Πόσο Εκτιμώ την «Χρηστότητα του Θεού»!
Όπως την είπε η Μυρτλ Κουάκενμπους.
Έσωσε μέλη της οικογένειάς μου και συνεχίζει να σώζει αναρίθμητους άλλους
ΤΩΡΑ είμαι 91 χρονώ, αλλ’ όταν η αλήθεια της βασιλείας του Θεού ήρθε στο σπίτι μας το 1895 εγώ ήμουν ένα κοριτσάκι μόλις πέντε χρονώ. Ήταν τότε που ένας σκαπανέας—ένας ολοχρόνιος διάκονος της Εταιρίας Σκοπιά που πηγαίνει από σπίτι σε σπίτι—επισκέφθηκε το σπίτι μας στην Ινδιάνα. Η μητέρα μου πήρε για τον πατέρα μου τους πρώτους τόμους μιας σειράς βοηθημάτων της Αγίας Γραφής που τους έλεγαν «Η Αυγή της Χιλιετηρίδος» (αργότερα γνωστών σαν «Γραφικές Μελέτες»). Σ’ όλη του τη ζωή δεν είχε ασχοληθεί με τη θρησκεία, τώρα όμως τον ενδιέφερε περισσότερο από καθετί άλλο. Η αλλαγή στο ενδιαφέρον του έγινε λίγο μετά τη γέννησή μου στη Ράισβιλλ της Ινδιάνας το 1890.
Λίγο αργότερα μετακομίσαμε στο Τζάσπερ της Ινδιάνας όπου διευθύναμε ένα ξενοδοχείο κι απολαμβάναμε σχετική ευημερία. Ο πατέρας μου ανακατευόταν στα πολιτικά και βράχνιασε φωνάζοντας στην προεκλογική εκστρατεία του Γκρόβερ Κλήβελαντ, ο οποίος όταν εκλέχθηκε, ακολούθησε μια οικονομική κρίση. Χάσαμε το ξενοδοχείο μας και ο πατέρας μου, για να συντηρήσει μια οικογένεια οκτώ ατόμων, έπιασε δουλειά σκουπίζοντας τα λάδια από τις μηχανές των τραίνων στα υπόστεγα του σταθμού για 1,25 δολλάρια την ημέρα. Μια μέρα κάθισα στη βεράντα κι έκλαιγα. Μια περαστική γειτόνισσα με ρώτησε: «Γιατί κλαις Μυρτλ;» Γεμάτη λυγμούς είπα: «Πεινάω!» Μου έφερε μια φέτα καρπούζι. Η οικονομική κρίση έκανε τον πατέρα μου ν’ απογοητευθεί από τον Κλήβελαντ και τα πολιτικά. Τότε στράφηκε στη θρησκεία.
Γραφικά βοηθήματα Καταφθάνουν
Έγινε ένας, όπως ήταν τότε γνωστοί «Κραυγάζων Βαπτιστής». Οι «κραυγές» κυριαρχούσαν στις συναθροίσεις αυτής της κινήσεως για θρησκευτική αναζωπύρωση. Μετά τις συναθροίσεις αυτές, θα γύριζε σπίτι μουρμουρίζοντας συνέχεια κι εμείς γελούσαμε περισσότερο μαζί του αντί να τον παίρνουμε στα σοβαρά. Η μητέρα μου διέκρινε υποκρισία στους κήρυκες, εντούτοις πίστευε στην Αγία Γραφή. Έτσι, όταν ένας αντιπρόσωπος της Σκοπιάς ήρθε στην πόρτα, αγόρασε τα βιβλία για τον πατέρα μου. Τ’ απολάμβανε πάρα πολύ και γυρίζοντας στο σπίτι απ’ τη δουλειά θάλεγε «Πούνε οι μικρές Αυγές μου;» όπως έλεγε τα βιβλία. Εντούτοις, η στάση δεν είχε διευκρινισθεί τόσο καθαρά τότε, όπως είναι τώρα, κι έτσι παρέμενε ένας Μεθοδιστής. Η στάση του υπέρ της αληθινής θρησκείας έγινε μετά από πολλά χρόνια.
Το 1898 μετακομίσαμε σε μία φάρμα στο Αρκάνσας, σε μια περιοχή που ήταν γνωστή σαν «Η γη της Επαγγελίας.» Ένας τόπος γεμάτος από βάλτους και φίδια που δεν είχε καμιά σχέση με τ’ όνομά του. Το ταχυδρομείο ήταν στην Ύτζυπτ. Μισούσα την πόλη αυτή και λαχταρούσα να φύγουμε από δω. Εδώ έπεσε στην αντίληψη του πατέρα μου ότι η εβδομαδιαία εφημερίδα Κάνσας Σίτυ Σταρ δημοσίευε τα κηρύγματα του Πάστορα Κ. Τ. Ρώσσελ κι έγινε συνδρομητής για να τα παίρνει. Όλοι πηγαίναμε στην εκκλησία—δεν υπήρχε τίποτα άλλο για να πάει εκεί κανείς—αλλ’ ο πατέρας μου ήταν ο μόνος στην πραγματικότητα που ανακατευόταν με τη θρησκεία.
Προφανώς, εγώ είχα επηρεασθεί λίγο. Έπαιζα με κοτοπουλάκια κι όταν κάποιο απ’ αυτά πέθαινε του έκανα κηδεία. Μια απ’ αυτές τις κηδείες ήταν ιδιαίτερα θλιβερή. Ύστερα από ένα Κυριακάτικο γεύμα με κοτόπουλο, ανακάλυψα το κεφάλι του αγαπημένου μου κόκορα δίπλα στο ξύλο που κόβουνε κρέας—είχε γίνει το σπεσιαλιτέ της ημέρας. Ανατρίχιασα και η θλίψη μου ήταν απερίγραπτη. Η κηδεία αυτή με το κεφάλι μόνο ήταν ένα λυπητερό μοιρολόι και θυμάμαι ότι έψαλλα σ’ αυτή την «τελετή» τον παλιό θρησκευτικό ύμνο «Ο αυριανός ήλιος μπορεί να μην ανατείλει ποτέ πια.» Ήμουν αρκετά θρησκευόμενη για να κάνω κηδείες, τουλάχιστο για κοτόπουλα. Όσο για τον πατέρα μου, εξακολουθούσε να μελετάει τις «μικρές Αυγές» του και συνέχιζε να πηγαίνει στη Μεθοδιστική εκκλησία.
Στην Ινδιάνικη Περιοχή με Σκεπαστή Άμαξα
Όταν ήμουν 10 χρονώ, το 1900, μέσα σε δυο σκεπαστές άμαξες με μερικά άλογα και μουλάρια, μια αγελάδα, ένα σκύλο, έξη κότες κι ένα κόκορα, ξεκινήσαμε για την Ινδιάνικη περιοχή—που αργότερα ονομάστηκε Οκλαχόμα. Οι λευκοί άποικοι είχαν ήδη τρέξει να διεκδικήσουν την Ινδιάνικη γη, και τώρα περισσότεροι προσφέρονταν για εγκατάσταση, αυτή τη φορά όμως με κλήρωση.
Ύστερα απ’ ένα μήνα ταξιδιού όλο τραντάγματα μ’ όλα τα ζωντανά μας, διασχίζοντας ποτάμια τόσο φουσκωμένα που τ’ άλογα και τα μουλάρια έπρεπε να κολυμπούν και μαγείρεμα σ’ υπαίθριες κατασκηνώσεις, φτάσαμε στην Ινδιάνικη περιοχή. Ο πατέρας κι ο μεγάλος μου αδελφός γράφτηκαν για την κλήρωση αλλά δεν πήραν καθόλου γη. Για ένα χρόνο μείναμε στρατοπεδευμένοι κοντά στο Φορτ Σιλ. Ο πατέρας και δυο αδελφοί μου δούλεψαν φτιάχνοντας το οδόστρωμα για τις γραμμές του τραίνου που πήγαινε δυτικά. Ο τόπος ήταν γεμάτος από Κομάντσι, Καϊόβα κι άλλους Ινδιάνους που μένανε σε καταυλισμούς. Οι Απάτσι όμως με αρχηγό τον Τζερώνυμο αρνήθηκαν να υπογράψουν τη συμφωνία και κατά διαστήματα ο Τζερώνυμο έπρεπε να παρουσιάζεται στο Φορτ Σιλ να δίνει αναφορά. Εκεί πέθανε το 1909.
Το 1901 όμως είχαμε επιστρέψει στο Αρκάνσας, πίσω στη «Γη της Επαγγελίας»—πίσω στους κήρυκες και στους περιφερόμενους καβαλλάρηδες που πήγαιναν έφιπποι από χωριό σε χωριό κάνοντας συναθροίσεις της θρησκευτικής αναζωπύρωσης, και πίσω στη Μεθοδιστική εκκλησία. Εντούτοις ο πατέρας μου εξακολουθούσε να διαβάζει τις Γραφικές Μελέτες του. Αργότερα μετακομίσαμε στο Τζόουνσμπορω, κι εκεί ο πατέρας μου συνάντησε τους Άντριους, ένα ζευγάρι που ήταν δραστήριοι μιλώντας σ’ άλλους για τις Βιβλικές αλήθειες και προσφέροντας βιβλία της Σκοπιάς. Αυτή την εποχή η μητέρα μου πέθανε, ο πατέρας μου παρακολουθούσε συναθροίσεις με τους Σπουδαστές των Γραφών κι εγώ γνώρισα τον Ραλφ Κουέικενμπους.
Βγαίνοντας από τη Βαβυλώνα
Τελικά, το 1908, 13 χρόνια μετά την πρώτη μελέτη των εκδόσεων της Σκοπιάς, ο πατέρας μου σηκώθηκε μια Κυριακή πρωί στη Μεθοδιστική εκκλησία και μπροστά σ’ όλο το εκκλησίασμα ζήτησε ν’ αφαιρέσουν τ’ όνομά του απ’ τον κατάλογο της εκκλησίας. Τότε ήταν ο επιστάτης του Κατηχητικού σχολείου. Εντούτοις, ανακοίνωσε ότι τώρα είναι ένας Σπουδαστής των Γραφών, συνταυτισμένος με την Εταιρία Σκοπιά. Χρειάστηκε πολύ χρόνο για ν’ αποδεσμευθεί, αλλά όταν βρήκε κάποιον που ήταν δραστήριος στο έργο κηρύγματος, προφανώς, του έδωσε την απαιτούμενη ώθηση. Αυτό δείχνει την αξία και την ανάγκη για καλές συναναστροφές. Από τότε και στο εξής, ήταν δραστήριος μιλώντας σ’ άλλους για τη βασιλεία του Θεού, μέχρι το θάνατό του το 1914.
Σε μια συνάθροιση, παρακολουθούσε την προβολή του Φωτοδράματος της Δημιουργίας—ένα συνδυασμό φωτεινών διαφανειών και κινούμενων εικόνων συγχρονισμένων με ταινίες ήχου. Προς το τέλος της συναθροίσεως, μια γυναίκα δίπλα του τον παρακάλεσε να επισκεφθεί μια φίλη της να της μιλήσει για την αλήθεια, και του έδωσε ένα κομμάτι χαρτί με τ’ όνομα και τη διεύθυνση της φίλης της. Όταν όλοι σηκώθηκαν για την τελική προσευχή αυτός δεν σηκώθηκε. Όταν τελείωσε η προσευχή, η γυναίκα κοίταξε τον πατέρα μου. Καθόταν εκεί με το χαρτί τσαλακωμένο μέσα στη σφικτοδεμένη παλάμη του. Πέθανε από αποπληξία κατά τη διάρκεια της προσευχής.
Εγώ έγινα δραστήρια τον ίδιο χρόνο, το 1914. Τότε ζούσα στην Πάραγκουλντ του Αρκάνσας, παντρεμένη με τον Ραλφ Κουέικενμπους. Τον Ιούνιο αυτού του χρόνου, απόκτησα τον τρίτο μου γιο και δυο μήνες αργότερα άρχισε ο Πρώτος Παγκόσμιος Πόλεμος. Ήταν αυτή η αρχή για όσα μας είχε ειπεί ο πατέρας μου τόσο καιρό, ότι η Βασιλεία θα έρθει το 1914; Αυτό μ’ έκανε να μελετάω σοβαρά καθώς, επίσης, τις τρεις αδελφές μου κι έναν από τους αδελφούς μου. Εντούτοις, περίμενα τέσσερα χρόνια για να βαπτισθώ το 1918. Ο άντρας μου βαπτίσθηκε λίγο αργότερα. Ζητήσαμε από την Εταιρία Σκοπιά να μπούμε στον κατάλογο αυτών που ήθελαν να τους επισκεφθούν στο σπίτι τους οι περιοδεύοντες αντιπρόσωποι της Εταιρίας—που τότε τους έλεγαν «Πίλγκριμς» και να μιλήσουν στην πόλη τους. Για πολλά χρόνια από τότε, ωφεληθήκαμε, πνευματικά από τις επισκέψεις αυτές στο σπίτι μας.
Το 1922, οι τρεις γιοι μου κι εγώ μοιράσαμε την πρώτη από μια σειρά επτά ειδικών καταδικαστικών αγγελμάτων εναντίον του Χριστιανικού κόσμου. Τώρα ζούσαμε στη Γκλέντέιλ της Καλιφόρνιας. Παρακολουθούσαμε τις συναθροίσεις εκεί μέχρις ότου μετακομίσαμε στο Τσάτσγουώρθ, στην άλλη άκρη της Κοιλάδας του Σαν Φερνάντο. Εκεί ήμασταν σχεδόν απομονωμένοι και η δράση μας ελαττώθηκε. Η πνευματικότητά μας χανόταν.
Μια Λογομαχία μας Αναζωογονεί
Κάποτε ο γιος μου άρχισε να φοιτά στο U.C.L.Α.. Ταξίδευε μαζί με δύο άλλους φοιτητές. Ο ένας απ’ αυτούς ήταν φανατικός Μεθοδιστής και μια μέρα συζητώντας για μερικούς εγκληματίες που διέφυγαν την τιμωρία είπε ότι θα λάβουν την ποινή που τους αξίζει στην κόλαση. Ο γιος μου του είπε ότι δε υπάρχει τέτοιος τόπος. Γύρισε σπίτι και μου ζήτησε να βρω εδάφια να υποστηρίξει το επιχείρημά του. Όλη η οικογένεια άρχισε να βρίσκει Γραφικά επιχειρήματα όπως τα ακόλουθα:
Ψαλμοί 146:4 «Το πνεύμα αυτού εξέρχεται· αυτός επιστρέφει εις την γην αυτού· Εν εκείνη τη ημέρα οι διαλογισμοί αυτού αφανίζονται.»
Εκκλησιαστής 3:19-21: «Και η αυτή πνοή είναι εις πάντας· και ο άνθρωπος δεν υπερτερεί κατ’ ουδέν το κτήνος· διότι τα πάντα είναι ματαιότης. Τα πάντα καταντώσιν εις τον αυτόν τόπον· τα πάντα έγιναν εκ του χώματος, και τα πάντα επιστρέφουσιν εις το χώμα. Τις γνωρίζει το πνεύμα των υιών των ανθρώπων, αν αυτό αναβαίνη εις τα άνω, και το πνεύμα του κτήνους, αν αυτό καταβαίνη κάτω εις την γην;»
Εκκλησιαστής 9:5, 10: «Διότι οι ζώντες γνωρίζουσιν ότι θέλουσι αποθάνει· αλλ’ οι νεκροί δεν γνωρίζουσιν ουδέν. . . . Πάντα όσα εύρη η χειρ σου να κάμη, κάμε κατά την δύναμίν σου διότι δεν είναι πράξις, ούτε λογισμός, ούτε γνώσις, ούτε σοφία εν τω άδη [τον κοινό τάφο του ανθρωπίνου γένους] όπου υπάγεις.»
Ιεζεκιήλ 18:4: «Η ψυχή η αμαρτήσασα, αυτή θέλει αποθάνει.»
Ρωμαίους 6:23: «Διότι ο μισθός της αμαρτίας είναι θάνατος.»
Ο νεαρός Μεθοδιστής, όμως, ποτέ δεν πείστηκε απ’ αυτά και πολλά άλλα εδάφια ότι δεν υπάρχουν αιώνια βάσανα για τους κακούς σε μια πύρινη κόλαση. Αλλ’ αυτή η Γραφική έρευνα διήγειρε την πνευματικότητά μας ώστε γίναμε πάλι δραστήριοι κι από τότε δεν ξανασταματήσαμε.
Μετακομίσαμε στο Μπέρμπανκ, πλησιέστερα στο Λος Άντζελες, όπου διεξάγονταν τακτικές εβδομαδιαίες συναθροίσεις. Αρχίσαμε να παρακολουθούμε τακτικά τις συναθροίσεις και να βγαίνουμε στο έργο μαρτυρίας. Χρησιμοποιούσα ένα αυτοκίνητο με μεγάφωνα πηγαίνοντας σ’ ολόκληρη την Κοιλάδα του Σαν Φερνάντο, που ήταν γεμάτη από πορτοκαλεώνες και χωράφια με στάρι και φασόλια.
Το αμάξι με τα μεγάφωνα έπαιζε Γραφικές ομιλίες κι ύστερα η ομάδα μας πήγαινε σ’ όλα τα σπίτια που είχαν ακούσει την ομιλία. Τότε χρησιμοποιούσαμε κάρτες μαρτυρίας· παρακαλούσαμε τον οικοδεσπότη να τις διαβάσει κι ύστερα προσφέραμε Γραφικά έντυπα αντί ενός ποσού. Αργότερα, είχαμε μαζί μας φορητούς φωνογράφους που έπαιζαν σύντομες Γραφικές ομιλίες στους ανθρώπους. Τελικά, περιοριστήκαμε στο να δίνουμε μικρά κηρύγματα στις πόρτες και στο να προσφέρουμε έντυπα. Συνεχίζαμε μ’ επανεπισκέψεις όπου υπήρχε ενδιαφέρον και αρχίζαμε δωρεάν Γραφικές μελέτες στα σπίτια όσων τις ήθελαν.
Το 1935 οι δύο νεώτεροι γιοι μου βαπτίσθηκαν και τον επόμενο χρόνο μπήκανε στο Μπέθελ, στα κεντρικά γραφεία της Εταιρίας Σκοπιά στο Μπρούκλυν, της Νέας Υόρκης, αφιερώνοντας όλο το χρόνο τους δουλεύοντας στο τυπογραφείο. Το 1947 ο άνδρας μου πέθανε από καρκίνο—τότε ήταν ένας υπηρέτης στην Εκκλησία Μπέρμπανκ των Μαρτύρων του Ιεχωβά. Σ’ όλο αυτό το διάστημα, ο μεγαλύτερος γιος μου δεν ενδιαφερόταν για την αλήθεια. Τελικά, όμως, το 1954 βαπτίστηκε κι έμεινε πιστός μέχρι το θάνατό του το 1979—τον χρόνο που ήταν προεδρεύων επίσκοπος στην Εκκλησία Σέρμαν Ώουκς. Πριν από τρεις μήνες, ένας άλλος γιος μου, ο Μάιρον, πέθανε ενώ υπηρετούσε στη Φάρμα της Εταιρίας Σκοπιά. Ο τρίτος μου γιος υπηρετεί ακόμη στη Νέα Υόρκη, στο τυπογραφείο της Εταιρίας στο Μπρούκλυν.
Εγώ ζω ακόμη στην Καλιφόρνια ελπίζοντας ακόμη να δω τη βασιλεία του Θεού υπό τον Χριστόν να έλθει να καθαρίσει τη γη από την πονηρία. Αν δεν ζήσω να το δω, τότε έχω την ελπίδα ότι ο Θεός θα ενθυμηθεί εμένα, τον σύζυγό μου και τους δύο γιους μου όταν στην ανάσταση εκατομμύρια θα εγερθούν, και πιθανόν τα δισεκατομμύρια αυτών που κοιμούνται στον θάνατο θα εγερθούν έχοντας εμπρός τους ευκαιρίες για αιώνια ζωή σε μια παραδεισιακή γη.—Ιωάν. 5:28, 29.
«Η Ιδιότητα της Καλωσύνης του Θεού» Είναι για Όλους
Στα 91 μου χρόνια έχω πολλές αναμνήσεις. Η οικογένειά μου κι εγώ αργήσαμε να διακρίνουμε, πόσο σπουδαίο είναι ν’ αφιερώσουμε τον εαυτό μας στον Ιεχωβά Θεό, με το βάπτισμα και δίνοντας μαρτυρία για τη βασιλεία Του. Αυτό με κάνει να εκτιμώ πάρα πολύ τις ιδιότητες του Ιεχωβά, τη ‘χρηστότητα και υπομονή και μακροθυμία, τη χρηστότητα του Θεού που οδηγεί στη μετάνοια.’ (Ρωμ. 2:4) Και τώρα, όταν γίνομαι ανυπόμονη και σκέφτομαι τα πάρα πολλά χρόνια που περίμενα τη βασιλεία του Θεού να έλθει να καθαρίσει τη γη από την ανομία και να κάνει τη γη παράδεισο, θυμάμαι το εδάφιο 2 Πέτρ. 3:9: «Διότι δεν βραδύνει ο Κύριος την υπόσχεσιν αυτού, ως τινές λογίζονται τούτο βραδύτητα· αλλά μακροθυμεί εις ημάς, μη θέλων να απολεσθώσι τινές, αλλά πάντες να έλθωσιν εις μετάνοιαν.»
Η χρηστότητα του Θεού στο να εκδηλώνει υπομονή και μακροθυμία, που ήταν τόσο ζωτικές για μένα και την οικογένειά μου, ακόμα δίνουν την ευκαιρία σ’ αναρίθμητους άλλους ανθρώπους να μετανοήσουν και ν’ αποκτήσουν αιώνια ζωή. Οι συνθήκες του κόσμου σήμερα επιδεινώνονται με γοργό ρυθμό κι οι αποδείξεις αφθονούν ότι το τέλος αυτού του παλαιού κόσμου του Σατανά πλησιάζει κι οι Μάρτυρες του Ιεχωβά εργάζονται παγκόσμια αποτελεσματικά να φέρουν το έργο κηρύγματος σε πέρας. (Ματθ. 24:14) Πολλοί άνθρωποι βλέπουν πόσο επείγει να πάρουν τη στάση τους υπέρ της βασιλείας του Θεού και δεν καθυστερούν διόλου. Αυτό μου δίνει μεγάλη χαρά.
Δεν μπορώ να διαβάζω πια και τα πόδια μου δεν μπορούν να με κρατήσουν γερά, η διάνοια και η καρδιά μου όμως είναι ακόμη γεμάτες με το Λόγο του Θεού και η πίστη μου είναι τόσο ζωντανή όσο πάντα. Θα ήθελα να ζήσω να δω τον ερχομό της Βασιλείας και το τέλος αυτού του πονηρού συστήματος του Σατανά. Δεν θέλω, όμως, να έρθει πριν από τον προσδιορισμένο καιρό του Θεού, προτού ολοκληρωθεί σύμφωνα με την επιθυμία Του το έργο της μαρτυρίας, ή προτού οι υπόλοιποι των ειλικρινών ανθρώπων επωφεληθούν απ’ αυτή τη χρηστότητα του Θεού. Είθε να οδηγήσει πολλούς απ’ αυτούς σε μετάνοια και σωτηρία—ακριβώς όπως προσφέρθηκε σ’ εμένα και στην οικογένειά μου και που τις είχαμε τόσο πολύ ανάγκη.