Συναρμογή Γονιδίων, Α.Ε.—Επικίνδυνη Επιχείρηση;
«ΗΤΑΝ ΜΙΑ πράξη που σπάνια έχει το προηγούμενό της, στην επιστήμη», έγραψε με θαυμασμό το περιοδικό Σάιενς Νιους. Το 1974, όταν ακριβώς οι επιστήμονες άρχιζαν ν’ αναπτύσσουν τις βασικές τεχνικές μεθόδους για το μάτισμα των γονιδίων, μια επείγουσα προειδοποίηση διασαλπίστηκε σχετικά με τους πιθανούς κινδύνους από τα πειράματά τους. Τι το ασυνήθιστο υπήρχε σ’ αυτό; Εκείνοι που εξέδωσαν την προειδοποίηση δεν ήταν απληροφόρητοι διαδοσίες φημών αλλά οι ίδιοι οι επιστήμονες που βρίσκονταν στις εμπροσθοφυλακές της γενετικής έρευνας.
Οι ανησυχίες τους διατυπώθηκαν σ’ αυτό που έγινε γνωστό σαν «επιστολή Μπεργκ», που ονομάσθηκε από τον Πωλ Μπεργκ, έναν επιστήμονα του Πανεπιστημίου Στάνφορντ ο οποίος είχε πάρει το 1980 βραβείο Νόμπελ στη Χημεία για την εργασία του της συναρμογής γονιδίων. Ένας άλλος εξέχοντας επιστήμονας που υπέγραψε την «επιστολή Μπεργκ» ήταν ο Τζέιμς Ντ. Γουάτσον του Χάρβαρντ, που έγινε γνωστός το 1953 όταν βοήθησε να εξακριβωθεί η δομή του DNA (για το οποίο πήρε επίσης βραβείο Νόμπελ).
Ο Μπεργκ, ο Γουάτσον και εννέα άλλοι διακεκριμένοι επιστήμονες ανησυχούσαν ότι η συναρμογή γονιδίων μπορούσε να οδηγήσει στη «δημιουργία νέων μορφών μολυσματικών στοιχείων DNA των οποίων οι βιολογικές ιδιότητες δεν μπορούν να προβλεφθούν πλήρως.» Με άλλα λόγια, τι θα συνέβαινε αν κάποιος δημιουργούσε ένα νέο μικρόβιο και αυτό ξέφευγε και δημιουργούσε μια τρομακτική επιδημία; Η επιστολή ζητούσε ν’ αναβληθούν ορισμένα είδη πειραμάτων και να καθορισθούν κατευθυντήριες γραμμές που θα εξασφάλιζαν ότι όλα τα μελλοντικά πειράματα θα ήταν ασφαλή. Η «επιστολή Μπεργκ» είχε σαν αποτέλεσμα να γίνει μια λεπτομερής σειρά κατευθυντήριων γραμμών για την συναρμογή γονιδίων που εκδόθηκε από τα Εθνικά Ιδρύματα Υγείας των Η.Π.
Εν τω μεταξύ, γινόταν φανερό ότι, είτε επικίνδυνη είτε όχι η συναρμογή γονιδίων είχε την προοπτική να γίνει μια επιχείρηση χρυσωρυχείο. Θα μπορούσαν τα βακτηρίδια να κατασκευάσουν φθηνότερη, πιο ασφαλή ινσουλίνη; Όπως τονίζει ο καθηγητής Βιολογίας Τζόναθαν Κινγκ, «οι πωλήσεις ινσουλίνης στους διαβητικούς είναι μια επιχείρηση 100 εκατομμυρίων δολλαρίων το χρόνο». Θα μπορούσαν καλύτερα γονίδια στα φυτά να βελτιώσουν τις σοδιές, ή να μειώσουν την ανάγκη για λιπάσματα, ή να δημιουργήσουν φυτά που είναι πιο θρεπτικά; Φαντασθείτε τις πωλήσεις αυτών των φυτών. «Η γεωργία είναι ακόμη η μεγαλύτερη επιχείρηση του κόσμου», παρατηρεί ο καθηγητής βιολογίας Μπόνερ του Κάλτεκ.
Αυτές οι δυνατότητες οδήγησαν στο γρήγορο σχηματισμό νέων τύπων επιχειρήσεων που ειδικεύονται στη γενετική μηχανική. Μια τέτοια εταιρία, η Τζήνεντεκ, ιδρύθηκε το 1976 και είχε σαν συνιδρυτή της ένα καθηγητή που είχε υπογράψει την «επιστολή Μπεργκ». Ο καθηγητής κατέθεσε 500 δολλάρια για συμμετοχή του στη Τζήνεντεκ, αλλά όταν οι μετοχές της εταιρίας βγήκαν στο χρηματιστήριο το 1980, οι μετοχές του αιφνίδια άξιζαν 40 εκατομμύρια δολλάρια! Προφανώς, οι άνθρωποι που αγοράζουν μετοχές πιστεύουν ότι η συναρμογή γονιδίων θα γίνει μια μεγάλη επιχείρηση. «Αυτή η εργασία είναι σπουδαιότερη απ’ οτιδήποτε άλλο από τότε που ανακαλύφθηκαν τα ατομικά σωματίδια», καυχιέται ο αντιπρόεδρος μιας φαρμακευτικής εταιρίας.
Τα τελευταία λίγα χρόνια, ξεκίνησαν πολυάριθμες μικρές εταιρίες σαν την Τζήνεντεκ, και γιγάντιες εταιρίες σαν την Στάνταρντ Όιλ της Καλιφόρνιας, την Μονσάντο και Ντη Ποντ ξοδεύουν εκατομμύρια δολλάρια για γενετικές έρευνες. Τον περασμένο Ιούνιο το ανώτατο δικαστήριο των Ηνωμένων Πολιτειών προκάλεσε αίσθηση όταν αποφάνθηκε ότι οι γενετικά μεταβληθείσες μορφές ζωής θα μπορούσαν να κατοχυρωθούν με δίπλωμα ευρεσιτεχνίας όπως και οι άλλες εφευρέσεις.
Υπάρχει διάχυτη η αίσθηση ότι η υπόθεση μυρίζει χρήμα, γι’ αυτό δεν είναι εκπληκτικό που οι επιστήμονες διαδίδουν τώρα τελευταία τη φήμη ότι ίσως η συναρμογή γονιδίων να μην είναι και τόσο επικίνδυνη. Τονίζουν ότι οι ποικιλίες βακτηριδίων που χρησιμοποιούνται στα περισσότερα πειράματα δεν μπορούν να επιζήσουν έξω από το εργαστήριο. Γενικά, λένε, το αλλοιωμένο DNA δημιουργεί οργανισμούς που είναι γενετικά «ανάπηροι» κι επομένως λιγότερο επικίνδυνοι στον άνθρωπο από τις ελεύθερες ποικιλίες. Ίσως ο Δρ Γουάτσον αντιπροσωπεύει τη νέα τάση όταν αποκαλεί τώρα την υπογραφή της «επιστολής Μπερκ», «το πιο ανόητο πράγμα που έκανα στη ζωή μου».
Έχουν μήπως οι επιστήμονες ισχυρές επιστημονικές αποδείξεις γι’ αυτή τη νέα γνώμη; Όχι, παραδέχεται ο Δρ Μπεργκ. «Δεν υπάρχουν πολλά περισσότερα δεδομένα», λέει. «Απλώς το σκεφθήκαμε λίγο περισσότερο· πήγαμε στην αντίθετη ακριβώς άποψη με τα ίδια σχεδόν δεδομένα.»
Ο Δρ Μπεργκ παρατηρεί πιο κάτω ότι, «μολονότι υπάρχουν πολλές αξιόπιστες δηλώσεις για το ζήτημα αυτό, όλοι οι άνθρωποι που τις κάνουν έχουν σαφή επενδυμένα συμφέροντα στον τομέα αυτό».
Παρόμοιες ανησυχίες διατυπώθηκαν από μια ιστορικό της επιστήμης τη Σούζαν Ράιτ, η οποία παρατηρεί ότι τουλάχιστον η απόφαση να χαλαρώσουν οι κατευθυντήριες γραμμές των Εθνικών Ιδρυμάτων Υγείας «δεν βασίζεται σε εμπειρικά δεδομένα αλλά σε γνώμες επιστημόνων». Η επαγγελματική έκδοση Κέμικαλ εντ Εντζινήρινγκ Νιους παραδέχεται ότι, μολονότι η συναρμογή γονιδίων έχει ως τώρα μια ιστορία αρκετά ασφαλή, «μερικοί επικριτές, εν τούτοις, λένε ότι η περίπτωση να κρίνουμε ασφαλή την εργασία ανασυνδυασμού του DNA δεν είναι καθόλου πειστική, και ότι ένας οδοστρωτήρας διαλύει κάθε απομένουσα αμφιβολία χωρίς πραγματικά να απαντηθούν ήδη εκκρεμή ερωτήματα.»
Το ζήτημα της ασφάλειας είναι ειδικά σπουδαίο τώρα, γιατί τα μικρά πειράματα δεν φέρνουν χρήματα· οι εγκαταστάσεις μαζικής παραγωγής είναι εκείνες που τα φέρνουν. «Τώρα που η τεχνολογία μετακομίζει από το εργαστήριο σε εγκαταστάσεις μαζικής εμπορικής παραγωγής έχει αυξηθεί τρομερά η ανάγκη για προστατευτικούς κανονισμούς», προειδοποιεί ο Τζωρτζ Τέιλορ, ένας ειδικός στην ασφάλεια του Ιδρύματος AFL-CIO. Είναι φανερό ότι υπάρχει μεγάλη διαφορά ασφάλειας ανάμεσα σε λίγα βακτηρίδια μέσα σ’ ένα πειραματικό δίσκο και στα μεγάλα καζάνια γεμάτα βακτηρίδια που θα παράγουν τεράστιες εμπορικές ποσότητες ινσουλίνης, ιντερφερόνης, ή άλλων πρωτεϊνών.
Εν τούτοις οι κατευθυντήριες γραμμές από τα Εθνικά Ιδρύματα Υγείας είχαν γίνει για εργαστηριακές έρευνες και εφαρμόζονταν εθελοντικά. Αυτές οι κατευθυντήριες γραμμές χαλαρώνονται σταθερά και δεν υπάρχει μηχανισμός για την επιβολή ακόμη κι αυτών των χαλαρωμένων κατευθυντήριων γραμμών στη βιομηχανία. Ο Βιολόγος Κινγκ παραπονιέται ότι «οι κατευθυντήριες γραμμές έχουν τόσο πολύ εξασθενήσει τώρα αντί να προστατεύουν τη δημόσια υγεία, στην πραγματικότητα προστατεύουν εκείνους που ασχολούνται σ’ αυτή την τεχνολογία ώστε να μην τους γίνεται έλεγχος από το κοινό.»
Θα μπορούσε η βιασύνη του ανθρώπου να εκμεταλλευτεί αυτή τη νέα τεχνολογία να οδηγήσει σε βιολογική θανατηφόρο μόλυνση;
Ένα άλλο ερώτημα που χρειάζεται ν’ απαντηθεί είναι, Μπορεί η συναρμογή γονιδίων να επιτύχει πράγματι αυτό που ισχυρίζονται οι επιστήμονες; Ελπίζουν, επί παραδείγματι, ότι τα γενετικά αλλαγμένα φυτά θα μπορούν να δεσμεύουν μόνα τους το άζωτό τους από το έδαφος, καταργώντας τα πολλά λιπάσματα και τη δαπάνη και ενέργεια που χρειάζονται για να παραχθούν τα λιπάσματα. Θα μπορούσαν να δημιουργηθούν τέτοια φυτά;
Οι επιστήμονες γνωρίζουν ότι ορισμένα φυτά, όπως η σόγια, δεν χρειάζονται πρόσθετο άζωτο γιατί έχουν βακτηρίδια που ζουν στις ρίζες τους και που δεσμεύουν γι’ αυτά το άζωτο. Τα βακτηρίδια, με τη σειρά τους, παίρνουν από τα φυτά τροφή. Αυτή η διευθέτηση συμβιώσεως εξυπηρετεί και τα φυτά της σόγιας και τα βακτηρίδια, και προφανώς σχεδιάσθηκε από τον Δημιουργό. Οι επιστήμονες θα ήθελαν να βελτιώσουν αυτή τη διευθέτηση.
Αλλά υπάρχουν προβλήματα. Πρώτον, δεν είναι ακριβώς τόσο εύκολο να βάλετε ξένα γονίδια να λειτουργήσουν κατάλληλα μέσα στα φυτά όπως είναι να τα κάνετε να λειτουργήσουν μέσα στα βακτηρίδια. Δεν υπάρχουν πλασμίδια για να βοηθήσουν σ’ αυτό, και τα φυτά είναι πολύ πιο πολύπλοκα από τα βακτηρίδια.
Αλλά αν μπορέσουν να υπερπηδηθούν αυτά τα γενετικά προβλήματα, παραμένει ένα ακόμη μεγαλύτερο πρόβλημα βασικής χημείας. Τα άτομα του αζώτου βρίσκονται στη φύση ενωμένα σε ζευγάρια. Πριν ένα φυτό μπορέσει να χρησιμοποιήσει το άζωτο, θα πρέπει να «διαχωριστούν» αυτά τα ζευγάρια. Αυτό χρειάζεται μεγάλο ποσόν ενεργείας, άσχετα αν τα άτομα του αζώτου διαχωρίζονται από τον άνθρωπο στην κατασκευή των λιπασμάτων, από τα βακτηρίδια, ή από τα ίδια τα φυτά. «Η δαπάνη ενέργειας που θα πρέπει να πληρώσει το φυτό για να κάνει αυτή τη διαδικασία δεν είναι μικρή δαπάνη», ομολογεί ένας γεωπόνος. Η απώλεια ενέργειας θα καταλήξει πιθανόν σε μικρότερα φυτά με λιγότερη απόδοση ανά στρέμμα.
Προφανώς λοιπόν η ιδέα του Δημιουργού δεν είναι και τόσο άσχημη.
Είναι αλήθεια, ότι η συναρμογή γονιδίων μπορεί να κάνει τα βακτηρίδια να παράγουν χημικές ουσίες που θέλει ο άνθρωπος. Αλλά τα κάνει αυτό καλύτερα βακτηρίδια; Όχι. Στο βαθμό που αυτά τα μικροσκοπικά «εργοστάσια» παράγουν προϊόντα άχρηστα για τα ίδια, σπαταλούν ενέργεια που θα μπορούσε να χρησιμοποιηθεί για να αναπτύσσονται γρηγορότερα και να γίνονται ισχυρότερα. Από την άποψη των βακτηριδίων, η ποικιλία που πρόκειται να συναρμογεί είναι πραγματικά κατώτερη.
Αν ο άνθρωπος δεν μπορεί να βελτιώσει το σχέδιο του ταπεινού βακτηριδίου, μπορεί πραγματικά να περιμένει ότι θα βελτιώσει το σχέδιο των ασύγκριτα πιο πολύπλοκων κυττάρων των φυτών ή των ζώων; Οι επιστήμονες θαυμάζουν το πέταγμα της αεροδυναμικά «καταπληκτικής» αγριομέλισσας, τα ένστικτα ναυσιπλοΐας των αποδημητικών πουλιών, την από μεγάλη απόσταση επικοινωνία των φαλαινών, τη γεωμετρική και αρχιτεκτονική τελειότητα των ιστών των κοκκάλων. Είναι πραγματικά έτοιμοι να βελτιώσουν τα σχέδια του Δημιουργού; Ένα μικρό παιδί μπορεί να έχει μάθει να διαλύει το ρολόι του πατέρα του, αλλά αυτό σημαίνει ότι θα μπορέσει και να ξαναφτιάξει ένα ανώτερο ρολόι;
Το ίδιο συμβαίνει και με τους σύγχρονους επιστήμονες. Διέλυσαν μερικούς απλούς οργανισμούς, και παραδέχονται ότι δεν κατανοούν πλήρως αυτά που βρήκαν εκεί μέσα. Επειδή οι επιστήμονες δεν κατανοούν τη λειτουργία μακρών νημάτων του DNA, ισχυρίζονται ότι αυτό το DNA είναι «άχρηστο υπόλειμμα εξελίξεως», ή «ανοησίες». (Οι γιατροί συνήθιζαν να μιλούν μ’ αυτό τον τρόπο για τη σκωληκοειδίτιδα και τις αμυγδαλές, έως ότου έμαθαν καλύτερα.)
Δεν υπάρχει τίποτα το κακό με την έντονη περιέργεια που έχει ο άνθρωπος να μάθει πώς λειτουργούν τα ζωντανά πράγματα. Αν οι άνθρωποι χρησιμοποιούν την έμφυτη περιέργειά τους για να μάθουν ταπεινά από τα σχέδια του Ιεχωβά Θεού, θα ωφεληθούν. Αλλά αν άπληστα και αλαζονικά ζητούν να ξανασχεδιάσουν ριζικά τη δημιουργία του Θεού για υλικά κέρδη, στο τέλος θα υποφέρουν.
[Πρόταση που τονίζεται στη σελίδα 10]
Τι θα γίνει αν κάποιος δημιουργούσε ένα νέο μικρόβιο που ξέφευγε και προκαλούσε μια τρομακτική επιδημία;
[Πρόταση που τονίζεται στη σελίδα 11]
Η μυρωδιά του χρήματος βρίσκεται στην ατμόσφαιρα, γι’ αυτό και πολλοί επιστήμονες αποφάσισαν ότι η συναρμογή γονιδίων δεν είναι και τόσο επικίνδυνη