να χειριστεί ο ίδιος την κατάσταση. «Εφόσον θα ακουστούν δημόσια πολλές αντιρρήσεις στην υπόθεσή σας», είπε, «προσφέρομαι να αντιπροσωπεύσω εγώ την Εταιρία Σκοπιά ενώπιον του Συμβουλίου».
Φυσικά εμείς χαρήκαμε για την προσφορά του. Η διαδικασία που ακολουθείται στο Πολεοδομικό Συμβούλιο είναι η εξής: Ανακοινώνουν τις υποθέσεις που βρίσκονται στο πρόγραμμά τους για εκείνη τη μέρα και, αν υπάρχουν αντιρρήσεις που πρέπει να ακουστούν, αναβάλλουν την υπόθεση για το απόγευμα. Αν δεν υπάρχουν αντιρρήσεις, εκδίδουν την απόφαση αμέσως. Η υπόθεσή μας ανακοινώθηκε νωρίς το πρωί, και ο επίτροπος του σχεδίου πόλεως σηκώθηκε και είπε στο δήμαρχο της Νέας Υόρκης: «Θα ήθελα να μιλήσω εκ μέρους της Εταιρίας Σκοπιά».
«Ξέρετε ότι, σύμφωνα με τη διαδικασία που ακολουθούμε, δεν επιτρέπεται η συζήτηση όταν ανακοινώνεται η υπόθεση [κανονικά η συζήτηση αναβάλλεται για το απόγευμα]», απάντησε ο δήμαρχος. «Αλλά, επειδή ξέρω ότι είστε πολύ απασχολημένος, κ. Επίτροπε, θα κάνω μια εξαίρεση και θα δεχτώ το αίτημά σας». Ο επίτροπος άρχισε να εκθέτει την υπόθεσή μας, και το Πολεοδομικό Συμβούλιο ψήφισε ομόφωνα υπέρ του αιτήματός μας. Καθώς φεύγαμε από την αίθουσα ακροάσεων, ο δικηγόρος των αντιδίκων ερχόταν τρέχοντας στην αίθουσα και φωνάζοντας: «Έχω να κάνω αγόρευση μιας ώρας εναντίον αυτής της υπόθεσης». Αλλά είχε έρθει πολύ αργά! Τον προσπεράσαμε, ευχαριστώντας τον Ιεχωβά για τη νίκη.
Πρέπει να πω ότι υπήρξε πολύ ανταμειφτικό προνόμιο το να αντιπροσωπεύω όλα αυτά τα χρόνια την Εταιρία σχετικά μ’ αυτά τα ζητήματα. Και ήταν μεγάλη μου χαρά να παραστώ μάρτυρας της τεράστιας αύξησης στο παγκόσμιο έργο κηρύγματος, η οποία έκανε απαραίτητη την αγορά όλων αυτών των κτιρίων. Κάτι που με βοήθησε πολύ να φροντίζω γι’ αυτά τα θέματα ήταν το ότι έγινα αντιπρόεδρος του σωματείου Βιβλική και Φυλλαδική Εταιρία Σκοπιά της Νέας Υόρκης την 1η Ιανουαρίου 1977.
Ευτυχισμένος στην Υπηρεσία Μπέθελ
Αφότου πρωτοήρθα στο Μπέθελ το 1939, η οικογένεια Μπέθελ έχει αυξηθεί από 185 περίπου σε 2.800 και πλέον μόνιμα μέλη στο Μπρούκλιν και 900 και πλέον στα Αγροκτήματα της Σκοπιάς! Συχνά με ρωτούν: «Τι σε βοήθησε να μείνεις στο Μπέθελ αυτά τα 50 χρόνια;» Η απάντησή μου είναι πάντα: «Δεν σκεφτόμουν ποτέ τίποτα άλλο εκτός από την υπηρεσία Μπέθελ».
Επίσης, η αίτηση για υπηρεσία Μπέθελ, την οποία συμπλήρωσα και υπέγραψα, έθετε την ερώτηση: «Δέχεσαι να μείνεις στο Μπέθελ μέχρι να σε πάρει ο Κύριος;» Αφού δεν με έχει πάρει, βρίσκομαι ακόμη εδώ και απολαμβάνω την υπηρεσία που είναι για τον Ιεχωβά. Από τη μέρα που αφιερώθηκα, πήρα την απόφαση να κάνω την ολοχρόνια υπηρεσία ισόβια σταδιοδρομία μου.
Στη διάρκεια των πρώτων μου ετών στο Μπέθελ, οι διευθετήσεις δεν επέτρεπαν το γάμο, γι’ αυτό, όπως και πολλοί άλλοι, έμενα ικανοποιημένος με την αγαμία και την υπηρεσία Μπέθελ. Ωστόσο, όταν η τακτική της οικογένειας Μπέθελ άλλαξε, ώστε να επιτρέπει το γάμο, παντρεύτηκα την Έλεν Λαπσάνσκι, στις 7 Απριλίου 1956. Εκείνη είχε έρθει στο Μπέθελ το 1951. Θεωρούμε εξαιρετικά πολύτιμη την ωφέλιμη συντροφιά που προσφέρουμε ο ένας στον άλλον.
Στα πρώτα χρόνια του γάμου μας, η Έλεν προσβλήθηκε από σκλήρυνση κατά πλάκας και τα πρόσφατα χρόνια η αρρώστια έχει προχωρήσει περισσότερο. Αλλά με τη βοήθεια ενός τρίποδου και μιας αναπηρικής πολυθρόνας που λειτουργεί με μπαταρία μπορεί να μετακινείται καλά. Συνεχίζει να διατηρεί ένα θαυμάσιο, χαρούμενο πνεύμα και εργάζεται κάθε μέρα στο Μπέθελ, προσφέροντας υπηρεσία στο γραφείο του Οίκου Μπέθελ.
Στη διάρκεια των νεανικών μας χρόνων, τότε που μεγαλώναμε, η αδελφή μου, η Τζιν, κι εγώ ήμασταν πολύ συνδεδεμένοι και κάναμε διάφορα πράγματα μαζί. Ως εκ τούτου, ήταν πάντα αποφασισμένη να με ακολουθεί, και το 1943 την προσκάλεσαν να έρθει στο Μπέθελ. Το 1952 παντρεύτηκε τον Ράσελ Μοκ, και υπηρετούν εδώ μαζί μας ως μέλη της οικογένειας Μπέθελ.
Πιστεύω ακράδαντα ότι το Μπέθελ είναι το καλύτερο μέρος στη γη πριν από τον ερχόμενο επίγειο Παράδεισο. Ποτέ, ούτε για ένα δευτερόλεπτο, δεν μετάνιωσα που έκανα την ολοχρόνια υπηρεσία ισόβια σταδιοδρομία μου. Τι χαρά είναι να έχω παραστεί μάρτυρας και να έχω πάρει μέρος στη μεγάλη αύξηση της επίγειας οργάνωσης του Ιεχωβά! Είμαι αποφασισμένος, με τη βοήθεια του Ιεχωβά, να συνεχίσω να κάνω το Μπέθελ σπίτι μου και να προσφέρω τον εαυτό μου ολόψυχα στην προώθηση των συμφερόντων της Βασιλείας.
[Πρόταση που τονίζεται στη σελίδα 30]
«Πιστεύω ακράδαντα ότι το Μπέθελ είναι το καλύτερο μέρος στη γη πριν από τον ερχόμενο επίγειο Παράδεισο»
[Εικόνες στις σελίδες 24, 25]
Πάνω: Η ιδιοκτησία στην οδό Φέρμαν 360, η οποία αγοράστηκε το 1983
Κάτω: Η ιδιοκτησία στο Κολούμπια Χάιτς, την οποία αγοράσαμε από τη Φαρμακευτική Εταιρία Σκουίμπ το 1969
Αριστερά: Ο αδελφός Νορ στάθηκε για εμένα η κύρια πηγή βοήθειας και εκπαίδευσης
Κάτω: Το 1986 είχαμε έξι κτίρια εργοστασίων συνδεδεμένα με εναέριες γέφυρες
[Εικόνα στη σελίδα 27]
Το εργοστάσιο, μετά την επέκτασή του το 1949
[Εικόνα στη σελίδα 30]
Η μέρα του γάμου μας