ΔΙΑΔΙΚΤΥΑΚΗ ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗ της Σκοπιάς
ΔΙΑΔΙΚΤΥΑΚΗ ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗ
της Σκοπιάς
Ελληνική
  • ΑΓΙΑ ΓΡΑΦΗ
  • ΕΚΔΟΣΕΙΣ
  • ΣΥΝΑΘΡΟΙΣΕΙΣ
  • g95 8/6 σ. 4-6
  • Εκατομμύρια Γίνονται Δούλοι

Δεν υπάρχει διαθέσιμο βίντεο για αυτή την επιλογή.

Λυπούμαστε, υπήρξε κάποιο σφάλμα στη φόρτωση του βίντεο.

  • Εκατομμύρια Γίνονται Δούλοι
  • Ξύπνα!—1995
  • Υπότιτλοι
  • Παρόμοια Ύλη
  • Η Τριγωνική Διαδρομή
  • Το Ενδιάμεσο Ταξίδι
  • Άφιξη στην Αμερική
  • Η Δουλειά και το Μαστίγιο
  • Τους Πούλησαν για Δούλους
    Ξύπνα!—1995
  • Θρησκευτικό Δίλημμα στην Αποικιακή Βραζιλία
    Ξύπνα!—2002
  • Περιήγηση στο Δρόμο των Σκλάβων
    Ξύπνα!—2011
  • Ο Μακρύς Αγώνας Κατά της Δουλείας
    Ξύπνα!—2002
Δείτε Περισσότερα
Ξύπνα!—1995
g95 8/6 σ. 4-6

Εκατομμύρια Γίνονται Δούλοι

ΤΗΝ εποχή που γεννήθηκε ο Ολαούντα Εκουιάνο, πλοία από την Ευρώπη μετέφεραν Αφρικανούς δούλους στην άλλη πλευρά του Ατλαντικού Ωκεανού επί δυόμισι αιώνες. Αλλά η δουλεία ήταν πολύ παλιότερη. Η υποδούλωση ανθρώπων, συνήθως ως αποτέλεσμα πολέμου, ήταν ευρέως διαδεδομένη σε ολόκληρο τον κόσμο από την αρχαιότητα.

Στην Αφρική, επίσης, η δουλεία ανθούσε πολύ προτού φτάσουν τα πλοία από την Ευρώπη. Η Νέα Εγκυκλοπαίδεια Μπριτάνικα (The New Encyclopædia Britannica) δηλώνει: «Δούλοι υπήρχαν μεταξύ των μαύρων στην Αφρική σε όλη την καταγραμμένη ιστορία. . . . Η δουλεία υπήρχε παντού ακόμη και πριν από την άνοδο του Ισλάμ, και οι μαύροι δούλοι που εξάγονταν από την Αφρική πουλιούνταν ευρέως σε όλο τον Ισλαμικό κόσμο».

Αυτό που έκανε διαφορετικό το υπερατλαντικό δουλεμπόριο ήταν η κλίμακα και η διάρκειά του. Σύμφωνα με τους καλύτερους δυνατούς υπολογισμούς, ο αριθμός των δούλων που διέσχισαν τον Ατλαντικό Ωκεανό από το 16ο ως το 19ο αιώνα ήταν 10 ως 12 εκατομμύρια.

Η Τριγωνική Διαδρομή

Σύντομα μετά το ταξίδι του Χριστόφορου Κολόμβου το 1492, οι Ευρωπαίοι αποικιστές ίδρυσαν ορυχεία και φυτείες ζαχαροκάλαμου στην Αμερική. Εκτός από το ότι υποδούλωσαν τους ντόπιους, οι Ευρωπαίοι άρχισαν να εισάγουν δούλους από την Αφρική.a Όταν άρχισε η μεταφορά των δούλων από την άλλη πλευρά του Ατλαντικού στα μέσα του 16ου αιώνα, αυτή έμοιαζε με ρυάκι, αλλά ως τις ημέρες του Εκουιάνο, στα μέσα του 18ου αιώνα, είχε γίνει χείμαρρος—υπήρχαν περίπου 60.000 αιχμάλωτοι κάθε χρόνο.

Τα πλοία που έφευγαν από την Ευρώπη γενικά ακολουθούσαν μια τριγωνική διαδρομή. Πρώτα ταξίδευαν νότια της Ευρώπης προς την Αφρική. Κατόπιν έκαναν το ενδιάμεσο ταξίδι και έφταναν στην Αμερική. Τελικά επέστρεφαν στην Ευρώπη.

Σε κάθε κορυφή του τριγώνου, οι καπετάνιοι έκαναν εμπορικές συναλλαγές. Τα πλοία απέπλεαν από τα ευρωπαϊκά λιμάνια βαρυφορτωμένα με αγαθά—υφάσματα, σίδερο, όπλα και αλκοόλ. Μόλις έφταναν στη δυτική ακτή της Αφρικής, οι καπετάνιοι αντάλλασσαν αυτά τα εμπορεύματα με δούλους τους οποίους προμήθευαν οι Αφρικανοί έμποροι. Τους δούλους τούς στοίβαζαν στα πλοία, τα οποία κατόπιν έφευγαν για την Αμερική. Στην Αμερική, οι καπετάνιοι πουλούσαν τους δούλους και κατόπιν φόρτωναν αγαθά τα οποία ήταν προϊόντα του μόχθου των δούλων—ζάχαρη, ρούμι, μελάσα, καπνό, ρύζι και, από τη δεκαετία του 1780, βαμβάκι. Κατόπιν τα πλοία επέστρεφαν στην Ευρώπη, το τελικό στάδιο του ταξιδιού.

Για τους Ευρωπαίους και τους Αφρικανούς εμπόρους, καθώς και για τους αποικιστές στην Αμερική, το εμπόριο ζωντανού φορτίου, όπως το αποκαλούσαν, ήταν επιχείρηση, ένα μέσο για να κερδίζουν χρήματα. Για εκείνους που είχαν υποδουλωθεί—συζύγους, πατέρες και μητέρες, γιους και κόρες—το εμπόριο σήμαινε βαναυσότητα και τρόμο.

Από πού προέρχονταν οι δούλοι; Μερικούς τους απήγαν, όπως συνέβη με τον Ολαούντα Εκουιάνο, αλλά οι περισσότεροι ήταν αιχμάλωτοι από πολέμους που διεξάγονταν μεταξύ αφρικανικών κρατών. Οι προμηθευτές ήταν Αφρικανοί. Ο ιστορικός Φίλιπ Κέρτεν, ειδικός στο δουλεμπόριο, γράφει: «Οι Ευρωπαίοι σύντομα διαπίστωσαν ότι η Αφρική ήταν τόσο επικίνδυνη για την υγεία τους ώστε έκανε αδύνατη την άμεση συμμετοχή τους στην εύρεση δούλων. Η υποδούλωση έγινε μια επιχείρηση την οποία επιτελούσαν μόνο Αφρικανοί . . . Οι χείμαρροι των ανθρώπων που τροφοδοτούσαν το δουλεμπόριο στην αφετηρία του ήταν κατά κύριο λόγο αιχμάλωτοι».

Το Ενδιάμεσο Ταξίδι

Το ταξίδι προς την Αμερική ήταν μια τρομακτική εμπειρία. Αφού βάδιζαν ως την ακτή αλυσοδεμένοι σε ομάδες, οι Αφρικανοί μαράζωναν, μερικές φορές επί μήνες, σε πέτρινα οχυρά ή σε μικρότερα ξύλινα παραπήγματα. Ώσπου να φτάσει κάποιο πλοίο δουλεμπόρων με προορισμό την Αμερική, η υγεία των αιχμαλώτων συνήθως ήταν άθλια από την κακομεταχείριση που είχαν υποστεί. Αλλά τους περίμεναν χειρότερα.

Αφού τους έσερναν στο πλοίο, τους γύμνωναν και τους εξέταζε ο γιατρός ή ο καπετάνιος του πλοίου· κατόπιν αλυσόδεναν τους άντρες και τους έριχναν στο αμπάρι. Οι πλοιοκτήτες στοίβαζαν όσο το δυνατόν περισσότερους δούλους στο αμπάρι για να μεγιστοποιήσουν το κέρδος τους. Στις γυναίκες και στα παιδιά δινόταν μεγαλύτερη ελευθερία κινήσεων, μολονότι αυτό επίσης τους εξέθετε σε σεξουαλική κακοποίηση από τα μέλη του πληρώματος.

Η ατμόσφαιρα στο αμπάρι ήταν βρωμερή, δύσοσμη. Ο Εκουιάνο περιγράφει τις εντυπώσεις του: «Η έλλειψη χώρου και το ζεστό κλίμα, σε συνδυασμό με τον αριθμό των ανθρώπων που βρίσκονταν στο πλοίο, οι οποίοι ήταν τόσο συνωστισμένοι ώστε ο καθένας είχε μόλις και μετά βίας χώρο για να γυρίσει, μας προκαλούσαν ασφυξία. Αυτό είχε ως αποτέλεσμα να ιδρώνουμε πολύ, έτσι ώστε σύντομα διάφορες απαίσιες οσμές έκαναν τον αέρα ακατάλληλο για αναπνοή, και προκάλεσαν μια ασθένεια στους δούλους, εκ των οποίων πολλοί πέθαναν . . . Οι κραυγές των γυναικών και τα βογκητά των ετοιμοθανάτων δημιουργούσαν μια σκηνή σχεδόν ασύλληπτου τρόμου». Οι αιχμάλωτοι έπρεπε να υπομένουν τέτοιες συνθήκες σε όλο το θαλάσσιο ταξίδι, το οποίο διαρκούσε περίπου δύο μήνες, και μερικές φορές περισσότερο.

Στις συγκλονιστικά ανθυγιεινές συνθήκες, ανθούσαν οι ασθένειες. Ήταν συχνές οι επιδημίες δυσεντερίας και ευλογιάς. Οι θάνατοι ήταν πολλοί. Αρχεία δείχνουν ότι ως τη δεκαετία του 1750 πέθαινε ο 1 στους 5 Αφρικανούς που βρίσκονταν στο πλοίο. Τους νεκρούς τούς πετούσαν στη θάλασσα.

Άφιξη στην Αμερική

Όταν τα πλοία των δουλεμπόρων πλησίαζαν στην Αμερική, το πλήρωμα ετοίμαζε τους Αφρικανούς για πώληση. Έλυναν τους αιχμαλώτους από τις αλυσίδες τους, τους τάιζαν για να παχύνουν, και τους έτριβαν με λάδι κοκκοφοίνικα για να τους κάνουν να φαίνονται υγιείς και να καλύπτουν τα έλκη και τις πληγές.

Οι καπετάνιοι συνήθως πουλούσαν τους αιχμαλώτους τους σε δημοπρασία, αλλά μερικές φορές οργάνωναν έναν αγώνα «όποιος προλάβει», ο οποίος απαιτούσε από τους αγοραστές να πληρώσουν μια ορισμένη τιμή προκαταβολικά. Ο Εκουιάνο γράφει: «Όταν δοθεί το σήμα, (όπως κάποια τυμπανοκρουσία) οι αγοραστές τρέχουν μεμιάς στον περίβολο όπου είναι κλεισμένοι οι δούλοι, και διαλέγουν τα άτομα που τους αρέσουν περισσότερο. Ο θόρυβος και οι κραυγές που συνοδεύουν τον αγώνα καθώς και η ανυπομονησία η οποία είναι φανερή στα πρόσωπα των αγοραστών αυξάνουν πολύ την ανησυχία των τρομοκρατημένων Αφρικανών».

Ο Εκουιάνο προσθέτει: «Με αυτόν τον τρόπο, χωρίς ενδοιασμούς, χωρίζονται συγγενείς και φίλοι, οι περισσότεροι από τους οποίους δεν θα ξαναϊδωθούν ποτέ». Για τις οικογένειες που με κάποιον τρόπο είχαν κατορθώσει να μείνουν και να περάσουν μαζί μέσα από το ζωντανό εφιάλτη των προηγούμενων μηνών, αυτό ήταν ιδιαίτερα οδυνηρό χτύπημα.

Η Δουλειά και το Μαστίγιο

Οι Αφρικανοί δούλοι δούλευαν σε φυτείες για να παράγουν καφέ, ρύζι, καπνό, βαμβάκι και κυρίως ζάχαρη. Άλλοι μοχθούσαν σε ορυχεία. Μερικοί εργάζονταν ως ξυλουργοί, σιδεράδες, ωρολογοποιοί, οπλοποιοί και ναυτικοί. Άλλοι εργάζονταν σε κάποιο σπίτι—υπηρέτες, νοσοκόμες, μοδίστρες και μάγειρες. Οι δούλοι διαμόρφωναν το έδαφος, κατασκεύαζαν δρόμους και κτίρια, και έσκαβαν κανάλια.

Εντούτοις, παρά την εργασία που έκαναν οι δούλοι, τους θεωρούσαν ιδιοκτησία, και δια νόμου ο αφέντης είχε απεριόριστα δικαιώματα πάνω στην ιδιοκτησία του. Η δουλεία, όμως, δεν επέζησε μόνο μέσω της στέρησης των δικαιωμάτων και των ελευθεριών. Επέζησε μέσω του μαστιγίου. Η εξουσία των ιδιοκτητών και των επιστατών τους εξαρτιόταν από τη δυνατότητα που είχαν να προκαλούν πόνο. Και πράγματι προκάλεσαν πολύ πόνο.

Για να αποθαρρύνουν τις εξεγέρσεις και να διατηρούν τους δούλους τους υπό έλεγχο, οι ιδιοκτήτες επέβαλλαν ταπεινωτική σωματική τιμωρία ακόμη και για μικροπταίσματα. Ο Εκουιάνο γράφει: «Ήταν πολύ συνηθισμένο [στις Δυτικές Ινδίες] να μαρκάρουν τους δούλους με τα αρχικά του ονόματος του αφέντη τους, και να κρεμούν πολλούς βαρείς σιδερένιους γάντζους στο λαιμό τους. Ακόμη και στις πιο ασήμαντες περιπτώσεις τους φόρτωναν με αλυσίδες, και συχνά πρόσθεταν όργανα βασανισμού. Μερικές φορές χρησιμοποιούσαν το σιδερένιο φίμωτρο, τους σφιγκτήρες για τους αντίχειρες, κτλ. . . . για τα παραμικρότερα σφάλματα. Είδα να χτυπούν ένα νέγρο ώσπου έσπασαν μερικά κόκαλά του επειδή απλώς άφησε κάποια κατσαρόλα να βράσει και να ξεχειλίσει».

Σε μερικές περιπτώσεις οι δούλοι προτίμησαν να εξεγερθούν. Οι περισσότερες εξεγέρσεις, όμως, ήταν ανεπιτυχείς και τιμωρούνταν με ανελέητη θηριωδία.

[Υποσημειώσεις]

a Τα κύρια ευρωπαϊκά κράτη που αναμείχτηκαν άμεσα στο υπερατλαντικό εμπόριο ήταν η Βρετανία, η Γαλλία, η Δανία, η Ισπανία, η Ολλανδία και η Πορτογαλία.

[Εικόνα στη σελίδα 5]

Τους νεκρούς τούς πετούσαν στη θάλασσα

[Ευχαριστίες]

Culver Pictures

[Εικόνα στη σελίδα 5]

Στοίβαζαν όσο το δυνατόν περισσότερους δούλους στο αμπάρι

[Ευχαριστίες]

Schomburg Center for Research in Black Culture / The New York Public Library / Astor, Lenox and Tilden Foundations

    Ελληνικές Εκδόσεις (1950–2025)
    Αποσύνδεση
    Σύνδεση
    • Ελληνική
    • Κοινή Χρήση
    • Προτιμήσεις
    • Copyright © 2025 Watch Tower Bible and Tract Society of Pennsylvania
    • Όροι Χρήσης
    • Πολιτική Απορρήτου
    • Ρυθμίσεις Απορρήτου
    • JW.ORG
    • Σύνδεση
    Κοινή Χρήση