Επιβίωσις από τον Εμφύλιο Πόλεμο στον Λίβανο
Από τον ανταποκριτή του «Ξύπνα!» στο Λίβανο
ΕΠΙ μήνες ο Λίβανος ταλαντεύεται στο χείλος της καταρρεύσεως. Η χώρα μοιάζει με πραγματικό πεδίο μάχης, ιδιαίτερα η πρωτεύουσά της, η Βηρυττός. Οι ζημίες σε περιουσία και η απώλεια εισοδήματος ανέρχονται σε χιλιάδες εκατομμύρια δολλάρια.
Ακόμη χειρότερη είναι η τρομερή απώλεια σε ανθρώπινες ζωές—στις αρχές της ανοίξεως είχαν φονευθή περίπου 15.000 ως 20.000 άτομα και χιλιάδες περισσότεροι είχαν τραυματισθή στη διάρκεια του ενός έτους πολέμου. Κι επειδή ο Λίβανος έχει πληθυσμό μόνο λίγο μεγαλύτερο από τρία εκατομμύρια, η απώλεια θα μπορούσε να συγκριθή με την απώλεια που θα υφίσταντο οι Ηνωμένες Πολιτείες αν είχαν χάσει πάνω από ένα εκατομμύριο ανθρώπους σε εμφύλιο πόλεμο! Αυτός ο αριθμός θα ήταν τριπλάσιος από τον αριθμό εκείνων που πέθαναν στη μάχη στη διάρκεια του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου.
Απ’ ό,τι διεπίστωσα, πολλοί άνθρωποι εδώ πιστεύουν ότι αυτός ο πόλεμος άρχισε πραγματικά την Κυριακή, 13 Απριλίου 1975. Εκείνη τη μέρα μπήκε στο Μαρωνιτικό Χριστιανικό προάστιο Εν-Ελ-Ρουχανέχ, ένα αυτοκίνητο γεμάτο με Παλαιστινίους κομμάντος. Το αυτοκίνητο εδέχθη πλήθος από πυρά πολυβόλων και φονεύθηκαν όλοι οι τριάντα περίπου επιβάτες του. Αυτό το περιστατικό ήταν ο σπινθήρας για τη μάχη που κράτησε μια βδομάδα στη Βηρυττό.
Από τότε άρχισε ένας πόλεμος με σειρά μαχών, ή «γύρων,» όπως έφθασαν ν’ αποκαλούνται, στους οποίους παρεμβάλλονται παύσεις πυρών—περισσότεροι από τριάντα ως τώρα. Φέτος την άνοιξι, φονεύθηκαν 2.000 και 4.000 τραυματίσθηκαν σε διάστημα ενός δεκαπενθημέρου, καθώς ο πόλεμος γινόταν όλο και σοβαρώτερος. Στο τέλος κάθε μηνός γίνονται ανακωχές, προφανώς για ν’ αποκατασταθή αρκετά η τάξις και να μπορέσουν οι τράπεζες να ξανανοίξουν και οι αντάρτες να εισπράξουν τις αμοιβές τους.
Η Θρησκεία Αποτελεί έναν Παράγοντα
Όπως στην Ιρλανδία, κι αυτός είναι ένας πόλεμος που διεγείρει τη μια θρησκευτική ομάδα εναντίον της άλλης. Στην περίπτωσι του Λιβάνου, οι καθ’ ομολογίαν Χριστιανοί μάχονται τους Μουσουλμάνους. Το 1943, όταν ήμουν μόνο δεκατριών ετών, ο Λίβανος κέρδισε ανεξαρτησία από τη Γαλλία. Τότε, όπως ελέγετο, οι καθ’ ομολογίαν Χριστιανοί αποτελούσαν ελαφρά πλειοψηφία του πληθυσμού και συμφωνήθηκε να επικρατήσουν επί των Μουσουλμάνων, στο νομοθετικό και εκτελεστικό τομέα της κυβερνήσεως με αναλογία 6 προς 5. Η συμφωνία επίσης περιελάμβανε τον όρο ότι ο Λίβανος θα είχε πρόεδρο ένα Μαρωνίτη Χριστιανό, πρωθυπουργό ένα Σουννίτη Μουσουλμάνο και πρόεδρο της Βουλής ένα Σχιίτη Μουσουλμάνο.
Αλλά οι περιστάσεις άλλαξαν. Οι Μουσουλμάνοι υπερτερούν τώρα σε αριθμό από τους καθ’ ομολογίαν Χριστιανούς και πιστεύουν ότι πρέπει να γίνουν ανάλογες προσαρμογές στην κυβέρνησι. Επίσης τώρα ζουν στο Λίβανο περίπου 400.000 Παλαιστίνιοι πρόσφυγες και πολλοί απ’ αυτούς είναι βαρειά ωπλισμένοι. Η κατάστασις είναι περιπλεγμένη με διάφορες φατρίες που αντιμάχονται. Και οι επανειλημμένες εκρήξεις βίας ανάγκασαν χιλιάδες να εγκαταλείψουν τη χώρα.
Η σύζυγος μου κι εγώ προτιμήσαμε να παραμείνωμε ώστε να μπορούμε να συμμετέχωμε στο να φέρωμε το ανακουφιστικό άγγελμα της βασιλείας του Θεού στον καταπιεζόμενο Λιβανέζικο λαό. Εκτός από μας, υπάρχουν περίπου 1.800 ακόμη Μάρτυρες του Ιεχωβά που κάνουν το ίδιο πράγμα. Η εντελώς ουδέτερη στάσις μας υπήρξε προστασία, μολονότι υπάρχουν μεμονωμένες περιπτώσεις Μαρτύρων που τραυματίσθηκαν ή ακόμη φονεύθηκαν.
Μια Μάρτυς φονεύθηκε από ελεύθερο σκοπευτή καθώς άπλωνε τα ρούχα της. Κι ένας άλλος που αγνόησε τις προειδοποιήσεις να μη φύγη από το σπίτι όπου είχαν συναθροισθή οι Μάρτυρες πυροβολήθηκε θανάσιμα καθώς επέστρεφε σπίτι του. Άλλοι Μάρτυρες τραυματίσθηκαν από σφαίρες και βλήματα κι ένας από ξιφολόγχη. Αλλά είμεθα ευγνώμονες που αυτά τα περιστατικά είναι πολύ σπάνια.
Η θρησκευτική πλευρά του πολέμου είναι πολύ αισθητή και αυτό είναι ίσως το πιο τρομακτικό χαρακτηριστικό σ’ όλη αυτή τη σύγκρουσι. Σε περιοχές που κυριαρχούσαν οι Μουσουλμάνοι, οι καθ’ ομολογίαν Χριστιανοί ανηρπάζοντο από τα σπίτια τους μέσα στη νύχτα και πολλούς απ’ αυτούς δεν τους ξαναείδε κανείς ποτέ. Οι καθ’ ομολογίαν Χριστιανοί κάνουν το ίδιο στους Μουσουλμάνους. Αλλά είναι γνωστό ότι οι Μάρτυρες του Ιεχωβά είναι διαφορετικοί.
Ειρηνικοί με Όλους
Πάντοτε προσπαθούμε να συμπεριφερώμεθα με όλους το ίδιο, είτε είναι κατ’ όνομα Χριστιανοί είτε Μουσουλμάνοι κι εφαρμόζομε τη Γραφική συμβουλή: «Ει δυνατόν, όσον το αφ’ υμών ειρηνεύετε μετά πάντων ανθρώπων.» (Ρωμ. 12:18) Μια φορά επισκέφθηκαν ένα Μάρτυρα τα μέλη του Μαρωνιτικού συνασπισμού και προσπάθησαν να τον πείσουν αυτόν και τα παιδιά του να συμμετάσχη ως μέλος της επιτροπής επαγρυπνήσεως και να συνεισφέρη 300 Λιβανέζικες λίρες για πυρομαχικά.
Ο Μάρτυς τους είπε: «Δεν μπορώ να συμμετάσχω σε τίποτε που να σχετίζεται με τον πόλεμο, Και εκτός αυτού ο πόλεμός σας δεν είναι του Θεού. Στην πραγματικότητα ο Θεός σύντομα θα φέρη τέλος σ’ όλους τους ανθρώπους και τα όπλα τους και θα εισαγάγη ένα ειρηνικό σύστημα υπό τη διακυβέρνησι του Χριστού.» Αργότερα, όταν βελτιώθηκαν οι συνθήκες στην περιοχή, ο Μάρτυς παρετήρησε ότι η σταθερή και ουδέτερη θέσις του κέρδισε τον σεβασμό των γειτόνων του.
Αυτή η ουδέτερη στάσις έχει αποβή επανειλημμένως προς όφελός μας. Παραδείγματος χάριν, ένα απόγευμα ένας Μάρτυς προσεφέρθη να μεταφέρει σπίτι ένα συνάδελφό του Μουσουλμάνο. Τους σταμάτησαν ωπλισμένοι άνδρες που ήθελαν να φονεύσουν τον Μάρτυρα επειδή ήταν Χριστιανός. Αλλά ο Μουσουλμάνος σύντροφός του μεσολάβησε για να τον σώση κι εξήγησε: Αυτός ο άνθρωπος είναι διαφορετικός από τους άλλους που ονομάζονται Χριστιανοί. Είναι ουδέτερος. Δεν αναμιγνύεται στην πολιτική.»
Όταν οι αντάρτες αρνήθηκαν ν’ ακούσουν, ο Μουσουλμάνος είπε: «Αν δεν μας αφήσετε, τότε πρέπει να σκοτώσετε και τους δυο μας.» Ύστερ’ απ’ αυτή την ειλικρινή μεσολάβησι, τους άφησαν και τους δύο ελεύθερους.
Ένας άλλος Μάρτυς λέγει ότι δεν είχε καθόλου τρόφιμα στο σπίτι του και εξ αιτίας των οπλοφόρων που υπήρχαν παντού δεν ήταν ασφαλές να διακινδυνεύση να βγη έξω. Αλλά τότε εμφανίσθηκε στο σπίτι του ένας νεαρός Μουσουλμάνος από ένα κοντινό χωριό. «Οι γονείς μου,» είπε «σας στέλνουν αυτό το ψωμί. Και ό,τι άλλο χρειασθήτε, παρακαλούμε να μας πήτε, θα σας το φέρωμε αμέσως.»
Η Φήμη των Μαρτύρων Απλώνεται
Στα βόρεια της χώρας υπάρχει ένα «Χριστιανικό» χωριό που περιβάλλεται από Μουσουλμανικά χωριά. Σ’ αυτό το χωριό υπάρχουν δύο εκκλησίες των Μαρτύρων του Ιεχωβά. Όταν οι Μουσουλμάνοι επετέθησαν στο χωριό και ήλθαν στο σπίτι που είχαν συγκεντρωθή οι Μάρτυρες, οι Μάρτυρες είπαν στους αντάρτες: «Είμεθα Μάρτυρες του Ιεχωβά. Δεν έχομε όπλα και είμεθα εντελώς ουδέτεροι. Εδώ είναι τα σπίτια μας, κάμετε όπως νομίζετε.» Οι αντάρτες εξεπλάγησαν πολύ και υποσχέθηκαν να μη τους βλάψουν.
Σ’ ένα χωριό που επισκέφθηκα αργότερα ακόμη και ο Καθολικός ιερεύς είχε οπλισθή με πολυβόλο. Οι Μάρτυρες πιέσθηκαν πολύ να εγκαταλείψουν την ουδέτερη στάσι τους και να οπλισθούν για ενδεχόμενη επίθεσι. Επειδή δεν το έκαμαν ένας αρχηγός της δεξιάς παρατάξεως είπε: «Όταν θα τελειώση αυτός ο πόλεμος θα στρέψωμε την προσοχή μας εναντίον σας.» Τι συνέβη, όμως, όταν άρχισε η επίθεσις στις 20 Ιανουαρίου 1976;
Οι τακτικοί υπερασπιστές του χωριού δραπέτευσαν. Ο ιερεύς πέταξε το όπλο του και κρύφθηκε. Άλλοι χωρικοί που είχαν οπλισθή προσπάθησαν να κρύψουν τα όπλα τους, άλλοι ακόμη τα πέταξαν μακριά. Ένας αρχηγός των δεξιών προσπάθησε να δώση το όπλο του σ’ ένα Μάρτυρα λέγοντας: «Είναι γνωστό ότι οι Μάρτυρες του Ιεχωβά δεν έχουν όπλα.»
Επίσης, πολλά άτομα ζήτησαν καταφύγιο σε σπίτι Μαρτύρων. Σ’ ένα τέτοιο σπίτι συγκεντρώθηκαν πάνω από εξήντα άτομα! Αφού ένας Μάρτυς προσευχήθηκε ζητώντας την προστασία του Ιεχωβά, η κόρη του πολιτικού ηγέτου παρετήρησε: «Τώρα είμαι ήσυχη, διότι ο Ιεχωβά είναι ο Θεός που μπορεί να προστατεύση.» Μολονότι οι οπλοφόροι μπήκαν στο σπίτι κι έκλεψαν μερικά πολύτιμα αντικείμενα, δεν πείραξαν κανένα.
Στο σπίτι ενός άλλου Μάρτυρος είχαν συγκεντρωθή περίπου πενήντα άτομα. Ο προεδρεύων επίσκοπος των Μαρτύρων του Ιεχωβά εκεί αναφέρει: «Άκουσα ένα Μουσουλμάνο γείτονα να λέγη στους οπλοφόρους. ‘Μην πλησιάζετε σ’ αυτό το σπίτι. Είναι σπουδασταί της Βίβλου, διαφορετικοί από τους άλλους.’ Εν τούτοις, αργότερα οι αντάρτες εμφανίσθηκαν. Αλλά εγώ είχα ανοίξει σκόπιμα όλες τις πόρτες. Έτσι όταν κτύπησαν απήντησα γρήγορα και τους προσκάλεσα μέσα. Μίλησα ευγενικά και χωρίς δισταγμό και τους εξήγησα ότι είμεθα Μάρτυρες του Ιεχωβά. Αφού δεν βρήκαν όπλα, έφυγαν.» Όλα τα σπίτια της γειτονιάς λεηλατήθηκαν εκτός απ’ αυτό.
Στη βόρεια πόλι της Τριπόλεως οι συγκρούσεις μεταξύ των αντιμαχομένων φατριών ήσαν εξαιρετικά βίαιες. Εκατοντάδες καταστήματα και σπίτια λεηλατήθηκαν και πυρπολήθηκαν, μεταξύ των οποίων και τα σπίτια των σαρκικών αδελφών μου. Υπήρχε κίνδυνος ιδιαιτέρως για τους Χριστιανούς κι έτσι ένας Μουσουλμάνος γείτονας είπε σ’ ένα Μάρτυρα: «Αυτοί οι άνθρωποι δεν γνωρίζουν ότι είσθε Μάρτυρες του Ιεχωβά. Γι’ αυτό πέστε μας τι χρειάζεσθε και θα σας το φέρωμε εμείς.»
Ασφαλείς Απομάκρυνσις
Κατά καιρούς η μάχη γινόταν τόσο σοβαρή, ώστε η φυγή φαινόταν ότι είναι η πιο φρόνιμη πορεία. Μια Μάρτυς στην Τρίπολι ανέφερε ότι τριάντα ως σαράντα αντάρτες σταμάτησαν στα περίχωρα της πόλεως τα τέσσερα αυτοκίνητα με τα οποία έφευγαν αυτή και άλλοι Μάρτυρες. Ανεγνώρισε μερικούς απ’ αυτούς τους οποίους γνώριζε ονομαστικώς. Έτσι εκείνοι οι άνδρες μίλησαν υπέρ των Μαρτύρων. Αργότερα, ένας απ’ αυτούς της είπε: «Ο Θεός ήταν μαζί σας. Δεν ξέρετε πόσα κομμάτια θα είχατε γίνει.»
Μερικοί αναγκάσθηκαν να εγκαταλείψουν τα σπίτια τους μερικές φορές καθώς η μάχη γινόταν ολοένα πιο σκληρή. Ένας Μάρτυς που έμενε σ’ ένα προάστιο της Βηρυττού λέγει για μια από τις αποδράσεις του νωρίς το πρωί της 27ης Οκτωβρίου:
«Διαπιστώσαμε ότι ήμαστε περικυκλωμένοι. Από το μπροστινό παράθυρο είδα αντάρτες και από το πίσω παράθυρο είδα μια αντίπαλη φατρία. Κανείς από τους δύο δεν γνώριζε ότι η άλλη φατρία ήταν εκεί, αλλά ήξερα ότι σύντομα θα το διεπίστωναν. Έτσι, η σύζυγος μου κι εγώ αμέσως ξαπλώσαμε στο πάτωμα, αποφεύγοντας τις σφαίρες που άρχισαν να πέφτουν.
«Ευτυχώς κανείς από τους αντάρτες δεν μπήκε στο σπίτι μας. Δεν ξέρομε γιατί, αλλά ευχαριστούμε τον Ιεχωβά που δεν μπήκαν. Στις 9.30 π.μ. περίπου, όταν οι πυροβολισμοί δεν ήταν τόσο έντονοι, ένας γείτονας, που έμαθε προφανώς τι συνέβαινε, έφθασε με το αυτοκίνητο του. Τότε ακριβώς, άρχισαν πάλι βαρείς πυροβολισμοί. Άνοιξα, γρήγορα την πόρτα, ήλθε κοντά μας και ξάπλωσε κι αυτός στο πάτωμα.
«Όταν διεκόπη πάλι η μάχη, αποφασίσαμε να επωφεληθούμε. Τρέξαμε στο αυτοκίνητό του και μολονότι αντηλλάσσοντο μερικοί πυροβολισμοί καθώς φεύγαμε, δεν κτυπηθήκαμε. Είχα πουλήσει το αυτοκίνητό μου λίγες μέρες πριν κι έτσι ένοιωσα ότι αυτός ο άνθρωπος που μας προσέφερε ένα τρόπο να ξεφύγωμε είχε σταλή από τον ουρανό.»
Συχνά συμβαίνουν παράξενα πράγματα μέσα σ’ αυτό τον παράξενο πόλεμο. Ένας Μάρτυς αναφέρει το ακόλουθο περιστατικό στη διάρκεια μιας αγρίας ανταλλαγής πυρών σ’ ένα προάστιο της Βηρυττού στις 10 Δεκεμβρίου: «Έκπληκτοι ακούσαμε κάποιον να φωνάζει από μεγάφωνο και να ζητή και από τα δύο μέρη να σταματήσουν τους πυροβολισμούς. Ο ομιλητής έλεγε ‘Είμαστε αδέλφια, σταματήστε τον πόλεμο.’
«Κοιτάξαμε και είδαμε έναν άοπλο αξιωματικό συνοδευόμενο από έναν ιερέα. Καθώς προχωρούσαν στο δρόμο, πολλοί από τους μαχητές κατέβαιναν από τα οχυρώματά τους και ενώνοντο στην πορεία για κατάπαυσι του πυρός. Οι πυροβολισμοί σταμάτησαν. Οι άνθρωποι βγήκαν στα μπαλκόνια τους και καλωσώριζαν την ειρήνη. Αλλά ύστερ’ από τρεις μόνον ώρες η μάχη άρχισε πάλι.»
Η ανανεωμένη μάχη διήρκεσε πολλές μέρες και οι οικογένειες των Μαρτύρων ευρίσκοντο στο κέντρο της περιοχής. Τελικά μπόρεσαν να ξεφύγουν. Τα σπίτια τους έγιναν διάτρητα από σφαίρες και βλήματα, αλλά κανείς δεν τραυματίσθηκε.
Έχομε πάντα τις βαλίτσες μας τακτοποιημένες ώστε να είμεθα έτοιμοι, αν χρειασθή, ν’ απομακρυνθούμε γρήγορα. Αλλά εμείς προσωπικά φύγαμε μόνο μια φορά για ασφαλέστερο τόπο. Παραμείναμε τέσσερις κι έπειτα επιστρέψαμε όταν φάνηκε ότι οι συνθήκες βελτιώθηκαν. Επιστρέψαμε κυρίως διότι θέλαμε να είμεθα μαζί με τη Χριστιανική μας εκκλησία.
Αργότερα, ο τόπος που είχαμε πάει για περισσότερη ασφάλεια έγινε πεδίο μάχης . Μια φίλη μας εκεί μας είπε τι συνέβη το πρωί μιας Δευτέρας του Δεκεμβρίου. «Στις 11 π.μ. μια μεγάλη έκρηξι συγκλόνισε το σπίτι. Ο σύζυγος μου φώναξε τα παιδιά κι εμένα και είπε. ‘Γλυτώσαμε παρά τρίχα. Ας ευχαριστήσωμε τον Ιεχωβά που είμεθα ακόμη ζωντανοί’ και όλοι ενωθήκαμε μαζί του σε προσευχή.
«Αφού σταμάτησε η μάχη, ανοίξαμε την μπροστινή πόρτα και είδαμε τη βεράντα μας γεμάτη από σπασμένα γυαλιά και βλήματα. Η οβίδα είχε πείσει δίπλα στο υπνοδωμάτιο όπου είχαμε κοιμηθή όλοι στη διάρκεια της νύχτας.! Τα κρεββάτια μας ήσαν σκεπασμένα με σοβάδες, γυαλιά και βλήματα. Αν η οβίδα είχε πέσει όταν κοιμόμαστε, θα είχαμε τραυματισθή σοβαρά, αν δεν είχαμε φονευθή.»
Η Οικογένεια των Γραφείων σε Κίνδυνο
Ανησυχούσαμε για τους συγχριστιανούς μας που ζουν στα γραφεία του τμήματος των Μαρτύρων του Ιεχωβά σε μια Μουσουλμανική περιοχή της Βηρυττού. Προτού μεταφερθούν προσφάτως απ’ εκεί σε ασφαλέστερο μέρος έξω απ’ την πόλι, η οικογένεια των γραφείων είχε μερικές φοβερές πείρες. Ένα μέλος της οικογενείας περιέγραψε τις συνθήκες της 6ης Φεβρουαρίου ως εξής:
«Επί ένα μήνα περίπου δεν κοιμηθήκαμε καθόλου στα υπνοδωμάτιά μας. Όταν έφθανε η ώρα του ύπνου βάζαμε στρώματα στη μικρή είσοδο επειδή ήταν ο ασφαλέστερος χώρος του οικήματος. Ζαρώναμε όλοι, εκεί και κοιμόμαστε με τα ρούχα μας, επειδή ποτέ δεν γνωρίζαμε τι θα φέρη η νύχτα. Όταν τέλειωσε κι αυτή η πολεμική φάσις, οι δεξιοί προσπάθησαν να πάρουν τον έλεγχο διαφόρων κτιρίων που βρίσκονται στη δική μας πλευρά της πόλεως.
«Τότε άρχισαν πραγματικές οδομαχίες από δρόμο σε δρόμο κι από σπίτι σε σπίτι. Φαινόταν σαν ν’ ανέβαιναν οι δεξιοί τον δρόμο μπροστά από μας και οι αριστεροί πίσω μας, κι έτσι αποφασίσαμε να μεταφερθούμε. Εν τούτοις, δεν υπήρχε κανένας δρόμος για να βγούμε εντελώς έξω από την περιοχή, αλλά υπήρχαν ασφαλέστερα σπίτια κι έτσι πήγαμε στο σπίτι ενός Μάρτυρος περίπου ένα μίλι (1,6 χιλιόμετρα) πιο πάνω από τον δρόμο μας. Μείναμε εκεί δύο βδομάδες κι έπειτα μπορέσαμε να επιστρέψωμε πίσω.»
Μια νύχτα ήταν ιδιαίτερα συγκλονιστική για την οικογένεια των γραφείων. Ήταν η νύχτα που το κύριο εμπορικό κέντρο της Βηρυττού παραδόθηκε στη φωτιά και η περιοχή γύρω από το γραφείο Τμήματος προωρίζετο επίσης για καταστροφή. Οι Μάρτυρες από το γραφείο αναφέρουν μερικές λεπτομέρειες.
«Γύρω στις 10.30 μ.μ. τρομάξαμε από το ξέσπασμα πυρών από πολυβόλα ακριβώς μπροστά από το σπίτι. Καθώς δύο μέλη της οικογενείας μας κοίταζαν από τη βεράντα, είδαν πέντε ή έξη αντάρτες να βγαίνουν από το ξενοδοχείο ακριβώς μπροστά μας—και ξαφνικά έγινε μια δυνατή έκρηξι. Τι φοβερό ήταν όταν οι υαλοπίνακες των παραθύρων και θυρών των επτά πατωμάτων θρυματίσθηκαν μπροστά μας!
«Ύστερα το ένα κατάστημα μετά το άλλο παρεδίδετο στη φωτιά και οι αντάρτες πήγαιναν πίσω κι εμπρός, μπροστά στα καταστήματα κι έρριχναν βενζίνη στις φλόγες για να είναι βέβαιοι ότι θα καούν και πυροβολούσαν όποιον προσπαθούσε να σβύση τις φωτιές. Ο νυκτερινός ουρανός ήταν κόκκινος από τις φλόγες.
«Καθώς παρακολουθούσαμε τις φωτιές από ένα υπνοδωμάτιο της πίσω πλευράς, συγκλονισθήκαμε από μια άλλη έκρηξι. Τρέξαμε στο πρόσθιο τμήμα του σπιτιού και είδαμε ότι μια βόμβα είχε εκραγή σ’ ένα παντοπωλείο στο κτίριο μας. Το κτίριό μας καιγόταν! Αυτό που μας ανησυχούσε περισσότερο ήταν η αποθήκη αερίου που υπήρχε στο κτίριο. Αν η φωτιά έφτανε εκεί πιθανώς θα γκρέμιζε το κτίριο μας και το διπλανό κτίριο. Όλοι οι γείτονες του δρόμου συνεργασθήκαμε και σβήσαμε τη φωτιά πριν κάμη μεγάλη ζημιά.»
Οδοφράγματα και Απαγωγές
Ακόμη κι όταν έπαυε η μάχη, η πόλις παρέλυε από τα κινητά οδοφράγματα, τις απαγωγές και τους ελεύθερους σκοπευτάς. Εμφανίζοντο ξαφνικά στους δρόμους μερικά αυτοκίνητα με αντάρτες, εμπόδιζαν την κυκλοφορία κι έβγαζαν τους ανθρώπους από τα αυτοκίνητά τους. Απήγαγαν επίσης και πεζούς εκεί ακριβώς στα πεζοδρόμια της πόλεως. Ένα μέλος της οικογενείας των γραφείων των Μαρτύρων του Ιεχωβά αναφέρει:
«Παρακολουθούσαμε πολλές απαγωγές από το παράθυρο του σπιτιού μας. Οδοφράγματα που μετακινούντο γρήγορα εστήνοντο ακριβώς στη γωνιά μας και οι αντάρτες άρχιζαν ν’ αρπάζουν αθώους ανθρώπους. Το φοβερό όταν ότι πολλοί που απήχθησαν δεν επέστρεψαν ποτέ! Απήχθησαν και λίγοι Μάρτυρες και μερικούς τους κτύπησαν αλλά κανείς δεν έπαθε τίποτε σοβαρά.» Ένα άλλο μέλος της οικογενείας των γραφείων αφηγείται την πείρα που είχε:
«Ύστερ’ από μια από τις πολλές παύσεις πυρός, ο κυβερνητικός ραδιοσταθμός ανήγγειλε ότι οι δρόμοι ήσαν ασφαλείς. Έτσι έφυγα εκείνο το πρωινό του Σαββάτου για το κεντρικό ταχυδρομείο, επειδή η παρακολούθησις της ταχυδρομικής θυρίδος αποτελεί μέρος της εργασίας μου στο γραφείο του τμήματος. Έφθασα στο ταχυδρομείο ασφαλής, αλλά εκεί άκουσα μια συζήτησι για απαγωγές που γίνοντο σ’ αυτούς ακριβώς τους δρόμους απ’ όπου έπρεπε να περάσω στην επιστροφή μου.
«Ρώτησα έναν αστυφύλακα ποιοι ήσαν οι ασφαλέστεροι δρόμοι για το σπίτι. Απάντησε: ‘Δεν ξέρω. Θα μπορούσα να σας πω ότι κάποιος δρόμος είναι ασφαλής τώρα, αλλά ίσως να μην είναι σε πέντε λεπτά.’ Αυτά τα κινητά οδοφράγματα τοποθετούντο γρήγορα και μετεφέροντο από τόπο σε τόπο.
«Έτσι αποφάσισα ν’ ακολουθήσω την κυκλοφορία. Καθ’ οδόν διέφυγα δύο οδοφράγματα κάνοντας κύκλο και κατεβαίνοντας τους μονόδρομους αντίθετα. Την άλλη μέρα διάβασα ότι πολλοί απ’ αυτούς που απήχθησαν και εφονεύθησαν ήσαν στους ίδιους δρόμους απ’ όπου είχα περάσει κι εγώ! Ωνομάσθηκε ‘Μαύρο Σάββατο,’ επειδή εκείνη τη μέρα εκατοντάδες απήχθησαν ή φονεύθηκαν επί τόπου.»
Με τέτοιες συνθήκες κάθε ταξίδι είναι επικίνδυνο—και η επιβίωσις είναι το άμεσο ζήτημα. Ένας ιεραπόστολος των Μαρτύρων του Ιεχωβά λέγει πώς επέστρεψαν με μια γυναίκα που είχε φύγει από το σπίτι της, για να πάρουν μερικά πράγματα. «Καθώς βγήκαμε από το νοικιασμένο αυτοκίνητο, ο θυρωρός του γειτονικού κτιρίου μάς πλησίασε και ψιθύρισε χαμηλόφωνα, ‘Μη μένετε στην περιοχή· θα γίνη φασαρία.’
«Έτσι, τελειώσαμε γρήγορα τις δουλειές μας κι επιστρέψαμε στο αυτοκίνητο ενώ τα γόνατά μας έτρεμαν. Καθώς πλησιάζαμε στη γωνία, είδα ένα νεαρό με πρόσωπο παράξενα κόκκινο. Μου πέρασε από το μυαλό η σκέψις, ‘Ο καϋμένος, θα κάηκε άσχημα.’ Έπειτα ξανακοίταξα και κατάλαβα ότι είχε στο πρόσωπό του μια χρωματιστή γυναικεία κάλτσα. Και δεν ήταν μόνος!
«Υπήρχαν κι άλλοι με το ίδιο παράξενο κάλυμμα. Ήταν οδόφραγμα; Πάγωσα! Κανείς στο αυτοκίνητο δεν μιλούσε. Ο οδηγός ωδηγούσε όσο μπορούσε γρήγορα, αλλά τα χέρια του έτρεμαν. Μολονότι περάσαμε ανάμεσα απ’ αυτούς τους αντάρτες, ήταν σαν να μη μας είδαν. Βγάλαμε ένα στεναγμό ανακουφίσεως καθώς φθάσαμε στην περιοχή που μέναμε.»
Χριστιανικές Συναθροίσεις και Κήρυγμα
Σ’ όλη τη διάρκεια του πολέμου μπορέσαμε να διεξάγωμε τις Χριστιανικές μας συναθροίσεις σε μικρούς ομίλους και είχαμε ακόμη και το πρόγραμμα της συνελεύσεώς μας περιοχής. Οι συναθροίσεις συχνά άρχιζαν και τέλειωναν όπως θα λέγαμε με πυροβολισμούς. Πραγματικά μερικές φορές μπορούμε ν’ ακούμε τους πυροβολισμούς, τους όλμους και άλλες εκρήξεις σ’ όλη τη διάρκεια των συναθροίσεών μας, μερικές φορές μάλιστα πολύ κοντά. Μια φορά, επιστρέφοντας από μια συνάθροισι στρίψαμε σ’ ένα σκοτεινό δρόμο και βρεθήκαμε ακριβώς μπροστά σε δύο πολυβόλα. Εξακολουθούσαμε να προχωρούμε, αλλά οι καρδιές μας είχαν ανεβή στο λαιμό μας.
Επίσης, συμμετέχομε τακτικά στο έργο μας κηρύγματος, μιλώντας στους άλλους για τα ανακουφιστικά νέα της Γραφής ότι σύντομα η βασιλεία του Θεού θα λύση όχι μόνο τα προβλήματα του Λιβάνου, αλλά επίσης και του υπολοίπου ανθρωπίνου γένους. Στην αρχή διστάζαμε να βγούμε από το σπίτι. Αλλά σύντομα αρχίσαμε να βγαίνωμε σαν να ήταν φυσικό και παίρναμε όσες προφυλάξεις μπορούσαμε εμπιστευόμενοι στον Ιεχωβά Θεό για προστασία. Και πράγματι είχαμε πολλές αποδείξεις αυτής της προστασίας.
Στο σπίτι μου σ’ ένα προάστιο της Βηρυττού μένουν μαζί μου κι άλλοι Μάρτυρες. Κάποτε, ενώ έλειπα η σύζυγος του περιοδεύοντος επισκόπου που μένει μαζί μας ήταν στο μπαλκόνι κι άπλωνε τα ρούχα. Κατά τύχη κοίταξε κάτω και ακριβώς από κάτω βρίσκοντο δύο νέοι, συσπειρωμένοι κρατώντας πολυβόλα. Οπισθοχώρησε, έτρεξε στο πρόσθιο μέρος του σπιτιού και άρπαξε τη σύζυγό μου ακριβώς τη στιγμή που θα έβγαινε από το σπίτι για να πάη στο έργο του κηρύγματος. Αν είχε φύγει εκείνη τη στιγμή θα έπεφτε πάνω στους πυροβολισμούς. Επί μισή ώρα παρέμειναν στον προθάλαμο καθώς οι πυροβολισμοί συνεχίζοντο.
Ένα άλλο παράδειγμα: Η σύζυγός μου κι εγώ είχαμε μια Γραφική μελέτη με μια οικογένεια από ένδεκα άτομα όχι μακριά απ’ το σπίτι μας. Την επόμενη μέρα μετά τη μελέτη μας μια βολίδα πέρασε από τη στέγη κι εξερράγη ακριβώς στο δωμάτιο όπου ήμαστε το προηγούμενο βράδυ! Δυστυχώς, όμως, δύο παιδιά έπαιζαν στη στέγη, το ένα φονεύθηκε και το άλλο τραυματίσθηκε στο κεφάλι.
Πάντοτε είμεθα σε θέσι να παίρνωμε τα Βιβλικά μας έντυπα. Πώς; Αυτές οι ανακωχές της μάχης στο τέλος του μηνός, που δίδουν την ευκαιρία στους αντάρτες να εισπράξουν το μισθό τους, επιτρέπουν και σε μας να μεταφέρουμε τα Βιβλικά μας έντυπα όπου είναι ανάγκη.
Φυσικά, πολλές φορές αυτό είναι επικίνδυνο, αλλά και σ’ αυτό το έργο αισθανόμαστε την προστασία του Ιεχωβά Θεού. Μια φορά, ένας Μουσουλμανικός έλεγχος σταμάτησε μια αποστολή. Οι αντάρτες ρώτησαν: «Τι βιβλία είν’ αυτά ;»
Ο περιοδεύων επίσκοπος, που μετέφερε τα φορτία, εξήγησε: «Αυτά τα βιβλία μιλούν για το Ευαγγέλιο,» Οι οπλοφόροι είπαν: «Ιμσί, Μάα-Σαλάμι,» δηλαδή «Πήγαινε με ειρήνη.»
Οι Επισκέψεις των Περιοδευόντων Διακόνων
Απολαμβάνομε επίσης τακτικά τις εποικοδομητικές επισκέψεις των περιοδευόντων επισκόπων μας, επισκόπων περιοχής όπως ονομάζονται. Ένας απ’ αυτούς μου εξήγησε:
«Λόγω του συνεχιζομένου σκληρού πολέμου, είναι πολύ δύσκολο να έχωμε κανονική πλήρη εβδομάδα δράσεως με κάθε εκκλησία. Συχνά πηγαίνω σε μια εκκλησία και μόλις κοπάση λίγο η μάχη, οι πρεσβύτεροι συγκεντρώνουν τους αδελφούς και τις αδελφές και διεξάγομε σε μια φορά όλες τις τακτικές μας συναθροίσεις.
«Θυμάμαι κάποτε που υπηρετούσα ένα όμιλο στα βουνά. Η επόμενη επίσκεψίς μου ήταν σε μια εκκλησία στη Βηρυττό, που βρίσκεται στην περιοχή των σκληρών μαχών. Έτσι αποφασίσαμε να πούμε στους αδελφούς της Βηρηττού να έλθουν στα βουνά για την επίσκεψι του επισκόπου περιοχής. Αυτό έπρεπε να σχεδιασθή προσεκτικά, διότι υπήρχε μόνο ένας δρόμος ανοικτός από τη Βηρυττό προς τα βουνά· οι άλλοι είχαν κλείσει λόγω της παρουσίας ανταρτών. «Οι πρεσβύτεροι της εκκλησίας καθώρισαν για κάθε οικογένεια συγκεκριμένη ώρα που θα έφθανε στον τόπο της συναθροίσεως. Εκείνο το Κυριακάτικο πρωινό, άρχισαν να φθάνουν οι Μάρτυρες από την πόλι με πολύ εύτακτο τρόπο. Τι θαυμάσιο θέαμα να βλέπης να παρακολουθούν τη συνάθροισι πάνω από 60 άτομα! Η συνάθροισις άρχισε στις 9 π.μ. και διήρκεσε ως τις 2 μ.μ. και αδελφοί και οι αδελφές ήσαν πρόθυμοι να συνεχίσωμε. Μερικοί είχαν να ιδωθούν αρκετό καιρό και ήταν πολύ συγκινητικό να τους βλέπης να χαιρετούν ο ένας τον άλλον. Δεν μας έκανε καρδιά να τους αποχωρισθούμε, αλλά έπρεπε να τους ενθαρρύνωμε να φύγουν για να φθάσουν σπίτι πριν σκοτεινιάση και κλεισθή ο δρόμος.
«Συχνά κάναμε σύντομες επισκέψεις και γρήγορες αποχωρήσεις. Κάποτε όταν επισκεφθήκαμε μια άλλη εκκλησία σε Μουσουλμανική κοινότητα, αισθανόμεθα ότι η ατμόσφαιρα προμήνυε κάτι κακό. Έτσι, συντομεύσαμε τη συνάθροισι για να δοθή σε όλους μας η ευκαιρία να επιστρέψουμε σπίτι πριν σκοτεινιάση πολύ. Η οικογένεια στην οποίαν έμενα κι εγώ φύγαμε τελευταίοι. Συμπτωματικά, την προηγούμενη βδομάδα είχαν συμβή σ’ αυτή την ίδια περιοχή πολλές αγριότητες.
«Όταν έφθασε η σειρά μας να φύγωμε, είχε σκοτεινιάσει. Έτσι καθώς κατευθυνόμαστε σπίτι ήμαστε πολύ ανήσυχοι. Ήμαστε οι μόνοι που βρισκόμαστε στο δρόμο και μπορούσαμε ν’ ακούμε τον ήχο κάθε βήματος που κάναμε. Νοιώθαμε σαν να μας παρακολουθούσαν μάτια απ’ όλες τις κατευθύνσεις. Όσο πλησιάζαμε στο σπίτι, τόσο ταχύναμε το βήμα. Καθώς κάναμε την τελευταία στροφή, ξαφνικά ακούσαμε φωνές να μα μας φωνάζουν να σταθούμε.
«Επειδή φοβηθήκαμε μήπως μας πυροβολήσουν υπακούσαμε αμέσως, ρωτώντας ‘Ποιους εννοείτε, εμάς;’ «Ναι’ είπαν και μας διέταξαν να τους ακολουθήσωμε. Ήταν τρεις νέοι με πολυβόλα και σκεπασμένα πρόσωπα.
«Δεν μας κοίταξαν από κοντά καθόλου, αλλά μας είπαν απλώς να πάμε μαζί τους. Συμμορφωθήκαμε ενώ τα γόνατα μας έτρεμαν και προσευχόμαστε από την καρδιά μας στον Ιεχωβά Θεό. Καθώς περπατούσαμε πίσω τους, η μητέρα της οικογενείας που συνώδευα είπε μερικές λέξεις στο γυιο της. Τότε, ξαφνικά ένας από τους οπλοφόρους στράφηκε. Είχε αναγνωρίσει τη φωνή της και κατάλαβε ότι ήταν γειτόνισσα. Ζήτησε γρήγορα συγγνώμη και της είπε ότι νόμισαν πώς ήμαστε ξένοι που ήλθαμε να κατασκοπεύσωμε τη γειτονιά. Αλλά αφού ήταν από την περιοχή, της συνέστησαν να πάη σπίτι γρήγορα, πράγμα που κάναμε φυσικά.»
Εμπιστοσύνη στο Μέλλον
Καθώς γράφονται αυτά, ο πόλεμος συνεχίζεται παρά τις περιοδικές ανακωχές. Οι απαγωγές, οι φόνοι η λεηλασία και άλλα εγκλήματα είναι κάτι πολύ κοινό. Μια είδησις αναφέρει: «Οι Μουσουλμάνοι στα αριστερά και οι Χριστιανοί στα δεξιά ζουν και πεθαίνουν με το όπλο. . . . Το μίσος μεταξύ Χριστιανών και Μουσουλμάνων είναι πολύ βαθύ. Η δίψα τους για εκδίκησι γίνεται πιο δυνατή. Είναι απίθανη η ταχεία επιστροφή σε κάποια ομαλότητα.»
Η κατάρρευσις του νόμου και της τάξεως έχει συμβάλει στην εξασθένησι των ηθικών κανόνων. Παραδείγματος χάριν, οι αντάρτες πολιόρκησαν ένα στρατόπεδο και το ελεηλάτησαν. Το στρατόπεδο είχε μια καντίνα με τρόφιμα, ρουχισμό και άλλα είδη. Όταν οι κάτοικοι της περιοχής είδαν τι συνέβη, ενώθηκαν στη λεηλασία.
Μια οικογένεια Μαρτύρων του Ιεχωβά ενθαρρύνθηκε να συμμετάσχη, αλλά αρνήθηκαν. Αυτό εξέπληξε τους γείτονες. Πραγματικά, δεν μπορούσαν να τους πιστέψουν κι έτσι έφεραν στους Μάρτυρες, πράγματα απ’ το στρατόπεδο. Εν τούτοις, αυτοί απέρριψαν την προσφορά, με την εξήγησι ότι αν έπαιρναν αυτά τα πράγματα θα παρεβίαζαν τις Γραφικά εκπαιδευμένες συνειδήσεις τους.—Εβρ. 13:18.
Πράγματι, ένα πράγμα είναι βέβαιο, οι Μάρτυρες του Ιεχωβά στον Λίβανο διακρατούν σταθερά την πορεία της αληθινής Χριστιανικής ακεραιότητος και της τελείας ουδετερότητος. Και θα συνεχίσωμε να λέμε σε όλους τους ανθρώπους στον Λίβανο το παρηγορητικό άγγελμα ότι σύντομα η βασιλεία του Θεού θ’ απομακρύνη κάθε αιτία για θλίψι με το να εισαγάγη ένα δίκαιο νέο σύστημα. Το να υπηρετούμε ως πρέσβεις αυτής της βασιλείας μάς βοήθησε να επιζήσωμε από τον εμφύλιο πόλεμο του Λιβάνου.—2 Κορ. 5:20.
[Πρόταση που τονίζεται στη σελίδα 17]
«Η θρησκευτική πλευρά του πολέμου είναι πολύ αισθητή.»
[Πρόταση που τονίζεται στη σελίδα 18]
«Ο ιερεύς πέταξε το όπλο του και κρύφθηκε.»
[Πρόταση που τονίζεται στη σελίδα 19]
«Οι άνθρωποι βγήκαν στα μπαλκόνια τους και καλωσώριζαν την ειρήνη.»
[Πρόταση που τονίζεται στη σελίδα 20]
«Τότε άρχισαν πραγματικές οδομαχίες.»
[Πρόταση που τονίζεται στη σελίδα 20]
«Οι υαλοπίνακες των παραθύρων και των θυρών των επτά πατωμάτων θρυμματίσθηκαν μπροστά μας!»
[Πρόταση που τονίζεται στη σελίδα 21]
«Παρακολουθήσαμε πολλές απαγωγές από το παράθυρο του σπιτιού μας.»
[Πρόταση που τονίζεται στη σελίδα 21]
«Την επομένη μέρα μετά τη μελέτη μας μια ρουκέτα πέρασε από τη στέγη κι εξερράγη ακριβώς στο δωμάτιο στο οποίο ήμαστε.»
[Πρόταση που τονίζεται στη σελίδα 22]
«Αισθανόμεθα ότι η ατμόσφαιρα ατμόσφαιρα προεμήνυε κάτι κακό.»
[Πρόταση που τονίζεται στη σελίδα 23]
«Το μίσος μεταξύ Χριστιανών και Μουσουλμάνων είναι πολύ βαθύ.»