Τι Μπορείτε να Πήτε;
ΙΣΩΣ έχετε κάποιον φίλο του οποίου η σύζυγος πεθαίνει από καρκίνο. Τι μπορείτε να πήτε για να τον παρηγορήσετε; Κάποιο νεαρό αγόρι, μπορεί να αισθάνεται μεγάλη θλίψι επειδή έχασε πρόσφατα τον πατέρα του. Επιθυμείτε μ’ όλη σας την καρδιά να το παρηγορήσετε. Μήπως αισθάνεσθε αβοήθητος να το κάμετε αυτό; Ή μπορείτε να δώσετε στο αγόρι μια πραγματική ελπίδα;
Για να προσφέρετε γνήσια παρηγοριά που θα βοηθήση πραγματικά το άτομο που έχει χάσει κάποιον προσφιλή του, πρέπει εσείς ο ίδιος να έχετε ελπίδα με στερεή βάσι. Χρειάζεσθε θετικές και συγκεκριμένες απαντήσεις στα ερωτήματα που εγείρονται σχετικά με τον θάνατο, επειδή μόνο η αλήθεια δίνει γνήσια παρηγοριά.
Πρέπει πρώτα να γνωρίζετε την απάντησι στο ερώτημα, Πού είναι οι νεκροί; Χρειάζεσθε απαντήσεις και σε άλλα ερωτήματα επίσης. Μήπως αυτοί που πέθαναν είναι τώρα στον ουρανό; Μήπως υφίστανται κάποιο είδος βασάνων; Μήπως βρίσκονται σε κάποιον σκοτεινό κόσμο; Ή είναι πραγματικά νεκροί; Αν ναι, χάθηκαν για πάντα; Είναι, λογικό να ζη ένα άτομο σαράντα ή περισσότερα χρόνια, ν’ αποκτά καλή μόρφωσι, να εφοδιάζεται για να επιτύχη κάτι που ν’ αξίζη σ’ αυτόν τον κόσμο, κι έπειτα να πεθαίνη; Τι άσχημο! Τι κρίμα!
Τι θα μπορούσατε να πήτε σε κάποιον θλιμμένο; Μήπως πρέπει να πήτε ότι ο θάνατος είναι μια διαφυγή από μια ανεπιθύμητη ύπαρξι—ότι ο νεκρός επομένως βρίσκεται σε καλύτερη κατάστασι; Αυτό δεν θα παρηγορήση πολύ το άτομο που πενθεί. Για ν’ απαντήση ένα άτομο ορθά, πρέπει να έχη κατάλληλη εκτίμησι για τη ζωή και να γνωρίζη αν ο θάνατος είναι φίλος ή εχθρός του ανθρώπου.
Η Ζωή Είναι Πολύτιμη
Για να παρηγορήση κανείς ανθρώπους που πενθούν, πρέπει επίσης ν’ αντιλαμβάνεται ότι, γενικά, ο θάνατος είναι μυστήριο γι’ αυτούς. Ένα πράγμα συνήθως προέχει: Δεν παραδέχονται ότι ο θάνατος θέτει τέρμα, σε όλα. Πρέπει να νομίζωμε ότι αυτή η στάσις είναι αφύσικη, ανόητη και καθόλου πρακτική; Όχι, στην πραγματικότητα δείχνει φυσικό και υγιή τρόπο σκέψεως. Ο βασιλεύς Σολομών στο παρελθόν, ο οποίος είχε πλούτη και την ευκαιρία να αποκτήση τα επιθυμητά πράγματα της ζωής και να παρατηρήση όλα τα πράγματα που συμβαίνουν στην ανθρωπότητα, τα καλά και τα άσχημα, κατέληξε στο εξής συμπέρασμα: «Κύων ζων είναι καλήτερος παρά λέοντα νεκρόν.»—Εκκλησ. 9:4.
Η ζωή είναι πράγματι πολύτιμη! Χωρίς αυτήν δεν έχομε τίποτα. Οι άνθρωποι φυσιολογικά και δικαίως προσκολλώνται στη ζωή. Ο αρχαίος άνθρωπος Ιώβ της Ανατολής με ελπίδα έκαμε το εξής ερώτημα, 3.500 χρόνια πριν: «Εάν αποθάνη ο άνθρωπος, θέλει αναζήσει;» (Ιώβ 14:14) Η ζωή έχει πολλές ελκυστικές φάσεις και μολονότι οι κακές συνθήκες, η άσχημη υγεία ή άλλοι παράγοντες μπορεί να εμποδίζουν ένα άτομο από μερικές δραστηριότητες, υπάρχουν πάντοτε άλλα πράγματα που μπορούν να κάμουν τη ζωή ευτυχισμένη και ικανοποιητική.
Ένα παράδειγμα που δείχνει τι μπορεί να σημαίνη η ζωή, ακόμη κι όταν ένα άτομο μπορεί να χρησιμοποιήση μόνον ένα περιορισμένο μέρος των φυσιολογικών ανθρωπίνων ικανοτήτων, βρίσκεται στην ιστορία της Έλεν Κέλλερ. Ήταν μικρότερη από δύο ετών, όταν μια ασθένεια κατέστρεψε και την όρασι και την ακοή της. Ήταν αποκομμένη από τον έξω κόσμο! Τα επόμενα πέντε χρόνια μεγάλωνε και γινόταν, όπως είπε αργότερα, «άγρια και ανυπάκουη, γελούσα νευρικά και κρυφά όταν ήθελα να εκφράσω ευχαρίστησι· κλωτσούσα, γρατζουνούσα και έβγαζα πνιχτές κραυγές, όπως συνηθίζουν οι κωφάλαλοι, όταν ήθελα να εκφράσω το αντίθετο, αγανάκτησι.»
Έπειτα ο πατέρας της πήρε μια δασκάλα για την κόρη του, την Δεσποινίδα Άνν Σάλλιβαν, από το Ίδρυμα για τυφλούς του Πέρκινς, στη Βοστώνη. Αυτή η αφωσιωμένη νέα εφεύρε ένα είδος αλφαβήτου, κι έγραφε λέξεις στο χέρι της Έλεν. Σύντομα η Έλεν έμαθε να συνδέη λέξεις με αντικείμενα και σε τρία χρόνια μπορούσε να διαβάζη με το σύστημα Μπράιγ και να γράφη με μια ειδική γραφομηχανή. Απεφοίτησε με βραβείο από το Κολλέγιο του Ράντκλιφ το 1904, στα μαθήματα την συνόδευε πάντοτε η Δεσποινίς Σάλλιβαν, η οποία της μετέφραζε με την αφή τις συζητήσεις και τις διαλέξεις που εγίνοντο στην τάξι.
Η Κέλλερ ανέλαβε έπειτα, με μεγάλο σθένος, το έργο της υποβοηθήσεως των τυφλών κι εκείνων που ήσαν τυφλοί και κωφοί. Έδινε διαλέξεις, εμφανιζόταν μπροστά σε νομοθέτες, επισκεπτόταν νοσοκομεία κι έγραψε αρκετά βιβλία με τα οποία έδωσε θάρρος σε χιλιάδες ανθρώπους. Η επιθυμία της να βοηθήση εκείνους που ευρίσκοντο σε μειονεκτική θέσι της έδωσε ένα σκοπό και έκαμε τη ζωή της άξια να τη ζη. Έζησε μέχρι την ηλικία ογδόντα οχτώ ετών. Ασφαλώς η Κέλλερ δεν αισθανόταν ότι θα ήταν καλύτερα αν είχε πεθάνει νέα.
Η Έλεν Κέλλερ και χιλιάδες άλλοι που χρησιμοποιούν τη ζωή τους καλά διαψεύδουν την ιδέα ότι ο θάνατος είναι «φίλος.» Σχεδόν όλοι κάνουν ό,τι μπορούν για να παραμείνουν στη ζωή ακόμη κι όταν ο θάνατος είναι βέβαιος. Επί πλέον, οι περισσότεροι άνθρωποι φοβούνται τον θάνατο. Αυτόν τον φόβο δεν τον έχει μόνο το άτομο που μπορεί να πεθάνη, αλλά και η οικογένεια του και οι φίλοι του. Ακόμη κι οι γιατροί και οι νοσοκόμες που παρακολουθούν εκείνους που πεθαίνουν δοκιμάζουν το αίσθημα του φόβου. Σχολιάζοντας αυτό το γεγονός, η Δρ Ελίζαμπεθ Κούμπλερ-Ρος λέγει:
«Το εβδομήντα πέντε τοις εκατό του πληθυσμού μας πεθαίνει σε ιδρύματα όπου περιβάλλονται από πρόσωπα που συνήθως θέλουν να ξεφύγουν οι ασθενείς από τα προβλήματά τους και ν’ απαλλαγούν απ’ αυτά όσο το δυνατόν πιο γρήγορα. Και αυτό συμβαίνει επειδή όλοι μας έχομε ένα υπερβολικό φόβο για τον θάνατο.
«Ό,τι κι αν νομίζωμε ότι είναι αυτός ο φόβος, αυτό που πράγματι μπορεί να λεχθή είναι ο φόβος μιας καταστρεπτικής δυνάμεως που ενεργεί σ’ εμάς και δεν υπάρχει τίποτα που μπορούμε να κάνωμε γι’ αυτό.»
Είναι σαφές ότι η Αγία Γραφή αποκαλύπτει ότι ο θάνατος, μαζί με τα γηρατειά, είναι εχθροί. (1 Κορ. 15:26) Ο φόβος του θανάτου κρατά αιχμαλώτους τους ανθρώπους. Από τον φόβο του θανάτου—από την πείνα, παραδείγματος χάριν, οι άνθρωποι έγιναν κλέπται και καννίβαλοι. Μερικοί παρωτρύνθηκαν να κάμουν εσφαλμένα πράγματα για να γλυτώσουν τον θάνατο. Μερικοί αναγκάσθηκαν να κάμουν πράγματα που ήσαν εναντίον της θελήσεως των επειδή τους απειλούσαν ότι οι συγγενείς των που ζούσαν σε δικτατορική χώρα θα εφονεύοντο.—Εβρ. 2:15.
Αλλά τι θα μπορούσε να λεχθή αν ο θάνατος απεμακρύνετο; Μήπως θα γινόταν η ζωή ανιαρή και μονότονη; Ποιος είπε ποτέ: ‘Αισθάνομαι τόσο ωραία σήμερα που θα επιθυμούσα να πεθάνω’; Δεν είναι αλήθεια ότι υπάρχουν τόσα πολλά καλά κι ευχάριστα πράγματα να κάνη κανείς ώστε δεν θα τον έφθανε μια ζωή, ακόμη κι αν ο άνθρωπος ζούσε για πάντα;
Η Αγία Γραφή λέγει ότι: «την αιωνιότητα έθεσεν εις την καρδίαν [των ανθρώπων].» (Εκκλησ. 3:11, ΜΝΚ) Ο άνθρωπος μπορεί να οραματίζεται και να κάνη σχέδια για το μέλλον. Επίσης, πάντα υπάρχει η ελπίδα ότι θα βρεθή κάποιος τρόπος να καταργηθή ο θάνατος. Μήπως ο στοργικός Δημιουργός θα έθετε αυτά τα αισθήματα στον άνθρωπο αν δεν υπήρχε ελπίδα εκπληρώσεως; Αυτό φαίνεται παράλογο. Επί πλέον, αν υπάρχη ελπίδα για την κατάργησι του θανάτου, είναι επίσης λογικό να συμπεράνωμε ότι ο Θεός θα πληροφορούσε τους ανθρώπους για τον σκοπό του να εκπληρώση αυτήν την ελπίδα. Αλλά πριν εξετάσωμε αυτό το θέμα, ας δούμε τι είναι ο θάνατος και πώς και γιατί συμβαίνει.