Γνωρίστε το «Γελαστό Πουλί» της Αυστραλίας
Από την ανταποκριτή του «Ξύπνα!» στην Αυστραλία
ΣΤΟΥΣ ΣΗΜΕΡΙΝΟΥΣ καιρούς της εντάσεως πρέπει να θυμίζη κανείς στους ανθρώπους την αξία του καλού γέλιου. Η Αυστραλία είναι τυχερή σ’ αυτό, επειδή της γίνεται αυτή η υπόμνησις με την πολύ διακριτική κραυγή ενός από τους μοναδικούς κατοίκους της, του δενδροκολάπτη. Σε μια πρόσφατη έρευνα, ο δενδροκολάπτης ψηφίστηκε ως το πιο δημοφιλές πουλί της Αυστραλίας. Σε μέγεθος είναι λίγο μεγαλύτερος από το περιστέρι και δεν βρίσκεται πουθενά αλλού στον κόσμο παρά μόνο σε ζωολογικούς κήπους.
Το «γέλιο» συχνά αρχίζει ως εξής: ένα πουλί που είναι μόνο του βγάζει δυο χαμηλές κραυγές μέσα από το σχεδόν κλειστό ράμφος του. Αυτό το αρχικό ‘κακάρισμα’ φαίνεται ότι δίνει το σήμα στους άλλους δενδροκολάπτες της περιοχής, οι οποίοι αμέσως πετούν για να πάνε εκεί που είναι κουρνιασμένο το πρώτο πουλί. Κατόπιν όλα τα πουλιά ρίχνουν πίσω το κεφάλι τους και αρχίζει ν’ αντηχή στον αέρα μια χορωδία από εύθυμα «γέλια.» Επειδή το κάθε πουλί «γελά» σε διαφορετικό τόνο και ρυθμό, το συνδυασμένο αποτέλεσμα μοιάζει με την κεφάτη ατμόσφαιρα που επικρατεί σε μια ομάδα ευτυχισμένων ανθρώπων. Οι περισσότεροι άνθρωποι που ακούουν τον δενδροκολάπτη να «γελά» επηρεάζονται ευχάριστα απ’ αυτή τη θεαματική επίδειξι του μεταδοτικού καλού ‘χιούμορ’.
Μολονότι το «γέλιο» του δενδροκολάπτη μπορεί ν’ ακουστή οποιαδήποτε ώρα της μέρας, ακούεται ιδιαίτερα τα χαράματα και το σούρουπο. Γι’ αυτό ακριβώς έχει δοθή στο πουλί η ονομασία «ρολόι του μετανάστη.» Για μερικούς το γέλιο μοιάζει περισσότερο με «γκάρισμα,» και γι’ αυτό έχουν βαπτίσει τον δενδροκολάπτη ως «Γελαστό Όνο» (Δέκελος ο Γίγας ή Ψαροφάγος της Αυστραλίας).
Το «Γέλιο»
Μια πρόσφατη έρευνα ενός ορνιθολόγου, λέει ότι το «γέλιο» φαίνεται να έχη κάποια σχέσι με το ‘εδαφικό σύστημα’ μεταξύ των δενδροκολαπτών. Οι δενδροκολάπτες κατέχουν καλά καθωρισμένες περιοχές, και η εδαφική περιοχή που αναλογεί σε κάθε πουλί είναι κατά μέσο όρο τρία έηκερς (1,2 εκτάρια). Έτσι, μια «οικογένεια» που αποτελείται από έξη πουλιά θα μπορούσε να έχη υπό τον έλεγχό της περίπου 18 έηκερς (7,3 εκτάρια). Τα σύνορα αυτών των περιοχών ορίζονται κάθε χρόνο προτού αρχίση η αναπαραγωγή.
Έτσι, το «γέλιο» του δενδροκολάπτη αποτελεί στην πραγματικότητα μια σοβαρή πλευρά της ζωής, μέρος του προειδοποιητικού συστήματος που χρησιμοποιούν τα πουλιά για να γνωστοποιούν σε άλλα πουλιά ότι καταπατούν μια ήδη κατεχόμενη περιοχή. Και η φωνητική προειδοποίησις ενισχύεται από ένα ωρισμένο είδος πτήσεως που χρησιμοποιούν τα πουλιά καθώς περιπολούν τα εδαφικά τους όρια.
Ένας Οικογενειακός Τρόπος Ζωής
Η οικογενειακή ζωή αποτελεί, επίσης, σοβαρό ζήτημα για τους δενδροκολάπτες. Τους αρέσει να φτιάχνουν τρύπες—φωλιές σ’ ένα δένδρο, χρησιμοποιώντας τις ίδιες τρύπες κάθε χρόνο. Πολλοί έχουν δει τον δενδροκολάπτη, όταν ανοίγη μια νέα τρύπα-φωλιά, να εξακοντίζεται από ένα κοντινό κλαδί, να βάζη το κοντό ισχυρό ράμφος του μέσα σ’ ένα ύψωμα τερμιτών και σιγά-σιγά να σμιλεύη μια τρύπα αρκετά μεγάλη. Τοποθετεί κατάχαμα στην τρύπα-φωλιά τρία ή τέσσερα αυγά, κάτασπρα και στο μέγεθος περίπου των αυγών της κόττας ράτσας μπάνταμ. Τα αυγά τοποθετούνται ένα κάθε μέρα και, μετά την περίοδο επωάσεως που διαρκεί σχεδόν 26 μέρες, εκκολάπτονται ένα κάθε μέρα.
Οι έρευνες έχουν αποκαλύψει κάποιον ασυνήθιστο οικογενειακό τρόπο ζωής. Ενώ τα μόνιμα ζευγαρωμένα πουλιά κατέχουν συνήθως μια ιδιαίτερη περιοχή, μερικές περιοχές φιλοξενούν άλλα μη αναπαραγωγικά πουλιά. Αυτά τα πουλιά ονομάζονται «βοηθητικά.» Όταν αρχίζη η τοποθέτησις των αυγών, θα περίμενε κανείς να φύγουν τα βοηθητικά παιδιά για να ιδρύσουν δική τους περιοχή. Ωστόσο, αυτά τα πουλιά, αντί να φύγουν, στην πραγματικότητα βοηθούν τα πουλιά-γονείς στην επώασι των αυγών καθώς επίσης και στην τροφοδότησι και την προστασία των μικρών. Σε μερικές περιπτώσεις, βρέθηκαν τέσσερα πουλιά να βοηθούν πρόθυμα τα πουλιά-γονείς τόσο προσεκτικά σαν να ήσαν δικά τους τα μικρά. Αν ένα από τα πουλιά-γονείς σκοτωνόταν σε ατύχημα ή πέθαινε, τότε ένα βοηθητικό πουλί έπαιρνε τη θέσι του γονέα. Μερικά βοηθητικά πουλιά έμειναν και τέσσερα χρόνια προτού φτιάξουν δική τους περιοχή. Τόσο οι γονείς όσο και τα βοηθητικά πουλιά ωφελήθηκαν απ’ αυτό το «οικογενειακό» σύστημα διαβιώσεως. Τα πουλιά-γονείς, ωφελήθηκαν επειδή μπορούσαν ν’ αφιερώνουν περισσότερο χρόνο για τη δική τους ευημερία· τα βοηθητικά πουλιά, επειδή έμαθαν να υπερασπίζωνται μια περιοχή και επειδή απέκτησαν επίσης πείρα στην ανατροφή οικογένειας.
Ανάμεσα στους δενδροκολάπτες επικρατεί ένα αυστηρό σύστημα κάστας, όπου τα μέλη των οικογενειών, τόσο τα αναπαραγωγικά όσο και τα βοηθητικά πουλιά, γνωρίζουν και επιδεικνύουν τη θέσι τους στο κοινωνικό πρότυπο. Έχει παρατηρηθή σχετικά μ’ αυτό μια καθόλου βίαιη, ελαφρώς επιθετική μορφή συμπεριφοράς. Δυο πουλιά αρπάχθηκαν μεταξύ τους από το ράμφος και πάλευαν και στριφογύριζαν μ’ ένα τρόπο που έμοιαζε με «Ινδική πάλη.» Τα θηλυκά πάλευαν μόνο με θηλυκά και τα αρσενικά μόνο με αρσενικά. Τα ενήλικα αναπαραγωγικά πουλιά πάντοτε κέρδιζαν σ’ αυτά τα ‘τεστ’ δυνάμεως, ενώ τα πιο μεγάλα βοηθητικά πουλιά έρχονταν δεύτερα στην ιεραρχία της υπεροχής. Τα πιο μικρά πουλιά βρίσκονταν στον πυθμένα της κλίμακας. Έπρεπε να περιμένουν να εμφανισθή μια καινούργια φουρνιά, από πουλάκια για να μπορέσουν να βελτιώσουν την κοινωνική τους θέσι.
Τροφή και Επιβίωσις
Μολονότι η κραυγή του δενδροκολάπτη μοιάζει με γέλιο, η προστασία της περιοχής απ’ όπου παίρνει την τροφή του αποτελεί σοβαρή εργασία γι’ αυτόν. Το διαιτολόγιο του δενδροκολάπτη αποτελείται από σαύρες, έντομα, μικρά πουλιά που κάνουν τις φωλιές τους, αυγά αυτών των πουλιών, τρωκτικά, καραβίδες, βατράχια, φίδια και τα παρόμοια. Επειδή δεν έχει τα νύχια ούτε τα αγκιστροειδή ράμφη του γερακιού και των άλλων αρπακτικών πουλιών, ο δενδροκολάπτης εξαρτάται από τους ισχυρούς μυς του λαιμού του για να φονεύη και να τρώη τη λεία του.
Ωστόσο, ο δενδροκολάπτης αποτελεί ο ίδιος εύκολη λεία των αρπακτικών. Για να προστατεύεται, έχει ένα φυσικό πολύχρωμο καμουφλάζ. Επίσης, σε περίπτωσι που γεράκια ή άλλα αρπακτικά πουλιά πετούν από πάνω του, ο δενδροκολάπτης ‘παγώνει,’ τεντώνει το ράμφος του προς την κατεύθυνσι του υποψήφιου αρπακτικού πτηνού και περιστρέφει ολόκληρο το σώμα του για ν’ ακολουθήση την πτήσι του εχθρικού πουλιού μέχρι να εξαφανισθή. Αυτό το αμυντικό ‘κόλπο’ ονομάζεται «στάσις του ραβδίου,» επειδή το πουλί που πετά από πάνω βλέπει το δενδροκολάπτη σαν ραβδί.
Αυτό, όμως που κάνει πραγματικά τον δενδροκολάπτη δημοφιλή είναι το «γέλιο» του. Βέβαια δεν αρέσει σε όλους αυτό. Στο κάτω-κάτω, δεν αρέσουν σε όλους τα ξυπνητήρια. Και πώς θα μπορούσαν να αισθανθούν φιλία γι’ αυτό το πουλί εκείνοι των οποίων η γυάλα με τα χρυσόψαρα υπέστη επιδρομή ή φαγώθηκαν τα κοττόπουλα ή τα παπάκια τους; Ή σε ποιον αρέσει ένα πολύ πρωινό χτύπημα στο παράθυρο από το ράμφος αυτού του φτερωτού φίλου—σαν υπενθύμισι για να του βγάλετε έξω το πρόγευμά του; Διότι πρόκειται για ένα αναιδή φίλο.
Ωστόσο, παρά την άσχημη αυτή πλευρά της φήμης του δενδροκολάπτη, ίσως το πουλί αυτό μας υπενθυμίζει κάπως τους ανθρώπους. Μολονότι ο ίδιος ο δενδροκολάπτης δεν έχει την αίσθησι του χιούμορ (επειδή αυτό αποτελεί μεγαλειώδες δώρο μόνο για τον άνθρωπο), το πουλί αυτό μας υπενθυμίζει ότι πρέπει ν’ ασκούμε τη δική μας αίσθησι του χιούμορ και να γελάμε κάπου-κάπου.