Σχολεία—Αντικαθιστούν τους Γονείς;
ΣΗΜΕΡΑ, τα σχολεία αναμένεται να κάνουν πολύ περισσότερα πράγματα από το να διδάσκουν απλώς ανάγνωση, γραφή και αριθμητική. Πολλά σχολεία παρέχουν γεύματα, ηθική καθοδήγηση και άλλες υπηρεσίες, που άλλοτε προσφέρονταν στο σπίτι. «Ολοένα και περισσότεροι γονείς αναμένουν από τα σχολεία, και ειδικά από τους εκπαιδευτικούς συμβούλους, να εκπληρώσουν την ευθύνη που έχουν οι ίδιοι ως γονείς», παρατηρεί ο Τζιμ Μακ Κλιουρ, επικεφαλής του τμήματος εκπαιδευτικών συμβούλων ενός γυμνασίου.
Πολλοί γονείς, ωστόσο, αντιμετωπίζουν ένα δίλημμα· να διαλέξουν να ζουν μια ικανοποιητική ζωή ή να φροντίζουν για τα παιδιά τους. Σ’ αντίθεση μ’ ό,τι συνέβαινε πριν από μια γενιά, σήμερα το να κερδίζει κανείς τα αναγκαία για τη ζωή συχνά σημαίνει να αφήνει τα παιδιά χωρίς την επιθυμητή επίβλεψη από τους γονείς. Από την άλλη μεριά, το να δίνει κάποιος αυτή την προσοχή μπορεί να σημαίνει ότι η οικογένεια δεν θα μπορεί να ζει μια ικανοποιητική ζωή. Καμιά από τις δυο αυτές καταστάσεις δεν είναι επιθυμητή.
Η Αρχή της Φθίνουσας Πορείας
Εκείνοι που έχουν μελετήσει τα προβλήματα που επηρεάζουν τη σύγχρονη εκπαίδευση πιστεύουν ότι η φθίνουσα πορεία άρχισε πριν από 40 και πλέον χρόνια, ακριβώς μετά τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο. Οι γυναίκες υποστήριξαν τις πολεμικές προσπάθειες, πιάνοντας δουλειά στη βιομηχανική αγορά εργασίας. Έπειτα, όταν τέλειωσε ο πόλεμος, ένας υπολογίσιμος αριθμός γυναικών δεν επέστρεψαν στον προηγούμενο ρόλο τους, ως μητέρων και κυρίων παιδαγωγών των παιδιών τους. Παρέμειναν στο εργατικό δυναμικό.
Με το πέρασμα των χρόνων, έγιναν κι άλλες κοινωνικές αλλαγές που έκαναν τα πράγματα ακόμη πιο περίπλοκα. Οι ηθικές αξίες διαβρώθηκαν. Το διαζύγιο έγινε αποδεκτό κι έτσι ολοένα και περισσότερα σπίτια έμειναν μ’ ένα γονέα. Επίσης, το αυξανόμενο κόστος της ζωής ανάγκασε περισσότερους γονείς να δουλεύουν πιο πολλές ώρες. Αυτές οι τάσεις περιόρισαν κατά πολύ τις ώρες που μένουν στους γονείς, για να φροντίσουν για τις διανοητικές, φυσικές, συναισθηματικές και πνευματικές ανάγκες των παιδιών τους. Οι γονείς λοιπόν έχουν φτάσει στο σημείο να βασίζονται πάρα πολύ στα σχολεία και στους δασκάλους για να γεμίσουν αυτό το κενό. Είναι όμως στην πραγματικότητα ευθύνη των σχολείων να το κάνουν αυτό;
Οι Σημερινές Πραγματικότητες
«Η καινούρια πραγματικότητα», εξηγεί ο εκπαιδευτικός συγγραφέας Τζιν Ι. Μάεροφ, «είναι ότι ο πατέρας, που ήταν συνεπής στη συνήθειά του να γυρίζει κάθε βράδυ, μετά την κοπιαστική δουλειά της μέρας, στη νοικοκυρά σύζυγό του και στα δυο τους πειθαρχημένα παιδιά, τώρα προφανώς ζει μόνος του σ’ ένα πληκτικό διαμέρισμα, προσπαθώντας να υπολογίσει πώς θα πληρώσει τα έτοιμα γεύματα που τρώει το βράδυ βλέποντας τηλεόραση, αφού πρώτα συμπληρώσει το τσεκ που πρέπει να δώσει για την εβδομαδιαία διατροφή. Η μητέρα, που έμενε πίσω με τα παιδιά . . . δουλεύει τρεις μέρες την εβδομάδα». Και ποιες είναι οι συνέπειες;
«Τα παιδιά», λέει ο Μάεροφ, «έρχονται αντιμέτωπα με την τρομερή ευθύνη να οικοδομήσουν το εκπαιδευτικό τους μέλλον πάνω σε κομματιασμένα θεμέλια». Για παράδειγμα, ένας δάσκαλος δημοτικού σχολείου στις Ηνωμένες Πολιτείες παρατηρεί τα εξής: «Πάνω από το 20 τοις εκατό των μαθητών μας έρχονται κάθε μέρα στο σχολείο, χωρίς να έχουν φάει πρόγευμα». Επειδή το πρόγευμα είναι ζωτικό για τη μάθηση, αυτός ο δάσκαλος λέει με θλίψη: «Προσπαθούμε να αντιμετωπίσουμε το πρόβλημα φτιάχνοντας ένα πρόγραμμα παροχής προγεύματος». Στο ίδιο σχολείο, μια μαθήτρια παρουσίασε υψηλό πυρετό. Η μητέρα της, την οποία βρήκαν στον τόπο της εργασίας της, απάντησε: «Δεν μπορώ να έρθω. Δουλεύω τώρα». Τελικά τα κανόνισε και άφησε τη δουλειά της, αλλά ήταν «αναστατωμένη» επειδή αναγκάστηκε να αποφασίσει αν θα φρόντιζε το άρρωστο παιδί της ή αν θα κέρδιζε χρήματα.
Οι Συνθήκες στα Σχολεία
Η ηθική κατάπτωση της κοινωνίας έχει μειώσει σοβαρά την ικανότητα των σχολείων να διδάσκουν. Εξαιτίας αυτής της κατάπτωσης, έχει γίνει σχεδόν αδύνατο να προσφέρουν τα σχολεία ηθική καθοδήγηση. Η αλλαγή του σχολικού περιβάλλοντος φαίνεται από τον κατάλογο των 7 κύριων πειθαρχικών προβλημάτων στα δημόσια σχολεία των Η.Π.Α. το 1940, όταν αυτά συγκριθούν με τα 17 κύρια προβλήματα το 1982. Το 1940, τα κύρια προβλήματα ήταν τα εξής: (1) τα παιδιά μιλούσαν στην τάξη, (2) μασούσαν τσίχλα, (3) έκαναν θόρυβο, (4) έτρεχαν στις αίθουσες, (5) έβγαιναν από τη σειρά τους στη γραμμή, (6) φορούσαν ακατάλληλα ρούχα και (7) δεν έριχναν τα χαρτιά στους σκουπιδοτενεκέδες.
Από την άλλη μεριά, το 1982, τα κύρια προβλήματα στο σχολείο ήταν τα εξής: (1) βιασμοί, (2) ληστείες, (3) βιαιοπραγίες, (4) διαρρήξεις, (5) εμπρησμοί, (6) βομβιστικές επιθέσεις, (7) φόνοι, (8) αυτοκτονίες, (9) αδικαιολόγητες απουσίες, (10) βανδαλισμοί, (11) δια της βίας απόσπαση χρημάτων, (12) χρήση ναρκωτικών, (13) κατάχρηση αλκοόλ, (14) μάχες μεταξύ συμμοριών, (15) εγκυμοσύνες, (16) εκτρώσεις και (17) αφροδίσια νοσήματα.
Η Ντέμπορα, μητέρα τεσσάρων παιδιών, ανησυχεί για την επιρροή που μπορεί να ασκεί πάνω στα παιδιά της αυτό το αλλαγμένο σχολικό περιβάλλον. «Εγώ μεγάλωσα προστατευμένη», λέει η ίδια αναπολώντας. «Σχεδόν ο καθένας και το καθετί γύρω μου ήταν ένα στήριγμα που με βοηθούσε να μεγαλώσω. Εμείς που μεγαλώσαμε μ’ αυτόν τον τρόπο πρέπει να συνειδητοποιήσουμε το γεγονός ότι εκεί έξω που βρίσκονται τα παιδιά μας, είναι ένας πολύ διαφορετικός κόσμος».
Πράγματι, σε μερικά σχολεία που βρίσκονται στο εσωτερικό των πόλεων των Ηνωμένων Πολιτειών, οι μαθητές κουβαλάνε συνήθως μαχαίρια και πιστόλια, κάνουν χρήση και εμπόριο ναρκωτικών, και εκφράσεις όπως «κοκαϊνομανής» αποτελούν μέρος του καθημερινού λεξιλογίου. Οι δάσκαλοι συχνά νιώθουν ικανοποιημένοι, όχι απαραίτητα επειδή δίδαξαν μ’ επιτυχία τους μαθητές τους, αλλά επειδή επέζησαν άλλη μια μέρα χωρίς μπελάδες.
Οι αξιοθρήνητες καταστάσεις που επικρατούν μέσα στα σχολεία υπογραμμίζουν το γεγονός ότι αυτά είναι ανίκανα να πάρουν τη θέση των γονέων, αναφορικά με την παροχή της καθοδήγησης και της υποστήριξης που χρειάζονται τα παιδιά για να ζήσουν μια επιτυχημένη ζωή. Ωστόσο, παρά τις συνθήκες αυτές, υπάρχουν επιτυχημένοι μαθητές σ’ όλα τα είδη των σχολείων παγκόσμια.
‘Τι απαιτείται για την επιτυχία;’ μπορεί να ρωτήσετε. ‘Πώς μπορώ εγώ, ως γονέας, να βοηθήσω το παιδί μου να επιτύχει; Και τι θα πρέπει να κάνει το παιδί μου;’