Μια Πανάκριβη “Επιτάφια Πλάκα”—Το Τατζ Μαχάλ
Από τον ανταποκριτή του «Ξύπνα!» στην Ινδία
«ΕΙΔΑ με τα μάτια μου τη θεμελίωση και την αποπεράτωση του μεγάλου αυτού έργου, στο οποίο έχουν ξοδευτεί 22 χρόνια, στη διάρκεια των οποίων εργάζονταν σ’ αυτό αδιάκοπα 20.000 άνθρωποι: τούτο είναι αρκετό για να κάνει κάποιον να συνειδητοποιήσει ότι το κόστος του υπήρξε τεράστιο». Αυτά έγραψε για το Τατζ Μαχάλ στην Άγκρα της Ινδίας ο Ζαν Μπατίστ Ταβερνιέ, Γάλλος έμπορος πολύτιμων λίθων.
Γύρω στο 1632 στην Άγκρα αναπτύχθηκε πολύ γρήγορα ένα νέο αστικό κέντρο. Αρχικτίστες έφτασαν εδώ από το Δελχί, το Μουλτάν και τη Βαγδάτη. Ειδικευμένοι κατασκευαστές τρούλων κατέφθασαν από την Τουρκία και τη Σαμαρκάνδη. Από τη Σιράζ της Περσίας ήρθαν ειδικοί στην καλλιγραφική λάξευση της πέτρας. Πλήθη λιθοτόμων και εργατών στρατολογήθηκαν από το εσωτερικό. Κι έτσι δημιουργήθηκε η Τατζ Γκαντζ, η νέα διεθνής πόλη.
Τι προξένησε τον οικοδομικό αυτό οργασμό; Ποιοι βρίσκονταν πίσω από το σχέδιο αυτό;
Ποιοι Βρίσκονταν Πίσω από το Τατζ Μαχάλ
Τον καιρό που άρχισε το οικοδομικό σχέδιο, Μεγάλος Μογγόλος ήταν ο Σαχ Τζαχάν. Αυτός ανήκε στη δυναστεία των κυβερνητών του Δελχί που ίδρυσε το 1526 ο Μπαμπούρ. Μέσω του Ταμερλάνου, του Ταρτάρου της Σαμαρκάνδης, ο Μπαμπούρ ήταν μακρινός απόγονος του Τσένγκις Χαν της Μογγολίας. Ο Μπαμπούρ και οι Ταρταρικές του ορδές κατέκλυσαν την Ινδία, κατέλαβαν την Άγκρα και το Δελχί, κι αυτός ανακηρύχτηκε Πατισάχ, δηλαδή κυρίαρχος του Δελχί, το 1526. Τον διαδέχθηκαν οι Μογγόλοι αυτοκράτορες Χουαμαγιούν, Ακμπάρ και Τζα-χανγκίρ. Οι Μουσουλμάνοι Μογγόλοι κυβερνούσαν σε χλιδή, και ο πλούτος τους, οι πολύτιμοι λίθοι, η προστασία τους στα γράμματα και στις καλές τέχνες, καθώς και τα χαρέμια τους με τις ντυμένες με αραχνοΰφαντα χορεύτριες, έχουν γίνει παροιμιώδη.
Το 1611 ο Αυτοκράτορας Τζαχανγκίρ παντρεύτηκε την απαγορευμένη αγαπημένη της νεότητας του, αφού πρώτα δολοφόνησε το σύζυγο της. Η νέα αυτοκράτειρα δεν έχασε καιρό για να επιβάλει την εξουσία της. Με συνοπτική διαδικασία εξασφάλισε το γάμο του τρίτου γιου του Τζαχανγκίρ που είχε από άλλη γυναίκα, του πρίγκιπα Χουρράμ, με την πανέμορφη ανιψιά της, Αρτζουμάντ Μπανού Μπεγκούμ, της οποίας ο πατέρας, ο Ασάφ Χαν, ήταν ο πλουσιότερος και ισχυρότερος αριστοκράτης στο βασίλειο.
Τα επόμενα πέντε χρονιά ο πρίγκιπας Χουρράμ ήταν στον πόλεμο. Στο μεταξύ, η ελκυστική σύζυγος του ήταν η συνεχής συντροφιά του. Φαίνεται ότι το γεγονός πως μοιράζονταν τον κίνδυνο σφυρηλάτησε ένα δεσμό αμοιβαίας αφοσιώσεως μεταξύ τους.
Η Μουμτάζ Μαχάλ
Όταν ο Χουρράμ εξάλειψε, χωρίς έλεος, κάθε ανταγωνιστή του θρόνου, με τη βοήθεια του παντοδύναμου πεθερού του, και ανέβηκε στο θρόνο το 1628, η Αρτζουμάντ Μπανού έγινε αυτοκράτειρα του. Αυτός πήρε τον τίτλο Σαχ Τζαχάν, «βασιλιάς του κόσμου», και ανακήρυξε τη βασίλισσα του Μουμτάζ Μαχάλ, δηλαδή «διαλεχτή του παλατιού». Η Μουμτάζ Μαχάλ συνέχισε να συνοδεύει το σύζυγο της στους Δεκκανικούς πολέμους. Πράγματι, όταν ο Σαχ Τζαχάν στρατοπέδευσε στην Μπουρχανπούρ για να καταστείλει μιαν επανάσταση, η Μουμτάζ Μαχάλ, έγκυος στο 14 παιδί της, βρισκόταν μαζί του στο στρατόπεδο!
Η στρατοπέδευση στο καυτό ξερό καλοκαίρι του βορρά είναι πολύ μεγάλη ταλαιπωρία για μια έγκυο. Η βασίλισσα, προφανώς εξαντλημένη πια από τις 13 προηγούμενες γέννες, τη μια μετά την άλλη, πέθανε τον Ιούνιο του 1631, λίγες ώρες μετά τη γέννηση της μελλοντικής πριγκίπισσας Ραουσανά Αρά Μπεγκούμ.
Ο Σαχ Τζαχάν βυθίστηκε στη θλίψη! Για δυο χρόνια απείχε από τα πλούσια φαγητά, τη βασιλική ενδυμασία, τη μουσική και τη διασκέδαση.
Η Σύλληψη του Σχεδίου για το Τατζ Μαχάλ
Ο αυτοκράτορας, σχεδιάζοντας ένα εξαιρετικά μεγαλοπρεπές μνημείο για τη νεκρή σύζυγο του, διόρισε ένα διεθνές συμβούλιο από ειδικευμένους αρχιτέκτονες και κτίστες. Το συμβούλιο αυτό μελέτησε τα σχέδια των πιο φημισμένων οικοδομημάτων του κόσμου. Μετά φτιάξανε ένα ξύλινο πρότυπο και αναφέρεται ότι εργάστηκαν ακατάπαυστα μέχρι που καθορίστηκαν τα επιθυμητά δομικά χαρακτηριστικά.
Ξεφεύγοντας από τη μογγολική παράδοση, σχεδίασαν έναν κήπο χωρισμένο στα τέσσερα, δηλαδή έναν τσαρμπάγ, για γραφική πρόσοψη, αντί να τον βάλουν στο κέντρο, όπως συνηθιζόταν. Εξάλλου, επειδή το «Τατζ» ήταν κυριολεκτικά κρεμασμένο πάνω από τον φαρδύ ποταμό Τζούμνα, το άσπρο οικοδόμημα θα έκανε χτυπητή αντίθεση με τον γαλάζιο ουρανό. Ο πρώτος χορτόπλινθος για το Τατζ Μαχάλ κατασκευάστηκε το 1632.
Η Κατασκευή του Τατζ Μαχάλ
Οι πλουτοπαραγωγικοί πόροι της αυτοκρατορίας κινητοποιήθηκαν για την οικοδόμηση του μαυσωλείου της Μουμτάζ. Μια στρατιά από 20.000 εργάτες μπήκε σε κίνηση. Άσπρο μάρμαρο από τη Μακρανά του Ρατζασταχάν, και κόκκινη αμμόπετρα από το κοντινό Φατεχπούρ Σικρί έδωσαν τα υποτελή κράτη. Ο αυτοκράτορας έβγαλε από το θησαυροφυλάκιο του 16.000 ουγγιές καθαρό χρυσάφι, που τότε άξιζε 600.000 ρουπίες (135.000 λίρες στερλίνες). Για την εσωτερική διακόσμηση ήρθε ίασπις από το Πουντζάμπ, διαμάντια από τους Λόφους Παννά του Μαδιά Πράντες· η Κίνα προμήθευσε νεφρίτη και κρύσταλλο· το τυρκουάζ ήρθε από το Θιβέτ· τα ζαφείρια από την Κεϋλάνη· και η Αραβία προμήθευσε κοράλλια και καρνεόλιους λίθους· ο όνυχας και ο αμέθυστος ήρθαν από την Περσία. Η επίπλωση του Τατζ Μαχάλ ήταν πλουσιοπάροχη: εξαίσια περσικά χαλιά, ταπετσαρία από μαργαριτάρια, και παραπετάσματα και λάμπες από καθαρό χρυσάφι.
Ο Μοχάμεντ Χανίφ, αρχικτίστης, από την Άγκρα, ήταν ο καλύτερα αμειβόμενος με μηνιαίο μισθό 1.000 ρουπίες (112 λίρες). Οι εργάτες ιδρωκοπούσαν και μοχθούσαν για να πάρουν μισή πέννα στο τέλος της μεγάλης, καυτής και εξαντλητικής μέρας. Αλλά, παρά τους αστείους μισθούς, το συνολικό κόστος του 22-χρόνου σχεδίου υπολογίστηκε σε 40 εκατομμύρια ρουπίες (4,5 εκατομμύρια λίρες, τον 17ο αιώνα). Δεν υπήρξε λύπηση σε έξοδα ή εργασία για το έκτακτο βασιλικό «μαυσωλείο». Τέλος, η «Κορωνίδα των Ανακτόρων», το Τατζ Μαχάλ, αποπερατώθηκε το 1648. Τα βοηθητικά οικοδομήματα απαίτησαν πολλά χρόνια ακόμα μέχρι να αποπερατωθούν τελείως.
Ξενάγηση στο Τατζ
Μπαίνουμε από την τεράστια νότια πύλη, ένα έργο τέχνης από μονή της! Υψώνεται πάνω από ένα παλιό πανδοχείο, πλαισιωμένη από αψιδωτούς διαδρόμους. Μπαίνοντας στη δροσερή μεγάλη αψίδα, βλέπουμε τα εσωτερικά φύλλα του μαύρου μαρμάρου. Στην οροφή της, ανάμεσα από αψιδωτά πλαίσια, απλώνεται ο ηλιόλουστος ορίζοντας.
Το γιγαντιαίο «μαυσωλείο» είναι χτισμένο σε πλατφόρμα εκτάσεως 313 τετραγωνικών ποδών, με μαύρο και άσπρο μάρμαρο όπως η σκακιέρα. Το μαυσωλείο με τους εξογκωμένους τρούλους πλαισιώνεται από τέσσερις υπέροχους τριώροφους μιναρέδες από άσπρο μάρμαρο. Σε αντίθεση με το λευκό μαυσωλείο έρχεται το τζαμί από κόκκινη αμμόπετρα στα δυτικά του, και το γιαουάμπ του, δηλαδή το αντίστοιχο όμοιο συμπλήρωμα του, στα ανατολικά, για να μη χαλάει η συμμετρία.
Καθεμιά από τις τέσσερις προσόψεις και τις λοξότμητες γωνιές έχει μια σειρά από διπλές αψίδες που πλαισιώνουν μια μεγάλη κεντρική αψίδα, η οποία κορυφώνεται στα 108 πόδια. Ίσως αυτή παρακίνησε το Γάλλο επισκέπτη Μπερνιέ, τον 17ο αιώνα, να αναφωνήσει: «Αποτελείται σχεδόν αποκλειστικά από αψίδες πάνω σε αψίδες και υπερώα πάνω σε υπερώα, διαταγμένα και σκαρωμένα με εκατό διαφορετικούς τρόπους.»
Όταν πάμε κοντά στο μνημείο, παρατηρούμε που σταματάει ο αρχιτέκτονας και αρχίζει ο κοσμηματοποιός. Εδώ οι καλλιτέχνες της εσωτερικής διακοσμήσεως άφησαν να εκφραστούν ελεύθερα οι εξαίσιες δεξιότητες τους. Κάθε τοίχος και κάθε πλάκα είναι ένα ξεφάντωμα από ανθοστόλιστα στεφάνια και σπείρες από πολύχρωμους, ημιπολύτιμους λίθους.
Μέσα στην κεντρική αίθουσα κάτω από το επιβλητικό δώμα, τα κενοτάφια της Μουμτάζ Μαχάλ και του Σαχ Τζαχάν αποκαλύπτουν την κορύφωση της καλλιτεχνίας στα εσωτερικά μάρμαρα, με κεντρικό μοτίβο τη ροδοδάφνινη σπείρα. Σ’ ένα μονάχα φύλλο, στο κενοτάφιο της βασίλισσας, υπάρχουν 35 διαφορετικά είδη καρνεολίου. Οι πραγματικοί τάφοι δεν βρίσκονται στο μαυσωλείο, αλλά σε κρύπτη στο δάπεδο.
Αληθινά, το εξαιρετικό αυτό «μαυσωλείο», το Τατζ Μαχάλ είναι ένα μαρμάρινο θαύμα—μνημείο της ανθρώπινης δεξιοτεχνίας και εργασίας. Εάν τούτο είναι αυτό που μπορεί να κάνει ο άνθρωπος για τους νεκρούς του, κάτω από την αμαρτωλή, καταπιεστική ηγεμονία, φανταστείτε τα θαύματα που θα δημιουργήσουν οι άνθρωποι για τους ζωντανούς γείτονες τους στον γοργά πλησιάζοντα παράδεισο του Θεού πάνω στη γη.