Ο Ο.Η.Ε. Ελίσσεται ν’ Αναχαιτίση τη Θρησκεία;
«ΚΑΠΟΤΕ,» έγραψε η Γκάρντιαν του Μάντσεστερ της Αγγλίας, «οι Ηνωμένες Πολιτείες και άλλοι είδαν τα Ηνωμένα Έθνη ως τον υπέρμαχο των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και τον αμερόληπτο υποστηρικτή της θρησκείας γενικώς.» Επί πολλά χρόνια, οι άνθρωποι θαύμαζαν την ονομαστή Παγκόσμια Διακήρυξι των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου των Η.Ε. ως το πρότυπο της ελευθερίας. Αλλά τώρα, λέγει η Γκάρντιαν, επήλθε «απογοήτευσις.» Γιατί αυτή η αλλαγή;
Μερικοί κατηγορούν την Επιτροπή των Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων των Η.Ε., ότι συμπεριφέρεται αντίθετα προς τον σκοπό της. Επί παραδείγματι, όταν ο Αμερικανός αντιπρόσωπος επέστρεψε από τη συνεδρίασι της επιτροπής στη Γενεύη το 1976, ήταν αγανακτισμένος για όσα είχαν συμβή εκεί. Σε μια δημόσια διαμαρτυρία την 1η Απριλίου, έκαμε μερικές εντυπωσιακές κατηγορίες.
Πρώτα είπε ότι μια διακήρυξις περί θρησκευτικής ελευθερίας που έχει προταθή «παίρνει αργά τη μορφή ενός στρυφνού κειμένου που προορίζεται να περιορίση τη θρησκευτική ελευθερία και την ατομική πίστι με το πρόσχημα ότι η θρησκεία υποθάλπει τη μισαλλοδοξία, τις φυλετικές διακρίσεις και την αποικιοκρατία και απειλεί την ειρήνη και . . . την ασφάλεια του κράτους.»
Ο σύνεδρος Λέοναρντ Γκάρμεντ διεβεβαίωσε ότι η διακήρυξις όπως είναι διατυπωμένη τώρα «μπορεί να συμβάλη στην υπονόμευσι της νομιμότητος των θρησκευτικών οργανώσεων και των θρησκευτικών συνηθειών και ίσως πραγματικά να χρησιμοποιηθή, για να νομιμοποιήση την κατάπνιξί των.»
Κατόπιν, επετέθη εναντίον μιας άλλης διακηρύξεως που υιοθετήθηκε πρόσφατα στη συνέλευσι του 1976 σχετικά με το «δικαίωμα της ζωής.» Ισχυρίσθηκε ότι η αληθινή έννοια αυτής της διακηρύξεως είναι ότι «αν το Κράτος κρίνη ότι κατά κάποιον τρόπο δεν είναι ‘ασφαλές,’ ή . . . ότι ‘απειλείται η ειρήνη,’ μπορεί τώρα, με την τυπική έγκρισι της Επιτροπής για τα Δικαιώματα του Ανθρώπου των Η.Ε., ν’ αναστείλη όλα τα άλλα ανθρώπινα δικαιώματα του λόγου, της ασκήσεως θρησκείας, του συνέρχεσθαι της μεταναστεύσεως—ώσπου να περάση η απειλή για το ανώτατο ‘δικαίωμα της ζωής.’»
Συνεπώς παραπονέθηκε ο κύριος Γκάρμεντ, αυτή η διακήρυξις «επιτρέπει να διαπραχθούν δημοσία, ακόμη και με υπερηφάνεια εγκλήματα εναντίον των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, εν ονόματι της ειρήνης και της διεθνούς ασφαλείας.»—Ανακοίνωσις του Τύπου, Αποστολή των Ηνωμένων Πολιτειών στα Ηνωμένα Έθνη, 1 Απριλίου 1976. (Τα πλάγια γράμματα δικά μας.)
Αυτές είναι μερικές σοβαρές κατηγορίες. Θα επιβεβαιώσουν τα μελλοντικά γεγονότα τους φόβους του κυρίου Γκάρμεντ, ή μήπως αυτές οι διακηρύξεις των Η.Ε. είναι κούφιες πολιτικές πολυλογίες, χωρίς καμμιά πραγματική ισχύ; Μόνον ο χρόνος θα το δείξη με βεβαιότητα, αλλά μπορεί να σας εκπλήξουν μερικά από τα γεγονότα που οδηγούν στην εμπέδωσι αυτών των κατηγοριών. Μπορεί επίσης να εκπλαγήτε όταν μάθετε ποια είναι η τύχη της θρησκείας στα Η.Ε.
Τα Η.Ε. και η θρησκεία
Το 1962 η Γενική Συνέλευσις ζήτησε επίσημα από την Επιτροπή για τα Δικαιώματα του Ανθρώπου να ετοιμάση μια διακήρυξι εναντίον της θρησκευτικής μισαλλοδοξίας. Συγχρόνως, ζήτησε μια διακήρυξι εναντίον των φυλετικών διακρίσεων. Ένα χρόνο μόνο αργότερα, το 1963, η διακήρυξις περί φυλετικών διακρίσεων είχε ολοκληρωθή και κοινοποιηθή. Αλλά, παραδόξως, ύστερα από δεκαπέντε σχεδόν χρόνια, είχε καταρτισθή μόνο ο τίτλος και οκτώ παράγραφοι από τον πρόλογο της διακηρύξεως για τη θρησκεία. Γιατί συμβαίνει αυτό;
Στη διάρκεια της συζητήσεως του 1973, ο εκπρόσωπος της Κόστα Ρίκα εξέφρασε τη γνώμη ότι «γινόταν προσπάθεια από την [προπαρασκευαστική] Επιτροπή για να καταστή βέβαιον ότι η Διακήρυξις δεν θα δη ποτέ το φως της ημέρας.» Πίστευε ότι το έργο παρεμποδίζετο με «όλα τα είδη των υπεκφυγών.»1a
Εν τούτοις, στη διάρκεια όλων αυτών των ετών καθυστερήσεως η σχεδιαζόμενη διακήρυξις έπαιρνε αργά μια εκπληκτική στροφή. Τα επίσημα πρακτικά των συζητήσεων δείχνουν ότι πολλές χώρες καταφανώς αποφεύγουν ένα στοιχείο που θα δίνη στη θρησκεία πλήρη ελευθερία. Μια διακήρυξις που καθώς θέτει εκτός νόμου κάθε περιορισμό της θρησκείας, θα μπορούσε να τους δημιουργήση διπλωματικά προβλήματα.
Για να το αποφύγουν αυτό, οι εκπρόσωποί τους χρησιμοποιούν πολλές αντιρρήσεις και αναβολές της διαδικασίας, και αμφισβητούν επίσης κάθε λέξι της υπό μελέτην διακηρύξεως. Αυτή η φθοροποιός μέθοδος συχνά είχε σαν αποτέλεσμα συμβιβασμούς στη φρασεολογία που μπορούν να ερμηνευθούν με περισσότερους από έναν τρόπους. Αυτοί οι συμβιβασμοί, λέγει ο εκπρόσωπος των Η.Π., είναι «φαινομενικά τόσον ελάχιστοι που μπορεί κανείς πάντοτε να κρίνη ότι δεν χρειάζεται να εγείρη αντιρρήσεις—τουλάχιστον προς το παρόν.»
Στο επόμενο άρθρο θα εξετάσωμε πώς αυτά τα πρόσφατα στοιχεία των Η.Ε. μεταβάλλονται από δηλώσεις που υποστηρίζουν ωρισμένα δικαιώματα σε διακηρύξεις που θα μπορούσαν να χρησιμοποιηθούν ακόμη και για ν’ αναχαιτίσουν αυτά τα δικαιώματα.
[Υποσημειώσεις]
a Οι παραπομπές αναγράφονται στη σελίδα 10.