ΔΙΑΔΙΚΤΥΑΚΗ ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗ της Σκοπιάς
ΔΙΑΔΙΚΤΥΑΚΗ ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗ
της Σκοπιάς
Ελληνική
  • ΑΓΙΑ ΓΡΑΦΗ
  • ΕΚΔΟΣΕΙΣ
  • ΣΥΝΑΘΡΟΙΣΕΙΣ
  • g91 8/9 σ. 11-14
  • Ήμουν Επαγγελματίας Κλέφτης

Δεν υπάρχει διαθέσιμο βίντεο για αυτή την επιλογή.

Λυπούμαστε, υπήρξε κάποιο σφάλμα στη φόρτωση του βίντεο.

  • Ήμουν Επαγγελματίας Κλέφτης
  • Ξύπνα!—1991
  • Υπότιτλοι
  • Παρόμοια Ύλη
  • Δεν Γεννήθηκα Παράνομος
  • Γιατί Διάλεξα το Δρόμο της Παρανομίας
  • Βρήκα την Αλήθεια!
  • Μαρτυρία στη Φυλακή
  • Αποφυλακίζομαι υπό Όρους και Παίρνω τις Αποφάσεις μου
  • Η Απόδρασή μου στην Αλήθεια
    Ξύπνα!—1994
  • Από Βρυχώμενο Λιοντάρι σε Πράο Αρνί
    Ξύπνα!—1999
  • Πώς η Αλήθεια με Έκανε από Εγκληματία Χριστιανό
    Ξύπνα!—1989
  • Υπηρετώντας τον Θεό σε Δύσκολους Καιρούς
    Η Σκοπιά Αναγγέλει τη Βασιλεία του Ιεχωβά—1981
Δείτε Περισσότερα
Ξύπνα!—1991
g91 8/9 σ. 11-14

Ήμουν Επαγγελματίας Κλέφτης

ΜΠΑΜ! Ο ήχος από το σφυρί του δικαστή ακούστηκε σε ολόκληρη την αίθουσα του δικαστηρίου. Οι επόμενες λέξεις που βγήκαν από το στόμα του, παρ’ όλο που ειπώθηκαν σε ήπιο τόνο, μου φάνηκαν σαν βρυχηθμός. «Δια της παρούσης καταδικάζεσαι σε κάθειρξη 15 ετών». Ποτέ μου δεν θα ξεχάσω εκείνα τα λόγια ούτε και τα γεγονότα που επακολούθησαν. Ο αστυνομικός με πήρε γρήγορα από την αίθουσα του δικαστηρίου και με οδήγησε πίσω στο κρατητήριο, που ήταν το σπίτι μου τους περασμένους τρεις μήνες.

Νωρίς το άλλο πρωί, με πήραν από το κελί μου, με κατέβασαν από κάποιο διάδρομο και με οδήγησαν σ’ ένα μικρό δωμάτιο, όπου μου έβαλαν μια δερμάτινη ζώνη που είχε πλάτος γύρω στα 13 εκατοστά και κούμπωνε πίσω με μια αγκράφα. Στο μπροστινό μέρος υπήρχαν δυο μεγάλοι μεταλλικοί κρίκοι, και μέσα σ’ αυτούς μου πέρασαν τα χέρια. Ολοκληρώνοντας αυτή τη διαδικασία, οι δυο αστυνομικοί με κατέβασαν σε μια άλλη αίθουσα, όπου ενώθηκα με μια ομάδα αντρών στους οποίους είχαν δέσει τα χέρια κατά τον ίδιο τρόπο. Οι άντρες αυτοί στέκονταν ο ένας πλάι στον άλλον, σχηματίζοντας δυο σειρές. Με τοποθέτησαν κι εμένα στη σειρά, σήκωσαν μια αλυσίδα που περνούσε ανάμεσα από τις δυο σειρές και την κλείδωσαν σ’ έναν τρίτο κρίκο, στο πλάι της δερμάτινης ζώνης.

Κατόπιν, οι έξι αστυνομικοί που βρίσκονταν εκεί μας οδήγησαν στο ασανσέρ το οποίο θα μας έβγαζε σ’ ένα ειδικά διασκευασμένο λεωφορείο. Βρέθηκα, λοιπόν, καθισμένος δίπλα σ’ ένα δολοφόνο και έχοντας πίσω μου εμπόρους ναρκωτικών, βιαστές και ληστές. Όλοι είχαμε τον ίδιο προορισμό—τη φυλακή!

Αναρωτιέστε ίσως, πώς έφτασαν τα πράγματα ως εκεί; Ας σας διηγηθώ το παρελθόν μου και τα γεγονότα που έγιναν αιτία να καταλήξω στη φυλακή.

Δεν Γεννήθηκα Παράνομος

Οι γονείς μου παντρεύτηκαν αμέσως μετά το Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο, και το 1947 γεννήθηκε ο μεγαλύτερος αδελφός μου. Ύστερα από 2 χρόνια ήρθα στον κόσμο εγώ κι έπειτα από 18 μήνες ο άλλος μου αδελφός. Έτσι, με τρία μωρά, οι γονείς μου έκαναν το μακρύ ταξίδι προς τα δυτικά από το Ρίτσμοντ της Βιρτζίνια των Η.Π.Α. στην πολιτεία Όρεγκον στις ακτές του Ειρηνικού. Κατόπιν, ταξιδέψαμε προς τα βόρεια με προορισμό την Πολιτεία Ουάσινγκτον και εγκατασταθήκαμε στην πόλη Μπελβί. Την εποχή εκείνη, μου φαινόταν ότι η ζωή κυλούσε κανονικά. Παρ’ όλο που δεν ήμασταν πολύ δεμένη οικογένεια, βγαίναμε τακτικά όλοι μαζί και εκκλησιαζόμασταν στην τοπική Λουθηρανική εκκλησία. Ο σεβασμός για τον Θεό, τον Ιησού και την Αγία Γραφή αποτελούσε παράδοση για μια οικογένεια από τη Βιρτζίνια. Τον Ιανουάριο του 1960 ήρθε στον κόσμο η μικρή μου αδελφούλα. Η μητέρα μου ήταν κατενθουσιασμένη, αφού είχε αποκτήσει επιτέλους το κοριτσάκι που ήθελε ανέκαθεν!

Όμως, έπειτα από έξι μήνες συνέβηκε κάτι που άλλαξε τον τρόπο της ζωής μας. Μετακομίσαμε ξανά, αυτή τη φορά στη γεμάτη δάση κωμόπολη Μαπλ Βάλεϊ. Σταματήσαμε να πηγαίνουμε στην εκκλησία, δεν βγαίναμε όλη η οικογένεια όπως παλιά, και ο πατέρας μου άρχισε να πίνει πολύ. Ακόμα και τώρα θλίβομαι όταν θυμάμαι εκείνη τη μετακίνηση. Για πολύ καιρό από ’κεί και μετά ήμασταν σε άθλια κατάσταση. Πιστεύω ότι αυτό συνέβαλε στην άστατη ζωή που έκανα ως έφηβος.

Γιατί Διάλεξα το Δρόμο της Παρανομίας

Η Μαπλ Βάλεϊ (Κοιλάδα του Σφένδαμνου), όπως μπορεί κανείς να καταλάβει και από το όνομά της, δεν ήταν και πολύ συναρπαστικό μέρος για έναν απειθάρχητο έφηβο στη δεκαετία του 1960. Γι’ αυτό κι εγώ έφτιαξα το δικό μου συναρπαστικό κόσμο. Αυτό ήταν εύκολο, επειδή είχα μπλέξει με κακές παρέες στο σχολείο. Όποτε μαζευόμασταν μετά το σχολείο, μεθούσαμε και κατόπιν αρχίζαμε το ξύλο και τα ναρκωτικά. Πολλές φορές, έπειτα από τέτοιες εξόδους, γύριζα παραπατώντας στο σπίτι κατά τις τρεις ή τέσσερις το πρωί—μεθυσμένος. Ή έμενα μαζί με τους φίλους μου και περνούσαν μέρες ώσπου να ξαναγυρίσω στο σπίτι. Το περίεργο ήταν ότι, ενώ εγώ ήξερα πως αυτό που έκανα δεν ήταν σωστό, οι γονείς μου δεν φάνηκε να το πρόσεξαν ποτέ.

Μερικές φορές, κλέβαμε μόνο και μόνο για να δούμε αν θα καταφέρναμε να ξεφύγουμε. Κάποτε, έκλεψα ένα αυτοκίνητο και πήγα βόλτα μ’ αυτό. Με έπιασαν, όμως, και έμεινα πάνω από ένα χρόνο στο τοπικό αναμορφωτήριο Γκριν Χιλ.

Όταν βγήκα από το Γκριν Χιλ, πήγαινα πια στο γυμνάσιο. Σκέφτηκα ότι εδώ μπορούσα να χρησιμοποιήσω τα πράγματα που είχα «μάθει» από τη ‘σχολή εγκλήματος’ για ανηλίκους στην οποία είχα πάει. Δεν το είχα καταλάβει ότι είχε ήδη αρχίσει να εφαρμόζεται σ’ εμένα το Βιβλικό ρητό: «Φθείρουσι τα καλά ήθη αι κακαί συναναστροφαί».—1 Κορινθίους 15:33.

Ήμουν γύρω στα 16 όταν γνώρισα ένα διαφορετικό άτομο, ένα νεαρό που λεγόταν Τζιμ Κάρλεϊ. Εκείνος και η οικογένειά του είχαν μετακομίσει πρόσφατα από το Άινταχο στην πόλη όπου έμενα. Ελάχιστοι τον ήξεραν με το όνομα Τζιμ· οι περισσότεροι τον ήξεραν Σπαντ, παρατσούκλι που του είχαν δώσει με αφορμή τις πασίγνωστες πατάτες του Άινταχο. Ήταν Μάρτυρας του Ιεχωβά.

Ο Τζιμ κι εγώ πηγαίναμε στο ίδιο σχολείο. Παρατηρώντας τον, πρόσεξα ότι ήταν διαφορετικός από τους άλλους φίλους μου. Τα πήγαινε καλά με όλους, αλλά δεν αναμειγνυόταν στα άσχημα πράγματα που έκαναν. Αυτό με εντυπωσίασε. Θυμάμαι καλά που μου έλεγε γιατί αυτό το πονηρό σύστημα θα τερματιζόταν σύντομα και στη θέση του θα ερχόταν ένας νέος κόσμος ειρήνης υπό τη διακυβέρνηση της ουράνιας Βασιλείας του Θεού.

Ήθελα να ακούσω περισσότερα, κι έτσι πήγα μια-δυο φορές στην «εκκλησία» του, που λεγόταν Αίθουσα Βασιλείας. Αυτό έγινε το 1967. Όσα άκουγα εκεί ήταν ενδιαφέροντα, αλλά πίστευα ότι αυτός ο νέος κόσμος ήταν κάτι που ανήκε στο μακρινό μέλλον. Άλλωστε, εγώ περνούσα ωραία τώρα. Ήμουν απασχολημένος με την εκτέλεση «παραγγελιών» για οτιδήποτε κι αν ήθελε κάποιος—εργαλεία, εξαρτήματα αυτοκινήτων, στερεοφωνικά συγκροτήματα, τηλεοράσεις. Γιατί να πηγαίνω σε μια εκκλησία που καταδίκαζε την ακμάζουσα «επιχείρησή» μου;

Σε ηλικία 19 χρονών, άφησα το σχολείο και παντρεύτηκα το κορίτσι που είχα από το γυμνάσιο. Ύστερα από ένα χρόνο έγινα πατέρας ενός κοριτσιού, της Ρόντα Τζιν. Μ’ αυτή την επιπρόσθετη ευθύνη, ένιωθα ότι χρειαζόταν να τις φροντίζω, αλλά μόνο με ανέντιμα μέσα.

Βρήκα την Αλήθεια!

Εξακολουθούσα να ασχολούμαι με την «επιχείρησή» μου, δηλαδή χρήση και πώληση ναρκωτικών, κλοπές αυτοκινήτων και διαρρήξεις σπιτιών, αλλά τελικά αυτή η «επιχείρηση» είχε και τις αναμενόμενες συνέπειες. Με συνέλαβαν και πριν περάσει πολύς καιρός βρέθηκα με χειροπέδες, στην κατάσταση που περιέγραψα πρωτύτερα, και με προορισμό μου τη φυλακή. Ήμουν τότε 20 χρονών, με σύζυγο και μια κόρη έξι μηνών. Και τώρα πήγαινα στη φυλακή όπου θα περνούσα τα επόμενα 15 χρόνια! Συνειδητοποίησα ότι έπρεπε να κάνω κάτι για να πάρω στα χέρια μου τα ηνία της ζωής μου. Άρχισα να αναπολώ αυτά που έλεγε ο Σπαντ για την Αγία Γραφή.

Ενώ ήμουν στη φυλακή, άρχισα να διαβάζω την Αγία Γραφή παράλληλα με διάφορα κοσμικά βιβλία που περιείχαν συμβουλές για το πώς να βοηθήσει κανείς τον εαυτό του. ‘Αυτά τα βιβλία θα με βοηθήσουν να ωριμάσω’, σκέφτηκα. Αλλά δεν με βοήθησαν. Τίποτα δεν με βοηθούσε, ώσπου ένας άλλος κρατούμενος του Αναμορφωτικού Κέντρου στο Σέλτον της Ουάσινγκτον με ρώτησε αν ήθελα να παρακολουθήσω μαζί του μια Βιβλική συζήτηση με κάποιους Μάρτυρες του Ιεχωβά από την τοπική εκκλησία. Μου είπε ότι έρχονταν κάθε εβδομάδα στη φυλακή. Συμφώνησα. Από την πρώτη φορά που συνάντησα τους δυο Μάρτυρες, κατάλαβα ότι αυτά που μάθαινα από την Αγία Γραφή και από το βιβλίο μελέτης Η Αλήθεια που Οδηγεί στην Αιώνιο Ζωή ήταν σωστά. Είχα βρει την αλήθεια!

Μαρτυρία στη Φυλακή

Μερικές φορές μέχρι και 15 συγκρατούμενοί μου παρευρίσκονταν στις εβδομαδιαίες Γραφικές μελέτες που έκανα με τους Μάρτυρες. Εκείνη την περίοδο η σύζυγός μου έβγαλε το συμπέρασμα ότι είχα τρελαθεί στη φυλακή και ξεκίνησε τις διαδικασίες για διαζύγιο. Αυτό έθεσε σε μεγάλη δοκιμασία την καινούρια μου πίστη.

Αποφάσισα να ενισχύσω την πίστη μου λαβαίνοντας περισσότερη πνευματική τροφή. Άρχισα διαβάζοντας ολόκληρη την Αγία Γραφή παράλληλα με Βιβλικά έντυπα, στα οποία συγκαταλέγονταν και περασμένα τεύχη των περιοδικών Η Σκοπιά και Ξύπνα! Αναπτυσσόταν μέσα μου ισχυρή πίστη. Επίσης, άρχισα να κηρύττω σε όποιον άκουγε. Σύντομα με απέφευγαν πολλοί συγκρατούμενοί μου. Τώρα που αναλογίζομαι το παρελθόν, καταλαβαίνω ότι αυτό ήταν πραγματική προστασία για εμένα.

Ωστόσο, είχα πολλές ενδιαφέρουσες συζητήσεις με άλλους στη φυλακή. Μια απ’ αυτές ήταν μ’ έναν Καθολικό ιερέα, ο οποίος είπε ότι με δίδασκαν διαστρεβλωμένα πράγματα και ότι οι άνθρωποι μπορούν να κάνουν την Αγία Γραφή να λέει ό,τι θέλουν. Για να αποδείξει τον ισχυρισμό του, είπε πως μπορούσε να μου δείξει ότι η Αγία Γραφή δηλώνει πως δεν υπάρχει Θεός. Δέχτηκα. Εκείνος τότε άνοιξε την Αγία Γραφή του στο βιβλίο των Ψαλμών και έβαλε το χέρι του έτσι ώστε ο δείκτης να σκεπάζει μέρος του εδαφίου. «Σας παρακαλώ βγάλτε το δάχτυλό σας για να μπορέσω να διαβάσω ολόκληρο το εδάφιο», του είπα. Εκείνος απάντησε: «Διάβασε απλώς αυτό που είναι κάτω από το δάχτυλό μου». Έτσι κι έκανα και, προς έκπληξή μου, το εδάφιο έλεγε: «Δεν υπάρχει Θεός». «Βλέπεις», είπε, «ορίστε η απόδειξη. Δεν υπάρχει Θεός!» Του ζήτησα ξανά να δω ολόκληρο το εδάφιο. Αυτή τη φορά έβγαλε το χέρι του. Και το εδάφιο έλεγε: «Είπεν ο άφρων εν τη καρδία αυτού, Δεν υπάρχει Θεός».—Ψαλμός 14:1.

Αποφυλακίζομαι υπό Όρους και Παίρνω τις Αποφάσεις μου

Λόγω της αλλαγής στη στάση και στη διαγωγή μου, αποφυλακίστηκα υπό όρους, ενώ είχα μείνει στη φυλακή μόνο δυο χρόνια. Αυτό έγινε στα τέλη του 1971. Ίσως μερικοί σκέφτονταν ότι είχα γίνει ‘θρησκευόμενος’ απλώς και μόνο για να εξαπατήσω την επιτροπή που θα αποφάσιζε για την αποφυλάκισή μου. Αλλά τώρα πια ήμουν έξω και ήμουν περισσότερο αποφασισμένος παρά ποτέ να μην ξαναμπλέξω με κακές συναναστροφές. Σκόπιμα διάλεξα να μείνω σε μια περιοχή όπου ήξερα ότι δεν θα βρίσκονταν οι παλιές μου παρέες. Ήξερα ότι δεν ήταν σοφό να έρθω σε επαφή με τους παλιούς μου φίλους. Κι αυτοί όμως με απέφευγαν επειδή είχαν ακούσει ότι είχα γίνει κάτι σαν «ιερέας» και κήρυττα σε όλο τον κόσμο.

Συνέχισα τις Γραφικές μου μελέτες και άρχισα να παρακολουθώ τακτικά τις συναθροίσεις στην Εκκλησία Κόβινγκτον, στο Κεντ της Ουάσινγκτον. Το έργο κηρύγματος έπαιζε έναν ολοένα και μεγαλύτερο ρόλο στη ζωή μου, και τον Ιούνιο του 1972 βαφτίστηκα. Προσπαθούσα να διατηρήσω την ισορροπία μου στα κοσμικά ζητήματα ενώ παράλληλα υπηρετούσα τον Θεό και δίδασκα στην κόρη μου την Αγία Γραφή. Ήταν τότε σχεδόν τριών χρονών και έμενε με τη μητέρα της, την πρώην σύζυγό μου. Αυτό αποδείχτηκε πραγματική δοκιμασία και κράτησε 16 ατέλειωτα και ταραγμένα χρόνια. Πρέπει να παραδεχτώ ότι υπήρχαν φορές που ένιωθα ότι τα πράγματα δεν εξελίσσονταν τόσο γρήγορα όσο θα ήθελα εγώ. Αλλά τότε θυμόμουν τη Γραφική παρότρυνση: ‘Ει δυνατόν, όσον το αφ’ υμών ειρηνεύετε μετά πάντων ανθρώπων. . . . Εις εμέ ανήκει η εκδίκησις, εγώ θέλω κάμει ανταπόδοσιν, λέγει Ιεχωβά’.—Ρωμαίους 12:18, 19.

Πολλές νύχτες τις περνούσα κλαίγοντας και προσευχόμενος. Ο κόσμος μου εκείνη την εποχή έμοιαζε πολύ με τον καιρό που βλέπει κανείς συνήθως στην περιοχή Πιούτζιτ Σάουντ—μουντός και μελαγχολικός με περιοδικές λιακάδες. Οι δικές μου «λιακάδες» έρχονταν με τη μορφή των θεοκρατικών δραστηριοτήτων, όπως οι συναθροίσεις και οι συνελεύσεις, όπου μπορεί κάποιος να δημιουργήσει καινούριες φιλίες και να ανανεώσει παλιές. Σε μια τέτοια συνέλευση, συνάντησα μια γυναίκα που μου έκανε βαθιά εντύπωση, και έπειτα από δυο χρόνια γνωριμίας, η Μαίρη Χιουζ κι εγώ παντρευτήκαμε τον Αύγουστο του 1974.

Τον επόμενο Ιούλιο, αποκτήσαμε ένα γιο που τον ονομάσαμε Τρέι (δηλαδή Τομ Γ΄). Ήξερα ότι σ’ αυτόν το γάμο, ο Θεός θα ερχόταν πάντοτε πρώτος, ιδιαίτερα εφόσον είχα πρόσφατα διοριστεί διακονικός υπηρέτης στη Χριστιανική εκκλησία. Χάρη σ’ αυτό το προνόμιο, συνειδητοποίησα ότι ανοιγόταν για εμένα μια καινούρια ευκαιρία στην υπηρεσία του Ιεχωβά. Ήμουν αποφασισμένος να εκμεταλλευτώ πλήρως αυτή την ευκαιρία και να συνεχίσω να τον υπηρετώ. Έκανα φιλόπονες προσπάθειες, και στηριζόμουν πάντα στον Θεό για να με διδάσκει πώς να ωριμάζω πνευματικά. Οποτεδήποτε μου ζητούσαν να φέρω σε πέρας κάποιο διορισμό, τον δεχόμουν, έχοντας εμπιστοσύνη ότι Εκείνος θα μου δώσει την απαραίτητη σοφία. Κατόπιν, το 1987, διορίστηκα πρεσβύτερος.

Στο πέρασμα των ετών, έμαθα ότι το να ενεργούμε με τον τρόπο που ενεργεί ο Ιεχωβά είναι πάντοτε η πιο σοφή πορεία. Μη σας πιάνει ανυπομονησία. Αυτό μου εντυπώθηκε ακόμα καλύτερα όταν, την άνοιξη του 1990, η κόρη μου η Ρόντα, που τότε ήταν 20 χρονών, ήρθε να μείνει μαζί μας και έγινε βαφτισμένη Μάρτυρας. Για μια ακόμα φορά συνειδητοποίησα πόσο ισχυρή είναι η αλήθεια. Για νομικούς λόγους σχετικά με την επιμέλεια, δεν είχα επαφή μαζί της τα προηγούμενα οχτώ χρόνια. Ο Ιεχωβά ευλόγησε τις προσπάθειες που είχα κάνει πριν από χρόνια, όταν φύτευα τους σπόρους της Βιβλικής αλήθειας στην κόρη μου, στη διάρκεια των σύντομων επισκέψεων που μου επέτρεπαν τα δικαστήρια να της κάνω.

Απ’ ό,τι φάνηκε, η Ρόντα θυμόταν σχεδόν όλα όσα της είχαμε διδάξει η Μαίρη κι εγώ για την Αγία Γραφή. Και η οικογενειακή μας ζωή τής είχε κάνει μεγάλη εντύπωση! Από εκείνη την ανοιξιάτικη μέρα, η Ρόντα προοδεύει γρήγορα σε γνώση της Αγίας Γραφής.

Όταν βλέπω πώς ήταν η ζωή μου στο παρελθόν κι έπειτα βλέπω πώς είναι τώρα, έχω να πω ότι το να είναι κανείς απασχολημένος στην υπηρεσία του Θεού αποτελεί πραγματικά την καλύτερη προφύλαξη από τις παγίδες του Σατανά. Αντί για εκείνη την περιοριστική δερμάτινη ζώνη που τόσο πολύ μισούσα, ζω τώρα μια μεγάλη απελευθέρωση, μια απελευθέρωση από τη φυλακή που με έχει οδηγήσει στην ελευθερία την οποία νιώθω με το να είμαι ένας διάκονος του Θεού, ένας διάκονος που προωθεί την ειρήνη.—Όπως το αφηγήθηκε ο Τομ Μακ Ντάνιελ.

[Εικόνα στη σελίδα 12]

Όταν ήμουν ο κρατούμενος 626023 σ’ ένα αναμορφωτικό κέντρο της Πολιτείας Ουάσινγκτον

[Εικόνα στη σελίδα 13]

Η οικογένεια Μακ Ντάνιελ—η Μαίρη, ο Τομ, η κόρη τους Ρόντα και ο γιος τους Τρέι

    Ελληνικές Εκδόσεις (1950–2025)
    Αποσύνδεση
    Σύνδεση
    • Ελληνική
    • Κοινή Χρήση
    • Προτιμήσεις
    • Copyright © 2025 Watch Tower Bible and Tract Society of Pennsylvania
    • Όροι Χρήσης
    • Πολιτική Απορρήτου
    • Ρυθμίσεις Απορρήτου
    • JW.ORG
    • Σύνδεση
    Κοινή Χρήση