«Εκείνοι που Εβράδυναν Πολύ τη Διαφυγή Των»
ΌΤΑΝ το Όρος Βεζούβιος εξερράγη τον Αύγουστο του 79 μ.Χ. πολλοί στην Πομπηΐα έχασαν τη ζωή τους επειδή εβράδυναν πάρα πολύ να φύγουν σε ασφαλές μέρος. Αρχαιολόγοι που έκαμαν ανασκαφές στα ερείπια της πόλεως αυτής, βρήκαν ότι πολλοί προσπάθησαν να παρατείνουν την απόλαυσι στην οποίαν ασχολούνταν, όταν συνέβη η ηφαιστειακή συμφορά. Άλλοι ήσαν πάρα πολύ απασχολημένοι στην καθημερινή ρουτίνα της ζωής. Και υπήρχαν κι’ εκείνοι των οποίων η ιδιοτέλεια τους εμπόδισε τη διαφυγή, επειδή προσπαθούσαν να πάρουν μαζί τους τα πολύτιμά των.
Η αρχαιολογική απόδειξις τούτου περιγράφεται, από τον Σ. Β. Σήραμ στο βιβλίο Θεοί, Τάφοι και Λόγιοι (στην Αγγλική). Αυτός γράφει: «Τα φτυάρια των εκσκαφέων αποκάλυψαν κάθε μορφή οικογενειακής τραγωδίας, σκηνές μητέρων, πατέρων και παιδιών που συνελήφθησαν σε θλιβερή κατάστασι. Μητέρες βρέθηκαν να κρατούν ακίνητες τα παιδιά των στα χέρια, προστατεύοντάς τα με το τελευταίο κομμάτι καλύμματος καθώς και οι δυο τους ασφυκτιούσαν. Άνδρες και γυναίκες βρέθηκαν που είχαν μαζεύσει τα πολύτιμά των, έφθασαν μέχρι της πύλης της πόλεως κι’ εκεί σωριάσθηκαν κάτω από τη χάλαζα λίθων, ακόμα προσκολλημένοι στο χρυσάφι τους και στα πολύτιμά τους πράγματα. Και στο κατώφλι ενός σπιτιού βρέθηκαν δυο νεαρές γυναίκες που δίσταζαν εωσότου ήταν πολύ αργά, σκοπεύοντας να επιστρέψουν στο σπίτι και να σώσουν μερικούς από τους θησαυρούς των.
«Πολλά σώματα βρέθηκαν στην Πύλη του Ηρακλή, όλα σ’ ένα σωρό και φορτωμένα με τα είδη του νοικοκυριού που ήσαν πάρα πολύ βαρεία για να τα σύρουν πιο πέρα.» Ο Σήραμ σημειώνει ότι το πρώτο σώμα που αποκαλύφθηκε ήταν «ξαπλωμένο κατά μήκος επάνω στο δάπεδο. . . . με χρυσά και ασημένια νομίσματα που είχαν κυλήσει από τα οστεώδη χέρια που ακόμη ζητούσαν, όπως φαίνεται να τα κρατήσουν σφιχτά.»
Σ’ ένα σπίτι «γινόταν επικήδειος τελετή όταν ήλθε ο κατακλυσμός. Εκεί ήσαν καλεσμένοι για την κηδεία, ύστερα από δεκαεπτά αιώνες, ακόμη ξαπλωμένοι στα ανάκλιντρά των γύρω από το τραπέζι όπου ήταν στρωμένο το επικήδειο συμπόσιο, πενθούντες τη δική τους κηδεία.»
«Σ’ ένα παρακείμενο κτίριο επτά παιδιά κατελήφθησαν από τον θάνατο, ενώ έπαιζαν αθώα σ’ ένα δωμάτιο. Σε μια άλλη οικοδομή βρέθηκαν τριαντατέσσερα σώματα και μαζί τους το λείψανο μιας κατσίκας που, μέσα στον τρόμο της, είχε ορμήσει στο εσωτερικό του σπιτιού για να βρη ασφάλεια ανάμεσα στους ανθρώπους. Ούτε το θάρρος ούτε η ψυχραιμία ούτε η ωμή δύναμις δεν βοήθησαν εκείνους που εβράδυναν τη φυγή τους πάρα πολύ.»
Έτσι, επίσης, σ’ αυτές τις «έσχατες ημέρες» του παρόντος συστήματος πραγμάτων. Πολλοί άνθρωποι, πάρα πολύ απασχολημένοι με τις υλιστικές των επιδιώξεις και «ανησυχίες της ζωής,» λησμονούν τη μελέτη του Λόγου του Θεού. Άσοφα αργοπορούν τη φυγή τους από το καταδικασμένο αυτό σύστημα πραγμάτων. Μην είσθε απ’ αυτούς.—Λουκ. 21:34-36.