ΑΝΕΡ
(Ανέρ).
1. Χαναναίος ο οποίος μαζί με τους δύο αδελφούς του, τον Μαμβρή τον Αμορραίο και τον Εσχώλ, ήταν σε «συνθήκη» (“σύμμαχος”, AT· RS· ΒΑΜ· ΛΧ) με τον Αβραάμ. (Γε 14:13) Η φράση «είχαν συνθήκη» αποδίδει εδώ την εβραϊκή φράση μπα‛αλέχ βερίθ, η οποία κατά κυριολεξία σημαίνει «ιδιοκτήτες (κάτοχοι) διαθήκης». Σχετικά με τους όρους της διαθήκης ανάμεσα σε αυτούς τους τρεις αδελφούς και στον Αβραάμ, το υπόμνημα παρέχει ελάχιστες ενδείξεις ως προς το αν επρόκειτο για συμφωνία αλληλοϋπεράσπισης κατά των πολεμοχαρών γειτόνων τους ή απλώς για συμφωνία ειρηνικής συνύπαρξης. Όταν ο ανιψιός του Αβραάμ, ο Λωτ, αιχμαλωτίστηκε από μια συμμαχία βασιλιάδων, αυτός ο συνασπισμός έδρασε καθώς ο Ανέρ και οι αδελφοί του συνόδευσαν τον Αβραάμ και τους 318 εκπαιδευμένους υπηρέτες του από τα μεγάλα δέντρα της Μαμβρή (όπου είχε τις σκηνές του ο Αβραάμ) μέχρι τη Δαν, περίπου 200 χλμ. προς τα ΒΒΑ, και από εκεί μέχρι πέρα από τη Δαμασκό. Μετά τη νίκη, ο Αβραάμ αρνήθηκε να πάρει κάτι από τα λάφυρα, αλλά φρόντισε να πάρουν μερίδιο οι τρεις σύμμαχοί του για το ότι τίμησαν αυτή τη «συνθήκη».—Γε 14:24· βλέπε ΣΥΜΜΑΧΙΑ.
2. Πόλη στην περιοχή του Μανασσή που δόθηκε στις οικογένειες των γιων του Καάθ. (1Χρ 6:70· Ιη 21:26) Ορισμένοι μελετητές πιστεύουν ότι ταυτίζεται με τη Θαανάχ του εδαφίου Ιησούς του Ναυή 21:25.—Βλέπε ΘΑΑΝΑΧ.