Προμήνυμα Θανάτου για τους Ολυμπιακούς Αγώνες;
8 Μαΐου 1984:
«Η Εθνική Ολυμπιακή Επιτροπή της Σοβιετικής Ένωσης είναι υποχρεωμένη να δηλώσει ότι η συμμετοχή των Σοβιετικών αθλητών στους Αγώνες της 23ης Ολυμπιάδας στο Λος Άντζελες είναι αδύνατη».
ΕΤΣΙ η βόμβα έσκασε στον κόσμο των Ολυμπιακών αγώνων. Οι Σοβιετικοί δήλωσαν αποχή από τους Ολυμπιακούς Αγώνες του Λος Άντζελες. Μέσα σε λίγες μέρες και άλλα κομμουνιστικά έθνη μιμήθηκαν το παράδειγμα τους.
Τι προκάλεσε την ξαφνική αποχή της Σοβιετικής Ένωσης από τους Ολυμπιακούς Αγώνες; Σύμφωνα με την επίσημη Ρωσική ανακοίνωση που δημοσιεύθηκε από το Σοβιετικό πρακτορείο ειδήσεων Τας, το κύριο ελατήριο ήταν η ΑΣΦΑΛΕΙΑ. Ισχυρίζονται ότι, «Ετοιμάζονται πολιτικές εκδηλώσεις που είναι εχθρικές προς τη Σοβιετική Ένωση, γίνονται φανερές απειλές εναντίον της Σοβιετικής Εθνικής Ολυμπιακής Επιτροπής, των Σοβιετικών αθλητών και αξιωματούχων». Πρόσθεσαν ότι η στάση των αρχών των Ηνωμένων Πολιτειών υπήρξε μια «χονδροειδής προσβολή των ιδεωδών και των παραδόσεων της Ολυμπιακής κίνησης».
Αλλά ήταν η ασφάλεια πραγματικά το μόνο ελατήριο πίσω από την ενέργεια της Ρωσίας; Θα μπορούσαν να υπάρχουν άλλα ελατήρια στο λαβύρινθο της απατηλής διεθνούς πολιτικής; Αναλύοντας αυτή την κίνηση στη σκακιέρα των υπερδυνάμεων, ο Δυτικός τύπος προσέφερε άλλες πιθανές αιτίες για τη Σοβιετική αποχή. Όλες μπορούν να συνοψιστούν σε μια λέξη, στη λέξη ΠΟΛΙΤΙΚΗ.
Η εβδομαδιαία Βρετανική εφημερίδα Δη Εκόνομιστ ανέφερε: «Από τότε που απέσχαν οι Αμερικανοί από τους Ολυμπιακούς Αγώνες της Μόσχας το 1980, υπήρχε πιθανότητα για Σοβιετικά αντίποινα». Έτσι πολλοί παρατηρητές βλέπουν την ενέργεια της Ρωσίας απλώς σαν μια κίνηση αντεκδίκησης με πρόσθετες επιπτώσεις. Το 1984 ήταν έτος εκλογής προέδρου στις Ηνωμένες Πολιτείες. Έτσι η εφημερίδα Νιους εντ Γουώρλντ Ρηπόρτ των Ηνωμένων Πολιτειών έγραψε: «Άλλη μια φορά ένας κουρασμένος κόσμος είδε τους Ολυμπιακούς Αγώνες . . . να είναι δέσμιοι της πολιτικής των μεγάλων δυνάμεων. . . . το μποϊκοτάζ έχει στην πραγματικότητα πολιτικό νόημα». Και μετά πρόσθεσε, «Ο κύριος στόχος της αποχής ήταν ο Ρόναλντ Ρήγκαν». Το περιοδικό Νιούσγουηκ είπε ότι η βόμβα της Μόσχας «ήταν επίσης ένα σκληρό σύνθημα για τον μεγάλο ανταγωνισμό του Κρεμλίνου προς τον Ρόναλντ Ρήγκαν». Ένας δημοσιογράφος της εφημερίδας Νιου Γιορκ Τάιμς παρουσίασε την άποψη ότι «η απόφαση του Κρεμλίνου ήταν στενά συνδεδεμένη με τη βαθιά εχθρότητα που υπάρχει σε όλες τις Σοβιετικο-Αμερικανικές σχέσεις τα τελευταία χρόνια».
Αυτή είναι ήδη η πέμπτη κατά σειρά φορά που οι Ολυμπιακοί Αγώνες έχουν γίνει θύμα, με τον ένα ή τον άλλο τρόπο, της πολιτικής. Από το 1968 οι Ολυμπιακοί Αγώνες μολύνθηκαν από την πολιτική χροιά. Όλο και περισσότερο έχουν χρησιμοποιηθεί σαν ένα μέσον για να εκφράσουν πολιτική διαμαρτυρία και δυσαρέσκεια. Οι τρομοκράτες έχουν μετατρέψει τον Ολυμπιακό στίβο σε χώρο για αιματοχυσία. Οι δύο υπερδυνάμεις έδειξαν τώρα πώς οι Ολυμπιακοί Αγώνες μπορούν να γίνουν ένα πιόνι στον ανταγωνισμό τους για κυριαρχία. Και η λογική ερώτηση είναι, Ποια επίδραση θα έχει όλο αυτό στο μέλλον των Αγώνων;
Μακροπρόθεσμες Επιδράσεις
Θα επιζήσουν οι Ολυμπιακοί Αγώνες απ’ αυτό το πρόσθετο πλήγμα; Μερικοί αξιωματούχοι είναι ακόμη αισιόδοξοι. Ο Γουίλλιαμ Σάιμον, πρόεδρος της Επιτροπής των Ηνωμένων Πολιτειών για τους Ολυμπιακούς Αγώνες αναφέρθηκε ότι είπε, «Η Ολυμπιακή κίνηση είναι ισχυρή. Με όλες τις κηλίδες της, είναι ακόμη μια θετική δύναμη για ειρήνη». Ωστόσο, άλλοι έχουν πιο σκοτεινή άποψη. Ο Αλμπέρτο Σαλαζάρ, που κατέχει το παγκόσμιο ρεκόρ στο Μαραθώνιο είπε, «Λυπάμαι που συνέβη αυτό και νομίζω ότι θα είναι ένα θανατηφόρο χτύπημα για τους Ολυμπιακούς Αγώνες». Το περιοδικό Νιούσγουηκ εξέφρασε τη γνώμη ότι «μπορεί να δείχνει την τελική καταστροφή της σύγχρονης κίνησης των Ολυμπιακών Αγώνων».
Τώρα βέβαια, έχουν εγερθεί αμφιβολίες για την μελλοντική ανάληψη διεξαγωγής των Αγώνων. Ποια πόλη ή ποια κοινοπραξία επιχειρήσεων θα θέλει να δεχτεί την οικονομική ευθύνη για τη διοργάνωση των Αγώνων αν πρόκειται πάντοτε να θυσιάζονται σαν όργανο για τις πολιτικές διαφορές; Θα θέλουν ακόμη οι αθλητές να προετοιμάζονται τόσο σκληρά αν δεν μπορεί να εγγυηθεί κανείς τη συμμετοχή τους λόγω των διεθνών πολιτικών διαφορών; Αυτές είναι απλώς μερικές από τις αμφιβολίες που εκφράζονται τώρα. Αλλά υπάρχουν κι άλλες ερωτήσεις—Τι θα πούμε για τον εθνικισμό; Τη χρήση ουσιών για ντοπάρισμα; Τη συμμετοχή ψευτοερασιτεχνών αθλητών; Με άλλα λόγια—Σβήνουν σιγά-σιγά τα ιδανικά των Ολυμπιακών Αγώνων; Ή εξαφανίζονται;