ΔΙΑΔΙΚΤΥΑΚΗ ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗ της Σκοπιάς
ΔΙΑΔΙΚΤΥΑΚΗ ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗ
της Σκοπιάς
Ελληνική
  • ΑΓΙΑ ΓΡΑΦΗ
  • ΕΚΔΟΣΕΙΣ
  • ΣΥΝΑΘΡΟΙΣΕΙΣ
  • g85 8/3 σ. 16-20
  • «Οπωσδήποτε Θα Πεθάνω!»

Δεν υπάρχει διαθέσιμο βίντεο για αυτή την επιλογή.

Λυπούμαστε, υπήρξε κάποιο σφάλμα στη φόρτωση του βίντεο.

  • «Οπωσδήποτε Θα Πεθάνω!»
  • Ξύπνα!—1985
  • Υπότιτλοι
  • Παρόμοια Ύλη
  • Με Πήραν Όμηρο!
  • Ζώντας με το Θάνατο—Αλλά Γιατί;
  • «Οπωσδήποτε θα Πεθάνω!»
  • Εκπληρώνω την Ευχή μου
  • Επιβίωσις από τον Εμφύλιο Πόλεμο στον Λίβανο
    Ξύπνα!—1976
  • Ήμουν Όμηρος
    Ξύπνα!—1990
  • Πόσο Χαρούμενη που Είμαι Ζωντανή!
    Ξύπνα!—1981
  • Απαγωγές—Η Ζωή σε Κίνδυνο!
    Ξύπνα!—1975
Δείτε Περισσότερα
Ξύπνα!—1985
g85 8/3 σ. 16-20

«Οπωσδήποτε Θα Πεθάνω!»

Ένας που Επέζησε από την Ένοπλη Εισβολή στην Ιρανική Πρεσβεία Αφηγείται την Ιστορία Του

«ΒΓΕΙΤΕ ΕΞΩ! ΒΓΕΙΤΕ ΕΞΩ!» Η κοφτή εντολή του μαυροσκούφη του Ειδικού Αεροπορικού Συντάγματος του Βρετανικού στρατού ηχούσε πάνω από την αντάρα του κτιρίου που καιγόταν με δύναμη. «Έξω! Έξω!» Συνέχιζε η κραυγή που επέμενε, καθώς εμείς τρικλίζαμε μέσα από τη σκόνη και τον καπνό του σκοτεινού δωματίου που ήταν η φυλακή μας και σκοντάφταμε καθώς κατεβαίναμε τις σκάλες πάνω από τα ερείπια και τα γκρεμίσματα για να σώσουμε τη ζωή μας. Πνιγμένοι από την καυστική οσμή των χειροβομβίδων και των πυρομαχικών που είχαν ριχτεί και με τα μάτια να τρέχουν, συνωθηθήκαμε μέσα από την πίσω πόρτα της πρεσβείας και στοιβαχτήκαμε στον κήπο.

Θυμάμαι με ζωηρά χρώματα την υστερία της στιγμής. Κυλιόμουν ξανά και ξανά πάνω στο γρασίδι, η συγκίνησή μου αναμιγμένη με λυγμούς χαράς. «Ο ουρανός! Ο ουρανός! Μπορώ να δω τον ουρανό! Σ’ ευχαριστώ Θεέ μου!» φώναξα ξανά και ξανά. Όλοι μας είχαμε κρατηθεί όμηροι επί έξι μέρες. Ο εφιάλτης είχε τελειώσει, αλλά η ένταση και η πίεση είχαν πάρει το μισθό τους.

Ναι, πράγματι ευχαριστούσα το Θεό που ήμουν ακόμη ζωντανός, αλλά τώρα, πάνω από τέσσερα χρόνια μετά, έχω ακόμη μεγαλύτερες αιτίες για να τον ευχαριστώ. Θα σας εξηγήσω γιατί.

Με Πήραν Όμηρο!

Το όνομα μου είναι Αλί Ασγκάρ Ταμπαταμπάι. Το όνομα Ταμπαταμπάι βεβαιώνει το γεγονός ότι θεωρούμαι άμεσος απόγονος του προφήτη Μωάμεθ, στην περίπτωσή μου τόσο από τη μητέρα μου όσο και από τον πατέρα μου.

Το 1980 ήρθα στο Λονδίνο της Αγγλίας για μια υποτροφία σε μαθήματα τραπεζιτικής. Το πρωί της Τετάρτης 30 Απριλίου, καθώς έτρεχα για να φτάσω το τρένο ήξερα ότι θα είχα μια πολυάσχολη μέρα εμπρός μου. Εάν δεν είχα τόση βιασύνη και απεναντίας περίμενα λίγα λεπτά για να πάρω το επόμενο τρένο, θα είχα αποφύγει τις τραυματικές εμπειρίες που επρόκειτο να ακολουθήσουν. Αλλά πώς να το ήξερα αυτό!

Πρώτα, επισκέφθηκα την Ιρανική πρεσβεία για να πάρω μερικούς χάρτες για μια διάλεξη που επρόκειτο να δώσω στην τράπεζα. Δεν είχα προλάβει καλά καλά να καθήσω, όταν άκουσα μια αναταραχή από την είσοδο της πρεσβείας. Κατόπιν έξι μασκοφόροι με όπλα έτρεξαν μέσα και μας έδωσαν διαταγή να πάμε στο επάνω πάτωμα. Μέσα σε λίγα λεπτά, 26 άνθρωποι, ανάμεσα στους οποίους και ο αστυνομικός που φρουρούσε την πρεσβεία είχαν κρατηθεί όμηροι. Όλα συνέβηκαν τόσο γρήγορα που ήταν απίστευτα.

Ποτέ δεν είχα αναπτύξει ένα ενεργό ενδιαφέρον για την πολιτική, και οι θρησκευτικές μου πεποιθήσεις, παρ’ ότι ειλικρινείς δεν ήταν βαθιές. Τα αληθινά μου ενδιαφέροντα ήταν η οικογένεια και η εργασία μου. Απολάμβανα το να εργάζομαι σε τράπεζα στο Λονδίνο και η ζωή φαινόταν ότι είχε βελτιωθεί για μένα καθώς επιδίωκα τις σπουδές μου. Ελάχιστα συνειδητοποιούσα ότι σύντομα όλα τα πράγματα για τα οποία ζούσα θα έμπαιναν σε δοκιμασία.

Καθώς η αστυνομία έκλεισε και σφράγισε το κτίριο, μάθαμε κάτι σχετικά με τους ανθρώπους που μας κρατούσαν αιχμαλώτους. Μας είπαν ότι είχαν καταλάβει την πρεσβεία για να τραβήξουν την προσοχή στα προβλήματα που υπήρχαν στην πατρίδα τους, και ότι θα μας σκότωναν όλους μας την άλλη μέρα το μεσημέρι εάν δεν ικανοποιούνταν οι απαιτήσεις τους.

Ζώντας με το Θάνατο—Αλλά Γιατί;

Αφού είχε περάσει η πρώτη μέρα, έγινε φανερό ότι οι αστυνομικές αρχές έπαιζαν το παιχνίδι του χρόνου και δεν ήταν πρόθυμες να συμφωνήσουν στις απαιτήσεις των οπλοφόρων. Η ένταση αυξανόταν θανάσιμα. Στη διάρκεια του χρόνου εκείνου όλοι μας προσπαθήσαμε σκληρά να κρατήσουμε την ψυχραιμία μας. Μου είχαν δώσει το όνομα «Ο Αλί η Τράπεζα» και πράγματι έκανα το καλύτερο που μπορούσα για να διασκεδάσω τους συναιχμαλώτους μου έτσι ώστε να μειωθεί η ένταση. Κατά καιρούς εξαργύρωνα φανταστικά τσεκ ή εφεύρισκα αινίγματα για να λύσουν οι αιχμάλωτοι. Αυτό βοηθούσε για να σκοτώνουμε τις ώρες, αλλά παρ’ όλ’ αυτά ο χρόνος εξακολουθούσε να κρέμεται βαριά πάνω από το κεφάλι μας και δεν υπήρχε τίποτα που να μπορούμε να κάνουμε σχετικά μ’ αυτό.

Καθώς η απογοήτευση των οπλοφόρων αυξανόταν, γινόταν ολοένα και πιο φανερό ότι η ζωή όλων μας βρισκόταν σε μεγάλο κίνδυνο. Αυτοί διαρκώς απειλούσαν ότι θα μας σκότωναν όλους, και καθώς ήταν οπλισμένοι μέχρι τα δόντια, ήταν φανερό ότι δε θα δίσταζαν να το κάνουν. Η ένταση έγινε αβάσταχτη. Κάθε ώρα περίπου ένας από τους αιχμαλώτους αναλυόταν σε λυγμούς—ήταν τρομερά αποθαρρυντικό. Καθώς μιλούσα αρκετά καλά τα Αγγλικά, συχνά μπορούσα να αποτελώ το διάμεσο, και αυτό αποσπούσε την προσοχή μου από άλλα πράγματα. Αλλά μια μέρα άνοιξα το διαβατήριό μου και είδα εκεί μέσα τις φωτογραφίες της αγαπητής μου συζύγου και των παιδιών. Ξέσπασα και εγώ σε δάκρυα. Θα μπορούσα να τους ξαναδώ; Πώς θα αντιμετώπιζε η σύζυγος μου τις δυσκολίες της ζωής σε μια ξένη χώρα; Θα έχανε ο μικρός μου γιος τον πατέρα του όπως τον είχα χάσει κι εγώ σε τόσο μικρή ηλικία; Δεν είχα καμιά επιθυμία να πεθάνω—υπήρχαν τόσο πολλά πράγματα για τα οποία ήθελα να ζήσω!

Καθώς άρχισα να γράφω τη διαθήκη μου, προσπάθησα να λογικευτώ με τον αρχηγό των οπλοφόρων. «Τι θα συμβεί αν μας σκοτώσεις;» ρώτησα. «Τα παιδιά μας θα έρθουν και θα σκοτώσουν τα παιδιά σας επειδή μας έχετε σκοτώσει, και εμείς είμαστε αθώοι!» «Έτσι είναι ο νόμος της ζούγκλας», ήταν η λακωνική απάντησή του. «Εγώ δεν είμαι παρά ένας τραπεζικός υπάλληλος», του είπα. «Δεν έχω τίποτα να κάνω με την πολιτική και δε θέλω να πεθάνω για πολιτικούς λόγους». «Σταμάτα να παρακαλείς για τη ζωή σου!» φώναξε ένας από τους ομήρους διπλωμάτες. «Μα δεν παρακαλώ», απάντησα. «Εσείς είστε διπλωμάτες. Πληρώνεστε πολλά χρήματα για να εργάζεστε σ’ αυτή τη χώρα και να αναλαμβάνετε κινδύνους. Εγώ δεν είμαι και δε θέλω να πεθάνω για κάτι στο οποίο δεν πιστεύω». Οι απόψεις μου έγιναν σαφείς.

Όταν βρίσκονται σε σοβαρές δυσκολίες οι άνθρωποι μερικές φορές κάνουν θερμές προσευχές. Πολλοί από τους άλλους ομήρους προσεύχονταν τακτικά και δυνατά, και η λέξη Αλλάχ ακουγόταν επανειλημμένα μέρα και νύχτα. Ίσως θα έπρεπε να εξηγήσω ότι Αλλάχ είναι η Αραβική λέξη για το «Θεό». Στα Περσικά, στη γλώσσα μου, χρησιμοποιούμε την αντίστοιχη λέξη «Κουντάχ» για το «Θεό», το Δημιουργό. Προσευχήθηκα στον Κουντάχ πολλές φορές, αλλά πίστευα ότι οι προσευχές μου δε θα γίνονταν δεκτές καθώς δεν μπορούσα να πλυθώ όπως είχα διδαχτεί ότι έπρεπε να κάνω προτού προσευχηθώ.

Έτσι οι σκέψεις μου ήταν ασύνδετες. Δεν μπορούσα να καταλάβω γιατί ο Κουντάχ είχε επιτρέψει να συμβούν όλα αυτά τα τρομερά πράγματα. Σ’ όλη μου τη ζωή είχα κάνει το καλύτερο που μπορούσα. Τι είδους Θεός ήταν αυτός που επέτρεπε να σκοτωθώ, όπως ήμουν βέβαιος ότι θα συνέβαινε; Ωστόσο έπρεπε να παραδεχτώ ότι είχα ζήσει μια ζωή απολαύσεων, απλά ευχαριστώντας τον εαυτό μου. Τι είχα κάνει ποτέ για τον Κουντάχ; Πράγματι, τι γνωρίζω γι’ αυτόν; Αναρωτήθηκα.

Ήταν σε μια από αυτές τις στιγμές που έκανα ευχή στον Κουντάχ ότι αν υπήρχε κανένας τρόπος για να σωθεί η ζωή μου, για χάρη της οικογένειάς μου, θα προσπαθούσα πραγματικά να τον βρω και να τον υπηρετήσω για το υπόλοιπο της ζωής μου. Αληθινά εννοούσα αυτά που έλεγα.

«Οπωσδήποτε θα Πεθάνω!»

Οι μέρες κυλούσαν πολύ αργά. Τελικά, στην απελπισία τους οι οπλοφόροι σκότωσαν βάναυσα τον πρώτο όμηρο και σώριασαν το πτώμα του στην μπροστινή πόρτα της πρεσβείας. Η ειρωνία είναι ότι ήταν ο διπλωμάτης ο οποίος μου είχε πει να σταματήσω να εκλιπαρώ για τη ζωή μου. Οι τρομοκράτες δήλωσαν ότι αν οι απαιτήσεις τους εξακολουθούσαν να αγνοούνται, θα σκότωναν τους υπόλοιπους από μας με διάστημα 45 λεπτών τον ένα από τον άλλο! Μόλις αυτό έγινε γνωστό, χτύπησε το Ειδικό Αεροπορικό Σύνταγμα—ακριβώς μετά τις εφτά η ώρα το βράδι της έκτης μέρας. Η αιφνίδια δράση τους παρακολουθήθηκε από τις τηλεοπτικές συσκευές σ’ όλο τον κόσμο.

Μέσα στην πρεσβεία, ξέσπασε πανδαιμόνιο. Το σπάσιμο των παραθύρων, η έκρηξη των ειδικών χειροβομβίδων που φέρνουν ζάλη και οι ριπές των οπλοπολυβόλων γέμισαν τον αέρα. Αμέσως τρεις από τους τρομοκράτες ήρθαν τρέχοντας μέσα στο δωμάτιο της φυλακής μας και μέσα σε λίγες στιγμές άνοιξαν πυρ αδιάκριτα καθώς κειτόμαστε κουλουριασμένοι πάνω στο πάτωμα. Η άμεση μου σκέψη ήταν, ‘Οπωσδήποτε θα πεθάνω!’

Είδα τον οπλοφόρο να στρέφεται προς εμένα. Σήκωσε το πιστόλι του και πυροβόλησε. Ούτε άκουσα ούτε αισθάνθηκα τίποτα, αλλά μέσα σε δευτερόλεπτα το ρούχο μου καλύφθηκε με αίμα. Άρπαξα το σακάκι μου σε μια αξιοθρήνητη απόπειρα να προστατέψω τον εαυτό μου. Σκόπευσε δεύτερη και τρίτη φορά απευθείας εναντίον μου—ωστόσο προς έκπληξη μου δε σκοτώθηκα. Πώς μπορούσε να συμβεί αυτό;

Όπως ήδη αφηγήθηκα, σωθήκαμε μετά από μια σύντομη, σκληρή μάχη και βιαστικά μας οδήγησαν στο νοσοκομείο. Βλέποντας την κατάσταση στην οποία βρισκόμουν, όλοι οι γιατροί θεώρησαν ότι είχα πληγωθεί βαριά. Αλλά μια εξέταση από κοντά αποκάλυψε ότι δεν είχε συμβεί τίποτα—εκτός από μια σφαίρα (προφανώς της δεύτερης βολής) που κατά ανεξήγητο τρόπο είχε κουκουλωθεί μέσα στο πανωφόρι μου, έχοντας απλά καψαλίσει την πλάτη μου. Τότε λοιπόν από πού έφυγε όλο αυτό το αίμα; Αργότερα ανακάλυψα ότι στην πρώτη βολή είχε ξεπηδήσει από τον όμηρο που βρισκόταν ακριβώς δίπλα μου. Και τι θα πούμε για την τρίτη βολή; Όταν η αστυνομία επέστρεψε στην πρεσβεία, βρήκε τα υπολείμματα από το σακάκι μου και σε μια από τις τσέπες ένα νόμισμα των 50 πενών το οποίο είχε στραβώσει. Αυτό είχε σώσει και τη ζωή μου. Δεν πρέπει να απορεί κανείς που στα αρχεία της αστυνομίας με αποκαλούν ο άνθρωπος μυστήριο. Πώς θα μπορούσε κανείς να επιζήσει από τρεις βολές σχεδόν εξ επαφής όπως εγώ! Σκέφτηκα, «Χάρη στον Κουντάχ»!

Εκπληρώνω την Ευχή μου

Ξαναγύρισα στη στοργική μου οικογένεια, και αποφασίσαμε να παραμείνουμε στην Αγγλία. Αλλά διαρκώς ξαναζούσα τον εφιάλτη της δοκιμασίας μου. Η αποκατάσταση ήταν εξαιρετικά δύσκολη, όμως πόσο ευγνώμων ήμουν που ήμουν ζωντανός. Και τι θα πούμε για την ευχή στον Κουντάχ; Γνώριζα ότι έπρεπε να κάνω κάτι—αλλά τι; Δεν είχα ιδέα.

Μου ήταν άγνωστο το γεγονός ότι επί αρκετούς μήνες, η σύζυγος μου Σιρίν, τακτικά δεχόταν τα τεύχη της Σκοπιάς και του Ξύπνα!, καθώς ανακάλυψε ότι θα ήταν μια καλή βοήθεια για να μάθει Αγγλικά. Αργότερα όταν ένα μέλος της τοπικής εκκλησίας των Μαρτύρων του Ιεχωβά μάς επισκέφθηκε για να μας δει, άκουσα με ευγένεια. Βρήκα τις αναφορές που έκανε στη Βίβλο ενδιαφέρουσες και τις έλεγξα σ’ ένα Περσικό αντίτυπο. Αλλά όταν άκουσα ότι ο Θεός, ο Κουντάχ, είχε ένα όνομα, αυτό ήταν κάτι το διαφορετικό. Ναι, εγώ είχα ένα όνομα και ήμουν υπερήφανος για το όνομά μου, και τώρα η Βίβλος έδειχνε καθαρά ότι ο Κουντάχ είχε ένα προσωπικό όνομα—Ιεχωβά! Πρόθυμα έμαθα όλα όσα μπορούσα γι’ αυτόν από τη Γραφική μου μελέτη.

Τώρα μπορούσα να καταλάβω! Ο Κουντάχ δεν ήταν απλώς ένας Θεός στον οποίο θα έπρεπε να κάνει κανείς μετάνοιες και να προσφέρει λατρεία σε καθορισμένο χρόνο της μέρας, αλλά ήταν ένας ατομικός, προσωπικός Θεός, με στοργικό σκοπό για τους ανθρώπους. Όχι ένας Θεός ο οποίος απλά απαιτεί λατρεία, αλλά κάποιος ο οποίος φροντίζει για μας ατομικά—για μένα και την οικογένεια μου, ατομικά! Η εικόνα μου ήταν πλήρης. Ευχαρίστως θα μπορούσα να υπηρετήσω τον Ιεχωβά!

Από αυτό το σημείο και μετά, τα πράγματα άλλαξαν γρήγορα, και τώρα η σύζυγός μου και εγώ είμαστε και οι δυο βαφτισμένοι Μάρτυρες του Ιεχωβά. Καθώς μας καλωσόρισαν στην παγκόσμια αδελφότητα του λαού του Ιεχωβά, η καλοσύνη και η γενναιοδωρία που εκφράστηκαν απέναντι στην οικογένεια μου ξεπέρασαν κάθε πιθανή προσδοκία. Όχι μόνο οι πνευματικοί αδελφοί και αδελφές μας αφιέρωσαν το χρόνο τους για να μας διδάξουν την αλήθεια του Λόγου του Θεού αλλά και μας έδωσαν τα αναγκαία υλικά με αφθονία καθώς αρχίσαμε να ξαναοικοδομούμε τη ζωή μας.

Καθώς περνούν οι μέρες, οι μνήμες φθίνουν, αυτό είναι αλήθεια. Αλλά ο τρόμος της εξαήμερης ομηρίας εξακολουθεί να παραμένει ζωντανός στο μυαλό μου. Τώρα, ωστόσο, συνειδητοποιώ ότι τα τραγικά αυτά συμβάντα σύντομα θα είναι πράγματα του παρελθόντος. Επίσης, στη Νέα Τάξη της δικαιοσύνης του Ιεχωβά που τώρα επίκειται, αυτές οι λυπηρές μνήμες δε θα χρειάζεται να ‘έρχονται στη διάνοια, ούτε θα ανεβαίνουν στην καρδιά’. (Ησαΐας 65:17) Για τις μεγαλειώδεις αυτές υποσχέσεις η οικογένειά μου και εγώ ευγνώμονες τώρα ευχαριστούμε και αινούμε τον Ιεχωβά.

[Πρόταση που τονίζεται στη σελίδα 20]

Η καλοσύνη και η γενναιοδωρία που εκφράστηκαν απέναντι στην οικογένεια μου ξεπέρασαν κάθε δυνατή προσδοκία

[Εικόνα στη σελίδα 17]

Ξέσπασα σε δάκρυα όταν είδα τις φωτογραφίες της γυναίκας μου και των παιδιών μου

[Εικόνα στη σελίδα 18]

Απελπισμένοι οι οπλοφόροι σκότωσαν βάναυσα τον πρώτο όμηρο

[Εικόνα στη σελίδα 19]

Ένα νόμισμα 50 πενών όπως αυτό εδώ έσωσε τη ζωή μου

    Ελληνικές Εκδόσεις (1950–2025)
    Αποσύνδεση
    Σύνδεση
    • Ελληνική
    • Κοινή Χρήση
    • Προτιμήσεις
    • Copyright © 2025 Watch Tower Bible and Tract Society of Pennsylvania
    • Όροι Χρήσης
    • Πολιτική Απορρήτου
    • Ρυθμίσεις Απορρήτου
    • JW.ORG
    • Σύνδεση
    Κοινή Χρήση