Ανώτατο Δικαστήριο των Φιλιππίνων Υποστηρίζει την Ελευθερία Λατρείας
Από τον ανταποκριτή του Ξύπνα! στις Φιλιππίνες
ΣΤΙΣ 7 Ιουνίου 1993, καθώς εκατομμύρια παιδιά σχολικής ηλικίας στις Φιλιππίνες επέστρεφαν στις τάξεις τους, οι Μάρτυρες του Ιεχωβά ανάμεσά τους ήταν πάρα πολύ ευτυχισμένοι. Γιατί; Διότι την 1η Μαρτίου 1993, μόλις πριν από το τέλος της προηγούμενης σχολικής χρονιάς, το Ανώτατο Δικαστήριο των Φιλιππίνων ακύρωσε την απόφαση που είχε πάρει το Ανώτατο Δικαστήριο το 1959, και υποστήριξε το δικαίωμα των παιδιών των Μαρτύρων του Ιεχωβά να μη χαιρετούν τη σημαία, να μη λένε τον όρκο υποταγής και να μην ψέλνουν τον εθνικό ύμνο.
Τι οδήγησε σε αυτή την τροπή των γεγονότων; Επίσης ποιες είναι οι συνέπειες για όλους όσους αγαπούν την ελευθερία στις Φιλιππίνες ως αποτέλεσμα αυτής της απόφασης;
Γιατί οι Μάρτυρες του Ιεχωβά Δεν Χαιρετούν τη Σημαία
Οι Μάρτυρες του Ιεχωβά πιστεύουν ότι το να χαιρετούν τη σημαία, το να ψέλνουν τον εθνικό ύμνο και το να λένε έναν όρκο υποταγής είναι θρησκευτικές πράξεις. Η Γραφικά εκπαιδευμένη συνείδησή τους δεν τους επιτρέπει να συμμετέχουν σε τέτοιες πράξεις λατρείας. (Ματθαίος 4:10· Πράξεις 5:29) Σε όποια χώρα και αν ζουν, αυτή είναι η στάση τους καθώς μιμούνται τον Ιησού Χριστό, ο οποίος είπε ότι οι ακόλουθοί του δεν θα ήταν «μέρος του κόσμου, όπως ακριβώς [αυτός δεν ήταν] μέρος του κόσμου».—Ιωάννης 17:16.
Ταυτόχρονα, οι Μάρτυρες του Ιεχωβά δείχνουν σεβασμό για τις κυβερνήσεις κάτω από τις οποίες ζουν, και πιστεύουν ότι αυτές αποτελούν μια διευθέτηση την οποία επιτρέπει ο Θεός. Έτσι, είναι υποχρεωμένοι να υπακούν στους νόμους της χώρας, να πληρώνουν φόρους και να αποδίδουν την οφειλόμενη τιμή στους κυβερνητικούς αξιωματούχους. Σε καμιά περίπτωση δεν θα συμμετείχαν σε κάποια εξέγερση εναντίον οποιασδήποτε κυβέρνησης.a
Λόγοι για την Απόφαση του Ανώτατου Δικαστηρίου
Τι λόγους έδωσε το τωρινό Ανώτατο Δικαστήριο για την ακύρωση της απόφασης που είχε εκδοθεί το 1959 στην υπόθεση Κερόνα κατά Υπουργού Παιδείας; Η απόφαση του 1993 που γράφτηκε από τον δικαστή Γκρίνιο Ακίνο δήλωνε: «Η αντίληψη ότι κάποιος μπορεί να υποχρεωθεί να χαιρετίσει τη σημαία, να ψάλει τον εθνικό ύμνο και να πει τον πατριωτικό όρκο στη διάρκεια μιας τελετής της σημαίας, από φόβο μην απολυθεί από την εργασία του ή μην αποβληθεί από το σχολείο, είναι ξένη προς τη συνείδηση της σύγχρονης γενιάς των κατοίκων των Φιλιππίνων οι οποίοι έχουν ανατραφεί με τη Διακήρυξη των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου, η οποία εγγυάται το δικαίωμά τους για ελευθερία λόγου και ελεύθερη άσκηση της θρησκευτικής πίστης και λατρείας».
Το Δικαστήριο παρατήρησε ότι, ενώ οι Μάρτυρες του Ιεχωβά «δεν συμμετέχουν στην υποχρεωτική τελετή της σημαίας, αυτοί δεν αναμειγνύονται σε ‘έκδηλες πράξεις’ ή συμπεριφορά που θα μπορούσε να προσβάλει τους συμπατριώτες τους οι οποίοι πιστεύουν ότι εκφράζουν την αγάπη τους προς την πατρίδα με το να τηρούν την τελετή της σημαίας». Το Δικαστήριο παρατήρησε περαιτέρω: «Αυτοί ήσυχα στέκονται όρθιοι στη διάρκεια της τελετής της σημαίας για να δείξουν το σεβασμό τους για το δικαίωμα εκείνων που επιλέγουν να συμμετέχουν στις επίσημες διαδικασίες. . . . Εφόσον δεν διαταράσσουν την τελετή με τη συμπεριφορά τους, δεν υπάρχει βάσιμος λόγος να αποβάλλονται».
Το τωρινό Δικαστήριο επίσης ασχολήθηκε με την πρόβλεψη που έγινε στην απόφαση Κερόνα, ότι δηλαδή αν επιτρεπόταν στους Μάρτυρες του Ιεχωβά να απαλλαγούν από τον υποχρεωτικό χαιρετισμό της σημαίας, «η τελετή της σημαίας θα γίνει πράγμα του παρελθόντος ή πιθανώς θα διεξάγεται με ελάχιστους παρόντες, και θα έρθει καιρός που θα έχουμε πολίτες που δεν θα έχουν διδαχτεί και στους οποίους δεν θα έχει εντυπωθεί και ενσταλαχτεί ο σεβασμός προς τη σημαία και η αγάπη για την πατρίδα, ο θαυμασμός για τους εθνικούς ήρωες και ο πατριωτισμός—μια οικτρή, μάλιστα τραγική κατάσταση, και όλα αυτά επειδή μια μικρή μερίδα εκείνων που φοιτούν στα σχολεία επέβαλε τη θέλησή της, απαίτησε και της παραχωρήθηκε απαλλαγή».
Η δικαστική απόφαση το 1993 απάντησε σε αυτά δηλώνοντας: «Η κατάσταση την οποία ζοφερά προέβλεψε το Δικαστήριο στην υπόθεση Κερόνα . . . δεν έλαβε χώρα. Δεν έχουμε πειστεί ότι απαλλάσσοντας τους Μάρτυρες του Ιεχωβά από το να χαιρετούν τη σημαία, από το να ψέλνουν τον εθνικό ύμνο και από το να λένε τον πατριωτικό όρκο, αυτή η θρησκευτική ομάδα που ομολογουμένως αποτελεί μια ‘μικρή μερίδα εκείνων που φοιτούν στα σχολεία’ θα αναστατώσει τη χώρα στην οποία ζούμε και ξαφνικά θα παραγάγει ένα έθνος που ‘δεν θα έχει διδαχτεί και στο οποίο δεν θα έχει εντυπωθεί και ενσταλαχτεί ο σεβασμός προς τη σημαία, ο πατριωτισμός, η αγάπη για την πατρίδα και ο θαυμασμός για τους εθνικούς ήρωες’».
Τελικά, το τωρινό Δικαστήριο αναφέρθηκε στα σχόλια του δικαστή Ρόμπερτ Τζάκσον του Ανώτατου Δικαστηρίου των Η.Π.Α. στην υπόθεση Μπαρνέτ του 1943, στην οποία δήλωσε: «Με το να πιστεύει κανείς ότι ο πατριωτισμός δεν θα ανθήσει αν οι πατριωτικές τελετές είναι προαιρετικές και αυθόρμητες παρά καταναγκαστική ρουτίνα, κάνει έναν καθόλου κολακευτικό υπολογισμό της απήχησης των θεσμών μας στις ελεύθερες διάνοιες. . . . Η ελευθερία τού να διαφέρει κανείς δεν περιορίζεται σε πράγματα που δεν έχουν και μεγάλη σημασία. Αυτό θα ήταν φτηνή απομίμηση της ελευθερίας. Η πραγματική φύση της ελευθερίας αποδεικνύεται από το δικαίωμα να διαφέρει κανείς ως προς πράγματα που αγγίζουν την καρδιά της υπάρχουσας τάξης».
Έπειτα από αυτά τα θαυμάσια νομικά σημεία, η ομόφωνη απόφαση του Δικαστηρίου των Φιλιππίνων ήταν: «Οι εντολές αποβολής που εκδόθηκαν από τους δημόσιους εναγόμενους κατά των προσφυγόντων δια του παρόντος ΑΚΥΡΩΝΟΝΤΑΙ ΚΑΙ ΑΠΟΡΡΙΠΤΟΝΤΑΙ. Η προσωρινή ανασχετική διαταγή [κατά των σχολικών αρχών] που εκδόθηκε από αυτό το Δικαστήριο δια του παρόντος γίνεται μόνιμη».
Ο πάρεδρος Ισαγκάνι Κρουζ έχοντας σύμφωνη γνώμη πρόσθεσε την εξής παρατήρηση: «Κατά την ταπεινή μου άποψη, η απόφαση Κερόνα βασίστηκε σε μια εσφαλμένη υπόθεση. Το Δικαστήριο που την εξέδωσε βρισκόταν προφανώς υπό το βάρος της πεποίθησης ότι το Κράτος είχε το δικαίωμα να καθορίζει το τι ήταν θρησκευτικό και τι δεν ήταν και να υπαγορεύει στο άτομο το τι μπορούσε και τι δεν μπορούσε να λατρεύει. . . . Με το να απαιτεί από τους ενταύθα προσφυγόντες να συμμετέχουν στην τελετή της σημαίας, το Κράτος έχει διακηρύξει από καθέδρας ότι δεν παραβιάζουν την Αγία Γραφή χαιρετώντας τη σημαία. Αυτό για εμένα αποτελεί αθέμιτη καταπάτηση των θρησκευτικών τους πεποιθήσεων, οι οποίες τους λένε το αντίθετο. Το Κράτος δεν μπορεί να ερμηνεύσει την Αγία Γραφή αντί για αυτούς. Αυτό δεν έχει καμιά αρμοδιότητα σε αυτό το ζήτημα».
Η Σημασία για Όσους Αγαπούν την Ελευθερία
Όλοι όσοι αγαπούν την ελευθερία σίγουρα χαίρονται με αυτή την απόφαση που υποστηρίζει το δικαίωμα της ελεύθερης εκλογής στο ζήτημα της θρησκείας και στις προσταγές της συνείδησης του καθενός, ενώ ταυτόχρονα υποτάσσονται στη σχετική εξουσία του κράτους. (Ρωμαίους 13:1, 2) Με το να προστατεύει τα ατομικά δικαιώματα, το Κράτος δεν ανοίγει το δρόμο για την αναρχία αλλά, απεναντίας, υπηρετεί στο ρόλο που ανέφερε ο απόστολος Παύλος στα εδάφια Ρωμαίους 13:5, 6, όπου δηλώνει: «Υπάρχει . . . επιτακτική ανάγκη να υποτάσσεστε, . . . λόγω της συνείδησής σας. Διότι γι’ αυτό πληρώνετε και φόρους· διότι αυτοί είναι δημόσιοι υπηρέτες του Θεού, που υπηρετούν διαρκώς γι’ αυτόν ακριβώς το σκοπό».
Οι Μάρτυρες του Ιεχωβά στις Φιλιππίνες σέβονται τη νομική θέση των δικαστών του Ανώτατου Δικαστηρίου και συνειδητοποιούν ότι η ύψιστη τιμή πρέπει να αποδίδεται στον Δημιουργό μας, τον Ιεχωβά Θεό.
[Υποσημειώσεις]
a Για λεπτομερή εξέταση του γιατί οι Μάρτυρες του Ιεχωβά δεν χαιρετούν τη σημαία, δεν ψέλνουν τον εθνικό ύμνο και δεν λένε τον όρκο υποταγής, παρακαλούμε εξετάστε το ειδικό βιβλιάριο Το Σχολείο και οι Μάρτυρες του Ιεχωβά, που είναι έκδοση της Βιβλικής και Φυλλαδικής Εταιρίας Σκοπιά, σελίδες 12-16 (της αγγλικής έκδοσης).